
Ὁ ὁμολογητὴς Ἱεράρχης Ἀμβρόσιος ὑπῆρξε μία ἀπὸ τὰς σημαντικωτέρας προσωπικότητας τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τῆς ἀπελευθερώσεως τοῦ νεο-ἑλληνικοῦ κράτους μας.
Οἱ ἀγῶνες του εἶναι πασίγνωστοι. Ἱστορικοὶ εἶναι οἱ ἀγῶνες του ἐναντίον τοῦ «μεταθετοῦ» τῶν Ἐπισκόπων, ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» (εἶναι ὁ πρῶτος, ὁ ὁποῖος εἶχε παύσει τὸ μνημόσυνον τοῦ ὀνόματος τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα!), ἐναντίον τῆς ἐπιβολῆς εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Ἱερωνυμικοῦ καθεστῶτος. Εἶναι ὁ πρῶτος, τὴν ἐποχὴ τῆς δικτατορίας, ποὺ κατέφυγε εἰς τὸ Συμβούλιον τῆς Ἐπικρατείας καὶ ἀκύρωσε τὴν συγκρότησιν τῆς Συνόδου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου, γεγονὸς τὸ ὁποῖον συνετέλεσεν ἀποφασιστικὰ εἰς τὴν κατάργησιν τοῦ δικτατορικοῦ αὐτοῦ καθεστῶτος εἰς τὴν Ἐκκλησίαν. Ἐξ ἴσου ὅμως ἐπολέμησε καὶ ὡρισμένας ἐνεργείας τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ, ὅπως ἐπίσης καὶ τοῦ τότε Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου.