«Χαίρε, ακτίς νοητού ηλίου∙
Ακάθιστος ύμνοςΧαίρε, βολίς του αδύτου φέγγους»
(Οίκος 21ος – Ακάθιστος Ύμνος)
Στη
θεολογική οργάνωση των νοημάτων – αληθειών των στίχων «Χαίρε, ακτίς νοητού
ηλίου∙ χαίρε, βολίς του αδύτου φέγγους», ο ποιητής χρησιμοποιεί εικόνες εκ της φυσικής
– κτιστής πραγματικότητας. Δεν είναι λάθος η μεταφορά και η εφαρμογή στον
πνευματικό, φιλοσοφικό και κοινωνικό τομέα εικόνων εκ του φυσικού κόσμου και
αληθειών της επιστήμης, όταν δεν καταλήγουμε σε υλιστική – ματεριαλιστική
συνείδηση.
Ας
σταθούμε, πρώτα, στο γεγονός – θαύμα της αφλέκτου βάτου, της μη καιομένης, που
είδε ο Μωϋσής στους πρόποδες του όρους Χωρήβ: Πλησίασε (ο Μωϋσής) και είδε ότι
«η βάτος καίεται πυρί, αλλ’ ου κατεκαίετο» (Εξ. γ΄, 2).
Ως συνέχεια του γεγονότος (προτυπώσεως) της «καιομένης βάτου», εξυμνείται η Κυρία Θεοτόκος, ως εξής:
«Μωσής
κατενόησεν εν βάτω το μέγα Μυστήριον του τόκου σου∙ Παίδες προεικόνισαν τούτο
εμφανέστατα, μέσον πυρός ιστάμενοι και μη φλεγόμενοι, ακήρατε αγία Παρθένε,
όθεν σε υμνούμεν εις πάντας τους αιώνας» (Ωδή ζ΄- Ειρμός – Ακάθιστος Ύμνος).
Στην
ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου η Θεοτόκος εξυμνείται, επίσης, και με τους εξής
χαρακτηρισμούς (κατ’ επιλογή):
«Θρόνος
πύρινος του Παντοκράτορος», «πυρίμορφον όχημα του Λόγου», «άφλεκτος βάτος»,
«όχημα Ηλίου του νοητού», κ.λ.π, γι’ αυτό και στην «Δ΄ Στάση των Χαιρετισμών»
αναγράφεται:
«Φωτοδόχον
λαμπάδα, τοις εν σκότει φανείσαν, ορώμεν την αγίαν Παρθένον∙ το γαρ άυλον
άπτουσα φως, οδηγεί προς γνώσιν θεϊκήν άπαντας, αυγή τον νουν φωτίζουσα, κραυγή
δε τιμωμένη ταύτα∙ Χαίρε, ακτίς νοητού Ηλίου∙ χαίρε, βολίς του αδύτου φέγγους».
Φυσικές – κτιστές έννοιες και πραγματικότητες,
όπως (παραδείγματα): το Άπειρο, η Ενέργεια, το Φως, η Θερμότητα, το Πυρ, το
Ύδωρ και ο Ήλιος, χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην Αγία Γραφή, στην Εκκλησία, στην
Πατερική διδασκαλία, στην υμνολογία κ.ο.κ., για την εμπειρική – νοητική
προσέγγιση του Θεού, για το έργο Του, για τις Άκτιστες ενέργειές Του, μιας και
η Φύση – Οσία του είναι ακατάληπτη, απροσπέλαστη. «Xάνομαι
μέσα στα άπειρα μηδενικά μου, όσον πλησιάζω στην μεγαλοσύνη του άπειρου και του
Ακατάληπτου Θεού» (Γ. Εφραίμ Φιλοθεΐτης - Αριζόνας).
Στη
θεολογία είναι πολύ σημαντική η αναφορά στον «Ήλιο», ο οποίος χρησιμοποιείται
μεταφορικά ως όρος καθοριστικός, στην προσέγγιση του Θεού, χαρακτηριζόμενος ως
«Νοητός Ήλιος», δηλ. «Νοητός Ήλιος» η Αγία Τριάς, «Νοητός Ήλιος» ο Χριστός,
«Νοητός Ήλιος το Άγιο Πνεύμα∙ Στο στίχο «Χαίρε, ακτίς νοητού Ηλίου», ο όρος
«Νοητός Ήλιος» αναδεικνύεται για μια ακόμη φορά βοηθητικός της λογικής στην
περιοχή των ερωτημάτων για την Τρισυπόστατη Φύση του Θεού.
