Απευθυνόμενος σε "μαθητές", ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος Α', επισημαίνει τον κίνδυνο της καμουφλαρισμένης δειλίας με τη δικαιολογία της "αμεροληψίας" ή της πρόφασης.
…ἐξετάσουμε κάτι τί πιό πεζό: τή δειλία στή πιό ἄσχημή της μορφή, δηλαδή τή καμουφλαρισμένη δειλία.
Αὐτή εἶναι ἕνα μεγάλο ἐμπόδιο γιά τήν ἀπόκτηση τῆς ἀφοβίας. Θά ρωτήσετε: Τί εἶναι αὐτή ἡ καμουφλαρισμένη δειλία; Εἶναι, ἁπλούστατα, ἡ δειλία πού κατορθώνουμε νά τήν παρουσιάσουμε μέ χίλια δυό ἄλλα φορέματα, δῆθεν πιό ὡραῖα, πιό ἑλκυστικά.
Ἄς ὑποθέσουμε πώς κάποιος ἔχει ἀδικήσει ἕναν ἄλλον. Ἡ ἀδικία του εἶναι καταφάνερη, φωνάζει μέχρι τόν οὐρανό. Ἐμεῖς, ἄν ἤμαστε ἄνθρωποι ἄφοβοι, δέν θά ἔπρεπε νά πάρουμε τό μέρος τοῦ ἀδικουμένου; Θά σκεφθῆτε, ἴσως, μά ἀφοῦ κανείς δέν μᾶς κάλεσε, τί θέλουμε νά βγοῦμε μείς μέσα στήν μέση; Δέν ἔχει σημασία. Σέ ὑποθέσεις ὅπου καταπατάται ἡ δικαιοσύνη δέν πρέπει νά περιμένουμε νά μᾶς εἶχαν καλέσει. Θά πρέπει νά τρέξουμε νά βοηθήσουμε τόν ἀδικούμενο. Νά ἀποκαταστήσουμε τό δίκαιο. Αὐτό εἶναι, βέβαια, τί πρέπει. Ἐμεῖς, ὅμως, τί κάνουμε; Ἀπό δειλία δέν κάνουμε τίποτε.








Τότε, ἐκεῖ ποὺ καθόμουν εἰς τὸ περιβόλι μου καὶ ἔτρωγα ψωμί, πονώντας ἀπὸ τὶς πληγές, ὅπου ἔλαβα εἰς τὸν ἀγώνα καὶ περισσότερο πονώντας διὰ τὶς μέσα πληγὲς ὅπου δέχομαι διὰ τὰ σημερινὰ δεινὰ τῆς Πατρίδος, ἦλθαν δύο ἐπιτήδειοι, ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων, μισομαθεῖς καὶ ἄθρησκοι, καὶ μοῦ ξηγῶνται ἔτσι· «Πουλᾶς Ἑλλάδα, Μακρυγιάννη».







