Πέμπτη 31 Μαΐου 2012

Α Φ Ι Ε Ρ Ω Μ Α Στην Κωνσταντινούπολη την Πόλιν των Πόλεων την Βασιλεύουσα και στον τελευταίο Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. 29η Μαϊου 1453 η Αλωση

Α Φ Ι Ε Ρ Ω Μ Α 
Στην Κωνσταντινούπολη 
την Πόλιν των Πόλεων 
την Βασιλεύουσα 
και στον τελευταίο Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. 
29η Μαϊου 1453 η Αλωση 

 Γράφει ο Ανδρέας Σταυρίδης, Ταξίαρχος (ε.α.) 




1. Εισαγωγή Από την 29η Μαίου του 1453 , την αποφράδα εκείνη μέρα , πάνε 559 χρόνια που το… θλιβερό μήνυμα «ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ», διαδόθηκε από στόμα σε στόμα μεταξύ των λιγοστών εναπομεινάντων , αποκαμωμένων μαχητών και κατοίκων… της πόλης των πόλεων, της Βασιλεύουσας. «ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ» Ένα γεγονός που σημάδεψε καθοριστικά, μέχρι και τις μέρες μας, ολόκληρη την Ασία, την υστερομεσαιωνική και ανακύπτουσα από τον σκοταδισμό, τότε Ευρώπη, ιδιαίτερα όμως , σημάδεψε την πορεία του Ελληνικού έθνους και την Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία μας. Στο αφιέρωμα , ξεδιπλώνεται το ανείπωτο δράμα της παρακμής της Βασιλεύουσας, εξαιτίας του διχασμού, θρησκευτικού και πολιτικοκοινωνικού, οι υστερόβουλες επιχειρήσεις του Πάπα, των Γενουατών, Λατίνων και των Σταυροφόρων, για συνδρομή, τάχα στην ενίσχυση της Πόλης, η έντεχνη τελικά επιβολή της υποτέλειας, του κράτους στους «σωτήρες», η τελική αποδυνάμωση της και η εγκατάλειψη της στις ορδές των μωαμεθανών και τελικά την άλωσή της. Παράλληλα αποτίεται ο οφειλόμενος φόρος τιμής στην Ορθοδοξία και στον Ελληνισμό, την Αγία Σοφία και τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τους φωτοδότες του Χριστιανισμού και το Έθνους ,για το χρέος των Πανελλήνων προς τα θεία και Εθνικά ιδεώδη. 

Τρίτη 29 Μαΐου 2012

Πυκνώνουν τα σύννεφα του Οικουμενισμού που σκεπάζουν την Ορθοδοξία

                     Ο Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ

   «Διετείνατε τά σκέλη παντί παρόδῳ»

(Μ. Αθανασίου, Έργα 10, Πατερικές Εκδ. “Γρ. ο Παλαμάς”, σελ. 256-259).


Οι     φιλο-αιρετικοί όλων των εποχών έχουν ευμετάβολο χαρακτήρα, γιατί πάσχουν στον τομέα της πίστεως. Ως εκ τούτου δέχονται εύκολα τις παρερμηνείες του Ευαγγελίου και της Ιεράς Παραδόσεως, αλλοιώνοντας τα νοήματα των πατερικών κειμένων και υποχωρώντας στους αιρετικούς. Πραγματοποιούν ελαφρά τη καρδία το θέλημά τους, ωσάν να ήσαν «αγοραίαι υπάρξεις», όπως αναφέρει ο Μ. Αθανάσιος για τους αιρετικούς της εποχής του, και έτσι συσσωρεύουν σύννεφα συγχύσεως και επιτρέπουν τις «ακρίδες» της αιρέσεως να πλήξουν το σώμα της Εκκλησίας.


Διαβάζοντας τις εκκλησιαστικές ειδήσεις κανείς, καταλαμβάνεται από απογοήτευση και θυμό, γιατί, ενώ βλέπει να αυξάνουν αδιάντροπα, και με γεωμετρική πρόοδο, οι καταλυτικές της Κανονικής και κυρίως της Δογματικής τάξεως της Εκκλησίας ενέργειες των Οικουμενιστών, αυτοί που ακόμα θέλουν να ονομάζονται επίσκοποι Χριστού, ως άλλος Ιωνάς, έχουν κατέβει σε κάποιο αμπάρι και κοιμούνται και ρέγχουν, παρόλο που το σκάφος της Εκκλησίας κατευθύνεται προς Θαρσίς.


Όταν θα γνωστοποιηθούν τα λεχθέντα από μεγαλόσχημο ιερωμένο στο νέο Συνέδριο της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου (άρχισε χθες), θα καταλάβουμε όλοι, ότι οι Οικουμενιστές έχουν αφεθεί ανενόχλητοι να παίζουν το παιχνίδι της καταλύσεως της Εκκλησίας.


Εκπλήσσει τον αναγνώστη το γεγονός ότι, τα όσα αναφέρει ο Μ. Αθανάσιος για τους αιρετικούς της εποχής του, ταιριάζουν «γάντι» στους σύγχρονους διακινητές της παναιρέσεως του Οικουμενισμού και όσους τους ανέχονται. Γράφει ο Άγιος:


«Και κατηγορείτε (σεις οι αιρετικοί) με πολύ ευκολία τους Πατέρες, με απλή πρόφαση, ότι τάχα κάποιες λέξεις που αυτοί χρησιμοποιούν δεν προέρχονται από την Αγ. Γραφή· εσείς όμως, σύμφωνα με αυτό που είναι γραμμένο στον προφήτη Ιεζεκιήλ (κεφ. 16, στ. 25) “ανοίγετε τα σκέλη σας εις κάθε διαβάτην”(*), ώστε να μεταβάλλετε τους εαυτούς σας τόσες φορές, όσες θέλουν εκείνοι που σας πληρώνουν και σας δίνουν να τρώτε.


Αλλά, ακόμη και αν κανείς δεν αναφέρει λέξεις αυτούσιες από την Αγ. Γραφή, κανένα πρόβλημα δεν υπάρχει, εάν έχει ευσεβή διάνοια (και εκφράζει το “πνεύμα” των Γραφών). Aντίθετα, ο αιρετικός άνδρας, και αν ακόμη χρησιμοποιεί λέξεις από τις Γραφές, επειδή η χρήση Γραφικών ρητών δεν τον κάνει λιγότερο ύποπτο επι αιρέσει, ούτε αίρει την διαφθαρά του νου του, γι’ αυτό θα ακούση παρά του Πνεύματος· “Διατί συ ομιλείς και αναφέρεις τας εντολάς μου και αναλαμβάνεις εις το στόμα σου την διαθήκη μου;”».


Το αρχαίο κείμενο: «Καί κατηγορεῖτε μεν εὐχερῶς τῶν πατέρων, προφασίζεσθε δέ ἁπλῶς τάς λέξεις ὡς ἀγράφους, καί κατά τό γεγραμμένον “διετείνατε τά σκέλη παντί παρόδῳ”, ὥστε τοσαυτάκις ὑμᾶς μεταβάλλεσθαι, ὁσάκις ἄν ὑμᾶς οἱ μισθούμενοι καί χορηγοῦντες ὑμῖν βούλωνται. καίτοι κἄν ἀγράφους τις λαλῇ λέξεις, οὐδέν διαφέρει, ἕως εὐσεβῆ τήν διάνοιαν ἔχει. ὁ δέ αἱρετικός ἀνήρ, κἄν τάς ἀπό τῶν γραφῶν χρήσηται λέξεις, οὐδέν ἧττον ὕποπτος ὤν καί τόν νοῦν διεφθαρμένος ἀκούσεται παρά τοῦ πνεύματος “ἵνα τί σύ ἐκδιηγῇ τά δικαιώματά μου καί ἀναλαμβάνεις τήν διαθήκην μου διά στόματός σου”».


Ακραία θέση και ακραίος χαρακτηρισμός κατά των σύγχρονων αιρετικών, θα πουν κάποιοι· αλλά αυτή είναι η σκληρή πραγματικότης, κι αν θέλετε είναι ακόμα πιό σκληρή, αν δεχθούμε ως αληθινό (αποφεύγοντας δικές μας τοποθετήσεις), αυτό που έγραψε ένας από τους κορυφαίους θεολόγους της εποχής μας, ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης. Ότι δηλαδή, η ένωση των «εκκλησιών» ήδη «υπεγράφη στο κρεβάτι της ανωμαλίας».


Και να, κάποιες αποδείξεις σκοπίμων και ένοχων υποχωρήσεων, δια των οποίων παραδίδεται αμαχητί η Ορθοδοξία στα χέρια των αιρετικών:


1. Οι παπικοί θέλουν να τους αναγνωρίσουμε ως Εκκλησία.


Και το Πατριαρχείο τους έκαμε τη χάρη κι εμείς, αλλοιωθέντες όχι “τω πνεύματι”, αλλά από την παναίρεση του Οικουμενισμού, αν και εν αρχή αντιδρώντες, προοδευτικά το αποδεχθήκαμε: το Βατικανό, πλέον, στις συνειδήσεις των πολλών, είναι «αδελφή εκκλησία»!


2. Οι Προτεστάντες θέλησαν να μας εντάξουν στην ομάδα των «εκκλησιών» τους.


Κι εμείς ενταχθήκαμε, καυχόμενοι για το ότι ανήκουμε ισότιμα στην παναιρετική τους ομάδα του Π.Σ.Ε.!


3. Οι αιρετικοί μας ζήτησαν να συμπροσευχόμαστε μαζί τους.


