Η ΘΥΣΙΑ
Από το βιβλίο «ΕΚ ΤΟΥ ΑΝΕΣΠΕΡΟΥ ΦΩΤΟΣ», έκδοση 1950, σελ. 197-199 του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«…
Ὦ Ἑλλάς. Ἐσταυρωμένη Πατρίς μας. Μαρτυρεῖς, θυσιάζεσαι καὶ Σύ, ὅπως ὁ
θεάνθρωπος, Δίδεις, τὸ αἷμα τῶν παιδιῶν σου διὰ νὰ ζήσῃ ἡ ἀνθρωπότης.
Καὶ ἀντὶ τῆς εὐγνωμοσύνης δέχεσαι ὄξος καὶ χολὴν παρὰ τῶν νεωτέρων
σταυρωτῶν τοῦ πνεύματος τοῦ Ναζωραίου. Ἀλλὰ τὰ πικρὰ ποτήρια τῶν θλίψεών
Σου θὰ διαδεχθοῦν τὰ κοσμοχαρμόσυνα μηνύματα τῆς ἐθνικῆς Σου Ἀναστάσεως».
Λόγε, σοὺς θανόντας παῖδας ἐζώωσας ἐπιστάξας ζωτικοὺς αὐτοῖς κρουνούς».
(ἐκ τοῦ ἐπιταφίου θρήνου― Στάσις δευτέρα)
Κατόπιν, ἀγαπητοί μου ἀναγνῶσται,
κατόπιν τῆς αἰσχρᾶς προδοσίας, τῆς παρανόμου δίκης Του καὶ τῆς καταδίκης
Του ἀπὸ τοὺς ἐμπαθεῖς καὶ ἀνόμους κριτᾶς, ποὺ ἔφερον τὰ ὀνόματα τοῦ
Ἄννα, καὶ τοῦ Καϊάφα, τοῦ Ἡρώδου καὶ τοῦ Πιλάτου, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς αρων
τὸν Σταυρὸν τοῦ μαρτυρίου Του ὁδηγεῖται εἰς τὸν λόφον τοῦ Γολγοθᾶ καὶ
ἐκεῖ προσφέρει τὴν θυσίαν Του ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας.
Μ ο ν α δ ι κ ὴ θ υ σ ί α! Οὐδεμία ἄλλη θυσία ὡς πρὸς τὴν οὐσίαν καὶ τ’ ἀποτελέσματα αὐτῆς δύναται νὰ συγκριθῇ πρὸς τὴν θυσίαν τοῦ Γολγοθᾶ. Τὸ αἷμα ποὺ ἐχύθη εἰς τὸν λόφον ἐκεῖνον ἦτο ΑΙΜΑ―ΛΥΤΡΟΝ διὰ τοῦ ὁποίου ἡ σκλάβα ωυχὴ θραύει τὰ δεσμὰ τῆς ἐσωτερικῆς δουλείας, ἀποκτᾷ πτέργας ἀετοῦ, πετᾷ εἰς τὰ ὕψη, διαγράφει τοὺς πλέον φωτεινοὺς κύκλους καὶ κράζει μεγάλη τῇ φωνῇ:ἘΠὶ τέλους εἶμαι ἐλευθέρα. Μὲ ἐλευθέρωσε ὁ Χριστός. Τὸ αἷμα αὐτοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας. «Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ἧ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε, καὶ μὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε»(Γαλ. ε΄ 1).
Ποῖος δύναται νὰ περιγράψῃ τὴν ἄπειρον ἀξίαν τῆς θυσίας αὐτῆς;
Μίαν ὡραίαν εἰκόνα τῆς λυτρωτικῆς δυνάμεως πού ἔγκλείει καὶ ἡ ἐλαχίστη ρανὶς τοῦ τιμίου αἵματος τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ μᾶς δίδει ὁ ἀνωτέρω στίχος τοῦ ἐπιταφίου Θρήνου.
Ὁ στίχος αὐτὸς ὁμιλεῖ διὰ τὴν θυσίαν τοῦ πτηνοῦ ποὺ λέγεται πελεκάν. Τὸ φιλόστοργον τοῦτο πτηνὸν κτίζει τὴν φωλεάν του εἰς μέρη ἐρημικά, ἐπάνω εἰς ἀποκρήμνους βράχους. Ἀλλὰ συμβαίενι κάποτε τοῦτο― ἐνῷ ἡ μήτηρ πελεκάν πετᾶ πρὸς ἀνεύρεσιν τροφῆς διὰ τοὺς νεοσσούς της, ὄφις βλέπει τὴν φωλεάν, ἕρπει καὶ ἀνέρχεται πρὸς τοὺς βράχους, ἀλλὰ λόγῳ τῆς δυσχεροῦς θέσεως δὲν δύναται νὰ πλησιάσῃ καὶ νὰ καταφάγῃ τοὺς νεοσσούς,ἀλλὰ ἐν τῇ μανίᾳ του ἐξακοντίζει διὰ τοῦ ἀέρος τὸ δηλητήριον καὶ οἱ νεοσσοί ἀπονεκροῦνται. Ἡ μήτηρ― πελεκάν ἐπιστρέφει. Τὰ βλέπει νενεκρωμένα. Καὶ τότε― καθὼς λέγει ἀρχαία παράδοσις― κτυπᾶ μὲ τὸ ράμφος τὴν πλευράν της, ἀνοίγει τὰς φλέβας της, ραντίζει, ποτίζει μὲ τὸ αἷμα της τοὺς νεοσσοὺς καὶ τὸ αἷμα τῆς μητρὸς ὡς ἀντιφάρμακον ἐξουδετερώνει τὸ δηλητήριον τοῦ ὄφεως καὶ τοὺς ἀναζωογονεῖ.
