Δευτέρα 19 Μαΐου 2025

Α­ΝΑ­ΜΝΗ­ΣΕΙΣ Α­ΠΟ ΤΗΝ ΤΥ­ΧΗ ΤΩΝ ΕΛ­ΛΗ­ΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΙ­ΚΡΑΣ Α­ΣΙΑΣ 1914-1923




Αντγου Πα­να­γιώ­τη Κων­στα­ντό­πουλου

Διευ­θυ­ντή της Διεύ­θυν­σης Ι­στο­ρί­ας Στρα­τού του ΓΕΣ

Α­ΝΑ­ΜΝΗ­ΣΕΙΣ Α­ΠΟ ΤΗΝ ΤΥ­ΧΗ ΤΩΝ ΕΛ­ΛΗ­ΝΩΝ
ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΙ­ΚΡΑΣ Α­ΣΙΑΣ 1914-1923

Με α­φορ­μή τις εκ­δη­λώ­σεις για την α­να­γνώ­ρι­ση της γε­νο­κτο­νί­ας των Αρ­με­νί­ων δη­μο­σιεύθη­καν πρό­σφα­τα πολ­λά άρ­θρα που α­να­φέ­ρο­νταν στη σφα­γή 1,5 ε­κα­τομ­μυ­ρί­ου Αρ­με­νί­ων α­πό τους Τούρ­κους την πε­ρί­ο­δο 1914 έ­ως και 1917, συ­νο­δευό­με­να α­πό πολ­λά φωτο­γρα­φι­κά ντο­κου­μέ­ντα.

Στην α­διά­ψευ­στη αυ­τή, κά­θε φο­ρά, πα­ρου­σί­α­ση ι­στο­ρι­κών ντο­κου­μέ­ντων για τις σφα­γές των Αρ­με­νί­ων, έ­χω την ά­πο­ψη ό­τι πρέ­πει να ε­πι­ση­μαί­νε­ται με τη μορφή, έ­στω και της α­πλής υ­πό­μνη­σης, η ί­δια συ­μπε­ρι­φο­ρά των Τούρ­κων, οι ο­ποί­οι ε­πε­φύ­λα­ξαν την ί­δια τύ­χη και στους Έλ­λη­νες.

Το άρ­θρο μου αυ­τό α­πο­τε­λεί μια α­πλή υ­πό­μνη­ση των ό­σων συ­νέ­βη­σαν τό­τε, α­ναφέ­ρε­ται σε πραγ­μα­τι­κά γε­γο­νό­τα και πα­ρου­σιά­ζει, με τεκ­μη­ριω­μέ­να στοι­χεί­α, τη συ­γκε­κρι­μέ­νη συ­μπε­ρι­φο­ρά που ε­πέ­δει­ξαν οι Τούρ­κοι στον Ελ­λη­νι­σμό της Μ. Α­σί­ας και του Πό­ντου την πε­ρί­ο­δο 1914 – 1917 και 1919 – 1923, ό­που 600.000 και πλέ­ον Έλ­λη­νες σφα­γιά­στη­καν, πέ­θα­ναν και ε­ξα­φα­νί­σθη­καν στις πε­ρί­φη­μες ε­κεί­νες πο­ρείες «των ταγ­μά­των ερ­γα­σί­ας» χι­λιά­δων αν­θρώ­πων (αν­δρών, γυ­ναι­κών, νέ­ων, γε­ρό­ντων, μι­κρών παι­διών πά­σης η­λι­κί­ας και φύ­λου) προς το που­θε­νά, σα­τα­νι­κής ε­πι­νό­η­σης των τουρ­κι­κών αρ­χών.

Οι διωγ­μοί των Ελ­λή­νων έ­γι­ναν πα­ράλ­λη­λα με τους διωγ­μούς των Αρ­με­νί­ων, εκδη­λώ­θη­καν αρ­χι­κά με τη μορ­φή σπο­ρα­δι­κών κρου­σμά­των βί­ας, κα­τα­στρο­φών, απε­λά­σε­ων και ε­κτο­πι­σμών. Φαι­νό­ταν σαν να προ­έρ­χο­νταν α­πό α­νεύ­θυ­να κυ­ρί­ως στοι­χεί­α. Α­πό την ά­νοι­ξη, ό­μως, του 1914 και έ­πει­τα έ­γι­ναν πιο συ­στη­μα­τι­κοί, πιο ορ­γα­νω­μέ­νοι και ε­κτε­τα­μέ­νοι και στρέ­φο­νταν τό­σο κα­τά των Ελ­λή­νων όσο και κα­τά των Αρ­με­νί­ων. Ε­μπνευ­στής και ε­γκέ­φα­λος αυ­τής της ε­πι­χεί­ρη­σης ή­ταν ο Μεχ­μέτ Τα­λα­άτ, Υ­πουρ­γός Ε­σω­τε­ρι­κών της Ο­θω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας.

Οι ε­ντο­λές δί­νο­νταν με τη μορ­φή «α­πορ­ρή­των» τη­λε­γρα­φη­μά­των προς ό­λους τους πο­λι­τι­κούς και στρα­τιω­τι­κούς διοι­κη­τές των δια­φό­ρων νο­μών, για την υλο­ποί­η­ση α­πο­φά­σε­ων κα­τά των «α­νε­πι­θύ­μη­των ε­θνο­τή­των», που λή­φθη­καν την 8η Μα­ΐ­ου 1914 σε σύ­σκε­ψη με τους συ­νερ­γά­τες του Εμ­βέρ, Τζε­μάλ, Νο­ρε­ντίν και άλ­λους η­γέ­τες των Νε­ο­τούρ­κων.

Έ­να α­πό τα τη­λε­γρα­φή­μα­τα αυ­τά, που βρή­κε και δη­μο­σί­ευ­σε η γαλ­λι­κή ε­φη­μερί­δα «Le Temps» στο φύλ­λο της 29ης Ιου­λί­ου 1916, έ­λε­γε τα ε­ξής:

«Γιλ­ντίζ 14-5-1914

Προς το Διοι­κη­τή Σμύρ­νης Ραχ­μή Μπέ­η.

