Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

Δεν πρόκειται δια σκήνωμα; ΟΛΗ Η ΑΛΗΘΕΙΑ δια το «σκήνωμα» της Αγίας Ελένης


Του Παναγιώτου Κατραμάδου







Το τελευταίον διάστημα μεγάλην θετικήν προβολήν έλαβεν η έλευσις λειψάνων εκ Βενετίας. Η μοναδικότης του γεγονότος ήτο δήθεν ότι έπειτα από 1700 έτη θα υποδεχθώμεν το «σκήνωμα της Αγίας Ελένης». Όπως εκ των υστέρων απεκαλύφθη δεν πρόκειται δια σκήνωμα, αλλά λείψανα και μάλιστα είναι λίαν αμφίβολον, αν ανήκουν εις την Αγίαν και 
Ισαπόστολον.


Ο οικουμενιστής  Φαναρίου {Θυμίζουμε το εξής τραγικό για να δείτε τα φρονήματα του ανδρός, ότι ζωγράφισε ο ίδιος, όντας ορθόδοξος επίσκοπος, «παπικό άγιο» τον Φραγκίσκο και δώρισε την εικόνα  στον αιρεσιάρχη πάπα!} ενώ εγνώριζε την αλήθειαν ετύπωσε και εμοίρασε φυλλάδιον, όπου αναφέρεται ως «σκήνωμα». Παραλλήλως κατεσκεύσασεν ιστοσελίδα, δια σχετικήν
ενημέρωσιν του κοινού, εις την οποίαν γράφει και τα εξής:

«Η παρουσία του σκηνώματος της Αγίας Ελένης, το έτος 1204 μ.Χ., στο ναό των Αγίων Αποστόλων Κωνσταντινουπόλεως μαρτυρείται από τον Robert de Cleri και είναι διαφορετική από τη μαρτυρία του Ανδρέα Dandolo, ο οποίος αναφέρεται σε ένα μοναστηριακό προσκυνηματικό ναό της Κωνσταντινουπόλεως, αφιερωμένο στην Αγία, από τον οποίο εκλάπη το ιερό λείψανο».

Ο Ανδρέας Dandolo έζησεν από το 1306 ως το 1354. Το γεγονός ότι ζει μόλις 100 έτη μετά την υποτιθεμένην μεταφοράν των λειψάνων της Αγ. Ελένης, η οποία υπολογίζεται το 1211, καθιστά την μαρτυρίαν του σπουδαίαν. Αν αληθεύουν όσα λέει, τότε τα λείψανα της Βενετίας δεν είναι τα λείψανα της Αγίας, καθώς μαρτυρείται από πλείστας πηγάς ότι το σκήνωμα αυτής απεθησαυρίζετο εις τον Ι. Ναόν των Αγ. Αποστόλων. Αν αι πληροφορίαι του είναι εσφαλμέναι τότε εγείρονται και πάλιν υποψίαι δια τα λείψανα, διότι πως είναι δυνατόν μόλις μετά τρεις γενεάς να εχάθη η ακριβής προέλευσις των λειψάνων; Προφανώς μόνο, αν από την αρχήν δεν ήτο βεβαία. Εν συνεχεία πληροφορούμεθα ότι:
«Ήδη, κατά τον 15ο αιώνα, ο Ρώσος προσκυνητής Ζωσιμάς μας πληροφορεί για τον τάφο της Αγίας Ελένης, χωρίς όμως να μιλάει για το λείψανο της Αγίας στους Αγίους Αποστόλους».
Δια την πληροφορίαν αυτήν παραπέμπει εις τρεις μελέτας, αι οποίαι χρονολογούνται το 1889, το 1922 και το 1984. Η πλεον πρόσφατος από αυτάς ανήκει εις τον George P. Majeska και έχει τίτλον «Ρώσοι περιηγητές στην Κωνσταντινούπολη κατά τον 14ο και 15ο αιώνα». Ο συγγραφεύς αυτής διατυπώνει άλλην εκτίμησιν των γεγονότων από αυτήν που αναφέρεται. Συγκεκριμένως γράφει (μεταφράζομεν):
«Κατά την λατινική ηγεμονία στην Κωνσταντινούπολη τον 13ο αιώνα, το σκήνωμα της Αγίας Ελένης μεταφέρθηκε στην Βενετία, παρόλο που ο Αλέξανδρος, ο Ρώσος Ανώνυμος, και ο Ζωσιμάς φαίνεται να λένε ότι το σκήνωμα της Αγίας Ελένης ευρίσκεται στον τάφο μαζί με εκείνο του Κωνσταντίνου».
Η άποψις αυτή είναι γνωστή και από έτερον σύγγραμμα. Εις το πόνημα «Η Κωνσταντινούπολις» Σκαρλάτου Δ. του Βυζαντίου, τομ. Α, συγγραφέν το 1851, σχετικώς με τον Ναόν των Αγίων Αποστόλων της Κωνσταντινουπόλεως αναφέρεται ότι:
«Πρώτη ετάφη εν αυτώ η Αγία Ελένη, και μετ’  αυτήν ο άγιος Κωνσταντίνος, αποτεθέντες, κατά τινας μεν, τη αυτή αμφότεροι πορφυρά λάρνακι, κατ’  άλλους δε, ο Κωνσταντίνος πρώτος, εν χρυσή»

