Ο
άγιος Γερμανός Πατριάρχης Κων|πόλεως, μέγας αγωνιστής της Ορθοδοξίας, και
υπέρμαχος των αγίων εικόνων, στον προοιμιακό συγγραφικό έργο του επισημαίνει:
«Σοφών ανδρών αι ερωτήσεις, μελέτης δέονται και νήψεως ου της τυχούσης, ίνα εν
Κυρίω γένωνται αι επιλύσεις».
Πολύς και βαρύς ο αποδεικτικός λόγος
αρνήσεως ιερωσύνης των παπικών και συνεπεία τούτων η παντελής στέρησης της
θείας χάριτος από πάσης ιεροπραξίας. Ο άσφαιρος, άκαιρος λόγος και πόλεμος
ολίγων παρα-λογιζομένων επισκόπων και λαϊκών να αποδείξουν τα αντίθετα και να
μίξουν τα άμεικτα, δηλώνουν αυτόχρημα θεολογική άγνοια, αλλά περισσότερη
εκκλησιαστική και κανονική αταξία, και ως εκ τούτου σκανδαλισμό των ορθοδόξων
συνειδήσεων!
Φαίνεται τελικά πως η Σύνοδος της
Κρήτης έχει αποδυθεί a
priori
σ’ έναν αγώνα της πάση θυσίας αναγνωρίσεως βαπτίσματος και ιερωσύνης των
παπικών. Είναι ομολογουμένως άχαρι έργο να προσπαθείς ν’ αποδείξεις τα
αυτονόητα στους ετσιθελικά επιμένοντας, οι οποίοι μάλιστα σεμνύνονται με
βαρύγδουπους θεολογικούς τίτλους και
επισκοπικές θέσεις…
Η άρνηση ιερωσύνης στους πάσης
φύσεως και αποχρώσεως αιρετικούς και κυρίως στους παπικούς, είναι έργο
θεολογικής δικαιοσύνης, αφού αυτοί οι ίδιοι απέκοψαν εαυτούς από τους κρουνούς
της θείας χάριτος που εκπηγάζουν από το Σώμα του ζώντος Χριστού την Ορθόδοξη
Εκκλησία μας. Αλλά είναι και έργο αγάπης διότι έτσι κεντούν την συνείδησή τους,
ότι βρίσκονται σε λάθος κατεύθυνση και χρήζουνε θεραπείας και επιστροφής στην
αρχέγονη αγάπη της εκκλησίας μας.
Εάν οι παπικοί έχουν ιερωσύνη και
ιερουργούν το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας προς τι τότε να μην συλλειτουργούν
και Κοινωνούν με τους εν Χριστώ ανατολικούς αδελφούς; Τι περιμένουν ή μάλλον τι
φοβούνται και δεν προχωρούν;
Εάν
οι παπικοί έχουν ιερωσύνη τότε κάθε τους ιεροπραξία είναι έγκυρη. Αλλά μπορούν
να μας υποδείξουν και αποδείξουν ότι ο αγιασμός τους των Θεοφανείων, ή και ένας
καθημερινός «μικρός» αγιασμός παραμένει αναλλοίωτος και διαυγέστατος επί έτη
μακρά;
Εάν
οι παπικοί έχουν ιερωσύνη και επομένως πλουσία την χάρη των μυστηρίων, που
είναι τότε οι αγιασμένες και θεωμένες υπάρξεις, οι Πορφύριοι, Παϊσιοι, Ιάκωβοι,
οι διορατικοί και προορατικοί, οι ασώματοι ασκητές τους, τα ευωδιάζοντα
χαριτόβρυτα λείψανα και το «νέφος» των μαρτύρων; Κατά δε την παρατήρηση του πατερικού
θεολόγου Νικολάου Π. Βασιλειάδη «Μόνον η Ορθοδοξία έχει Μάρτυρες…διότι μόνον οι Ορθόδοξοι Μάρτυρες ομολογούν άχραντη
ανόθευτη, απαραχάρακτη την πίστι της ευαγγελικής αληθείας. Μόνον αυτοί χύνουν
το αίμα τους, για να μένουν αμόλυντα τα θεοπαράδοτα Μυστήρια της Μιάς
Εκκλησίας». Οι παπικοί –όσο και εάν ενοχλεί η υπενθύμηση αυτή- οντολογικά και
θεολογικά στερούνται ιερωσύνης. «Κατά το
Κανονικόν Δίκαιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η υπό των ετεροδόξων τελουμένη θεία
Ευχαριστία δεν θεωρείται ως τοιαύτη, η δε συμμετοχή εις αυτήν μελών της ορθοδόξου
Εκκλησίας δεν είναι δυνατόν να θεωρηθή ουδέ ως «κατ’ οικονομίαν» επιτρεπομένη»
(Ιερώνυμος Κοτσώνης). Γενικότερα δε κατά τον καθηγητή Παναγιώτη Τρεμπέλα «…όσοι
ενόθευσαν την διδασκαλία της Εκκλησίας παρεισάγοντες ιδικής των επινοήσεως
διδάγματα και παρέμενον αμετακίνητοι εις τα εσφαλμένα δόγματά των, απεκόπτοντο
και εξεβάλλοντο του σώματος της Εκκλησίας».