Οι Έλ­λη­νες Ο­θω­μα­νοί υ­πή­κο­οι της πε­ρι­φέ­ρειάς σας α­πο­τε­λούν πλειο­νό­τη­τα, η ο­ποί­α δυ­να­τό να α­πο­βεί ε­πι­κίν­δυ­νη. Γε­νι­κό­τε­ρα, ό­λοι ό­σοι ζουν στα πα­ράλια της Μι­κράς Α­σί­ας, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων και αυ­τών της Νο­μαρ­χί­ας σας πρέπει να ε­ξα­να­γκα­στούν να με­τα­φερ­θούν στους νο­μούς Ερ­ζε­ρούμ, Ερ­ζι­γκιέν και αλ­λού. Τού­το ε­πι­βάλ­λουν πο­λι­τι­κοί και στρα­τιω­τι­κοί λό­γοι. Αν αρ­νη­θούν να εκ­κε­νώ­σουν τις πε­ριο­χές τους δώ­στε ο­δη­γί­ες σους Μου­σουλ­μά­νους α­δελ­φούς μας να τους ε­ξα­να­γκά­σουν με­τα­χει­ρι­ζό­με­νοι προς τού­το κά­θε μέ­σον και κά­θε εί­δους έ­κτρο­πα. Οι Έλ­λη­νες πρέ­πει α­κό­μα να υ­πο­χρε­ω­θούν να υ­πο­γρά­ψουν βε­βαί­ω­ση στην ο­ποί­α να φαί­νε­ται ό­τι δη­λώ­νουν ό­τι φεύ­γουν και ε­γκα­τα­λείπουν τις ε­στί­ες τους με δι­κή τους θέ­λη­ση και πρω­το­βου­λί­α. Η βε­βαί­ω­ση αυ­τή εί­ναι α­να­γκαί­α για να μη δη­μιουρ­γη­θούν αρ­γό­τε­ρα πο­λι­τι­κά ζη­τή­μα­τα.

Υ­πο­γρα­φές

Υ­πουρ­γός Ε­σω­τε­ρι­κών Τα­λα­άτ

Διευ­θυ­ντής Υ­πουρ­γεί­ου Ε­σω­τε­ρι­κών Χιλ­μή»

Στις 20 Ιου­λί­ου 1914 κη­ρύ­χθη­κε γενι­κή ε­πι­στρά­τευ­ση ό­λων των ε­θνών της Ο­θω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας και κλή­θηκαν οι η­λι­κί­ες α­πό 20 έ­ως 50 ε­τών. Ό­σοι δεν πα­ρου­σιά­στη­καν μέ­σα σε 11 η­μέ­ρες θε­ωρή­θη­καν λι­πο­τά­κτες και κα­τα­δι­κά­στη­καν σε θά­να­το.

Ό­σοι Χρι­στια­νοί πα­ρου­σιά­στη­καν, τους έ­στει­λαν στα πε­ρι­βό­η­τα τάγ­μα­τα εργα­σί­ας (α­με­λέ τα­μπου­ρού), τα ο­ποί­α στην πραγ­μα­τι­κότη­τα ή­ταν τάγ­μα­τα ε­ξό­ντω­σης.

Πολ­λοί Έλ­λη­νες δεν ά­ντε­ξαν τη ζω­ή στα τάγ­μα­τα ερ­γα­σί­ας και για να α­πο­φύγουν την ε­ξό­ντω­ση λι­πο­τά­κτη­σαν. Με α­φορ­μή τις α­νυ­πο­τα­ξί­ες στην υ­πο­χρε­ω­τική στρά­τευ­ση και τις λι­πο­τα­ξί­ες α­πό τα τάγ­μα­τα ερ­γα­σί­ας, οι Τούρ­κοι με απο­σπά­σμα­τα χω­ρο­φυ­λά­κων ορ­γά­νω­ναν ε­κτε­τα­μέ­νες έ­ρευ­νες σ` ό­λα τα ελ­λη­νι­κά χω­ριά ·έ­μπαι­ναν στα σπί­τια, άρ­πα­ζαν τα πράγ­μα­τα, α­τί­μα­ζαν τις γυ­ναί­κες, έκαι­γαν τα χω­ριά και ό­σους συ­νε­λάμ­βα­ναν, τους ε­κτε­λού­σαν μα­ζί με τους οικεί­ους τους, που τους έ­κρυ­βαν ή τους υ­πέ­θαλ­παν.

Σε έκ­θε­ση της Ελ­λη­νι­κής Πρε­σβεί­ας για την Κε­ρα­σού­ντα, με η­με­ρο­μη­νί­α 21 Α­πρι­λί­ου 1917, έ­χουν κα­τα­χω­ρη­θεί τα α­κό­λου­θα: «Με α­φορ­μή την α­νυ­πο­ταξί­α 300 φυ­γά­δων πυρ­πο­λή­θη­καν 88 ελ­λη­νι­κά χω­ριά α­πό το Δε­κέμ­βριο 1916 έ­ως το Φε­βρουά­ριο 1917. Οι κά­τοι­κοι των χω­ριών αυ­τών, α­νερ­χό­με­νοι σε 30.000 πε­ρί­που κα­τά το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος η­λι­κιω­μέ­νοι, γυ­ναί­κες και παι­διά (οι ά­ντρες εί­χαν βιαί­ως στρα­τευ­θεί στα τάγ­μα­τα ερ­γα­σί­ας) ε­κτο­πί­στη­καν βί­αια στο νο­μό Α­γκύ­ρας, μέ­σα σε δρι­μύ­τα­το χει­μώ­να, χω­ρίς να τους ε­πι­τρα­πεί να πα­ρα­λά­βουν ού­τε τα εν­δύ­μα­τά τους. Το έ­να τέ­ταρ­το α­πό αυ­τούς πέ­θα­νε κατά τη δια­δρο­μή α­πό τις κα­κου­χί­ες, την πεί­να και τη δί­ψα.

Στις 16 Ιου­λί­ου 1916, ο Γερ­μα­νός Πρό­ξε­νος στην Α­μι­σό, Kuckhoff με τη­λε­γρά­φη­μά του ε­νη­μέ­ρω­νε το Βε­ρο­λίνο : «Α­πό α­ξιό­πι­στες πη­γές ο­λό­κλη­ρος ο ελ­λη­νι­κός πλη­θυ­σμός της Σι­νώ­πης και της πα­ρα­λια­κής πε­ριο­χής της ε­παρ­χί­ας Κα­πα­μο­νής έ­χει ε­ξο­ριστεί και κα­τά το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος ε­ξο­λο­θρευ­τεί».