Ο
Αγ. Νικόδημος, στην προσπάθειά του να καταστήσει διαφανή (όσο είναι δυνατό) και
ιριδίζουσα τη σφαίρα του Μυστηρίου του Θεού, στην ερμηνεία του τρίτου Αναβαθμού
του γ΄ ήχου, γράφει – ερμηνεύει:
«Τρίφωτος
γαρ και τρισήλιος είναι η αγία Τριάς∙ και φως εστιν ο Πατήρ, φως ο Υιός, φως το
Πνεύμα το άγιο. Και εν τρισίν ηλίοις μία φωτός εστι σύγκρασις, κατά τον
θεολόγον Γρηγόριον λέγοντα:
“Αμέριστος
εν μεμερισμένοις, ει δει συντόμως ειπείν, η Θεότης, και οίον εν ηλίοις τρισίν
εχομένοις αλλήλων μια του φωτός σύγκρασις” (Λόγος περί Αγίου Πνεύματος)».
Συνεχίζει
ο Αγ. Νικόδημος: «Αλλ’ επειδή η αγία Τριάς κατά άλλην επιβολήν, εις ήλιος
εστιν, ου δίσκος μεν εστίν ο Πατήρ, ακτίς δε ο Υιός, φως δε το Πνεύμα το Άγιον∙
έφη γαρ ο θεολόγος Γρηγόριος περί αυτών “πάλιν ήλιον ενεθυμήθην, και ακτίνα και
φως” (περί Αγίου Πνεύματος)».
Συμπερασματικά,
ο Αγ. Νικόδημος τονίζει:
«δια
τούτο η αγαθοδωρία τω μεν Πατρί, συναστράπτει, ως εν δίσκω∙ το δε Υιώ, ως εν
ακτίνι∙ τω δε αγίω Πνεύματι, ως εν φωτί».
Στο
επίπεδο της θεολογικής – ποιητικής πραγμάτωσης, ο Ιερός Υμνογράφος χαρακτηρίζει
τη Θεοτόκο ως «ακτίνα του νοητού ηλίου», δηλ. η σχέση της με το Θεό επέχει ρόλο
«Θείας ακτίνας», που μετέφερε στον κόσμο τα εξής (συνοπτικά) κατά τον Άγιο
Γρηγόριο τον Παλαμά:
1ον)
Διετέλεσε Μήτηρ του Θεού 2ον) συνέδεσε τον ανθρώπινον νουν μετά του
Θεού 3ον) παρουσίασε τον Θεό
σαρκωθέντα 4ον) Έκαμε Υιόν
του Θεού τον άνθρωπο και τον άνθρωπο υιόν του Θεού 5ον) συμφιλίωσε τον κόσμο μετά του
Δημιουργού Του 6ον) Έμπρακτα
δίδαξε σε εμάς, ότι μπορούμε να απολαμβάνουμε τις θείες ωραιότητες δια της
συμμετοχής της Θείας Χάριτος, οπότε αισθανόμεθα πνευματική ικανοποίηση όχι με
τις σκέψεις αλλά δια πνευματικών επαφών πλησιάζοντες τον Θεόν.
7ον)
Έδωκε εις ημάς την δυνατότητα, ώστε και δια των αισθήσεων του σώματος να
βλέπωμεν τον αόρατον Θεόν υπό μορφή ανθρωπίνην, να ψηλαφώμεν υλικώς Εκείνον ο
οποίος είναι άϋλος και δεν είναι δυνατόν να ψαλαφηθή.
8ον)
Έκαμε τους ανθρώπους να τρώγουν πνευματικήν τροφήν, ως οι άγγελοι ή μάλλον τους
αξίωσε και μεγαλυτέρων βραβείων.
Όλα
τα ανωτέρω, που απαριθμεί ο Ιερός Πατήρ, αποτελούν (συνοπτικά) το φάσμα της
θεϊκής ακτινοβολίας (ενέργειας) που διαδόθηκε στον παγκόσμιο χώρο δια της
Θεοτόκου, εκ του «Νοητού Ηλίου», είτε ως «Αγία Τριάς» εκλαμβανομένου είτε ως
«Σωτήρας Χριστός», το ίδιο είναι κατά τον Αγ. Γρηγόριο τον Θεολόγο.
Ο
ποιητής συνεχίζει με τον Χαιρετισμό:
«Χαίρε,
βολίς του αδύτου φέγγους»
Ο
Χαιρετισμός μεταφερόμενος στο Αστρονομικό επίπεδο μας παραπέμπει στο φαινόμενο
βροχής των Διαττόντων αστέρων και στις φωτεινές βολίδες. Όλοι γνωρίζουμε τον
διάττοντα αστέρα – βολίδα (αστέρι που πέφτει).
