AΣTOXA AITHMATA
Κυριακὴ Ε΄ Νηστειῶν (Μᾶρκ. 10,32-45)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
ΠΛΗΣΙΑΖΟΥΜΕ πλέον, ἀγαπητοί μου,
στὸ τέλος τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Τριανταπέντε μέρες ἔχουν
περάσει ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα, λίγο ὑπολείπεται. Εἶνε ἔξοχα ὅσα ἔχει ἡ
λατρεία μας τὴν περίοδο αὐτή. Ἐὰν ἀκολουθούσαμε ὅλα αὐτά, ποὺ πρωῒ καὶ
βράδυ μᾶς παραγγέλλει ἡ Ἐκκλησία μας, θὰ κάναμε φτερά.
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία βάζει μπροστά μας ἕνα καθρέφτη. Ἕνα καθρέφτη, ποὺ ὅποιος κοιτάξῃ μέσα σ᾿ αὐτόν, ἀπὸ ἄσχημος γίνεται ὡραῖος· καὶ ὁ πιὸ ἄσχημος, ἂν τὸν κοιτάξῃ, θὰ γίνῃ πεντάμορφος. Δὲ σᾶς εἶπα τίποτε· ὅποιος κοιτάξῃ μέσα στὸν καθρέφτη αὐτόν, καὶ ἂν ἀκόμη εἶνε ὁ πιὸ ἁμαρτωλός, μπορεῖ νὰ γίνῃ ὁ πιὸ δίκαιος. Καθρέφτης εἶνε ἡ μορφὴ τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Ποιός διάβασε τὸν βίο τῆς ὁσίας Μαρίας καὶ λέει πὼς δὲν ὑπάρχει σωτηρία; Μιὰ γυναίκα, ποὺ ἦταν κουρέλι ψυχικό, σκουπίδι σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο, ποὺ ἐπανειλημμένες φορὲς ἐπιχείρησε νὰ προσκυνήσῃ τὸν τίμιο σταυτὸ καὶ ὁ σταυρὸς ἔδειξε ἀποστροφὴ στὸ πρόσωπό της γιατὶ δὲν ἦταν ἀξία νὰ τὸν ἀσπασθῇ, αὐτὴ ἡ γυναίκα κατώρθωσε νὰ διαβῇ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, νὰ ἀλλάξῃ ζωὴ τελείως, καὶ τέλος νὰ πεθάνῃ μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ στὰ χείλη της.
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία βάζει μπροστά μας ἕνα καθρέφτη. Ἕνα καθρέφτη, ποὺ ὅποιος κοιτάξῃ μέσα σ᾿ αὐτόν, ἀπὸ ἄσχημος γίνεται ὡραῖος· καὶ ὁ πιὸ ἄσχημος, ἂν τὸν κοιτάξῃ, θὰ γίνῃ πεντάμορφος. Δὲ σᾶς εἶπα τίποτε· ὅποιος κοιτάξῃ μέσα στὸν καθρέφτη αὐτόν, καὶ ἂν ἀκόμη εἶνε ὁ πιὸ ἁμαρτωλός, μπορεῖ νὰ γίνῃ ὁ πιὸ δίκαιος. Καθρέφτης εἶνε ἡ μορφὴ τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Ποιός διάβασε τὸν βίο τῆς ὁσίας Μαρίας καὶ λέει πὼς δὲν ὑπάρχει σωτηρία; Μιὰ γυναίκα, ποὺ ἦταν κουρέλι ψυχικό, σκουπίδι σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο, ποὺ ἐπανειλημμένες φορὲς ἐπιχείρησε νὰ προσκυνήσῃ τὸν τίμιο σταυτὸ καὶ ὁ σταυρὸς ἔδειξε ἀποστροφὴ στὸ πρόσωπό της γιατὶ δὲν ἦταν ἀξία νὰ τὸν ἀσπασθῇ, αὐτὴ ἡ γυναίκα κατώρθωσε νὰ διαβῇ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, νὰ ἀλλάξῃ ζωὴ τελείως, καὶ τέλος νὰ πεθάνῃ μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ στὰ χείλη της.
* * *
Ὁ Χριστὸς ἀνεβαίνει γιὰ
τελευταία φορὰ στὰ Ἰεροσόλυμα. Πηγαίνει γιὰ νὰ θυσιασθῇ. Προλέγει δὲ
στοὺς μαθητάς του τί θ᾿ ἀκολουθήσῃ, γιὰ νὰ μὴ βρεθοῦν ἀπροετοίμαστοι. Οἱ
μαθηταὶ ὅμως ἀλλοῦ ἔχουν τὸ νοῦ τους. Νομίζουν, ὅτι ὁ Χριστὸς θ᾿
ἀναγορευθῇ ἐπίγειος βασιλεύς. Δύο μάλιστα ἀπὸ αὐτούς, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ
Ἰωάννης, τὸν πλησιάζουν καὶ τοῦ ζητοῦν νὰ τοὺς δώσῃ τὶς πρῶτες θέσεις
δίπλα του. Καὶ ὁ Χριστὸς τί ἀπαντᾷ; «Οὐκ οδατε τί αἰτεῖσθε», δὲν ξέρετε
τί ζητᾶτε (Μᾶρκ. 10,38). Νὰ ζητᾶτε ὄχι πρωτοκαθεδρίες ἀλλὰ ὑποταγή, ὄχι
ἐξουσίες ἀλλὰ διακονία, ὄχι δόξες ἀλλὰ ταπείνωσι.
Ἐσὺ λοιπὸν ὁ μεμψίμοιρος, ποὺ ὅλο γογγύζεις καὶ δὲν ἀνοίγεις ποτέ τὸ στόμα σου νὰ πῇς ἕνα «δόξα σοι ὁ Θεός»· ἐσὺ ὁ φιλάργυρος, ποὺ θά ᾿θελες καὶ οἱ πέτρες νὰ γίνουν χρυσάφι· ἐσὺ ὁ φιλόδοξος κ᾿ ἐγωϊστὴς καὶ ὑπερήφανος, ποὺ δὲ διστάζεις νὰ γκρεμίζῃς τοὺς ἄλλους χρησιμοποιώντας μέσα σκληρὰ καὶ ἀπάνθρωπα, μόνο καὶ μόνο γιὰ ν᾿ ἀνεβῇ ἡ ἀφεντιά σου στὰ ἀξιώματα· ἐσὺ ποὺ χαζεύεις σὲ ὅ,τι κι ἂν δῇς σὲ βιτρίνες καὶ διαφημίσεις· ἐσὺ ὁ φιλήδονος, ποὺ θεωρεῖς ὅτι ἡ ζωὴ εἶνε μιὰ ἀπόλαυσις καὶ τίποτ᾿ ἄλλο, ἐλᾶτε ὅλοι ν᾿ ἀκούσετε καὶ νὰ ἐμβαθύνετε στὸ νόημα τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου.
Πλανᾶσθε ἂν νομίζετε ὅτι ἡ ζωὴ εἶνε ἔτσι ὅπως τὴ βλέπετε κι ὅπως τὴν παρουσιάζουν. Πάρτε χαρτὶ καὶ γράψτε. Ρωτῆστε τὸν πλούσιο ἀλλὰ καὶ τὸ φτωχό, τὸ μασόνο ἀλλὰ καὶ τὸν κομμουνιστή, τί εἶνε ζωή; καὶ οἱ δύο θὰ σᾶς ποῦν, πὼς στὴ ζωὴ τὸ πᾶν εἶνε τὸ χρῆμα, τὰ πλούτη, ἡ καλοπέρασι. Ρωτῆστε ἔπειτα καὶ τὸ Εὐαγγέλιο, τί εἶνε ζωή; ἡ ἀπάντησι τοῦ Εὐαγγελίου εἶνε· ζωὴ θὰ πῇ ἀγάπη, θυσία, ἀγώνας· ὅποιος ἀγαπάει, φτάνει μέχρι τὸ σταυρὸ γιὰ νὰ καταλήξῃ μιὰ μέρα στὴν ἀνάστασι.
Ὅλοι ἔχουν πρόγραμμα στὴ ζωή τους. Στὰ γραφεῖα, στὴν ἐργασία, στὰ ἐργοστάσια, στὰ σπίτια, παντοῦ ὑπάρχει ἕνα πρόγραμμα. Ἐσεῖς τί πρόγραμμα ἔχετε; Ἐὰν στὸ πρόγραμμά σας δὲν λαμβάνετε ὑπ᾿ ὄψιν τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ἐὰν κάτω ἀπὸ τὸ πρόγραμμά σας δὲν ὑπάρχῃ ἡ ὑπογραφὴ τοῦ Χριστοῦ, τότε «οὐκ οδατε τί αἰτεῖσθε».