Στις 30 Νο­εμ­βρί­ου 1916 ο Αυ­στρια­κός υ­πο­πρό­ξε­νος Α­μι­σού, Kwiatkowski ε­νη­μέ­ρω­νε τον υ­πουρ­γό ε­ξω­τε­ρι­κών της χώ­ρας του, S. Baron Burian για τις πρό­σφα­τες α­πο­φά­σεις του μο­ντε­σερί­φη Α­μι­σού, Ρα­φέτ Μπέ­η : «… Στις 26 Νο­εμ­βρί­ου μου εί­πε ο Ρα­φέτ Μπέ­ης: τε­λι­κά με τους Έλ­λη­νες πρέ­πει να ξε­κα­θα­ρί­σου­με, ό­πως και με τους Αρ­μενί­ους….. Στις 28 Νο­ε μου εί­πε ο Ρα­φέτ Μπέ­η : πρέ­πει τώ­ρα να τε­λειώ­νου­με με τους Έλ­λη­νες. Έ­στει­λα σή­με­ρα στα πε­ρί­χω­ρα τα Τάγ­μα­τα για να σκο­τώ­σουν στο δρό­μο κά­θε Έλ­λη­να, που συ­να­ντούν»

Στις 7 Φε­βρουα­ρί­ου 1917, ο Μη­τρο­πο­λί­της Χαλ­δί­ας Λαυ­ρέ­ντιος έ­στειλε κα­ταγ­γε­λί­α στον Έλ­λη­να ε­πι­τε­τραμ­μέ­νο στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη και του έ­κα­νε γνω­στό ό­τι εκ­κε­νώ­θη­καν 38 χω­ριά της Μη­τρο­πό­λε­ως και 23.000 κά­τοι­κοι ε­κτοπί­στη­καν.

Στις 22 Ο­κτω­βρί­ου 1918, ο Γε­ρου­σια­στής Δα­μάν – Φε­ρι­ντ Πα­σάς (πρώ­ην Μέ­γας Βε­ζί­ρης), α­γο­ρεύ­ο­ντας στην ο­θω­μα­νι­κή Γε­ρου­σί­α εί­πε: «Η εκ­μη­δέ­νι­ση των Χρι­στια­νι­κών πλη­θυ­σμών ή­ταν α­συγ­χώ­ρη­το έ­γκλη­μα και πρέ­πει να α­πο­δο­θεί στο κο­μι­τά­το «Έ­νω­ση και Πρό­ο­δος» και ή­ταν έ­γκλη­μα, που δια­πρά­χθη­κε χωρίς κα­νέ­να λό­γο. Οι πλη­θυ­σμοί αυ­τοί δε με­τα­νά­στευαν με τη θέ­λη­σή τους, αλ­λά ε­ξα­να­γκά­στη­καν να φύ­γουν με την α­πει­λή και τη βί­α και ε­ξο­λο­θρεύ­τη­καν χωρίς οί­κτο».

Στο έ­κτα­κτο Στρα­το­δι­κεί­ο, που δί­κα­σε στις 8 Μαρ­τί­ου 1919 τους η­γέτες της Κυ­βέρ­νη­σης των Νε­ο­τούρ­κων για τα ε­γκλή­μα­τα κα­τά του χρι­στια­νι­κού πλη­θυ­σμού, ο Μου­στα­φά Κε­μάλ κα­τέ­θε­σε με­τα­ξύ άλ­λων:

«Οι πα­σά­δες που διέ­πρα­ξαν α­πε­ρί­γρα­πτα ε­γκλή­μα­τα, τέ­τοια που δεν μπο­ρεί να συλ­λά­βει η φα­ντα­σί­α του αν­θρώ­που, ε­γκα­θί­δρυ­σαν τυ­ραν­νι­κό κα­θε­στώς, οργά­νω­σαν ε­κτο­πί­σεις και σφα­γές, έ­κα­ψαν με πε­τρέ­λαιο βρέ­φη που α­κό­μα θή­λαζαν, βί­α­σαν γυ­ναί­κες και μι­κρά κο­ρί­τσια μπρο­στά στα μά­τια των γο­νιών τους, κα­τά­σχε­σαν πα­ρά­νο­μα κι­νη­τή και α­κί­νη­τη πε­ριου­σί­α, ε­ξό­ρι­σαν γυ­ναι­κό­παιδα, προ­έ­βη­σαν σε κά­θε εί­δους ω­μό­τη­τες, ε­πι­βί­βα­σαν σε πλοί­α χι­λιά­δες α­θώ­ους και τους πέ­τα­ξαν στη θά­λασ­σα…… Γε­γο­νό­τα που δεν έ­χουν προ­η­γού­με­νο στην Ι­στο­ρί­α ο­ποιου­δή­πο­τε λα­ού».

Ό­μως, α­πό το 1919 αρ­χί­ζει νέ­ος ά­γριος διωγ­μός κα­τά των Ελ­λή­νων ορ­γα­νω­μέ­νος πλέ­ον α­πό το Κε­μα­λι­κό κα­θε­στώς. Με τη βο­ή­θεια του νε­ο­τουρ­κι­κού κο­μι­τά­του συ­γκρο­τεί­ται η κε­μα­λι­κή μυ­στι­κή ορ­γά­νω­ση Mustafai Milliye, η ο­ποί­α κη­ρύσ­σει το μί­σος και ορ­γα­νώ­νει την ε­ξό­ντω­ση των Ελ­λή­νων. Μέ­λος της ορ­γά­νω­σης ή­ταν ο πε­ρι­βό­η­τος Το­πάλ Ο­σμάν. Για την ε­γκλη­μα­τι­κή του δρά­ση ο Γ. Βα­λα­βά­νης στο βι­βλί­ο του «Σύγ­χρο­νος Γε­νι­κή Ι­στο­ρί­α του Πό­ντου» . Γρά­φει : ..

«Τα θύ­μα­τα του Το­πάλ Ο­σμάν και των Τσέ­τη­δών του εις τον Πό­ντον και το ε­σωτε­ρι­κό μέ­χρι του Βα­λή- Κε­σέρ υ­πο­λο­γί­ζο­νται σε 70.000 πε­ρί­που.»

