ἐπιμελείᾳ
πατρός Νικολάου Δημαρᾶ Δρος Ν.
Ἡ ἀγιότητα δέν προσδιορίζεται μέ τά κριτήρια τοῦ
ὀρθολογικοῦ Προτεσταντισμοῦ τῆς ἐκπεσμένης δύσης, ἀλλά μέ τήν διαχρονική
συνείδηση τοῦ πληρώματος
τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Ἅγιος στήν καθ' ἡμᾶς Ἀνατολήν δέν ἐπιβάλλεται διά τῆς
ἀνακηρύξεως ἀπό τήν διοίκηση τῆς ἐκκλησίας, ἀλλά καθιερώνεται ἀπό τήν ὁμόφωνη
ἀναγνώριση τοῦ ἀλάνθαστου κριτήριου τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία Του.
Καί μόνον ἡ σύγκληση τῆς ἁγίας Πρώτης Οἰκουμενικῆς
Συνόδου ἀπό τόν Μέγα Κωνσταντῖνο καί ἡ καταδίκη τῆς ἀντιθέου αἱρέσεως τοῦ
Ἀρειανισμοῦ ἀπό τούς ἁγίους 318 θεοφόρους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας θά ἀρκοῦσε
γιά τήν τιμή του ὡς μεγίστου ἁγίου
τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Μέ τήν ἀμέριστη συμπαράσταση καί τήν οἰκονομική στήριξη
τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου χτίστηκαν ἀπό τήν Ἁγία Ἑλένη 330 ἱεροί ναοί στούς Ἁγίους
Τόπους, ἐκεῖ ὅπου ἔλαβαν χώρα ὅλα τά ζωοποιά γεγονότα τοῦ Εὐαγγελίου, πού
ἄλλαξαν τόν ῥοῦν τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, στή Ναζαρέτ, στήν Βηθλεέμ, στόν
Γολγοθά καί στόν Πανάγιο Τάφο. Ἀπό τήν Ἁγία Ἑλένη βρέθηκε ὁ Τίμιος καί ζωοποιός
Σταυρός τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ μας.
Τά ἀνθρώπινα δικαιώματα, πού μόλις τόν 19ο αἰῶνα ἄρχισαν
νά ἐμφανίζονται στήν δύση,
ὑπῆρξαν πρωταρχική μέριμνα τοῦ Μεγάλου βασιλέως, μετά
τούς ἀπάνθρωπους διωγμούς τῶν Δεκίων καί τῶν Διοκλητιανῶν, πού λατρεύονταν σάν
θεοί. Πολλές ἀπό τίς διατάξεις τῆς ποτισμένης ἀπό τήν χριστιανική φιλανθρωπία
νομοθεσίας τοῦ Μεγάλου Στρατηγοῦ, ὅπως τό ἀτομικό δικαίωμα τῆς ἀνεξιθρησκείας
στά Μεδιόλανα, τό 313, περιέχονται
σχεδόν αὐτολεξεί καί στά σύγχρονα Συντάγματα τῆς ὄψιμα παρουσιαζόμενης, μετά
ἀπό 1600 χρόνια, ὡς "πολιτισμένης" δύσης.
«βαθύς ἀνθρωπισμὸς καὶ μέριμνα διὰ τὴν δικαιοσύνην
χαρακτηρίζουν τὰ νομοθετικὰ κοινωνικὰ μέτρα, ἅτινα ἔλαβεν ὁ Κωνσταντῖνος μετὰ τὴν Σύνοδον τῆς Νικαίας.
Διάκειται δυσμενῶς πρὸς τὴν παλλακείαν καὶ ἀπηγόρευσε τὸ βάρβαρον
ἔθιμον τῶν ἀγώνων τῶν μονομάχων. Δὲν ἐπιτρέπει νὰ χωρίζουν τάς οἰκογενείας τῶν δούλων, ὅταν τὰ πωληθέντα κρατικὰ κτήματα, εἰς ἃ μέχρι τότε διεβίουν,
διενέμοντο μεταξὺ τῶν νέων δικαιούχων. Κατήργησε τὸν διὰ σταυροῦ θάνατον, ἀπηγόρευσε τὸν στιγματισμὸν εἰς τὸ πρόσωπον καὶ ἐθέσπισεν, ὅπως οἱ κρατούμενοι εἰς τὰς φυλακὰς δικαιοῦνται καθ’ ἑκάστην νὰ βλέπουν τὸ φῶς τοῦ ἡλίου. Χαρακτηριστικός
τῆς ἐνδελεχοῦς φροντίδος τοῦ αὐτοκράτορος διὰ τὴν ἐπιβολὴν τῆς ἠθικῆς τάξεως εἶναι ὁ νόμος ὁ κολάζων
τὴν ἀπαγωγὴν παρθένου καὶ ὁ νόμος ὁ ἀξιῶν παρὰ τοῦ ἐπιτρόπου, ὅπως σεβασθῇ τὴν παρθενίαν τῆς ὑπ’ αὐτοῦ
ἐπιτροπευομένης νεάνιδος».
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἐξαγόραζε ὁ ἴδιος καὶ ἀπελευθέρωνε αἰχμάλωτους στρατιῶτες τοῦ ἐχθροῦ, τοὺς ὁποίους εἶχαν συλλάβει οἱ στρατιῶτες του! Προσθέτω σ’ αὐτὰ τὴν ἀπαγόρευση τῆς παλλακείας γιά τοὺς ἔγγαμους, (τῆς
συνύπαρξης δηλ. συζύγου καὶ παλλακίδας,
δηλ. «ἐπίσημης ἐρωμένης»), καὶ τὸ ἐξαιρετικὰ φιλολαϊκὸ μέτρο τῆς καθιέρωσης τῆς Κυριακῆς ὡς ἀργίας «διὰ τὸν ἀστικὸν πληθυσμόν», ἐνῶ «οἱ κάτοικοι τῆς ὑπαίθρου ἀφίενται ἐλεύθεροι νὰ ρυθμίζουν τὰς ἀγροτικάς ἀσχολίας των ἀναλόγως τῶν καιρικῶν συνθηκῶν».
Σύμφωνα μὲ τοὺς Χριστιανούς, ἡ ἁγιότητα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου δὲν εἶναι τιμητικὸς τίτλος, ποὺ τοῦ ἀποδόθηκε λόγῳ «τῆς καθοριστικῆς ὑποστήριξης καὶ τῆς προσφορᾶς του πρὸς τὴν Ἐκκλησία», ἀλλὰ γεγονὸς ἐπιβεβαιωμένο ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ θαύματα· ὄχι μόνο μὲ τὴν περίφημη θεοσημεία τοῦ σταυροῦ («Ἐν τούτῳ νίκα»), ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ ὅραμα ἀγγέλου, ποὺ τὸν καθοδηγοῦσε κατὰ τὴν χάραξη
τῶν ὁρίων τῆς Κωνσταντινούπολης, μὲ τήν μυροβλυσία
κατὰ τὸ θάνατό του, μὲ πλῆθος ἰάσεων στὸν τάφο του, ἀλλὰ καὶ μέ πολλά μεταγενέστερα θαύματα.
