Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014

Παρέλαση Υπερηφανείας: Περιμέναμε αντίδραση της Εκκλησίας, αλλά ...νέκρα!!!





Γράφει ο Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος,
Ιεροκήρυξ Ι. Μ. Δρ. Πωγ. &Κονίτσης

Οπωσδήποτε δεν ήταν κι αυτό τυχαίο, αφού τίποτε στη ζωή μας δεν έρχεται “εική και ως έτυχεν”. Και το σημειώνω αυτό διότι καθώς μία των περασμένων ημερών σκεπτόμουν τις σύγχρονες κοινωνικές πληγές που μαστίζουν τον κόσμο ολόκληρο, και καθώς έπεσε ο κονιορτός των “περιέργων” παρελάσεων στην πρωτεύουσα και στην συμπρωτεύουσα, έλαβα μια επιστολή. Μια συγκλονιστική επιστολή, όπως και οι ίδιοι θα διαπιστώσετε στην συνέχεια, από μία πολύ πονεμένη ψυχή.


Καθώς διάβαζα τα όσα όντως ρεαλιστικά και με θλίψη μού έγραφε (φαντάζομαι πως οι οφθαλμοί θα είχαν μεταβληθεί σε πηγές...), με βασάνιζε η σκέψη εάν θα μπορούσα, κάποιες τουλάχιστον θέσεις και σκέψεις που έχει αποτυπώσει, ανωνύμως να τις κοινοποιήσω. Από την αμηχανία όμως με έβγαλε το υστερόγραφο που ακολουθούσε και μου παρέχει την άδεια: “...Εάν θέλετε (μου γράφει) μπορείτε να επιλέξετε όποια σημεία νομίζετε από τα γραφόμενά μου, ώστε να μάθουν και άλλοι κάποια πράγματα. Γνωρίζω ότι θα το θέλατε.  Μπορείτε να το πραγματοποιήσετε”.

Μετά λοιπόν από αυτό το “πράσινο φως” που μου άναψε ο αποστολέας του κειμένου, θεωρώ ότι πρέπει να
παρουσιαστούν κάποιες τουλάχιστον πτυχές που αποκαλύπτουν το δράμα ορισμένων ψυχών. Ή μάλλον αυτών των υπάρξεων που γυρεύουν να βρουν μια “σανίδα σωτηρίας” έστω και στις  τόσο διαφημιζόμενες νεόκοπες αυτές παρελάσεις.

Γράφει λοιπόν μεταξύ των άλλων:

    “...Κατορθώσαμε, και σας το τονίζω αυτό, το ότι κατορθώσαμε, να βγούμε στους δρόμους και να δείξουμε το ποιοι είμαστε. Τώρα πλέον δεν κρυβόμαστε ούτε διατρέχουμε κάποιον κίνδυνο από την ¨υγιή κοινωνία¨. Τώρα, όχι μόνο δεν θα μας ρίξουν στο ¨πυρ το εξώτερον¨ οι καθώς πρέπει, αλλά αφού παγιώθηκε η παρέλασή μας με τη συνδρομή των Δήμων και της ίδιας της Πολιτείας, το θέαμα αυτό θα επαναλαμβάνεται ¨επηυξημένως και βελτιωμένως¨, όπως ακριβώς συμβαίνει και στο κέντρο του Τελ Αβίβ. Σε μια παρέλαση – εκδήλωση που συμμετέχουν gay απ΄ όλο τον κόσμο...”.

     “...Βέβαια εσείς εκπλήσσεστε απ΄ όλα αυτά. Όμως πιστεύω ότι αρχίζετε να καταλαβαίνετε ότι αυτά αποτελούν μόνο την αρχή... Και φυσικά όσοι έχουν οικογένεια και μικρά παιδιά ανησυχούν (και με το δίκιο τους βεβαίως οι άνθρωποι), αφού τα όσα συμβαίνουν και επιπλέον σχεδιάζονται στο θέμα αυτό, ξεπερνούν και την πιο τολμηρή φαντασία...”.

     “...Και στο σημείο αυτό θα πρέπει να σας ομολογήσω πως όταν διοργανώσαμε την φιέστα μας, περιμέναμε αν όχι έναν ¨σεισμό¨, τουλάχιστον μια δυναμική διαμαρτυρία εκ μέρους της Εκκλησίας. Αυτός ήταν ο λόγος που και εμείς οι ίδιοι οι διοργανωτές νιώσαμε θετική έκπληξη όταν διαπιστώσαμε ότι οι άνθρωποι της Εκκλησίας δεν κινήθηκαν, παρά ελάχιστοι από δική τους πρωτοβουλία και εντελώς ανοργάνωτα... Φυσικά σε άλλη ευκαιρία έχω να σας γράψω πολλά για το θέμα αυτό, που ούτε καν διανοείστε. Δηλαδή περί της σιγής της Εκκλησίας, που δεν είναι όπως κάποιοι νομίζουν μια τακτική ποιμαντικής, αλλά μια σιωπή όπου σέρνει πίσω της σιδηρόδρομο ενοχής...”.