Α­πό τεκ­μη­ριω­μέ­να ι­στο­ρι­κά στοι­χεί­α και προ­σω­πι­κές μαρ­τυ­ρί­ες που πα­ραθέ­τω στη συ­νέ­χεια προ­κύ­πτει ό­τι οι Τούρ­κοι, υ­πο­χω­ρού­ντες στα βά­θη της Μ. Ασί­ας προ του προ­ε­λαύ­νο­ντος Ελ­λη­νι­κού Στρα­τού την πε­ρί­ο­δο 1919-1923, έ­σφα­ζαν ό­λους τους Έλ­λη­νες άν­δρες και πολ­λές φο­ρές με πρω­τό­γνω­ρη α­γριό­τη­τα και μα­νία· γε­νί­κευαν δε τις σφα­γές σ’ ό­λους τους Έλ­λη­νες, α­δια­κρί­τως φύ­λου και ηλι­κί­ας, ε­ρη­μώ­νο­ντας τα χω­ριά που ε­γκα­τέ­λει­παν και πριν αυ­τά πέ­σουν στα χέ­ρια του Ελ­λη­νι­κού Στρα­τού.

Για τις α­γριό­τη­τες των Τούρ­κων στη Νί­καια τον Αύ­γου­στο – Σε­πτέμ­βριο 1920, παρα­θέ­τω στη συ­νέ­χεια δύ­ο α­φη­γή­σεις αν­θρώ­πων που έ­ζη­σαν τα γε­γο­νό­τα και φωτο­γρα­φι­κό ντο­κου­μέ­ντο α­πό τις σφα­γές των α­θώ­ων Ελ­λή­νων, λί­γο πριν την είσο­δο του Ελ­λη­νι­κού Στρα­τού στην πό­λη.

Αρ­χεί­ο προ­φο­ρι­κής πα­ρά­δο­σης. Βι­θυ­νί­α, φάκ. 97, μαρ­τυ­ρί­α του Θω­μά Α­να­στα­σιάδη στον Ερ­μό­λα­ο Αν­δρε­ά­δη (1971):

«Ε­πί 75 μέ­ρες οι τσέ­τες εί­χαν μπλο­κά­ρει τον ελ­λη­νι­κό μα­χα­λά της Νί­καιας. Δεν μπο­ρού­σε να φύ­γει κα­νείς . εί­χαν βάλει σκο­πούς στις 4 πύ­λες που ο­δη­γούν έ­ξω α­πό την πό­λη. Ό­λη η Νί­καια ή­ταν περι­τει­χι­σμέ­νη. Στις 14 Αυ­γού­στου 1920, πα­ρα­μο­νή της Κοι­μή­σε­ως της Θε­ο­τό­κου, της γιορ­τής που πα­νη­γύ­ρι­ζε η εκ­κλη­σί­α μας, οι τσέ­τες μά­ζε­ψαν ό­λον τον ελ­λη­νικό πλη­θυ­σμό της Νι­καί­ας, 87 οι­κο­γέ­νειες, και τον ο­δή­γη­σαν έ­ξω α­πό το Λέ­φκε Κα­που­σού, α­να­το­λι­κά, στ’ α­μπέ­λια. Ε­κεί έ­σφα­ξαν ό­λους τους Έλ­λη­νες με γερ­μα­νι­κές ξι­φο­λόγ­χες. Τα πτώ­μα­τα τα πέ­τα­ξαν στη σπη­λιά και τα έ­κα­ψαν. Δεν σεβά­στη­καν και τον Οί­κο του Θε­ού, έ­κα­ναν ρη­μα­διό την εκ­κλη­σί­α. Βί­α­σαν γυ­ναίκες στην Α­γί­α Τρά­πε­ζα. Εί­κο­σι μέ­ρες με­τά τη σφα­γή μπή­κε ο ελ­λη­νι­κός στρα­τός, έ­μει­νε 3 μέ­ρες κι έ­φυ­γε. Δεν ε­φάρ­μο­σε α­ντί­ποι­να στους ντό­πιους Τούρ­κους, που δεν έ­φται­γαν σε τί­πο­τε».

Α­πό το προ­σω­πι­κό χει­ρό­γρα­φο η­με­ρο­λό­γιο του Στρτη Χα­ρά­λα­μπου Πλη­ζιώ­νη του 2ου Λ/30 ΣΠ/Ι­Ι ΜΠ : (Α­μέ­σως με­τά την εί­σο­δο του 30ού ΣΠ στη Νί­καια)

«Κυ­ρια­κή 20-9-1920. Πή­γα­με με­ρι­κοί βόλ­τα έ­ξω α­πό την Νί­καια για να ιδού­με τους σφαγ­μέ­νους χρι­στια­νούς, στον δρό­μο ε­βρεί­σκο­ντο κε­φά­λια σκορ­πι­σμέ­να, χέ­ρια και πό­δια, και άλ­λα διά­φο­ρα, να τα βλέ­πη κα­νείς και να τον πί­ανη ντε­λί­ριο, πα­ρα­κά­τω τρί­α πη­γά­δια γε­μά­τα έ­ως ε­πά­νω, και τέ­λος το σπή­λε­ον, ό­που ή­σαν στι­βαγ­μέ­να μέ­σα κά­που 400 κορ­μιά, σφαγ­μέ­να δια­φο­ρο­τρό­πως και πάσης η­λι­κί­ας, δεν ε­στα­θή­κα­με ού­τε λε­πτό, μας κα­τέ­βη­κε ζα­λά­δα, κό­ντε­ψε να σκάσο­με. Α­μέ­σως φύ­γα­με και πή­γα­με στην ελ­λη­νι­κήν συ­νοι­κί­αν, μια ε­ρη­μιά τρομα­κτι­κή, κα­τό­πιν ε­πή­γα­με στην εκ­κλη­σί­αν της α­γί­ας Σο­φί­ας, αρ­χαί­αν βυ­ζα­ντινήν, αλ­λά δεν ε­γνω­ρεί­ζε­το, ε­άν ή­το εκ­κλη­σί­α ή α­χη­ρώ­νας.».

Α­πό τη μα­νί­α των Τούρ­κων δεν ε­ξαι­ρέ­θη­καν και οι Έλ­λη­νες α­ξιωμα­τι­κοί και ο­πλί­τες – αιχ­μά­λω­τοι πο­λέ­μου της Μι­κρα­σια­τι­κής Κα­τα­στρο­φής, των ο­ποί­ων τον α­ριθ­μό η ελ­λη­νι­κή πλευ­ρά υ­πο­λό­γι­ζε σε 50.000, ε­νώ οι Τούρ­κοι παρα­δέ­χθη­καν την κρά­τη­ση 32.000 Ελ­λή­νων αιχ­μα­λώ­των. Α­πό αυ­τούς ε­πέ­ζη­σαν και παρα­δό­θη­καν στην Ελ­λά­δα μό­νο πε­ρί τους 15.000 άν­δρες.

Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πα­ρά­δειγ­μα του τρό­που ε­ξό­ντω­σης των Ελ­λή­νων αιχ­μα­λώ­των α­πο­τε­λεί το στρα­τό­πε­δο του ΟΥ­ΣΑΚ, στο ο­ποί­ο στοι­βά­χτη­καν 10.000 Έλ­λη­νες α­ξιωμα­τι­κοί και ο­πλί­τες – αιχ­μά­λω­τοι το Σε­πτέμ­βριο του 1923, ε­νώ το Σε­πτέμ­βριο του 1925 πα­ρα­δό­θη­καν 2.500 ως μό­νοι ε­πι­ζή­σα­ντες. Για τους υ­πο­λοί­πους α­φή­νω το Με­λέτιο Β. Μαρ­γα­ρί­τη α­πό τις Ε­ρυ­θρές Με­γα­ρί­δος, που έ­ζη­σε το μαρ­τύ­ριο της αιχ­μα­λω­σί­ας στο στρα­τό­πε­δο να α­φη­γη­θεί τα γε­γο­νό­τα, ό­πως τα έ­ζη­σε:

«Εις το στρα­τό­πε­δον του Ου­σάκ α­πέ­θνη­σκον κα­θη­με­ρι­νώς 50-60 α­πό εξαν­θη­μα­τι­κόν τύ­φον, δυ­σε­ντε­ρί­αν και τον χει­μώ­να α­πό κρυο­πα­γή­μα­τα. Μας υπο­χρέ­ω­ναν να τους βά­ζου­με α­νά δύ­ο εις τα φο­ρεί­α και να τους με­τα­φέ­ρω­μεν εις μι­κράν α­πό­στα­σιν προς Δυ­σμάς του Ου­σάκ. Ε­κεί τους α­δειά­ζα­μεν εις μί­αν χα­ρά­δραν βά­θους 3-4 μέ­τρων, ό­που ε­πή­γαι­ναν εις το βά­θος κα­τρα­κυ­λώ­ντας. Αλ­λά κα­τά τον Μάρ­τιον που ε­τε­λεί­ω­σεν ο χει­μώ­νας ε­μύ­ρι­ζαν τα α­πο­συ­ντε­θει­μέ­να πτώ­μα­τα των δυ­στυ­χι­σμέ­νων α­δελ­φών μας. Η δυ­σο­σμί­α έ­φθα­νε μέ­χρι του Ου­σάκ και οι Τούρ­κοι α­ντι­λη­φθέ­ντες ό­τι υ­πήρ­χε κίν­δυ­νος χο­λέ­ρας μας ε­πή­γαι­ναν κα­θη­με­ρι­νώς και μα­ζεύ­α­μεν ό,τι τα όρ­νε­α εί­χαν α­φή­σει. Αλ­λά πώς να τα θά­ψωμεν; Ού­τε σκα­πά­ναι ού­τε πτύ­α υ­πήρ­χαν. Μό­νον ξύ­λι­να και δεν η­μπο­ρού­σα­μεν να βγά­λω­μεν το χώ­μα. Μας ε­κτυ­πού­σαν με βούρ­δου­λα, έ­νας ι­δί­ως, ο­νό­μα­τι Σου­λε­ϋμάν τσα­ούς, που ή­το η τί­γρις του στρα­το­πέ­δου, διό­τι δεν ε­σκε­πά­ζο­μεν κα­λά τα λεί­ψα­να των α­δελ­φών μας. Τα όρ­νε­α ε­κά­θη­ντο εις τα χεί­λη της χα­ρά­δρας και ε­πε­ρί­με­ναν και άλ­λα πτώ­μα­τα».

Α­ντί­θε­τα, ό­πως προ­κύ­πτει α­πό τα ε­πί­ση­μα αρ­χεί­α, αλ­λά και τις προ­σω­πι­κές μαρ­τυ­ρί­ες Τούρ­κων αιχ­μα­λώ­των, οι ελ­λη­νι­κές αρ­χές συ­μπε­ρι­φέρ­θη­καν στους Τούρ­κους αιχ­μα­λώ­τους της πε­ριό­δου 1920 – 1923, με τρό­πο ά­ψο­γο και σύμφω­να με τους διε­θνείς κα­νό­νες, με α­πο­τέ­λε­σμα ό­λοι οι αιχ­μά­λω­τοι να ε­πιστρέ­ψουν στην Τουρ­κί­α. Συ­γκε­κρι­μέ­να α­πό 9.753 α­ξιω­μα­τι­κούς και ο­πλί­τες Τούρ­κους αιχ­μα­λώ­τους, που πε­ρι­λαμ­βά­νο­νταν στους κα­τα­λό­γους που κα­τα­τέ­θη­καν στη Λο­ζάν­νη πα­ρα­δό­θη­καν α­πό τις ελ­λη­νι­κές στις τουρ­κι­κές αρ­χές 9.748 Τούρ­κοι αιχ­μά­λω­τοι σε ά­ρι­στη κα­τά­στα­ση.

Ο ό­ρος «Αιχ­μά­λω­τος Πο­λέ­μου», ό­πως έ­χει κα­θιε­ρω­θεί διε­θνώς, α­φο­ρά το στρα­τιω­τι­κό προ­σω­πι­κό που συλ­λαμ­βά­νε­ται στο πε­δί­ο της Μά­χης. Η κε­μα­λι­κή Τουρ­κί­α, πέ­ρα α­πό τους στρα­τιω­τι­κούς, κα­θιέ­ρω­σε ε­κεί­νη την πε­ρί­ο­δο και μια άλ­λη κα­τη­γο­ρί­α «αιχ­μα­λώ­των πο­λέ­μου», δη­λα­δή τον ά­μα­χο πλη­θυ­σμό, αρ­σε­νι­κού φύ­λου α­πό 18 έ­ως 45 ε­τών, που βά­σει σχε­δί­ου συ­νέ­λα­βε με­τά την 12-9-1922, και τους ο­ποί­ους, α­φού τους ε­νέ­τα­ξε στα ε­πο­νο­μα­ζό­με­να «Τάγ­μα­τα ερ­γα­σί­ας», τους ο­δή­γη­σε στο ε­σω­τε­ρι­κό της Τουρ­κί­ας και με σα­τα­νι­κής έ­μπνευ­σης τρό­πο, τους ε­ξα­φάνι­σε. Το μέ­τρο αυ­τό αρ­γό­τε­ρα το ε­πέ­κτει­νε σ’ ο­λό­κλη­ρο τον πλη­θυ­σμό, τον οποί­ο συ­γκέ­ντρω­νε κα­τά χι­λιά­δες, τον πε­ριέ­φε­ρε στις α­τέ­λειω­τες ε­κεί­νες, βάσει σχε­δί­ου, α­πάν­θρω­πες πο­ρεί­ες στο ε­σω­τε­ρι­κό της Τουρ­κί­ας, μέ­χρι πλή­ρους ε­ξα­ντλή­σε­ως και ε­ξο­ντώ­σε­ως. Πε­ρι­γρα­φές του τρό­που που έ­δρα­σαν οι τουρ­κι­κές αρ­χές και οι Τούρ­κοι συ­νο­δοί των ταγ­μά­των ερ­γα­σί­ας, εκ­φεύ­γουν των ορί­ων και της πιο νο­ση­ρής φα­ντα­σί­ας των αν­θρώ­πων.