Κι εμείς, ακυρώνοντας τους Ι. Κανόνες που μας δεσμεύουν για το αντίθετο, τους κάναμε τη χάρη, στην αρχή διστακτικά και διακριτικά, κατόπιν με τη μέθοδο “δύο βήμα μπρος, ένα πίσω”, και σήμερα ελεύθερα πια και αναίσχυντα, συμπροσευχόμεθα αδιαλείπτως με κάθε αιρετική ομολογία, ομάδα και παραφυάδα, σε συνέδρια, σε αρτοκλασίες, σε εσπερινούς, σε αγιασμούς παπικών (μόλις προχθές ο μητροπ. Γερμανίας Αυγουστίνος δέχθηκε «ευλογία αγιασμού» από καρδινάλιο!)· συμπροσευχὲς και ημι-συλλείτουργα ακόμα και στην Θ. Λειτουργία στο Φανάρι!


4. Το Βατικανό και το Π.Σ.Ε. ήθελαν μια φόρμουλα για την ένωση, την αναγνώριση του Πρωτείου του Πάπα και την Ένωση των «εκκλησιών».


Κι εμείς, αποδεχθήκαμε εν μέρει την «βαπτισματική» θεολογία (με πρωτεργάτη τον θεωρητικό της παναιρέσεως του Οικουμενισμού κ. Ζηζιούλα) ότι όλες οι αιρετικές «εκκλησίες» έχουν βάπτισμα· αποδεχτήκαμε (ως τώρα τουλάχιστον, τραγικά ανυποψίαστοι) την εισαγόμενη τερατώδη «θεολογική» καινοτομία περί Αγίας Τριάδος, κατά την οποία αντικαθίσταται το Είναι με την συνείδηση, ορίζονται σχέσεις μεταξύ τριών ΕΓΩ στην Αγία Τριάδα και καταργείται έτσι η ουσία του Θεού! Και στη συνέχεια θα αναγκαστούμε να αποδεχθούμε, όσα ως τώρα αναντίρρητα ήδη έχουμε δεχθεί (αφού κανείς Επίσκοπος ή ακαδημαϊκός θεολόγος έχει προβάλλει την παραμικρή αντίρρηση) εξ εκείνων που ο κ. Ζηζιούλα ταχυδακτυλουργικά διδάσκει για «Μοναρχίες, Ιεραρχίες, αριθμήσεις, εικονισμούς και στην αιώνιο και στην οικονομική Τριάδα». Και τέλος θα αποδεχτούμε και το δαιμονικό Πρωτείο του Πάπα, καθώς ετοιμάζεται να παρουσιασθεί ως διακονία!


Και για να μην ξεχνιόμαστε: Ο μητροπολίτη Περ-γάμου (μητροπολίτης χωρίς ποίμνιο-οικογένεια και πνευματικά παιδιά) ξαναεμφανίστηκε χθες στην Ακαδημία Βόλου, χωρίς να αντικρούσει τις εναντίον του καταγγελίες επί αιρέσει, και έγινε δεκτός από τον οικείο Μητροπολίτη κ. Ιγνάτιο, ωσάν να μην συμβαίνει τίποτα. Όλα τα έχουν υπολογίσει, γιατί τους έχουμε εμπράκτως δώσει την εντύπωση, ότι είναι οι απόλυτοι κύριοι του παιχνιδιού.
Λεόντιος Διονυσίου
________________________


(*) «...λογιεῖται δέ αὖ, καί περινοήσει καλῶς, ὅτι τετραμμένης τῆς Συναγωγῆς εἰς ἀποστασίαν τήν ἀπό Θεοῦ, καί τήν τῶν δαιμόνων λατρείαν ἀνθῃρημένης, μόνον δέ οὐχί πόρνης δίκην ἁπλούσης αὐτοῖς τά σκέλη... (Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Εξήγησις Υπομνηματική εις τον προφήτην Ωσηέ). «Μίξιν ἐνταῦθα τροπικῶς τήν τῶν εἰδώλων θεραπείαν ὀνομάζει... καί ἀσεβείας τήν ὑπερβολήν τοιούτοις ὀνόμασι παρεδήλωσεν» (Θεοδώρητου Κύρου, ερμην. εἰς το “ᾆσμα ᾀσμάτων”).

Ο ΛΑΡΙΣΗΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΙΑ ΑΝΕΠΗΡΕΑΣΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΒΟΥΡΚΟ



     Πριν λίγο καιρό δημοσίευμα περιοδικού μας μετέφερε στα χρόνια της επταετούς δικτατορίας αλλά και στη μετέπειτα περίοδο που συνεχίζονταν με «δημοκρατικό» ένδυμα.
     Στην αναμπουμπούλα εκείνη – όπως πάντα – άλλοι «φτιάχτηκαν» κι άλλοι χαλάστηκαν.     
     Τραγικές φυσιογνωμίες, σαν ύαινες, που ακολουθούν τα μεγάλα σαρκοφάγα για να τραφούν με τ’ αποφάγια τους, εκμεταλλεύθηκαν τις ανώμαλες καταστάσεις.
   Τότε, πλησιάζοντας το τέλος της «επταετίας», διαπράχθηκε και το έγκλημα της εκθρόνισης των γνωστών δώδεκα Αρχιερέων, χωρίς καμμία νόμιμη και δημοκρατική διαδικασία, μάλλον δε και χωρίς τα στοιχειώδη μιας δίκης.
   Μεταξύ των πενομένων αρχιερέων ήταν και ο μακαριστός Θεολόγος (Μ/της Λάρισας το 1967-96), του οποίου η ζωή υπήρξε μέχρι την τελευτή του πνοή πρότυπο διακόνου Ιησού Χριστού.
     Ταπεινός, άκακος, ακτήμονας, φλεγόμενος από αγάπη για το Χριστό διήλθε τα χρόνια της εξορίας με υπομονή και τους θανάσιμους εναγκαλισμούς των συνεπισκόπων του (μέχρι και σήμερα) με Ιώβιο καρτερικότητα.
      Σ’ αυτή την αγία μορφή αναφέρεται ο αρθρογράφος αλλά και στην αδελφή ψυχή του μακαριστού και αείμνηστου αρχ/τη π. Επιφάνιου Θεοδωρόπουλου, του οποίου η προσφορά (φανερή και αφανής) στην Εκκλησία υπήρξε άξια θαυμασμού και παντός επαίνου ώστε να του ταιριάζει το: «Επιφάνιον επαινών αρετήν επαινώμεν».
     Αλλ’ επειδή τα δικά μας γραφόμενα ίσως να μην είναι αρκετά προκειμένου να περιγράψουν τέτοια πρόσωπα και καταστάσεις ας διαβάσουμε προσεκτικά τα παρακάτω.
      Λίγο μετά την κοίμηση του π. Επιφανίου, ένα από τα στενά πνευματικά του τέκνα, μου έκανε γνωστό ότι ο ίδιος δύο-τρεις φορές μετέβη στην κατοικία του αειμνήστου Σεβασμιωτάτου κυρού Θεολόγου και λαμβάνοντας όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις, έριξε κάτω από την πόρτα του φάκελο με χρήματα χωρίς στοιχεία αποστολέα, που του είχε δώσει ο π. Επιφάνιος λέγοντάς του χαρακτηριστικά ότι την ενέργεια αυτή τη γνωρίζουν μόνο ο Θεός, ο π. Επιφάνιος καθώς και ο κομιστής του φακέλου. Πόσες φορές ακόμη θα είχε επαναλάβει ο π. Επιφάνιος την ανώνυμη αποστολή φακέλων με χρήματα στον ίδιο Ιεράρχη ή σε άλλους από τους υπολοίπους ένδεκα που σήκωναν με αξιοπρέπεια το Σταυρό τους; Δεν έχω καμία πληροφόρηση. Μόνο ο Θεός γνωρίζει. Και τώρα κοινοποιώ στην αγάπη σας κάτι ιδιαιτέρως θαυμαστό που συνδέεται άμεσα με τα παραπάνω.
    Ο π. Επιφάνιος, όπως γνωρίζετε, εκοιμήθη την Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 1989 και ώρα 4:26 το απόγευμα. Την ώρα εκείνη βρισκόμασταν κοντά του τέσσερα - πέντε άτομα. Στις 4:28, δηλαδή δύο μόλις λεπτά μετά το «φτερούγισμα» της ψυχής του κι ενώ το σώμα του ήταν ακόμα «ζεστό», χτύπησε το κουδούνι της κατοικίας του π. Επιφανίου. Οδήγησα τα βήματά μου με δυσκολία μέχρι την πόρτα και ανοίγοντάς την αντίκρυσα με έκπληξη το Σεβασμιώτατο κυρό Θεολόγο. Φίλησα με σεβάσμιο το χέρι του και με ρώτησε: «Πώς είναι η υγεία του π. Επιφανίου;». Προσπαθώντας να συγκρατήσω τα δάκρυά μου και κυριολεκτικά ψελλίζοντας, του ανακοίνωσα ότι πριν λίγο εκοιμήθη. Προχώρησε προς το δωμάτιό του, ασπάστηκε με σεβασμό το σκήνος του, μας ζήτησε ένα πετραχήλι και γονατιστοί τόσον ο ίδιος όσο κι οι παρευρισκόμενοι, ζήσαμε ένα εξόχως συγκινητικό Τρισάγιο που τέλεσε ο Σεβασμιώτατος.
     Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί, δεν έχουμε το δικαίωμα ως κατά σάρκα οικογένεια του π. Επιφανίου να πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο Κύριος μας οδήγησε τα βήματα του αειμνήστου Αγίου Λαρίσης στην οικία του π. Επιφανίου για να είναι ο πρώτος κληρικός και μάλιστα Ιεράρχης που τέλεσε Τρισάγιο για την ανάπαυση της ψυχής του;
    Έτσι, καθοδηγούμενος από τον Κύριό μας, με αυτή του την επίσκεψη ανταπέδωσε, κατά κάποιο τρόπο, τις ευεργεσίες που δέχθηκε κατ’ επανάληψιν από άγνωστο ευεργέτη.
   Τέλος, καλό είναι να γνωρίζετε ότι ο Μακαριστός Μητροπολίτης Λαρίσης ουδέποτε πληροφορήθηκε τις «επισκέψεις αγάπης» εκ μέρους του π. Επιφανίου.
Ας έχουμε όλοι την ευχή του.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας και ζητώ συγγνώμη αν σας κούρασα.
Πολυνείκης
Θεοδωρόπουλος

