Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ.

Όσοι μιμούνται τον Άγιο σε καιρό αιρέσεως και αντιστέκονται στους Οικουμενιστές, να αναμένουν συκοφαντίες και διώξεις, που πρέπει να υπομείνουν εν Χριστώ, όπως εκείνος!


 Τὸν λειμῶνα τῶν λόγων τῶν θεοπνεύστων Γραφῶν, τὸν ἡμᾶς ὁδηγοῦντα πρὸς τὴν εὐσέβειαν, τὸν τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς ὑπομείναντα, Ἀθανάσιον πιστοί, ὡς διδαχθέντες ὑπ' αὐτοῦ, τιμήσωμεν κατὰ χρέος, πρεσβεύει γὰρ τῷ Κυρίῳ, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Τα πρώτα χρόνια

  Ο Μέγας Αθανάσιος γεννήθηκε το 297 μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Από πολύ μικρή ηλικία έζησε τους διωγμούς που είχαν εξαπολύσει οι ειδωλολάτρες και αιμοσταγείς αυτοκράτορες εις βάρος των Χριστιανών. Για τους γονείς του οι πηγές αναφέρουν ότι ήταν ευσεβείς και τον προσανατόλισαν από πολύ μικρό στην πίστη προς τον Χριστό, τόσο πολύ που είχε φτάσει στο σημείο να ενδιαφέρεται μόνο για την μελέτη των Γραφών. Μια μέρα, μάλιστα που οι χριστιανοί στην Αλεξάνδρεια γιόρταζαν την μνήμη του Επισκόπου Πέτρου, τον οποίον είχε θανατώσει ο Μαξιμίνος, ο νεαρός τότε Αθανάσιος με άλλα παιδιά ευσεβών οικογενειών προσποιούνταν τους διακόνους, τους ιερείς και τους Επισκόπους. Πολύ κοντά ήταν το σπίτι του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Αλεξάνδρου. Ο Πατριάρχης που έβλεπε τα παιδιά να παίζουν, αντίκρισε μία σκηνή που δεν περίμενε. Τα παιδιά που είχαν πάρει ιερατικούς ρόλους είχαν χειροτονήσει τον Αθανάσιο Πατριάρχη και εκτελούσαν τις εντολές του. Τελούσαν μυστήρια ενώ ο Πατριάρχης που τα παρακολουθούσε έστειλε κάποιον να πει στα παιδιά ότι θέλει να τα δει. Του έκανε εντύπωση ο Αθανάσιος και αφού κάλεσε τους γονείς του, τους είπε:
—«Το παιδί σας μια μέρα θα γίνει μεγάλος και θαυμαστός. Να φροντίσετε να μάθει τα Ιερά Γράμματα και όταν γίνει δεκαοχτώ χρονών, να μου το φέρετε».
  Οι γονείς του πράγματι φρόντισαν για την μόρφωσή του, ενώ όταν έγινε δεκαοκτώ ετών τον παρουσίασαν στον Πατριάρχη Αλέξανδρο. Ο Πατριάρχης που ήταν επιεικής και καταδεκτικός τον δέχτηκε σαν πατέρας. Εκείνη την εποχή το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας ήταν ένα κέντρο του Χριστιανισμού. Ο Πατριάρχης μετά από λίγο καιρό τον χειροτόνησε αναγνώστη και στη συνέχεια διάκονο. Νεαρός ο Μέγας Αθανάσιος έζησε και σε διάφορα Μοναστήρια άλλα και κοντά σε ασκητές της Αιγύπτου. Πριν ακόμα χειροτονηθεί διάκονος, ακολούθησε για μικρό χρονικό διάστημα στην έρημο τον Μέγα Αντώνιο. Ήταν αυτός που τον δίδαξε και καθόρισε την πορεία του.

