Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Ερμηνεία εις την Αποκάλυψη (B)π. Αθανασίου Μυτιληναίου. 2η συνέχεια από τη 2η Ομιλία που έγινε 18 -10-1980


Αποκαλυψη του Αγίου  Ιωάννου
Ομιλίες στο βιβλίο της Αποκάλυψης του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου από το μακαριστό γέροντα π. Αθανάσιο Μυτιληναίο.

Ερμηνεία   εις την Αποκάλυψη (B)
2η συνέχεια από τη 2η Ομιλία που έγινε 18 -10-1980

Η φυσική θεία αποκάλυψις έχει τρεις σφαίρες, μέσα στις οποίες ο Θεός αποκαλύπτεται στην δημιουργία Του: πρώτα-πρώτα είναι αυτή αύτη η δημιουργία, δεύτερον είναι αυτός ούτος ο άνθρωπος, και τρίτον είναι η Ιστορία, η ανθρώπινη. Ακόμη είναι και η ιστορία της κτίσεως, δηλαδή η ιστορία αυτής ταύτης της κτίσεως. αλλά, όταν λέμε Ιστορία, εννοούμε κυρίως τα ανθρώπινα γεγονότα.
     Δια της δημιουργίας ο Θεός φανερώνει τον εαυτόν Του, κατά τον λόγον του αποστόλου Παύλου -Προς Ρωμαίους, 1, 20: «Τα γαρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοις ποιήμασι νοούμενα καθοράται, η τε αΐδιος αυτού δύναμις και θειότης». Ότι δηλαδή μέσα στη δημιουργία γνωρίζομε τις ιδιότητες του Θεού κατά καταφατικόν τρόπον. Όχι κατά αποφατικόν τρόπον, που σας είπα προηγουμένως, αλλά κατά καταφατικόν. μέσα από τα ίδια τα δημιουργήματα. Όταν έχωμε ένα αχανές σύμπαν, που όχι μόνο με το τηλεσκόπιό μας δεν έχουμε φθάσει στις εσχατιές του, αλλ’ ούτε καν με την φαντασία μας -και δεν μπορούμε να φαντασθούμε ένα σύμπαν με εσχατιές. δεν μπορούμε να το συλλάβωμε αυτό το πράγμα. αλλά εξ ίσου δεν μπορούμε να συλλάβωμε και ένα σύμπαν χωρίς εσχατιές, χωρίς τέρμα δηλαδή-, όταν λοιπόν έχωμε ένα σύμπαν τέτοιο, τότε ποιος πρέπει να είναι ο Θεός!... Τότε ο Θεός πρέπει να είναι Αΐδιος! Αιώνιος! Άπειρος!
       «Η τε αΐδιος αυτού» δηλαδή και η αιώνιος Αυτού, «δύναμις και θειότης»! Λέμε: ο Θεός είναι Άπειρος, είναι Δυνατός, είναι Σοφός. Από πού τα ξέρομε αυτά; Μέσα από τη δημιουργία. Να λοιπόν ο Θεός πως αποκαλύπτεται. Γι’ αυτό, αγαπητοί μου, ποτέ δεν υπήρξε λαός άθεος μέσα στην ανθρωπίνη Ιστορία επειδή ο Θεός αποκαλύπτεται δια των δημιουργημάτων Του. Κι αν έχουμε το φαινόμενον της αθεΐας, όπως το έχομε και στην εποχή μας, πρόκειται περί νοσηράς καταστάσεως και χρήζει ψυχιάτρου! Κάθε άθεος γίνεται αντικείμενον ψυχιατρικής αναλύσεως!
   Δεν είναι φυσιολογική η κατάστασις του αθέου.