―Τὰ παιδιὰ τοῦ πελεκᾶνος ἐσώθησαν διὰ τοῦ αἵματός του.
Θ α υ μ α σ ί α ε ἰ κ ὼ ν τ ῆ ς θ υ σ ί α ς τ ο ῦ Χ ρ ι σ τ ο ῦ. Διότι, παρακαλῶ, τὶ είμεθα ἡμεῖς οἱ ἀπὸ τοῦ Ἀδάμ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ἐρχόμενοι εἰς τὸν πλανήτην ἄνθρωποι; Ἁπλούστατα εἴμεθα ὡς τὰ παιδιά του πελεκᾶνος ποὺ ἐπλησίασε ὁ ἀρχαῖος ὄφις, ὁ δράκων, ὁ Σατανᾶς καὶ ἐξηκόντισε καὶ ἐξακοντίζει ἐναντίον μας τὸ δηλητήριον. Τὸ δηλητήριον δὲν εἶνε ἡ ἁμαρτία; Ἡ ἁμαρτία, ἡ παράβασις τῶν ἐντολῶν τοῦ αἰωνίου Ἠθικοῦ Νόμου, περὶ τοῦ ὁποίου εἶπεν ὁ Κύριος. «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι»(Ματθ. 24,35), ἡ ἁμαρτία, αὐτὴ εἶνε τὸ φοβερώτερον δηλητήριον ποὺ εἰσχωρεῖ μέσα εἰς τὸν ψυχικὸν ὀργανισμὸν τοῦ ἀνθρώπου καὶ δηλητηριάζει τὴν διάνοιαν, τὴν καρδίαν, τὴν θέλησιν, τὸ πᾶν καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀπονεκροῦται πνευματικῶς. Διότι «Τὰ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος»(Ρωμ. 6,23).
Ἀλλ’ ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, τοῦ τρομεροῦ αὐτοῦ δηλητηρίου ἐξευρίσκει ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ τὸ φάρμακον, τὸ ἀντίδοτον ποὺ ἐξουδετερώνει τὴν καταστρεπτικὴν ἐπίδρασίν του καὶ ἀνιστᾷ τὴν νεκρωθεῖσαν ψυχὴν εἰς νέαν ζωήν, τὴν ἐν Χριστῷ ζωὴν ποὺ ἔχει ὅλα τὰ στοιχεῖα μιᾶς μακαρίας ζωῆς. Ὁ ὄφις πλέον δὲν δύναται νὰ βλάψῃ τὸν ἄνθρωπον. Συνετρίβη εἰς τὴν ρίζαν τοῦ Σταυροῦ.
Μ ο ν α δ ι κ ὴ θ υ σ ί α! Οὐδεμία ἄλλη θυσία ὡς πρὸς τὴν οὐσίαν καὶ τ’ ἀποτελέσματα αὐτῆς δύναται νὰ συγκριθῇ πρὸς τὴν θυσίαν τοῦ Γολγοθᾶ. Τὸ αἷμα ποὺ ἐχύθη εἰς τὸν λόφον ἐκεῖνον ἦτο ΑΙΜΑ―ΛΥΤΡΟΝ διὰ τοῦ ὁποίου ἡ σκλάβα ωυχὴ θραύει τὰ δεσμὰ τῆς ἐσωτερικῆς δουλείας, ἀποκτᾷ πτέργας ἀετοῦ, πετᾷ εἰς τὰ ὕψη, διαγράφει τοὺς πλέον φωτεινοὺς κύκλους καὶ κράζει μεγάλη τῇ φωνῇ:ἘΠὶ τέλους εἶμαι ἐλευθέρα. Μὲ ἐλευθέρωσε ὁ Χριστός. Τὸ αἷμα αὐτοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας. «Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ἧ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε, καὶ μὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε»(Γαλ. ε΄ 1).
