ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ [:Ἰω. 5,1-15]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«ΟΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΕΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 21-5-2000]
(Β414)
Μιὰ νέα καταπληκτικὴ σελίδα μᾶς ἐξιστορεῖ, ἀγαπητοί μου, ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Εἶχε ἀνεβεῖ καὶ αὐτὴ τὴν φορᾷ ὁ Κύριος εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα. Καὶ ἐπεσκέφθῃ την κολυμβήθρα, δηλαδὴ τὴ δεξαμενὴ τῆς Βηθεσδᾶ, ἢ «προβατικὴ κολυμβήθρα», ὅπως λέγεται ἐπὶ τὸ ἑλληνικότερον. Ἐκεῖ ἦταν ἕνας τόπος πόνου καὶ δυστυχίας. Γύρω ἀπὸ τὴ δεξαμενὴ ποὺ περιεστοιχίζετο ἀπὸ πέντε στοές, εὑρίσκετο ἕνα πλῆθος ἀσθενῶν ἀνθρώπων, ποὺ περίμεναν τὴν θεραπεία τους. Βλέπετε, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶχε δώσει μία μικρὴ παρηγορία στὸν πονεμένο αὐτὸν λαόν, τὴν ἑξῆς: Γράφει, σημειώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης: «Ἄγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἐταράσσετο τὸ ὕδωρ· ὁ οὖν πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι».
Βέβαια, ἡ κολυμβήθρα αὐτὴ ἦταν μία εἰκόνα τοῦ Μεσσίου· ποὺ θὰ ἐγίνετο ἡ πηγὴ πάσης ἰάσεως καὶ θεραπείας. Σ᾿ αὐτὸν λοιπὸν τὸν τόπο ἔφθασε κάποτε ὁ Ἰησοῦς. Καὶ προσήγγισε κάποιον ἀσθενῆ, ποὺ ἐγνώριζε ὁ Κύριος ὅτι ἦταν πολὺ καιρὸ ἐκεῖ κατακείμενος. Καὶ τοῦ λέγει: «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». «Θέλεις νὰ γίνεις καλά;». Τί ὅμως σημαίνει ὁ τονισμὸς ὅτι ἡ ἀσθένεια αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἦταν γνωστὴ εἰς τὸν Ἰησοῦν;
Καὶ ἦταν, ἀλήθεια, 38 ὁλόκληρα χρόνια παράλυτος! Μὴ δυνάμενος εὔκολα ἀπὸ κεῖ νὰ μετακινηθεῖ. Γιὰ νὰ φανεῖ τὸ μέγεθος τοῦ θαύματος. Ἀλλὰ καὶ ἡ παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ, ὅπως θὰ δοῦμε στὴν συνέχεια.
Τί εἶναι ἡ ἀσθένεια; Λέμε: «Εἶμαι ἀσθενής». Τί σημαίνει αὐτό; Τί εἶναι ἡ ἀσθένεια; Εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα μιᾶς διαταραχῆς σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Θὰ τὸ ξαναπῶ: Εἶναι μία διαταραχὴ σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Κι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον διαταράσσει τὴν σχέσιν ἀνθρώπου καὶ Θεοῦ εἶναι ἡ ἁμαρτία. Μόνον ἡ ἁμαρτία. Ἐξάλλου θὰ φανεῖ αὐτὸ εὐθὺς μετά, ὅταν ὁ Κύριος θὰ πεῖ εἰς αὐτὸν τὸν παράλυτον, ποὺ θὰ τὸν ἔκανε καλὰ καὶ ποὺ θὰ τὸν συναντοῦσε εἰς τίς αὐλὲς τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος λίγες μέρες μετά: «Κοίταξε, ἴδε, νά, ἔγινες ὑγιής. Πρόσεξε μὴν ξαναμαρτήσεις, γιὰ νὰ μὴ σοῦ γίνει κάτι χειρότερο». Καὶ τί εἶναι αὐτὸ τὸ χειρότερο; Τὸ χειρότερο, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἡ πώρωση τῆς ψυχῆς. Ἐὰν ξανααμάρτανε. Καὶ ἀκόμα τί ἄλλο εἶναι; Καὶ ἡ αἰωνία κόλασις.
Ὁπότε βλέπομε, ἀγαπητοί, τὴν σχέσιν ἀσθενείας καὶ ἁμαρτίας μὲ πάρα πολλὴ σαφήνεια. Λέμε στὴν Παράκληση τῆς Θεοτόκου (καὶ ποιός δὲν ξέρει αὐτὸν τὸν στίχον τῆς Παρακλήσεως;): «Ἀπὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν, ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀσθενεῖ μου καὶ ἡ ψυχή». «Ἀπὸ τίς πολλές μου ἁμαρτίες, ἀρρωσταίνει, ἀσθενεῖ καὶ τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχή».