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ 19ον

http://www.agonas.org
Του π. Ευσταθίου Κολλά
(συνέχεια απο προηγούμενη δημοσίευση )

Γενικά, δε μπορούμε να λέμε, ότι υπάρχει απόλυτη Νομοτέλεια στο κόσμο, γιατί έτσι υποτιμούμε και νομιμοποιούμε την εύνοια (= συμπάθεια) της αμαρτίας, η οποία, από Χριστιανική έποψη, είναι ηθική αταξία στο κόσμο. Υπάρχει φυσική αρμονία στον κόσμο, αλλά υπάρχει και ηθική αταξία. Συνεπώς, από Χριστιανική έποψη, μετά την πτώση, υπάρχει σχετική αρμονία στον κόσμο.
Η θέση του ΚΑΝΤ είναι αναιρετική της θεωρίας, ανατρέπεται. Λέει ο ΚΑΝΤ, ότι δεν μπορεί η θεωρία να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού, με αποτέλεσμα να φτάνει στην έννοια του Δημιουργού ως διακοσμητή και διαμορφωτή της θεωρίας του Πλάτωνος με τα λεγόμενά του.
ΘΕΤΙΚΟ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ
ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΗΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΣ
Το θετικό Θεολογικό στοιχείο της απόδειξης είναι, ότι αυτή δεν είναι τελείως απορριπτέα, διότι δέχεται το Θεό ως ενεργούντα εντός του κόσμου, που σημαίνει ότι προσεγγίζει την περί Πρόνοιας διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Και οι δύο αποδείξεις, και η Κοσμολογική και η Τελολογική, που εξετέθησαν, έχουν διαρκή και μόνιμη σημασία, διότι προσπαθούν να συνδέσουν, η μεν Κοσμολογική απόδειξη τον κόσμο μετά του Θεού, η δε Τελολογική να συνδέσει τον κόσμο με τον προνοητή του, δηλαδή, να συνδέσει την κοσμική πραγματικότητα με ένα υπερκόσμιον ΟΝ. Ο κίνδυνος, εν προκειμένω, υπάρχει μόνον, όταν αποκοπούν οι θεωρίες αυτές από την αλήθεια της Χριστιανικής διδασκαλίας και αποκτήσουν αυτοδύναμο χαρακτήρα.

Παρασκευή 25 Μαΐου 2012

Θεολογική ερμηνεία της εικόνας της Αναλήψεως

Θεολογική ερμηνεία της εικόνας της Αναλήψεως




Στην εικόνα της Αναλήψεως ο Κύριος με φωτεινά ενδύματα και κυριαρχική στάση, εικονίζεται μέσα σε «δόξα», που είναι άλλοτε στρογγυλή, όπως στην εικόνα μας και άλλοτε ελλειψοειδής. Κάθεται σε ουράνιο τόξο ευλογώντας με το ένα του το χέρι και κρατώντας όρθιο ειλητάριο με το άλλο. Το ειλητάριο είναι σύμβολο του διδασκάλου.

Τη «δόξα», μέσα στην οποία βρίσκεται ο Κύριος υποβαστάζουν δύο άγγελοι. Συμβολίζουν και εκφράζουν τη θεία μεγαλειότητα και εξουσία. «Ο Κύριος ως παντοδύναμος δεν είχε ανάγκη τους αγγέλους για να αναληφθεί στους ουρανούς). Σε μερικές εικόνες της Αναλήψεως οι άγγελοι δεν ανακρατούν το δίσκο της δόξας, αλλά ατενίζουν τον Κύριο σε στάση προσευχής. Όπως λένε τα τροπάρια της εορτής, απορούν και θαυμάζουν, γιατί ο Χριστός αναλήφθηκε όχι μόνον ως Θεός, αλλά και ως άνθρωπος, δηλαδή με το άφθαρτο και δοξασμένο σώμα του.

Ἕνα θαυμαστό γεγονός: Ὁ ἀσπασμός τῆς χειρός τοῦ Γέροντος Βησσαρίωνος τοῦ Ἀγαθωνίτη ἀπό τόν Γέροντα Κύριλλο


Τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονὸς  τὸ διηγήθηκε ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας Κύριλλος, πρὶν μερικὰ χρόνια, μπροστὰ ἀπὸ τὴ λάρνακα τοῦ ἄφθαρτου Γέροντα Βησαρίωνος στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἀγάθωνος στὴν Οἴτη.

Παρόντες ἦταν, ἐκτὸς ἀπὸ ἐμένα, τὴν ἀδελφή μου Σοφία, τὸ σύζυγό της Κωνσταντῖνο, καὶ   ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἀγάθωνος Γέρων Δαμασκηνός. Ἐπίσης, ὁ συνοδὸς τοῦ Γέροντος Κυρίλλου πατὴρ Γαβριήλ, νῦν Καθηγούμενος τῆς Μονῆς Ὁσίου Δαβίδ, καὶ ὁ ἱερέας τῆς Ὑπάτης Δημήτριος Καραγιάννης.

Λίγο ἐνωρίτερα εἴχαμε τελέσει, ὅλοι μαζί, Θεία Λειτουργία  στὸ μετόχι τοῦ Μεγάλου Μετεώρου στὴν Ὑπάτη καὶ εἴχαμε μαζί μας τὴν τιμία Κάρα τοῦ Ὁσίου Δαβίδ. Τὴν εἶχε φέρει ὁ Γέροντας μὲ τοὺς πατέρες στὴ Λαμία.

Ἐκεῖ, μπροστὰ στὸ ἱερὸ σκήνωμα τοῦ Ὁσίου Βησσαρίωνος, ὁ Γέροντας μας διηγήθηκε τὰ ἀκόλουθα:

Πρὶν λίγα χρόνια,  ὄχι μακριὰ ἀπὸ τὸ χρόνο τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ ἄφθaρτου λειψάνου τοῦ  Ὁσίου Βησσαρίωνος, ὁ Γέροντας Κύριλλος εἶχε τὴν ἐπιθυμία  καὶ προσῆλθε στὴ Μονὴ Ἀγάθωνος γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸ ἱερό λείψανο.

Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τό σκήνωμα τοῦ  Ὁσίου ἦταν μὲν στὸ ἴδιο σημεῖο (στὸ ἀριστερὸ παρεκκλήσι τοῦ Καθολικοῦ) ἀλλὰ χωρὶς τὴ μεταγενέστερη γυάλινη κάλυψη – προθήκη τοῦ ξύλινου κουτιοῦ, ὅπου άρχικά ἐναποτέθηκε.  Ἔτσι μποροῦσε κάποιος νὰ ἀσπασθεῖ  ἀπευθείας  τὸ σκήνωμα χωρίς την παρεμβολή της γυάλινης προθήκης.

Ὁ Γέροντας Κύριλλος ἤθελε νὰ ἀσπασθεῖ τὸ χέρι τοῦ Ὁσίου ποὺ κρατάει σφικτά τὸ μικρὸ Εὐαγγέλιο, ἤδη ἀπὸ τὸ χρόνο τῆς ταφῆς του.

Πλησίασε, λοιπὸν, μὲ εὐλάβεια πρὸς τὸ ἱερὸ λείψανο καὶ μὲ πίστη εἶπε παρακλητικὰ πρὸς τὸν Ὅσιο :  Ἅγιε Βησσαρίων, δὲν φθάνω νὰ σὲ ἀσπασθῶ (ὁ Γέροντας ἦταν κοντὸς καὶ δυσκίνητος καὶ τὸ σκήνωμα τοποθετημένο ψηλὰ γι’ αὐτόν). Δός μου, σὲ παρακαλῶ,  τὸ χέρι σου νὰ τὸ φιλήσω.

Ὁ Ὅσιος ἄνοιξε τὸ χέρι του, ἄφησε τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ ὁ πατὴρ Κύριλλος, ἐντελῶς φυσικότατα, ἔλαβε τὸ χέρι του μὲ τὸ δικό του χέρι. Τὸ σήκωσε στὸ ὕψος τοῦ στόματός του, σὰν νὰ ἦταν ἕνα  σῶμα ζωντανὸ μὲ ἐλαστικότητα, τὸ ἀσπάσθηκε μὲ σεβασμὸ καὶ τὸ ἄφησε στὴν ἀρχική του θέση. Ὁ Ὅσιος ξανάπιασε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἔκτοτε ἐξακολουθεῖ νὰ τὸ κρατάει σφικτά.

Μέγας εἶ Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα σου καὶ οὐδεὶς λόγος ἐξαρκέσει,πρὸς ὕμνον τῶν θαυμασίων σου.