Ε­κτε­λέ­σεις, βια­σμοί γυναι­κών και αν­δρών, ε­ξα­φα­νί­σεις, αρ­ρώ­στιες, υ­πο­βο­λή στο μαρ­τύ­ριο της πεί­νας, της δί­ψας, της ε­ξα­θλί­ω­σης, της γύ­μνιας, της α­ϋ­πνί­ας και της δυ­στυ­χί­ας, σε συν­δυα­σμό με τις συ­νε­χείς πο­ρεί­ες και τις με­θο­δευ­μέ­νες πε­ρι­πλα­νή­σεις στο ε­σω­τε­ρι­κό της Τουρ­κί­ας, ή­ταν η συ­νή­θης μέ­θο­δος που ε­φάρ­μο­ζαν οι τουρ­κι­κές αρ­χές, μέ­χρις ό­του να ε­ξο­λο­θρεύ­σουν το σύ­νο­λο των δυ­στυ­χι­σμέ­νων αυτών Ελ­λή­νων. Ο α­ριθ­μός των συλ­λη­φθέ­ντων ου­δέ­πο­τε ε­ξα­κρι­βώ­θη­κε. Ή­ταν, ό­μως, ε­ξαι­ρε­τι­κά με­γά­λος, ό­πως προ­κύ­πτει α­πό τις ε­κα­το­ντά­δες χι­λιά­δες των αιτή­σε­ων προς το Υ­πουρ­γεί­ο Ε­ξω­τε­ρι­κών α­πό στε­νούς τους συγ­γε­νείς, οι ο­ποί­οι γλί­τω­σαν το θά­να­το, έ­φθα­σαν στην Ελ­λά­δα πρό­σφυ­γες και ζη­τού­σαν πλη­ρο­φορί­ες για την τύ­χη τους. Αυ­τή η κα­τη­γο­ρί­α συλ­λη­φθέ­ντων ε­ξα­κο­λου­θούν μέ­χρι σή­με­ρα να θε­ω­ρού­νται ως α­γνο­ού­με­νοι.

Οι α­γριό­τη­τες των Τούρ­κων, πέ­ρα α­πό τα ε­πί­ση­μα Ι­στο­ρι­κά Αρ­χεί­α, έ­χουν κατα­χω­ρη­θεί σε προ­σω­πι­κά η­με­ρο­λό­για στρα­τιω­τι­κών της Μι­κρα­σια­τι­κής Εκ­στρα­τεί­ας, σε προ­σω­πι­κές μαρ­τυ­ρί­ες προ­σφύ­γων που έ­ζη­σαν το δρά­μα των σφα­γών και σε βι­βλί­α με συγ­γρα­φείς, εί­τε αυ­τό­πτες μάρ­τυ­ρες, εί­τε έ­γκρι­τους ι­στορι­κούς, που τεκ­μη­ρί­ω­σαν την ι­στο­ρι­κή τους συγ­γρα­φή με ε­πί­ση­μα ι­στο­ρι­κά αρχεί­α και μαρ­τυ­ρί­ες.

Πα­ρα­δείγ­μα­τα για τη συ­μπε­ρι­φο­ρά των Τούρ­κων πα­ρα­θέ­του­με στη συ­νέ­χεια:

Α­πό το βι­βλί­ο του Η­λί­α Βε­νέ­ζη «Το Νού­με­ρο 31328», εκ­δόσεις «Ε­ΣΤΙΑ» πού α­να­φέ­ρε­ται στα τάγ­μα­τα ερ­γα­σί­ας (Σε­πτέμ­βριος 1922):

«Ο ε­χτρός εί­χε κα­τε­βή στην πό­λη μας το Α­ϊ­βα­λί. Και στο λι­μά­νι εί­χαν α­ρά­ξει βα­πό­ρια με α­με­ρι­κά­νι­κες πα­ντιέ­ρες. Δια­τα­γή. Τα παι­δά­κια και οι γυ­ναί­κες θα μπάρ­κερ­ναν για την Ελ­λά­δα. Μα οι άν­δρες, α­πό δε­κα­ο­χτώ ί­σα­με σα­ρα­ντα­πέ­ντε χρο­νώ θα φεύ­γουν για το ε­σω­τε­ρι­κό σκλά­βοι στα ερ­γα­τι­κά τάγμα­τα … Σα μα­ζεύ­ου­νταν δια­κό­σοι-τρα­κό­σιοι άν­θρω­ποι, τους στέλ­νουν με συ­νοδεί­α για το ε­σω­τε­ρι­κό … πί­σω τους τρέ­χουν έ­ξαλ­λες οι γυ­ναί­κες … Οι στρα­τιώτες τις σπρώ­χνουν … Έ­φυ­γαν τρεις α­πο­στο­λές. Κα­τά το βρά­δυ, μό­λις νύ­χτω­σε, ένας κου­ρε­λια­σμέ­νος μι­σό­γυ­μνος άν­θρω­πος έ­πε­σε ε­ξα­ντλη­μέ­νος, χτυ­πώ­ντας την πρώ­τη πόρ­τα στην ά­κρη του Α­ϊ­βα­λιού. Εί­χε μια λα­βω­μα­τιά με λόγ­χη στον ώμο, ή­ταν χω­μέ­νος στο αί­μα, τα μά­τια του δεν τολ­μού­σαν να κοι­τά­ξουν α­πό τρόμο. Σφά­ξαν την πρώ­τη α­πο­στο­λή στον κά­μπο του Α­ϊ Γιωρ­γιού … Ή­ταν φα­νε­ρό πως όλες οι α­πο­στο­λές εί­χαν την ί­δια τύ­χη.».