Καὶ ἐπικυρώνει ἐν προκειμένω αὐτὴν τὴν ἀλήθειαν ἡ Σοφία Σειρὰχ καὶ λέγει- εἶναι στὸ 38ον κεφάλαιο. Μία μικρὴ παρενθεσούλα. Προσεγγίζομε εἰς αὐτὸ τὸ κεφάλαιον εἰς τὰ κατὰ Τρίτη θέματά μας καὶ θὰ τὸ δοῦμε αὐτὸ ἐκτενέστερα. Εἶναι πολὺ σπουδαῖο. Ἐκεῖ ὁμιλεῖ περὶ ἰατροῦ, ἰατρικῆς, φαρμακοποιῶν, φαρμάκων καὶ ἁμαρτίας ποὺ ἀρρωσταίνουν οἱ ἄνθρωποι. Τί λέγει λοιπὸν τὸ βιβλίο τῆς Σοφίας Σειράχ; «Ἀπόστησον», λέει, «πλημμέλειαν καὶ εὔθυνον χεῖρας, καὶ ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας καθάρισον καρδίαν». «Πᾶρε τὰ χέρια σου μακριὰ καὶ καθάρισέ τα ἀπὸ κάθε ἁμαρτία. Καὶ ἔτσι νὰ καθαρίσεις τὴν καρδιά σου». Καὶ προσθέτει, ἡ Σοφία Σειρὰχ πάντοτε, ἐπιγραμματικὰ μάλιστα: «Ὁ ἁμαρτάνων ἔναντι τοῦ ποιήσαντος αὐτὸν ἐμπέσοι εἰς χεῖρας ἰατροῦ». Δηλαδὴ «ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἁμαρτάνει ἀπέναντι στὸν Δημιουργό του, θὰ πέσει στὰ χέρια τοῦ γιατροῦ». Κάποτε ἐπισκεπτόμουν τὸ στρατιωτικό μας Νοσοκομεῖο καὶ πολὺ ἐπιθυμοῦσα νὰ βάλω αὐτὴν τὴν ἐπιγραφή. Τελικὰ δὲν τοποθετήθηκε. Δηλαδὴ πρόσεξε, ἄνθρωπε, θὰ ἀρρωστήσεις ἐὰν παραβαίνεις τίς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἐάν, φερειπείν, πίνεις παραπάνω κρασὶ ἀπ᾿ ὅτι πρέπει, δὲν θὰ ἀρρωστήσεις; Ἐὰν τρῶς παραπάνω ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ πρέπει, δὲν θὰ ἀρρωστήσεις; Ἐὰν ξενυχτᾷς καὶ ἀσωτεύεις, δὲν θὰ ἀρρωστήσεις; Βλέπετε ἐδῶ μὲ σαφήνεια πῶς ἔχει τὸ πρᾶγμα. Μὴ μοῦ πεῖτε ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι δὲν μετέρχονται αὐτὸν τὸν ἄτακτον τρόπον ζωῆς. Θὰ τὸ δοῦμε εὐθὺς παρακάτω.
Ὡστόσο, σὲ ἕνα ἰατρικὸ συνέδριο ποὺ ἔγινε στὸ Bossey τῆς Ἑλβετίας πρὸ κάποιων ἐτῶν, εἰπώθηκε ὅτι ἡ ἀρρώστια εἶναι κάτι περισσότερο ἀπὸ τὴν παρουσία ἑνὸς μικροβίου. Κάτι περισσότερον. Εἶναι πράγματα ποὺ τὰ διαπιστώνει αὐτὰ καὶ αὐτὴ ἀκόμα ἡ Ἰατρική. Ἢ ἡ λεγομένη, ἂν ἔχετε περὶ αὐτῆς ἀκούσει, ἡ λεγομένη Ἰατρικὴ τῆς προσωπικότητος. Κάποτε, ἕνας μαθητὴς τοῦ Γιούνγκ, ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμά του στὴ Γαλλία. Καὶ πῆγε ἕνας νεαρὸς μὲ νευρωτισμὸν ἄφθονον. Ἔ, τὸν ἐρώτησε τὸ ἱστορικό του, τὸν ἔψαξε ἀπὸ δῶ, τὸν ἔψαξε ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ μέσα στὸ ἱστορικὸ αὐτό, ἀνεκάλυψε ὁ γιατρὸς ὅτι αὐτὸς εἶχε συνδεθεῖ μὲ μία κοπέλα, δασκάλα μάλιστα, τῆς ἔφαγε τὰ χρήματα ποὺ εἶχε καὶ μετὰ τὴν ἐγκατέλειψε. «Ἄκου», λέγει, «θὰ ἀποκαταστήσεις τὴν ζημία καὶ θὰ τὴν παντρευτεῖς». Αὐτὸς θύμωσε. «Καὶ τί σχέση ἔχει», λέει, «αὐτὸ μὲ τὴν νευρωτικότητά μου;». Ἄν ἔχει σχέση; Πάρα πολὺ μεγάλη σχέση ἔχει. Θύμωσε αὐτὸς ὁ νεαρὸς καὶ ἔφυγε, πιστεύοντας ὅτι δὲν εἶχε καμία σχέση τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο. Καὶ ὅμως, καὶ ὅμως, εἶχε! Καὶ μάλιστα ἄμεση σχέση τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο.
