Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 26 Ιουλίου 2015

"Ίσως νάρχεται κιόλας ο Αντίχριστος. Τα σημεία και τα τέ­ρατα που προφητεύτηκε πως θα κάνει αρχίσανε να φανερώνουνται" Φώτης Κόντογλου.

Δεν γίνεται πια μεταστροφή!
           Φώτης Κόντογλου
     «Να, έρχομαι σαν τον κλέφτη. Καλότυχος εκείνος που ξαγρυπνά και βαστά καθαρά τα φορέματά του. Ο καιρός είναι κοντά.
Ο άδικος ας αδικήσει ακόμα, κι ο βρωμερός ας βρωμισθεί ακόμα, κι ο δίκαιος ας κάνει δικαιοσύνη ακόμα, κι ο άγιος ας αγιάσει ακόμα. Να, έρχομαι γρήγορα!»

Πολλοί αναγνώστες μου γράφουνε, παρακαλώντας με, και μά­λιστα ξορκίζοντάς με, να γράψω για να χτυπήσω την ανηθικότητα, που δέρνει την κοινωνία, προ πάντων τη νεολαία, και που «τη σερ­βίρουν τα σινεμά», όπως μου γράφουνε. Φωνάζουνε: «Υψώσετε τη φωνή σας!». Ένας σπουδαστής μου γράφει από την Αγγλία: «Μη σταματήσετε αυτόν τον ωραίον αγώνα, μην πτοηθήτε από τις επιθέ­σεις. Υπάρχουν βέβαια πολλοί αντίπαλοι, αλλά και πολλοί θαυμα­στές του ωραίου σας έργου. Σας χρειαζόμαστε για να δώσετε φτε­ρά στις καρδιές μας, που είναι γεμάτες κενό και απαισιοδοξία».

Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2014

Παραμονὴ Χριστούγεννα, του Φώτη Κόντογλου.


Xristougenna 
Κρύο τάντανο ἔκανε, παραμονὴ Χριστούγεννα. Ὁ ἀγέρας σὰ νά ῾τανε κρύα φωτιὰ κι ἔκαιγε. Μὰ ὁ κόσμος ἤτανε χαρούμενος, γεμάτος κέφι.
Εἶχε βραδιάσει κι ἀνάψανε τὰ φανάρια μὲ τὸ πετρόλαδο. Τὰ μαγαζιὰ στὸ τσαρσὶ φεγγοβολούσανε, γεμάτα ἀπ᾿ ὅλα τὰ καλά. Ὁ κόσμος μπαινόβγαινε καὶ ψώνιζε· ἀπὸ τό ῾να τὸ μαγαζὶ ἔβγαινε, στ᾿ ἄλλο ἔμπαινε. Κι ὅλοι χαιρετιόντανε καὶ κουβεντιάζανε μὲ γέλια, μὲ χαρές.

Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

Ταπεινά κι αγαπημένα: Συντροφιά με τον εαυτό μου (Φώτη Κόντογλου)



fotis_kontoglou_01
 Ταπεινὴ καὶ ἥσυχη ζωή, θὰ πεῖ ἀληθινὴ ζωή. Ὅποιος ζεῖ μακρυὰ ἀπὸ τὴν ταραχὴ τοῦ κόσμου κι ἀπὸ τὶς διάφορες ἔγνοιες ποὺ φορτώνουνται οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ ζαλίζουνται, μὲ τὴν ἰδέα πὼς χαίρουνται τὴ ζωή, αὐτὸς λοιπὸν ποὺ ζεῖ ἀποτραβηγμένος μὲ μία μικρὴ κι ἀγαπημένη συντροφιά, αὐτὸς κατὰ τὴν ἰδέα μου, ζεῖ ἀληθινά. Εἶναι σὰν τὸν ἄνθρωπο ποὺ περπατᾶ σιγά – σιγὰ καὶ περιεργάζεται καὶ φχαριστιέται ἀπὸ ὅσα βλέπει στὸν δρόμο του, σταματᾶ ὅποτε θέλει, συλλογίζεται, δὲν βιάζεται, ἐνῷ οἱ ἄνθρωποι ποὺ ζοῦνε μὲ πολλὲς σκοτοῦρες καὶ φασαρίες, ἔχοντας τὴν ἰδέα πὼς αὐτὴ εἶναι ἡ πνευματικὴ ζωή, ποὺ τὴ λένε καὶ «ἔντονη, γεμάτη, δυναμικὴ» καὶ μ’ ἄλλα τέτοια τρανταχτερὰ ὀνόματα, αὐτοὶ λοιπὸν μοιάζουνε μὲ κεῖνον ποὺ τρέχει γρήγορα μ’ ἕνα αὐτοκίνητο, καὶ δὲν προφταίνει νὰ δεῖ τίποτα, κι ἔτσι δὲν νοιώθει τίποτα, δὲν αἰσθάνεται τίποτα, δὲν φέρνει στὸ νοῦ του τίποτα.