Ο Άρειος
Ο Άρειος που ήταν πολύ καλός ρήτορας, το έτος 319 μ.Χ. είχε κατορθώσει να αποκτήσει οπαδούς και στον Κλήρο αλλά και στο λαό στην αίρεση του. Ο Μέγας Αθανάσιος  μετατράπηκε εκείνη την εποχή σε στρατηγό ο οποίος έγραφε επιστολές και εγκυκλίους στον
κάθε Επίσκοπο χωριστά για να τους γεμίζει με δύναμη και για να τους στηρίζει. Διάκονος ζει κάτω από τη σκιά του Πατριάρχη Αλεξάνδρου αλλά αυτός είναι που οδηγεί πλέον το ποίμνιο.

Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος
Όταν ήταν αυτοκράτορας ο Μεγάλος Κωνσταντίνος συγκεντρώθηκαν 318 σοφοί και άγιοι πατέρες της Εκκλησίας μας, για να αντιμετωπίσουν τον Άρειο. Μαζί με τους μεγάλους Ιεράρχες βρέθηκε και ο Μέγας Αθανάσιος. Η Σύνοδος αυτή έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας στα μέσα Ιουλίου του 325 μ.Χ. Ο Μέγας Κωνσταντίνος που είναι παρών στην έναρξη της Συνόδου, ακούει να διαβάζεται επιστολή του Πατριάρχη Αλεξανδρείας, στην οποία περιγράφεται η αίρεση και καταδικάζεται από την Σύνοδο της Αλεξανδρείας. Στην συνέχεια ο Άρειος αντί να απαντήσει στην επιστολή, αρχίζει να αναπτύσσει την διδασκαλία του, που είχε σαν αποτέλεσμα να σηκωθεί ο Άγιος Νικόλαος και αγανακτισμένος να ραπίσει τον Άρειο. Όπως είπαμε στην Σύνοδο υπήρχαν Επίσκοποι οι οποίοι και παρατήρησαν αμέσως τον αντιπρόσωπο του Πατριάρχη Αλεξανδρείας. Είναι ρήτορας και ο λόγος του είναι γεμάτος σοφία και σύνεση. Φανερώνει την αλήθεια και όλοι οι Επίσκοποι τον κοιτούν με θαυμασμό. Εκμηδενίζει τον Άρειο και αναδεικνύεται «Στύλος της "Ορθοδοξίας».

Πατριάρχης - Η κοίμηση του Πατριάρχη Αλεξάνδρου
Προς τα τέλη Φεβρουαρίου το 326μ.Χ. ο Πατριάρχης κοιμήθηκε και οι Επίσκοποι συγκεντρώνονται, για να εκλέξουν τον διάδοχο του. Οι Επίσκοποι, γνωρίζοντας την προσωπικότητα του Αθανασίου, αλλά και την λαϊκή θέληση τον εξέλεξαν διάδοχο του θρόνου. 

