Τὸ πρόβλημα γιὰ τὴν σημερινὴ Ἐκκλησία, δὲν εἶναι μόνο οἱ Οἰκουμενιστές, ἀλλὰ καὶ οἱ κάθε λογῆς ὀρθόδοξοι, ποὺ ἀπέναντι στὴν κατεπείγουσα ἀνάγκη ἑνότητας γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς καλπάζουσας
παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀρνούμαστε τὴν "ἑνότητα τοῦ
πνεύματος", ἀρνούμαστε τὴν ὁμόνοια, καὶ ἄρα δὲν ἔχουν -δυστυχῶς- ἐφαρμογὴ καὶ σὲ μᾶς τὰ τοῦ Κυρίου:
«Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευσόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ, ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἓν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ ὅτι σύ με ἀπέστειλας. καὶ ἐγὼ τὴν δόξαν ἣν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν, ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ σὺ ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσι τετελειωμένοι εἰς ἕν, καὶ ἵνα γινώσκῃ ὁ κόσμος ὅτι σύ με ἀπέστειλας καὶ ἠγάπησας αὐτοὺς καθὼς ἐμὲ ἠγάπησας» (Ἰω. ιζ΄ 20-23).
Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἄρνησης ἑνότητας εἶναι ἡ διάβρωση τῆς Πίστεως καὶ ἡ ἔλλειψη σθεναρῆς ἀντίστασης, ποὺ ἐπιτρέπει στὸν Οἰκουμενισμὸ νὰ ἐπεκτείνεται σχεδὸν ἀνενόχλητα. Καθένας ἐκφράζει δικῆς του ἐμπνεύσεως ποιμαντικὴ ἀντιμετώπιση τῆς αἱρέσεως, ἀγνοώντας τὴν δισχιλιόχρονη πρακτικὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐκφράστηκε ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο (καὶ τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη) καὶ ἐφαρμόστηκε ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν αἰώνων: «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ».
Μὲ ἀφορμὴ ἕνα σημαντικὸ μικρὸ κείμενο τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, ποὺ παραθέτουμε παρακάτω, ἐπισημαίνουμε:
α) Ὡς πρὸς τὴν κοινὴ ἀντιμετώπιση τῆς αἱρέσεως:
Παρατηρεῖται τὸ παράδοξο, ὅλοι οἱ ἀγωνιζόμενοι
κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νὰ προτείνουν τὴν δικῆς τους ἐμπνεύσεως
τακτική, ἐπικαλούμενοι ὄχι τὰ κείμενα τῶν Πατέρων, ἀλλὰ ἄλλους λόγους: λόγους διακρίσεως, οἰκονομίας, ὑπακοῆς, ἑρμηνείας κ.λπ.
(Πόσο αὐτὸ διαφέρει ἀπὸ τοὺς νεο-πατερικοὺς θεολόγους, τοὺς ὁποίους κατηγοροῦμε;)
Τὰ κείμενα τῶν Πατέρων, ὅμως, εἶναι ἐδῶ· εἶναι ἀδαμαντίνως
σκληρὰ γιὰ νὰ ἀλλοιωθοῦν· εἶναι τιμωρητικὰ γιὰ ὅσους τὰ ἀμφισβητοῦν καὶ ἐπιχειροῦν νὰ τὰ νοθεύσουν· εἶναι ἀλάνθαστοι ὁδηγητικοὶ φάροι, καὶ ὑποδεικνύουν τὴν μία καὶ συγκεκριμένη ὁδό: τὴν ὁδὸ τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς μὲ ὁποιοδήποτε
τίμημα.
Καὶ δυστυχῶς, μετὰ λύπης μας
παρατηροῦμε, ὅτι κάποιοι ἀγωνιζόμενοι μὲ χάρτινες διακηρύξεις ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀρνοῦνται ἐκείνους ποὺ τοὺς τὰ ὑπενθυμίζουν. Ἂν τὰ ἐλάμβαναν ταπεινὰ ὑπ' ὄψιν, θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει ἑνότητα ἀγῶνος καὶ θετικὰ ἀποτελέσματα. Ἄν πάλι, ταπεινὰ ὑπεδείκνυαν τὴν ἁγιοπατερικὴ Παράδοση,
πάλι θὰ ὑπῆρχε εὐλογημένο ἀποτέλεσμα.
Αὐτοί, λοιπόν, ὄχι μόνο ἀρνοῦνται νὰ τὰ ἀποδεχθοῦν, ἀλλ' ἀρνοῦνται νὰ τὰ ἐξετάσουν καὶ νὰ τὰ ἀντικρούσουν οἱ ἴδιοι, γιατὶ θὰ εξέθεταν τὸν ἴδιο τους τὸν ἑαυτό, ἀφοῦ μόλις χθὲς καὶ αὐτοὶ πρέσβευαν αὐτὰ ποὺ τώρα κατηγοροῦν· αὐτὰ ποὺ ἐπαινοῦσαν, τώρα τὰ καταδικάζουν!!!