Βέβαια, ἐὰν ἀρρωστήσομε, τί πρέπει νὰ κάνομε; Καλά, ἀρρωστήσαμε. Τί πρέπει νὰ κάνομε; Ἄνθρωποι εἴμεθα, δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ μὴν ἔχει ἀρρωστήσει ἢ λίγο ἢ πολύ. Πρῶτα πρῶτα θὰ φροντίσομε, ἀγαπητοί μου, νὰ συμφιλιωθοῦμε μὲ τὸν Θεό. Θὰ συμφιλιωθοῦμε μὲ τὸ μυστήριον τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Καὶ κατόπιν, θὰ ἐπισκεφτοῦμε τὸν ἰατρόν.
Συμβουλεύει πάλι ἡ Σοφία Σειρὰχ καὶ λέει: «Τέκνον (:Παιδί), ἐν ἀῤῥωστήματί σου μὴ παράβλεπε (δηλαδή: ὅταν ἀρρωστήσεις, μὴν παραβλέψεις τὴν ἀρρώστια σου), ἀλλ᾿ εὖξαι Κυρίῳ, καὶ αὐτὸς ἰάσεταί σε». «Κάνε προσευχὴ εἰς τὸν Κύριον κι Ἐκεῖνος θὰ σὲ θεραπεύσει».
Ὁ ἰατρός, λοιπόν, ποιός εἶναι; Εἶναι ἀπὸ προσώπου Κυρίου. Ἐπειδὴ κι Αὐτὸς ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐθεράπευε. Βέβαια ὁ κύριος σκοπός Του δὲν ἦτο νὰ θεραπεύει. Ὁ κύριος σκοπός Του ἦταν νὰ ἀποκαλύψει τὸν Ἅγιον Τριαδικὸν Θεὸν καὶ μὲ τὴν ἀνθρωπίνη φύση ποὺ πῆρε, νὰ εἶναι ὁ Θεὸς πιὰ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων μαζὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι θὰ ἐσώζοντο βέβαια.
Τὸ θέμα τῆς θεραπείας τῶν ἀσθενειῶν, ἀγαπητοί μου, ἦταν δεύτερο, ἂν τὸ θέλετε. Δεύτερο. Ἐν τούτοις ὁ Κύριος δὲν παρέλειψε νὰ θεραπεύει τοὺς ἀσθενεῖς. Μάλιστα τί μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὅτι δὲν ἔκανε τίποτε ἄλλο ὁ Κύριος ὅσο ἦταν ἐπάνω στὴ γῆ, παρὰ νὰ θεραπεύει τοὺς ἀρρώστους. Ἀλλὰ ἐὰν ἦταν αὐτὸς ὁ κύριος σκοπός, τότε ὁ Χριστιανισμός -προσέξτε αὐτὸ τὸ σημεῖο- περιορίζεται ὅσο ὁ Χριστὸς ἦταν ἐπάνω εἰς τὴν Γῆν. Δὲν θὰ ὑπῆρχαν ἐφεξῆς ἄρρωστοι; Καὶ συνεπῶς δὲν θὰ εἶχε ἀξία ὁ Χριστιανισμός; Εἴδατε λοιπὸν σαφῶς ὅτι τὸ νὰ θεραπεύονται οἱ ἄρρωστοι ἀπὸ τὸν Κύριον ἢ γενικότερα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἂν θέλετε, διὰ τῶν χειρῶν τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν διαδόχων τῶν Ἀποστόλων κ.τ.λ. θὰ ἦτο κάτι πάρα πολὺ περιορισμένον. Ἐκεῖ περιορίζεται ὁ Χριστιανισμός; Ὁ Θεὸς νὰ φυλάξει. Μὴ στενεύομε, ἐθελοτυφλοῦντες τὰ ὅρια καὶ τὴν σημασία τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Λοιπόν· ὡστόσο ὁ ἰατρὸς εἶναι ἀπὸ προσώπου Κυρίου. Καὶ πρέπει νὰ ἔχει αὐτὴν τὴν συνείδησιν ὁ ἰατρός. Ὅτι εἶναι ἀπὸ προσώπου Κυρίου. Ὅποιος ἐμφανιστεῖ σὲ ἐμένα, φοιτητὴς τῆς Ἰατρικῆς ἢ ἰατρός, νεόκοπος ἰατρός, καινούριος, φρέσκος, τοῦ συνιστῶ πάντοτε καὶ τοῦ λέγω: «Πρόσεξε, ἀπ᾿ τὸ σπίτι σου ὅταν θὰ φεύγεις, θὰ κάνεις τὴν πρωινή σου προσευχὴ καὶ θὰ παρακαλέσεις τὸν Θεὸν νὰ σὲ φωτίζει νὰ κάνεις μία καλὴ διάγνωση». Εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ καλὴ διάγνωσις, ἡ ἀκριβὴς διάγνωση εἶναι ἡ μισὴ θεραπεία. Καὶ ποιός δὲν τὸ ξέρει αὐτό; Ἀλλιώτικα ὁ ἄρρωστος ταλαιπωρεῖται ἀπὸ ἰατροῦ εἰς ἰατρόν, γιατί ἀκριβῶς δὲν ἔχει γίνει αὐτὴ ἡ διάγνωσις. «Κι ὅταν ἔρθεις σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν ἀσθενῆ σου, πάλι θὰ κάνεις ἀπὸ μέσα σου μία προσευχούλα, μία νοερὰ προσευχή, νά σὲ φωτίσει καὶ νά σε βοηθήσει. Γιατί μὴν ξεχνᾷς ὅτι εἶσαι ἀπὸ προσώπου Χριστοῦ». Ναί. Καὶ πρέπει νὰ θεραπεύσεις.
