Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

Ο ιερομόναχος π. Ανάργυρος Σταματόπουλος 1916-1994 Προϊστάμενος ΑδελφότητοςΘεολόγων « Ζ Ω Η»

Ο ιερομόναχος π. Ανάργυρος  Σταματόπουλος  1916-1994
Προϊστάμενος ΑδελφότητοςΘεολόγων
« Ζ Ω Η»
               
      Ο λαός λέει : «Δεν μπορείς να κρυφτείς από τον Θεό και το γείτονα». 
      Στη Λάρισα και στην κατασκήνωση του Στομίου  βρέθηκα γείτονας του πατρός Αναργύρου για κάποιες μέρες, για καμιά δεκαετία, είτε στην σκηνή της πρώτης ομάδας, κάτω από το κελί του ή στο αρχηγείο που μας χώριζε ένας τοίχος.
     Έτσι άθελά μου παρατήρησα  το πρόγραμμά του.
Πρωί, γύρω στις 6 με την γκλίτσα του, αθόρυβα, κατευθυνόταν στο ναό. Άφηνε έξω την γκλίτσα και έπιανε το μηναίο ψάλλοντας τα τροπάρια του όρθρου.
      Αφού τέλειωνε την ακολουθία του, έβγαινε και στεκόταν δίπλα στο κυπαρίσσι στα δεξιά της σκάλας  που οδηγεί στο ναό ή στην άλλη σκάλα, πίσω από το ιερό,  όπου υπάρχει ένα άλλο κυπαρίσσι.
       Με την κυπαρισσένια κορμοστασιά του  στεκόταν με καρφωμένο το βλέμμα προς τον Άθωνα,  απ όπου αναδυόταν ολοπόρφυρος ο δίσκος του ηλίου.
    Ακίνητος, προσηλωμένος στο θαύμα! «Δόξα σοι τω δείξαντι το φως»…
     Λίγο αργότερα χτυπούσε με την γκλίτσα του κάποιο αγριόχορτο, παρατηρούσε τα δενδράκια και κλάδευε κάποιο «άτακτο» βλαστάρι.
Στις 7 η ώρα άνοιγε το τρανζιστοράκι  με την βελόνα στην ΕΡΤ για ν’ ακούσει τις  πρωινές ειδήσεις. Τις υπόλοιπες ώρες ήταν βουβό το ραδιόφωνο.
     Οι γλάστρες με τους βασιλικούς στο μπαλκόνι ήταν ποτισμένες και η κατασκήνωση αρχίζει να ξυπνάει, σαν σμήνος που συνειδητοποιεί πως ξημέρωσε. Ο θόρυβος των αγοριών συνεχώς αυξάνεται από τις φωνές των στελεχών, τα βαριεστημένα χασμουρητά, τις μαχμουρλίδικες διαμαρτυρίες ή τα γέλια από τις βραδινές φάρσες...
       Το κελλάκι  βυθισμένο στην σιωπή. Εκείνος ή θα ήταν κρυμμένος στην υφασμάτινη πολυθρόνα ατενίζοντας τον Θερμαϊκό απορροφημένος  σε σκέψεις ή προσευχή, ή θα έγραφε στο τραπέζι «αδιαφορώντας» για το  χαμό που γινόταν λίγο πιο πέρα.
       Το πρωινό ξύπνημα και η αποκάλυψη του πρωινού προγράμματός του  φαίνεται πως τον «ενόχλησε» και με παρατήρησε με το γνωστό ύφος του. «Τι ξυπνάς τόσο νωρίς, είσαι μαθημένος από τα καπνά (που ξυπνούν πολύ νωρίς;» Φρόντιζα από τότε διακριτικά να βρίσκομαι  κάπως απόμακρα…
