«ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΣ ΑΠΕΛΑΘΕΝΤΟΣ ΜΟΝΑΧΟΥ ΕΚ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
Επειδή διεμαρτυρήθη δια την επίσκεψιν του Οικουμενικού Πατριάρχου
Υπό του Αγιορείτου Μοναχού Βλασίου, ο οποίος κατά την επίσκεψιν του Οικουμενικού Πατριάρχου εις το Αγιώνυμον Όρος διεμαρτυρήθη δια τον φιλοοικουμενισμόν και φιλοπαπισμόν του Πατριάρχου, με αποτέλεσμα να συλληφθή και να απελαθή επί τριήμερον εκ του Αγίου Όρους, ελάβομεν την ακόλουθον συγκλονιστικήν επιστολήν:
«Όταν άκουσα ότι θα ερχόταν ο Πατριάρχης στο Άγιον Όρος σκέφτηκα ότι δεν πρόκειται κανείς να διαμαρτυρηθεί για τα φιλοπαπικά και οικουμενιστικά του ανοίγματα, διότι πριν δύο περίπου χρόνια, που ξαναήρθε για την μνήμην του Οσίου Νήφωνος Διονυσιάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, όχι μόνον δεν διαμαρτυρήθηκαν οι άγιοι Καθηγούμενοι, αλλά και συνελειτούργησαν μαζί του. Εκτός βέβαια της μοναδικής φωνής του αγίου Καθηγουμένου της Ι. Μονής Ξηροποτάμου, που τα είπε ίσια και κοφτά στον Πατριάρχη.
Επειδή οι επιστολές πολλές φορές δεν φτάνουν στον προορισμό τους και πιθανόν να τις σχίζουν οι γραμματείς του Φαναρίου και στην υποδοχή του Πατριάρχου δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για τέτοιου είδους θέματα και διαμαρτυρίες, δεν τον αφήνουν οι μεγάλοι, σκέφτηκα για να δοθεί το μήνυμα στον Πατριάρχη, μόνον ένα πάνω, μία πινακίδα μπορεί να το πετύχει.
Έτσι έγραψα σʼ ένα πάνω τα εξής: “Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΙΣ, ΑΣΕΒΕΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΣ”. Και το Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου (με το παλαιόν εορτολόγιον) κατά τις εννέα η ώρα το ανάρτησα πλησίον του δρόμου μεταξύ Μεγίστης Λαύρας και της Ρουμανικής Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου, απʼ όπου θα περνούσε ο Πατριάρχης. Όπως είχα ακούσει, ο Πατριάρχης θα έφθανε στην Μεγίστη Λαύρα περί τις εννιάμισυ πριν το μεσημέρι και γύρω στις ενδεκάμισυ θα επισκεπτόταν την Ρουμανική Σκήτη. Όμως αργοπόρησε να έρθη στην Λαύρα και έτσι στην Ρουμανική Σκήτη πήγε πιο αργά, γύρω στη μία-μιάμισυ.
Κατά τις εννέα και μισή πέρασε ένα αυτοκίνητο της Ρουμανικής Σκήτης επιστρέφοντας από την Λαύρα, όταν πήρε προφανώς Ρουμάνους Πατέρες στην Ι. Μονή για την υποδοχή του Πατριάρχη. Επιστρέφοντας πίσω ο οδηγός είχε μαζί του ένα Μοναχό Έλληνα, που τον πήγαινε στην Σκήτη, για την προετοιμασία της υποδοχής του Πατριάρχη στην εκκλησία (το Κυριακό) της Σκήτης. Μόλις είδαν το πανώ, σταμάτησαν και διάβασαν τι έγραφε. Εγώ ήμουνα κρυμμένος εκεί κοντά. Είδα ακολούθως τον Μοναχό –έναν χονδρό με γυαλιά ούτε ποιός ήταν ήξερα ούτε από που ήταν, μετέπειτα βέβαια έμαθα που κατέβηκε από το αυτοκίνητο, ανέβη εκεί που ήταν το πάνω και το περιμάζεψε και κατέβη στο αυτοκίνητο και το έβαλε μέσα. Εγώ, όταν
το κατέβαζε, του φώναξα δυό-τρεις φορές να σταματήσει αλλά ουδόλως. Κώφευσε. Έτρεξα στο αμάξι και του λέγω: “Πάτερ, δεν είναι κατά του Πατριάρχη, είναι υπέρ αυτού”. Αυτός δεν μίλησε. Και πήγε να εισέλθη στο αμάξι. Τότε προσπάθησα να του το πάρω, αλλά δεν ηδυνήθην. Και αγανακτήσας του είπα με αυστηρό τόνο: “Θα είσαι υπόλογος στις Άγιες Επτά Οικουμενικές Συνόδους και στους Αγίους Πατέρες, που θυσιάστηκαν να κρατήσουν την Πίστιν ανόθευτον”. Και ακολούθως ανεχώρησαν για την Ρουμανική Σκήτη. Εγώ αμέσως επέστρεψα στο Κελλί μου, πήρα μαρκαδόρο χονδρό μαύρου χρώματος και έγραψα σε μία πρόχειρη πινακίδα: “ΠΑΠΙΣΜΟΣ = ΑΙΡΕΣΙΣ. ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ = ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΣ”. Και ξαναγύρισα στον ίδιο τόπο και την τοποθέτησα πολύ κοντά στον δρόμο.