Θὰ ἤτανε κάτι πολὺ ἄσχημο, ὁ Χριστὸς νὰ βρισκότανε μπροστὰ σὲ ἕναν ἄρρωστο καὶ νὰ μὴν τὸν θεράπευε. Μὴ νομίσετε, αὐτὸ συνέβῃ εἰς τοὺς ἐννέα μαθητάς. Ὅταν ὁ Κύριος ἦταν ἐπάνω εἰς τὸ ὄρος Θαβώρ, οἱ ἐννέα ἦταν κάτω στὴν πεδιάδα. Καὶ τότε ἕνας πατέρας ἔφερε ἐκεῖ τὸ παιδί του, τὸ ὁποῖο ἦταν δαιμονισμένο σὲ μεγάλο βαθμὸ καὶ ἔφερε αὐτὸς ὁ πατέρας, ὁ ταλαίπωρος πατέρας, τὸ παιδί του στοὺς μαθητὰς καὶ αὐτοὶ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸ θεραπεύσουν τὸ παιδί. Παρότι ἐπῆραν αὐτὴν τὴν ἄδειαν νὰ θεραπεύουν. Καὶ τὴν ἐντολὴ μάλιστα. Ἀλλὰ κάπου ἀπίστησαν. Κάτι ἔπαθαν οἱ μαθηταί. Θὰ ρωτήσουν ἀργότερα, ὅταν θὰ κατεβεῖ ὁ Κύριος καὶ θὰ θεραπεύσει αὐτὸ τὸ παιδί, θὰ Τὸν ἐρωτήσουν: «Γιατί ἐμεῖς δὲν μπορέσαμε;».
Ἐν τῷ μεταξὺ δὲ οἱ ἄλλοι οἱ γύρῳ, κάτι Φαρισαῖοι, κάτι Γραμματεῖς, οἱ ὁποῖοι δὲν ἄφηναν ρούπι ἀπὸ κοντά τους τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, ἄρχισαν νὰ καγχάζουν, νὰ γελοῦν καὶ νὰ κοροϊδεύουν τοὺς μαθητάς. Ἔτσι λοιπόν, δὲν θὰ ἤτανε μία κοροϊδία, νὰ μὴν μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία, οἱ ἱερεῖς, νὰ θεραπεύσουν; Ξαναλέγω: Δὲν εἶναι αὐτὸ τὸ κύριο στοιχεῖο τοῦ Χριστιανισμοῦ. Καὶ ὕστερα, ποιός σᾶς εἶπε ὅτι κατὰ κάποιον τρόπο δὲν θὰ ἤθελε ὁ Θεὸς νὰ παραμένει μία ἀρρώστια; Θὰ δοῦμε καὶ θὰ τὸ σχολιάσομε αὐτὸ λίγο πιὸ κάτω, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐγνώριζε ὅτι ἐκεῖ αὐτὸς ὁ παράλυτος εἶναι 38 χρόνια ἐκεῖ. Πῆγε καὶ τὸν ρώτησε προηγουμένως ἄλλη φορά; Ὄχι. Ὅταν πῆγε ἐκεῖ εἰς την κολυμβήθρα τῆς Βηθεσδᾶ, ἐπῆγε κατευθεῖαν εἰς αὐτόν. Τί θὰ πεῖ ἐγνώριζε; Ἐγνώριζε· ποὺ σημαίνει ἄφησε ὁ Κύριος, ὁ ἄνθρωπος αὐτός, νὰ ὡριμάσει εἰς τὴν ἀρρώστιά του. Γιατί; Γιατί ἁπλούστατα μία ἀρρώστια ἔχει πολλάκις καὶ κυρίως παιδαγωγικὸν χαρακτῆρα. Αὐτὸ εἶναι πάρα πολὺ σημαντικό. Ἄν λοιπὸν ὁ Θεὸς δὲν θέλει ἕναν ἄνθρωπο νὰ τὸν θεραπεύσει, ἂν ὁ Θεὸς δὲν θέλει νὰ θεραπεύσει ἐμένα, ποῦ τὸ ξέρω ἐγώ; Κι ἂν ἔτσι μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν δὲν μὲ παιδαγωγεῖ;
Ὡστόσο συνεχίζομε τί λέει ἡ Σοφία Σειρὰχ γιὰ τὸν ἰατρόν. Λέει: Μάλιστα εἶναι ὁ πρῶτος στίχος τοῦ 38ου κεφαλαίου. Λέει: «Τίμα ἰατρὸν (:Νὰ τιμᾷς τὸν ἰατρὸν) πρὸς τὰς χρείας αὐτοῦ τιμαῖς αὐτοῦ, καὶ γὰρ αὐτὸν ἔκτισε Κύριος. Παρὰ τοῦ Ὑψίστου ἐστὶν ἴασις». Δηλαδή, νὰ τιμᾷς τὸν γιατρό. Ὁ Θεὸς ἔκανε τὸν γιατρὸ γιὰ τίς ἀνάγκες σου. Βλέπετε; Προεβλέπετο ὅτι θὰ πέσει ὁ Ἀδάμ. Καὶ θὰ εἰσρεύσουν οἱ ἀρρώστιες καὶ τὰ δεινά.