          Αναπολώντας  πάνω από τρεις δεκαετίες  που πέρασαν από τότε αναρωτιέμαι, αυτός ο άνθρωπος δεν ενοχλήθηκε ποτέ από τις φωνές, τις φασαρίες, τις φάρσες των αγοριών, στις πιο ακατάλληλες ώρες;
     Πώς μπορούσε να συγκεντρωθεί, να προσευχηθεί, να εξομολογεί, αλλά και να γράφει  σ’ ένα τόσο θορυβώδες περιβάλλον;
       Δεν άκουσε κάποιες άσχημες λέξεις, ίσως και βρισιές πάνω στην έξαψη της εφηβικής ηλικίας; Δεν έπεσαν στην αντίληψή του κάποια λάθη των στελεχών της κατασκήνωσης; Τι εγκράτεια, τι υπομονή είχε να μην πεταχτεί πάνω, να κάνει μια παρατήρηση, μια υπόδειξη!
Τον θαυμάζω τώρα ειλικρινά!!!
       Εμείς είμαστε έτοιμοι,  ασυγκράτητοι , να υποδείξουμε το λάθος, να πούμε την γνώμη μας… ο εγωισμός μας δεν μας αφήνει σε ησυχία!!!  Και όταν βρούμε κάποια ευκαιρία «θεολογούμε» φλύαρα…
       Εκείνος έλεγε «των φρονίμων ολίγα»… δεν κήρυττε με το στόμα, αλλά με την ζωή του. Δεν πολυμιλούσε με τους ανθρώπους για τον Θεό, αλλά στον Θεό για τους ανθρώπους…  Έλεγε  (και το εφήρμοζε)!  Όταν μια μητέρα παραπονέθηκε πως όλη μέρα μιλάει στο γιό της για τον Θεό, μα εκείνος πέρα βρέχει…, η συμβουλή του ήταν να μιλήσει στον Θεό για τον γιό της.
        Τόσα χρόνια ελάχιστες φορές τον ζήτησαν στο τηλέφωνο. Εκείνος όταν έπιανε το ακουστικό, το πρώτο που έκανε ήταν να  επιτιμήσει τον καλούντα για την κλήση.
Πρέπει να σημειώσω πως  η είσοδος του κελιού του ήταν μια μεταλλική πόρτα που δεν την άκουσα ποτέ να κάνει τον παραμικρό θόρυβο, ανοιγοκλείνοντας. Διακριτικός, απαρατήρητος.
         Αργότερα έμαθα για κάποια από τα «κατορθώματά του»  στο Γράμμο και στην Κύπρο,  αλλά και την σθεναρά άρνησή του να επισκοποιηθεί  παρά τις πιέσεις και ίσως  τις απειλές… Ταπεινή λεβεντιά που σπάνια απαντά κανείς!
       Σήμερα βλέπουμε να σέρνονται στα σκαλιά της αρχιεπισκοπής  να πάρουν τη  δεσποτική μίτρα, ενώ εκείνος τα απεμπόλησε μένοντας σταθερός στις αρχές του,  αλλά και στις υποσχέσεις του προς την αδελφότητα.         
       Η ταπεινοφροσύνη του, έθαψε την προσφορά του στον Κυπριακό λαό, την πνευματική καθοδήγηση ηρώων και χρειάστηκε η επίσκεψή μας στη Μεγαλόνησο με τον Απόστολο Κουτούγια για  να αισθανθούμε το θαυμασμό και την εκτίμηση προς το πρόσωπό του…