ΕΙΣ ΜΙΑΝ ΑΓΙΑΝ ΚΑΘΟΛΙΚΗΝ
ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ
Δὲν θὰ πραγματευθοῦμε τὶς παρακάτω
θέσεις μας ἀπὸ τὶς θολὲς βιβλιογραφικὲς πηγὲς τῆς Δύσης, ὅσον ἀφορᾶ τὴν προσωπικότητα
τοῦ Μεγάλου αὐτοῦ Ἁγίου μας, ποὺ πολλὲς φορὲς στάζουν χολὴ καὶ ἱστορικὸ δηλητήριο μὲ στόχο νὰ ἀπομειώσουν τὸ παγκόσμιο κῦρος
του, ἀλλὰ θὰ καταθέσουμε τὰ νάματα τῶν πηγῶν τῆς Ἑλληνικῆς καρδιᾶς καὶ τῆς Ρωμαίικης
παράδοσης, ποὺ ξέρει νὰ τὸν τιμάει ἐδῶ καὶ πάνω ἀπό χίλια ἑξακόσια
χρόνια μὲ ὕμνους καὶ ὠδὲς πνευματικὲς! Σὲ πεῖσμα τῶν Καρλομάγνειων ἐργατῶν Προτεσταντῶν "θεολόγων"
καί τῶν νεκρῶν πνευματικά ἱστορικῶν τῆς ἀνέραστης ἀπὸ ΘΕΙΑ ΑΓΑΠΗ σημερινῆς προσπάθειας γιά παγκοσμιοποίηση
ἀποδεικνύεται καί μέσα ἀπό ἀδιαμφισβήτητες ἱστορικές πηγές ἡ ἁγιότητα τοῦ πλέον
λαοφιλοῦς ἁγίου τῆς Ρωμηοσύνης!
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καὶ ἡ Ἁγία Ἑλένη, ἡ μητέρα του ἀποτελoῦν τὸ κατεξοχὴν γεωπολιτικὸ δίδυμο τῆς παγκόσμιας
ἱστορικῆς ἀνατροπῆς , ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἀπελθοῦσα ἱστορία ἀλλὰ κυρίως γιὰ τὶς δικές μας ἡμέρες.
Πόσες
μεταγενέστερες Αὐτοκρατορίες-Δυνάστες
καὶ Τύραννοι
προσπάθησαν νὰ τοὺς μιμηθοῦν μέχρι καὶ σήμερα, ὅλες ὅμως γκρεμίζονται
στὰ τάρταρα τῆς παραφροσύνης
καὶ τοῦ ἑωσφορικοῦ ἐγωισμοῦ τους! Καὶ αὐτὸ γίνεται, γιατί
δὲν ἀναγνώρισαν τὸ Μυστήριο τοῦ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ καὶ τὸ Παγκόσμιο Γεγονὸς τῆς Ἀνάστασης τοῦ Θεανθρώπου
Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἀναγνώρισε καί προσκύνησε ὁ Μέγας βασιλεύς καί ἅγιος.
Ἡ
ὡραία Ἑλένη τῆς Σπάρτης πῆρε τὸν ἐκλεκτό τῆς σαρκικῆς καρδιᾶς της, τὸν
Πάρι, καὶ τράβηξε πρὸς τὴν Τροία. Τὸ ἴδιο αὐτὸ Ἑλληνικὸ ὄνομα ποὺ
ἀκούγεται στὰ Ὁμηρικὰ Ἔπη τῆς Ἰλιάδας φέρει ἡ Ἁγία Ἑλένη, ἐνδεικτικό
της ἀδιάσπαστης ἱστορικῆς συνέχειας καὶ γενετικῆς συνάφειας τοῦ λαοῦ
μας, μὲ τὴν μόνη διαφορὰ ὅτι ἡ Ἰσαπόστολος Ἁγία Ἑλένη παίρνει τὸν ἀγαπημένο υἱὸ της, τὸν Ἅγιο Κωνσταντῖνο καὶ συμβαδίζουν στὸν δρόμο πρὸς τὴν ΚΑΘ' ΗΜΑΣ
ΑΝΑΤΟΛΗΝ, ποὺ τοὺς χάραξε ὁ Ἐκλεκτός της
Καρδιᾶς τους, μὲ θεοσημεῖα, δηλ. ὁ Ἐσταυρωμένος καὶ Ἀναστημένος
Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός.
Μὲ μία ἁπλῆ καὶ εὐλογημένη κίνηση τίναξαν τότε στὸν ἀέρα τὸ παγκόσμιο
μυστήριο τῆς ἀνομίας καὶ θεμελίωσαν μιά
τέτοια κρατικὴ ὑπόσταση Αὐτοκρατορίας, ὅπου στὸ διάβα τῶν αἰώνων αὐτὴ
"χώνεψε" μὲ συναλληλία, ἰσοτιμία καὶ σεβασμὸ λαούς, φυλὲς καὶ γλῶσσες μὲ τὸ Μυστήριο τῆς ΟΜΟΟΥΣΙΟΥ καὶ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ.
Ἡ Ἁγία Ἑλένη, παρά τὸ προχωρημένο τῆς ἡλικίας της, συνέχισε τὴν γεωπολιτική
της εἰρηνικὴ ἐκστρατεία στὴν Παλαιστίνη καὶ ΘΕΙᾼ ΝΕΥΣΕΙ ἔφερε στὴν παγκόσμια ἐπιφάνεια τοῦ πλανήτη μας τὰ ἀδιάψευστα
ΠΕΙΣΤΗΡΙΑ τῆς
πνευματικότητας τῆς Νέας
Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.
Ο ΣΤΑΥΡΟΣ καὶ ἡ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ἀπὸ τότε ἦταν τὰ φυλακτήρια
"τῆς τότε πρώτης πνευματικῆς παγκοσμιοποίησης" τῶν Λαῶν ποὺ ἔφερνε τὸ Ὑπὲρ Πᾶν Ὄνομα τοῦ ΧΡΙΣΤΟΥ μας καὶ ὁριοθετοῦσε τὰ σύνορά της στὶς πορεῖες ποὺ χάραξαν "οἱ ὡραῖοι πόδες τῶν Εὐαγγελιζόντων τὴν ΕΙΡΗΝΗΝ " Ἀποστόλων, καὶ κυρίως, ἐπὶ τῶν διαδρομῶν τοῦ Παμμεγίστου Ἀποστόλου Παύλου.