β)
Ὡς πρὸς τὸ ἂν ἡ αἵρεση (οἱ αἱρέσεις) τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι κατεγνωσμένη:
Οἱ ἴδιοι κύκλοι, ποὺ ἀγωνίζονται ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, χρησιμοποιοῦν καὶ τὸ ἑξῆς ἐπιχείρημα γιὰ νὰ
δικαιολογήσουν τὴν παραπάνω στάση τους· λένε ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς δὲν εἶναι καταδικασμένη Συνοδικὰ αἵρεση. Καμιὰ Σύνοδος δὲν τὴν ἔχει, λένε, καταδικάσει. Ἢ ἄλλοι, περισσότερο περίεργοι, ἐπιμένουν πρωτίστως στὴν
καταγραφὴ καὶ γνωστοποίηση τῶν θεωρητικῶν καταβολῶν ποὺ θεμελιώνουν τὴν αἵρεση καὶ
ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς Πατερικῆς Παραδόσεως ὡς τὴν ἀντιμέτωπίσή
της, δηλ. τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τὴν διακοπὴ τῆς μετ' αὐτῶν κοινωνίας.
Ἕωλα τὰ ἐπιχείρημα γιὰ πολλοὺς λόγους. Ἕνας
εἶναι ὅτι ναί, μὲν δὲν ἔχει καταδικασθεῖ ὀνομαστικὰ ἡ αἵρεση ὡς «Οἰκουμενισμὸς» ἀπὸ
Σύνοδο, ναὶ μὲν δὲν γνωρίζουν οἱ πάντες, ὅλες τὶς πλευρές της, ἀλλά:
α) Οἱ περισσότερες –ἂν ὄχι ὅλες– ἐπὶ
μέρους αἱρέσεις ποὺ συνθέτουν τὸν Οἰκουμενισμό, ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΘΕΙ, ἀπὸ
Οἰκουμενικὲς μάλιστα Συνόδους.
β) Ὁ Σέρβος ἀρχιμανδρίτης καὶ καθηγητὴς Δογματικῆς Ἰουστῖνος Πόποβιτς, ποὺ εἶναι σήμερα Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔχει χαρακτηρίσει τὸν Οἰκουμενισμὸ ὄχι μόνο αἵρεση, ἀλλὰ Παναίρεση. Ἄρα ὁ Οἰκουμενισμὸς τελεσίδικα
καὶ ἀναμφίβολα εἶναι «κατεγνωσμένη»
αἵρεση.
Γιατί, τότε, συνεχίζουν νὰ ἐπικοινωνοῦν μὲ κατεγνωσμένους αἱρετικούς;
Παραθέτουμε στὴ συνέχεια τὴν
δημοσίευση μὲ τὸ κείμενο τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου.
__________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________
ΠΗΓΗ: Τρέλο-Γιάννης
Αγιος Ιουστίνος
Πόποβιτς:
Ἡ ἐκκλησία εἶναι μία, οἱ αἱρέσεις εἶναι πολλές!
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι οἱ διαχρονικοὶ θεματοφύλακες καὶ ὑπερασπιστὲς τῆς ἀλήθειας. Ἡ ἐμμονή τους στὴ διαφύλαξή της ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ τὴν κακοδοξία ἔγκειται στὸ ὅτι ἡ ἀλήθεια εἶναι συνώνυμη μὲ τὴ σωτηρία. Ἡ σύγχρονη μάστιγα τοῦ οἰκουμενισμοῦ θέτει ἐδῶ καὶ χρόνια σὲ σκληρὴ δοκιμασία καὶ ἀμφισβήτηση τὴν ἀλήθεια γι’
αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία.
Ἀφήνουμε
τὸν σύγχρονο ἅγιο καὶ ὁμολογητὴ τῆς Ὀρθοδοξίας τὸν π. Ἰουστῖνο Πόποβιτς νὰ ἐκθέσει τὴν ὀρθόδοξη πίστη, ὡς ἀπάντηση στὴν φρικτὴ ἐκτροπὴ τῶν οἰκουμενιστῶν:
«Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μόνον μία, ἀλλὰ καὶ μοναδική. Ἐν τῷ Κυρίῳ Ἰησοῦ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξουν πολλὰ σώματα κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχουν ἐν αὐτῷ πολλὲς Ἐκκλησίες.
Ἐν
τῷ θεανθρωπίνῳ αὐτοῦ σώματι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καὶ μοναδική, ὅπως ὁ Θεάνθρωπος, ὁ Χριστός, εἶναι ἕνας καὶ μοναδικός. Δι’ αὐτὸν τὸν λόγον διαίρεσις, σχίσμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πρωτίστως ἕνα πράγμα ὀντολογικῶς ἀδύνατον.