     “...Όμως αυτό που διέφυγε απ΄ όλους σας (ελάχιστοι ίσως το αντιλήφθηκαν), είναι ότι τα όσα έλαβαν χώρα δεν έγιναν γι΄ αυτό που νομίζετε και που πέρασε προς τα έξω. Όλα αυτά δηλαδή δεν έγιναν προς διαφήμιση των θέσεών μας και του εκκεντρικού τρόπου ζωής μας (αυτό άλλωστε όλοι το γνωρίζουν ¨από ημερών αρχαίων”), αλλά για κάτι που εμείς οι ίδιοι ούτε που τολμούμε να το συζητήσουμε. Και όμως, όσο περισσότερο παίζουμε το κρυφτούλι, τόσο και περισσότερο αυτό εκδηλώνεται στην ψυχή μας. (Μάλιστα, έχουμε και εμείς ψυχή και το σκεπτόμαστε τούτο αν όχι περισσότερο από εσάς, τουλάχιστον περισσότερο απ΄ όσο νομίζετε)...”.

    “...Φαντάζομαι τώρα ότι μετά από όσα σάς ανέφερα ήδη καταλάβατε τι εννοώ. Ότι με όλες αυτές τις πολύχρωμες παρελάσεις δεν θέλουμε τόσο να καταλάβετε εσείς (αλλά πού να καταλάβετε εσείς), όσο το να πιστέψουμε εμείς επιτέλους ότι ο τρόπος ζωής μας είναι ¨φυσιολογικός¨...”.

      “...Αλλά ξέρεις τι είναι φίλε μου να σε έχει ¨αποδεχτεί¨ τελικά και η οικογένειά σου (η οποία σημειωτέον έρχεται πάντοτε τελευταία να μάθει και να αποδεχτεί το κουσούρι σου), να φαίνεται ότι σε δικαιολογούν οι γονείς σου και τα αδέλφια σου (τα οποία, το βλέπεις στα μάτια τους ότι τρέμουν σαν αγκαλιάζεις τα μικρά σου ανιψάκια. ¨Θεέ μου, μου είναι αδύνατον να αντέξω το βλέμμα της μητέρας μου και του μικρού μου ανιψιού, που κάθε φορά λες κι ότι αισθάνεται πως κάτι έχει συμβεί¨). Ξέρεις λοιπόν τι είναι να σε έχει αποδεχτεί ο κοινωνικός σου περίγυρος και ο χώρος εργασίας στον οποίο καθημερινώς επί ώρες βρίσκεσαι, να σε έχει αποδεχτεί ολόκληρος ο κόσμος, ακόμα και κάποιοι να σε τιμούν για την ιδιαίτερή σου ¨σεξουαλική έκφραση¨ και εσύ ο ίδιος να είναι αδύνατον να αποδεχθείς τον εαυτό σου; Και το ακόμα χειρότερο είναι το να γνωρίζεις ότι ποτέ δεν θα γίνει αυτό. Πείτε μου σας παρακαλώ, μπορεί να υπάρξει στον κόσμο μεγαλύτερο δράμα από τούτο; Και όσο οι άλλοι προσπαθούν να σου δείξουν ¨αγάπη¨ και ¨αποδοχή¨ τόσο εσύ ο ίδιος να τρελαίνεσαι. Δεν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερο μαρτύριο από αυτό... Δεν ξέρω αν υπάρχει κόλαση στην άλλη ζωή, εμείς πάντως την ζούμε την κόλαση σε τούτη τη ζωή. Μιλάμε για μαρτύριο που η λέξη φρίκη, μετά τις ¨όμορφες στιγμές¨ δεν αποδίδει απολύτως τίποτε...”.

     “...Μετά την ¨παρέλαση¨, μια παρέα από τα παιδιά διαφόρων ¨απελευθερωμένων αποκλίσεων¨ που λάβαμε μέρος, καθίσαμε σε μια καφετέρια στην παραλία, κοντά στον Λευκό Πύργο. Ε λοιπόν, ένας από την παρέα που έχει γνωρίσει τα πάντα, καθώς απολάμβανε τον frappe του, οιονεί μονολογώντας, είπε κάτι που εξέφρασε όλους μας. Αναρωτιέστε πάτερ μου τι είπε ο φίλος μας; Διαβάστε λοιπόν και φαντάζομαι πως δεν θα υπάρξει ψυχή που εάν το μάθει θα παραμείνει ασυγκίνητη. Είπε λοιπόν: ¨Αυτή η παρέλαση θα έπρεπε να γίνει έστω κι αν δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος να μας δει ή έστω κι αν όλοι ήταν όπως εμείς¨! Δεν ξέρω εάν καταλάβατε κάτι από την τόσο δραματική αυτή φράση του φίλου μας, που αποκαλύπτει την αγωνία μας για να παραδεχτούμε τον εαυτό μας. Εγώ όμως συγκλονίστηκα και είδα αρκετά ζευγάρια ματιών της παρέας να νοτίζουν, που για να μην γίνουμε αντιληπτοί, αμέσως λες και έπεσε σύνθημα, όλοι φορέσαμε τα γυαλιά ηλίου για καμουφλάζ...”.