Τὸ γεγονὸς ὅτι ἐπὶ Μεγάλου
Κωνσταντίνου ἡ ἐπίσημη γλῶσσα ἦταν τὰ λατινικὰ, δὲν ἀποστερεῖ τὴν οὐσιαστικῆς σημασίας συμβολὴ τῆς Ἑλληνίδας μητέρας του Ἁγίας Ἑλένης στὴν ἐπίγνωση ἐκ μέρους τοῦ Αὐτοκράτορα τῶν στρατηγικῶν-πολιτισμικῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἄλλου Μεγάλου τῆς
Ἱστορίας μας, τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου.
Μετὰ τὸ παγκόσμιας ἱστορικῆς σημασίας διάταγμα τῶν Μεδιολάνων, ὅλοι οἱ δρόμοι ὁδηγοῦσαν στὴν ΚΑΘ' ΗΜΑΣ
ΑΝΑΤΟΛΗΝ, ὅπου ἀναδυόταν ἡ Νέα Ρώμη καὶ ταυτόχρονα,
δυστυχῶς, στὴν δύση κάποιοι ἔσπερναν σπόρους
φθόνου καὶ διχόνοιας, γιὰ νὰ ἀναρριχηθοῦν ἀργότερα οἱ νοητὲς τσουκνίδες
μὲ τὰ δηλητήρια τῶν ἀντιθέων αἱρέσεων τοῦ
Παπισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ, τῶν δολοφονικῶν Σταυροφοριῶν καὶ ἄλλων
μέχρι σήμερα ἐνεργειῶν ποὺ δείχνουν ἀπύθμενο μίσος κατά τῆς μοναδικῆς
Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ
μας τῆς φιλτάτης Ὀρθοδοξίας μας καὶ τήν ἑωσφορική τους ἰδιοτέλεια.
Ἀναρωτηθήκαμε, ἂν στὴν αἱρετίζουσα Δύση, ὅπου κατὰ ρηματικὴ ἔκφραση κάποιου πολιτικοῦ τῶν πάλαι ποτὲ χρόνων
τῆς δύσμοιρης
μεταπολίτευσης "ἀνήκομεν", πόσοι Ἱεροὶ Ναοὶ εἶναι ἀφιερωμένοι στὴν μνήμη καὶ τὴν τιμὴ τῶν Ἁγίων καὶ Ἰσαποστόλων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης;
Πόσοι δυτικοὶ φίλοι μας
φέρουν τὸ ὄνομα αὐτό;
Γιατί στὴν Ρωμαίικη Ἑλληνικὴ Ἐπικράτεια εἶναι τόσο
πνευματικὰ δημοφιλεῖς αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι;
Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλῆ.
Οἱ
πρόγονοι μας γνώριζαν πολὺ καλὰ, ποιοὶ ἦταν οἱ στυλοβάτες τῆς
Ρωμηοσύνης καὶ θεωροῦσαν τοὺς ἑαυτοὺς τους πνευματικὰ παιδιὰ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Παράλληλα
γνώριζαν, γιατί ὑπέφεραν στὸ διάβα τῆς ἱστορίας ἀπὸ τὸ μίσος καὶ τὸ κόμπλεξ τῶν δῆθεν Σταυροφόρων
τῆς Δύσης,
ποὺ μόνο καταστροφὲς καὶ προδοσίες τοὺς
"χάριζαν", καὶ αὐτοὶ, σὰν ἀντίδοτο τῆς δυτικῆς μοχθηρῆς ζηλοτυπίας, ἔσπειραν καὶ ἀνήγειραν ἑκατοντάδες πανάλευκα ἐκκλησάκια καί
μεγαλοπρεπεῖς Ναούς στὴν μνήμη αὐτῶν τῶν δύο Ἁγίων σὲ ὅλη τὴν ἐνδοχώρα τῆς ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ,
δίνοντας μάλιστα τὸ ὄνομα αὐτῶν τῶν Ἁγίων στὰ παιδιά τους.
Μάλιστα
στὰ χρόνια τῆς
Τουρκοκρατίας τὸ ὄνομα Κωνσταντῖνος ἦταν συνυφασμένο μὲ τὸ ΠΟΘΟΥΜΕΝΟ τοῦ σκλαβωμένου γένους μας. Ἂν ἐκεῖνα τὰ χρόνια εἴχαμε
Φραγκοκρατία τὸ ὄνομα αὐτὸ θὰ ἦταν παντελῶς ἐξαφανισμένο σήμερα!!!
Ἡ προσωπικὴ ζωὴ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου δὲν ἦταν ρόδινη. Τὸν πολέμησαν ἀπὸ ὅλες τὶς πλευρές,
ἀλλὰ δὲν τὸν σάλεψαν ἀπὸ τὴν Πίστη του. Ἄλλωστε τὸ ὄνομά του στὰ Ἑλληνικὰ σημαίνει
ΕΥ-ΣΤΑΘΙΟΣ, δηλ καλὰ σταθερὸς, καὶ αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε σὲ ὅλη τὴν βιωτὴ του προασπίζοντας τὸ Δόγμα τῆς ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ
μὲ τοὺς Ἅγιους Θεοφόρους καὶ Οἰκουμενικοὺς Πατέρες τό 325 μ.Χ.! Καθιερώνοντας μάλιστα τὴν ἀνάγκη σύγκλησης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅταν διακινδύνευσε τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς "βαρεῖς λύκους" τῆς ἀρειανικῆς αἱρέσεως.
Εἶναι δυνατὸν καὶ ἐμεῖς σὰν παιδιὰ τῆς γνήσιας
Ρωμηοσύνης τοῦ Μεγάλου
Κωνσταντίνου νὰ περάσουμε καλὰ στὰ χέρια τῆς σημερινῆς Παναίρεσης
τῶν Νεοποχιτῶν, ποὺ ζήλεψε
τὴν Νέα Ρώμη, καὶ στὴν θέση της βάλθηκε νὰ φτιάξει τὴν Νέα Ἐποχὴ καί τόν
ἄθεο Οἰκουμενισμό, διασαλεύοντας τὰ θεμέλια τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ
μὲ ἑκατόμβες ἀθώων θυμάτων!!!
Ὅλες
οἱ σημερινὲς κρίσεις ξεκινοῦν ἀπὸ τὴν διαφημιζόμενη Παναίρεση τῆς Νέας
Ἐποχῆς καὶ ὅλες οἱ λύσεις θὰ δοθοῦν, ὅταν ξεφτίσει τὸ πνευματικό της
ὑπόβαθρο, γιατί ἀδυνατεῖ νὰ δώσει καθαρὲς ἀπαντήσεις στὴν χειμαζόμενη
ἀνθρωπότητα τῶν καιρῶν μας.
Νὰ, λοιπὸν, γιατί ὁ Μέγας Ἅγιος Κωνσταντῖνος σήμερα εἶναι τόσο ἐπίκαιρος, περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη φορᾶ !!!
