Ηγούμενος Δοχειαρίου: ''Παντού παίζεται η τυφλόμυγα αλλά όχι και μέσα στην Εκκλησία''
Του Ηγουμένου της Ι.Μ.
Δοχειαρίου Αρχιμ. Γρηγορίου
Εἶναι Πέμπτη μετὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Προσκαρτερῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ στὸ κελλίον μου, πληροφηρήθηκα τὴν ἀνακοίνωση τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Τριάδος τῆς Μητροπόλεως Καισαριανῆς.
Καὶ λέγω καθ᾽ ἑαυτόν: «Τόσες θαυματουργὲς εἰκόνες ὑπάρχουν ὀνομαστὲς στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καὶ μόνον ἡ Γοργοϋπήκοος προσφέρεται στὸν κόσμο γιὰ προσκύνηση; Πόθεν Γοργοϋπήκοος στὴν Νέα Σιών; Καὶ μάλιστα προερχομένη ἀπὸ τὰ ψηλὰ πατριαρχικὰ δώματα;»
Πρὸ ἐτῶν συνάντησα Δοχειαρίτη μὲ τὸ ὄνομα Ὀνούφριος, πρώην προσμονάριο τῆς Παναγίας Γοργοϋπηκόου καὶ ἐκεῖνο τὸν καιρὸ πνευματικὸ τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων.
Καὶ μοῦ ἐγχείρισε τάμα προσωπικό του γιὰ τὴν Παναγία τὴν Γοργοϋπήκοο τῆς Δοχειαρίου.
Λόγῳ τοῦ δεσμοῦ του μὲ τὴν Γοργοϋπήκοο, δὲν ἔπρεπε νὰ μοῦ μνημονεύση καὶ τὴν Γοργοϋπήκοο τῶν Ἱεροσολύμων;
Ποιά εἶναι ἡ ἱστορία τῆς εἰκόνας αὐτῆς καὶ ποιά τὰ θαύματα
ποὺ διηγοῦνται; Δὲν πρέπει
πρῶτα νὰ ἐξιστορήσουμε τὰ τοῦ προσκυνήματος καὶ ἔπειτα νὰ τὸ παρουσιάσουμε στὸν κόσμο;
Εἶναι ἀρκετὴ ἡ προσωνυμία, γιὰ νὰ προσκαλοῦμε τὸν κόσμο νὰ πέση καὶ νὰ προσπέση σ᾽ αὐτὴν τὴν εἰκόνα;
Θολὴ ἡ ἱστορία αὐτή. Μήπως πιάσαμε καλὰ τὸν σφυγμὸ τῆς ἐποχῆς μας, ὅτι οἱ ἄνθρωποι ψάχνουν ἀπὸ κάπου νὰ πιαστοῦνε, καὶ πρέπει νὰ τοὺς τὸ παρουσιάσουμε γιὰ ἄγκυρα ἐλπίδας;
Δυστυχῶς, κατὰ τὰ τελευταῖα καὶ δύσκολα χρόνια τῆς ἀπομακρύνσεως
τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸν Θεό, προσπαθεῖ ἡ Ἐκκλησία μὲ λείψανα Ἁγίων καὶ μὲ Εἰκόνες νὰ τὸν ἐπαναφέρη
στὴν ἰσιάδα τοῦ δρόμου.
Ὁ τρόπος αὐτὸς ἐπανευαγγελισμοῦ τοῦ κόσμου εἶναι ἀπάτη. Πρέπει νὰ βρῆ ἡ Ἐκκλησία ἄλλους
τρόπους νὰ ἐργαστῆ στὸ χωράφι
ποὺ τῆς ἐμπιστεύθηκε
ὁ Θεός.
Οἱ μακαριστοὶ πρόγονοί
μου, ὅσιοι Ἀμφιλόχιος Μακρῆς καὶ Φιλόθεος
Ζερβάκος, οὐδέποτε δέχονταν
τὸν τρόπο αὐτὸν εὐαγγελισμοῦ τοῦ κόσμου.
Μᾶλλον οἰκονομικὸς τρόπος εἶναι καὶ ὄχι πνευματικός.
Καὶ κατασκανδαλίζεται ὁ κόσμος ἀπὸ τὸ πανέρι δίπλα στὴν Εἰκόνα καὶ τὴν σύναξη χρημάτων ἀπὸ τὸν πάμπτωχο ἑλληνικὸ λαό.
Διακονῶ τὴν Γοργοϋπήκοο τριάντα πέντε
χρόνια, ὅπως παρέλαβα ἀπὸ τοὺς προγόνους μου.
Τώρα τί θὰ πῶ στὸν κόσμο καὶ μάλιστα στὸν σλαβικὸ κόσμο, ὁ ὁποῖος λατρεύει πραγματικὰ αὐτὸ τὸ ἅγιο εἰκόνισμα;
Πενήντα χρόνια διακονῶ τὴν Ἐκκλησία.
Οὔτε μεταξωτὰ φόρεσα οὔτε ἐκμεταλλευθήκαμε τὴν Χάρη ποὺ ἔδωσε ἡ Παναγία σ᾽ αὐτὴν τὴν Εἰκόνα.
Ἔχω τὸ δικαίωμα νὰ κράξω καὶ νὰ φωνάξω: «Ἀφῆστε αὐτὸν τὸν τρόπο
καὶ βρῆτε ἄλλους
τρόπους νὰ στηρίξετε τὸ πλήρωμα, τὴν κληρονομία τοῦ Θεοῦ».
Παντοῦ παίζεται ἡ τυφλόμυγα, ὡραῖο παιδικὸ παγνίδι, ἀλλὰ ὄχι καὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία. Συγχωρέστε με, τὸν πόνο μου ἐκφράζω καὶ τὸν φόβο μου.
«Μέγας εὐπορισμὸς ἡ εὐσέβεια» κατὰ τὸν λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.