Αλλά και εις τον άνθρωπον αποκαλύπτεται ο Θεός με το να είναι ο άνθρωπος η εικόνα του Θεού. Ο νους του, ο ηγεμών νους, αποκαλύπτει τον Θεόν. Όχι απλώς με τον νου του ο άνθρωπος μπορεί να αντιληφθή τον Θεό, αλλά αυτή η παρουσία του νου του ανθρώπου αποκαλύπτει τον Νουν, τον Αιώνιον Νουν, τον Θεόν. Γιατί; Για να έχω εγώ νουν και να σκέπτωμαι -και δεν έκανα φυσικά εγώ τον εαυτόν μου. θα ήταν μεγάλη μωρία να πιστεύω ότι εγώ έκανα τον εαυτόν μου- πάει να πη ότι Εκείνος που με έφτιαξε έχει νουν. Είναι δε υπέροχον αυτό που λέγει ένας Ψαλμός: «Εκείνος που εφύτευσε το αυτί είναι δυνατόν να μην ακούη;... Εκείνος που έπλασε το μάτι είναι δυνατόν να μην βλέπη και να μην κατανοή;...»7.
Έτσι, μέσα από την κτίσιν των όντων, προπαντός δε του άνθρώπου, βλέπουμε την παρουσία και ύπαρξι του Θεού.
Τέλος ο Θεός αποκαλύπτεται και στην Ιστορία. όταν εισέρχεται εις αυτήν, μέσα στα γεγονότα, τα οποία και κατευθύνει. Τα κατευθύνει, χωρίς όμως ποτέ να επηρεάζεται η ανθρώπινη βούλησις. τον τελευταίον λόγο τον έχει πάντοτε ο Θεός. Πάντοτε.
Θα σας αναφέρω ένα μικρό παράδειγμα, για να το καταλάβετε - το παράδειγμα αυτό δεν είναι δικό μου. είναι ενός ξένου. Υποθέσατε ένα καράβι, μέσα στο οποίο υπάρχουν οι επιβάται και το προσωπικό. Επιβάται και προσωπικό κινούνται παντοιοτρόπως και κατά βούλησι του καθενός, όπως θέλουν. Μπαίνει στην καμπίνα του ένας επιβάτης, πάει στην πισίνα ο άλλος, στο σαλόνι πάει ο τρίτος, στην τραπεζαρία ο τέταρτος. ο μηχανικός πάει κάτω εις το μηχανοστάσιον, ο καπετάνιος εις την καμπίνα, εκεί εις το τιμόνι. καθένας κινείται όπως θέλει, όπως πρέπει και τα λοιπά. Δεν περιορίζεται η βούλησις κανενός να κινηθή όπως θέλει μέσα στο καράβι. Αλλά ολόκληρο το καράβι κατευθύνεται προς κάποιο σημείο.
Λοιπόν. αυτό είναι και η Ιστορία, μέσα στην οποία μπαίνουν οι άνθρωποι και ο Θεός. Οι μεν άνθρωποι κάνουν ό,τι κάνουν, χωρίς να επηρεάζεται η βούλησί τους, ολόκληρο δε το καράβι της Ιστορίας καθοδηγείται προς κάποιον σκοπό, κάποιο σημείον.
Έτσι λοιπόν με αυτήν την έννοια ο Θεός επεμβαίνει μέσα εις την Ιστορίαν. επεμβαίνει δια να κατευθύνη, να τιμωρήση, να απολέση, να διασώση, να αμείψη. Ολόκληρη εξ άλλου η Παλαιά Διαθήκη -κάτι που το έχουμε πη πολλάκις- είναι μία θεολογία της Ιστορίας, είναι μια αποκάλυψι του Θεού μέσα εις την ιστορία του Ισραήλ.
Ακόμη και αυτή η Ενανθρώπησις του Υιού του Θεού είναι μέσα εις τα πλαίσια της Ιστορίας και καλύπτει πάσαν της ανθρωπίνην Προϊστορίαν.
Όταν ο Θεός λέγη εις την Εύα ότι κάποιος απόγονός της θα ‘ρθη για να τη σώση, δείχνει ότι δεν τοποθετείται απλώς στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιοχής, αλλά η είσοδος του Θεού, με την Ενανθρώπησί Του, καλύπτει άπασαν την Ιστορία, από την Προϊστορία και την μετέπειτα Ιστορία μέχρι την «εσχάτη ημέρα»8. Είναι δηλαδή πράγματα ασύλληπτα αυτά. Ασύλληπτα! Κι εκείνος ο οποίος πραγματικά μπορεί να τα ζη αισθάνεται ένα δέος μπροστά στον Θεό, μπροστά στην αγάπη Του, μπροστά στις επεμβάσεις Του.
