Επιστολή του πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση
Ομότιμου Καθηγητή Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
“…Η πρώτη μου σύσταση, ώστε να καταπαύσουν οι ανησυχίες και οι αμφιταλαντεύσεις, προτείνει να μη δίνετε σημασία ούτε να ακούτε, τι λέγει ο εν λόγω κληρικός…”
Η παρούσα επιστολή του π. Θεοδώρου Ζήση προς τον π. Κλαούντιο Μπούζα και τους συν αυτώ Κληρικούς και λαϊκούς της Εκκλησίας της Ρουμανίας αποτελεί την ορθόδοξη αντίδραση στον σκανδαλισμό που προκάλεσε με την παρουσία του και τα οικουμενιστικά κηρύγματά του στην Ρουμανία ο π. Ελπίδιος Βαγιαννάκης, ιερέας της Ι.Μ. Ρόδου.
Πρωτοπρεσβύτερος
Αἰδεσιμολογιώτατον
π. Claudiu Buză
καί τούς σύν αὐτῷ Κληρικούς καί λαϊκούς
Εἰς Ρουμανίαν
Ἐν Θεσσαλονίκῃ τῇ 9ῃ Αὐγούστου 2023
Σεβαστοί καί ἀγαπητοί Πατέρες καί ἀδελφοί,
Εὐλογεῖτε,
Ἔλαβα τό κείμενό σας – ἐπιστολή, μέ τό ὁποῖο ἐκφράζετε τήν ἀνησυχία σας γιά ὅσα ὁ Ἕλληνας ἀρχιμανδρίτης π. Ἐλπίδιος Βαγιαννάκης διδάσκει, εὑρισκόμενος στήν Ρουμανία, μέ συνέπεια μέρος τοῦ ποιμνίου, καί μάλιστα ἀπό τόν εὐλογημένο χῶρο τῆς Ἀποτείχισης, νά ταράσσεται καί ταλαντεύεται.
Ἡ πρώτη μου σύσταση, ὥστε νά καταπαύσουν οἱ ἀνησυχίες καί οἱ ἀμφιταλαντεύσεις, προτείνει νά μή δίνετε σημασία οὔτε νά ἀκοῦτε, τί λέγει ὁ ἐν λόγῳ κληρικός, ὅπως δέν θά ἀκούγατε ἕναν Ρουμάνο οἰκουμενιστή ἤ κρυπτο-οικουμενιστή, πού δέν ἀνήκει σέ ὅσους ἀγωνιζόμαστε καί ἀνησυχοῦμε γιά τήν Ἁγία Ὀρθοδοξία. Ὁ π. Ἐλπίδιος εἶναι κληρικός τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ὡς ἐφημέριος ἀνήκει στήν Ἱερά Μητρόπολη Ρόδου, ἡ ὁποία βρίσκεται στήν δικαιοδοσία τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως. Ὁ μητροπολίτης Ρόδου Κύριλλος ὄχι μόνο μνημονεύει τόν πατριάρχη Βαρθολομαῖο, ἀρχηγό τῶν Οἰκουμενιστῶν, ἀλλά συμφωνεῖ καί συμπράττει στά οἰκουμενιστικά του ἀνοίγματα. Καί ὁ π. Ἐλπίδιος μνημονεύει μετά χαρᾶς καί ἀδιαμαρτύρητα τόν μητροπολίτη του. Ἀκολουθεῖ εἰς ὅλα τήν οἰκουμενιστική γραμμή τοῦ Βαρθολομαίου.