      “...Λοιπόν νομίζετε πως δεν ξέρουμε τι μας γίνεται; Ή ότι αγνοούμε τους νόμους της φύσεως ή ότι γεννηθήκαμε έτσι; Όχι δα, κάποτε κι εμείς χαιρόμασταν τη ζωή μας όπως και όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι που ακριβώς γι΄ αυτό δεν θεωρούν ότι το αυτονόητο, το φυσιολογικό δηλαδή πως θα πρέπει να το προβάλουν ως φυσιολογικό. (Το φυσιολογικό δεν έχει ανάγκη διαφημίσεως με εκδηλώσεις και παρελάσεις που χρηματοδοτούνται μάλιστα από τα Δημοτικά και  Δημόσια ταμεία)...”.

    “...Εκείνο πάντως που μας κάνει να αηδιάζουμε περισσότερο από οποιοδήποτε πράγμα στη ζωή μας, είναι ότι κάποιοι παράγοντες μας πλησιάζουν και αρχίζουν να μας κολακεύουν και όχι μόνο. Και γιατί αυτό; Προφανώς για πολιτικά οφέλη εάν βρίσκονται στον χώρο της πολιτικής ή για άλλους λόγους πολύ προφανείς... έστω κι αν εμείς κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε, πάντως όμως τους εκμεταλλευόμαστε ¨έως κεραίας¨... Δεν είμαστε καθόλου χαζοί και ανόητοι. Αμέσως κατανοούμε  με τι είδους διαθέσεις μάς πλησιάζουν και πώς θέλουν να μας χρησιμοποιήσουν κάποιοι ¨αξιοπρεπείς κύριοι και κυρίες¨ για το ¨καλό της κοινωνίας¨, τονίζοντας τα δικαιώματά μας και τον super φυσιολογικό τρόπο ζωής μας...”.

      “...Άλλωστε δεν θα μπορούσαν να κάνουν και διαφορετικά αφού κι εμείς δεν βαδίζουμε ¨ξυπόλυτοι επάνω στ΄ αγκάθια¨, δεδομένου ότι όπως ήδη σας τόνισα γνωρίζουμε πρόσωπα και πράγματα σ΄ όλους τους χώρους και ακόμα διότι ¨κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει¨, και νομίζω πως συμφωνείτε μαζί μου...”.

    “...Φοβούμαι λοιπόν αγαπητέ μου πάτερ πως όσες αποδοχές κι αν μάς προσφέρουν και όσες ¨παρελάσεις υπερηφάνειας¨ μας χρηματοδοτήσουν, τελικώς δεν θα μας βοηθήσουν ούτε στο ελάχιστο να αποδεχθούμε αυτό που εσείς απλώς το ονομάζετε ¨πάθος¨, εμείς όμως μεταξύ μας το αποκαλούμε κόλαση. Και ας γράψω και τούτο, όσο περισσότερο βυθίζεται κανείς στην προσωπική του κόλαση, τόσο και περισσότερο ¨νομίζει¨ ότι κάποια στιγμή θα λυτρωθεί...”.

      “...Δεν γνωρίζω τελικώς τι θα γίνει με μένα, πραγματικά δεν γνωρίζω, αλλά θα μου επιτρέψετε να σας εξομολογηθώ ότι κατά τα ξημερώματα, όταν επέστρεψα στο σπίτι, ξέρετε τι έκανα; Πήγα στον μεγάλο μου καθρέφτη και για πρώτη φορά τόλμησα να φτύσω τον εαυτό μου... Λέτε αυτό να σημαίνει τίποτε; Δεν ξέρω, αλλά η κίνηση αυτή με έκανε να δω μέσα από τη θολούρα της ¨πολυχρώμου παρελάσεως¨, τον εαυτό μου. Αστραπιαία τότε θυμήθηκα, όταν στο λύκειο ακόμα αγωνιζόμουν για κάποια ιδανικά (όσο κι αν αυτό σας φαίνεται παράξενο) και έθετα κάποιους στόχους στην πορεία της ζωής μου. Ήταν τότε που ο μακαρίτης πατέρας μου, (φιλόλογος γαρ), μου ανέλυε τους στίχους του ¨τραγικού ταλαντούχου¨, όπως τον χαρακτήριζε, Λαπαθιώτη...