Καὶ διὰ μὲν τὸν ἄνθρωπο τοῦ ἔδωσε τὴν δυνατότητα νὰ ἀναπτύξει κάπως τὸν πολιτισμόν. Ὄχι σὲ ὑπερθετικὸν βαθμὸν ὅμως. Γιατί μετὰ ὁ πολιτισμὸς εἶναι ἕνας κίνδυνος εἰς τὰ χέρια τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ ξαναλέγω, κίνδυνος. Σὰν νὰ βάλεις στὰ χέρια ἑνὸς μικροῦ παιδιοῦ σπίρτα καὶ νὰ τοῦ πεῖς: «Ἔ, κάνε τα ὅ,τι θέλεις». Θὰ σοῦ βάλει φωτιὰ στὸ σπίτι. Ἔτσι λοιπὸν ἐδῶ ὁ πολιτισμὸς ἁπαλύνει, γλυκαίνει κάπως τὴν τραχιὰ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Νὰ κάνει κατοικία, νὰ κάνει ἔνδυμα, τέλος πάντων, πολιτισμόν.
Ἀλλὰ ἔδωσε ὅμως καὶ τὴν Ἰατρικὴν Ἐπιστήμην. Ἔδωσε καὶ τὰ φάρμακα. Γιὰ νὰ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ βρίσκει μία, ἐκεῖ, ἀνακούφιση. Λοιπόν, τί; Γιὰ τίς ἀνάγκες σου, λέει, ὁ Κύριος ἔκτισε τὸν ἰατρόν.
Ἀλλά, θὰ πᾷς στὸν γιατρό. Προσέξτε ὅμως. Ἔλεγε ὁ Παράκελσος: «Ὁ ἰατρὸς νοσηλεύει, ὁ Θεὸς θεραπεύει». Πόσο χαίρομαι ὅταν ἔρχονται ἄνθρωποι καὶ μοῦ λένε: «Πῆγα στὸν γιατρὸ καὶ μᾶς εἶπε: ''Τώρα δὲν μποροῦμε ἐμεῖς τίποτα παρακάτω νὰ κάνομε. Ὁ Θεὸς ἔχει τὸν λόγον''». Τὸ χαίρομαι αὐτό. Ὅταν οἱ γιατροὶ μας ὁμολογοῦν ὅτι τὰ ὅριά τους εἶναι περιορισμένα. Καὶ ὅτι ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα εἶναι θέμα Θεοῦ. Ἀλλὰ ἀκριβέστερα εἶναι αὐτό. Ὁ γιατρὸς νοσηλεύει. Θὰ σὲ κοιτάξει, νά, ἐτοῦτα θὰ ἐκεῖνο. Ἀλλὰ τελικὰ τὴν θεραπεία θὰ τὴν πάρεις ἀπὸ τὸν Θεό.
Καὶ θὰ συμπληρώσει μάλιστα ὁ Σοφὸς Σειράχ: «Καὶ ἰατρῷ δὸς τόπον -δηλαδὴ παραχώρησέ του τὴν δυνατότητα νὰ σὲ θεραπεύσει-, καὶ γὰρ αὐτὸν ἔκτισε Κύριος, καὶ μὴ ἀποστήτω σου, καὶ γὰρ αὐτοῦ χρεία». Δηλαδή, μὴν τὸν διώξεις τὸν γιατρό. Τὸν ἔχεις ἀνάγκη. Τὸν ἔχεις ἀνάγκη πραγματικά. Καὶ μάλιστα ἕνα ἄλλο χωρίο λέει: «Ὑπάρχει εὐόδωσις εἰς τὸν ἰατρόν, νὰ ἀνακαλύψει κάποια στιγμὴ τὴν ἀρρώστιά σου καὶ νά σὲ βοηθήσει».