 

Γεώργιος Ἀποστολάκης

Δικαστικὸς Λειτουργὸς

Τρίκαλα

Υ.Γ.
Ὁ παριστάμενος  στὴ σκηνὴ αὐτὴ πατὴρ Δημήτριος Καραγιάννης, ἐφημέριος Ἁγίου Νικολάου Ὑπάτης, ὡς δόκιμος ὑμνογράφος, δὲν παρέλειψε νὰ ἐξιστορήσει τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονός, κατὰ τὸ ὁποῖο ὀφθαλμοφανῶς κατελύθησαν οἱ φυσικοὶ νόμοι, στὴν Ἱερὰ  Ἀσματικὴ  Ἀκολουθία ποὺ  πρόσφατα συνέθεσε πρὸς τιμὴν τοῦ Ὁσίου Βησσαρίωνος. Στὸ Μεγάλο Ἑσπερινὸ σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ προσόμοια (πρὸς τό: Χαίροις ἀσκητικῶν) ἀναφέρει τὰ ἑξῆς:

Ὤφθη θαῦμα φρικτὸν διά σοῦ,

ὅτε τὴν χεῖρα τῷ αἰτήσαντι  ἔδωκας

(ἢ ὅτε τὴν χεῖρα τῷ Κυρίλλῳ προσέφερες)

τοῦ θείου σκηνώματός σου

χαριτοβρύτου, σεπτοῦ,

εὐλαβείας χάριν

τοῦ ἀσπάσασθαι

καὶ νῦν ἐπληρώθησαν

τὰ ψαλμῶν θεῖα λόγια

τὰ τοῦ Προφήτου,

ἃ ἐν Πνεύματι ἔφησεν

ὅτι δίκαιοι

τοῦ θανάτου οὐ γεύσονται.

Ὅθεν τὴν χαριτόβρυτον

κυκλοῦντες, μακάριε,

λάρνακα πάντες αἰτοῦμεν

τῶν πρεσβειῶν σου τάς χάριτας

καὶ γὰρ ἡ δικαίου

ἐξισχύει μεσιτεία

πολλὰ πρὸς Κύριον.


Πέμπτη 24 Μαΐου 2012

Αποκαλυψη τουΑγίου Ιωάννου του Θεολόγου Ερμηνεία εις την Αποκάλυψη (B) 2η Ομιλία ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ



Αποκάλυψη του Αγίου  Ιωαννου του Θεολόγου
Ερμηνεία
εις την Αποκάλυψη (B)
2η Ομιλία ΓΕΡΟΝΤΟΣ  ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ 
 που έγινε 18 -10-1980
«Αποκάλυψις», «δει», «εν τάχει». 
    -Προοίμιον
«Αποκάλυψις Ιησού Χριστού, ην έδωκεν αυτώ ο Θεός, δείξαι τοις δούλοις αυτού α δει γενέσθαι εν τάχει, και εσήμανεν αποστείλας δια του αγγέλου αυτού τω δούλω αυτού Ιωάννη,
»ος εμαρτύρησε τον λόγον του Θεού και την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού, όσα είδε.
»Μακάριος ο αναγινώσκων και οι ακούοντες τους λόγους της προφητείας και τηρούντες τα εν αυτή γεγραμμένα. ο γαρ καιρός εγγύς» 1.
Θαυμασία, αγαπητοί μου εισαγωγική επιγραφή του όλου αυτού βιβλίου, ως συμπύκνωσις πολλών απαραιτήτων στοιχείων.
Και πρώτα-πρώτα: Η εισαγωγική αυτή επιγραφή του βιβλίου της Αποκαλύψεως διακρίνεται δια τον επίσημον τόνο της, τον επίσημο χαρακτήρα της, και υπενθυμίζει την επιγραφή προφητικών βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης. έχει μια μεγαλοπρέπεια. Παραβάλατε την επιγραφικήν εισαγωγήν του βιβλίου του Ησαΐου, που λέγει:
«Όρασις, ην είδε Ησαΐας υιός Αμώς, ην είδε κατά της Ιουδαίας και κατά Ιερουσαλήμ εν βασιλεία Οζίου και Ιωάθαμ και Άχαζ και Εζεκίου, οι εβασίλευσαν της Ιουδαίας» 2.
Δεύτερον: Γίνεται γνωστός ο χαρακτήρ του βιβλίου, με τον χαρακτηρισμόν «Αποκάλυψις». Δηλαδή πρόκειται -μας το ειδοποιεί ο ιερός συγγραφεύς- περί προφητικού βιβλίου.
Τρίτον: Δηλούται το κύρος και η αυθεντία του βιβλίου, διότι πηγή της Αποκαλύψεως είναι αυτός ο Θεός και ο Ιησούς Χριστός, είτε προσωπικώς ομιλεί είτε δι΄ Αγγέλου.
Τέταρτον: Σημειούται ο σκοπός της καταγραφής της Αποκαλύψεως, όταν λέγη «δείξαι τοις δούλοις αυτού α δει γενέσθαι εν τάχει». Ώστε λοιπόν να που διαγράφεται και ο σκοπός του βιβλίου. Ποιος ο σκοπός που εγράφη το βιβλίον της Αποκαλύψεως; Για να δειχθούν εις τους δούλους του Θεού εκείνα τα οποία πρόκειται να γίνουν γρήγορα.
Πέμπτον: Γνωστοποιείται ο συγγραφεύς. Ποιος είναι; «Τω δούλω αυτού Ιωάννη». Είναι ο Ιωάννης, ο Ευαγγελιστής. ο επιστήθιος Μαθητής του Χριστού. ο συγγραφεύς του ομωνύμου ευαγγελίου και των τριών καθολικών επιστολών.
Έκτον: Εκτίθεται το περιεχόμενον του βιβλίου: «τον λόγον του Θεού και την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού, όσα είδε». Ώστε αυτά μας καταγράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «τον λόγον του Θεού». Ώστε λοιπόν το βιβλίον της Αποκαλύψεως έχει «τον λόγον του Θεού», έχει «την μαρτυρίαν του Ιησού Χριστού, όσα είδε» . ο ιερός συγγραφεύς δεν θα προσθέση, δεν θα αφαιρέση.
Τελειώνοντας το βιβλίο θα σημειώση ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Όποιος προσθέση ή αφαιρέση κάτι από το βιβλίον αυτό, να του αφαιρεθή η μερίδα του από το δένδρον της ζωής»3. Δηλαδή να μη μπη στη Βασιλεία του Θεού όποιος παραποιήση, αφαιρέση, προσθέση και κακοποιήση το βιβλίο. Συνεπώς θα είχε πρώτην εφαρμογή στο πρόσωπο του Ιωάννου, εάν το έκανε ο ίδιος. Αλλά τι γράφει; «Όσα είδε», όσα άκουσε. τίποτα παραπάνω, τίποτα παρακάτω.
      Κεντρική ιδέα δε του βιβλίου είναι: η δευτέρα του Χριστού Παρουσία. Κεντρική ιδέα. Ο πόλεμος, όπως σας έλεγα την περασμένη φορά στην εισαγωγή, ο πόλεμος των αντιθέων δυνάμεων κατά της Εκκλησίας, η κατανίκησις αυτών υπό του Ιησού Χριστού και η ένδοξος Βασιλεία Αυτού εις τους αιώνας των αιώνων.
Έβδομον: Αναδεικνύεται ο προορισμός του βιβλίου, με τον μακαρισμόν εκείνων που αναγινώσκουν, εκείνων που ακροώνται και εκείνων που τηρούν τον λόγον του Θεού. «Μακάριος, λέγει εις αυτήν την εισαγωγικήν επιγραφήν, Μακάριος ο αναγινώσκων και οι ακούοντες τους λόγους της προφητείας και τηρούντες τα εν αυτή γεγραμμένα».
Και, τέλος, όγδοον: Καθορίζεται ότι ο χρόνος πληρώσεως του περιεχομένου του βιβλίου είναι βραχύς. «ο γαρ καιρός εγγύς». γιατί, λέγει, ο καιρός είναι κοντά.
Αυτά βλέπομε, αγαπητοί μου, στη εισαγωγική αυτή επιγραφή του βιβλίου. Παίρνομε δηλαδή όλες αυτές τις πληροφορίες για το βιβλίον της Αποκαλύψεως.
* * *
      Και τώρα, συν Θεώ Αγίω, εισερχόμεθα εις την ανάλυσι, λέξι-λέξι, φράσι-φράσι, του ιερού κειμένου. Έχει τόση ομορφιά το ιερό κείμενο... Κι αν ακόμη μας έλεγαν ότι πρέπει να τρέξουμε,... πώς να τρέξης, όταν το ίδιο το κείμενο σε καθηλώνη να το προσέξης;...
     «Αποκάλυψις Ιησού Χριστού» 4.
«Αποκάλυψις»! Ας μείνωμε εις την λέξιν αυτή. Με τον όρον αυτόν αρχίζει αυτό το θαυμάσιον βιβλίον της Καινής Διαθήκης.
Αλλά τί σημαίνει «Αποκάλυψις»;
Κατ’ αρχάς σημαίνει ότι το προκείμενον βιβλίον είναι προφητικόν. και μάλιστα είναι το μoναδικόν προφητικόν βιβλίον της Καινής Διαθήκης, χωρίς αυτό να σημαίνη ότι και τα λοιπά βιβλία της δεν έχουν προφητικά στοιχεία. Βεβαίως τα βιβλία αυτά, είτε έχουν ιστορικόν χαρακτήρα -όπως είναι τα ευαγγέλια και οι Πράξεις- είτε έχουν επιστολιμαίον χαρακτήρα -όπως είναι οι επιστολές Παύλου, Πέτρου, Ιωάννου, Ιακώβου και λοιπά-, είναι γεμάτα από στοιχεία προφητικά. Όμως αυτά δεν είναι κατ’ εξοχήν προφητικά βιβλία. είναι απλώς ιστορικά, είναι νουθετικά και λοιπά. Το βιβλίον της Αποκαλύψεως είναι κατ’ εξοχήν προφητικόν, το και μοναδικόν της Καινής Διαθήκης. άλλο τώρα ότι περιέχει και νουθετικά στοιχεία κατά πλησμονήν.
         Ακόμη ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας -όπως σας είπα, θα χρησιμοποιούμε τους Ανδρέαν και Αρέθαν Καισαρείας όλως ιδιαιτέρως, θα είναι οι οδηγοί μας- μας σημειώνει τα εξής: «Αποκάλυψίς εστιν η των κρυπτών μυστηρίων δήλωσις, καταυγαζομένου του ηγεμονικού είτε δια θείων ονειράτων είτε καθ’ ύπαρ, εκ θείας ελλάμψεως»5. Τί λέγει ότι είναι «αποκάλυψις»; Αποκάλυψις είναι η φανέρωσις, η δήλωσις κρυπτών μυστηρίων, η οποία γίνεται με τον φωτισμόν του ηγεμονικού, του νου δηλαδή, είτε με θεία όνειρα είτε με οράματα, σε κατάστασιν εγρηγόρσεως.
        Σ’ αυτήν την κατάστασιν ευρίσκετο και ο ευαγγελιστής Ιωάννης, ο οποίος ήταν εν εγρηγόρσει, εν αισθήσει, δεν κοιμόταν. Δεν είδε στον ύπνον του αυτά, όπως επί παραδείγματι ο προφήτης Δανιήλ, που έβλεπε στον ύπνο του ό,τι έβλεπε, εκείνες τις θαυμάσιες εικόνες. Ο Δανιήλ έχει οράματα καθ’ ύπνον. ενώ εδώ ο Ιωάννης είναι εν εγρηγόρσει, ξυπνητός. Λέει: «Εν ημέρα Κυριακή -θα μας το πη λίγο πιο κάτω- εγενόμην εις την Πάτμον». Μέσα σ’ ένα σπήλαιον είναι, κι εκεί δέχεται την Αποκάλυψι. «Άκουσα μια φωνή. γύρισα να ιδώ και είδα... -ω τι είδα...!- είδα κάποιον, όμοιον...», όπου παρουσιάζεται με μια φοβερή περιγραφή ο δεδοξασμένος Ιησούς. «Και μου λέγει: Εγώ είμαι ο περιπατών μεταξύ των λυχνιών, των επτά Εκκλησιών. Γράψε αυτά που θα σου πω»6 . Είναι λοιπόν εν αισθήσει. «καθ’ ύπαρ», όπως λέγει εδώ ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας. Ύπαρ -γενική: ύπαρος- είναι η αισθητή εμφάνισις, που αντιλαμβάνεται κανείς εν εγρηγόρσει ό,τι αντιλαμβάνεται.
Εν τούτοις, αγαπητοί μου, ο όρος αποκάλυψις έχει μίαν βαθυτέραν σημασίαν. Πολλές φορές χρησιμοποιούμε αυτόν τον όρον χωρίς να μπορούμε να εμβαθύνωμε εις αυτόν. Αποκάλυψις γενικά σημαίνει ότι ο Θεός αποκαλύπτει τον εαυτόν Του εις τους ανθρώπους. Και η αποκάλυψις αυτή του Θεού εις τους ανθρώπους είναι είτε άμεσος είτε έμμεσος, με σκοπόν πάντοτε την γνώσι του Θεού εκ μέρους των ανθρώπων. Ο Θεός δεν είναι ο Άγνωστος. είναι εν ταυτώ ο Γνωστός και Άγνωστος. Είναι ο Γνωστός, γιατί θέλει να έχη κοινωνία με τα δημιουργήματά Του. εν ταυτώ ο Άγνωστος, γιατί είναι ο Αναφής, ο Αψηλάφητος, ο Αΐδιος, ο Αχρονος, ο Υπέρ την κτίσιν την ορατήν και αισθητήν. διότι η ουσία του Θεού δεν είναι δυνατόν ποτέ να γνωσθή. γι’ αυτό είναι ο Γνωστός - Άγνωστος.
       Έχομε αυτές τις οξύμωρες εκ πρώτης όψεως εκφράσεις, ή αν θέλετε αυτές τις αποφατικές εκφράσεις. Έτσι λέγονται στη Θεολογία αυτές οι εκφράσεις, αποφατικές. δηλαδή μ’ εκείνο που λέω δηλώνω ότι δεν ξέρω τι είναι ο Θεός. Όσο πιο πολύ Τον γνωρίζω, τόσο λέγω ότι δεν γνωρίζω τον Θεό. Αυτό ακριβώς είναι μία αποφατική θέσις έναντι της γνώσεως του Θεού. Όμως ο Θεός αγαπά να αποκαλύπτεται. δεν μένει ποτέ εις τον εαυτόν Του. και αποκαλύπτεται είτε άμεσα, όπως σας είπα, είτε έμμεσα.
Ακόμα η αποκάλυψις του Θεού διακρίνεται εις την φυσικήν θείαν αποκάλυψιν και εις την υπερφυσικήν θείαν αποκάλυψιν.