Άρχισαν τα πρώτα περιπολικά της Αστυνομίας να έρχονται από την Ι. Μονή προς την Σκήτη και το αντίθετο, πάλιν προς την Ι. Μονή. Είδαν την πινακίδα, σταμάτησαν, την πήραν από τα κλαριά και την έβαλαν στο περιπολικό τους. Ήρθαν και άλλα δύο αυτοκίνητα μικρά και ένα λεωφοριάκι γεμάτο Αστυνομικούς. Μπήκαν στο Αγ. Όρος για την φύλαξη του Πατριάρχη και την τήρηση της τάξεως περί τους εκατό Αστυνομικούς, ως εφεδρεία, όπως μου είπε αργότερα ένας Αστυνομικός. Με είδαν ακολούθως εκεί κοντά κρυμμένο και με συνέλαβαν με ευγενή τρόπο. “Εσύ έβαλες την πινακίδα;” μου είπαν. “Ναι” τους λέγω, “ήθελα να περάσω το μήνυμα αυτό στον Πατριάρχη”. Ακολούθως με μετέφεραν στον Αστυνομικό Σταθμό της Μεγίστης Λαύρας και αντέγραψαν το μήνυμα της πινακίδας στο χαρτί και πήγαν στη Ι. Μονή και το έδειξαν στον Πατριάρχη. Εγώ αυτό ήθελα· η προσπάθεια πέτυχε. Μετά από τρίωρον περίπου παραμονήν στον Αστυνομικό Σταθμό της Μεγίστης Λαύρας μου ανεκοινώθη υπό των Αστυνομικών η τριήμερος “άτυπη” απέλασίς μου. Μου έφεραν φαγητό από το μαγειρείο της Ι. Μονής οι Αστυνομικοί και ακολούθως με μετέφεραν με συνοδεία δύο αξιωματούχων της Αστυνομίας στο Κεντρικό Αστυνομικό Τμήμα των Καρυών. Εκεί κάθισα λίγη ώρα μέχρι να έρθει ο Διευθυντής. Όταν ήρθε, μου ανεκοίνωσε και ο ίδιος την ποινή. Τριήμερος “άτυπη” απέλασις. “Όσον είναι ο Πατριάρχης στο Αγ. Όρος, δεν μπορείς να μπης μέσα”. “Εντάξει” του είπα. Ξέχασα να αναφέρω ότι, όταν μου είπαν, βγαίνεις έξω Ουρανούπολη, τους είπα δεν έχω χρήματα, να μου επιτρέψουν να πάω στο κελλί μου να πάρω. Μου λέγει ένας Αστυνομικός “δεν θα σʼ αφήσουν, να σου δώσω εγώ”. Και μου έδωσε κάποια χρήματα και πέρασα το τριήμερον της απελάσεώς μου.