Σάββατο 24 Μαΐου 2014

«Ποιμένες οἱ μισθωτοί» σπαράξατε τοὺς ἀθώους, τοὺς ἁγίους ὁμολογητᾶς, ἀφοῦ ἐγίνατε λύκοι σεῖς οἱ ἴδιοι.


   Σπαράξατε τὴν Ὀρθοδοξίαν μέσα εἰς τὸ Κολοσσαῖον εἰς τὸ ὁποῖον παρίστανται οἱ Καίσαρες, τῆς σημερινῆς κακούργου ἀθεΐας. 
   Εἶναι καιρὸς ὅμως ν’ ἀποβάλετε τὴν δορὰν τοῦ προβάτου, καθ’ ὅσον αὔτη δὲν ἀπατᾶ πλέον κανένα.



ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΝ*
ΦΩΤΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ


       Ἡ πιθυμία τς μ. Παναγιότητος κα τν σν μν ν ποταχθ ρθόδοξος κκλησία ες τν Πάπαν κα κ μέρους σς νεξήγητος σπουδή, πλήρωσε τν καρδίαν μς φάτου θλίψεως κα θυμίας. Τ τα μας κόμη συρίζουν π τ φρικτν τοτο κουσμα.
   Ἡ ρθόδοξος ποίμνη διχάσθη. Ο μν σς κολούθησαν, ες τν λισθηρν δρόμον τν πάγοντα ες τν πώλειαν, ο δ παρέμειναν δραοι κα σάλευτοι ες τν ρθόδοξον πίστιν τν πατέρων τν, ποτροπιαζόμενοι κα ες μόνην τν σκέψιν τι Οκουμ. Πατριάρχης νηγκαλίσθη τν Πάπαν κα μολύνθη π τ βδέλυγμα τοτο τς σεβείας.
     Ἐκενοι οτινες σς κολούθησαν σαν κ τν προτέρων προδικασμένοι ν σς κολουθήσουν, ντες λόφρονες, ματαιόδοξοι, πιστοι, κα ξενόδουλοι κόλακες κα κολακευόμενοι. σπευσαν λοιπν ν συνταχθσι μ τν «κόσμον», μ τν μαρτωλν κόσμον τς πιγείου νέσεως, τς νευ ταλαιπωριν κα γνος ζως, «ες τν δε μένουσαν πόλιν», μ πιζητοντες «τν μέλλουσαν», ς νύπαρκτον κα μ πιστευτν ες ατούς.
    Ο λλοι μως, ο πιστοί, παρέμειναν σάλευτοι ες τν ρθόδοξον πίστιν, ες τν χώραν τς πενίας, τν στερήσεων, τν πειρασμν, τν διωγμν, βέβαιοι ντες τι ν μέσω ατν παρίσταται Κύριος, επν τι κκλησία Ατο θ εναι συνδεδεμένη μ τ μαρτύριον, τν περιφρόνησιν, τν πτωχείαν, τν μπαιγμόν, τ ποία θ εναι ντιμισθία τς σθεναρς μολογίας τν ες τοτον τν κόσμον.
Ες τ τα τν χον μέρας κα νυκτς ο παρήγοροι λόγοι το Χριστο. «Ε μ δίωξαν κα μς διώξουσιν». διωγμός, κακοπάθησις κα θάνατος εναι ελογημένος κλρος τν γνησίων μαθητν το Χριστο. Τ πανάγιον στόμα το επεν κόμη: « βασιλεία το Θεο βιάζεται κα ο βιαστα ρπάζουσιν ατήν». Πς εναι δυνατν ν πάρχουν βιαστα ες τν παράταξιν τν μάχων, ο ποοι σπευσαν ν συνθηκολογήσουν μ τ ψεδος, δι ν ζήσουν ν συχία κα πολαύσει τν γκοσμίων γαθν;
    Κα σες ο ποιμένες το λαο τί εδους ποιμένες εσθε; Τ πρόβατα τ ποα σς νεπιστεύθη Χριστς τ παραδίδετε ες τος λύκους. Συναυλίζεσθε μ τος ρχοντας το κόσμου τούτου το παρερχομένου, διότι ζηλώσατε τν δόξαν ατν κα οχ τν δόξαν το Θεο.
    Ὑπετάξατε τν πίστιν ες τος μαρτωλος νθρώπους τν κοσμικν πιθυμιν, οτινες δηγονται π τν σατανν.
