Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

Ο ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΨΗΦΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΣΤΗΝ ΚΟΛΥΜΠΑΡΙΟ ΣΥΝΟΔΟ ΑΙΡΕΣΗ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Ἀπὸ τὴν μελέτη τοῦ καθηγητῆ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης


Κυριάκου Κυριαζόπουλου

ΜΕΛΗ ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΨΗΦΟ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΧΑΝΙΩΝ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΟΙ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ, ΑΛΛΑ ΟΙ ΔΕΚΑ (10) ΑΥΤΟΚΕΦΑΛΕΣ (ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ»),
ΕΝΩ ΟΛΑ ΤΑ ΕΙΔΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ ΕΧΟΥΝ ΩΣ ΜΕΛΗ ΤΟΥΣ ΜΟΝΟΝ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ, ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ – ΑΙΡΕΣΗ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Η Συνοδική Λειτουργία της Εκκλησίας, κατά τους Αποστόλους και τους Πατέρες, στηρίζεται στα δύο βασικά δόγματα της Εκκλησίας, το Τριαδολογικό και το Χριστολογικό. Όπως τα Τρία Πρόσωπα της Μίας ως προς την ουσία Της Τριάδος λειτουργούν συνοδικά, έτσι και η στρατευομένη Εκκλησία πρέπει να λειτουργεί συνοδικά (Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Τριαδική Συνοδικότητα, η Εκκλησία ως Μυστήριο του Χριστού, Ορθόδοξη Φιλοσοφία της Αλήθειας – Δογματική της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τομ. 4, σελ. 187-188, γαλλική έκδοση). Όπως στο Πρόσωπο του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, δηλ. του Κυρίου Ιησού Χριστού, λειτουργούν συνοδικά οι δύο φύσεις Του (Αγ. Μαξίμου του Ομολογητή, Επιστολή 5, Ελληνική Πατρολογία, τομ. 91, σελ. 484), έτσι και στο Σώμα του, και ειδικότερα στη στρατευομένη Εκκλησία Του, πρέπει να λειτουργούν συνοδικά ο θείος και ο ανθρώπινος παράγοντας, το Άγιο Πνεύμα και οι πιστοί, οι οποίοι στις διάφορες μορφές Εκκλησιαστικών Συνόδων [1) της Συνόδου της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας, 2) της Τοπικής ή Αγίας και Μεγάλης Συνόδου ή 3) της Οικουμενικής Συνόδου], εκπροσωπούνται από τους Επαρχιούχους Επισκόπους των κατά τόπους Εκκλησιών ή Επισκοπών τους, οι οποίοι έχουν την αποστολική εξουσία και διακονία να αποφασίζουν ψηφίζοντας όλοι τους, Μαζί με το Άγιο Πνεύμα –αλλά όχι με εμπαιγμό του Αγίου Πνεύματος (όπως έπρατταν οι ψευδο-σύνοδοι που αναφέρονται στην Εκκλησιαστική Ιστορία)– επί δογματικών και ποιμαντικών θεμάτων των αντίστοιχων εκκλησιαστικών περιφερειών, ενώ οι πιστοί (λοιποί κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί) έχουν, δυνάμει της ειδικής ή της γενικής ιερωσύνης τους, το δικαίωμα και το καθήκον να αποδέχονται ή να απορρίπτουν ιδίως τις συνοδικές αποφάσεις που αφορούν σε θέματα πίστεως (Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, ο.π., σελ. 192-196. Επίσης, Ι. Καρμίρης, Η διοργάνωσις της επιγείου Εκκλησίας και η σχέσις αυτής προς την επουράνιον, Εκκλησιολογία, σελ. 365-808).
Ως προς την ισότητα των Επαρχιούχων Επισκόπων στις Συνόδους, ο Καθηγητής Ιωάννης Καρμίρης παρατηρεί τα εξής:
1 - Κάθε τοπική Εκκλησία υπό τον τελούντα την Ευχαριστία Επίσκοπό της κατέχει το πλήρωμα της Εκκλησίας και πραγματοποιείται ως Σώμα Χριστού στη Θεία Ευχαριστία. Στην ενότητα και την ισότητα και την ταυτότητα της Χάρης, της Πίστεως και της Δομής των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών (δηλ. των Επισκοπών) βρίσκεται η μια Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία. Έκφραση της ενότητάς της είναι η Πανορθόδοξη ή Οικουμενική Σύνοδος» (Εκκλησιολογία, σελ. 546). Σημειωτέον ότι, όπως διευκρίνισε ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, στη σύναξη της Ιεραρχίας του Θρόνου της Κωνσταντινούπολης τον περασμένο Αύγουστο, η μέλλουσα να συνέλθει Πανορθόδοξη Σύνοδος δεν είναι Οικουμενική, διότι δεν μετέχουν οι Παπικοί και οι Προτεστάντες, δηλαδή με βάση την αιρετική διεύρυνση του όρου «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν» του Συμβόλου της Πίστεως της Α΄ και Β΄ Οικουμενικών Συνόδων, η οποία συγκρητιστική διεύρυνση περιλαμβάνει συγκρητιστικά στην Εκκλησία του Χριστού τους Παπικούς και τους Προτεστάντες.
2 – Των Οικουμενικών (και όλων γενικά) των Συνόδων μετείχαν με πλήρη δικαιώματα (δηλ. και με δικαίωμα αποφαστιστικής ψήφου) μόνον οι Επίσκοποι, ήτοι Πατριάρχες, Έξαρχοι, Μητροπολίτες, απλοί (Επαρχιούχοι, δηλ. Ποιμενάρχες) Επίσκοποι» (Εκκλησιολογία, σελ.673).
3 – Η αυθεντία όλων των Συνόδων υπόκειται υπό την ύψιστη αυθεντία της όλης Εκκλησίας, όχι μόνον εκ μέρους των Επισκόπων και λοιπών κληρικών, αλλά και εκ μέρους των πιστών (μοναχών και λαϊκών), το σύνολο των οποίων δεν πλανάται στην πίστη, επειδή έχουν «χρίσμα από του Αγίου και την αλήθειαν» γνωριζόντων (Α΄ Ιωαν. Β΄20, 27) και βιούντων και όντων όλων διδακτών Θεού (Ιωαν. ΣΤ΄, 45). Το κριτήριο της αποδοχής κάποιας Συνόδου από το Σώμα της Εκκλησίας, με την ανωτέρω έννοια, είναι η ακριβής από αυτήν διατύπωση της Ορθόδοξης Πίστης, σύμφωνα με τη διδασκαλία των Αγίων Πατέρων. Η εγκυρότητα κάποιας Συνόδου δεν είναι εκ των προτέρων δεδομένη, εξαρτώμενη από τη βούληση εκείνου που την συγκαλεί ή από τον αριθμό των συγκροτούντων αυτήν επισκόπων κλπ., αλλά εξαρτάται από την εκ των υστέρων αβίαστη αναγνώριση της εγκυρότητάς της από όλες τις κατά τόπους Εκκλησίες (δηλ. τις Επισκοπές), στις οποίες ενεργεί ο  ίδιος Χριστός δια του Αγίου Πνεύματος, όπως και από την αποδοχή των αποφάσεών της από ολόκληρο το εκκλησιαστικό πλήρωμα το αποτελούμενο από κληρικούς και λαϊκούς, ως προερχόμενων από του επιστατούντος Αγίου Πνεύματος του «μεγάλου διδασκάλου της Εκκλησίας» (Αγ. Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατήχηση 16, 19, ΒΕΠ 39, 209), και εκφραζουσών την κοινή πίστη και συνείδηση, όπως και τη λειτουργική και μυστική εμπειρία και ζωή του εκκλησιαστικού πληρώματος, λαμβανομένου υπόψη ότι Η ΔΩΡΕΑ ΤΟΥ ΑΛΑΘΗΤΟΥ ΧΟΡΗΓΕΙΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΚΑΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ ΤΟΥΤΟ ΜΟΝΟ ΣΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΛΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ (Εκκλησιολογία, 675-677). 
Κατόπιν των ανωτέρω, είναι σαφές ότι η παραβίαση της εκκλησιολογικής ισότητας των Επαρχιούχων Αρχιερέων συνιστάΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΗ  ΑΙΡΕΣΗ.