Θέλω να τονίσω εδώ κάτι που με συνεκίνησε. Σʼ όλο το διάστημα της κρατήσεώς μου υπό των Αστυνομικών, η συμπεριφορά τους έναντί μου ήτο άψογη και ευγενική. Πάντα μου μιλούσαν με σεβασμό. Έκαναν τα πάντα να με αναπαύσουν. Τους είπα και τους εξήγησα τι είναι ο Παπισμός και τι είναι ο Οικουμενισμός. Και από που προέρχεται ο κίνδυνος για την Ορθοδοξία. Δεν ήξεραν τίποτε. Πρώτη φορά άκουγαν τέτοια. Οι μασώνοι και οι πολιτικοί κρύβουν τα σχέδιά τους, οι Εκκλησιαστικοί σιωπούν, έτσι ο κόσμος ο καημένος βρίσκεται στο σκοτάδι της άγνοιας. Ένας Αστυνομικός μου είπε: “Σας συγχαίρω, πάτερ, που φυλάγετε Θερμοπύλες”. Αυτό όμως που με συνεκλόνησε ήταν η ταπεινότης και η αρετή των δύο αξιωματούχων της Αστυνομίας, που με μετέφεραν από την Μεγίστη Λαύρα εις Καρυάς. Αποχαιρετώντας με, μου ζήτησαν συγγνώμη για την σύλληψη και μου ασπάσθηκαν και οι δύο την δεξιάν. Τους ανταπέδωσα το χειροφίλημα, διότι τίμησαν το ράσο. Και τους είπα “τίποτε, εσείς δεν φταίτε, κάνατε το καθήκον σας ως όργανα της τάξεως”.
Με παρέλαβαν άλλοι δύο νέοι Αστυνομικοί από το Τμήμα των Καρυών και με πήγαν στο λιμανάκι της Ουρανουπόλεως και με απέλυσαν. Ήταν μόλις άρχιζε το σούρουπο του Σαββάτου. Και την Τρίτην επανήλθα στο Αγ. Όρος. Δεν γνωρίζω επ ἀκριβῶς από που προήλθε η διαταγή της απελάσεώς μου. Σίγουρα είτε από Φαναριώτικο ράσο, είτε από αγιορείτικο. Ίσως και από κοινού. Η Αστυνομία από μόνη της δεν κάνει τίποτα. Το μεγάλο “έγκλημα” της αναρτήσεως του πανώ τιμωρήθηκε με τριήμερο απέλαση. Εγώ ούτε ύβρισα ούτε
βλασφήμησα τον Πατριάρχη. Ο Θεός να συγχωρήσει όλους, που συνήργησαν δια την απέλασίν μου και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. Αμήν.
Δυστυχώς, όστις αντιστέκεται στις προδοσίες της Πίστεως, διώκεται.
Υπό του Αγιορείτου Μοναχού Βλασίου, ο οποίος κατά την επίσκεψιν του Οικουμενικού Πατριάρχου εις το Αγιώνυμον Όρος διεμαρτυρήθη δια τον φιλοοικουμενισμόν και φιλοπαπισμόν του Πατριάρχου, με αποτέλεσμα να συλληφθή και να απελαθή επί τριήμερον εκ του Αγίου Όρους, ελάβομεν την ακόλουθον συγκλονιστικήν επιστολήν:
«Όταν άκουσα ότι θα ερχόταν ο Πατριάρχης στο Άγιον Όρος σκέφτηκα ότι δεν πρόκειται κανείς να διαμαρτυρηθεί για τα φιλοπαπικά και οικουμενιστικά του ανοίγματα, διότι πριν δύο περίπου χρόνια, που ξαναήρθε για την μνήμην του Οσίου Νήφωνος Διονυσιάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, όχι μόνον δεν διαμαρτυρήθηκαν οι άγιοι Καθηγούμενοι, αλλά και συνελειτούργησαν μαζί του. Εκτός βέβαια της μοναδικής φωνής του αγίου Καθηγουμένου της Ι. Μονής Ξηροποτάμου, που τα είπε ίσια και κοφτά στον Πατριάρχη.
Επειδή οι επιστολές πολλές φορές δεν φτάνουν στον προορισμό τους και πιθανόν να τις σχίζουν οι γραμματείς του Φαναρίου και στην υποδοχή του Πατριάρχου δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για τέτοιου είδους θέματα και διαμαρτυρίες, δεν τον αφήνουν οι μεγάλοι, σκέφτηκα για να δοθεί το μήνυμα στον Πατριάρχη, μόνον ένα πάνω, μία πινακίδα μπορεί να το πετύχει.
