Ἔχω μία πλούσια γλώσσα καὶ μία ἱστορία ποὺ οἱ πρόγονοί μου τὰ ἀφήσανε κληρονομιά... Ἔχω μία πατρίδα πανέμορφη κυρὰ κι ἀρχόντισσα ζηλευτὴ σ' ὅλο τὸν κόσμο, ποὺ τὴν κουβαλάω μέσα στὸ αἷμα μου, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν τιμὴ καὶ τὸ χρέος μου... Ἔχω ἕναν Θεὸ ποὺ ποτὲ δὲν μὲ ἐγκατέλειψε καὶ ὅσο καὶ ἂν τὸν πλήγωσα στάθηκε στὸ πλευρό μου καὶ μοῦ ἔδωσε πολλὲς εὐκαιρίες, σὰν νὰ ἤμουνα τὸ κακομαθημένο παιδί του... Ἔχω καὶ 2 μέτρα γὴς γιὰ νὰ μὲ ἀγκαλιάσει στοργικά, ὅποτε ἔρθει ἡ ὥρα…
Ε, λοιπόν, δὲν τοὺς ἐπιτρέπω αὐτοὺς τοὺς ἀγύρτες νὰ μοῦ πάρουν τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτά.
Οὔτε καὶ θὰ ἐπιτρέψω αὐτὴ τὴν ὄμορφη κυρά, τὴν Ἑλλάδα, ποὺ βίασαν ἐτοῦτοι οἱ λακέδες νὰ συνεχίσουν νὰ τὴν ἐσέρνουνε δεμένη καὶ κουρελιασμένη στὸ βρωμερὸ ἅρμα τῆς φονικῆς, μισάνθρωπης καὶ μισαλλόδοξης φύσης τους, γιὰ νὰ γελᾶνε τὰ ἀνθρωπόμορφα κτήνη ποὺ ἔχουνε γὶ ἀφεντικά τους… Οὔτε θὰ ἀφήσω τὰ θηρία ἐτοῦτα νὰ μοῦ μαγαρίσουνε τὶς ὄμορφες θάλασσες, μήτε νὰ μοῦ κρύψουνε τὸν καταγάλανο οὐρανὸ ποὺ μὲ σκεπάζει... Οὔτε τὴν πίστη μου θὰ ἀφήσω νὰ μοῦ χαλάσουν οἱ ἐπιτήδειοι θηρευτὲς ἀνθρώπων καὶ ψυχῶν, ποὺ στὸ πλευρὸ τοὺς βάλανε τὸν διάολο γιὰ νὰ μὲ πολεμήσουν...
Μά, οὔτε καὶ τὸ ἕνα μέτρο ἀπὸ τὴ γῆ ποὺ περιμένει νὰ μὲ ἀναπαύσει δὲν τοὺς δίνω, γιατί....
Οὔτε καὶ θὰ ἐπιτρέψω αὐτὴ τὴν ὄμορφη κυρά, τὴν Ἑλλάδα, ποὺ βίασαν ἐτοῦτοι οἱ λακέδες νὰ συνεχίσουν νὰ τὴν ἐσέρνουνε δεμένη καὶ κουρελιασμένη στὸ βρωμερὸ ἅρμα τῆς φονικῆς, μισάνθρωπης καὶ μισαλλόδοξης φύσης τους, γιὰ νὰ γελᾶνε τὰ ἀνθρωπόμορφα κτήνη ποὺ ἔχουνε γὶ ἀφεντικά τους… Οὔτε θὰ ἀφήσω τὰ θηρία ἐτοῦτα νὰ μοῦ μαγαρίσουνε τὶς ὄμορφες θάλασσες, μήτε νὰ μοῦ κρύψουνε τὸν καταγάλανο οὐρανὸ ποὺ μὲ σκεπάζει... Οὔτε τὴν πίστη μου θὰ ἀφήσω νὰ μοῦ χαλάσουν οἱ ἐπιτήδειοι θηρευτὲς ἀνθρώπων καὶ ψυχῶν, ποὺ στὸ πλευρὸ τοὺς βάλανε τὸν διάολο γιὰ νὰ μὲ πολεμήσουν...
Μά, οὔτε καὶ τὸ ἕνα μέτρο ἀπὸ τὴ γῆ ποὺ περιμένει νὰ μὲ ἀναπαύσει δὲν τοὺς δίνω, γιατί....
τότε δὲν θὰ ἔχω οὔτε μέρος γιὰ νὰ ἀναπαυθῶ ὅπως σὲ κάθε ἄνθρωπο ἁρμόζει...
Στὰ καταγώγια τῶν ψυχῶν τους νὰ ψάξουνε νὰ βροῦνε ἐτοῦτοι οἱ μοῦλοι τὶς πόρνες ποὺ λαχταροῦν γιὰ νὰ ταιριάξουν τὶς ψυχές τους...
Στὰ αἱματοβαμμένα παλάτια τῶν ἀφεντάδων τους νὰ ψάξουν νὰ βροῦνε τὴν πατρίδα ποὺ θὰ τοὺς ἀνεχτεῖ καὶ δὲν θὰ τοὺς ξεράσει...