Ἐπί πολλές δεκαετίες ἀγωνιζόμαστε στήν Ἑλλάδα οἱ ἀντιοικουμενιστές μέ ἡμερίδες, συμπόσια, δημοσιεύματα ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πρίν καί μετά ἀπό τήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης. Χιλιάδες κληρικοί, μοναχοί καί λαϊκοί ἔχουμε ὑπογράψει κείμενα ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τῶν ἐνεργειῶν τοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου. Εἰς ὅλα αὐτά ὁ π. Ἐλπίδιος εἶναι ἀπών, σιωπᾶ. Γι΄ αὐτό καί, ὅπως μοῦ γράφετε, ἀποφεύγει νά ἀπαντήσει, ὅταν τοῦ ὑποβάλλουν ἐρωτήματα γιά τά τρέχοντα οἰκουμενιστικά θέματα. Ἡ σιωπή ὅμως σημαίνει συγκατάθεση καί συμφωνία, ὅπως ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι, ἤ τοὐλάχιστον δειλία, ὄχι πάντως ὁμολογία καί ἀνδρεία. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς μάλιστα λέγει ὅτι ὅσοι σιωποῦν καί δέν ὁμιλοῦν, ὅταν κινδυνεύει ἡ Ὀρθοδοξία, ἀνήκουν στό τρίτο εἶδος τῆς ἀθεΐας. Στό πρῶτο εἶδος ἀνήκουν οἱ ἄπιστοι καί οἱ ἄθεοι· στό δεύτερο οἱ αἱρετικοί, πού ἀλλοιώνουν τήν πίστη στόν Θεό, καί στό τρίτο ὅσοι ἐνισχύουν μέ τήν σιωπή τους καί ἀφήνουν ἀνεμπόδιστα νά ἁπλώνονται τά δύο πρῶτα εἴδη τῆς ἀθεΐας1. Εἶναι πάμπολλες οἱ ἁγιογραφικές καί πατερικές μαρτυρίες γιά τήν ὑποχρέωση νά ὁμολογοῦμε καί νά ἐλέγχουμε, ὅταν κινδυνεύει ἡ Ὀρθοδοξία, «ὅταν Θεός ᾖ τό κινδυνευόμενον». Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες καί οἱ Ἅγιοι Ὁμολογητές εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἔμπρακτη μαρτυρία. Παραθέτω μόνον μία μαρτυρία τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου: «Ἐντολή γάρ Κυρίου μή σιωπᾶν ἐν καιρῷ κινδυνευούσης Πίστεως. Λάλει, γάρ, φησί καί μή σιώπα … Ὥστε, ὅτε περί πίστεως ὁ λόγος, οὐκ ἔστιν εἰπεῖν, Ἐγώ τίς εἰμι; Ἱερεύς; Ἀλλ’ οὐδαμοῦ. Ἄρχων; Καί οὐδ’ οὕτως. Στρατιώτης; Καί ποῦ; Γεωργός; Καί οὐδ’ αὐτό τοῦτο. Πένης, μόνον τήν ἐφήμερον τροφήν ποριζόμενος. Οὐδείς μοι λόγος καί φροντίς περί τοῦ προκειμένου. Οὐά, οἱ λίθοι κράξουσι, καί σύ σιωπηλός καί ἄφροντις;»2. Δηλαδή, μέ ἁπλᾶ λόγια: «Εἶναι ἐντολή τοῦ Κυρίου νά μή σιωποῦμε, ὅταν κινδυνεύει ἡ Πίστη. Διότι λέγει [ἡ Ἁγία Γραφή] “Νά ὁμιλεῖς καί νά μή σιωπᾶς” [Πράξ. 18, 9] … Ὅταν γίνεται λόγος γιά τήν Πίστη, δέν μπορεῖς νά πεῖς, “Ἐγώ ποιός εἶμαι; Δέν εἶμαι Ἱερεύς, οὔτε ἄρχοντας, οὔτε στρατώτης, οὔτε γεωργός. Εἶμαι ἕνας πτωχός ἄνθρωπος πού βγάζει τό ψωμί τῆς ἡμέρας. Γι’ αὐτό δέν μοῦ πέφτει λόγος γιά τό θέμα αὐτό”. Ἀλλοίμονο, οἱ πέτρες θά φωνάξουν καί σύ μένεις σιωπηλός καί ἀδιάφορος;».