Κι εμείς, ένα πρωί, είχαμε κινήσει,

  με μάτια που τα φλόγιζε η χαρά

  κι όλοι γεροί και αγέρωχοι σαν Κροίσοι,

  -μα τα μεσάνυχτα είχαμε γυρίσει,

  με καταματωμένα τα φτερά...”.




       “...Το μόνο βέβαιο πάντως είναι ότι είτε μας αποδεχτεί είτε όχι η κοινωνία, εμείς τελικώς δεν θα κατορθώσουμε ποτέ να αποδεχθούμε τον εαυτό μας όπως τον ¨μεταλλάξαμε¨ και τον καταντήσαμε, και αυτό δυστυχώς ή ίσως ευτυχώς είναι και το μεγάλο μας δράμα ή η κάποια ελπίδα...”.

     “...Ίσως και τούτος ο λόγος μου, ίσως φανεί παράξενος, αλλά η αποδοχή μας από την κοινωνία δεν αποκαλύπτει μόνο το τραγικό κατάντημα της ίδιας της κοινωνίας (παρά τις φιλολογίες, τα χρώματα και τα αρώματα), αλλά έχει και την άλλη όψη. Την ¨αποδοχή¨ σας την εκλαμβάνουμε ως τελεία περιφρόνηση. Και αυτό ξέρετε μας κοστίζει και μάλιστα πολύ. Αντιθέτως, η κακιά άρνηση με ακραίους χαρακτηρισμούς για τα πρόσωπά μας και οι ύβρεις που κάποιοι ¨αμύντορες¨ μας εκτοξεύουν, ως αποτέλεσμα έχουν το να ¨υποστασιοποιείται¨ στη συνείδησή μας έστω και ψευδεπίγραφα ο τρόπος ζωής μας, διότι επιτέλους κάποιοι ασχολούνται μαζί μας. Και ας προσθέσω και τούτο που θα πρέπει να γνωρίζετε. Το μόνο που ¨φοβάται¨ αλλά και που λαχταρά όποιος επιμένει σ΄ αυτή τη δική μας επιλογή, είναι η πραγματική αγάπη, το ενδιαφέρον και η ειλικρινής συγχώρεση...”.

      “...Βλέπετε συμβαίνει τούτο το εκ διαμέτρου αντίθετο στη ζωή μας. Από τη μια διψάμε τη πραγματική αγάπη και την συγχώρηση και αμέσως μετά, από την άλλη ζητάμε την αντίδραση για να ριζώσουμε επιπλέον στην ¨υπερηφάνειά μας¨ μη τυχόν και ξεφύγουμε από το ¨σισύφειον δράμα μας¨”.

     “...Μέσα στη μοναξιά μου διερωτώμαι. Μήπως τελικά η πολύχρωμη παρέλαση αποδειχθεί ¨Πύρρειος νίκη¨ για τον χώρο μας, κάτι δηλαδή που ήδη το βιώνουμε;”....

           



Αυτά φίλοι μου επέλεξα  να σας μεταφέρω από την όντως δραματική και αρκούντως αποκαλυπτική επιστολή που έλαβα. Φυσικά καταγράφει και αρκετά άλλα που συγκλονίζουν και αφαιρούν όχι και τόσο κομψά το ροζ και σε όλες του τις αποχρώσεις “φυσιολογικό προσωπείο”. Και τέλος αποτυπώνει τα “εις εαυτόν” παράπονα, φέροντας την υπογραφή:

Μια ταλαίπωρη ψυχή που οίδε και συνεχίζει να γνωρίζει “άστεα πολλά” με έδρα την “Πεντάπολη”.




Δεν αντέχω όμως φίλοι μου στον ¨πειρασμό¨ και θα σας μεταφέρω την κατακλείδα των γραφομένων:

      “...Δεν γνωρίζω, όντως δεν γνωρίζω τι μου συμβαίνει, τι να υποθέσω και τι να πω. Κάποιες στιγμές νομίζω πως βλέπω μπροστά μου, μέσα σε ζοφερό φόντο μια σειρά από σβησμένα άσπρα και παγωμένα κεριά που μου δημιουργούν μια ατμόσφαιρα θανάτου... Άρα η απαίσια αυτή σειρά των κεριών και η φοβερή δυσωδία που σκορπίζουν, είναι τα καλύτερά μου χρόνια που περνούν και χάνονται δίχως να το συνειδητοποιώ; Ώστε λοιπόν είμαι τόσο μπερδεμένος στον λαβύρινθο της επιλογής μου; Και το ακόμα οδυνηρότερο, θα βρεθεί έστω και ένας να καταλάβει;...”


Υ.Γ.: Για δε την αντιγραφή, χειρ π.Ιωήλ
πηγή:http://paterikiparadosi.blogspot.gr/