ΔΡ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΒΑΡΔΑΚΑΣ.
(Ἡ εἰσαγωγή καί ὁ πολυτονισμός τοῦ κειμένου, μαζί μέ πολλές ἄλλες γραμματικές
καί συντακτικές διορθώσεις καί προσθῆκες διευκρινιστικές, ἔγιναν μέ δική μας
φροντίδα καί ἐπιμέλεια. Δρ.Ν. π.
Νικόλαος Δημαρᾶς).
Η ΚΑΤΑΦΑΝΗΣ ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΠΟΥ ΕΝΟΧΛΕΙ ΣΦΟΔΡΑ ΤΟΥΣ
ΓΡΑΙΚΥΛΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΜΑΧΟΥΣ !
Τοῦ Θ. Ἰ. Ρηγινιώτη
(Ὁ πολυτονισμός καί αὐτοῦ τοῦ κειμένου, μαζί μέ πολλές διορθώσεις καί
προσθῆκες διευκρινιστικές, ἔγιναν καί πάλι μέ δική μας φροντίδα καί ἐπιμέλεια. Δρ.Ν. π. Νικόλαος Δημαρᾶς).
Θὰ πρέπει νὰ ἀναγνωρίσουμε
νηφάλια ὅτι ὁ αὐτοκράτορας
Κωνσταντίνος
Α΄, κόκκινο πανὶ γιὰ τοὺς κάθε εἴδους πολέμιους τοῦ Χριστιανισμοῦ, εἶναι καὶ Μέγας καὶ Ἅγιος.
Ἡ παύση τῶν διωγμῶν καὶ οἱ ἀποφάσεις περὶ ἀνεξιθρησκείας, γεγονότα
τεράστιας ἱστορικῆς καὶ ἀνθρωπιστικῆς σημασίας, ἀρκοῦν γιὰ νὰ
ἐπιβεβαιώσουν τοῦ λόγου τοῦ ἀληθές· ἐπειδὴ ὅμως τὸ ὄνομά του ἔχει
περιβληθεῖ μὲ διάφορους ἀντιχριστιανικοὺς μύθους, ἂς ἐξετάσουμε τὴν
περίπτωσή του ἐκτενέστερα μέ
βάση καί τά ἱστορικά στοιχεῖα ἀπό ἀδιαμφισβήτητες ἐκκλησιαστικές καί
ἱστορικές
πηγές.
Δὲν ὑπάρχει καμμιά ἐπίσημη ἐκκλησιαστικὴ ἀπόφαση ποὺ νὰ ἀνακηρύσσει ἅγιο τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο, οὔτε καὶ σημειώνεται κάπου ἡ ἀρχὴ τῆς ἀπόδοσης τιμῆς ἁγίου πρὸς αὐτόν. Μὲ τὸ μεγάλο σύγχρονό του Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας Μέγα Ἀθανάσιο ἦρθε μάλιστα σὲ σύγκρουση, λόγῳ
μίας ὄψιμης ὑποστήριξης πρὸς τον
Ἄρειο, ὁ δὲ ἱστορικὸς καὶ βιογράφος του Εὐσέβιος Καισαρείας δὲν εἶχε τὸ
κῦρος ποὺ θὰ τοῦ ἐπέτρεπε νὰ ἐπιβάλει κατὰ κανένα τρόπο
μία «ἁγιοποίηση» τοῦ Κωνσταντίνου.
Τέλος, οἱ διάδοχοί του
πολέμησαν νὰ γκρεμίσουν αὐτὰ πού ὁ ἴδιος εἶχε ὀνειρευτεῖ·
Ὁ Κωνστάντιος, ὁ γυιός του, ὑποστήριξε τὸν Ἀρειανισμό, κατάργησε
τὴν πίστη τῆς Συνόδου τῆς Νίκαιας καὶ δίωξε τοὺς Ὀρθόδοξους!
Τὸ
ἴδιο ἔκανε καὶ ὁ ἀρειανός Οὐάλης, ἐνῶ ἀνάμεσά τους ὁ Ἰουλιανὸς, ἐπίσης,
ὑπέσκαψε τήν Ἐκκλησία μὲ κάθε τρόπο (καὶ μὲ αἷμα) [1],
προσπαθῶντας νὰ παλινορθώσει τὴν ἐθνικὴ θρησκεία τῆς εἰδωλολατρικῆς
θεουργίας καὶ τῶν ἀναρίθμητων δαιμονικῶν
θυσιῶν.[1]
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, λοιπὸν, ἁγιοποιήθηκε ἀπὸ τὸ λαό.
Τὸ φανερώνει τὸ πλῆθος τῶν Χριστιανῶν ποὺ φέρουν τὸ ὄνομά του. Ὁ Εὐσέβιος
καταγράφει ὅτι, ἀμέσως μετὰ τὸ θάνατό του, ὁ στρατὸς ξέσπασε σὲ
θρήνους, ἀπὸ τόν τελευταῖο ὁπλίτη μέχρι τοὺς ἀνώτερους ἀξιωματικούς, γιὰ
«τὸν σωτῆρα, τὸν φύλακα, τὸν εὐεργέτη… τὸν ἀγαθὸ ποιμένα», ἐνῶ παρόμοιες ἦταν οἱ ἀντιδράσεις τοῦ λαοῦ, ὅταν τὸ σκήνωμά του
μεταφέρθηκε στήν Κωνσταντινούπολη[2].
Καὶ ἦταν φυσικό, ἐφόσον :
«βαθύς ἀνθρωπισμὸς καὶ μέριμνα διὰ τὴν δικαιοσύνην
χαρακτηρίζουν τὰ νομοθετικὰ κοινωνικὰ μέτρα, ἅτινα ἔλαβεν ὁ Κωνσταντῖνος μετὰ τὴν Σύνοδον τῆς Νικαίας.
Διάκειται δυσμενῶς πρὸς τὴν παλλακείαν καὶ ἀπηγόρευσε τὸ βάρβαρον
ἔθιμον τῶν ἀγώνων τῶν μονομάχων. Δὲν ἐπιτρέπει νὰ χωρίζουν τάς οἰκογενείας τῶν δούλων, ὅταν τὰ πωληθέντα
κρατικὰ κτήματα, εἰς ἃ μέχρι τότε διεβίουν, διενέμοντο μεταξὺ τῶν νέων
δικαιούχων. Κατήργησε τὸν διὰ σταυροῦ θάνατον, ἀπηγόρευσε τὸν στιγματισμὸν εἰς τὸ πρόσωπον καὶ ἐθέσπισεν, ὅπως οἱ κρατούμενοι εἰς τὰς φυλακὰς δικαιοῦνται καθ’ ἐκάστην νὰ βλέπουν τὸ φῶς τοῦ ἡλίου. Χαρακτηριστικός τῆς ἐνδελεχοῦς φροντίδος τοῦ αὐτοκράτορος διὰ τὴν ἐπιβολὴν τῆς ἠθικῆς τάξεως εἶναι ὁ νόμος ὁ κολάζων τὴν ἀπαγωγὴν παρθένου καὶ ὁ νόμος ὁ ἀξιῶν παρὰ τοῦ ἐπιτρόπου, ὅπως σεβασθῆ τὴν παρθενίαν τῆς ὑπ’ αὐτοῦ ἐπιτροπευομένης
νεάνιδος».[3]
Ἡ ἀπαγόρευση τοῦ στιγματισμοῦ στὸ πρόσωπο, μέτρο εὐνοϊκὸ κυρίως γιὰ τοὺς δούλους, ἀπὸ ἐπίδραση τῆς χριστιανικῆς ἰδέας γιὰ τὸν ἄνθρωπο ὡς πλασμένον κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, καθὼς καὶ ἡ μέριμνα γιὰ τὶς οἰκογένειες τῶν δούλων, σημαίνουν ὅτι ὁ δοῦλος ἀντιμετωπίζεται
πλέον ὡς ἄνθρωπος, ὄχι ὡς ἀντικείμενο, πρᾶγμα ποὺ ἀνατρέπει ἐντελῶς τῆς καθιερωμένη ὀπτικὴ τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, γιὰ νὰ φτάσουμε στὸν ἅγιον Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, σχεδὸν ἕνα αἰῶνα μετά, ποὺ θὰ ἐπιχειρηματολογήσει ὑπὲρ τῆς ἀδελφότητας
κυρίων καὶ δούλων![4]
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἐξαγόραζε ὁ ἴδιος καὶ ἀπελευθέρωνε αἰχμάλωτους στρατιῶτες τοῦ ἐχθροῦ, τοὺς ὁποίους εἶχαν συλλάβει οἱ στρατιῶτες του![5] Προσθέτω
σ’ αὐτὰ τὴν ἀπαγόρευση τῆς παλλακείας γιά τοὺς ἔγγαμους, (τῆς
συνύπαρξης δηλ. συζύγου καὶ παλλακίδας, δηλ. «ἐπίσημης ἐρωμένης»), καὶ τὸ ἐξαιρετικὰ φιλολαϊκὸ μέτρο τῆς καθιέρωσης τῆς Κυριακῆς ὡς ἀργίας «διὰ τὸν ἀστικὸν πληθυσμόν», ἐνῶ «οἱ κάτοικοι τῆς ὑπαίθρου ἀφίενται ἐλεύθεροι νὰ ρυθμίζουν τὰς ἀγροτικάς ἀσχολίας των ἀναλόγως τῶν καιρικῶν συνθηκῶν» [2].
Σύμφωνα μὲ τοὺς Χριστιανούς, ἡ ἁγιότητα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου δὲν εἶναι τιμητικὸς τίτλος, ποὺ τοῦ ἀποδόθηκε λόγῳ «τῆς καθοριστικῆς ὑποστήριξης καὶ τῆς προσφορᾶς του πρὸς τὴν Ἐκκλησία», ἀλλὰ γεγονὸς ἐπιβεβαιωμένο ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ θαύματα· ὄχι μόνο μὲ τὴν περίφημη
θεοσημεία τοῦ σταυροῦ («Ἐν τούτῳ
νίκα»), ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ ὅραμα ἀγγέλου, ποὺ τὸν καθοδηγοῦσε κατὰ
τὴν χάραξη
τῶν ὁρίων τῆς
Κωνσταντινούπολης, μὲ τήν μυροβλυσία κατὰ τὸ θάνατό του, μὲ πλῆθος
ἰάσεων στὸν τάφο του, ἀλλὰ καὶ μέ πολλά μεταγενέστερα θαύματα.
Ἀκόμη κι ἂν τὰ παραπάνω τεκμήρια θεωρηθοῦν μῦθοι, πρέπει νὰ τονίσω ὅτι ἕνας λαὸς δὲν πλάθει μύθους
θαυμάτων καὶ ἁγιότητας γιὰ ἕνα βασιλιά, ἂν δὲν τὸν θεωρεῖ γεμᾶτο ἀγάπη καὶ διαποτισμένο ἀπὸ τὴ θεία χάρη.
Γιὰ τὴν ἱστορία, ἂς ἀναφέρουμε ὅτι ὁ ἅγιος
δὲν ἀπαγόρευσε τήν εἰδωλολατρία, οὔτε ἀναγόρευσε τὸ Χριστιανισμὸ σὲ
ἐπίσημη θρησκεία της αὐτοκρατορίας, (αὐτὴ τὴ θέση συνέχισε νὰ τὴν
κατέχει ἡ ἀρχαία θρησκεία, τῆς ὁποίας ὁ ἴδιος ἦταν ἀνώτατος ἀρχιερέας,
κατὰ τοὺς θεοκρατικούς ρωμαϊκοὺς θεσμούς), δὲν ἔκλεισε τοὺς ἀρχαίους
ναούς, ἐκτὸς ἀπὸ λίγους, στοὺς ὁποίους ἐκπορνεύονταν
κορίτσια, ὅπως τῆς Ἀστάρτης στὰ Ἄφακα τῆς Φοινίκης,
καὶ ἕνα δεύτερο πάνω
στὸν Πανάγιο Τάφο,
γιὰ εὐνόητους λόγους.
Ἀντίθετα,
ἵδρυσε στὴ νεογέννητη Κωνσταντινούπολη καὶ ναοὺς τῆς Ρέας καὶ τῆς
Τύχης, μεταφέροντας στὸν πρῶτο τὸ πανάρχαιο ξόανο τῆς θεᾶς ἀπὸ τὸ ὅρος
Δίδυμο, καὶ στὸν δεύτερο, τὸ ἅγαλμα τῆς Τύχης ἀπὸ τὴν παλαιὰ Ρώμη.
Ἀπαγόρευσε μόνο τὴν μυστική, ἰδιωτικὴ ἄσκηση τῆς μαντείας,
ἀκολουθῶντας τὰ βήματα τοῦ ἐθνικοῦ Ὀκταβιανοῦ, ὄχι γιὰ θρησκευτικοὺς
λόγους, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἀποτελοῦσε πρόφαση
συνωμοτικῶν ἐνεργειῶν [3].
Συκοφαντεῖται ὁ Μέγας βασιλεύς
ὡς δῆθεν ἀδίστακτος, ἂν καὶ τόσο
φιλάνθρωπος, ἐπειδὴ δῆθεν διέταξε τὴν ἐκτέλεση τοῦ γιοῦ του, τοῦ
Κρίσπου, (ἂν τὸ ἔκανε!, γιατὶ ὑπάρχουν ὑπόνοιες πὼς ὁ νέος δολοφονήθηκε
στὴ φυλακὴ ἀπὸ ἀνθρώπους τῆς μητριᾶς του Φαύστας), ὅμως αὐτὸ εἶναι
μᾶλλον ἀπόδειξη τῆς ἀρετῆς του, ἄν ὄντως
ἔγινε· ὁ Κρίσπος κατηγορήθηκε, (ἄδικα, ὅπως ἀποδείχτηκε!), γιὰ βιασμὸ
τῆς Φαύστας καὶ ὁ πατέρας του ἔπρεπε νὰ ἐπιλέξει, ἂν θὰ ἐφάρμοζε τὸ νόμο
καί στὸν ἴδιο τὸ γυιό του ἢ θὰ τὸν ἀποδείκνυε αὐθαίρετα ὑπεράνω τοῦ
νόμου. Ἐπέλεξε τὸ πρῶτο, ὅσο ὀδυνηρὸ κι ἂν ἦταν σίγουρα γι’ αὐτόν. Ἴσως
αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος πού, ἂν καὶ εἶχε ζήσει ἐφαρμόζοντας ὅσο μποροῦσε τὴν
οὐσία της χριστιανικῆς διδασκαλίας, δέχτηκε τὸ βάφτισμα μόνον ὅταν ἤξερε ὅτι εἶχε ἀσθενήσει πρὸς θάνατον, ὑποβληθείς σὲ ἰσόβια μετάνοια,
πιθανὸν ἀπὸ τόν ἅγιο Οσιο
Κορδούης, ὄχι ἐπειδὴ ἐφάρμοσε τὸ νόμο, ἀλλὰ ἐπειδὴ καταδίκασε ἕναν ἀθῶο,
πάντως μέ βάση τήν ἀπόφαση τοῦ δικαστηρίου καί τίς ψευδεῖς καί χαλκευμένες,
(ὅπως ἀποδείχτηκε ἐκ τῶν ὑστέρων) ἀποδείξεις!
Ὁ ἱστορικὸς Ζώσιμος,
παγανιστὴς καὶ
προκατειλημμένος κατὰ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, μετὰ τὰ
μέσα τοῦ 5ου αἰῶνα, ἔγραψε, πὼς ἀργότερα ἡ Φαύστα θανατώθηκε στὸ λουτρὸ
της μέσα σὲ βραστὸ νερό, ὅμως οἱ πηγὲς τῆς ἐποχῆς δὲν κάνουν λόγο γιὰ
κάτι τέτοιο –
καί, ἀλήθεια, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δὲ θὰ παρέλειπαν νὰ καταδικάσουν μία τέτοια πράξη, ὅπως ἀργότερα ἔκανε ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος καί καταδίκασε τὴν σφαγὴ στόν ἱππόδρομο τῆς Θεσσαλονίκης ἀπὸ τὸ Μέγα Θεοδόσιο!
Ὁ ἅγιος Ὅσιος Κορδούης, ὁ Μ. Ἀθανάσιος καί πολλοί ἄλλοι., ἀκόμη καὶ ὁ Μέγας Ἀντώνιος καὶ οἱ Πατέρες τῆς ἐρήμου, θὰ τὸ εἶχαν ἀναφέρει τοὔλάχιστον
σὲ κάποια ἐπιστολή.
Ἀντίθετα, ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος (366-419 μ.Χ.),
πολὺ πιὸ κοντινὸς στὰ γεγονότα ἀπὸ τὸν Ζώσιμο, γράφει πὼς ἡ Φαύστα πέθανε
τρία ἢ τέσσερα χρόνια μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Κωνσταντίνου[6]
Ἡ σύγκληση Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἦταν ἕνα μεγαλόπνοο σχέδιο, ποὺ φανέρωνε πόσο δημοκρατικὸ θεωροῦσε ὁ Κωνσταντῖνος τὸν Χριστιανισμό. Στήν Α΄
Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ὁ ἴδιος, (τυπικὰ εἰδωλολάτρης καὶ ἀνώτατος ἀρχιερέας τῆς ἐθνικῆς θρησκείας),
παρευρέθηκε, χωρὶς νὰ παρέμβει
καθόλου στίς ἐργασίες της. Δὲν ἦταν οὔτε πρόεδρος, θέση ποὺ μᾶλλον εἶχε ἀναλάβει ὁ Εὐστάθιος Ἀντιοχείας.[7]
Οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ἱστορικοὶ Εὐσέβιος Καισαρείας, Θεοδώρητος Κύρου, Φιλοστόργιος καὶ Σωκράτης
συμφωνοῦν, πὼς ὁ ἅγιος δὲν παρενέβη καθόλου στὶς ἐργασίες τῆς Συνόδου,
ἐνῶ δὲν ὑπάρχει καμία ἀρχαία μαρτυρία γιὰ τὸ ἀντίθετο. Ὁ Κωνσταντῖνος
δὲν γνώριζε τὴν χριστιανικὴ θεολογία, δὲν ἔκανε καμμία
πρόταση στὴ Σύνοδο, δὲν ἐπέβαλε καμμία ἰδέα, περίμενε ἁπλῶς νὰ δεῖ, τί
θὰ ἀποφασίσουν οἱ ἐπίσκοποι, καὶ αὐτὸ ποὺ κυρίως τὸν ἐνδιέφερε ἦταν
ἡ ὁμόνοια στὴν αὐτοκρατορία, ποὺ ταρασσόταν ἀπὸ τὸν Ἀρειανισμό.
Ἐξυπακούεται ὅτι οἱ ἀρνούμενοι τὴν ἁγιότητα τοῦ Μεγίστου βασιλέως
Κωνσταντίνου, καὶ
μάλιστα οἱ ἐθνικοί, οἱ κυρίως
πολέμιοί της στό παρελθόν, θεωροῦν ἀπάτη πρὸς παραπλάνηση τῶν μαζῶν τόν ἰσχυρισμό του γιὰ τὸ ὅραμα τοῦ Σταυροῦ.
Ἡ ἄποψή τους αὐτή πού
ἐπαναλαμβάνεται σποραδικά καί πάλι σήμερα, ὀφείλεται στήν ὑποταγὴ τῆς Ἱστορίας στὰ ἑρμηνευτικὰ καὶ ἰδεολογικὰ μοντέλα τῆς νεωτερικότητας, σύμφωνα μὲ τὰ ὁποῖα τὰ γεγονότα ἔχουν μόνο πολιτικὰ καὶ οἰκονομικά καὶ ὄχι πνευματικά αἴτια καί κριτήρια.
