Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025

«Εἶναι ὠφέλιμος ὁ κριτικός λόγος τῶν Ἱερέων σέ πράξεις συγκεκριμένων προσώπων;»

 

Γράφει ὁ Πρεσβύτερος π. Γεράσιμος Βουρνᾶς

   Αὐτό τό ἐρώτημα φαίνεται νά ἀπασχολεῖ τόν τελευταῖο καιρό ὅλο καί περισσότερους ἀνθρώπους, καθώς ἡ ἀταξία πού κυριαρχεῖ στίς πράξεις καί στά λόγια τῶν ἀνθρώπων, μεταφέρεται καί στήν συμπεριφορά τους πρός τούς Κληρικούς, ἀκόμη καί μέσα στήν Θεία Λατρεία.

  Γιά τήν καλύτερη ἐξέταση τοῦ ἐρωτήματος εἶναι καλό νά ὑπάρξει ὁ διαχωρισμός τῆς ἀπάντησης σέ δύο σκέλη. Ἀπό τήν μία πλευρά ὑπάρχει ὁ ἔλεγχος καί ἡ ἀναφορά σέ πράξεις συγκεκριμένων προσώπων, χωρίς ὅμως νά ἀποκαλύπτεται δημοσίως ἡ ταυτότητά τους καί ἀπό τήν ἄλλη, ὁ ἔλεγχος πράξεων συγκεκριμένων προσώπων μέ τό ὄνομά τους.

  α) Ἔλεγχος τῶν πράξεων συγκεκριμένων προσώπων χωρίς ἀποκάλυψιν τῆς ταυτότητός τους.

  Μεταξύ τῶν θρησκευομένων αἰωρεῖται μία ἄποψη ὅτι ὁ Ἱερεύς καί διδάσκαλος τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ὁποῖος ἐλέγχει δημόσια πράξεις καί λόγια προσώπων πού ἀντίκεινται στόν λόγο τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἄνθρωπος φίλερις καί ἀλαζών, ἀφοῦ προφανῶς θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ἀνώτερο ὅλων, ὥστε νά ἔχει τό θράσος νά κρίνει τούς ἄλλους. Φαντάζονται ὅτι ἐπειδή ὁ Χριστός «εἶναι ἀγάπη», ὅπως λέγεται συχνά, δέν θά ἐπέκρινε ποτέ κανένα. Δέν ἔχουν διαβάσει τό Εὐαγγέλιο, γιά νά δοῦν τήν σφοδρότητα, μέ τήν ὁποία ἐπέκρινε ὁ Χριστός τούς Γραμματεῖς καί τούς Φαρισαίους. Ἔφτασε στό σημεῖο, μάλιστα, νά τούς ἀποκαλέσει φίδια καί «γεννήματα ἐχιδνῶν» (Μτθ. 12, 34). Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, ἄν ἐμβαθύνουν στήν πίστη καί ἔχουν ἀκόμη σώας τάς φρένας, θά διαπιστώσουν ὅτι, παρ’ ὅλο πού ὁ Χριστός δέν ἦλθε, γιά νά κρίνει τόν κόσμο, ἀλλά γιά νά τόν σώσει (Ἰω. 12, 47), ταυτόχρονα δέν ἦλθε, γιά νά φέρει εἰρήνη στόν κόσμο ἀλλά μάχαιρα (Μτθ. 10, 34), τήν μάχαιρα ἐκείνη πού ξεκαθαρίζει τό ψεῦδος ἀπό τήν ἀλήθεια καί τούς ψευδαδέλφους ἀπό ἐκείνους πού Τόν ἀγαποῦν καί θέλουν νά ζήσουν«ὡς ἐν Οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς».

  Ὅσοι ὑποστηρίζουν συνειδητά αὐτή τήν ἄποψη, θέλουν νά στερήσουν ἀπό τόν Ἱερέα τήν ἐργασία πού ἔχει ἀπό τόν Χριστό, νά κάνει δηλαδή αὐτό τό ξεκαθάρισμα. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δέν ἀρέσκονται στόν ἔλεγχο, ἀλλά ἐπιθυμοῦν νά κινοῦνται στό σκοτάδι, δρῶντες ἀνενόχλητοι στήν προσπάθειά τους νά φθείρουν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἔλεγχος ὅμως ἐπιβάλλεται. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπιτάσσει: «καί μή συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους, μᾶλλον δέ καί ἐλέγχετε» (Ἐφ. 5, 11). Ὁ Ἱερεύς πού ἐλέγχει δέν κρίνει τούς ἀνθρώπους, οὔτε ἀναφέρεται ὀνομαστικά σέ αὐτούς (ὅταν δέν εἶναι δημόσια πρόσωπα), ἡ κρίση ἄλλωστε εἶναι τοῦ Θεοῦ καί μάλιστα ἡ δικαία κρίση. Ὁ Ἱερεύς ὀφείλει νά φέρνει στό φῶς τά κακῶς κείμενα, χωρίς νά ἀναφέρεται στά πρόσωπα μέ τό ὄνομά τους, ὥστε νά συνεφέρει διακριτικά ὅσους εἰσέρχονται μέσα στό ποίμνιο καί ἐπιχειροῦν νά ἀλλοιώσουν τό ἦθος καί τό δόγμα. Κάθε φορά πού ὁ Ἱερεύς περιγράφει μιά κατάσταση, τό κάνει μόνο πρός οἰκοδομήν καί ὄχι γιά νά διασύρει ὁρισμένους. Μέ αὐτόν τόν τρόπο τούς δίνει τήν εὐκαιρία ἀνώδυνα, χωρίς νά τούς ἐκθέτει, νά δοῦν τό πρόβλημά τους καί νά διορθωθοῦν, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι νά προστατευθοῦν ἀπό τέτοιου εἴδους συμπεριφορές καί νά μποροῦν πλέον πιό εὔκολα νά τίς ἀναγνωρίσουν καί στούς ἑαυτούς τους, ὅταν παρεκτρέπονται.

  Πολλοί, βλέπουν συχνά στό κήρυγμα τοῦ Ἱερέως τόν ἑαυτό τους καί θίγονται. Αὐτό ὅμως γιά τόν Ἱερέα σημαίνει ὅτι εἶναι σέ καλό δρόμο. Δέν εἶναι δική μας ἄποψη αὐτή, ἀλλά τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου, πού ἀναφέρει κάπου τά ἑξῆς: «Τίς ἐστιν ὁ εὐφραίνων με ἤ μή ὁ λυπούμενος ἐξ ἐμοῦ», δηλαδή, δέν μέ χαροποιεῖ κανείς περισσότερο ἀπό ἐκεῖνον πού λυπᾶται ἀπό ὅσα διδάσκω σύμφωνα μέ τό Ἱερό Εὐαγγέλιο καί τήν Ἱερά Παράδοση, θά λέγαμε σέ ἐλεύθερη μετάφραση. Ἡ ἀλήθεια πάντα πονᾶ, ἀλλά αὐτός ὁ πόνος καί ἡ θλίψη εἶναι τό κατάλληλο ἔδαφος, γιά νά ἀναπτυχθεῖ ὁ ἄνθρωπος καί νά γίνει «λαμπρός»! Δέν θά ἔπρεπε να στενοχωροῦνται, ἀφοῦ ὁ Ἱερεύς, ὅταν περιγράφει μία κατάσταση στὸν δημόσιο λόγο του, σημαίνει ὅτι αὐτή ἀφορᾶ σέ πολλούς καί ὄχι σὲ ἕνα ἤ δύο.