Σε
εγχειρίδιο της Αστρονομίας, διαβάζουμε:
«Καμμιά
φορά, αν το κομμάτι που εισέρχεται στην ατμόσφαιρα είναι μεγάλο, μπορεί να
παρουσιαστεί με τη μορφή βολίδας (firballe), δηλ. φωτεινής
μπάλλας, όπου δίνει ένα εντυπωσιακό και πολύ πιο λαμπρό ίχνος από τον διάττοντα
αστέρα». Παράδειγμα η καταγραφή λαμπρού μετεώρου (βολίδας) στον Πρόδρομο Κύπρου
(22/01/20). Ήταν μία υψηλής φωτεινότητας βολίδα μέσα στη νύχτα.
Η
φωτεινή βολίδα επενεργεί στο σκοτεινό περιβάλλον και εμφανίζεται ως παράγων
μικρού φωτισμού μέσα στην ενότητα των καταμερισμών των φωτεινών πηγών του
Σύμπαντος, αν και δεν κατορθώνει (αυτή) να ξεπεράσει την μικρή φωτεινή
ενεργητικότητά της∙ αντίθετα προς τους διάττοντες αστέρες που εξαφανίζονται, η
Θεοτόκος φωταγωγεί αδιάκοπα τις ανθρώπινες ψυχές με το φως του Χριστού, το
οποίο δεν δύει ποτέ (άδυτο φέγγος).
Στο
νοητό στερέωμα της Εκκλησίας φανερώνεται, εδώ και αιώνες, η σωστική – φωτεινή
παρουσία της.
Φωτίζει
τον πνευματικό αγώνα του πληρώματος και στηρίζει όλους τους ανθρώπους στον
αγώνα της επιβίωσης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης.
Η
θερμή προστασία της και η οξεία αντίληψις αυτής δίδει στους ασθενούντας
θεραπεία, στους θλιβομένους παράκληση – παρηγορία και στους ευρισκομένους σε
ανάγκη και σε πειρασμούς ελευθερίας ανάψυξη.
Μας
απαλλάσει από οχλήσεις δαιμόνων και πονηρευμένων ανθρώπων, ενώ μας δίνει γαλήνη
και λύτρωση εκ των βιοτικών στενώσεων.
«Ου
παύεται εφαπλούσα τας ευεργετικάς αυτής δυνάμεις, σώζουσα τους εν ανάγκαις, και
λύουσα συμφορών και κινδύνων επιφοράς, και ιωμένη ψυχάς και σώματα» (Εκ της
ακολουθίας της «Παναγίας Ελεούσης»).
Σχόλιο: Στον 35ο
Ψαλμό (στίχ. 10) , ο Δαυίδ υπογραμμίζει:
«Εν
τω φωτί σου οψόμεθα φως». Ερμηνεύει, δε, ο Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Εν τω
Πνεύματι του Θεού και Πατρός τον Υιόν θεασόμεθα, τον τρισσόν φως και αμέριστον∙
εν τω φωτισμώ του Πνεύματος τον Χριστόν∙ ουδείς γαρ δύναται ειπείν Κύριον
Ιησούν, ειμή εν Πνεύματι Αγίω».
«τούτο
το ρητόν είναι θεολογία ήτις προφητεύει περί της Αγίας Τριάδος, ήγουν ότι ημείς
οπού μέλλομεν να πιστεύσωμεν δια του Υιού εσένα του Πατρός θέλομεν να
γνωρίσωμεν το Πνεύμα το Άγιον», σημειώνει ο Αγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης.
Οι
Αγιορείτες στην Επιστολή τους προς τον Βασιλέα Μιχαήλ τον Παλαιολόγον,
εκινήθησαν στην σταθερή ερμηνευτική – προσεγγιστική ζώνη της ερμηνείας του Αγ.
Γρηγορίου του Θεολόγου (κυρίως) περί Αγίας Τριάδος ως νοητού Ηλίου και
απαντώντες (έμμεσα) στους Δυτικούς περί Fillioque, επικαλέσθηκαν τον Ψαλμό 35 (στιχ. 10), ως εξής:
«Πρόσχες
τω ρήματι Λατίνε! Εν τω φωτί το φως οπτάνεται Δαβίδ μαρτυρεί∙ εν τη ακτίνι τω
υιώ, το φως το πνεύμα πόθεν εκπορεύεται κατοπτεύσωμεν».
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