Τρίτη 4 Απριλίου 2017

Ο αγώνας εναντίον της αιρέσεως γίνεται για τον Χριστό και την Εκκλησία του και όχι για την δόξα ατόμων ή παρατάξεων



Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου
   Μετὰ ἀπὸ τηλεφωνικὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν γέροντα Σάββα καὶ τοὺς Ἁγιορεῖτες Πατέρες καὶ τὶς τελευταῖες ἐξελίξεις, στὶς ὁποῖες προσφάτως «ἀποτειχισμένοι» ἱερεῖς ἀνέκρουσαν πρύμναν, ἐπιτάσσεται ἡ ἀνάγκη νὰ διευκρινιστοῦν κάποια πράγματα.
   Ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς αἱρέσεως γίνεται γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία του καὶ ὄχι γιὰ τὴν δόξα ἀτόμων ἢ παρατάξεων. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο καὶ δὲν ὑπάρχει διχασμὸς μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀλλὰ πόλεμος μεταξὺ τῆς αἱρέσεως καὶ τοῦ πιστοῦ ποιμνίου Του. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἐπεσήμανε, ὅτι δὲν ἦλθε γιὰ νὰ φέρει εἰρήνη ἀλλὰ μάχαιρα καὶ ὅτι θὰ χωρίσει ἀκόμα καὶ γονεῖς ἀπὸ τὰ παιδιά Του, γνωρίζοντας μόνο Ἐκεῖνος, ὅτι σὲ θέματα Πίστεως δὲν χωροῦν συγκαταβάσεις, διότι ἀπαιτεῖ μόνο Ἐκεῖνος νὰ ἔχει τὴν πρώτη θέση στὴν καρδιὰ τῶν ἀνθρώπων. Οἱ Ἅγιοι του, πιστοὶ στὸν Λόγο Του, δίδαξαν ὅτι ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης ἀπὸ Ἐκεῖνον καὶ τὸν Λόγο Του.
    Ἔτσι καὶ οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες καὶ οἱ μαχόμενοι λαϊκοί, πιστοὶ στὸν εὐαγγελικὸ λόγο Του, ναὶ μὲν οἰκονομοῦν ἀπὸ ἀγάπη στὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τους, ἀλλὰ δὲν κάνουν οὐδεμία συγκατάβαση σὲ θέματα πίστεως.
  Ἔτσι κι οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες οἱ μαχόμενοι λαϊκοί, πιστοὶ στὸν εὐαγγελικὸ λόγο Του, δὲν ἔχουν ὀπαδοὺς οὔτε θέλουν νὰ ἀποκτήσουν, ἀλλὰ ἀγωνίζονται γιατὶ γνωρίζουν ὅτι ὁ καθένας μας καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι, ἀπὸ τὸν μεγαλύτερο μέχρι τὸν μικρότερο ἀνεξαρτήτως ἐπαγγέλματος ἢ θέσης ἢ γνώσης, ὅτι θὰ δώσει λόγο στὸν Θεὸ γιὰ κάθε ψυχὴ ποὺ σκανδαλίζεται καὶ χάνεται.
   Ἔτσι καὶ οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες καὶ οἱ μαχόμενοι λαϊκοί, πιστοὶ στὸν εὐαγγελικὸ λόγο Του, δὲν διεκδικοῦν πρωτεῖα, δὲν θέλουν
τίτλους ὁμολογητῶν ἢ φάρων τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ διεκδικοῦν καὶ ἐπιθυμοῦν τὶς εὐλογημένες ἁλυσίδες τοῦ ἀποστόλου Παύλου παρὰ τὴν δόξα καὶ τὴν κοσμικὴ ἀναγνώριση καὶ προτιμοῦν νὰ λοιδωρηθοῦν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους παρὰ νὰ τοὺς γυρίσει τὸ πρόσωπο Του ὁ Θεός.
   Ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς αἱρέσεως δὲν γίνεται ἐναντίον κάποιων συγκεκριμένων ἀτόμων ἀλλά, ὅπως λέει ὁ Πέτρος, ἐναντίον τοῦ ἄρχοντος τοῦ κόσμου τούτου, ὁ ὁποῖος καὶ πανοῦργος εἶναι καὶ τὴν πεῖρα χιλιάδων ἐτῶν κατέχει, ὥστε νὰ κάνει ἀκόμα καὶ τοὺς ἐκλεκτοὺς νὰ πλανηθοῦν. Χωρὶς ἀκρίβεια καὶ πιστὴ ὑπακοὴ στὶς Παρακαταθῆκες τῶν Ἁγίων δὲν κερδίζεται τέτοιος ἀγώνας. Οἰκονομίες τόσων ἐτῶν βοήθησαν τὸν Οἰκουμενισμὸ ὄχι μόνο νὰ ἑδραιωθεῖ, ἀλλὰ καὶ νὰ θεωρεῖται φυσιολογικός. Ἀντιθέτως οἱ οἰκονομίες αὐτὲς ἀνακήρυξαν τοὺς μὴ κλίναντες γόνυ τῷ Βάαλ ὡς ἀκραίους καὶ φανατικούς.