Ἀποτεινόμενος ὁ Κύριος στὸν παράλυτο τὸν ἐρωτᾷ: «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». Θέλεις νὰ γίνεις καλά; Περίεργη, ἀγαπητοί μου, ἀλήθεια, περίεργη ἐρώτησις. Νὰ πάω στὸν γιατρὸ καὶ νὰ μὲ ρωτήσει ὁ γιατρὸς ἂν θέλω νὰ γίνω καλά. Θὰ ᾿λεγε κανείς, περιττεύει αὐτὴ ἡ ἐρώτησις. Μὰ γι᾿ αὐτό, γιατρέ μου, ἦρθα. Γιὰ νὰ μὲ κάνεις καλά. Καὶ μὲ ρωτᾷς ἐὰν θέλω νὰ γίνω καλά; Ἐντούτοις, ὅταν ὁ Κύριος εἶπε «Θέλεις νὰ γίνεις καλά; Καὶ ὑγιής;», αὐτό Του τὸ ἐρώτημα εἶχε ἕνα βάθος. Ἀποτείνεται ὁ Κύριος στὴν προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ ὑπονοεῖ τὴν ὁλοκληρίαν τῆς ὑγείας. Θὰ τὸ ξαναπῶ: τὴν ὁλοκληρίαν τῆς ὑγείας. Δηλαδὴ νὰ γίνεις ὁ ὅλος ἄνθρωπος καλά. Διότι, πιστεύω δὲν θὰ διαφωνήσετε μαζί μου, ὅτι πολλοὶ θὰ ἤθελαν νὰ γίνουν ὑγιεῖς, φερειπεὶν ...νὰ περάσει τὸ στομάχι τους, νὰ μὴν ἔχουν ἕλκος, νὰ περάσει τὸ στομάχι τους, ἀλλὰ μόνον σωματικά. Καὶ ὄχι ψυχικὰ ἢ καὶ πνευματικά. Δηλαδὴ νὰ μὴν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ θεραπεία, νὰ δώσει τὴν ὁλοκληρίαν εἰς τὸν ἄνθρωπον. Ὅπως τὸ εἴδαμε ἐδῶ πέρα καὶ τὸ εἴπαμε, ὅτι ποιά εἶναι ἡ ἀσθένεια ἔναντι τοῦ Θεοῦ; Διασάλευσις τῆς τάξεως. Μπαίνει ἡ ἁμαρτία. Γιατί θέλεις μόνον, ἀδελφέ μου, νὰ γίνει τὸ στομάχι σου καλά; Γιὰ νὰ γίνεις πάλι γαστρίμαργος; Γιατί δὲν ζητᾷς ἐπὶ παραδείγματι νὰ εἶσαι ὁ τακτικὸς στὴν τροφή σου; Πρέπει νὰ φᾶμε γιὰ νὰ ζήσουμε, ἀναμφισβήτητα. Ἀλλὰ ὁ τακτικὸς ὅμως εἰς τὴν ζωήν σου καὶ στὸ φαγητὸ σου. Ἔτσι, βλέπετε, δὲν ζητᾶμε τὴν ὁλοκληρία τῆς θεραπείας. Δηλαδὴ τὴν θεραπεία καὶ τῆς ψυχῆς μας ἀπὸ τὰ πάθη μας. Ἀλλὰ ζητᾶμε μόνο νὰ γίνομε καλὰ σωματικά, γιὰ νὰ ξαναρίψομε αὐτὸ τὸ ταλαίπωρο σῶμα μας εἰς τὴν ἐκδαπάνησή του στὴν ἁμαρτία. Στὴν πορνεία, στὴ μέθη, στὰ ναρκωτικὰ καὶ δὲν ξέρω τί ἄλλο...
Θέλει ἀκόμα νὰ τοῦ πεῖ, ὅταν τὸν ἐρωτᾷ ὁ Κύριος, ὅτι δὲν εἶναι μόνο τὸ νερό τῆς κολυμβήθρας, στὸ ὁποῖο περιμένεις νὰ μπεῖς μέσα καὶ λὲς ὅτι «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Ἄλλο μεγάλο ἐκεῖνο τὸ θέμα. «Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω»... Μάλιστα ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει ἕνα χαριτωμένο: «Ἐγὼ γιὰ σένα ἔγινα ἄνθρωπος. Καὶ λὲς ὅτι δὲν ἔχεις ἄνθρωπον;». Ὥστε ὅταν ταράσσεται τὸ νερὸ νὰ μὲ ρίχνει μέσα στὴν κολυμβήθρα κτλ.