Οι εχθροί του συσπειρώνονται
Οι εχθροί του λοιπόν, που ήταν φυσικά οι Αρειανοί, με πρωτεργάτη τον Επίσκοπο Νικομήδειας τον Ευσέβιο, αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν χαλκευμένο κατηγορητήριο εναντίον του. Ο Ευσέβιος μαζί με άλλους, κατηγόρησαν τον Αθανάσιο ότι ήταν ανάξιος να καταλάβει τον Πατριαρχικό θρόνο, ενώ τόνιζαν ότι είναι εχθρός της Βασιλείας και ότι είναι 
φιλοχρήματος και άδικος. Το κατηγορητήριο κάποια στιγμή έφθασε δια μέσω του Ευσέβιου στον Μέγα Κωνσταντίνο, ο οποίος σε συνάντησή του με τον Μέγα Αθανάσιο αμέσως κατάλαβε, ότι επρόκειτο για συκοφαντίες και έγραψε μία επιστολή στην οποία ονόμαζε «άνθρωπο του Θεού» τον Αθανάσιο και «συκοφάντες» τους εχθρούς του Αγίου.
 Οι πολέμιοι του Αθανασίου δεν σταματούν να σκέφτονται άλλους τρόπους εξόντωσης του Αγίου και καταστρώνουν καινούργιο σχέδιο. Η καινούργια κατηγορία που εξαπολύουν είναι ότι έκοψε το χέρι κάποιου Αρσενίου και ότι ασχολείται με την μαγεία. Ο Μέγας Κωνσταντίνος έδωσε εντολή στον ετεροθαλή αδελφό του, Κήνσορα Δαλμάτιο, να κάνει ανακρίσεις για το θέμα αυτό. Το συμπέρασμα είναι ότι ο Αρσένιος ζει, αλλά η Σύνοδος της Τύρου έχει προετοιμάσει την καταδίκη του Αγίου. Ο Μέγας Αθανάσιος πηγαίνει στην Σύνοδο της Τύρου ενώ ταυτόχρονα ο Αρσένιος, που δεν θέλει να καταδικαστεί ένας αθώος, συναντάει μέσα στο σκοτάδι τον Άγιο. Ο Άγιος του ζητά να μην φανερωθεί πουθενά έως την ώρα που θα πάρει τον λόγο, μέσα στη Σύνοδο. Οι συκοφάντες, την άλλη μέρα γεμάτοι οργή και πάθος κατηγορούσαν τον Άγιο που δεν μιλούσε καθόλου έως την στιγμή που έπρεπε να απολογηθεί.
— «Με κατηγορείτε, ότι έκοψα το χέρι του Αρσένιου και γι' αυτό το λόγο συμπεράνατε ότι πλέον ασχολούμαι με μάγια. Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να σας ρωτήσω αν γνωρίζεται τον Αρσένιο».
— «Ναι, ναι,...» άρχισαν να φωνάζουν όλοι μαζί.
— «Να υποθέσουμε λοιπόν ότι το χέρι που έχετε τοποθετήσει στη θήκη εδώ μπροστά μου είστε βέβαιοι, ότι είναι του Αρσένιου. Αρσένιε, έλα μέσα...».
Ο Αρσένιος παρουσιάζεται και οι συκοφάντες σιωπούν, ενώ ο Άγιος συνεχίζει:
— «Αρσένιε, πόσα χέρια έχεις;»
— «Δύο».
Οι συκοφάντες μετά το σοβαρό πλήγμα που δέχτηκαν δεν σταματούν να εξυφαίνουν καινούργια σατανικά σχέδια. Βρήκαν λοιπόν μία αμαρτωλή γυναίκα που αφού την πλήρωσαν της είπαν να σπείρει τη φήμη ότι ο Άγιος αμάρτησε μαζί της. Και πάλι ο Άγιος θα πρέπει να υποστηρίξει την αγνή ζωή του και να απολογηθεί στη Σύνοδο. Πράγματι στη Σύνοδο, που θα δίκαζε τον Άγιο, παρουσιάστηκε η γυναίκα εκείνη όχι μόνη της αλλά κρατώντας στην αγκαλιά της ένα μωρό. Η ίδια μάλιστα ισχυρίστηκε ότι το βρέφος ήταν ο καρπός της αμαρτίας με τον Άγιο. Στη Σύνοδο εμφανίζεται και ο Άγιος ενώ μπροστά του πηγαίνει ένας μεγαλοπρεπής Ιερέας που ονομαζόταν Τιμόθεος. Ο Τιμόθεος σταμάτησε μπροστά στη γυναίκα και την ρώτησε:
— «Είσαι σίγουρη ότι εγώ έκανα μαζί σου αυτή την αμαρτία;»
Η αμαρτωλή γυναίκα που νομίζει ότι αυτός είναι ο Πατριάρχης φωνάζει στον Τιμόθεο:
— «Πως τολμάς εσύ που με κατάστρεφες να με ρωτάς; Αυτός είναι Άγιοι Πατέρες ο βρώμικος Αθανάσιος, που αμάρτησε μαζί μου και είναι ανάξιος για Αρχιερέας».
Οι συκοφάντες στην παγίδα, που είχαν στήσει στον Άγιο είχαν πέσει οι ίδιοι για άλλη μια φορά.