  Παρεδόθητε κα παρεδώσατε τ πρόβατα ες τν ρχοντα το κόσμου τούτου, ες τν κατέχοντα τν λην, τν χρυσόν, τς φευρέσεις κα τς μηχανς, α ποαι καταπλήττουν τ πλήθη, ς θαύματα το ντιχρίστου.
  Παρεδόθητε κα παρεδώσατε τ πρόβατα ες τν ψευδώνυμον γνσιν, «τν κενν πάτην», τν διδασκομένην ες τς χώρας τς θεΐας κα τς πογνώσεως, που οκ στιν οδ σμ τς αωνίου ζως κα τς ληθος γνώσεως, τς γνώσεως το Θεο.
     Κα τατα, διότι δν εσθε ο ποιμένες ο καλοί, ο θυσιάζοντες τν ζων ατν πρ τν προβάτων κα δηγοντες ατ ες τος εώδεις λειμώνας τς θανάτου ζως.
    Σες εσθε ο μισθωτο ποιμένες, κα κατ τ πανάγιον στόμα το Κυρίου « μισθωτς ποιμν οκ στι ποιμν» (ω. ι, 12). Εσθε μισθωτο τν ρχόντων το κόσμου τούτου, δι τν δόξαν κα τν πλοτον τν ποίων ργάζεσθε.
    Κα παξ εσθε ο δολοι τοιούτων κυρίων, εσθε πλισμένοι μ τ πλα τς βίας, μ τ ποία πειλετε τ πιστ πρόβατα το Χριστο, δι ν τ ναγκάσητε ν σς κολουθήσουν.
     Ἀλλ ατ τ μακάρια πρόβατα πεκδέχονται τ μαρτύριον ς λύτρωσιν κα ς ψευδς σημεον τι θ λάβουν τν μάραντον στέφανον π τν γωνοθέτην Κύριον ησον Χριστόν.
   Ναί! Εμεθα τοιμοι ν μαρτυρήσωμεν μετ χαρς κα γαλλιάσεως πρ τς ρθοδόξου πίστεως, τν ποίαν κρατομεν ς τν μέγιστον θησαυρόν. Μακαρίζομεν τος αυτούς μας, διότι θ διωχθμεν κα θ ποθάνωμεν πρ πίστεως κα ληθείας.
    Ἀκονίσατε τν μάχαιραν τς ασχύνης.  ποστείλατε τ ργανα τς βίας, τ ποία σς δορυφορον κα μ τ ποία εναι πάντοτε πάνοπλος ποστασία. ποστείλατε τ ναντίον μας. δη ες τ γιον ρος νεφανίσθη τ αματωμένον κα ποτρόπαιον φάσγανον τς βίας, δι ν νσπείρη τν τρόμον ες τς γίας καρδίας τν γερόντων, τν σκητν κα τν ρημιτν, ο ποοι ζησαν ν δοκιμασίαις, ν στερήσει, ν τελεία παρνήσει το σαρκίου τν, δι ν εαρεστήσουν τν Κύριον.
    Τ φρικτν πρόσωπον τς βίας μφανίζεται ς τ τς μυθικς κεφαλς τς Μεδούσης ες τν γιασμένον κπον τς Παναγίας. Κα πισθεν ατο του βδελύγματος τς βίας ερίσκεσθε σες, ο «ποιμένες ο μισθωτοί», ο τρίδουλοι τν ρχόντων το σκοτεινο κόσμου το χρήματος, τς θεΐας, το κφυλισμο κα πάσης κολασίας.
    Σπαράξατε τος θώους, τος γίους μολογητς, φο γίνατε λύκοι σες ο διοι ο ποιμένες. 
    Σπαράξατε τν ρθοδοξίαν μέσα ες τ Κολοσσαον ες τ ποον παρίστανται ο Καίσαρες, τς σημερινς κακούργου θεΐας. Εναι καιρς μως ν ποβάλετε τν  δορν το προβάτου, καθ σον ατη δν πατ πλέον κανένα.
« ποιετε, ποιήσατε τάχιον!».
* «Ο.Τ.», πρίλιος 1965.
ΙΩΒ
ΠΗΓΗ: «ΑΝΤΙΠΑΠΙΚΑ»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ»

ΑΘΗΝΑΙ 1993