Στὰ σκοτάδια τῆς κόλασης να βρεθοῦν, σὲ ἐκεῖνα ποὺ διάλεξαν νὰ κυλιστοῦν οἱ ἴδιοι γιὰ νὰ βροῦνε τὸν δαίμονα ποὺ λατρεύουν καὶ ποὺ ἀποζητᾶ νὰ μαγαρίσει καὶ νὰ μακελέψει τὴν γῆ ἐκείνη, αὐτὴ τὴν πατρίδα, ποὺ πληρώθηκε μὲ αἷμα πραγματικῶν ἀνδρῶν ποὺ εἶχαν ἀξιοσύνη, λόγο καὶ τιμή, ἀλλὰ καὶ πίστη ποὺ τὴν βάζανε πάνω καὶ ἀπὸ τὴν ζωή τους...
Ἐγώ, ἄλλο δρόμο δὲν ἔχω, ἀπὸ τὸ νὰ ἁρματωθῶ τὴν πίστη μου καὶ τῶν προγόνων μου τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια καὶ νὰ ξεκινήσω γιὰ νὰ βαδίσω στὸ δύσκολο μονοπάτι τοῦ χρέους ποὺ αὐτὴ ἡ ἀκριβῆ πατρίδα μὲ τίμησε καὶ μοῦ τὸ ἔδωσε στοὺς ὤμους...
Μονάχα, νά..., ἀδερφὲ καὶ πατριώτη, θὰ ἦταν εὐκολότερο γιὰ ἐμένα τὸν ἄμαθο, ἂν σὲ εἶχα δίπλα μου δάσκαλο καὶ συνοδοιπόρο καὶ ντυμένοι μὲ τὴν ἴδια ἀστραφτερὴ προγονικὴ ἁρματωσιὰ νὰ περπατήσουμε περήφανα καὶ ἀντρίκια, ὅπως μᾶς ἁρμόζει, στὸν δρόμο τοῦ πραγματικοῦ μας χρέους...
Καὶ νὰ θυμᾶσαι ἀδερφέ, ἂν φοβηθεῖς στὸ δρόμο, ὅλοι αὐτοὶ δὲν εἶναι ἄξιοι οὔτε στὴν σκιὰ ἑνὸς Ἕλληνα νὰ σταθοῦν...
Στὰ καταγώγια τῶν ψυχῶν τους νὰ ψάξουνε νὰ βροῦνε ἐτοῦτοι οἱ μοῦλοι τὶς πόρνες ποὺ λαχταροῦν γιὰ νὰ ταιριάξουν τὶς ψυχές τους...
Στὰ αἱματοβαμμένα παλάτια τῶν ἀφεντάδων τους νὰ ψάξουν νὰ βροῦνε τὴν πατρίδα ποὺ θὰ τοὺς ἀνεχτεῖ καὶ δὲν θὰ τοὺς ξεράσει...
Στὰ σκοτάδια τῆς κόλασης να βρεθοῦν, σὲ ἐκεῖνα ποὺ διάλεξαν νὰ κυλιστοῦν οἱ ἴδιοι γιὰ νὰ βροῦνε τὸν δαίμονα ποὺ λατρεύουν καὶ ποὺ ἀποζητᾶ νὰ μαγαρίσει καὶ νὰ μακελέψει τὴν γῆ ἐκείνη, αὐτὴ τὴν πατρίδα, ποὺ πληρώθηκε μὲ αἷμα πραγματικῶν ἀνδρῶν ποὺ εἶχαν ἀξιοσύνη, λόγο καὶ τιμή, ἀλλὰ καὶ πίστη ποὺ τὴν βάζανε πάνω καὶ ἀπὸ τὴν ζωή τους...
Ἐγώ, ἄλλο δρόμο δὲν ἔχω, ἀπὸ τὸ νὰ ἁρματωθῶ τὴν πίστη μου καὶ τῶν προγόνων μου τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια καὶ νὰ ξεκινήσω γιὰ νὰ βαδίσω στὸ δύσκολο μονοπάτι τοῦ χρέους ποὺ αὐτὴ ἡ ἀκριβῆ πατρίδα μὲ τίμησε καὶ μοῦ τὸ ἔδωσε στοὺς ὤμους...
Μονάχα, νά..., ἀδερφὲ καὶ πατριώτη, θὰ ἦταν εὐκολότερο γιὰ ἐμένα τὸν ἄμαθο, ἂν σὲ εἶχα δίπλα μου δάσκαλο καὶ συνοδοιπόρο καὶ ντυμένοι μὲ τὴν ἴδια ἀστραφτερὴ προγονικὴ ἁρματωσιὰ νὰ περπατήσουμε περήφανα καὶ ἀντρίκια, ὅπως μᾶς ἁρμόζει, στὸν δρόμο τοῦ πραγματικοῦ μας χρέους...
Καὶ νὰ θυμᾶσαι ἀδερφέ, ἂν φοβηθεῖς στὸ δρόμο, ὅλοι αὐτοὶ δὲν εἶναι ἄξιοι οὔτε στὴν σκιὰ ἑνὸς Ἕλληνα νὰ σταθοῦν...