Η Εξορία
Ο Ευσέβιος όμως δεν είχε πει την τελευταία του λέξη. Έπεισε λοιπόν τον Μέγα Κωνσταντίνο, να εξορίσει τον Άγιο, με την κατηγορία, ότι, δεν ήταν φίλος του και ότι σχεδίαζε να σταματήσει την αποστολή σιταριού από την Αλεξάνδρεια προς την Κωνσταντινούπολη. Αυτή την φορά ο αγώνας του Άγιου να πείσει τον αυτοκράτορα για την 
συκοφαντία αυτή δεν έχει αποτέλεσμα και οδηγείται εξόριστος στην Γαλλία. Είμαστε στο έτος 336 μ.Χ. και ο Άγιος βρίσκεται πολύ μακριά από το ποίμνιο του. Βρίσκουν λοιπόν την ευκαιρία, ο Άρειος και οι οπαδοί του, που αγωνίζονταν με πλάγια μέσα, να εμφανίσουν τον Άρειο σαν συκοφαντημένο. Καταφέρνουν να πείσουν τον Μέγα Κωνσταντίνο να εκδώσει διαταγή, για τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, που έλεγε ότι ο Άρειος θα έπρεπε να πάρει μέρος μαζί του στην λειτουργία της Κυριακής. Μάλιστα με την απειλή της εξορίας. 
Την Κυριακή λοιπόν οι δρόμοι ήταν γεμάτοι με οπαδούς του Αρείου που είχαν οργανώσει μία λαμπρή υποδοχή. Μόλις όμως η πομπή έφτασε κοντά στο ναό, ο Άρειος έπεσε νεκρός από ακατάσχετη αιμορραγία.

