Γράφει
ο κ. Μιχαήλ Βασ. Γαλενιανός,
Δρ. Θεολογίας, Δρ. Φιλοσοφίας
Δρ. Θεολογίας, Δρ. Φιλοσοφίας
Θύελλα
αντιδράσεων έχει προκαλέσει η επιχειρούμενη παραμόρφωση του μαθήματος των
θρησκευτικών και τα πυρά στρέφονται, όπως είναι φυσικό, κατά του υπουργού
Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, του οποίου είναι γνωστή η αποστροφή προς τη
θρησκεία λόγω της αριστερής του ιδεολογίας. Είναι όμως ο μόνος υπαίτιος για την
κατάσταση που έχει δημιουργηθεί;
Αν
δει κάποιος με προσοχή τα πράγματα, θα διαπιστώσει ότι εδώ δεν πρόκειται απλώς
για το καπρίτσιο ενός φανατικού μαρξιστή, που θέλει να επιβάλει την ιδεολογία
του στο εκπαιδευτικό σύστημα της Χώρας. Αν ήταν έτσι, το θρησκειολογικό μάθημα
δεν θα επιβαλλόταν μόνο στους ορθόδοξους χριστιανούς, αλλά σε όλους ανεξαιρέτως
τους θρησκευόμενους (ορθόδοξους, ετερόδοξους και αλλόθρησκους), κάτι που δεν
συμβαίνει, όπως αρκετοί
έχουν ήδη επισημάνει. Επίσης, δεν θα συμπεριλαμβάνονταν
στο περιεχόμενο του μαθήματος προϊόντα της αμερικανικής μουσικής βιομηχανίας.
Δεν
είναι επομένως ο υπουργός με τις ιδεολογικές του αγκυλώσεις ο μοναδικός
υπαίτιος για το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί. Αμυνόμενος άλλωστε μετά τις
αντιδράσεις είπε ότι τα νέα προγράμματα θρησκευτικών έχουν εκπονηθεί από ειδική
επιτροπή του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, στην οποία συμμετείχαν και
θεολόγοι. Και σε εκείνους λοιπόν θα πρέπει να καταλογιστούν ευθύνες, ιδιαίτερα
στους θεολόγους, οι οποίοι υποτίθεται ότι είναι και ειδικοί.
Ένας
μάλιστα από αυτούς, ο καθηγητής θεολογίας κ. Μάριος Μπέγζος, υπερασπίστηκε με
σθένος το νέο πρόγραμμα σε συνέντευξή του σε ραδιοφωνική εκπομπή μετά τον σάλο
που ξέσπασε, βάζοντάς τα με όλους τους αντιτιθέμενους στο πρόγραμμα
(Αρχιεπίσκοπο, Ιεράρχες, Άγιον Όρος κ.α). Μήπως τελικά αυτός είναι ο κατ’
εξοχήν ιθύνων νους για την παραμόρφωση του μαθήματος των θρησκευτικών, γιατί
ποιός άλλος μετά τη γενική κατακραυγή θα έβγαινε να υπερασπιστεί με τόσο ζήλο
ένα πρόγραμμα-έκτρωμα, ένα «θρησκειολογικό αχταρμά», όπως κάποιοι το
χαρακτήρισαν, εκτός από τον ίδιο του τον δημιουργό;
Αντί
λοιπόν τα πυρά να στρέφονται μόνο εναντίον του υπουργού, δεν θα ήταν πιο ορθό
να στραφούν και κατά του ίδιου του δημιουργού η των δημιουργών του νέου
προγράμματος των θρησκευτικών, όταν μάλιστα είναι τόσο προκλητικοί; Εξάλλου ο
συγκεκριμένος καθηγητής δεν είναι η πρώτη φορά που προκαλεί, καταφέρνει όμως
πάντοτε ως δια μαγείας (η άλλης σκοτεινής δύναμης) να μένει στο απυρόβλητο και
να καταλαμβάνει θέσεις κλειδιά, από όπου μπορεί να προωθεί τα αντιεκκλησιαστικά
του σχέδια.
Για
του λόγου το αληθές υπενθυμίζουμε άλλες δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις: α) Σε
συνέντευξή του σε κρατικό τηλεοπτικό κανάλι τον Μάρτιο του 2010 εξέφρασε
αμφιβολίες όχι μόνο για τη θεότητα του Ιησού Χριστού, αλλά και για την ιστορική
Του ύπαρξη, ξεπερνώντας ακόμα και το περιβόητο «πρόγραμμα απομύθευσης» του R.
Bultmann. β) Σε συνέντευξή του σε ραδιοφωνικό σταθμό το 2011 πρότεινε τη
διακοπή της μισθοδοσίας των κληρικών από το κράτος με το παραπλανητικό
επιχείρημα ότι οι κληρικοί βγάζουν περισσότερα από τα «τυχερά».
Εν
τούτοις ο ίδιος αυτός άνθρωπος εξελέγη επανειλημμένως κοσμήτορας της Θεολογικής
Σχολής Αθηνών (σήμερα αποκαλείται «προκοσμήτορας»), διετέλεσε διευθυντής του
Διορθόδοξου Κέντρου της Εκκλησίας της Ελλάδος από το 2009 έως το 2011 και τώρα
είναι μέλος της ειδικής εκπαιδευτικής επιτροπής για το μάθημα των θρησκευτικών.
Συμβαίνει δηλαδή το παράδοξο φαινόμενο, σε μία ορθόδοξη χώρα, όπως η Ελλάδα, το
περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών να διαμορφώνεται από κάποιον που
αμφισβητεί ακόμα και την ιστορικότητα του Ιησού Χριστού. Άρα «κάτι σάπιο
υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας».
Έτσι
εξηγείται το πως προέκυψε ένα τέτοιο αλλόκοτο πρόγραμμα, το οποίο στοχεύει
μάλλον στη γελοιοποίηση του μαθήματος των θρησκευτικών με ο,τι αυτό μπορεί να
συνεπάγεται για το μέλλον του. Εκτός λοιπόν από την απομάκρυνση του υπουργού
Παιδείας, η οποία ζητείται επιτακτικά από εκκλησιαστικούς και άλλους
παράγοντες, θα πρέπει να ζητηθεί και να επιτευχθεί και η απομάκρυνση των εκ των
έσω πολεμίων της Εκκλησίας, γιατί, όπως θα έλεγε και ο Μέγας Βασίλειος, είναι
εύκολο να προφυλαχτεί κάποιος από τους δηλωμένους εχθρούς, ενώ στους εχθρούς,
οι οποίοι βρίσκονται ανάμεσά μας, είμαστε αναγκαστικά εκτεθειμένοι προς κάθε
βλάβη («τους μεν προκεκηρυγμένους εχθρούς και φυλάξασθαι ράδιον, τοις δε
αναμεμιγμένοις ημίν ανάγκη εκδότους είναι προς πάσαν βλάβην») (Επιστολή ΣΝΖ ,
PG 32,945 B).