  Μάλιστα, ὁ Ἱερεύς ὀφείλει νά μή ὑποτιμᾶ κανένα ζήτημα πού προκύπτει, διότι καί κάτι πού μπορεῖ νά μοιάζει ἥσσονος σημασίας, ἄν δέν προσεχθεῖ, ὑπάρχει σοβαρός κίνδυνος νά χειροτερέψει, ἐφόσον ὅλοι ρέπουμε περισσότερο πρός τό κακό καί τήν ἀταξία ἀπό ὅ,τι πρός τό καλό καί τήν ἁρμονία. Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος ἄλλωστε, ἐπέκρινε μέ σφοδρότητα ἀνθρώπους, ἀκόμα καί γιά φαινομενικά λιγότερο σημαντικά ζητήματα, ὅπως τό ἄν ἔπρεπε οἱ ἐξ ἐθνῶν προσερχόμενοι στήν ἀληθινή πίστη νά περιτέμνονται ἤ ὄχι. Ὁ Ἅγιος εἶδε ὅτι αὐτοί πού ἐκόπτοντο γιά τήν ἐπιβολή τῆς περιτομῆς σέ ὅλους, δέν τό ἔκαναν ἀπό εὐσέβεια, ἀλλά ἐπειδή στήν  πρα­γματικότητα ἦσαν παρείσακτοι ψευδάδελφοι «οἵτινες παρεισῆλθον κατασκοπῆσαι τήν ἐλευθερίαν ἡμῶν ἥν ἔχομεν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἵνα ἡμᾶς καταδουλώσονται» (Γαλ. Β΄, 16-20). Καί ὁ ἅγιος Χρυσόστομος σχολιάζει: «Ποῦ τοίνυν οἱ φιλονεικίας ἡμᾶς κρίνοντες ἕνεκεν τῆς πρός τούς αἱρετικούς διαστάσεως; Ποῦ νῦν εἰσιν οἱ λέγοντες οὐδέν εἶναι μέσον ἡμῶν κἀκείνων, ἀλλ’ ἀπό φιλαρχίας τήν διαφοράν γίνεσθαι; Ἀκουέτωσαν τί φησιν ὁ Παῦλος, ὅτι τό Εὐαγγέλιον ἀνέτρεψαν οἱ καί μικρόν τι καινοτομοῦντες». Ὁ Ἅγιος, δηλαδή, ἐξηγεῖ ὅτι τά λόγια αὐτά τοῦ Ἀποστόλου Παύλου δίνουν μιά ἀπάντηση σέ ὅσους κατηγοροῦν τούς Ἱερεῖς πού ἐλέγχουν τά κακῶς κείμενα, προσάπτοντάς τους ὅτι κινοῦνται ἀπό αἰσθήματα «φιλαρχίας» καί  ὅτι οὐσιαστικά προσπαθοῦν νά βροῦν προβλήματα ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχουν. Ὅμως, «οὐδέν μικρόν τό παραμικρόν». Ἔτσι, ὅλα θά πρέπει νά ἔρχονται στό φῶς καί νά ἐξετάζονται ἄν καί κατά πόσο εἶναι σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο. Πρέπει δέ, ὁ Ἱερεύς νά ἐλέγχει ὄχι μόνο τά λόγια τῶν ἀνθρώπων (τά δόγματα) ἀλλά καί τίς πράξεις, καθώς «φαῦλος βίος, φαῦλα δόγματα εἰσάγει» καί τό ἀντίστροφο, σύμφωνα μέ τούς Πατέρες μας.

  Αὐτά τά ζήσαμε καί κοντά στόν πνευματικό μας Πατέρα καί Διδάσκαλο π. Βασίλειο Βολουδάκη, ὁ ὁποῖος μέ πολύ παραστατικό τρόπο περιέγραφε στίς ὁμιλίες καί στά κηρύγματά του καταστάσεις, ὥστε νά τίς καυτηριάσει καί νά τίς θεραπεύσει μέ ἀποτέλεσμα πολλοί νά αἰσθάνονται ὅτι μιλάει γιά τούς ἴδιους καί ἐθίγοντο. Ἔτσι, οὐκ ὀλίγες φορές ἀναγκαζόταν νά ἐξηγήσει ὅτι δέν ὁμιλεῖ γιά πρόσωπα συγκεκριμένα, ἀλλά αὐτά πού λέει στήν ὁμιλία του μᾶς ἀφοροῦν ὅλους. Δυσ­τυχῶς ὅμως οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ζητοῦμε ἀπό τήν Ἐκκλησία νά μᾶς “χαϊδεύει τά αὐτιά”. Τί ἀξία ἔχει ὁ λόγος τῆς Ἐκκλησίας, ἄν δέν εἶναι ἐπίκαιρος καί δέν ἀφορᾶ στήν καθημερινή μας ζωή; Ἄν δέν εἶναι καυστικός ἐκεῖ πού χρειάζεται, ὥστε συνεχῶς νά περιφρουρεῖται ἡ Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου; Ἔστω καί ἄν δέν εἴμαστε πολλές φορές οἱ Ἱερεῖς, ὅπως πρέπει, ὀφείλουμε νά κάνουμε αὐτή τήν ἐργασία, γιά δική μας ὠφέλεια πρῶτα ἀπό ὅλα – ἀφοῦ ὅλα βοηθοῦν καί στήν δική μας αὐτοκριτική – καί κατόπιν γιά τήν κοινή ὠφέλεια ὅλων.

  Ὅταν θιγόμαστε ἀπό τόν ἔλεγχο πού μᾶς γίνεται, θά πρέπει νά προβληματιζόμαστε, ὄχι γιά τόν κήρυκα τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλά γιά τόν ἑαυτό μας. Διότι ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ξεκάθαρη: «μή ἔλεγχε κακούς, ἵνα μή μισήσωσί σε» (Παρ. Σολ. Θ΄, 8). Ἑπομένως, ὅταν δέν ἀντέχω τούς ἐλέγχους, θά πρέπει νά συνειδητοποιῶ ὅτι ἀκόμα εἶμαι κακός καί ὅτι χρειάζομαι πολλή δουλειά καί, κυρίως, κάποιον δάσκαλο πού θά μέ βοηθήσει νά δῶ τά πράγματα πέρα ἀπό τήν περιορισμένη ὁρατότητα τοῦ ἑαυτοῦ μου.

  β) Ἔλεγχος τῶν πράξεων συγκεκριμένων προσώπων μέ ἀποκάλυψιν τῆς ταυτότητός τους.

  Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά δίδεται ἡ δυνατότητα τοῦ δημοσίου ἐλέγχου (ἀκόμη καί ὀνομαστικοῦ) προσώπων πού παρεκ­τρέπονται δημοσίως. Αὐτό τό στοιχεῖο μάλιστα τοῦ δημοσίου ἐλέγχου τό ὑπογράμμισε σέ ὁμιλία του, με ἀφορμή τά 2.000 φύλλα τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου, ὁ π. Βασίλειος Βολουδάκης. Τό χαρακτήρισε μάλιστα «καινοτομία τῆς κατά Θεόν δημοσιογραφίας τό[…] νά ἐλέγχωνται δημόσια τά πρόσωπα ἐκεῖνα, πού παρεκτρέπονται δημοσίως» χωρίς ποτέ νά ἀποκαλύπτονται τά προσωπικά τους ἁμαρτήματα. Αὐτό τό στοιχεῖο ἀπετέλεσε καινοτομία τῆς σχολῆς τῆς κατά Θεόν δημοσιογραφίας πού δημιούργησε ὁ π. Μᾶρκος «μέ ἕνα μοναδικό τρόπο ἔτσι ὥστε νά μή ξεφεύγη ἀπό τό πνεῦμα, ἀλλά καί ἀπό τό γράμμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς».[2]

  Πολύ εὔκολα στίς μέρες μας αὐτή ἡ πρακτική πού μάθαμε ἀπό τούς Πατέρες μας χαρακτηρίζεται ὡς δημόσια κατάκριση. Ὡστόσο, ὁ μέγας Βασίλειος ὑπογραμμίζει ὅτι μπορεῖ κανείς νά ἀποκαλύψει σέ ἄλλους κάτι κακό γιά ἕνα ὁρισμένο πρόσωπο, ὅταν ὑπάρχει ἀνάγκη νά προστατευθοῦν ἐκεῖνοι πού ἐξ ἀγνοίας μπορεῖ νά παρασυρθοῦν ἀπό αὐτό καί νά μπερδέψουν τό καλό μέ τό κακό.[3]

  Ἔτσι, ὁ κριτικός σχολιασμός, ἀλλά καί ἡ συζήτηση συμβάντων ἀπό τήν καθημερινή πνευματική ζωή τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Ἱερέα, χωρίς νά ἐκθέτει τά πρόσωπα, ἀλλά καί ὁ κριτικός σχολιασμός πράξεων συγκεκριμένων προσώπων, οἱ ὁποῖες γίνονται δημόσια εἶναι πολύ ὠφέλιμος, ὅταν γίνεται μέ τόν τρόπο πού παραλάβαμε ἀπό τούς Πατέρες μας, ὅπως ὁ πατέρας Μᾶρκος Μανώλης καί ὁ πατέρας Βασίλειος Βολουδάκης.Μακάρι νά μᾶς δίδουν τήν εὐχή τους καί οἱ δύο καί νά μεσιτεύουν στόν Χριστό μας, ὥστε νά μή ξεφύγουμε ποτέ ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ πού μᾶς παρέδωσαν!

Σημειώσεις:

[1] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τήν πρός Γαλάτας ἐπιστολήν, PG 61, 622. [2] (Πρωτ.) π. Βασίλειος Ἐ. Βολουδάκης, Ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος» πηδαλιοῦχος τῆς Ἐκκλησίας, Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἔτος ΝΓ΄, Ἀριθμός Φύλλου 2004.  [3] Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ἐξομολογητάριον, ἐκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, σελ. 38: «Δύο καιρούς εἶναι ἡγοῦμαι, καθ’ οὕς ἔξεστιν εἰπεῖν τι περί τινος φαῦλον, ὅτε ἀνάγκην ἔχει τις βουλεύσασθαι μετά καί ἑτέρων τῶν εἰς τοῦτο δεδοκιμασμένων πῶς διορθωθῇ ὁ ἡμαρτηκώς, καί πάλιν ὅταν χρεία γένηται ἀσφαλίσασθαί τινας, τούς ἐξ ἀγνοίας δυναμένους πολλάκις συναναμιγῆναι τῷ κακῷ ὡς καλῷ».

«Εἶναι ὠφέλιμος ὁ κριτικός λόγος τῶν Ἱερέων σέ πράξεις συγκεκριμένων προσώπων;» - Ορθόδοξος Τύπος