Ἡ γνώμη τοῦ π. Ἐλπιδίου ὅτι οἱ περισσότεροι ἱεράρχες εἶναι καλοί καί λάμπουν σἀν ἀστέρια καί ὅτι εἶναι λίγοι αὐτοί πού ἀποκλίνουν ἀπό τήν Πίστη ἴσχυε γιά ἀρκετές δεκαετίες ἐνωρίτερα, ὅταν δἐν εἶχε ἐπικρατήσει ὁ Οἰκουμενισμός, τώρα μάλιστα μέ συνοδική ἐπικύρωση στήν Κρήτη (2016), καί δέν εἶχαν εἰσαχθῆ πολλές ἄλλες καινοτομίες. Τώρα ἰσχύει τό ἀντίθετο· οἱ περισσότεροι ἱεράρχες καί σχεδόν ὅλοι οἱ Προκαθήμενοι (πατριάρχες, ἀρχιεπίσκοποι) εἶναι οἰκουμενιστές. Ἐλάχιστοι εἶναι οἱ Ὀρθόδοξοι, καί ἀπό αὐτούς εἶναι μετρημένοι οἱ ὁμολογητές καί ἀνδρεῖοι. Γιά τόν λόγο αὐτό ὅσοι δέν ὑπακούουν εἰς τούς αἱρετίζοντες ἐπισκόπους καί ὑποστηρίζουν τίς ἀλήθειες τῆς Πίστεως, αὐτοί ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία, διότι ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει ἐκεῖ πού ὑπάρχει ἡ Ἀλήθεια, ὅπως ὑποστηρίζουν ὁμόφωνα ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ Πατερική Παράδοση. Ὅπου δέν ὑπάρχει ἡ ἀλήθεια, ἀλλά ἡ πλάνη καί ἡ αἵρεση, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία. Ὅσοι διακόπτουν τήν μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ αἱρετίζοντος ἐπισκόπου, δέν βγαίνουν ἀπό τήν Ἐκκλησία, οὔτε προκαλοῦν σχίσμα, ἀλλά γλυτώνουν τήν Ἐκκλησία ἀπό τά σχίσματα καί τίς διαιρέσεις, ὅπως ὁρίζει ὁ 15ος Κανόνας τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου (861 μ.Χ.) ἐπί Μεγάλου Φωτίου. Αὐτά τά ἀναπτύξαμε καί σέ μικρό βιβλίο πού γράψαμε μέ τίτλο «Δέν εἶναι σχίσμα ἡ Ἀποτείχιση. Ὀφειλόμενες ἐξηγήσεις»3(Θεσσαλονίκη 20232). Τό βιβλιαράκι ἔχει μεταφρασθεῖ καί στά ρουμανικά4. Παραθέτουμε μόνον τήν σχετική γνώμη τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ: «Οἱ τῆς Χριστοῦ Ἐκκλησίας τῆς ἀληθείας εἰσί· καί οἱ μή τῆς ἀληθείας ὄντες οὐδέ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας εἰσί»5. Μέ ἁπλᾶ λόγια· ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται ἐκεῖ πού εἶναι ἡ ἀλήθεια· ὅσοι δέν εἶναι μέ τήν ἀλήθεια εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας.
Πολλοί κληρικοί, ἀλλά καί λαϊκοί, γιά νά δικαιολογήσουν τήν ἀπραξία τους καταφεύγουν στίς προφητεῖες καί στήν ἐσχατολογία, λησμονώντας ὅτι, ἐκτός τοῦ ὅτι κανένας δέν γνωρίζει πότε ἀκριβῶς θά ἔλθουν τά ἔσχατα, κατά τήν ἀψευδῆ διδασκαλία τοῦ Κυρίου6, ἡ ὁμολογία τῆς ὀρθῆς Πίστεως, τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶναι ἀπαραίτητος ὅρος τῆς σωτηρίας7. Ἡ συνεργία ἐπίσης τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν Θεία Χάρη εἶναι βασικό δόγμα τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας, ἀντίθετα μέ τόν «ἀπόλυτο προορισμό» τοῦ Προτεσταντισμοῦ.
Ὀρθῶς ἐπισημαίνετε στήν ἐπιστολή σας καί μερικές ἄλλες παρεκκλίσεις τοῦ π. Ἐλπιδίου ἀπό τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ὅπως ἡ γνώμη του γιά τά δέκα (καί ὄχι ἐννέα, κατά τήν ἐκκλησιαστική διδασκαλία) ἀγγελικά τάγματα καί γιά τήν ἀντικατάσταση τῆς ἡσυχαστικῆς προσευχῆς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν», μέ τήν προσευχή «Ἰησοῦ, Σ’ ἀγαπῶ». Ἐντάσσονται καί αὐτά στήν ἀγνόηση καί περιφρόνηση τῆς Πατερικῆς Παραδόσεως, ὅπως συνιστᾶ τό αἱρετικό κίνημα τῆς «Μεταπατερικῆς Θεολογίας», πού ἐξαπλώνεται στόν ὀρθόδοξο χῶρο ἀπό προτεσταντική ἐπίδραση, μέ κύριο διαμορφωτή τήν «Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος τοῦ Βόλου. Τήν ἡσυχαστική εὐχή τήν ἐδίδαξαν καί τήν ἐφήρμοσαν μεγάλοι Ἅγιοι Πατέρες, μέ πολύ μεγάλα πνευματικά ἀποτελέσματα, καί εἶναι λυπηρό νά τολμᾶ ὁ π. Ἐλπίδιος νά ἀκυρώσει τήν διδασκαλία τους. Δέν πρόκειται ἐδῶ νά παρουσιάσω τήν σπουδαιότητα καί τήν δύναμη πού ἔχει κάθε λέξη αὐτῆς τῆς θεοδίδακτης καί πατροπαράδοτης εὐχῆς, θά ὑπενθυμίσω μόνον, ὅτι παραπέμπει στό παράδειγμα τῆς ταπεινῆς προσευχῆς τοῦ δικαιωθέντος Τελώνη «ὁ Θεός ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18, 13), ἐνῷ ἡ προτεινόμενη ἀπό τόν π. Ἐλπίδιο «Ἰησοῦ Σ’ ἀγαπῶ» ὑπενθυμίζει τήν ὑπερήφανη προσευχή τοῦ Φαρισαίου, πού πρόβαλλε τίς ἀρετές του, διότι καί μέ αὐτήν ὁ προσευχόμενος δέν ζητάει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἐγωϊστικά προβάλλει τήν ἀγάπη του πρός τόν Ἰησοῦν.
Μέ αὐτά τά ὀλίγα ἐκφράζω τήν ἀδελφική μου ἀγάπη, ἀλλά καί τήν χαρά καί τόν ἔπαινο, γιά τήν ποιμαντική σας ἐγρήγορση καί τήν καλή σας ἀνησυχία.
Μετά τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἀγάπης καί θερμῶν εὐχῶν,
† πρ. Θεόδωρος Ζήσης1. Πρός τόν εὐλαβέστατον ἐν Μοναχοῖς κύρ Διονύσιον 5, εἰς Γρηγορίου Παλαμᾶ Συγγράμματα, ἔκδ. Π. Χρήστου, τόμ. 2, Θεσσαλονίκη 1966, σελ. 482.
2. Ἐπιστολή 81, PG 99, 1321.
3. Θεσσαλονίκη 20232, ἐκδόσεις «Τό Παλίμψηστον».
4. Protopresbiter Theodoros Zisis, Îngrădirea nu este schismă. Lămuriri datorate, traducere din neograecă de Emanuel Dumitru, ASMI-B, Suceava 2018.
5. Ἀναίρεσις Γράμματος Ἰγνατίου Ἀντιοχείας 3, εἰς Γρηγορίου Παλαμᾶ Συγγράμματα, ἔκδ. Π. Χρήστου, τόμ. 2, Θεσσαλονίκη 1966, σελ. 627.
6. Ματθ. 24, 36: «Περί δέ τῆς ἡμέρας ἐκείνης καί ὥρας οὐδείς οἶδεν, οὐδέ οἱ ἄγγελοι τῶν οὐρανῶν, εἰ μή ὁ Πατήρ μου μόνος».
7. Ματθ. 10, 32.