1. Αποκ. 1, 1-3.
2. Ησ. 1, 1.
3. Αποκ. 22, 18-19.
4. Αποκ. 1, 1.
5. Άγ. Ανδρέας Καισαρείας, Ερμηνεία εις την Αποκάλυψιν του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου Θεολόγου, J.P.Migne. P.G., τόμ. 106, Κέντρον Πατερικών Εκδόσεων, Αθήναι 2001, σελ. 220D.
6. Αποκ. 1, 17-19.
συνεχίζεται στο επόμενο τεύχος

Οταν ο ηγέτης είναι ο λαός

Εφημερίδα Αγωνιζομένων Χριστιανών Λαρίσηςhttp://www.agonas.org
Την παρακάτω επιστολή ο συγγραφέας κ. Χρήστος Μαγγούτας την έστειλε στον πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κ. Παπούλια, θα μπορούσε όμως να είχε και την δική σας υπογραφή:
Προς τον κ. Παπούλια: Είστε πρόεδρος της Δημοκρατίας;
Αν είχα τη δύναμη θα προτιμούσα, ως πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, όχι εσάς, αλλά τον Ισλανδό πρόεδρο, τον Όλαφουρ Ράγκναρ Γκρίμσον. Μπορεί να καυχιόμαστε ότι, εμείς γεννήσαμε τη δημοκρατία, αλλά πάει καιρός πια που δεν έχουμε συγγένεια μαζί της.
Όταν το ισλανδικό Κοινοβούλιο ενέκρινε κάποιο νόμο παρόμοιο με το Μνημόνιο 1 και στάλθηκε για επικύρωση στον πρόεδρο της δημοκρατίας, αυτός ενεργοποίησε το μόνο δικαίωμα που είχε, όπως κι εσείς: δεν το υπέγραψε και κάλεσε το λαό σε δημοψήφισμα. 
Ήταν η πρώτη φορά που έγινε δημοψήφισμα στη χώρα αυτή. Η εξήγηση ήταν σαφής:  
«Δε μπορώ εγώ ή οι λίγοι βουλευτές που ψήφισαν αυτό το νόμο να αναλάβω την ευθύνη να επικυρώσω έναν νόμο που θα επηρεάσει τη ζωή κάθε πολίτη της χώρας μου. Σε ένα τόσο σοβαρό θέμα, μόνον ο λαός μπορεί να αποφασίσει».
Το δημοψήφισμα έγινε και ο λαός απέρριψε το νόμο. 

Ἡ «Νέα Πολιτικὴ Πρόταση» τῆς Ὑπερεθνικῆς Ἐκκλησίας:

«Νέα Πολιτικ Πρόταση» τς περεθνικς κκλησίας:

“ΟΥΚ ΕΝΙ ΕΛΛΗΝ” (2)