Αντιφατικαί εκδοχαί
Ακόμη όμως και αν υποθέσωμεν ότι το σκήνωμα της Αγίας μετεφέρθη εις την Βενετίαν, είναι άγνωστον αν διεσώθη διότι, ως πληροφορούμεθα από την επίσημον ιστοσελίδα:

«Το έτος 1807 μ.Χ., με τη Ναπολεόντεια κατάργηση του Ολιβετανού μοναστηριού της Αγίας Ελένης, το ιερό λείψανο μετακομίσθηκε προσωρινά στον Άγιο Πέτρο του Castello… Το ιερό λείψανο αποτέλεσε αντικείμενο αναγνωρίσεως το 1929 και το 1991».
Αν επομένως μετεφέρθη το σκήνωμα της Αγίας εις την Βενετίαν, πως εξηγείται ότι απέμειναν από αυτό ελάχιστα λείψανα; Διότι, ως κατέστη γνωστόν από τον Θεοφ. Φαναρίου, παρά την μεγάλην προθήκην και το εις σχήμα σκηνώματος ομοίωμα, εντός του ομοιώματος υπάρχουν μόνον κάποια οστά (ινιακόν οστούν, βρεγματικόν οστούν, οφθαλμικαί κόγχαι, ρινικά οστά, θραύσματα και μέρος από τα οστά του σώματος). Είτε δεν μετεφέρθη ποτέ (η τουλάχιστον δεν μετεφέρθη ολόκληρον) είτε κατά τας μετακινήσεις απωλέσθη μεγάλο μέρος αυτού. Επιπροσθέτως ο,τι απέμεινεν ανεγνωρίσθη μόνον από την Παπικήν έδραν, με τον γνωστόν τρόπον που ανακηρύσσει αγίους… Μάλιστα, η αναγνώρισις έγινε προσφάτως, μόλις το1928!
Μεγαλύτερον όμως πρόβλημα είναι ότι εξ αρχής εις την Δύσιν δεν υπήρξεν ενιαία παράδοσις δια την έλευσιν λειψάνου της Αγίας Ελένης. Η ιδία η επίσημος ιστοσελίς μας πληροφορεί ότι:
«Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή το λείψανο της Αγίας Ελένης, όταν αυτή κοιμήθηκε, ενταφιάσθηκε σε μεγαλοπρεπή σαρκοφάγο από πορφυρίτη (σήμερα στα Μουσεία του Βατικανού) που βρισκόταν στο εσωτερικό του μαυσωλείου της Via Labicana (Ρώμη), στην τοποθεσία Ad Duas Lauras, μέχρις ότου, προς το έτος 1140 μ.Χ., ο Πάπας Ιννοκέντιος ο Β  μετέφερε στο ναό της Παναγίας in Ara Coeli, που βρίσκεται στο Καπιτώλιο, τμήμα των λειψάνων της Αγίας Ελένης, αφού το σκήνωμά της είχε εναποτεθεί στο Ναό των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη… Στο Βατικανό σώζονται δύο μεγαλοπρεπείς σαρκοφάγοι ως δήθεν του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης, αλλ’ οι κριτικοί αρνούνται τη γνησιότητα αυτών. Η σαρκοφάγος που φυλάσσεται στο ναό της Παναγίας Ara Coeli στη Ρώμη και αναφέρεται ότι εντός αυτής φυλάσσονται λείψανα της Αγίας Ελένης δεν έχει ανοίξει τα τελευταία 700 χρόνια και συνεπώς δεν γνωρίζουμε ποιά λείψανα σώζονται και αν σώζονται εκεί».
Αυτή η διαφορετική παράδοσις διαψεύδει ότι υπήρξε σκήνωμα, το οποίον εταξίδευσεν εις την Βενετίαν. Βεβαίως υπάρχουν επιχειρήματα εναντίον αυτών των παραδόσεων, το ίδιον συμβαίνει όμως και με την υπόθεσιν δια τα λείψανα εκ Βενετίας. Υπάρχει το ενδεχόμενον να ευρίσκωνται εντός της σαρκοφάγου εις Ρώμην. Δεν είναι άλλωστε τα μοναδικά.