Η αποκάλυψις υπάρχει ακόμη και εις αυτήν την προσωπικήν ιστορία του κάθε ανθρώπου, και όχι μόνον εις την παγκόσμιον Ιστορίαν.
Θέλετε να σας διηγηθώ την ιστορία μου; Δεν θα σας διηγηθώ παρά το πώς ο Θεός μπήκε στη ζωή μου. Θέλετε να μου πήτε τη δική σας ιστορία, σεις που με ακούτε αυτή τη στιγμή καθισμένοι σ΄ αυτές τις καρέκλες του αγίου Αχιλλίου και ακούτε λόγον Θεού, πώς φτάσατε δηλαδή να ακούτε λόγον Θεού, καθισμένοι τώρα εδώ; Θα μου πήτε την ιστορία του Θεού στη ζωή σας.
Ώστε ο Θεός δεν μπαίνει μόνο στην παγκοσμίαν Ιστορία. μπαίνει και εις την ατομικήν ιστορία του κάθε ανθρώπου. θέλετε; και πιστού και απίστου, και ευσεβούς και ασεβούς, και μικρού και μεγάλου. Δεν υπάρχει τύχη, αγαπητοί μου. Δεν υπάρχει πουθενά η τύχη. τα πάντα κατευθύνει ο Θεός, χωρίς ουδέποτε ωστόσο να περιορίζη την ανθρωπίνη ελευθερία και δραστηριότητα.
Η υπερφυσική θεία αποκάλυψις ολοκληρώνει και τελειοποιεί την φυσικήν θείαν αποκάλυψιν. Το Σινά, οι Προφήται και προπαντός αυτή η ιδία η Ενανθρώπησις του Υιού του Θεού είναι η θεία υπερφυσική -όχι η φυσική τώρα- η υπερφυσική αποκάλυψις.
Η υπερφυσική θεία αποκάλυψις διακρίνεται σε εξωτερική και εσωτερική.
Η εξωτερική είναι ήδη απηρτισμένη και αποτελεί την φανέρωσι του Θεού μέσα εις την Ιστορία εις το πρόσωπον του Ιησού Χριστού. Απηρτίσθη. δεν περιμένομε να μας αποκαλυφθή τίποτε άλλο απ’ ότι απεκαλύφθη εις το πρόσωπον του Ιησού Χριστού. Όταν λέγω ότι δεν περιμένομε τίποτε άλλο να αποκαλυφθή, δεν εννοώ βέβαια ότι δεν περιμένομε την δευτέρα του Χριστού Παρουσία. διότι εκεί είναι το ίδιο Πρόσωπο. Μ’ αυτή την έννοια το λέω. δεν θα μας αποκαλυφθή δηλαδή κάτι παραπέρα. Οι Προφήται ελάλησαν τον λόγον του Θεού, ο Μωϋσής είδε την δόξα του Θεού, αλλά η Ιστορία τώρα είδε το πρόσωπον του ενανθρωπήσαντος Υιού του Θεού. Θα το ξαναδή, αλλά θα είναι το ίδιο πρόσωπο. συνεπώς κάτι περισσότερο ως αποκάλυψι δεν θα έχωμε απ’ ό,τι έχομε. Είναι απηρτισμένη δηλαδή η αποκάλυψις η εξωτερική.
Μένει η εσωτερική υπερφυσική αποκάλυψις, η οποία συνεχίζεται εις τους πιστούς, σ’ όλους τους πιστούς, δια την κατανόησιν και την αποδοχήν της εξωτερικής αποκαλύψεως. Δηλαδή μου αποκαλύπτεται ο Θεός μέσα μου, για να αποκαλέσω τον Ιησούν Κύριον.
Να σας το πω πως το λέγει ο απόστολος Παύλος: «Ουδείς δύναται ειπείν Κύριον Ιησούν ει μη εν Πνεύματι Αγίω» 9. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι το Πνεύμα του Θεού με φωτίζει, για να αποκαλέσω τον Ιησούν Κύριον, δηλαδή Θεόν.