Μὲ Ἀφορμὴ Ἀνακοίνωση τῆς Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου

Δάφνη Βαρβιτσιώτη, στορικός


Οἱ συντελεστὲς τῆς Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Δημητριάδος ἀναζητοῦν ἕναν «ἀνανεωμένο θεολογικὸ λόγο», ὁ ὁποῖος θὰ ἀποτελέσει μιὰ «νέα πολιτικὴ προταση»(!), προκειμένου «ἡ Ἐκκλησία μας νὰ εἰσέλθει στὸν αἰῶνα ποὺ ζοῦμε καὶ νὰ μὴ βρίσκει εὔκολο καὶ ἀσφαλὲς καταφύγιο σὲ προηγούμενες ἐποχές».
Πρὸς τὸν σκοπὸν αὐτόν, συγκαλοῦν ἐπειγόντως διεθνὲς διορθόδοξο συνέδριο, μὲ θέμα «κκλησιολογία κα θνικισμς στ Μεταμοντέρνα ποχή»[1].
Θεοκρατία κα θνικισμός: Στὴν σχετικὴ Ἀνακοίνωσή τους2, οἱ συντελεστὲς τῆς Ἀκαδημίας Βόλου ἐξηγοῦν ὅτι, προβαίνουν στὴν ἀναζήτηση αὐτή, διότι πιστεύουν ὅτι: «Ἡ θεοκρατία καὶ ὁ νεο-ἐθνικισμός, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ ἐκκοσμικευμένες μορφὲς ἐσχατολογίας, (…) δὲν μποροῦν, μὲ κανένα λόγο, νὰ συνεχίσουν νὰ εἶναι ἡ πολιτικὴ πρόταση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας».
Στὸ σημεῖο αὐτό, ἀνακύπτουν τὰ ἀκόλουθα ἐρωτήματα: α) ὑπάρχει σήμερα –ἢ ὑπῆρξε ποτὲ– θεοκρατία στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία; Καί, β) εἶναι δυνατὸν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία (νὰ θέλει) νὰ ἔχει πολιτικὴ πρόταση, συναγωνιζόμενη, ἢ μᾶλλον ταυτιζόμενη, στὸ σημεῖο αὐτό, μὲ τὸ Βατικανὸ καὶ τὸ Π.Σ.Ε., τὰ ὁποῖα –διὰ τῆς ἐμπλοκῆς τους στὸν διακανονισμὸ τῶν πολιτικῶν πραγμάτων– ἔχουν πλήρως ἐκκοσμικευθεῖ;
Θεοκρατία: Ἀναζητώντας στὴν ἐγκυκλοπαίδεια τὸν ὁρισμὸ τῆς «θεοκρατίας», διαπιστώνουμε ὅτι, πρόκειται γιὰ «πολίτευμα κατὰ τὸ ὁποῖο ἡ ὀργάνωση καὶ λειτουργία τοῦ κράτους καθορίζονται ἀπὸ τὸν θεϊκὸ νόμο», καὶ ὅπου «διάκριση τῆς πολιτικῆς ἀπὸ τὴν θρησκευτικὴ ἐξουσία δὲν ὑφίσταται, ἐνῶ προβάλλεται τὸ ἀποκλειστικὸ δικαίωμα τοῦ Ἱερατείου νὰ ἑρμηνεύει τὴ θεία θέληση ἀνάλογα μὲ τὶς περιστάσεις»3.
Στὴν θεοκρατία, δηλαδή, ἡ ταύτιση πολιτικῆς καὶ θρησκευτικῆς ἐξουσίας, ὄχι μόνον ἐξασφαλίζει τὴν ἀπόλυτη, ἀπαρέγκλιτη, τυφλὴ ὑπακοὴ τοῦ λαοῦ στὰ κελεύσματα τῶν ἐξουσιαστῶν, ἀλλὰ τιμωρεῖ κάθε ἀνυπακοή, ὡς ἔγκλημα καθοσιώσεως. Συχνά, μάλιστα, ἡ ἐσχατολογία τῆς θεοκρατίας, ὄχι μόνον ἀπαιτεῖ τελετουργικοὺς φόνους τῶν ἰδίων τῶν πιστῶν της, ἀλλὰ καθιστᾶ φυσικὴ καὶ τὴν αὐτόβουλη προσέλευση τῶν θυμάτων στὴν θυσία (π.χ. προκολομβιανὲς κοινωνίες τῆς Ἀμερικῆς).
Καί, στὶς μὲν προχριστιανικὲς θεοκρατίες, ἡ ἐλευθερία βουλήσεως ἦταν ἀνύπαρκτη ἀκόμα καὶ ὡς ἔννοια· στὶς δὲ μεταχριστιανικές, ἦταν –καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι– ἔννοια ἀπαγορευμένη. Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις, ἀποτελοῦσε –καὶ ἀποτελεῖ– πρακτικὴ ἀδιανόητη ἢ θανατηφόρα.
Θεοκρατία κα Χριστιανισμός: Ἡ ἐνανθρώπιση, ὅμως, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἄλλαξε τὸν ροῦ τῆς Ἱστορίας. Καὶ τοῦτο διότι, ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθέρας βουλήσεως, ὡς δώρου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο, ἀπὸ ἐλευθερία καὶ ἀγάπη, κατέστησε ἕωλη τὴν θεοκρατία στὴν συνείδηση τῶν πιστῶν. Ἐνῶ, ἡ Ἀνάστασή Του ἐξουδετέρωσε τὴν δυνατότητα τοῦ Ἱερατείου νὰ χειραγωγεῖ τὸν πιστὸ λαὸ μὲ ἐκκοσμικευμένες –καί, φυσικά, ὑποβολιμαῖες καὶ ἀντι-ἀνθρώπινες– μορφὲς ἐσχατολογίας.
Καί, παρ’ ὅλον ὅτι –ὅπως ἐπισημαίνεται στὸ παραπάνω κείμενο– «Στὸ Χριστιανισμὸ τέτοιες (σ.σ. θεοκρατικὲς) ἀντιλήψεις ὁδήγησαν στὴν γνωστὴ ἔννοια τῆς Βασιλείας το Θεο» (σ.σ. τὰ πλάγια στοιχεῖα ἀνήκουν στὸ πρωτοτυπο), τὸ πλησιέστερο πρὸς τὴν θεοκρατία πολιτειακὸ σύστημα ἦταν ὁ καισαροπαπισμός, ποὺ παρατηρήθηκε μεταξὺ τοῦ 14ου-16ου αἰῶνα, στὴν Δύση, καὶ στὸ ὁποῖο ὁ ἡγεμόνας τῆς πολιτείας ἦταν συγχρόνως καὶ Πάπας.
Ἐνῶ, ὁ συνδυασμὸς προφήτη-ἡγεμόνα (προφητάνακτος) ὑπῆρχε μὲν στοὺς παλαιοδιαθηκικοὺς χρόνους, στὸ Ἰσραήλ, ἀλλὰ ὡς πρόδρομος τῆς εἰσόδου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο.
Προφητάνακτες κα Παγκοσμιοποίηση: Βέβαια, μετὰ τὴν Β΄ Βατικανὴ Σύνοδο (1962-1965) καὶ τὴν ἐκκοσμικευμένη “νέα θεολογία” της, τὸ Βατικανὸ υἱοθέτησε ἕναν ἀνανεωμένο οἰκουμενικὸ θεολογικὸ λόγο, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ μιὰ «νέα γεωπολιτικὴ πρόταση», ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὅτι, εἶναι λόγος ἀκραιφνῶς οἰκουμενιστικός, δηλαδή, λόγος ὄχι ἁπλῶς διαδογματικὸς ἢ διαθρησκευτικός, ἀλλὰ πανθρησκειακός· μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μετατρέπει τὸν Πάπα –τὸν ἐμμένοντα ἐμμανῶς στὸ Πρωτεῖο του– σὲ παγκοσμίου βεληνεκοῦς ἡγέτη-φορέα τῆς νέας ἐκκοσμικευμένης ἐσχατολογίας τῆς Πανθρησκείας, σὲ καιροὺς παγκοσμιοποιήσεως.
Μὲ γνώμονα, ἀφ’ ἑνὸς μέν, τὶς θέσεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου περὶ «σύγχρονης Ὀρθοδοξίας» (εἰδικὰ ὅπως αὐτὲς διατυπώθηκαν κατὰ τὴν φετεινὴ πατριαρχικὴ ἑορτὴ τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, στὸν Ἱ. Ν. τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στὸ Φανάρι), ἀφ’ ἑτέρου δέ, τὴν συλλειτουργία τοῦ Πάπα (κατὰ τὴν θρονικὴ ἑορτὴ τοῦ Πατριαρχείου, τὴν 30η Νοεμβρίου 2006), οἱ ὁποῖες τόσο σκανδάλισαν τὸ Ὀρθοδοξο ποίμνιο4, ἀναμένουμε μὲ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν Εἰσήγηση (στὸ συγκεκριμένο συνέδριο τῆς Ἀκαδημίας) μὲ θέμα «Πατριαρχεῖο, Πρωτεῖο καὶ Ἐθνικισμός».
Ελογες πορίες: Ποία ὁμοιότητα, λοιπόν, βλέπουν οἱ τῆς Ἀκαδημίας, μεταξὺ τῆς θεοκρατίας (ὅπως αὐτὴ ὁρίζεται) καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ὁποία, διὰ τῆς θεολογίας τῶν Πατέρων, ἀρνεῖται ριζικὰ τέτοιες τοποθετήσεις καὶ βρίσκεται στὸν ἀντίποδα τέτοιων ἰδεολογημάτων;
Γιατί, ἄραγε, οἱ συντελεστὲς τῆς Ἀκαδημίας Βόλου θεωροῦν ὅτι ἡ θεοκρατία ἦταν ποτὲ –καὶ συνεχίζει νὰ εἶναι– ἡ πολιτικὴ πρόταση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας; Καὶ τὸ τραγελαφικό: αὐτοὶ ποὺ φοβοῦνται τὴν ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ πολιτικὰ συστήματα καὶ ἰδεολογίες (ὅπως ἡ θεοκρατία καὶ ὁ νεο-ἐθνικισμός), πῶς διολισθαίνουν οἱ ἴδιοι σὲ –ἀδιάφορα ποιές– πολιτικὲς προτάσεις;
Παράδοξη πιλεκτικ Εαισθησία: Καί, ἀφοῦ πιστεύουν ὅτι ἡ θεοκρατία ἐξακολουθεῖ νὰ ὑφίσταται ὡς πολιτικὴ πρόταση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, καί, ἀφοῦ ἀπορρίπτουν τόσο αὐτήν, ὅσο καὶ τὸν (νεο)ἐθνικισμὸ –ὡς ἐκκοσμικευμένες μορφὲς ἐσχατολογίας–, γιατὶ ἑστιάζουν τὸ θέμα τοῦ συνεδρίου τους μόνον στὸν (νεο)ἐθνικισμό;
Γιατί, δηλαδή, θεωροῦν ὅτι, μεταξὺ τῶν δύο πολιτικῶν προτάσεων –θεοκρατίας καὶ ἐθνικισμοῦ (παλαιοῦ ἢ νέου)–, μόνον ἡ πολιτικὴ πρόταση, ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν «ταύτιση Ἐκκλησίας καὶ Ἔθνους καὶ τὸν “ἐθνικὸ” ρόλο τῆς Ἐκκλησίας», ἀποτελεῖ «τὸ σοβαρότερο μᾶλλον πρόβλημα, ποὺ ἀντιμετωπίζει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μετὰ τὴν πτώση τοῦ Βυζαντίου (1453)»; Καί, μάλιστα, σήμερα, ποὺ οἱ Ἕλληνες –τελοῦντες ὑπὸ καθεστὼς ψυχοπνευματικῆς γενοκτονίας, ἀλλὰ καὶ ἀποδεκατιζόμενοι σιωπηρῶς– βλέπουν τὴν Ἑλλάδα νὰ καταρρέει ὑπὸ τὸ βάρος τοῦ Μνημονίου, τῆς εἰσβολῆς ἑκατομμυρίων λαθρομεταναστῶν καὶ τῶν ἐντεινομένων ἐδαφικῶν βλέψεων γειτονικῶν κρατῶν;
λευθέρα Βούληση κα Θεοκρατία: Βέβαια, τὸ γεγονὸς ὅτι, οἱ συντελεστὲς τῆς Ἀκαδημίας ἀπορρίπτουν τὴν θεοκρατία, ὡς ἄλλη «ἐκκοσμικευμένη μορφὴ ἐσχατολογίας», θὰ μποροῦσε νὰ ἑρμηνευθεῖ ὡς ἔμμεση, πλὴν σαφής, ἔνδειξη τοῦ σεβασμοῦ τους πρὸς τὴν ἐλευθέρα βούληση τῶν μελῶν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Τότε, ὅμως, γιατί ἀναζητοῦν ἕναν νέο ἐκκλησιαστικὸ-θεολογικὸ λόγο, ποὺ νὰ ἀποτελεῖ, συγχρόνως, καὶ «νέα πολιτικὴ πρόταση»; Δὲν ἀντιλαμβάνονται ὅτι, κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀναζητοῦν αὐτὸ ποὺ οἱ ἴδιοι ἀπορρίπτουν, δηλαδή, «τὸ ἀποκλειστικὸ δικαίωμα τοῦ Ἱερατείου νὰ ἑρμηνεύει τὴ θεία θέληση ἀνάλογα μὲ τὶς (σ.σ. σημερινὲς πολιτικὲς) περιστάσεις»; Αὐτό, δὲν προϋποθέτει τὴν ἀπὸ μέρους τους προβολὴ μιᾶς νέας μορφῆς ἐσχατολογίας, ἐξ ἴσου ἐκκοσμικευμένης, ἀφοῦ προσχεδιάζεται καὶ προγραμματίζεται μὲ τὴν ἀρωγὴ συνεδρίων· καὶ μάλιστα, καὶ διεθνῶν καὶ διορθοδόξων;
Πολιτικ Πρόταση το «θνικισμο»: Οἱ ἐκκλησιολογικοὶ καὶ πολιτικο-κοινωνιολογικοὶ λόγοι γιὰ τοὺς ὁποίους οἱ συντελεστὲς ἀπορρίπτουν τὸν «ἐθνικισμὸ» (παλαιὸ ἢ «νέο»), πρὸς χάριν μιᾶς νέας ὑπερεθνικῆς-ὑπερφυλετικῆς πολιτικῆς προτάσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, εἶναι οἱ ἑξῆς:
α) ὅτι, ἡ ταύτιση Ἐκκλησίας καὶ Ἔθνους προκαλεῖ τὴν «διαίρεση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας σὲ πολλὲς διαφορετικὲς ἐθνικὲς Ἐκκλησίες»·
β) ὅτι, ὑποκαθιστώντας «τὸ ἐκκλησιαστικὸ κριτήριο ἀπὸ τὸ ἐθνικό», ὁδηγεῖ στὴν διαμόρφωση μιᾶς «ἐξαιρετικὰ προβληματικῆς ἐκκλησιολογικῆς ἀντίληψης, ποὺ κατανοεῖ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς μία “συνομοσπονδία ἐθνικῶν Ἐκκλησιῶν”»·
γ) ὅτι, ἡ ταύτιση αὐτὴ συνιστᾶ «ἐγκλωβισμὸ στὴν παραδοσιαρχία, τὸν φονταμενταλισμό, τὸν κοινωνικὸ συντηρητισμὸ καὶ ἀναχρονισμό, τὴν ἐπιστροφὴ στὴν προ-νεωτερικότητα καὶ τὶς αὐταρχικὲς δομὲς τῆς πατριαρχικῆς κοινωνίας»·
δ) ὅτι, ὁ «νεωτερισμὸς» αὐτὸς ἀπηχεῖ τὸν «ἀμετάκλητα ξεπερασμένο κόσμο τοῦ χθὲς» καὶ «ὑπονομεύει κάθε σοβαρὴ προσπάθεια νὰ ἀντιμετωπίσει ἐπιτέλους ἡ Ὀρθοδοξία τὶς προκλήσεις ποὺ θέτει ὁ σύγχρονος κόσμος»·
ε) ὅτι, ἀποτελεῖ «ἐσωστρέφεια», ποὺ κάνει τὴν Ἐκκλησία «νὰ ἔχει λησμονήσει τὴν ὑπερεθνική της ἀποστολὴ καὶ τὶς θεμελιώδεις ἐκκλησιολογικές της ἀρχές», ποὺ βασίζονται «στὸ κάλεσμα τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ ὑπερφυλετικὲς ἢ ἀκόμα καὶ ὑπερεθνικὲς κοινότητες».
θνικισμς κα σχατολογία: Σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴν ἐσχατολογικὴ διάσταση τῆς «ταύτισης Ἐκκλησίας καὶ Ἔθνους, Ἐκκλησίας καὶ ἐθνο-πολιτισμικῆς ταυτοτήτας, Ἐκκλησίας καὶ ἐθνικῆς ἰδεολογίας, Ἐκκλησίας καὶ Κράτους», οἱ λόγοι ἀπόρριψής της εἶναι οἱ ἀκόλουθοι:
στ) ὅτι, «στὴ συνάφεια καὶ στὸ πλαίσιο μιᾶς πολυεθνικῆς, πλουραλιστικῆς, μετανεωτερικῆς κοινωνίας», ὅσο θὰ ὑφίσταται ἡ ταύτιση αὐτή, «κάθε μήνυμα συμφιλίωσης, μετανοίας καὶ ἐπανευαγγελισμοῦ δὲν θὰ μοιάζει παρὰ μὲ ψευδαίσθηση καὶ φενακισμό»·
ζ) ὅτι, ἐμποδίζει τὴν ἐπιστροφὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴν «κυρίως ἀποστολή της, ποὺ εἶναι ὁ Εὐαγγελισμὸς καὶ ἡ μεταμόρφωση τοῦ κόσμου, τὸ κήρυγμα τῆς ἐρχομένης Βασιλείας τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία καὶ τὴν ἀποκατάσταση ὁλάκερης τῆς κτίσης»·
θ) ὅτι, ἂν διατηρηθεῖ ὁ (νεο)ἐθνικισμός, «οὔτε ἀληθινὴ καὶ διαρκὴς ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὴ κτίση καὶ στὴν Ἱστορία ὑπάρχει, οὔτε Ἐκκλησία, ποὺ νὰ προσεύχεται καὶ νὰ διαλέγεται “ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας”».

