Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014

ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΕΡΟΙ ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΑΠΙΚΟΥΣ

Σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων:

ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΕΡΟΙ  ΟΙ  ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ
ΑΠΟ  ΤΟΥΣ  ΠΑΠΙΚΟΥΣ
Στὴν πρὸς «Δυτικοῖς» ἐπιστολή του ὁ Μ. Βασίλειος, γράφει:
«Λοιπόν, τὸ μὲν θρασὺ καὶ ἀναίσχυντον τμῆμα τῆς αἱρέσεως τῶν Ἀρειανῶν, ἀφοῦ φανερῶς ἀπεκόπη ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, παραμένει εἰς τὴν πλάνην του, ἀλλ’ ὀλίγον μᾶς βλάπτει, διότι ἡ ἀσέβειά των εἶναι φανερὰ εἰς ὅλους.
Ὅσοι ὅμως εἶναι ἐνδεδυμένοι μὲ δέρμα προβάτου καὶ ἐμφανίζουν ἐξωτερικόν (βίον) ἥμερον καὶ πρᾶον, ἐνῶ ἐσωτερικῶς κατασπαράσσουν ἀνηλεῶς τὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, μάλιστα διότι ἔχουν ἀρχικῶς προέλθει ἀπὸ ἡμᾶς, εὐκόλως προξενοῦν βλάβην εἰς τοὺς ἁπλουστέρους, αὐτοί (κυρίως) εἶναι ἐπικίνδυνοι καὶ δύσκολοι εἰς τὸ νὰ προφυλαχθῇ κανεὶς ἀπὸ αὐτούς: (Οἱ δὲ τὴν δορὰν τοῦ προβάτου περιβεβλημένοι καὶ τὴν ἐπιφάνειαν ἥμερον προβαλλόμενοι καὶ πραεῖαν, ἔνδοθεν δὲ σπαράσσοντες ἀφειδῶς τὰ Χριστοῦ ποίμνια καὶ διὰ τὸ ἐξ ἡμῶν ὡρμῆσθαι εὐκόλως ἐμβάλλοντες βλάβην τοῖς ἁπλουστέροις, οὗτοί εἰσιν οἱ χαλεποὶ καὶ δυσφύλακτοι).
» Αὐτοί (ἀκριβῶς), ζητοῦμεν ἀπὸ τὴν τελειότητά σας, νὰ γνωστοποιηθοῦν δημοσίως εἰς ὅλας τὰς Ἐκκλησίας τῆς Ἀνατολῆς, ὥστε ἤ, ἂν ὀρθοποδήσουν (εἰς τὴν ἀλήθειαν), νὰ ἀνήκουν εἰλικρινῶς μαζί μας, ἤ, ἐὰν  παραμείνουν διεστραμμένοι, νὰ διατηροῦν μεταξύ των μόνον τὴν βλάβην, χωρὶς νὰ δύνανται ἐξ αἰτίας τῆς ἀπροφυλάκτου ἐπικοινωνίας (μαζί των) νὰ μεταδίδουν τὴν ἀσθένειάν των εἰς ὅσους τοὺς πλησιάζουν.
» Εἶναι ὅμως ἀνάγκη νὰ μνημονεύσωμεν αὐτοὺς ὀνομαστικῶς, ὥστε καὶ σεῖς οἱ ἴδιοι νὰ γνωρίσετε ποῖοι κάμνουν ταραχὰς μεταξύ μας, ἀλλὰ καὶ νὰ κάμετε τοῦτο φανερὸν εἰς τὰς Ἐκκλησίας σας. Διότι ὁ ἰδικός μας βεβαίως λόγος φαίνεται εἰς τοὺς πολλοὺς ὕποπτος, ὅτι δῆθεν ἕνεκα μερικῶν προσωπικῶν διαφορῶν προτιμῶμεν νὰ δεικνύωμεν ἀπέναντί των στάσιν μικρόψυχον (καὶ φιλόνικον)».
(Μ. Βασιλείου, Τοῖς Δυτικοῖς, ἐπιστ. σξγ΄, Ἐκδ. «Ὠφελίμου Βιβλίου», (μτφρ. Μπιλάλη Νικόδημου, μοναχοῦ ἁγιορείτου, ὅπ. παρ., κεφ. 2, σελ. 124-125).



Καὶ σὲ ἄλλη ἐπιστολὴ γράφει ὁ Μ. Βασίλειος μὲ τὸ ἴδιο πνεῦμα:
«Τ μν ον παρ τν ρειανν (σ.σ. σήμερα Παπικν) κπαλαι κατ τς κκλησας σκευωρομενα, ε κα πολλ κα μεγλα κα κατ πσαν διαβεβοημνα τν οκουμνην, λλ' ον φορητ μν στι δι τ παρ φανερν χθρν κα πολεμων το λγου τς ληθεας γνεσθαι· ος ταν μ ποισωσι τ συνθη, θαυμζομεν, οχ ταν μγα τι κα νεανικν κατ τς εσεβεας τολμσωσι.  Λυπε  δ  μς  κα  ταρσσει  τ παρ τν μοψχων  κα μοδξων  γινμενα» (Μ. Βασιλείου, Πρς Πέτρον πίσκοπον λεξανδρείας, πιστ. σξϚ΄, κεφ. 1, στιχ. 12-20, σελ. 136).
μετάφραση (Μπιλάλη Νικοδήμου, γιορείτου μοναχο): 
«σα λοιπν φ’ νς δολιεύονται ο ρειανο νέκαθεν ναντίον τς κκλησίας, μολονότι εναι πολλ κα μεγάλα κα διατυμπανισμένα ες λην τν Οκουμένην, παρ τατα μς εναι ποφερτά, λόγ το τι γίνονται π φανερος χθρος κα πολεμίους το λόγου τς ληθείας. Μάλιστα τος θαυμάζομεν, ταν δν κάνουν ,τι συνηθίζουν κα χι ταν τολμήσουν κάτι σοβαρν κα θρασ ναντίον τς εσεβος πίστεως. φ’ τέρου μως μς λυπον κα μς ταράσσουν σα γίνονται π τος μοψύχους κα μοδόξους»


(Ἀπὸ τὸ βιβλίο "Ἡ Πατερικὴ στάση στοὺς  Θεολογικοὺς Διαλόγους", Σημάτη Παναγιώτη