Ο δε Κύριος είπε: «Ουδείς δύναται ελθείν προς με, εάν μη ο πατήρ ο πέμψας με ελκύση αυτόν»10. -Ισχύει και το αντίστροφο. που δείχνει το ισότιμον της Αγίας Τριάδος. Ας είναι.- Δεν θα μπορέσω ποτέ να πάω κοντά στον Χριστό, εάν δεν με ελκύση ο Πατήρ.
Πώς θα με «ελκύση» ο Πατήρ;
Αυτό είναι αόρατον, είναι μυστηριώδες, μέσα μου. με ελκύει ο Πατήρ. Όπως και το Πνεύμα του Θεού με φωτίζει, για να ομολογήσω τον Ιησούν Χριστόν Θεόν. Εκείνοι που δεν ομολογούν τον Χριστόν Θεόν, δεν έχουν το Πνεύμα του Θεού. είναι πιο φανερό από φανερό. Εκείνος ο οποίος ομολογεί τον Ιησούν ότι είναι ο ενανθρωπήσας Υιός του Θεού, αυτός έχει το Πνεύμα του Θεού. Και άμα δεν έχωμε το Πνεύμα του Θεού -σαφώς το λέγει αυτό ο απόστολος Παύλος11-, δεν μπορούμε απολύτως τίποτε να κάνωμε. δεν σωζόμεθα.
Ώστε λοιπόν έχομε την εσωτερικήν αυτήν αποκάλυψι, προς αποδοχήν της εξωτερικής, δηλαδή για να αποδεχθώ τον ενανθρωπήσαντα Υιόν του Θεού. Με αυτή την τελευταία μορφή, της εσωτερικής δηλαδή αποκαλύψεως, αγαπητοί μου, καλούμεθα να μελετήσωμε και να κατανοήσωμε το βιβλίον της Αποκαλύψεως.
Μη νομίσετε ότι θα μπορέσωμε κάτι να καταλάβωμε, όταν εδώ θα αναλύωμε το βιβλίον της Αποκαλύψεως, εάν δεν έχωμε τον θείον φωτισμόν. Μην το νομίσωμε αυτό. Και η κατανόησις δεν είναι ούτε γραμματική ούτε συντακτική ούτε ποιητική ούτε φιλολογική. η κατανόησις είναι πνευματική. Γιατί ένας φιλόλογος που δεν έχει Πνεύμα Θεού κατανοεί απλώς την φιλολογική πλευρά του βιβλίου, τη γραμματική, τη συντακτική και άλλα πολλά. Αυτά όλα όμως δεν είναι παρά εξωτερικά στοιχεία. Εκείνο που χρειαζόμεθα είναι να καταλάβωμε ότι το βιβλίον αυτό είναι ο ζωντανός λόγος του Θεού, που θα μιλήση μέσα στην καρδιά μας! Έχομε λοιπόν ανάγκη αυτής της εσωτερικής αποκαλύψεως, για να καταλάβωμε την Αποκάλυψι.
Και ο μεν Ιωάννης -προσέξτε!- εδέχθη άμεσον εσωτερικήν αποκάλυψιν, κατ’ ευθείαν, είδε τον Χριστόν. εμείς όμως δεχόμαστε έμμεσον αποκάλυψιν: μέσω του απεσταλμένου του Ιησού Χριστού, δηλαδή του Ιωάννου, μέσω της Παραδόσεως της Εκκλησίας, όπως και μέσω του χρόνου των δύο χιλιάδων ετών, που πέρασαν μέχρι τώρα, μέσω ακόμη του εντύπου χάρτου, μέσα από το βιβλίο δηλαδή που θα διαβάσωμε. θέλετε; και μέσω της ακροάσεως του θείου λόγου.
Πρέπει λοιπόν εγώ τώρα να δεχθώ την αποκάλυψι μέσω διαρκών και αλλεπαλλήλων καλυμμάτων, που είναι: ο απεσταλμένος του Ιησού -ο Ιωάννης-, είναι ο χρόνος -δυο χιλιάδες χρόνια-, είναι η Παράδοσις, είναι το τυπωμένον χαρτί, είναι η φωνή του ομιλητού. Και στη συνέχεια να παραμερίσω όλα αυτά, για να φθάσω να δεχθώ την αποκάλυψι του Θεού.