Επιστροφή από την εξορία
Το 337 μ.Χ. πεθαίνει ο Μέγας Κωνσταντίνος, που σαν τελευταία του επιθυμία, είχε εκφράσει στον γιο του Κωνστάντιο, την επιστροφή του Μεγάλου Αθανασίου από την εξορία. Παρέδωσε μάλιστα την διαθήκη του στον Ευσέβιο. Ο Ευσέβιος για να αποκτήσει λοιπόν την εύνοια του Κωνσταντίνου του παρέδωσε την διαθήκη, ενώ γέμισε την αυλή με οπαδούς του ΑρείουΟ Μέγας Αθανάσιος, λοιπόν επιστρέφει από την εξορία τον Νοέμβριο του έτους 338 μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια. Τον υποδέχτηκαν Κλήρος και λαός με εκδηλώσεις αγάπης, ενώ οι εχθροί του που για κάποιο χρονικό διάστημα έκαναν ότι ήθελαν άρχισαν να ανησυχούν. Με πρωτεργάτη τον Ευσέβιο κατηγορούν τον Άγιο ότι είναι φιλοχρήματος, αφού όπως λένε αντί να δίνει δωρεάν το σιτάρι στη Λιβύη και στην Αίγυπτο, το πουλάει για να έχει κέρδος. Τον κατηγορούν επίσης, ότι ευθύνεται για τις σφαγές και την εξορία πολλών κληρικών. Ταυτόχρονα ο Ευσέβιος όταν εξορίστηκε ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Παύλος στα Σίγγαρα της Μεσοποταμίας, κατόρθωσε αν και αιρετικός να καταλάβει τον Πατριαρχικό θρόνο. Από εκεί λοιπόν ο Ευσέβιος θα κατηγορήσει τον Άγιο ότι κατέλαβε παράνομα τον Πατριαρχικό θρόνο της Αλεξανδρείας, μετά την εξορία του. Αποφασίζουν λοιπόν, οι συκοφάντες ότι χηρεύει η θέση του θρόνου της Αλεξάνδρειας και χειροτονούν Πατριάρχη έναν αιρετικό που ονομάζεται Πιστός. Ο Άγιος στέλνει σειρά επιστολών για να καταδείξει την σκευωρία, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι Επίσκοποι να αποκηρύξουν τον Πιστό. Ο Επίσκοπος της Ρώμης Ιούλιος πρότεινε να γίνει Σύνοδος ώστε να φωτιστούν όλες οι πτυχές του θέματος του Αγίου. Οι αιρετικοί όμως δεν ήθελαν να πραγματοποιηθεί κάτι τέτοιο.
  Μετά το Πάσχα του 340μ.Χ. ο Άγιος στέλνεται στην εξορία. Θα φτάσει στην Ρώμη και θα παρουσιάσει στον Ιούλιο όλα τα στοιχεία για την υπόθεση των αιρετικών. Θα παραμείνει τρία ολόκληρα χρόνια και θα διδάξει τον μοναχικό βίο ενώ θα αφήσει την σφραγίδα της αγιότητας του. Στην άλλη πλευρά οι οπαδοί του Ευσέβιου, μαθαίνοντας ότι ο Άγιος είναι στη Ρώμη και ότι επιθυμεί να συζητηθεί η υπόθεση των διώξεών του από Σύνοδο κληρικών, ξεκινούν διωγμό εναντίον των Χριστιανών της Αλεξανδρείας. Πρωτεργάτης του διωγμού είναι κάποιος δούκας που ονομαζόταν Βαλάκιος. Μαθαίνοντας τον διωγμό των Χριστιανών της Αλεξάνδρειας ο Μέγας Αντώνιος έστειλε επιστολές στην τότε εξουσία αλλά και στον δούκα Βαλάκιο όπου του επισημαίνει, ότι αν δεν σταματούσε αμέσως, τότε θα αντιμετώπιζε την οργή του Θεού. Ο Βαλάκιος όμως δεν έλαβε υπόψη του την επιστολή του Μεγάλου Αντωνίου. Έτσι κάποια μέρα που μαζί με τον έπαρχο Νεκτάριο κινούνταν έξω από την Αλεξάνδρεια, το άλογο του Νεκτάριου του όρμησε και τον τραυμάτισε τόσο σοβαρά που μετά από τρεις μέρες πέθανε. Τον Νοέμβριο του 341μ.Χ. συνήλθε η Σύνοδος της Ρώμης, όπου Επίσκοποι της Ανατολής πληροφόρησαν τους παρισταμένους, για τα σατανικά σχέδια των αιρετικών και τις συκοφαντίες εις βάρος του Αγίου. Η Σύνοδος, αποφάσισε και έκρινε τον Άγιο αθώο, ενώ η απόφασή της στάλθηκε και στον Ευσέβιο που όμως στις αρχές του έτους 342 μ.Χ. πέθανε.
Η αποκατάσταση
Οι ταλαιπωρίες και οι διώξεις εις βάρος του Αγίου είχαν σαν αποτέλεσμα να ακουστεί το όνομά του στα πέρατα της γης. Το έτος 343 μ.Χ. ο Κώνσταντας καλεί τον Άγιο στα Μεδιόλανα και συγκαλεί Σύνοδο στην Σαρδική, για να αποφασιστεί η πορεία του. Στην Μοισία λοιπόν η Σύνοδος θα ανακηρύξει αθώο τον Άγιο και θα καθαιρέσει τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Γρηγόριο. Από την άλλη ο αδελφός του Κωνστάντιου, Κώνστας έγραψε στον αδελφό του που ανέβαλε την νομιμοποίηση της απόφασης ότι αν δεν αποκαθιστούσε στους θρόνους τους, τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Αθανάσιο και τον Πατριάρχη ωνσταντινουπόλεως Παύλο θα του κήρυττε τον πόλεμο. Τότε ο Κωνστάντιος δέχτηκε αμέσως την επιστροφή του Αγίου ο οποίος έφυγε από τη Ρώμη για να συναντήσει τελικά τον Κωνστάντιο που του τόνισε ότι δεν θα ξανασυμβουλευτεί τους συκοφάντες του.
 Έτσι τον μήνα Οκτώβριο του 346 μ.Χ. ο Άγιος έγινε δεκτός στην Αλεξάνδρεια από τεράστια πλήθη που εκδήλωναν την χαρά τους για την επιστροφή του. Ο προστάτης του λαού είχε επιστρέψει.

