Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Ψεύδεται η διοικούσα Εκκλησία ή η κυβέρνηση δεν αντέχει να σηκώσει το πολιτικό κόστος απέναντι στην παρέα του Φίλη;

Διοικούσα Εκκλησία και κυβέρνηση μέτρησαν τις δυνάμεις τους την περασμένη εβδομάδα με αφορμή εκ νέου το μάθημα των Θρησκευτικών και μας παρουσίασαν μία εικόνα που η καθεμία υπερηφανεύευεται για την…νίκη!
Και οι δύο έχουν να δώσουν λόγο! Μόνο που το ποίμνιο, ο πιστός λαός, δεν είναι η πελατειακή κομματική βάση των αριστερομπερδεμένων της κυβέρνησης που κουβαλούν απωθημένα κατά της Εκκλησίας και πρέπει να τους χρυσωθεί το χάπι.
  Το μόνο σίγουρο είναι πως κάποιος από τους δύο λέει ψέμματα ή τουλάχιστον διαστρεβλώνει την αλήθεια.
Μέσα σε λίγες μέρες από τους πανηγυρισμούς του συμμετέχοντα στην Επιτροπή διαλόγου Εκκλησίας-κυβέρνησης για τα Θρησκευτικά Μητροπολίτη Ύδρας περί “συναπόφασης” έχουν έρθει δύο βαρύγδουπες διαψεύσεις!

Την πρώτη την είδαμε στην ανακοίνωση του ΙΕΠ την περασμένη εβδομάδα. Η δεύτερη ήρθε από συνέντευξη του προέδρου του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, Γεράσιμου Κουζέλη, σε αποκλειστική του συνέντευξη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Την στιγμή, λοιπόν, που οι Ιεράρχες επιχειρούν να περάσουν μια εικόνα πως η κυβέρνηση λογάριασε ως ίσος προς ίσον την Εκκλησία και οι δυο τους “συναποφάσισαν” ο κ. Κουζέλης μας λέει διαφορετικά πράγματα:
“Η Εκκλησία κατάφερε να βάλει την Πολιτεία να συζητήσει μαζί της ένα θέμα που δεν είναι της αρμοδιότητάς της. Έγιναν έξι συνεδριάσεις της κοινής επιτροπής, πολλών ωρών η κάθε μία. Άλλαξε κάτι; Όχι αυτό που ήταν ήδη εκεί. Τα προγράμματα σπουδών έμειναν αυτά που ήταν, και μιλάμε για μια εντελώς διαφορετική εποχή σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Βέβαια, το αποτέλεσμα δίνει τη δυνατότητα στην Εκκλησία να πει ότι έδωσε μια μάχη και άλλαξε τα προγράμματα. Δίνει τη δυνατότητα σε άλλους να πουν ότι η Πολιτεία υποχώρησε απέναντι σε μια πίεση που δέχθηκε. Οποιοσδήποτε, όμως, συγκρίνει τα δυο προγράμματα θα καταλάβει ότι δεν άλλαξε κάτι. Κι αυτό μαρτυρά και η στάση των υπερσυντηρητικών θεολόγων που θεωρούν τη συμφωνία αδιανόητη.
(…)Έγιναν κάποιες μικρές παραχωρήσεις σε παρατηρήσεις της Εκκλησίας. Αντιλαμβάνομαι τη διάσταση που δόθηκε, αλλά δεν είναι εκεί το θέμα. Το δια ταύτα, κι αυτό έχει σημασία, είναι ότι καταλήξαμε σε μια συμφωνία, η οποία διατηρεί και τον πυρήνα και τη φιλοσοφία του προγράμματος σπουδών. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι τα προγράμματα σπουδών που έγιναν νόμος του κράτους επί υπουργίας Νίκου Φίλη, βελτιώθηκαν στα προγράμματα σπουδών που έγιναν νόμος του κράτους επί υπουργίας Κώστα Γαβρόγλου με τις πολύ πολύ μικρές αλλαγές που υπήρξαν” είπε ο πρόεδρος του ΙΕΠ.
Ενώ όταν ερωτήθηκε αν στα βιβλία θα έχει λόγο η Εκκλησία απάντησε κατηγορηματικά:
“Όχι, πρέπει να δει μόνο, εάν στέκει η δογματική απόδοση των αποσπασμάτων, που έχουν να κάνουν με την ορθόδοξη πίστη”.
Αυτές οι απόψεις ουσιατικά επιβεβαιώνουν τον Νίκο Φίλη, ο οποίος πανηγύριζε υποστηρίζοντας πως εκείνος μπορεί να έφυγε από το υπουργείο αλλά οι θέσεις του έμειναν.
Και παράλληλα προκαλούν προβληματισμό για το κατά πόσο ειλικρινής είναι η θέση του Μητροπολίτη Δημητριάδος Ιγνατίου σε συνέντευξή του στην “Βραδυνή τη Κυριακής” όπου υποστήριξε ότι “Η ανταπόκριση στις νέες αυτές προκλήσεις λύνεται μόνον με συνεννόηση και διάλογο, με σκοπό, όχι την επιβολή του ενός επί του άλλου, αλλά το μέλλον της νέας γενιάς. Και βρίσκομαι στην ευχάριστη θέση να σας πω πως, ενώ το μάθημα των Θρησκευτικών φάνηκε στην αρχή να διχάζει, διαπιστώνω πως, πλέον, αποτελεί αφορμή επικοινωνίας και διαλόγου σε πρωτόγνωρα για την κοινωνία μας επίπεδα μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας. Καρπό του διαλόγου αυτού θα αποτελέσει το γεγονός πως το νέο μάθημα των Θρησκευτικών θα αφορά όλους τους μαθητές, ενώ συγχρόνως δεν θα χάσει τον Ορθόδοξο χαρακτήρα του.