Α­πό το βι­βλί­ο «Έ­ξο­δος», Τό­μος Α, σελ. 190, του Κέ­ντρου Μι­κρα­σια­τι­κών Σπου­δών:

Μαρ­τυ­ρί­α της Μα­ριάν­θης Κα­ρα­μου­σά (Ο­κτ. 1922)

«Φύ­γα­με α­πό την Κό­νια. Μας πέ­ρα­σαν μέ­σα α­πό μια λί­μνη. Ως το στήθος μας έ­φθα­νε το νε­ρό. Τα μι­κρά παι­διά τα ση­κώ­να­με στα χέ­ρια ψη­λά για να μην πνι­γούν. Μού­σκε­μα βγή­κα­με. Τρέ­μα­με α­πό το κρύ­ο. Το νε­ρό ή­ταν πα­γω­μέ­νο. Περ­πα­τή­σα­με κι α­νε­βή­κα­με έ­να βου­νό. Ε­κεί α­φή­σα­με πε­θα­μέ­νους πολ­λούς. Μείνα­με πε­νή­ντα άν­θρω­ποι α­κό­μη, ε­ξα­ντλη­μέ­νοι α­πό την πο­ρεί­α και την πεί­να… Οι τζα­νταρ­μά­δες ση­κώ­σα­νε τη μη­τέ­ρα μου και τη στή­σα­νε όρ­θια. Δε μπο­ρού­σε να πα­τή­σει τα πό­δια της. Τη γυ­μνώ­σα­νε, την α­φή­σα­νε τσί­τσι­δη και άρ­χι­σαν να τη χτυ­πούν. Έ­πε­σε κά­τω μες τα αί­μα­τα, πε­θα­μέ­νη την α­φή­σα­με ε­κεί κά­τω α­πό έ­να δέν­δρο. Φτά­σα­με στο Φερ­τέ­κι. Εί­χα­με ε­ξα­ντλη­θεί πια. Πέ­θα­ναν ε­δώ κι άλ­λοι. Η Δώ­ρα Α­ϊντι­νιά, η Μα­ρί­κα του Πέ­τρου, η Νε­ο­πο­λή ….».

Α­πό το βι­βλί­ο «Ο Πό­ντος», Τόμ. Α` (Ι­στο­ρί­α, Λα­ο­γρα­φί­α, και Πο­λι­τισμός), σελ. 333 – 336 πα­ρα­θέ­του­με στοι­χεί­α ο­μα­δι­κών δο­λο­φο­νιών Ελ­λή­νων και θανά­των α­πό πεί­να.

«Πά­φρα.

1η Α­πο­στο­λή, 535 ά­ντρες (με­τα­ξύ τους 7 Ιε­ρείς) δο­λο­φονή­θη­καν στην κα­μέ­νη εκ­κλη­σί­α του χω­ριού Ε­λίζ­λη

2η Α­πο­στο­λή, 350 ά­ντρες. Τους έ­κα­ψαν ζω­ντα­νούς στην εκ­κλη­σί­α του χω­ριού Σε­λα­μα­λίκ.

3η Α­πο­στο­λή, 780 ά­ντρες. Δο­λο­φο­νή­θη­καν στην εκ­κλη­σία του χω­ριού Κιοβ­τσέ Σου

Α­πό τον Ιού­νιο 1921 και με­τά, ε­ξο­ντώ­θη­καν στο Κα­βά­η και Τζου­μπούλ Χαν προ­ερ­χό­με­νοι α­πό τις πε­ριο­χές Α­μι­σού – Πά­φρας οι πα­ρα­κά­τω:

1η α­πο­στο­λή 2.000 ά­ντρες

2η α­πο­στο­λή 1.900 ά­το­μα

3η α­πο­στο­λή 2.000 ά­το­μα

4η α­πο­στο­λή 560 ά­το­μα

Ε­ξο­ντώ­θη­καν πλή­ρως οι κά­τοι­κοι των χω­ριών Κό­ρα­τσα, Στρε­φή και Κα­ρα­κε­βιζίτ της ε­παρ­χί­ας Νι­κο­πό­λε­ως και Κο­λω­νεί­ας.

Πέ­θα­ναν α­πό πεί­να α­πο­κλει­σμέ­νοι οι κά­τοι­κοι (12.000 πε­ρί­που) των χω­ριών Πα­σλάκ, Κιουρ­τίν, Κό­για­λα, Για­τμίς, Σού­λη, Κου­λάκ Κα­γιά, Βα­ϊ­ράμ, Ταν­σμά, Αρ­τός, Κιαβούρ­πι­κι, Κιο­πλίς Ι­να­γέτ, Α­χιρ­λί, Σε­μέν, Αρ­μού­τα­λα, Σι­ναν­λή, Κα­βά­κλη­σια, Ίντα­λα, Πέ­για­λαν, Α­λη­τσόν, Με­ταλ­λεί­ον Τσο­ράκ Γιο­σβάν, Μι­χάλ Τσορ­σι­μού, Κο­πενέν, Χα­σάν Τα­μήν, Χαφ­γούλ, Ά­με­λη, Δε­ϊρ­μέν Τας, Σα­χνά Τσι­μέν.»

Η α­να­φο­ρά στα θύ­μα­τα της τουρ­κι­κής α­γριό­τη­τας πρέ­πει να εί­ναι δια­χρο­νι­κή και η υ­πό­μνη­ση συ­νε­χής. Η ει­κό­να αλ­λο­φρο­σύ­νης και φρί­κης που χα­ρά­χτη­κε στα πρό­σω­πα ό­σων ε­πέ­ζη­σαν της τουρ­κι­κής θη­ριω­δί­ας δεν πρέ­πει να λη­σμο­νη­θεί με το πέ­ρα­σμα του χρό­νου.

Το κα­τη­γο­ρη­τή­ριο για την α­πο­χα­λί­νω­ση του κα­κού των κρα­τών που δε σέ­βο­νται τα α­το­μι­κά δι­καιώ­μα­τα των αν­θρώ­πων και των αιχ­μα­λώ­των πο­λέ­μου, πρέ­πει να α­πο­τε­λεί μέ­λη­μα κά­θε πο­λι­τι­σμέ­νου αν­θρώ­που.