Αφελή ίσως για πολλούς τα ως άνω
ερωτήματα. Όμως όλα αυτά και άλλα παραπλήσια συν Θεώ θα τα θεμελιώσουμε
αποστολικοπατερικά, δογματικά, ηθικά και εκκλησιαστικά με το αιώνιο και αδιαπραγμάτευτο
κύρος των Οικουμενικών μας Συνόδων.
Κομβικό
σημείο επαναδιαπραγμάτευσης σχέσεων Ανατολής και Δύσεως, θεωρείται -η κατά το
παρελθόν άγνωστος ορολογία- η λεγόμενη
βαπτισματική θεολογία. Κατά τους ισχυρισμούς των ενθέρμων ορθοδόξων
οικουμενιστών, η αναγνώρισης του βαπτίσματος των παπικών και όχι μόνον,
συνεπάγεται και αναγνώριση της ιεροσύνης. Οι σοφιστείες αυτές του βαπτίσματος
απορρίπτονται ασυζητητί. Ο λόγος εμφανής και απλός. Το βάπτισμα είναι έγκυρο
μόνο με την τριπλή κατάδυση-βύθισμα εις την κολυμβήθρα και την επίκληση της
Αγίας Τριάδος. Αυτό είναι απαρασάλευτο και αδιαπραγμάτευτο ορθόδοξο δόγμα. Όμως
η αιρετική και βλάσφημη διδασκαλία του filioque ανατρέπει
εκ βάθρων όλο το μυστήριο της αγίας Τριάδος και κάθε επομένως επίκλησή της
είναι άκαιρη, άκυρη και αιρετική. Ο καθηγητής κ. Βασίλειος Γιούλτσης βαθύτατος
μελετητής του ιερού Φωτίου και της περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού διδασκαλίας γράφει:
«Δια τον Φώτιον, ως και δι’ όλους τους ορθοδόξους, το δόγμα αποτελεί κυρίως
έκφρασιν του περιεχομένου της πίστεως και κανόνα ζωής των ομολογούντων την
πίστιν ταύτην. Όθεν απόκλισις εκ του ορθού δόγματος συνεπάγεται ουχί απλώς
αλλοίωσιν των υπό της Εκκλησίας κηρυσσομένων αληθειών, αλλ’ εν ταυτώ διατάραξιν
της ζωής των πιστών και διασάλευσιν των εν τη εκκλησιαστική κοινότητι
διαμορφωθεισών σχέσεων…Η δυτική άποψις υποστηρίζουσα δια το άγιον Πνεύμα
εκπόρευσιν εκ του Πατρός και του Υιού υποβιβάζει αυτό έναντι των ως άνω θείων
προσώπων και διασπά ούτω την τριαδικήν ενότητα των ισαξίων και ισοσθενών
υποστάσεων…Η ενότης δόγματος και ήθους απετέλει δια τους ορθοδόξους, γενικώς
θεμελιώδη αρχήν, άνευ της οποίας ήτο αδιανόητος η θέσις του πιστού εντός του
εκκλησιαστικού σώματος…». Επομένως δεν ημπορούν ατιμωρητί να παραβιάζονται τα
δόγματα αφού κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη οι ιεροί και θείοι Κανόνες είναι «αι πηγαί των
πνευματικών και ζωηρρύτων υδάτων και τα νοητά θεμέλια, δια των οποίων η Παναγία
Τριάς «συνέστησε και συνέπηξε» την Καθολικήν Εκκλησίαν.
Είμαι
ο πλέον ελάχιστος και τελευταίος να υποδείξω το εσφαλμένον της κάθε εκκλησίας προσμετρούσης επισκοπικής
και μόνο ψήφου. Ίσως όμως και να είμαι ο πρώτος -ζητώ συγνώμη για την αναιδειά
μου-όπου θα ανατρέξω στις Οικουμενικές
Συνόδους για να αναφέρω ονόματα από
τον Μοναχισμόν και την καθοριστική
συμμετοχή τους στις αποφάσεις. Ελάχιστα ονόματα σταχυολογούμε…Όμως αδικείται
κατάφωρα και ο εγκόσμιος μοναχισμός εις
τα ιεραποστολικά πρόσωπα των Αδελφοτήτων
-περί των οποίων εσχάτως ο Μακαριότατος υπέδειξε την αναγκαιότητα της υπάρξεώς τους μέσα στην
Εκκλησία. Κορυφαίοι θεολόγοι άξια θα εκπροσωπούσαν την Ελλαδική Εκκλησία.
Στη
Σύνοδο της Χαλκηδόνος έχουμε 96! υπογραφές Πρεσβυτέρων Ηγουμένων. Ενδεικτικά
αναφέρω: «Μαριανός,.. Αγαπητός…ελέει Θεού πρεσβύτερος
και αρχιμανδρίτης και έξαρχος των ευαγών μοναστηρίων αξιώσας υπέγραψα…».
Ο
τόπος σύγκλησης της Συνόδου είναι ο πλέον ακατάλληλος αφού η όλη
ξενοδοχειακή περιρρέουσα ατμόσφαιρα, λόγω του ξενικού και εν πολλοίς
αδιάντροπου τουρισμού δεν διαθέτει ούτε την ελαχίστη πνευματικότητα και οι
άλλοι κίνδυνοι είναι εμφανέστατοι. Δεν είναι μόνον οι φωτογραφίες όπως σωστά υπογράμμισε ο άγιος
Μεσογαίας. Να συμφύρονται επίσκοποι, εξυπακούεται πνευματικοί άνθρωποι,
προορισμένοι για έναν ύψιστο σκοπό,
είναι αδιανόητο. Ο αγιασμένος
τόπος το Περιβόλι της Παναγίας μας ήταν ό,τι έπρεπε. ΄Ετσι θα απεκλείοντο και
γυναίκες, των οποίων η παρουσία μάλλον δεν ωφελεί κατά την επιεικέστερη
έκφραση.
Όταν
η Σύνοδος
θα συζητήσει και για τα θέματα της νηστείας-δεν θα κάνουμε λόγω περί
ποικιλίας εδεσμάτων και εκλεκτής οινοποσίας- τη στιγμή που πλείστοι
αδελφοί μας
κυριολεκτικά και ευαγγελικά «λιμώ απόλλυντα»ι! πως θα πεισθούμε οι
πιστοί για
την ορθότητα των αποφάσεων, την στιγμή που οι εργασίες της Συνόδου θα
διεξάγονται από Πεντηκοστής έως αγίων Πάντων, δηλαδή σε περίοδο
απόλυτης κατάλυσις χωρίς
έστω και μία ημέρα νηστείας για το θεαθήναι. Είναι αδιανόητο μία Σύνοδος
για
τόσα ύψιστα θέματα, να μην νηστεύσουν τα μέλη της, ζητώντας την χάρι και
το φωτισμό
εν συντριβή καρδίας του Παναγίου
Πνεύματος Να υπενθυμίσουμε σε όλους τους ορθοδόξους εμπλεκόμενους της
Συνόδου
μία λεπτομέρεια που μάλλον προκλητικά παραθεώρησαν. Η εκκλησία της
Αντιοχείας
σε λατρευτική σύναξη καθοσιώνει τους δύο αποστόλους Βαρνάβα και τον
Παύλο στο
ιεραποστολικό τους έργο, στα έθνη, δια επιθέσεως των χειρών αλλά και δια
της
Νηστείας την οποίαν θεωρούν αναγκαιότατη για την ευλογία του αγίου
Πνεύματος «λειτουργούντων και
νηστευόντων…νηστεύσαντες» (Πραξ.ιγ’2-3).
Για τον οικονομικό ισο-λογισμό ποιός μπορεί, ή
είναι, ο καθ’ ύλην αρμόδιος να δώσει
απάντηση στις συνειδήσεις των πιστών, εν μέσω οικονομικής κρίσεως για την
σπατάλη και διασπάθιση ή και διάθεση των
πολλών εκατομμυρίων ευρώ σε κυριολεκτικά αχρείαστες στιγμές.
Καταληκτικά κλείνουμε με μία ορθόδοξη θέση -τοποθέτηση
και με ένα ουσιώδες ερώτημα στους
εκπροσώπους της ελλαδικής αλλά και αυτού του Πατριαρχείου, Εκκλησίας μας. Η πατερική παράδοση λέγει ότι
«η μέν ασυνέπεια του ήθους προς το ορθόδοξο δόγμα συνιστά ηθικήν πτώσιν, ήτοι αμαρτίαν, η δε εκτροπή εκ του ορθοδόξου δόγματος συνιστά
δογματικήν πλάνην, ήτοι αίρεσιν». Και
το ερώτημα.
Ποια ευλογία και ποιο φωτισμό του αγίου Πνεύματος
μπορεί να έχει η επισκοπική ψήφος-προς μεγάλην απογοήτευσιν των ορθοδόξων- την
στιγμή κατά την οποίαν άλλοι διακριτικά και άλλοι προκλητικά αποστασιοποιήθηκαν
ή και το χειρότερο, αρνήθηκαν οποιαδήποτε καταδίκη , την στιγμή κατά την οποίαν
η ελληνική πολιτεία προπαραμονή Χριστουγέννων εψήφιζε και νομοθετούσε τις
βδελυκτές σοδομικές αμαρτίες; Εδώ αμετάκλητα ισχύει το πατερικόν «Ο σιγών την αλήθειαν κρύπτει Χριστόν εν
τάφω». Ποια ισχύ μπορεί να διαθέτει μία «μεταπατερική» ψήφος ή μία
αθεολόγητη και επικίνδυνη εκκλησιολογία, που στερούνται αρετής και αγιότητος;
Στην Σύνοδο δεν μας εκφράζουν ούτε οι σοφοί ούτε οι «ειδικοί» αλλά μόνον οι άγιοι και οι ταπεινοί.
Ποια σωτήρια
Χάρη για το πλήρωμα της εκκλησίας, για εμάς τα λαϊκά μέλη, που δεν είμαστε μόνο
για το δίσκο, μπορεί να έχουν οι ψήφοι Ελλάδος και Φαναρίου όταν τακτικά ή και
σποραδικά οι διενέξεις για τις Νέες Χώρες « που τελειωμό δεν έχουν»,
κατασκανδαλίζουν το ορθόδοξο πλήρωμα; Μπορεί κατ’ αυτόν τον τρόπο να
επαναπαύεται το άγιον Πνέυμα που εν τω Ονόματί του συνεδριάζουν και αποφασίζουν
οι κατά τα άλλα εν Χριστώ αδελφοί;
Είναι ευλογημένο, είναι θεμιτό, είναι επιτρεπτό στη
Σύνοδο να παρευρίσκονται παρατηρητές
αιρετικοί και να απουσιάζουν ορθόδοξα λαϊκά μέλη του Σώματος του Χριστού;
Την τελευταία λέξη όμως την έχει ο λαός του Θεού. Ναι μεν έστω και ανημέρωτος,
απληροφόρητος, ή και το χειρότερο παραπληροφορημένος, προσεύχεται επώδυνα, για
τις εργασίες της Συνόδου, όμως και αγρυπνεί και περιμένει...