Καινούργιος διωγμός
Ο Κωνστάντιος που είναι ουσιαστικά έρμαιο των αιρετικών επιτρέπει τα πάντα από αυτούς. Πετυχαίνουν μάλιστα να συγκαλέσουν Σύνοδο στα Μεδιόλανα το έτος 355 μ.Χ. Στη Σύνοδο αυτή θα καταδικαστεί ο Άγιος, με την βοήθεια του Κωνστάντιου ο οποίος επέτρεψε τον βασανισμό των υποστηρικτών του Αγίου. Εν τω μεταξύ τον Πατριαρχικό θρόνο καταλαμβάνει ένας αρειανός το όνομα του οποίου ήταν Γεώργιος. Ο λαός όμως δεν τον αναγνωρίζει και εκείνος προτρέπει κάποιον στρατηγό ονόματι Σεβαστιανό να ξεκινήσει διωγμό εναντίον των Ορθοδόξων. Τα ξίφη για μέρες ήταν ματωμένα ενώ ο Άγιος αποφάσισε να αποσυρθεί στην έρημο. Οι στρατιώτες έμαθαν ότι ο Άγιος πήγε στην έρημο αλλά τον φύλαξαν οι ασκητές που κατάλαβαν την αγιότητα του.

Η επιστροφή του
Την στιγμή που ο Κωνστάντιος υποστηρίζει τους αιρετικούς, ο λαός επαναστατεί και αναγνωρίζει σαν αυτοκράτορα τον Ιουλιανό, για τον οποίο πιστεύουν ότι είναι Ορθόδοξος Χριστιανός. Τον Νοέμβριο του 361 μ.Χ. πεθαίνει ο Κωνστάντιος και ο Ιουλιανός τον διαδέχεται. Από τις πρώτες του ενέργειες ήταν και η ανάκληση των εξορισμένων.
Οι Χριστιανοί της Αλεξανδρείας περιμένοντας την επιστροφή του Αγίου κατευθύνονται εναντίον του αιρετικού Πατριάρχη Γεωργίου, που είχε προτρέψει τον διωγμό και το αιματοκύλισμα Κάι τον θανατώνουν. Ο Άγιος μετά από το διάταγμα περί ανακλήσεως των εξοριών που εξέδωσε ο Ιουλιανός επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια.

