Κυριακή 26 Αυγούστου 2012

Αποκαλυψη του Ιωαννου


Ομιλίες στο βιβλίο της Αποκάλυψης του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου από το μακαριστό γέροντα π. Αθανάσιο Μυτιληναίο.
Ερμηνεία   εις την Αποκάλυψη (B)
3η συνέχεια από τη 2η Ομιλία που έγινε 18 -10-1980
Tι δηλαδή;
Η Εκκλησία -προσέξτε αυτό!- έπρεπε οπωσδήποτε να σταθή, να επικρατήση και να φθάση περιμένοντας τον Χριστόν μέχρι τη δευτέρα Του Παρουσία. Δεν λέγει ο απόστολος Παύλος ότι το μυστήριον της θείας Ευχαριστίας θα γίνεται «άχρις ου αν έλθη»24, έως ότου έλθη; Έως πότε; Έως τη δευτέρα Του Παρουσία. Και συνεπώς η αντίδρασις του κόσμου, ως αδιάλλακτος - ο κόσμος είναι αδιάλλακτος. ό,τι θέλετε πήτε-, καθιστά αυτό το «δει» της Εκκλησίας αναπόφευκτον. Αυτό είναι όλο. Δηλαδή αυτό το αναπόφευκτο των γεγονότων εκ των σχέσεων κόσμου και Εκκλησίας εκφράζεται με το «α δει γενέσθαι», εκείνα τα οποία πρέπει να γίνουν.
Αυτό το «δει» συνεπώς δεν εκφράζει την αναγκαιότητα των γεγονότων -λένε πολλοί ότι εδώ έχομε μίαν αναγκαιότητα των γεγονότων, δηλαδή έχομε έναν εξαναγκασμό, έναν περιορισμό της ελευθερίας- δεν εκφράζει την αναγκαιότητα των γεγονότων, αλλά την αναγκαιότητα της σωτηρίας, από την οποίαν προέρχονται ‘όλα αυτά τα ποικίλα γεγονότα.
Η σωτηρία δηλαδή είναι ένα γεγονός αμετάκλητο της αγάπης του Θεού. Ακούστε: αμετάκλητο! Ο Θεός αγαπά, και θέλει να σώση τον κόσμο. Δεν πα’ να λυσσάξουν οι εχθροί της Εκκλησίας, δεν πα’ να φρυάξη ο διάβολος, ο Θεός θέλει να σώση τον κόσμο! Έτσι εισάγεται αυτό το «δει», αυτό το πρέπει. Ο διάβολος είναι επίσης αμετάκλητος και αμετανόητος, και η σωτηρία, όπως είπαμε, είναι αμετάκλητη, συνεπώς σύγκρουσις! Να γιατί λοιπόν μπαίνει το «δει». Αποτέλεσμα: τα γεγονότα παρόντος και μέλλοντος, ούτως ή άλλως, πρέπει, «δει», να γίνουν, «γενέσθαι». «Α δει γενέσθαι». αυτό σας ανέλυσα.

Θα μου πήτε βέβαια: «Δεν το καταλάβαμε».
Αγαπητοί μου, είτε το καταλαβαίνομε είτε όχι, αυτό αποτελεί αληθινά μυστήριο.
Γιατί όμως ο Θεός επιτρέπει αυτήν την χειροτέρα λύσι; Θα πήτε: «Δεν είναι δυνατός ο Θεός;». Είναι αυτός ακριβώς ο πειρασμός που υπάρχει στους πολλούς, οι οποίοι λέγουν: «Μα γιατί; Ο Θεός δεν είναι δυνατός να επέμβη;»
Αν επέμβη, αδελφέ μου, θα πης τότε του Θεού ότι σου δεσμεύει την ελευθερίαν! Το γιατί ο Θεός διαλέγει αυτή την χειροτέρα λύσι, έρχομαι να σας το πω: διότι ο Θεός αγαπά και θέλει να δείξη αυτήν Του την αγάπη. προσφέρει τον Υιόν Του να σταυρωθή!
Θα μου πήτε: «Δεν είχε άλλον τρόπο να σωθή ο κόσμος;»
Είχε. αλλά θέλει να σώση τον κόσμον με την αγάπη. Και αυτή η σωτηρία, με κίνητρο την αγάπη, είναι ένα βαθύ μυστήριο, και μάλιστα αποτελεί πτυχή του μυστηρίου της αγάπης του Θεού.
Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος μας αποκαλύπτει. Όταν για πρώτη φορά, αγαπητοί μου, είχα διαβάσει αυτό που θα σας διαβάσω τώρα, δεν με ικανοποίησε, και φοβάμαι μήπως δεν ικανοποιήσει και εσάς, γιατί αποτελεί μυστήριο. τώρα με ικανοποιεί απολύτως. Ακούσατέ το:
«Τέλος δε τούτων», λέγει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος εις την 81η του ομιλία, «Τέλος δε τούτων πάντων ομού ο Θεός και Κύριος διά τον πόθον της κτίσεως... -Να το κλειδί: «διά τον πόθον της κτίσεως!» Πόθον. δηλαδή υπερβολικήν αγάπη- τον εαυτού Υιόν διά του σταυρού εις θάνατον παρέδωκεν.
»Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον μονογενή εαυτού Υιόν δούναι εις θάνατον υπέρ αυτού.
»Ουχ ότι ουκ ηδύνατο εν άλλω τρόπω λυτρώσασθαι ημάς», όχι ότι ο Θεός δεν μπορούσε με άλλον τρόπο να μας σώση, «αλλά την αγάπην εαυτού την υπερβάλλουσαν εν τούτω ευρέθη διδάσκων ημάς», ήθελε να μας διδάξη αυτήν ακριβώς την υπερβάλλουσα αγάπη Του. Δεν το χωράει το μυαλό μας, αγαπητοί μου, αυτό. Δεν το χωράει το μυαλό μας!
»Και εν τω θανάτω του μονογενούς εαυτού Υιού προσήγγισεν ημάς προς εαυτόν», μέσω του θανάτου του Υιού Του μας προσήγγισε. για να μας δείξη πόσο μας αγαπάει. και μας αγαπάει καθ’ υπερβολήν!
»Και ει είχε τιμιώτερον αυτού», εάν είχε κάτι καλύτερον και πολυτιμότερον, «έδωκεν αν ημίν», θα μας το ‘δινε, «όπως εν αυτώ ευρέθη αυτώ το γένος ημών», με έναν σκοπό: να πάμε κοντά Του. να ευρεθή το γένος μας το ανθρώπινο κοντά Του.
»Και δια την αγάπην αυτού την πολλήν, ουκ ηυδόκησε την ελευθερίαν ημών βιάσασθαι», δεν θέλησε να βιάση την ελευθερία μας, «καν δυνατός η ποιήσαι», έστω και αν ήτο δυνατός να το κάνη, «αλλά τη αγάπη του φρονήματος ημών πλησιάσαι αυτώ» 25, με την αγάπην του φρονήματός μας, να θέλουμε εμείς να Τον πλησιάσουμε.
Όλα αυτά, αγαπητοί μου, εκφράζουν το μυστήριον «α δει γενέσθαι», εκείνα που πρέπει να γίνουν. Έτσι, με την λύσιν αυτή, αφ’ ενός μεν αναδεικνύεται η αγάπη του Θεού, αφ’ ετέρου δε διατηρείται η ελευθερία του ανθρώπου. Πραγματικά θαυμαστός ο Θεός!
Τα δύο αυτά, ελευθερία και αγάπη, συζευγνύμενα και κατ’ αίσθησιν υπάρχοντα στον κάθε πιστό, γεννούν την αγιότητα, με την οποία αγιότητα εισερχόμεθα εις την Βασιλείαν του Θεού.
«Εν τάχει»26. Γρήγορα. σύντομα.
Πότε όλα αυτά αλήθεια θα γίνουν;
Λέγει ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας: «Το δε εν τάχει γενέσθαι σημαίνει το τινά μεν αυτών παρά πόδας γενέσθαι της περί αυτών προρρήσεως», δηλαδή μερικά απ’ αυτά που προφητεύθηκαν είναι παρά πόδας, σύντομα, να, τώρα, κοντά! Αν θέλετε, και σύγχρονα -τότε- με την προφητεία, «και τα επί συντελεία δε μη βραδύνειν», κι εκείνα που θα είναι στο τέλος της Ιστορίας, που αναφέρονται ως προφητεία στα έσχατα, κι εκείνα δεν θα βραδύνουν, «διότι χίλια έτη παρά Θεώ ως η ημέρα η εχθές, ήτις διήλθεν λελόγισται» 27. διότι όπως πέρασε η χθεσινή ημέρα, έτσι είναι και τα χίλια χρόνια για τον Θεό.