   Ὅποιος θέλει νὰ ἀγωνιστεῖ πρέπει νὰ ἐπιθυμεῖ Χριστὸ καὶ μόνο Χριστό. Τίποτα ἄλλο δὲν μπορεῖ νὰ λειτουργεῖ σὰν κίνητρο. Αὐτοὶ τὴν στιγμὴ ποὺ μιλοῦμε ὑπάρχουν ἀδελφοί, ποὺ δὲν ἔχουν ποῦ νὰ ἐκκλησιαστοῦν, ποὺ εἶναι ἀποκομμένοι ἀπὸ τὸν κοινωνικό τους περίγυρο, ποὺ ἔγιναν αποσυνάγωγοι μόνο γιὰ τὸ ὄνομά Του. Πῶς θὰ δικαιολογηθοῦμε στὸν Θεὸ γιὰ αὐτὲς τὶς ψυχές;
   Γι’ αὐτὸ καὶ πρέπει ὅλοι νὰ παραβρεθοῦν στὴν κληρικολαϊκὴ σύναξη τοῦ Ὡραιοκάστρου, ὅσοι ἀκολουθοῦν μόνο Ἐκεῖνον καὶ ὄχι πρόσωπα ἢ παρατάξεις.
    Καὶ ἐπειδὴ μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ λόγια θὰ ἀρχίσουν νὰ μαίνονται οἱ Ἡρωδιάδες παντὸς εἴδους, ἂς ἀκούσουμε τὸν Ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, ποὺ τόσο πολὺ ὅλοι μας ἐπικαλούμαστε, ὅταν πρόκειται γιὰ τὴν ἀνάδειξη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὡς αἵρεση, ἀλλὰ κάνουμε διπλωματίες, ὅταν πρόκειται γιὰ τὴν ἀδιασάλευτη στάση μας ἀπέναντι στοὺς αἱρετικούς:
    «Σταθῆτε ὅλα τὰ σύμπαντα, ὅλοι οἱ ὑπάρχοντες κόσμοι, καὶ ὅλα τὰ ὄντα! Κάτω ὅλαι αἱ καρδίαι, ὅλοι οἱ νόες, ὅλαι αἱ ζωαί, ὅλαι αἱ ἀθανασίαι, ὅλαι αἱ αἰωνιότητες! Διότι, ὅλα αὐτὰ ἄνευ τοῦ Χριστοῦ εἶναι δι' ἐμὲ κόλασις ἡ μία κόλασις δίπλα εἰς τὴν ἄλλην κόλασιν, ὅλα εἶναι ἀναρίθμητοι καὶ ἀτελεύτητοι κολάσεις καὶ εἰς τὸ ὕψος καὶ εἰς τὸ βάθος καὶ εἰς τὸ πλάτος. Ἡ ζωὴ ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, ὁ θάνατος ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀλήθεια ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἥλιος ἄνευ τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ σύμπαντα χωρὶς Αὐτόν, ὅλα εἶναι τρομερὰ ἀνοησία, ἀνυπόφορον μαρτύριον, σισύφειος βάσανος, κόλασις! Δὲν θέλω οὔτε τὴν ζωήν, οὔτε τὸν θάνατον ἄνευ Σού, Γλυκύτατε Κύριε! Δὲν θέλω οὔτε τὴν ἀλήθειαν, οὔτε τὴν δικαιοσύνην, οὔτε τὸν παράδεισον, οὔτε τὴν αἰωνιότητα. Ὄχι, ὄχι! Ἐσένα μόνον θέλω. Ἐσὺ μόνο νὰ εἶσαι εἰς ὅλα, ἐν πᾶσι καὶ ὑπεράνω ὅλων!.... Ἡ ἀλήθεια, ἐὰν δὲν εἶναι ὁ Χριστός, δὲν μοῦ χρειάζεται, εἶναι μόνο μία κόλασις. Τὸ ἴδιον εἶναι κόλασις καὶ ἡ δικαιοσύνη, καὶ ἡ ἀγάπη, καὶ τὸ ἀγαθόν, καὶ ἡ εὐτυχία καὶ αὐτὸς ὁ Θεός, ἐὰν δὲν εἶναι ὁ Χριστός, εἶναι κόλασις. Δὲν θέλω οὔτε τὴν ἀλήθειαν ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, οὔτε τὴν δικαιοσύνην ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, οὔτε τὴν ἀγάπην ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, οὔτε τὸν Θεὸν ἄνευ τοῦ Χριστοῦ. Δὲν τὰ θέλω ὅλα αὐτὰ κατ' οὐδένα τρόπον! Θὰ δεχθῶ κάθε εἴδους θάνατον ἂς μὲ θανατώσετε μὲ ὅποιον τρόπον θέλετε, ἀλλὰ χωρὶς τὸν Χριστὸν δὲν θέλω τίποτε. Οὔτε τὸν ἑαυτόν μου, οὔτε καὶ αὐτὸν τὸν ἴδιον τὸν Θεόν, οὔτε κάτι ἄλλο μεταξὺ τῶν δύο τούτων δὲν θέλω, δὲν θέλω, δὲν θέλω!» (Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς 1979).
    Ὁ διχασμός, ἐὰν ὑπάρχει, ἔγκειται στὸ ἑξῆς δίλημμα: Ἢ δὲν θέλουμε ζωὴ ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, θάνατο ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, ἀλήθεια ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, ἥλιο ἄνευ τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ σύμπαντα χωρὶς Αὐτόν ἢ θέλουμε ἀνθρώπινη ἀναγνώριση καὶ κοσμικὲς δόξες πάλι ὅμως χωρίς Αὐτόν. Ἔχουμε πολὺ δρόμο ἀκόμα γιὰ νὰ φανοῦμε ἄξιοι τῶν Ἁγίων Μαρτύρων καὶ τῶν Ὁμολογητῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἐπειδὴ ἀκριβῶς δὲν ἀναλώθηκαν σὲ ἀτέρμονες καὶ ἀτελείωτες οἰκονομίες, ἔχασαν, μάτια, πόδια, χέρια, ἐλευθερία, μοναστήρια, ἀκόμα καὶ τὴν ζωή τους κέρδισαν ὅμως τὸν Παράδεισο.
    Οὐδεὶς δύναται δυσὶ Κυρίοις δουλεύειν
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου