Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2015

Mια προσωπική μαρτυρία γιά τον θαυμαστό Άγιο Παϊσιο απο τον ιεραπόστολο ιερομόναχο Θεολόγο Χρυσανθακόπουλο


Ο  Γέροντας ανέφερε ότι κάθε εποχήν  έχει τούς αγίους της,  πού με την  προσευχή τους  κρατούν τον κόσμο να μην τον καταστρέψει  ο διάβολος. Η προσευχή, έλεγε επίσης, ενός αγίου μπορεί να αλλάξει το σχέδιο του Θεού.
Παρουσίαση της έκδοσης του βιβλίου ιερομονάχου Ισαάκ για τον άγιο Παΐσιο στην τουρκική γλώσσα ,η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη
  Σεβασμιώτατοι,  αξιότιμε κ. Γενικέ Πρόξενε της Ελλάδος, σεβαστοί πατέρες,  αγαπητοί μου αδελφοί,

Αναξίως, αλλά κάνοντας υπακοή, ηλθα να δώσω μιά προσωπική μαρτυρία γιά έναν θαυμαστόν Αγιο πού η Αγάπη του Θεού  έβαλε στην ζωή μου, πού δεν αξιώθηκα να τον  μιμηθώ  αλλά προσπαθώ να ζω με την ευχή του.

Μεσα  στην  χαρά  της  σημερινής  παρουσίασης  επιτρέψτε  μου  να σας αναπτύξω μερικές  εμπειρίες  πού βίωσα  καί  δεν  είναι  καταγεγραμμένες  στον  τόμο  πού εκδίδεται σήμερα.
Η μικρή μαρτυρία που σας καταθέτω αρχίζει από το 1972 πού σαν φοιτητής , στην δεύτερη επίσκεψή μου στο Αγιον Ορος,  γνώρισα έναν Ανθρωπο, όπως  ο Θεός θέλει τον Ανθρωπο, Εικόνα Του ζωντανή μπροστά μου, τον  Αγιο  Παίσιο.  Κάθε φορά  που συναντούσα τον Γέροντα είχα την συναίσθηση ότι  μού μιλούσε ο Θεός. Ο ίδιος εξαφανιζόταν μέσα στην Αγάπη, στην Ταπείνωση, στην Πραότητα, στην Διάκριση. Δέν στεκόταν μπροστά μου σαν μία προσωπικότητα, αλλά ήταν διάφανος ώστε μέσω αυτού να βλέπω καί να ακούω τον Θεό, διότι «ζούσε ουκέτι αυτός αλλά ζουσε εν αυτώ ο Χριστός».

Σε μία από τις πρώτες συναντήσεις  μας, στο Κελλί του Τιμίου Σταυρού, μου εξηγούσε πως τα άγρια ζώα δεν φοβούνται αλλά σέβονται και αναγνωρίζουν τον άνθρωπο που έχει Χάριν  Θεού,  ενώ τα ήμερα ζώα  παίρνουν τις συνήθειες  καί τον χαρακτήρα του κυρίου τους. Μεταξύ άλλων μου έλεγε ότι τον πλησιάζουν τα λαγουδάκια καί τα αγριογούρουνα και τα σταυρώνει στό μέτωπο και δεν τα πιάνουν τα βόλια των κυνηγών.Μιά ημέρα τον ακολουθούσα σε ένα μονοπάτι στην Καψάλα κοντα στό Κελλί του. Βάδιζε σαν κουρασμένος πατώντας μιά δεξιά και μιά αριστερά στο μονοπάτι. «Γέροντα σας πονούν τα πόδια σας;» τον ερώτησα. «Δεν βλέπεις ευλογημένε» μου απάντησε «τα μυρμήγκια που προχωρούν στην μέση τού μονοπατιού;».

Μού είχε συστήσει , τότε, να διαβάσω τους ασκητικούς λόγους του Αββά Ισαάκ. Δεν είχα όμως χρόνο γιατί σπούδαζα στο Πολυτεχνείο. Πήρα αργότερα το βιβλίο μαζύ μου στό  Παρίσι όπου έκανα μεταπτυχιακά. Εκεί, σε μία ήσυχη σοφίτα, βλέποντας τα καμπαναριά της Παναγίας το 1977, ο Αββάς Ισαάκ με βοήθησε να αποφασίσω να ζήσω σαν Μοναχός κοντά στον Γέροντα. Οταν επέστρεψα στην Ελλάδα εκείνος με προέτρεψε να υπηρετήσω πρώτα την στρατιωτική μου θητεία καί μετά να πάω στο Αγιον Ορος.
Οσο  υπηρετούσα  στον  στρατό  με παρηγορούσε  με  την προσευχή του  καί  τις εμπειρίες του που μου διηγείτο. Πολλάκις εχουν γραφεί τα θαύματα που έζησε, η αυτοθυσία, ο τρόπος καί το φιλότιμο με το οποίο υπηρέτησε. Στην  διάρκεια των μαχών, μέσα στον εμφύλιο, μου είπε ότι  τον έστειλαν κάποτε σε ένα κοντινό χωριό να αγοράσει τρόφιμα γιά την διμοιρία του. Αφού ψώνισε τράβηξε γιά το βουνό. Τότε  βγήκε  η  γυναίκα που  είχε το  μπακάλικο καί του  φώναξε  από  μακρυά:  «Στρατιώτη γύρνα πίσω,  ξέχασες το όπλο σου».  Το αληθινό όπλο του Γέροντα ήταν  ο στρατιωτικός και ο πνευματικίς ασύρματος με τον οποίον έσωζε σώματα καί ψυχές.
Είχε προείδει την αναχώρησή του από το Κελλί του Τιμίου Σταυρού καί ετσι μετά την απολυσή μου  από τον στρατό  κατευθύνθηκα  κοντά του  καί  οχι  στην  μονή Σταυρονικήτα όπως σκεπτόμουν. Καθώς ο ίδιος δέν κρατούσε στο Κελλί του μοναχούς μέ οδήγησε στό Κουτλουμούσι. Γνωρίζοντας την διάθεσή μου γιά την Ιεραποστολή ( την οποία  μου είχε εμπνεύσει  ο πνευματικός μου  π. Χαρίτων Πνευματικάκης, ο οποίος ανεχώρησε στο Congo, οργάνωσε  την ιεραποστολική Εκκλησία στην Kananga καί εκοιμήθη εκεί μετά 25 Χρόνια)  μού ζήτησε να ειναι αυτό  το πρώτο θέμα  πού θα αναφέρω  στόν Ηγούμενο της Μονής.  Ο ίδιος ο Γέροντας, το 1993 , μέ  προέτρεψε να πάω στην Αλβανία  όταν  ο Αρχιεπίσκοπος  Αναστάσιος  με κάλεσε εκεί. Ενδιαφερόταν πολύ γιά την απανταχού Εκκλησία λέγοντάς μου ,κάποτε, ότι το σημαντικώτερο είναι να οργανωθούν ιεραποστολές στην  Κίνα.

Σαν  νέο αρχιτέκτονα  με συνεβούλεβε  πολλάκις  για απλά αλλά βασικά  θέματα όπως  π.χ. γιά τα  παρεκκλήσια  πού διαμορφώνονται  μέσα  σε  κτήρια: οτι  δεν πρέπει να έχουν από πάνω  ή από κάτω κατοικίες  και  υπνοδωμάτια. Τις  Εικόνες  να  μήν  τις  τοποθετούμε  σέ  τοίχους  όπου υπάρχει  όπισθεν  αποχωρητήριο.  Τα  λήματα  από  την  λάντζα  της  κουζίνας  να  μην  καταλήγουν  στον  βόθρο  ή στην κεντρική  αποχέτευση  αλλά  να έχουν δική  τους έξοδο  και κατάληξη  αφού  το φαγητό, αλλά  καί  τα περισσεύματα  ευλογούνται.

Μίαν  ημέρα  πού  τόν  επισκέφθηκα  μου  άνοιξε  την πόρτα ακολουθούμενος από έναν  νέο άνδρα  γύρω στά 30.  Αφού τόν αποχαιρέτησε  καί εκείνος  έφυγε  χαρούμενος, γύρισε μετά πρός εμένα λέγοντας: «Πω! Πω! τι δύναμη έχει η Παναγία μας, καί δαιμόνια βγάζει!». Θαύμαζε το θαύμα πού ο ίδιος είχε υπουργήσει επικαλούμενος την Παναγία μας. (Συνήθως σταύρωνε τους  αρρώστους  με  τα λείψανα  τού  αγίου  Αρσενίου, που είχε στόν  Ναό  καί με την προσευχή του  ενεργούσε σε αυτούς ο Κύριος). Αμέσως μετά, συναισθανόμενος  τι μου είχε αναφέρει, ζήτησε  να  μην  κανω  λόγο  σε  κανέναν.

Είχε πολλές ωραίες διηγήσεις από την διαμονή του στό Σινά. Εκεί,στα κτήματα της Μονής,  μάζευαν  καί κλάδευαν  συγχρόνως  τις εληές. Ο  Γέροντας , έχοντας την ευθύνη  της εργασίας, έδωσε όλα τα κλαδιά στους  Βεδουίνους  που βοηθούσαν. (Τα βράδυα , λόγω υψομέτρου  κάνει  πολύ κρύο  καί συνήθως  δέν  έχουν  τίποτες άλλο  νά κάψουν   γιά να ζεσταθούν παρά μόνον τις κοπριές από τις καμήλες). Εκείνοι  τότε , εντυπωσιασμένοι  από  την πράξη του, τού είπαν:  «Είσαι  καλός  άνθρωπος,  θα  βρέξει! ».  « Πράγματι  εκείνο  το  βράδυ  έβρεξε!»,  μου  είπε.          Η  βροχή  είναι  η μεγαλύτερη ευλογία στην έρημο του Σινά.

Ο  Γέροντας ανέφερε ότι κάθε εποχήν  έχει τούς αγίους της,  πού με την  προσευχή τους  κρατούν τον κόσμο να μην τον καταστρέψει  ο διάβολος. Η προσευχή, έλεγε επίσης, ενός αγίου μπορεί να αλλάξει το σχέδιο του Θεού.

Τον Ιανουάριο τού 1982,  όταν χειροτονήθηκα, μού είπε:  «Δεν  θα  οδηγήσεις ξανά».(Μερικές φορές  εξυπηρετούσα  καί  το  Μοναστήρι  σαν οδηγός).  Μετά  τέσσερεις  μήνες  έγινε ένα θανατηφόρο δυστύχημα, με το αυτοκίνητο της Μονής, εντός Αγίου Ορους. Ενας ηλικιωμένος ιερομόναχος έφυγε μέ δραματικό τρόπο, ενώ όλοι οι άλλοι συνεπιβάτες δεν πάθαμε το παραμικρό. Θά ήμουν εγώ ο οδηγός του αυτοκινήτου εάν ο Γέροντας δεν είχε προφυλάξει καί την ζωή καί την ιερωσύνη μου. Μετά από αυτό ήμουν σε άσχημη ψυχική κατάσταση. Εκείνος ανάμεσα  στα άλλα που μου είπε  γιά να διορθώσει  τον  «λογισμό»  μου   και  να με  παρηγορήσει, μαθαίνοντας ότι στό αυτοκίνητο  αντί  γιά υγρά φρένων είχαν βάλει σπορέλαιο, γέλασε λέγοντας: «Α! Από αυτό πού φτειάχνουν νηστίσημες τηγανιτές πατάτες!».

Πολλές  φορές  με ένα  αστείο  παρηγορούσε, ή  έκανε κάποια  παρατήρηση,  ή άλλαζε  μιά βαρειά  ατμόσφαιρα.  Το χιούμορ του  ηταν λεπτό και  διακριτικό.  Ο ιερομόναχος  Αρσένιος  (που μένει τώρα στην Παναγούδα) καί εγώ συμμετείχαμε  καί ψέλναμε σε μιά  Εξόδιο ακολουθία παρουσία  του Γέροντα στήν  Σκήτη του  Αγίου Παντελεήμονος.  Μετά, όταν μας  βρήκε, μας έλεγε: «Παραλίγο να τον αναστήσετε τον μακαρίτη με το ψάλσιμό σας εσείς!»

Το  1982, νέος  στην ιερωσύνη, σε  μιά επίσκεψή  μου στόν  Γέροντα  αυθόρμητα  του είπα:  «Είμαι τόσο καιρό Μοναχός καί ένα θαύμα δεν είδα».  Ο Γέροντας μέ επέπληξε αμέσως: «Εσύ ιερέας το λες αυτό; Κάθε ημέρα λειτουργείς καί βλέπεις μπροστά σου  τον Αρτο  καί  τον Οίνο  να γίνονται  Σώμα  καί  Αίμα  Χριστού!  Τί μεγαλύτερο θαύμα θέλεις;» Εγώ ντράπηκα.

Ως  αρχοντάρης (υπεύθυνος του ξενώνα) στο Μοναστήρι,  πολλές  φορές  συνόδευα αλλοδαπούς  καί μή  στην Παναγούδα  γιά να διευκολύνω την συνενόηση αλλά καί να οφεληθώ ο ίδιος.  Ενα απόγευμα  οδήγησα στον Γέροντα  ένα νεαρό γάλλο με σοβαρά προβληματα. Μετά από σύντομη συζήτηση μου είπε ο Γέροντας ότι θα τον κρατούσε το βράδυ γιά να τον βοηθήσει περισσότερο. Το άλλο πρωϊ επέστρεψε ο γάλλος χαρούμενος εχοντας πάρει απάντηση από τον Γέροντα, σε ότι τον βασάνιζε.  Ενω δεν μιλούσε ούτε λέξη γαλλικά εντούτοις είχαν  θαυμαστή επικοινωνία.