Έτσι έγραψα σʼ ένα πάνω τα εξής: “Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΙΣ, ΑΣΕΒΕΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΣ”. Και το Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου (με το παλαιόν εορτολόγιον) κατά τις εννέα η ώρα το ανάρτησα πλησίον του δρόμου μεταξύ Μεγίστης Λαύρας και της Ρουμανικής Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου, απʼ όπου θα περνούσε ο Πατριάρχης. Όπως είχα ακούσει, ο Πατριάρχης θα έφθανε στην Μεγίστη Λαύρα περί τις εννιάμισυ πριν το μεσημέρι και γύρω στις ενδεκάμισυ θα επισκεπτόταν την Ρουμανική Σκήτη. Όμως αργοπόρησε να έρθη στην Λαύρα και έτσι στην Ρουμανική Σκήτη πήγε πιο αργά, γύρω στη μία-μιάμισυ.
Κατά τις εννέα και μισή πέρασε ένα αυτοκίνητο της Ρουμανικής Σκήτης επιστρέφοντας από την Λαύρα, όταν πήρε προφανώς Ρουμάνους Πατέρες στην Ι. Μονή για την υποδοχή του Πατριάρχη. Επιστρέφοντας πίσω ο οδηγός είχε μαζί του ένα Μοναχό Έλληνα, που τον πήγαινε στην Σκήτη, για την προετοιμασία της υποδοχής του Πατριάρχη στην εκκλησία (το Κυριακό) της Σκήτης. Μόλις είδαν το πανώ, σταμάτησαν και διάβασαν τι έγραφε. Εγώ ήμουνα κρυμμένος εκεί κοντά. Είδα ακολούθως τον Μοναχό –έναν χονδρό με γυαλιά ούτε ποιός ήταν ήξερα ούτε από που ήταν, μετέπειτα βέβαια έμαθα που κατέβηκε από το αυτοκίνητο, ανέβη εκεί που ήταν το πάνω και το περιμάζεψε και κατέβη στο αυτοκίνητο και το έβαλε μέσα. Εγώ, όταν
το κατέβαζε, του φώναξα δυό-τρεις φορές να σταματήσει αλλά ουδόλως. Κώφευσε. Έτρεξα στο αμάξι και του λέγω: “Πάτερ, δεν είναι κατά του Πατριάρχη, είναι υπέρ αυτού”. Αυτός δεν μίλησε. Και πήγε να εισέλθη στο αμάξι. Τότε προσπάθησα να του το πάρω, αλλά δεν ηδυνήθην. Και αγανακτήσας του είπα με αυστηρό τόνο: “Θα είσαι υπόλογος στις Άγιες Επτά Οικουμενικές Συνόδους και στους Αγίους Πατέρες, που θυσιάστηκαν να κρατήσουν την Πίστιν ανόθευτον”. Και ακολούθως ανεχώρησαν για την Ρουμανική Σκήτη. Εγώ αμέσως επέστρεψα στο Κελλί μου, πήρα μαρκαδόρο χονδρό μαύρου χρώματος και έγραψα σε μία πρόχειρη πινακίδα: “ΠΑΠΙΣΜΟΣ = ΑΙΡΕΣΙΣ. ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ = ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΣ”. Και ξαναγύρισα στον ίδιο τόπο και την τοποθέτησα πολύ κοντά στον δρόμο.
Άρχισαν τα πρώτα περιπολικά της Αστυνομίας να έρχονται από την Ι. Μονή προς την Σκήτη και το αντίθετο, πάλιν προς την Ι. Μονή. Είδαν την πινακίδα, σταμάτησαν, την πήραν από τα κλαριά και την έβαλαν στο περιπολικό τους. Ήρθαν και άλλα δύο αυτοκίνητα μικρά και ένα λεωφοριάκι γεμάτο Αστυνομικούς. Μπήκαν στο Αγ. Όρος για την φύλαξη του Πατριάρχη και την τήρηση της τάξεως περί τους εκατό Αστυνομικούς, ως εφεδρεία, όπως μου είπε αργότερα ένας Αστυνομικός. Με είδαν ακολούθως εκεί κοντά κρυμμένο και με συνέλαβαν με ευγενή τρόπο. “Εσύ έβαλες την πινακίδα;” μου είπαν. “Ναι” τους λέγω, “ήθελα να περάσω το μήνυμα αυτό στον Πατριάρχη”. Ακολούθως με μετέφεραν στον Αστυνομικό Σταθμό της Μεγίστης Λαύρας και αντέγραψαν το μήνυμα της πινακίδας στο χαρτί και πήγαν στη Ι. Μονή και το έδειξαν στον Πατριάρχη. Εγώ αυτό ήθελα· η προσπάθεια πέτυχε. Μετά από τρίωρον περίπου παραμονήν στον Αστυνομικό Σταθμό της Μεγίστης Λαύρας μου ανεκοινώθη υπό των Αστυνομικών η τριήμερος “άτυπη” απέλασίς μου. Μου έφεραν φαγητό από το μαγειρείο της Ι. Μονής οι Αστυνομικοί και ακολούθως με μετέφεραν με συνοδεία δύο αξιωματούχων της Αστυνομίας στο Κεντρικό Αστυνομικό Τμήμα των Καρυών. Εκεί κάθισα λίγη ώρα μέχρι να έρθει ο Διευθυντής. Όταν ήρθε, μου ανεκοίνωσε και ο ίδιος την ποινή. Τριήμερος “άτυπη” απέλασις. “Όσον είναι ο Πατριάρχης στο Αγ. Όρος, δεν μπορείς να μπης μέσα”. “Εντάξει” του είπα. Ξέχασα να αναφέρω ότι, όταν μου είπαν, βγαίνεις έξω Ουρανούπολη, τους είπα δεν έχω χρήματα, να μου επιτρέψουν να πάω στο κελλί μου να πάρω. Μου λέγει ένας Αστυνομικός “δεν θα σʼ αφήσουν, να σου δώσω εγώ”. Και μου έδωσε κάποια χρήματα και πέρασα το τριήμερον της απελάσεώς μου.