Συμπεράσματα: Ὅσα ἐκ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας μελέτησαν τὴν ἀνακοίνωση αὐτὴ ὁδηγοῦνται –ἀβιάστως, διὰ τῆς ἁπλῆς λογικῆς καὶ μὲ γνώμονα τὶς θεμελιώδεις ἀρχὲς τῆς Ὀρθοδόξου Πατερικῆς Παραδόσεως– στὸ συμπέρασμα ὅτι: ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀποστασιοποίηση τους ἀπὸ ἐμᾶς (ἤτοι, τοὺς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες, ἀλλὰ καὶ τοὺς μὴ Ὀρθοδόξους, ποὺ ὡστόσο, ἔχουν ἑλληνικὴ ἐθνικὴ αὐτοσυνειδησία), ἀπὸ τὸ ἐθνικὸ καὶ ἱστορικό μας παρελθὸν καὶ ἀπὸ τὴν πολιτιστική μας παράδοση, οἱ συντελεστὲς τῆς Ἀκαδημίας Βόλου ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὶς ἑξῆς πεποιθήσεις:
i.-ὅτι, στὸ Εὐαγγέλιο, ὑπάρχει «κάλεσμα γιὰ ὑπερφυλετικὲς ἢ ἀκόμα καὶ ὑπερεθνικὲς κοινότητες»·
ii.-ὅτι, οἱ ἴδιοι (δηλαδή, οἱ τῆς Ἀκαδημίας) –ὅταν στρέφονται κατὰ τῶν ἐθνικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν (καὶ τῆς συνομοσπονδίας τους), κατὰ τῆς ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν καὶ κατὰ τῶν πολιτιστικο-θρησκευτικῶν παραδόσεων τους– ἑρμηνεύουν –καὶ ἐπιτελοῦν– τὸ πρόσταγμα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ·
iii.-ὅτι, προωθώντας τὴν πολυπολιτισμικότητα καὶ τὴν πολυφυλετικότητα διὰ τῆς λαθρομεταναστεύσεως, οἱ παγκοσμιοποιητὲς καὶ οἱ ἀρωγοί τους συνεργοῦν, μὲ τὸν δικό τους τρόπο, στὸ «κάλεσμα τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ ὑπερφυλετικὲς ἢ ἀκόμα καὶ ὑπερεθνικὲς κοινότητες»·
iv.-ὅτι, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θὰ συμβάλλει στὴν «σωτηρία καὶ τὴν ἀποκατάσταση ὁλάκερης τῆς κτίσης» μόνον ἐφ’ ὅσον ἀπαρνηθεῖ καὶ ἐγκαταλείψει τὸν “ἐθνικὸ ρόλο” της, πρὸς χάριν τοῦ ὑπερεθνικοῦ-ὑπερφυλετικοῦ·
v.-ὅτι, κάθε «ἐπιμονὴ» τῶν Ἑλλήνων –Ὀρθοδόξων καὶ μὴ– νὰ διατηροῦν τὴν ἐθνική, ἱστορικὴ καὶ πολιτιστικὴ αὐτοσυνειδησία τους καὶ τὴν ἀκεραιότητα τῆς Ἑλλάδος –ζητώντας ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νὰ τοὺς σταθεῖ ἀρωγὸς σ’ αὐτό–, ἀντιβαίνει «στὴν σωτηρία καὶ τὴν ἀποκαταστάση ὁλάκερης τῆς κτίσης»·
vi.-ὅτι, μόνον πρὸ τῆς πτώσεως τοῦ Βυζαντίου, κοντάκια καὶ ὕμνοι –ὅπως, λ.χ. ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος καὶ τὸ «Σῶσον, Κύριε, τὸν Λαόν Σου καὶ Εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν Σου» –, συνέβαλλαν στὴν «σωτηρία καὶ τὴν ἀποκατάσταση ὁλάκερης τῆς κτίσης», διότι ἐψάλλοντο ἀπὸ ὀρθόδοξο μέν, πολυεθνικὸ καὶ πολυφυλετικὸ δέ, ποίμνιο· ὅμως, μετὰ τὸ 1453, ὅσοι μὴ-πολυεθνικοὶ καὶ μὴ-πολυφυλετικοὶ λαοὶ τὰ ἔψαλλαν, τὴν ἀντιμάχονταν·
vii.-ὅτι, ἡ παρουσία ἑκατομμυρίων μουσουλμάνων μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα ἀνταποκρίνεται «στὸ κάλεσμα τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ ὑπερφυλετικὲς ἢ ἀκόμα καὶ ὑπερεθνικὲς κοινότητες»·
viii.-ὅτι, ἔναντι τοῦ σημερινοῦ «κυρίαρχου αἰτήματος» τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ –Ὀρθοδόξου καὶ μὴ– «γιὰ ἐπιβίωση σὲ ἐξαιρετικὰ δυσμενεῖς καὶ ἐχθρικὲς καταστάσεις», ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία –ὡς ὑπερεθνικὴ καὶ ὑπερφυλετικὴ– ὀφείλει νὰ κρατήσει τὶς ἀποστάσεις της ἀπὸ αὐτόν, διότι,
ix.-ἡ ἀπὸ μέρους της ἀνάληψη “ἐθνικοῦ ρόλου”, μὲ σκοπὸ τὴν σωτηρία τοῦ Ἔθνους, ἀντιβαίνει «στὸ κάλεσμα τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ ὑπερφυλετικὲς ἢ ἀκόμα καὶ ὑπερεθνικὲς κοινότητες» καί, κατὰ συνέπεια, ἀντιβαίνει στὴν «σωτηρία καὶ τὴν ἀποκατάσταση ὁλάκερης τῆς κτίσης»·
x.-ὅτι, μόνον «ἐπανευαγγελιζόμενοι» στὰ νάματα τοῦ «ἀνανεωμένου», «οἰκουμενι(στι)κοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λόγου» –καὶ τοῦ ἐξ αὐτοῦ ἀπορρέοντος «κηρύγματος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ»– ποὺ θὰ πρέπει νὰ εἶναι καὶ ἡ «νέα πολιτικὴ πρότασης» τῆς ἐπισήμου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἱ Ἕλληνες –Ὀρθόδοξοι καὶ μὴ– θὰ πεισθοῦν ὅτι, θείῳ προστάγματι, «οκ νι λλην»·
xi.-ὅτι, ἡ παγκοσμιοποίηση εἶναι μέρος τοῦ Σχεδίου τοῦ Θεοῦ, καί, ἑπομένως, ἡ μοῖρα ποὺ τοὺς ἐπιφυλάσσουν οἱ παγκοσμιοποιητὲς εἶναι ἀσήμαντη παράπλευρη ἀπώλεια σὲ σχέση μὲ τὴν «σωτηρία καὶ τὴν ἀποκατάσταση ὁλάκερης τῆς κτίσης»·
xii.-ὅτι, ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀποτύχει τοῦ προορισμοῦ της ἐπὶ 2000 χρόνια, καὶ ἀναμένει τὶς ὑποδείξεις τῶν συντελεστῶν τῆς Ἀκαδημίας Βόλου καὶ τῶν Εἰσηγητῶν τοῦ συγκεκριμένου Συνεδρίου, γιὰ νὰ ἐπιτυχεῖ.