Αυτά είναι καλύμματα. παρεμβάλλονται απαραίτητα. Εάν τα απορρίψω, δεν θα έχω τίποτε. Θα τα δεχθώ και θα αρχίσω να τα παραμερίζω. Όπως όταν μπαίνω σ’ ένα οίκημα, βρίσκω μία πόρτα, την ανοίγω. προχωρώ, βρίσκω άλλη μία πόρτα, την ανοίγω κι αυτή. προχωρώ σε άλλον χώρο, βρίσκω άλλη μία, ανοίγω και εκείνη,... έως ότου φθάσω εκεί που θα φθάσω. Δηλαδή να φθάσω εις την τελικήν αποκάλυψι. εγώ πλέον μόνος μου να βρω τον Θεόν μες στην καρδιά μου, που να μου μιλήση.
Αυτό όμως πώς θα γίνη; Αυτό θα γίνη με μόνη την πίστιν, την υποταγή εις την φωνήν της Εκκλησίας -όλα αυτά που είπα: Η Παράδοσις, ο Ιωάννης, τα δύο χιλιάδες χρόνια, το τυπωμένο χαρτί, η φωνή του ομιλητού-, την υποταγή στην Εκκλησία, και με την ταπείνωσιν ακόμη. Πίστις εξ άλλου είναι να συλλαμβάνης ό,τι φανερώνεται με τον προφορικόν λόγον, με την ιστορικήν μορφήν, διαπερνώντας το κάλυμμα που η ιδία η ιστορική μορφή και ο Λόγος, με τη Σάρκωσί Του, έχουν βάλει επάνω τους.
Όλα αυτά λοιπόν, που αποτελούν καλύμματα, καλούμεθα να τα ξεπεράσουμε, για να μας βοηθήσουν στο να μας αποκαλυφθή ο Θεός. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε μια νέα αποκάλυψι, για να μας βοηθήση να καταλάβωμε την Αποκάλυψι. Θα το πω άλλη μια φορά: μας χρειάζεται μια νέα αποκάλυψι, για να κατανοήσουμε την Αποκάλυψι του Θεού! αλλιώτικα θα μας είναι βιβλίο σφραγισμένο με επτά σφραγίδες!12
«Γιατί, θα μου πήτε, έτσι;»
Διότι, αγαπητοί μου, έτσι το θέλει ο Θεός. Δεν έχει ο Θεός δικαίωμα να κάνη αυτό που θέλει; Δεν έχει δικαίωμα να προβάλλη κάτι όπως το θέλει; Δεν είναι Κύριος; Έτσι το θέλει ο Θεός. Τί θέλει ο Θεός; Θέλει να υπάρχουν αυτά τα καλύμματα. Γιατί; Για να περιορίση την ανθρωπίνη αλαζονεία, να μην πη ο άνθρωπος «Εγώ μόνος μου θα τα βρω»! Όχι. θα τα βρης μέσω του λόγου του ομιλητού, θα τα βρης μέσω του εντύπου χάρτου, θα τα βρης μέσω του Ιωάννου του Ευαγγελιστού, που τα είδε και τα άκουσε. Αυτό θα σε ταπεινώση και θα σου περιορίση την ανθρωπίνη αλαζονεία. Ο άνθρωπος εξ άλλου μέσω των άλλων ανθρώπων σώζεται. Ο άνθρωπος σώζεται μέσα στην Εκκλησία και δια της Εκκλησίας. Ατομική σωτηρία δεν υπάρχει, να το ξέρωμε αυτό. Ένας που θα ‘θελε να σωθή μόνος του, χωρίς τη βοήθεια της Εκκλησίας, χωρίς τη βοήθεια των αδελφών -να το ξέρωμε αυτό!- δεν θα σωθή ποτέ.
Συνεχίζεται
Υποσημειώσεις
8. Πρβλ. Ιωάν. 6, 39. 40. 44. 54. 11, 24.
9. Α’ Κορ. 12, 3.
10. Ιωάν. 6, 44.
11. Ρωμ. 8, 14-17. 10, 9-11.
12. Πρβλ. Αποκ. 5, 1.