Ηταν χειμώνας καί με νουθετούσε στό χειμερινό αρχονταρίκι, εκεί όπου άναβε γιά όλους κεράκια  κατά την αγρυπνία του,  στην ζεστασιά της κτιστής ξυλόσομπας.  Οι γωνιές καί τα παράθυρα είχαν ιστούς αράχνης. Τα παρατηρούσα με την διάθεση να τα καθαρίσω. « Αυτά τα αφήνω γιά διακόσμιση»  με πρόλαβε.  Ακουγα  γιά  αρκετή  ώρα  το  κουδουνάκι  που κτυπούσε κάποιος στην κάτω πόρτα.Ο Γέροντας συνέχιζε νά  μου  μιλά.  «Κάποιος  εχει  ώρα  πού  κτυπάει»  του  είπα.  «Δέν  έχει  κανένα πρόβλημα αυτός, ήλθε μόνο γιά...» μου απάντησε. «Μα Γέροντα πώς γνωρίζετε τόν κάθε ένα  με τό ονομά του  καί τα προβληματά του  χωρίς να τον έχετε ξαναδεί;» συνέχισα. «Η Παναγία μού έδωσε αυτό το χάρισμα, τότε που μου ανέθεσε και το διακόνημα  να βοηθάω  όποιον  έρχεται μέχρις εδώ.»

Αλλοτε του εξέφρασα  την  απορία μου  πώς γίνονται ιάσεις  καί  θαύματουργές επεμβάσεις στον  κόσμο καί ερχονται μετά να τον  ευχαριστήσουν  άνθρωποι  που δεν τον έχουν  ξαναδεί. «Ευλογημένε, ο Θεός επεμβαίνει, απλά συμβαίνουν την ώρα που προσεύχομαι καί ανάβω κεράκια  γιά  τα  απροστάτευτα  παιδιά , γιά  όσους  κινδυνεύουν στην άσφαλτο ή στα νοσοκομεία...».Ο Γέροντας ομαδοποιούσε τους  πονεμένους  καί  αυτούς  που είχαν ανάγκη  καί  αγρυπνούσε  κάθε  βράδυ  προσευχόμενος. Πολύ συμπονούσε τις ψυχές  των βρεφών των εκτρώσεων και μου ζήτησε να τις μνημονεύω  ιδιαίτερα μετά από ένα φρικτό όραμα πού είδε καί μού διηγήθηκε.

Μού  έλεγε ακόμη:  «Νά  προσεύχεσαι  μέ πόνο  γιά τα  προβλήματα  των άλλων  και  η προσευχή σου να  συνοδεύεται  από σωματικό κόπο. Μνημονεύοντας  τα ονόματα  στην προσκομιδή να φέρνεις στον νού σου το πρόσωπο του κάθε ένός. Στις  ακολουθίες  να αποφευγεις  να κάθεσαι καί  να παραμένεις  παντοτε  όρθιος  σε  όλη την  θεία  Λειτουργία.

Κάποτε μού ανέφερε: «Προσπαθω όταν έχω κόσμο να μην σκέπτομαι τον Χριστό, γιατί τότε  με τρελαίνει  η  Αγάπη  Του καί  νοιώθω τέτοια  χαρά  που πηδάω  καί χορεύω και αν με δεί κανείς θα σκανδαλισθεί».

Εδειχνε  την  πατρικήν  στοργή  καί αγάπη  του, με έναν  αποχαιρετιστήριο ασπασμό  ψηλά στο μέτωπο.

Η  ψυχή του μάτωνε  όταν  αδικείτο κάποιος άγιος. Ενοιωθε  πόνο  που δέν  τιμούμε τον  Απόστολο  Ιούδα, που  γιορτάζει  την  ίδια ημέρα  με  τον Αγιό του, τον  μέγα  Παϊσιο (19 Ιουνίου).  Στον  επίλογο  τού  βίου  τού  αδικημένου  Χατζηγιώργη  (που  ασκήτευσε  στην Κερασιά του Αγίου Ορους, όπου καί εγώ διαμένω)  ερμηνεύει  με  τον 

Πνευματικό νόμο την μεγάλη αδικία πού υπέστη εκείνος καί η οποία έγινε αιτία να τον αγαπήσει  τόσο  πολύ ο Γέροντας.

Αυτά έκρινα φρόνιμο να αναφέρω σήμερα στην  Αγάπη σας.

Η  αγιότοκος γη της  Καππαδοκίας αγάλλεται γιά τον Αγιό μας.  Ας  έχουν  λοιπόν καί οι πατριώτες  του  την ευλογία να  διαβάσουν  στήν  γλώσσα  τους  τον  βίο  του  καί κατόπιν να τον μιμηθούν ωστε να είναι μαζί  του  καί  στην άνω πατρίδα.  Καί  αυτοί  καί  εμείς ας  έχουμε  την  Ευχή του .  Αμήν.


Ιερομόναχος Θεολόγος