Υπάρχουν γνήσια λείψανα εις την Ελλάδα
Λείψανα της Αγίας υπάρχουν και εις άλλα μέρη του κόσμου, ως γράφει εις την συνέχειαν:

«Λείψανα της Αγίας Ελένης αναφέρεται ότι υπάρχουν στη μονή Hautvilliers στην Επισκοπή Reims (Γαλλία) από το 841 μ.Χ., και τα Τρέβηρα (Trier), όπου φυλάσσεται τμήμα της κάρας…».
Εις αυτά οφείλομεν να προσθέσωμεν ότι λείψανα της Αγίας υπάρχουν και εις την Ελλάδα:
«Μέρος πέλματος στη Μονή Προυσού Ευρυτανίας. Αποτμήματα στις Ι. Μ. Μεγ. Λαύρας Αγίου Όρους, Υψηλού Λέσβου και Κύκκου Κύπρου και στο Ναό Αγ. Κων/νου Ν. Ιωνίας Αττικής».
Μετά από αυτά προκύπτει η εύλογος απορία, διατί προετιμήθησαν αυτά της Βενετίας; Η επίσημος δικαιολογία διετυπώθη ως «σλόγκαν»: «αναδεικνύουμε την πνευματική ταυτότητα της Ευρώπης». Πως συνάγεται αυτό; Η Αποστολική Διακονία αναφέρει:
«Τέσσερα μεγάλα γεγονότα στα οποία πρωταγωνίστησαν ο Μέγας Κωνσταντίνος και η Αγία Ελένη σφράγισαν την ιστορία της Ευρώπης, άλλαξαν και διαμόρφωσαν την ιστορία του κόσμου γενικότερα. Πρόκειται για: 1. Την απόφαση του Διατάγματος των Μεδιολάνων, το έτος 313, που κηρύσσει την ανεξιθρησκεία και παύει τους διωγμούς κατά των Χριστιανών. 2. Την απόφαση για μεταφορά της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας από την Παλαιά στη Νέα Ρώμη, την Κωνσταντινούπολη, της οποίας τα εγκαίνια έγιναν στις 11 Μαΐου του έτους 330. 3. Τη σύγκληση της Α  ν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου, το 325, η οποία καταδίκασε τον Αρειανισμό. 4. Την εύρεση του Τιμίου Σταυρού στους Αγίους Τόπους».
Από αυτά μόνον το τελευταίον αφορά την Αγίαν Ελένην και βεβαίως δεν επηρέασε την ιστορίαν της Ευρώπης, με τον τρόπον με τον οποίον το εννοούν. Προφανώς λοιπόν η μόνη εξήγησις που δύναται να δοθή είναι ότι: προετιμήθη η Βενετία, διότι από εκεί έφερε και πάλιν λείψανα της Αγίας Βαρβάρας (ήταν όντως;) ο Θεοφιλέστατος.

Συμπέρασμα
Όχι μόνον δεν πρόκειται δια σκήνωμα, όπως απατηλώς το διαφημίζει η Αποστολική Διακονία, αλλά δεν υπάρχει καν βάσιμον στοιχείον ότι πρόκειται δια τα λείψανα της Αγίας Ελένης, καθώς ο ίδιος ο Θεοφιλέστατος Φαναρίου εγείρει ως επιχειρήματα την όψιμον αναγνώρισιν αυτών από τους Παπικούς και ότι ανήκουν εις γηραιάν κυρίαν, η οποία έζησε κοντά εις την εποχήν της Αγίας Ελένης. Θα ηδύνατο να αρκεσθή εις τα αυθεντικά λείψανα εις την Ελλάδα, όμως τοιουτοτρόπως δεν θα ηδύνατο να το διαφημίση τόσο, ώστε να συρρεύση πλήθος λαού με τα ανάλογα οφέλη.Τελικόν κέρδος είναι η προώθησις της οικουμενιστικής ιδέας ότι μας ενώνει η τιμή των ιδίων Αγίων και ο σεβασμός των λειψάνων, δηλ. ας ενωθώμεν εις την πράξιν, καθώς ο πιστός λαός ευλαβείται και προστρέχει εις τους Αγίους, ενώ του φαίνονται ακατανόητοι αι δογματικαί διαφοραί.