Ποῖος δύναται νὰ περιγράψῃ τὴν ἄπειρον ἀξίαν τῆς θυσίας αὐτῆς;
Μίαν ὡραίαν εἰκόνα τῆς λυτρωτικῆς δυνάμεως πού ἔγκλείει καὶ ἡ ἐλαχίστη ρανὶς τοῦ τιμίου αἵματος τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ μᾶς δίδει ὁ ἀνωτέρω στίχος τοῦ ἐπιταφίου Θρήνου.
Ὁ στίχος αὐτὸς ὁμιλεῖ διὰ τὴν θυσίαν τοῦ πτηνοῦ ποὺ λέγεται πελεκάν. Τὸ φιλόστοργον τοῦτο πτηνὸν κτίζει τὴν φωλεάν του εἰς μέρη ἐρημικά, ἐπάνω εἰς ἀποκρήμνους βράχους. Ἀλλὰ συμβαίενι κάποτε τοῦτο― ἐνῷ ἡ μήτηρ πελεκάν πετᾶ πρὸς ἀνεύρεσιν τροφῆς διὰ τοὺς νεοσσούς της, ὄφις βλέπει τὴν φωλεάν, ἕρπει καὶ ἀνέρχεται πρὸς τοὺς βράχους, ἀλλὰ λόγῳ τῆς δυσχεροῦς θέσεως δὲν δύναται νὰ πλησιάσῃ καὶ νὰ καταφάγῃ τοὺς νεοσσούς,ἀλλὰ ἐν τῇ μανίᾳ του ἐξακοντίζει διὰ τοῦ ἀέρος τὸ δηλητήριον καὶ οἱ νεοσσοί ἀπονεκροῦνται. Ἡ μήτηρ― πελεκάν ἐπιστρέφει. Τὰ βλέπει νενεκρωμένα. Καὶ τότε― καθὼς λέγει ἀρχαία παράδοσις― κτυπᾶ μὲ τὸ ράμφος τὴν πλευράν της, ἀνοίγει τὰς φλέβας της, ραντίζει, ποτίζει μὲ τὸ αἷμα της τοὺς νεοσσοὺς καὶ τὸ αἷμα τῆς μητρὸς ὡς ἀντιφάρμακον ἐξουδετερώνει τὸ δηλητήριον τοῦ ὄφεως καὶ τοὺς ἀναζωογονεῖ.
―Τὰ παιδιὰ τοῦ πελεκᾶνος ἐσώθησαν διὰ τοῦ αἵματός του.
Θ α υ μ α σ ί α ε ἰ κ ὼ ν τ ῆ ς θ υ σ ί α ς τ ο ῦ Χ ρ ι σ τ ο ῦ. Διότι, παρακαλῶ, τὶ είμεθα ἡμεῖς οἱ ἀπὸ τοῦ Ἀδάμ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ἐρχόμενοι εἰς τὸν πλανήτην ἄνθρωποι; Ἁπλούστατα εἴμεθα ὡς τὰ παιδιά του πελεκᾶνος ποὺ ἐπλησίασε ὁ ἀρχαῖος ὄφις, ὁ δράκων, ὁ Σατανᾶς καὶ ἐξηκόντισε καὶ ἐξακοντίζει ἐναντίον μας τὸ δηλητήριον. Τὸ δηλητήριον δὲν εἶνε ἡ ἁμαρτία; Ἡ ἁμαρτία, ἡ παράβασις τῶν ἐντολῶν τοῦ αἰωνίου Ἠθικοῦ Νόμου, περὶ τοῦ ὁποίου εἶπεν ὁ Κύριος. «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι»(Ματθ. 24,35), ἡ ἁμαρτία, αὐτὴ εἶνε τὸ φοβερώτερον δηλητήριον ποὺ εἰσχωρεῖ μέσα εἰς τὸν ψυχικὸν ὀργανισμὸν τοῦ ἀνθρώπου καὶ δηλητηριάζει τὴν διάνοιαν, τὴν καρδίαν, τὴν θέλησιν, τὸ πᾶν καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀπονεκροῦται πνευματικῶς. Διότι «Τὰ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος»(Ρωμ. 6,23).
Ἀλλ’ ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, τοῦ τρομεροῦ αὐτοῦ δηλητηρίου ἐξευρίσκει ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ τὸ φάρμακον, τὸ ἀντίδοτον ποὺ ἐξουδετερώνει τὴν καταστρεπτικὴν ἐπίδρασίν του καὶ ἀνιστᾷ τὴν νεκρωθεῖσαν ψυχὴν εἰς νέαν ζωήν, τὴν ἐν Χριστῷ ζωὴν ποὺ ἔχει ὅλα τὰ στοιχεῖα μιᾶς μακαρίας ζωῆς. Ὁ ὄφις πλέον δὲν δύναται νὰ βλάψῃ τὸν ἄνθρωπον. Συνετρίβη εἰς τὴν ρίζαν τοῦ Σταυροῦ.