Θέλω να τονίσω εδώ κάτι που με συνεκίνησε. Σʼ όλο το διάστημα της κρατήσεώς μου υπό των Αστυνομικών, η συμπεριφορά τους έναντί μου ήτο άψογη και ευγενική. Πάντα μου μιλούσαν με σεβασμό. Έκαναν τα πάντα να με αναπαύσουν. Τους είπα και τους εξήγησα τι είναι ο Παπισμός και τι είναι ο Οικουμενισμός. Και από που προέρχεται ο κίνδυνος για την Ορθοδοξία. Δεν ήξεραν τίποτε. Πρώτη φορά άκουγαν τέτοια. Οι μασώνοι και οι πολιτικοί κρύβουν τα σχέδιά τους, οι Εκκλησιαστικοί σιωπούν, έτσι ο κόσμος ο καημένος βρίσκεται στο σκοτάδι της άγνοιας. Ένας Αστυνομικός μου είπε: “Σας συγχαίρω, πάτερ, που φυλάγετε Θερμοπύλες”. Αυτό όμως που με συνεκλόνησε ήταν η ταπεινότης και η αρετή των δύο αξιωματούχων της Αστυνομίας, που με μετέφεραν από την Μεγίστη Λαύρα εις Καρυάς. Αποχαιρετώντας με, μου ζήτησαν συγγνώμη για την σύλληψη και μου ασπάσθηκαν και οι δύο την δεξιάν. Τους ανταπέδωσα το χειροφίλημα, διότι τίμησαν το ράσο. Και τους είπα “τίποτε, εσείς δεν φταίτε, κάνατε το καθήκον σας ως όργανα της τάξεως”.
Με παρέλαβαν άλλοι δύο νέοι Αστυνομικοί από το Τμήμα των Καρυών και με πήγαν στο λιμανάκι της Ουρανουπόλεως και με απέλυσαν. Ήταν μόλις άρχιζε το σούρουπο του Σαββάτου. Και την Τρίτην επανήλθα στο Αγ. Όρος. Δεν γνωρίζω επ ἀκριβῶς από που προήλθε η διαταγή της απελάσεώς μου. Σίγουρα είτε από Φαναριώτικο ράσο, είτε από αγιορείτικο. Ίσως και από κοινού. Η Αστυνομία από μόνη της δεν κάνει τίποτα. Το μεγάλο “έγκλημα” της αναρτήσεως του πανώ τιμωρήθηκε με τριήμερο απέλαση. Εγώ ούτε ύβρισα ούτε
βλασφήμησα τον Πατριάρχη. Ο Θεός να συγχωρήσει όλους, που συνήργησαν δια την απέλασίν μου και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. Αμήν.
Δυστυχώς, όστις αντιστέκεται στις προδοσίες της Πίστεως, διώκεται.
Μετά τιμής και σεβασμού
Βλάσιος Μοναχός, Βίγλα Άγιον Όρος».
Βλάσιος Μοναχός, Βίγλα Άγιον Όρος».
Δημοσιεύτηκε στο ιστολόγιο http://entoytwnika.blogspot.com/2011/11/blog-post_4819.html