Ἐδημοσιεύθησαν πολλὰ διαπλεκόμενα εἰς βάρος τῆς ὑποψηφίας
Προέδρου τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας κυρίας Αἰκατερίνης Σακελλαροπούλου. Περιορίζομαι, συνοπτικώς, εἰς τρία ἀνομήματά της κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας
καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους:
α΄) Ἐπὶ ἐποχῆς τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου δὲν
παρευρέθη εἰς τὴν τέλεσιν ὑπὸ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου τοῦ Ἁγιασμοῦ ἐπὶ τῇ ἐνάρξει
νέας περιόδου τῆς λειτουργίας τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας μὲ τὸ ἀντιχριστιανικὸν
καὶ ἀθεϊστικὸν αἰτιολογικὸν ὅτι ἡ τέλεσις τοῦ Ἁγιασμοῦ «ἐμφανίζει τὸ Δικαστήριον ὡς θεσμὸ νὰ
θρησκεύεται». Αὐτὴ λοιπόν, κατὰ τὴν ὁμολογίαν της, ὅταν ἐκλεγῇ
Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, ὡς θεσμικὸν πρόσωπον, δὲν θὰ θρησκεύεται. Δὲν θὰ δώσῃ
θρησκευτικὸν ὅρκον ἐπὶ τῇ ἀναλήψει τῶν καθηκόντων της, δὲν θὰ παρίσταται εἰς τὰς
ἱεροτελεστίας τῶν Δοξολογιῶν κατὰ τὰς Μεγάλας Ἐθνικὰς Ἑορτάς, θὰ ἀποφεύγῃ νὰ ὁρκίζωνται
ἐνώπιόν της μὲ θρησκευτικὸν ὅρκον Ἀρχιεπίσκοποι, Μητροπολῖται, βουλευταί, ὑπουργοὶ
καὶ πρωθυπουργοί, δὲν θὰ δέχεται προσκλήσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ δὲν θὰ συζητῇ
μὲ θεσμικοὺς ἐκπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἰδία ἔχει εὐτελίσει τὸ πρόσωπόν της.