Ἀγαπητοί μου, μὴν πιστεύει κανεὶς ὅτι ἦταν μόνον τὸ νερό. Ἀλλὰ ἤτανε καὶ ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Δὲν εἶναι λοιπὸν μόνον ἡ Ἰατρική, ἀλλὰ εἶναι κι ὁ Θεός. Πρῶτα λοιπὸν ὁ Θεός, μετὰ εἶναι ἡ Ἰατρική. Προσέξτε, δὲν θὰ ὑποτιμήσομε τὴν Ἰατρική. Ἀλλὰ πρῶτα ὁ Θεὸς καὶ μετὰ ἡ Ἰατρική. Γιατί κάνουν τὸ λάθος καὶ λένε: «Ἔ, θὰ κάνω προσευχὴ καὶ δὲν θὰ πάω στὸν γιατρό». Λάθος! Ἄν ὁ Θεὸς ἔδωσε τὴν Ἰατρικὴ σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ πᾶς καὶ στὸν γιατρό. Μόνο, θὰ ἱεραρχήσεις τὰ πράγματα. Πρῶτα ὁ Θεὸς καὶ μετὰ ἡ Ἰατρική. Ὅπως μᾶς συμβουλεύει καὶ τὸ βιβλίο τῆς Σοφίας Σειράχ, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως.
Παρατηροῦμε ἕνα σημαντικὸ σημεῖον. Αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἤδη σᾶς ἀνέφερα. Σημειώνει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς ὅτι «γνοὺς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πολὺν χρόνον ἔχει». Ἐγνώριζε ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἔχει πολὺν καιρὸ ἐκεῖ εἰς τίς πέντε στοὲς παρὰ τὴν λίμνην, δηλαδὴ τὴν δεξαμενή. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἀσθένεια τοῦ παραλύτου, δὲν εἶχε διαφύγει τῆς γνώσεως καὶ προσοχῆς τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶχε διαφύγει. Τότε ἡ ἀσθένεια τοῦ ἀνθρώπου θὰ εἶχε παιδαγωγικὸ χαρακτῆρα. Εἶμαι ἄρρωστος γιὰ νὰ παιδαγωγηθῶ. Ζοῦσε ὁ νέος αὐτός... ἦταν 38 χρόνια παράλυτος. Πρέπει νὰ τὸν λογαριάσομε καμιὰ ἑξηνταριὰ χρονῶ ἄνθρωπο. Ἔζησε ἔκφυλη ζωή, ἄσωτη ζωή, μέχρι παραλυσίας.
Ἔτσι, βλέπομε, ἔχει παιδαγωγικὸ χαρακτῆρα ἡ ἀρρώστια. Κάτσε ἐκεῖ, νὰ ᾿ρθει τὸ μυαλό, νὰ καταλάβεις. Αὐτὸ θὰ πεῖ παιδαγωγικὸ χαρακτῆρα. Πάλι γιὰ τὸν ἄνθρωπο, γιὰ τὴ σωτηρία του. Ἰδιαιτέρως αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ προσέξομε. Πολὺ πρέπει νὰ τὸ προσέξομε. Λέγει ὁ Θεός, στὸ Δευτερονόμιο: «Πατάξω κἀγὼ ἰάσομαι». «Ἐγὼ θὰ χτυπήσω, Ἐγὼ θὰ θεραπεύσω».
Πρέπει σὲ μία ἀσθένειά μας νὰ ἀναζητοῦμε μήπως κάπου προσκρούομε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Βέβαια κάθε ἀσθένεια δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς παραβάσεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι γνωστό. Καὶ μάρτυς ἡ Γραφή, ἂν τὸ θέλετε. Ὁ Ἰὼβ περιέπεσε σὲ ἐκείνη τὴν ἄφατη περιπέτεια, χωρὶς νὰ εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πλήρωνε τίς ἁμαρτίες του. Διότι δὲν μποροῦσε νὰ δεῖ τὸ παρασκήνιο· ποὺ πῆγε ὁ διάβολος καὶ ζήτησε κ.τ.λ. κ.τ.