     Ήταν η φωτεινή εξαίρεση, διότι  «το χρήμα πολλοί εμίσησαν, την δόξαν ουδείς».  Δεν ήταν μόνο Ανάργυρος, αλλά και αφιλάργυρος.
     Θυμάμαι σε κάποιο αγιασμό στην κατασκήνωση, ο Μητροπολίτης Λαρίσης  μακ. Θεολόγος του είπε με παράπονο : «Ανάργυρε,  ξέρεις  τι  ταλαιπωρίες  γλύτωσες;»  και η απάντηση κοφτή «χμ..τι τά ’θελες εσύ αυτά;»
                  Ασκητής ή ιεραπόστολος;

       Φεύγοντας τα χρόνια της νιότης  που ρουφάμε αχόρταγα τις εικόνες, όταν  ασπρίζουν οι κρόταφοί μας, επεξεργαζόμαστε τις προσλαμβάνουσες  παραστάσεις,  μηρυκαζόμαστε  ό,τι  αρπάξαμε στη βιασύνη της νιότης…

        Κατεβαίνοντας από το κελί του για την αμμώδη παραλία του Στομίου,  (εδώ θα πρέπει να εξηγήσω ότι τα αμμόλουτρα που έκανε του  ήταν άκρως αποτελεσματικά, ήταν το φάρμακο για την οσφυαλγία που τον ταλαιπωρούσε παλιότερα), στο ένα χέρι είχε την μαύρη τσάντα και στο άλλο μια εφημερίδα που την κρατούσε στο μάγουλό του,  σα  να ’θελε να γλυτώσει από τις ακτίνες του ηλίου. Κατάλαβα όμως πολύ αργότερα, πως ήταν για να προφυλάξει το βλέμμα του!!! αφού το μέρος που προφύλαγε ήταν ανεξάρτητο της θέσης του ηλίου.
          Στην παραλία, προχωρούσε όσο το δυνατόν μακριά από τον κόσμο, κοντά στο έλος και βάδιζε στην καυτή άμμο περισσότερο από ένα  χιλιόμετρο κρατώντας την εφημερίδα  σαν παρωπίδες, να μην αλλοιωθεί δια της οράσεως η ασκητική του βιοτή. Η εφημερίδα  ήταν το απαραίτητο αξεσουάρ της παραλίας,  την κρατούσε όμως και στην κατασκήνωση, αλλά και κάποιες φορές και στην πόλη.
 Δεν ήθελε οι παραστάσεις, οι εικόνες, να αλλοιώσουν αυτό που ζούσε, την εσωτερική του παραδείσια κατάσταση.
          Ζούσε ως ερημίτης μέσα στον κόσμο… Δεν έχω συναντήσει κάποιον από τους μοναχούς να βάζουν τέτοιους φραγμούς ακόμα και στην όραση…  Ακόμα και όταν βρισκόταν με κόσμο, (στην Θεία Λειτουργία, στην τράπεζα κ.α.) το βλέμμα του δεν το άφηνε να καρφωθεί, να εγκλωβιστεί σε πρόσωπα, να του αποσπάσει την προσοχή του από τον Θεϊκό στόχο,  μα το οδηγούσε να γλιστρήσει  μακριά,  στο κενό…
           Ως λειτουργός, μέσα στο ιερό οι κινήσεις του, τα βήματά του ήταν απολύτως καθορισμένα. Μπρος στο θυσιαστήριο στεκόταν με παρρησία , με αγέρωχη ιεροπρέπεια,  με το βλέμμα του   καρφωμένο   στον εσταυρωμένο. Στον Όρθρο,  όταν δεν προσκόμιζε, ήταν σκυμμένος στον Συνέκδημο. Αυστηρότατος στο τυπικό.
Απέφευγε τον φακό της φωτογραφικής μηχανής χωρίς τις υστερίες των δήθεν σεμνότυφων. Μια ήρεμη δύναμη, ερημίτης, ασκητής, αθόρυβος, θα ’λεγα καλώς κρυπτόμενος…

           Και έδωσε ο Θεός και η αναχώρησή του να ’ναι διακριτική, αθόρυβη, ανώδυνη, ειρηνική.  Η ψυχή του πέταξε σαν γλαροπούλι και ο ήχος της τελευταίας του αναπνοής  πνίγηκε από τον φλοίσβο του κύματος εκεί στην ερημική παραλία του  Στομίου…

           Μας κληροδότησε όμως κι ένα «κακό» εμάς που τον ζήσαμε από κοντά. Παρέμεινε ένα φωτεινό μέτρο σύγκρισης και αναφοράς τόσο για τον εαυτό μας, όσο και για τους άλλους, τους σημερινούς αυτοπροβαλλόμενους,  ναρκισσευόμενους  πνευματικούς ανθρώπους, που μοιάζουν με  πυροτεχνήματα κρότου-λάμψης, των οποίων  ο θόρυβος και το φως σε θαμπώνουν και σε εντυπωσιάζουν για λίγα μόνο λεπτά.

           Τα λόγια ξεχνιούνται,  αλλά η ασκητική βιοτή του έχει σημαδέψει ανεξίτηλα τις καρδιές μας .

            Ευχαριστούμε τον Άγιο Τριαδικό Θεό που τον έβαλε στην ζωή μας …

               Νοέμβριος 2013                          Ασκληπιάδης     
            
                

  Σχόλιο :   Ο π.Ανάργυρο Σταματόπουλο που δεν πωλήθηκε ποτέ,τους πέταξε κατάμουτρα την άρνηση να δεχθεί την επισκοποίηση (και την θέση του πήρε ο Θεολόγος) αλλά ήταν ο καθοδηγητής των κυπρίων ηρώων που ετελέσθηκαν από τους Αγγλους.
    Είναι ο μοναδικός απλός ιερωμένος του τελευταίου αιώνος που εξορίσθηκε απο την Κύπρο ώς επικίνδυνος ταραξίας ,από τους Άγγλους.