Η με­λέ­τη της ι­στο­ρί­ας της Μι­κρα­σια­τι­κής Κα­τα­στρο­φής πρέ­πει να μας δι­δάσκει και να μας κα­τευ­θύ­νει, για­τί εί­ναι η ί­δια η ζω­ή των ά­τυ­χων Ελ­λή­νων που ζού­σαν ως μό­νι­μοι κά­τοι­κοι ή βρέ­θη­καν ως στρα­τιώ­τες ε­κεί, αυ­τή η ά­θλια ζωή των δυ­στυ­χι­σμέ­νων πλα­σμά­των που κα­τα­δι­κά­σθη­καν στην πιο α­πο­τρό­παι­η δου­λεί­α, υ­πέ­στη­σαν τα με­θο­δευ­μέ­να βα­σα­νι­στή­ρια του τουρ­κι­κού κρά­τους, που κα­τεύ­θυ­νε τις ορ­δές του να ε­νερ­γούν με φρι­κια­στι­κό τρό­πο και υ­πό τα α­παθή και α­διά­φο­ρα βλέμ­μα­τα της διε­θνούς κοι­νό­τη­τας. Εί­ναι η ζω­ή αυ­τών των Ελλή­νων, που ό­σοι ε­πι­βί­ω­σαν βρέ­θη­καν μό­νοι στην Ελ­λά­δα, πρό­σφυ­γες με χα­ραγμέ­νη βα­θιά στην ψυ­χή τους τη θλί­ψη και την ο­δύ­νη για το χα­μό των οι­κο­γε­νειών τους και της πα­τρώ­ας τους γης.

Η με­λέ­τη της Ι­στο­ρί­ας μάς α­φή­νει με έ­να κό­μπο στο λαι­μό, με την ψυ­χή μας επα­να­στα­τη­μέ­νη, με την α­πέ­ρα­ντη θλί­ψη που αι­σθα­νό­μα­στε α­πό τις πε­ρι­γρα­φές των ε­πι­ζη­σά­ντων. Βλέ­που­με ό­τι και οι πιο στοι­χειώ­δεις υ­πα­γο­ρεύ­σεις που επι­βάλ­λει η φύ­ση στον άν­θρω­πο εί­ναι α­νί­σχυ­ρες να ε­πη­ρε­ά­σουν την ψυ­χή των Τούρ­κων ώ­στε να δώ­σουν α­γά­πη και φι­λευ­σπλα­χνί­α προς το συ­νάν­θρω­πό τους. Τα φω­το­γρα­φι­κά ντο­κου­μέ­ντα που πα­ρα­θέ­του­με, πλέ­ον των α­φη­γή­σε­ων, α­πο­τελούν α­διά­ψευ­στα στοι­χεί­α γι’ αυ­τό.

Δι­δα­σκό­μα­στε, τέ­λος, α­πό τα γε­γο­νό­τα της πε­ριό­δου του 1955 και της Κυ­πρια­κής Τρα­γω­δί­ας του 1974, ό­τι οι Τούρ­κοι πα­ρα­μέ­νουν ί­διοι και α­ναλ­λοί­ω­τοι στο πέρα­σμα του Χρό­νου.





ΒΙ­ΒΛΙΟ­ΓΡΑ­ΦΙΑΙ­στο­ρι­κό Αρ­χεί­ο ΓΕΣ/ΔΙΣ – Εκ­δό­σεις ΔΙΣ (13 Τό­μοι που α­φο­ρούν τις ε­πι­χει­ρή­σεις α­πό το 1919 έ­ως 1923 στη Μικρά Α­σί­α).
Αρ­χεί­ο Υ­πη­ρε­σί­ας Δι­πλωμα­τι­κού και Ι­στο­ρι­κού Αρ­χεί­ου Υ­ΠΕΞ (Foreing Policy 1897-1922).
Εκ­δό­σεις Κέ­ντρου Μι­κρασια­τι­κών Σπου­δών «Α­να­μνή­σεις του Με­τώ­που (1920-1921)» Χα­ράλα­μπου Πλη­ζώ­νη, Λ. Μα­ζα­ρά­κη – Αι­νια­νός, Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τα, Α­θή­να 1948 (σελ. 281-282).
«Το Νού­με­ρο 31.328», του Η­λί­α Βε­νέ­ζη, Εκ­δό­σεις «Ε­ΣΤΙΑ».
«Η Μά­στι­γα της Α­σί­ας», του M. Horton, Προ­ξέ­νου των Η­ΠΑ στη Σμύρ­νη το 1922.
«Ό­σα Θυ­μά­μαι 1900-1969», του Πέ­τρου Α­πο­στο­λί­δη Υ­πιά­τρου που έ­ζη­σε ως ια­τρός στο Στρα­τόπε­δο Συ­γκε­ντρώ­σε­ως Ελ­λή­νων Αιχ­μα­λώ­των στο ΟΥ­ΣΑΚ Αυγ. 1922 – Σεπ. 1923), Εκ­δό­σεις «ΚΕ­ΔΡΟΣ».
«Χρο­νι­κόν Με­γά­λης Τρα­γωδί­ας», του Ευαγ. Αγ­γε­λο­μά­τη, Εκ­δό­σεις «Ε­ΣΤΙΑ».
«Η Έ­ξο­δος», Τόμοι Α΄, Β΄, Εκ­δό­σεις Κέ­ντρου Μι­κρα­σια­τι­κών Σπου­δών (Α­θή­να 1980).
Ε­ΓΚΥ­ΚΛΟ­ΠΑΙ­ΔΕΙΑ ΤΟΥ ΠΟ­ΝΤΙΑ­ΚΟΥ ΕΛ­ΛΗ­ΝΙ­ΣΜΟΥ «Ο ΠΟ­ΝΤΟΣ» Ι­στο­ρί­α Λα­ο­γρα­φί­α και Πο­λι­τι­σμός, Τό­μος Πρώ­τος, Ε­πι­μέ­λεια Γε­ωρ­γιά­δης Θα­νά­σης, Εκ­δ. ΜΑΛ­ΛΙΑ­ΡΗΣ-ΠΑΙ­ΔΕΙΑ.

Πηγή: Περιοδική έκδοση «Στρατιωτική Επιθεώρηση», έτος 2006

Ἑλληνοϊστορεῖν-Ἑλληνικὸ Ἡμερολόγιο | Ἑλληνικό Ἡμερολόγιο-Ἑλληνοϊστορεῖν

https://www.entaksis.gr/anamniseis-pontos/