Ο Ιωβιανός
Ο Ιουλιανός όμως δεν άργησε να δείξει τις προθέσεις του. Κατέδειξε με τον πιο εύγλωττο τρόπο ότι είναι ειδωλολάτρης. Πρώτος στέλνεται στην εξορία ο Μέγας Αθανάσιος. Όμως φαινόταν για εξορία, γιατί η διαταγή του Ιουλιανού ήταν η θανάτωση του Αγίου. Τον άφησαν να επιβιβαστεί σε ένα πλοίο που θα τον οδηγούσε στην εξορία και στη συνέχεια τον ακολούθησαν οι εκτελεστές του. Ο Άγιος πηγαίνοντας προς την έρημο της Θηβαΐδος, άλλαξε πορεία και γύρισε πίσω. Όταν συναντήθηκαν με το πλοίο που μετέφερε τους στρατιώτες φονιάδες, εκείνοι ρώτησαν τον καπετάνιο αν είχε δει κανένα άλλο πλοίο. Εκείνος ενημερωμένος από τον Άγιο, τους είπε ότι υπήρχε ένα πλοίο που προχωρούσε και έτσι τους παραπλάνησε και έφτασε στην Μέμφιδα. Από εκεί πήγε ο Άγιος στην Θηβαΐδα κοντά στους ασκητές. Στις 26 Ιουνίου του έτους 363 μ.Χ. στην εκστρατεία εναντίον των Περσών ο Ιουλιανός σκοτώθηκε και την θέση του πήρε ένας στρατηγός που ονομαζόταν Ιωβιανός. Αυτός λοιπόν ο Ιωβιανός που είχε διαφωνήσει με τον Ιουλιανό και που είχε αρνηθεί το αξίωμα του για την Χριστιανική Πίστη ήταν αυτός που ανέλαβε αυτοκράτορας. Ο Άγιος και πάλι επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια και παρουσιάστηκε μόνο όταν έλαβε επιστολή από τον ίδιο τον Ιωβιανό που ήταν Ορθόδοξος Χριστιανός. Ο Ιωβιανός όμως δεν έζησε πολύ και μετά την πάροδο επτά μηνών, πέθανε. Ο θάνατος τον βρήκε στη Γαλατία και όπως λέγεται δεν ήταν φυσικός θάνατος. Αυτόν τον λαμπρό άνδρα διαδέχτηκε ο Ουαλεντιανός που προτίμησε να κυβερνήσει στη Δύση, ενώ στην Ανατολή άφησε τον αδελφό του Ουάλη. 


Ο λαός νικάει
Ο Ουάλης που είναι, όπως ο Κωνστάντιος, όργανο των αιρετικών με την ανάληψη της εξουσίας διέταξε να εξοριστούν όλοι οι κληρικοί, που είχε απομακρύνει ο Κωνστάντιος. Έτσι αναλαμβάνουν τα ηνία και πάλι οι αιρετικοί. Τον Οκτώβριο του έτους 365 μ.Χ., ο έπαρχος περικυκλώνει την κατοικία του με σκοπό να τον συλλάβει, αλλά οι χριστιανοί τον φυγαδεύουν. Ο λαός που υπεραγαπά τον Άγιο δημιουργεί ταραχές ενώ ο Ουάλης στέλνει τον αυλάρχη του Βρασίδα να μεταφέρει διαταγή του προς τον έπαρχο Φλαβιανό, με την οποία αφήνει σε πλήρη Ελευθερία τον Πατριάρχη Αθανάσιο. Ο Άγιος επιστρέφει και πάλι πίσω στον Πατριαρχικό θρόνο που έμεινε έως το έτος 373 μ.Χ. κατά το όποιο και εκοιμήθει.

Το συγγραφικό του έργο
Ο Μέγας Αθανάσιος είναι ο εμπνευσμένος ηγέτης της Ορθοδόξου Εκκλησίας και είναι προικισμένος με σοφία η οποία φαίνεται και μέσα από το συγγραφικό του έργο. Ούτε οι διωγμοί αλλά ούτε και οι κακουχίες δεν τον απέτρεψαν ώστε να συγγράφει μέρα και νύχτα. Ο λόγος του είναι ξεκάθαρος και αφοπλιστικός για τους εχθρούς της πίστης που τότε άκουγαν τα κελεύσματα του Αρείου. Μάλιστα σε μία από τις αναγκαστικές απομακρύνσεις του, το έργο του «Απολογία φυγής» αποτελεί ορόσημο για τη μάχη εναντίον των οπαδών του Αρείου. Υπάρχουν από την άλλη οι επιστολές του Αγίου που στέλνονται για να τεκμηριώσουν μεγάλα εκκλησιαστικά θέματα. Ερμήνευσε τους ψαλμούς και έγραψε τον «Βίο και την Πολιτεία του οσίου Πατρός ημών Αντωνίου», όπως και το έργο «Περί Παρθενίας».