πόρριψη Θεμελιωδῶν ρχν: Τὸ γεγονὸς ὅτι, οἱ πεποιθήσεις τους αὐτὲς ἀποδεικνύονται, εἴτε ἀνακριβεῖς, εἴτε ἐξω-λογικές, εἴτε παρα-λογικές, εἴτε ἀντι-λογικές, καὶ ὁπωσδήποτε ἀντιανθρώπινες καὶ ἀντιχριστιανικές, ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα πώς:
Εἴτε οἱ ἴδιοι οἱ συντελεστὲς τῆς Ἀκαδημίας Βόλου καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς τὸ συνειδητοποιοῦν, εἴτε ὄχι, ὁ νέος ἐκκλησιαστικὸς λόγος, τὸν ὁποῖον ἀναζητοῦν, ἀπορρίπτει τὸ σύνολο τῶν θεμελιωδῶν ἀρχῶν τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ –ἤτοι τὴν Λογική, τὸν ἀνθρωπισμό, ἀλλὰ κυρίως τὴν Ὀρθόδοξη Πατερικὴ Παράδοση–, οἱ ὁποῖες διασφαλίζουν, διαχρονικά, τὴν ἐλευθερία βουλήσεως τοῦ ἀνθρώπου –Ἕλληνος καὶ μή, Ὀρθοδόξου καὶ μή.
Ὑπ’ αὐτοὺς τοὺς ὅρους, πῶς εἶναι δυνατόν, αὐτὴ ἡ νέα ὑπερεθνικὴ-ὑπερφυλετικὴ Ἐκκλησία –καὶ ἡ νέα πολιτική της πρόταση– νὰ προστατεύσουν τὴν ἐλευθέρα βούληση ἡμῶν τῶν ὑπολοίπων ἔναντι τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ τῶν παγκοσμιοποιητῶν;
«Νέα Πολιτικ Πρόταση» κα Παγκοσμιοποίηση: Ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω, τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας –τὸ πληττόμενο πανταχόθεν ἀπὸ τοὺς φορεῖς τῆς παγκοσμιοποιησεως– σύρεται, ἄθελά του, στὸ ὀδυνηρὸ συμπέρασμα ὅτι: οἱ συντελεστὲς τῆς Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου ἔχουν ἤδη υἱοθετήσει τὸν συγκεκριμένο «νέο ἀνανεωμένο θεολογικὸ-ἐκκλησιαστικὸ λόγο»· καὶ ὅτι –εἴτε οἱ ἴδιοι τὸ συνειδητοποιοῦν, εἴτε ὄχι– ὁ λόγος αὐτὸς ἀποτελεῖ μιὰ «νέα γεωπολιτικὴ πρόταση», καὶ πιὸ συγκεκριμένα, μιὰ πρόταση παγκοσμιοποιημένη καὶ παγκοσμιοποιητική.
Παγκοσμιοποιημένη, ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὅτι, ἐκφράζει τὶς βουλὲς τῶν παγκοσμιοποιητῶν καὶ συντάσσεται μὲ αὐτές. Παγκοσμιοποιητική, ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὅτι, καταργεῖ τὴν ἐλευθερία τῆς βουλήσεως μας καὶ μᾶς ὑποτάσσει στὸν ὁλοκληρωτισμό τους.
Στὸ τρίτο καὶ τελευταῖο κείμενό μας, μὲ τίτλο «“Οὐκ Ἑνὶ Ἕλλην”, Οὐδὲ Ὀρθόδοξος» θὰ ἀναζητήσουμε, σὺν Θεῷ, τὴν προέλευση αὐτῶν τῶν πεποιθήσεων καὶ σὲ τί αὐτὲς ἀποσκοποῦν.


_______________________________
(1) Τὸ Συνέδριο θὰ πραγματοποιηθεῖ στὸ Συνεδριακὸ Κέντρο Θεσσαλίας (Μελισσάτικα), ἀπὸ 24 ἕως 27 Μαΐου 2012.
(2) Βλ. ἑβδομ. ἐφημ. “Ὀρθόδοξος Τύπος” τῆς 27.4.2012 (σ. 7).
(3) Πρβλ. Ἐκπαιδευτικὴ Ἑλληνικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια, τόμος «Οἱ Θρησκεῖες», (Ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν).
(4) Κορναράκη Ἰω., «Ἐπίσημη Πατριαρχικὴ Ἀναγνώριση τῆς σύγχρονης Ἀντιπατερικῆς Ὀρθοδοξίας» (ἄρθρο στὸ διαδίκτυο).