λ. τὴν ἱστορία τὴν ξέρετε, γιὰ νὰ μὴν ἀργῷ περισσότερο. Ἔτσι σήμερα ἐμεῖς πολλὰ πράγματα γνωρίζομε. Ὅπως καὶ τὴν ἱστορία τοῦ Ἰὼβ τὴ γνωρίζομε. Ὁ Ἰὼβ ὅμως δὲν ἐγνώριζε γιατί ἔγινε λεπρός, ἔχασε τὰ παιδιά του, ἄφατη δυστυχία, ἄφατη δυστυχία! Καὶ σήμερα εἶναι τὸ ὑπόδειγμα τῆς ὑπομονῆς. Καὶ μάλιστα, ἂν τὸ θέλετε, εἶναι καὶ τύπος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὅμως τὸ ἴδιο συνέβῃ καὶ μὲ τὸν Τωβίτ. Δὲν θὰ ἐξιστορήσω περισσότερα. Ἢ ἐκεῖνος ὁ ἐκ γενετῆς τυφλός. Ρωτοῦν οἱ μαθηταί: «Κύριε, ποιός ἁμάρτησε; (Γιατί ἔτσι λέγαν οἱ Ἑβραῖοι. Ὅτι μποροῦσε νὰ εἶχε ἁμαρτήσει ὁπωσδήποτε κάποιος). Οἱ γονεῖς του ἢ αὐτός; Μὰ ἀφοῦ γεννήθηκε τυφλός; Πότε θὰ προλάβαινε νὰ ἁμαρτήσει;». Καὶ ὁ Κύριος εἶπε: «Οὔτε αὐτὸς ἁμάρτησε, οὔτε οἱ γονεῖς του, ἀλλὰ αὐτὸ ἦτο γιὰ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ». Μποροῦσε νὰ ὑπηρετήσει, λοιπόν, τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὅπως καὶ ὑπηρέτησε. Καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἠκολούθησε τὸν Χριστόν, ἔγινε Χριστιανός. Ὁρίστε. Ὁρίστε. Πάντως τὸ θέμα εἶναι ὅτι ἔχομε πάρα πολλὲς περιπτώσεις, οἱ ὁποῖες δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα ἁμαρτιῶν. Ὁ Θεὸς ξέρει. Πάντως μὲ ὅλες αὐτὲς τίς περιπτώσεις ἕνα κέρδος ἔχομε: τὴν παιδαγωγία τοῦ λαοῦ.
Ἀγαπητοί, στὴν ἱστορία τοῦ Ἰσραὴλ πάντοτε ἀκολουθεῖται τοῦτο τὸ σχῆμα: Ἀποστασία-τιμωρία-μετάνοια-σωτηρία. Καὶ αὐτὸ τὸ σχῆμα δὲν εἶναι μόνον γιὰ ἕναν λαό. Εἶναι καὶ γιὰ κάθε πρόσωπο. Καὶ γιὰ κάθε πρόσωπο, σᾶς τὸ ξαναλέγω. Ὁ Θεὸς παιδαγωγεῖ γιὰ νὰ μᾶς σώσει. Πῶς θὰ σᾶς φαινόταν ὅταν ὁ Θεὸς ἀφήνει τὸν λαό Του νὰ μείνει στὴν ἔρημο 40 ὁλόκληρα χρόνια! Ἦταν ὑπόθεσις ὀλίγων ἡμερῶν. Περνῶντας ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ σήμερα εἶναι τὸ Σουέζ, νὰ περάσει ὁ λαὸς καὶ νὰ πάει στὴ γῆ Χαναάν. Γιατί ἄφησε ὁ Θεὸς τὸν λαὸ Τοῦ 40 χρόνια; Γιὰ νὰ τὸν παιδαγωγήσει. Ἡ ἔρημος ἦταν αἰχμηρά. Ἡ ἔρημος ἦταν περιπέτεια. Κι ὅμως ἀφήνει ἐκεῖ 40 χρόνια τὸν λαό Του, γιὰ νὰ παιδαγωγηθεῖ.
Μὴν λησμονοῦμε ἐκεῖνον τὸν γραφικὸν λόγον, ποὺ λέει στὴν πρὸς Ἑβραίους ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ὁ Θεὸς ὑμῖν ὡς υἱοῖς διαλέγεται· υἱέ μου, μὴ ὀλιγώρει παιδείας Κυρίου (δηλαδή: μὴν ἀποφεύγεις τὴν παιδαγωγία τοῦ Κυρίου), μηδὲ ἐκλύου ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐλεγχόμενος (:οὔτε νὰ ἀποκάμνεις καὶ νὰ ἀγανακτεῖς ὅταν ἐλέγχεσαι ἀπὸ τὸν Κύριον). Ὅν γὰρ ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει». Δηλαδή: «Παιδαγωγεῖ ἐκεῖνον ποὺ ἀγαπᾷ ὁ Κύριος, τὸν παιδαγωγεῖ». «Μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται - Δὲν θὰ πάω νὰ δείρω τὸ παιδὶ τοῦ γείτονα, ὅταν..., ὅταν... Θὰ δείρω τὸ δικό μου τὸ παιδί. Γιατί ἐγὼ παραδέχομαι ποιό εἶναι τὸ παιδὶ μου- «Μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται· ἐπὶ τὸ συμφέρον». Κι αὐτὸ πάντα γιὰ κάποιο συμφέρον. Ποιό εἶναι αὐτὸ τὸ συμφέρον; Ἀκούσατέ το: «Εἰς τὸ μεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ». Γιὰ νὰ γίνομε μέτοχοι τῆς ἁγιότητος τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
ψηφιοποίηση καὶ ἐπιμέλεια τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
• https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p athanasios/omiliai kyriakvn/omiliai kyriakvn 834.mp3