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος
δὲν ἐξαπάτησε τὸ λαό· ὑποστήριξε τὸ Χριστιανισμὸ, γιατί
τὸν πίστεψε. Οἱ χριστιανοὶ, κατὰ τὴ μεταστροφή του,
δὲν ἦταν παρὰ τὸ ἕνα δέκατο τοῦ πληθυσμοῦ τῆς αὐτοκρατορίας – δὲ
μποροῦσε νὰ στηριχτεῖ σ’ αὐτοὺς, γιὰ πολιτικοὺς λόγους. Τὸ ὅτι δὲν ἔθετε
τὴ δημόσια εἰκόνα του πάνω ἀπὸ τὶς πεποιθήσεις του φαίνεται καὶ ἀπὸ τὴν
ἄρνησή του νὰ τελέσει τὴν καθιερωμένη
θυσία στὸ Καπιτώλιο τὸ 326, γεγονὸς ποὺ προκάλεσε
ἀντιδράσεις τῶν ἐθνικῶν καὶ θραύση τῶν ἁγαλμάτων του.
Ἡ σοφὴ ἀντιδρασὴ του στὴν προτροπὴ τῶν συμβούλων του γιὰ ἀντίποινα εἶναι γνωστή, ἄγγιξε τὸ πρόσωπό του καὶ εἶπε χαριτολογῶντας
«δὲ βλέπω νὰ ἔχει σπάσει
τίποτα».
Ἐπιπλέον,
ποτὲ δὲ διαφήμισε τὸ ὅραμά του, οὔτε τὸ ἐκμεταλλεύτηκε γιὰ νὰ
παραστήσει τὸν ἅγιο, ἂν καὶ τοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία ἀμέτρητες φορές, τόσο
κατὰ τὴν Σύνοδο τῆς Νίκαιας, ὅσο καὶ ἀργότερα, στήν ἀντιπαράθεσή του
μὲ τὸν Μέγα Ἀθανάσιο· τὸ ἐκμυστηρεύθηκε ἰδιωτικὰ στούς ἀνθρώπους τοῦ περιβάλλοντός
του, ἀπὸ τὸ ὁποῖο προέρχονται καὶ οἱ δύο ἀναφορὲς σ’ αὐτό, τοῦ Εὐσέβιου καὶ τοῦ Λακτάντιου.
Ἂς
σημειώσουμε ἐδῶ ὅτι ἀνάλογη ἐμπειρία εἶχε καὶ ὁ Λικίνιος, λίγο μετὰ τὶς
ἀποφάσεις τῶν Μεδιολάνων, πρὶν τὴ μάχη ἐναντίον τῶν πολλαπλάσιων
δυνάμεων τοῦ (ἐπιτιθέμενου)
Μαξιμίνου στὴν Ἀδριανούπολη:
ὁ ἴδιος
διέταξε τὸ γραμματέα τοῦ ἐπὶ τῶν ἀπορρήτων νὰ καταγράψει μιά προσευχή,
ποὺ τοῦ ὑπαγόρευσε ἄγγελος Κυρίου στὸν ὕπνο του· ἡ προσευχὴ αὐτὴ
διανεμήθηκε στὸ στρατὸ καὶ ἐκφωνήθηκε ὁμαδικὰ πρὶν τὴν ἔναρξη τῆς μάχης.
Ἐκεῖνος ὅμως ἀρνήθηκε τὴν πρόσκληση καὶ παρέβη τὶς ἀποφάσεις
τῆς ἀνεξιθρησκείας μὲ νέο διωγμό, γιὰ νὰ ἡττηθεῖ τελικὰ ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο τὸ 324 στὴ Χρυσούπολη.
Τότε μόνο, καὶ μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο, ὁ Μέγας
Κωνσταντῖνος ἔγινε μονοκράτορας. Ὁ Λικίνιος, (γαμπρὸς τοῦ
Κωνσταντίνου), δὲν θανατώθηκε, ἀλλὰ τέθηκε σὲ περιορισμὸ στὴ
Θεσσαλονίκη· ἐκτελέστηκε ὅμως ἀργότερα μαζὶ μὲ τὸ συνεργάτη του Σέξτο
Μαρτινιανό, ὅταν προσπάθησε νὰ ὑποκινήσει ἐξέγερση.
Σημειώσεις
[1] Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς ποὺ θανατώθηκαν μὲ διαφορες προφάσεις,
ἀλλὰ κατ’ οὐσίαν ὡς ἀντιφρονοῦντες, ὅπως οἱ ἅγιοι Ἀρτέμιος, Ἰουβεντίνος, Μαξιμιανός, Μακεδόνιος, Τατιανός, Θεόδουλος, Βασίλειος Ἀγκύρας κ.ἄ., ὁ Ἰουλιανὸς διεξήγαγε ἐπίσης ἀνθρωποθυσίες,
πρᾶγμα συνηθέστατο στὴν ἀρχαία θρησκεία: «Μετὰ τὴν ἀναχώρηση τοῦ Ἰουλιανοῦ ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια γιὰ νὰ συγκρουστεῖ μὲ τοὺς Πέρσες, βρέθηκαν στὸν ποταμὸ Ὀρόντη πτώματα ἀπὸ ἀνθρωποθυσίες" (Ἁγίου Γρηγορίου
Θεολόγου, PG 35, 624).
Λείψανα ἀνθρωποθυσιῶν ἀνακαλύφθηκαν καὶ στὰ ἀνάκτορά του μετὰ τὸ θάνατό του καὶ ἀνήκουν σὲ παιδιὰ καὶ παρθένες. (Ἁγίου Ἰωάννου
Χρυσοστόμου, PG 50, 555).
Στὴν πόλη Κάρρα
σφραγίστηκε ὁ ναὸς καὶ ἀπαγορεύθηκε τὸ ἄνοιγμά του,
μέχρι τήν ἐπιστροφὴ τοῦ ἴδιου ἀπὸ τὴν ἐκστρατεία στὴν Περσία. Ὅταν ἀνοίχθηκε, ἀφοῦ ὁ Ἰουλιανὸς ποτὲ δὲν ἐπέστρεψε, βρέθηκε μία νεκρὴ γυναῖκα κρεμασμένη ἀπὸ τὰ μαλλιά, μὲ τὰ χέρια ἀνοιγμένα καὶ τὰ σπλάχνα της βγαλμένα. Κλασσικὴ περίπτωση
σπλαχνοσκοπίας, γιὰ νὰ μαντέψει τὸ τέλος τοῦ πολέμου. (Θεοδωρήτου
Κύρου, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, 3, 21, PG 82, 1120).
Ἐνίοτε ὁ εἰδωλολατρικὸς ὄχλος θανάτωνε τοὺς Χριστιανοὺς μὲ «εὐρηματικοὺς» τρόπους:
ἱερεῖς καὶ παρθένες στὴν Ἀσκάλωνα καὶ τὴν Γάζα συνελήφθησαν,
τοὺς ἄνοιξαν τὴν κοιλιά, ἔριξαν μέσα
κριθάρι καὶ ἀμόλυσαν γουρούνια
ποὺ τοὺς ἔφαγαν ζωντανοὺς (Θεοδωρήτου Κύρου, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, 3, 3).
Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, κατὰ τὸ Σωζομενὸ (Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, 5, 10), θανατώθηκαν παρθένες στὴν Ἡλιούπολη τοῦ Λιβάνου.
{Συνεπῶς ἐπρόκειτο γιὰ μία συνήθη
μέθοδο, ἕνα βάρβαρο καί σατανικό ἔθιμο,
ἀφοῦ τόν σατανά ὑπηρετοῦσαν οἱ εἰδωλολάτρες ἐθνικοί, ὅπως καί ὁ μυημένος στήν
μαγεία Ἰουλιανός. (Ἐπ' αὐτοῦ θά ἐπανέλθουμε σέ ἑπόμενη μελέτη
μας, μέ βάση τίς συκοφαντίες καί τά ψεύδη τῆς "περίφημης", γραμμένης
ἀπό φιλοεθνικούς καί φιλοτέκτονες συγγραφεῖς ἑλληνικῆς ἱστορίας τῆς "Ἐκδοτικῆς
Ἀθηνῶν".).}
[2]
Νὰ σημειώσουμε ἐδῶ ὅτι μία ἀναφορὰ σὲ βιβλίο ἑξαίρετου κατά
τά ἄλλα συγγραφέα, ὅτι ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος ἔπνιξε στὸ Βόσπορο τούς λεπρούς
τῆς Κωνσταντινούπολης,
κατὰ τὴ γνώμη μου εἶναι ἐσφαλμένη, (ὄχι μόνο δέν ταιριάζει
στὸ χαρακτῆρα του, ἀλλὰ καὶ δὲν τὴν ἔχω συναντήσει
πουθενά σέ κανέναν ἄλλο ἔγκριτο ἱστορικό).
Ἀντίθετα, ὑπάρχει σχετικὴ μαρτυρία γιὰ τὸν Κωνστάντιο, γυιὸ καὶ διάδοχο τοῦ ἁγίου καὶ σκληρὸ βασιλιὰ (τὸν ἀναφέραμε πιό
πάνω). Ὁ Κωνστάντιος θανάτωσε τὸν ἅγιο Ζωτικὸ τὸν Ὀρφανοτρόφο, (γιορτάζει 31 Δεκεμβρίου), σέρνοντάς τον δεμένο σέ άλογα
ποὺ κάλπαζαν, ἐπειδὴ ἀθέτησε τὴν διαταγή του καί, ἀντὶ νὰ σκοτώσει τοὺς λεπρούς, τοὺς περιέθαλπε.
Πιστεύω ὅτι στὸν Κωνστάντιο ἀναφερόταν στὴν πραγματικότητα ἡ πληροφορία αὐτὴ, (στὴν πηγὴ τοῦ συγγραφέα μας),
καὶ ἀπὸ λάθος γράφτηκε
«Κωνσταντῖνος».
[3] Βλ.
λεπτομέρειες στὸ ἔργο τῆς Πολύμνιας Ἀθανασιάδη, «To λυκόφως τῶν θεῶν στὴν Ἀνατολικὴ Μεσόγειο. Στοιχεῖα ἀνάλυσης γιὰ τρεῖς ἐπιμέρους περιοχές»,
περιοδικό Ἑλληνικά, τόμ. 44, τεύχ. 1, Ἐται-ρεία Μακεδονικῶν Σπουδῶν, Θεσσαλονίκη
1994.
Γιὰ τὸ ὅτι ἡ θέση τοῦ Τάφου τοῦ Χριστοῦ ἦταν γνωστὴ καὶ δὲν ἀποτελοῦσε ἐφεύρημα τοῦ Κωνσταντίνου,
βλ. Ἀρχιεπισκόπου Ἰορδάνου Τ. Π. Θεμελῆ, Ἡ αὐθεντικότητα τοῦ Γολγοθᾶ καὶ
τοῦ Παναγίου Τάφου, περιοδικό Ἁγία Σιών, τόμ. Δ΄, 1928,
σελ. 193 ἑξ. (καὶ στὸ διαδίκτυο http://www.impantokratoros.gr/9FF1E5AB.el.aspx).
Γιὰ τὴν θρησκευτικὴ νομοθεσία τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου γενικότερα βλ. σχετικὸ ἄρθρο τοῦ καθηγητῆ Σπύρου Ν. Τρωιάνου στά Ἱστορικά τῆς
Ἐλευθεροτυπίας, 135, 23 Μαΐου 2002, σελ. 43 – 49, καὶ Βασιλείου Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστικη Ἱστορία, Ἀθῆνα 1998, σελ.
142-144.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ Μεγάλε βασιλεῦ
καί ἰσαπόστολε Κωνσταντῖνε,
μετά τῆς ἁγίας Θεοστέπτου
βασιλίδος Μητρός Σου Ἑλένης
πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν τῶν
ἐσχάτων καί ἁμαρτωλῶν.
[1] Βλ. γιὰ τὸν Ἰουλιανὸ τόν παραβάτη τὴν μονογραφία τοῦ Ἰωάννη Κ. Τσέντου, Ἰουλιανός ὁ Παραβάτης, ἔκδ. Τῆνος, Ἀθωνας 2004.
[2] P.G. 20, 1220-1224.
[3] Αἰκατερίνης
Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινὴ Ἱστορία, Α΄, 324-610, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 135.
[4] P.G. 62, 711.
[5] Εὐσεβίου, Εἰς τὸν βίον τοῦ μακαρίου Κωνσταντίνου τοῦ βασιλέως, Λόγος
Β΄,ΙΓ΄, P.G. 20, 992.
[6] Κώστα Β. Καραστάθη, Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Μέγας καὶ ἡ ἐναντίον του πολεμική,
Μπαρτζουλιάνος, Ἀθήνα,
Μάιος 2006, σελ. 35-41.
[7] Βλ. Βλασίου Ι. Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, Α΄, σελ. 437. Ἄφησε τόν θρόνο τοῦ προέδρου κενόν, πού ἀνήκει κατά τόν Μέγαν Ἅγιον μόνον στόν ἀληθινόν Δεσπότην καί Κύριον τοῦ Οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. Ἀπό τόν
Εὐσέβιο ἀναφέρεται ὅτι εἰσερχόμενος ὁ
Μέγας Κωνσταντῖνος στήν Σύνοδο, ἔσκυβε καί
μετά δακρύων καταφιλοῦσε τά κεκομμένα μέλη τῶν ἀθλητῶν τῆς εὐσεβείας, τῶν Μαρτύρων
τῆς πίστεως, πού συγκρότησαν τήν Ἁγίαν
Πρώτην Οἰκουμενικήν Σύνοδον. Γιαὐτό διήρκεσε πολλήν ὥραν ἡ εἴσοδος τοῦ
Μεγάλου Βασιλέως στήν Σύνοδον καί ἡ ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν της.