Δὲν ὑπῆρξε ποτὲ διαίρεσις τῆς Ἐκκλησίας, καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξη, πλὴν ὑπῆρξε καὶ θὰ ὑπάρξη ἔκπτωσις ἐκ τῆς Ἐκκλησίας, κατὰ τὸν τρόπον, ποὺ πίπτουν τὰ ξερὰ καὶ ἄγονα κλήματα ἀπὸ τὴν θεανθρωπίνην καὶ αἰωνίως ζῶσαν ἄμπελον, ποὺ εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς (Ἰω. 13,16). Κατὰ καιροὺς ἀπεσπάσθησαν καὶ ἐξεβλήθησαν ἀπὸ τὴν μοναδικὴν ἀδιαίρετον Ἐκκλησίαν οἱ αἱρετικοὶ καὶ σχισματικοί, οἱ ὁποῖοι ἔκτοτε ἔπαψαν νὰ ἀποτελοῦν μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ μέρη τοῦ θεανθρωπίνου σώματός της.
Ἔτσι
ἔχουν κατ' ἀρχὴν ἀποκοπῆ οἱ Γνωστικοί, κατόπιν οἱ Ἀρειανοί,κατόπιν οἱ Πνευματομάχοι, κατόπιν οἱ Μονοφυσῖται, κατόπιν οἱ Εἰκονομάχοι, κατόπιν οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, κατόπιν οἱ Προτεστάνται, κατόπιν οἱ Οὐνῖται καὶ ἐν συνεχείᾳ ὅλα τὰ ἄλλα μέλη τῶν αἱρετικῶν καὶ σχισματικῶν λεγεώνων».
(Ἰουστίνου
Πόποβιτς, «Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας»,
(Γαλλικὴ μετάφραση)
Τόμος 4ος, σελ.181, Lausanne 1995 - Ἀναδημοσιεύτηκε
στὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο» στὶς 29/6/2007).
Ἅγιε Ἰουστῖνε πρέσβευε γιὰ τὴν διάσωση τῆς ἀλήθειας καὶ τὴ σωτηρία ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν!
__________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________
Νὰ προσθέσουμε ὅτι γιὰ τὸν ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, «ὅλοι αὐτοὶ οἱ ψευδοχριστιανισμοί,
ὅλες οἱ ψευδοεκκλησίες», μὲ τὶς ὁποῖες συνευρίσκεται καὶ ταυτίζονται Πατριάρχης (καὶ ὁ περίγυρός του) ἀποκαλώντας τις “ἀδελφὲς Ἐκκλησίες”,
«δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ μιά
αἵρεση
παραπλεύρως στὴν ἄλλη αἵρεση. Τὸ κοινὸ εὐαγγελικὸ ὄνομά τους εἶναι παναίρεση. Γιατί; Γιατὶ στὸ διάστημα τῆς ἱστορίας οἱ διάφορες αἱρέσεις ἀρνοῦνταν ἢ παραμόρφωναν μερικά ἰδιώματα τοῦ Θεανθρώπου καὶ Κυρίου Ἰησοῦ, οἱ εὐρωπαϊκὲς ὅμως αὐτὲς αἱρέσεις ἀπομακρύνουν ὁλόκληρο τὸν Θεάνθρωπο καὶ στὴ θέση του τοποθετοῦν τὸν Εὐρωπαῖο ἄνθρωπο».
Ἐπίσης, ὁ
ἀείμνηστος
καθηγητής μας Ἀνδρέας Θεοδώρου, ποὺ ἔζησε τὸ γεγονὸς τῆς ταχυτάτης ἐπεκτάσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στὸν ὀρθόδοξο χῶρο (ὅπως συνέβαινε μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου) ἔγραφε:
«Ὁ Οἰκουμενισμός δὲν εἶναι αἵρεση καὶ παναίρεση, ὅπως συνήθως χαρακτηρίζεται. Εἶναι κάτι πολὺ χειρότερο τῆς παναιρέσεως. Οἱ αἱρέσεις ἦταν φανεροὶ ἐχθροὶ τῆς Ἐκκλησίας. Μποροῦσε αὐτὴ νὰ παλέψει ἐναντίον τους καὶ νὰ τὶς κατατροπώσει. Ὁ Οἰκουμενισμὸς ὅμως ἀδιαφορεῖ γιὰ τὰ δόγματα καὶ γιὰ τὶς δογματικὲς διαφορὲς τῶν Ἐκκλησιῶν. Εἶναι ὑπέρβαση, ἀμνήστευση, παραθεώρηση, γιὰ νὰ μὴν ποῦμε νομιμοποίηση καὶ δικαίωση τῶν αἱρέσεων. Εἶναι ὕπουλος ἐχθρός, καὶ ἀπὸ ἐδῶ ἀκριβῶς προέρχεται ὁ θανάσιμος κίνδυνος».
Π.Σ.