Αλλά με την καταγραφήν των αποκαλύψεων, αγαπητοί μου, έχομε έναρξι εκείνων που θα συμβούν, τα οποία σαν μια αλυσίδα επεκτείνονται μέχρι τα έσχατα της Ιστορίας. Αυτό το «εν τάχει» σημαίνει συνεπώς μια ταχεία έναρξι, όχι όμως και ολοκλήρωσι των αποκαλυπτομένων. διαρκώς μια αποκάλυψι, που η ολοκλήρωσί της θα είναι στο τέλος. Αρχή λοιπόν και τέλος -αφού λέμε «εν τάχει»- κατοπτεύονται, ορώνται, βλέπονται, εις μίαν και την αυτήν εικόνα. Εις μίαν και την αυτήν εικόνα.
Είναι χαρακτηριστικόν ότι -εδώ παρακαλώ προσέξτε, και τελειώνουμε- ότι αυτό το προχριστιανικό «δει», που το έχουμε στον Δανιήλ και σ’ άλλους Προφήτας, είναι μάλλον χρονικώς αόριστον, ενώ το μεταχριστιανικό «δει» είναι συγκεκριμένο και «εν τάχει». Δηλαδή:
Όταν έχωμε τον Αβραάμ, στα 2.000 π.Χ., και του λέγει ο Θεός μάλιστα ότι απ’ αυτόν θα κάνη λαόν πολύν, αποκαλύπτεται ο ερχομός του Μεσσίου. Αυτό οι Προφήται θα το πουν και θα το ξαναπούν, από την εποχή του Αβραάμ, μες στα δυο χιλιάδες χρόνια, ώσπου να ‘ρθη ο Χριστός. Όταν διαβάζωμε την Παλαιά Διαθήκη, έχομε την αίσθησι ότι αυτά θα γίνουν εις το απώτατο μέλλον, κάποτε, χρονικώς αόριστα. Προσέξτε: χρονικώς αόριστα, δεν ξέρουμε. Κι όμως αυτά πραγματοποιήθηκαν, από την εποχή του Αβραάμ, μέσα σε δυο χιλιάδες χρόνια. Ήρθε ο Χριστός. δυο χιλιάδες μετά τον Αβραάμ. Όταν τώρα το μεταχριστιανικόν «δει» μας λέγει ότι αυτά θα γίνουν «εν τάχει», γρήγορα, «έτσι, όπως λέγει ο καθηγητής Μπρατσιώτης, σαν να αισθανώμεθα, λέγει τον καλπασμό των επερχομένων γεγονότων... σαν να τ’ ακούμε... να, όπως το ποδοβολητό έξω εις το λιθόστρωτον!»28, έρχονται, έρχονται «εν τάχει», γρήγορα, και έχουν περάσει δύο χιλιάδες χρόνια, σας θέτω το ερώτημα: μήπως ευρισκόμεθα εις τα έσχατα, ή τουλάχιστον εις την έναρξιν των εσχάτων;
Αγαπητοί μου: πιθανώς!
Υποσημειώσεις

24. Α’ κορ. 11, 26.
25. ‘Αγ. Ισαάκ ο Σύρος, Λόγοι ασκητικοί, Φιλοκαλία των νηπτικών και ασκητικών, τόμ. 8Γ, λόγος ΠΑ’, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θες/νίκη 1991, σελ. 177.
26. Αποκ. 1, 1.
27. Άγ. Ανδρέας Καισαρείας, Ερμηνεία εις την Αποκάλυψιν του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου Θεολόγου, J.P.Migne. P.G., τόμ. 106, Κέντρον Πατερικών Εκδόσεων, Αθήναι 2001, σελ. 221 Α.
28. Π. Ι. Μπρατσιώτης, Η Αποκάλυψις του Ιωάννου, Εκδοτικός οίκος Χαραλ. Π. Συνοδινού, Αθήναι 1950, σελ. 69.