Μὴν πῇ κάποιος, Αὐτὰ τὸ Εὐαγγέλιο δὲν τὰ γράφει γιὰ μᾶς· γιὰ κάποιους ἄλλους τὰ γράφει, γιὰ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη τοὺς μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ ὅλους μας τὰ γράφει. Αὐτοὶ ποὺ ἀκολούθησαν τὸ Χριστὸ καὶ ἄκουγαν τὰ κηρύγματά του, σκέφτονταν κι αὐτοὶ ἀνθρώπινα, σὰν ἐμᾶς· νόμισαν πὼς ὁ Χριστὸς ἦρθε νὰ γκρεμίσῃ τὰ παλάτια, τοὺς βασιλεῖς καὶ τοὺς ἄρχοντας, ὅτι θὰ κυριαρχήσῃ στὸν κόσμο κι ὅτι θὰ εἶνε σὰν τοὺς παλαιοὺς αὐτοκράτορες, θά ᾿χῃ σπαθιά, σπιρούνια κ.τ.λ.. Ἔβαλαν λοιπὸν καὶ τὴ μάνα τους πρεσβευτὴ (βλ. Ματθ. 20,20) καὶ ζήτησαν νὰ καθίσουν δεξιὰ κι ἀριστερὰ στὸ θρόνο του. Ζητοῦσαν ὑπουργιλίκια. Καὶ ὁ Χριστὸς τί τοὺς εἶπε;
«Οὐκ οδατε τί αἰτεῖσθε». Ὁ θρόνος μου δὲν εἶνε ἐδῶ στὴ γῆ, εἶνε ἐπάνω στὰ οὐράνια. Στὴν οὐράνια βασιλεία δὲ θὰ κυβερνοῦν ἄρχοντες τοῦ κόσμου τούτου, ποὺ γκρεμίζουν σφάζουν καὶ κυλίουν τὴν ἀνθρωπότητα στὸ αἷμα. Πάνω στὸ θρόνο θὰ εἶνε καὶ θὰ κυβερνᾷ ἕνα ἐσφαγμένο ἀρνίον (Ἀπ. 5,6,12· 13,8). Τώρα ποιοί θὰ καθίσουν δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ μὴ σᾶς νοιάζει. Κάτω ἐδῶ στὴ γῆ, δεξιά μου θὰ δῆτε ἕνα λῃστὴ μετανοημένο ποὺ θὰ λέῃ τὸ «Μνήσθητί μου…» (Λουκ. 23,42) καὶ ἀριστερὰ ἕναν ἄλλο λῃστὴ ποὺ θὰ μὲ βλαστημάῃ. Πάνω στὸν οὐρανὸ ποιός θὰ καθίσῃ δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ θὰ τὸ ὁρίσῃ ἄλλος. Ἐσεῖς κοιτάξτε νὰ ἐργάζεσθε ταπεινά, χωρὶς φιλοδοξίες· αὐτὴ εἶνε ἡ δουλειά σας.
Ἐσὺ λοιπὸν ὁ μεμψίμοιρος, ποὺ ὅλο γογγύζεις καὶ δὲν ἀνοίγεις ποτέ τὸ στόμα σου νὰ πῇς ἕνα «δόξα σοι ὁ Θεός»· ἐσὺ ὁ φιλάργυρος, ποὺ θά ᾿θελες καὶ οἱ πέτρες νὰ γίνουν χρυσάφι· ἐσὺ ὁ φιλόδοξος κ᾿ ἐγωϊστὴς καὶ ὑπερήφανος, ποὺ δὲ διστάζεις νὰ γκρεμίζῃς τοὺς ἄλλους χρησιμοποιώντας μέσα σκληρὰ καὶ ἀπάνθρωπα, μόνο καὶ μόνο γιὰ ν᾿ ἀνεβῇ ἡ ἀφεντιά σου στὰ ἀξιώματα· ἐσὺ ποὺ χαζεύεις σὲ ὅ,τι κι ἂν δῇς σὲ βιτρίνες καὶ διαφημίσεις· ἐσὺ ὁ φιλήδονος, ποὺ θεωρεῖς ὅτι ἡ ζωὴ εἶνε μιὰ ἀπόλαυσις καὶ τίποτ᾿ ἄλλο, ἐλᾶτε ὅλοι ν᾿ ἀκούσετε καὶ νὰ ἐμβαθύνετε στὸ νόημα τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου.
Πλανᾶσθε ἂν νομίζετε ὅτι ἡ ζωὴ εἶνε ἔτσι ὅπως τὴ βλέπετε κι ὅπως τὴν παρουσιάζουν. Πάρτε χαρτὶ καὶ γράψτε. Ρωτῆστε τὸν πλούσιο ἀλλὰ καὶ τὸ φτωχό, τὸ μασόνο ἀλλὰ καὶ τὸν κομμουνιστή, τί εἶνε ζωή; καὶ οἱ δύο θὰ σᾶς ποῦν, πὼς στὴ ζωὴ τὸ πᾶν εἶνε τὸ χρῆμα, τὰ πλούτη, ἡ καλοπέρασι. Ρωτῆστε ἔπειτα καὶ τὸ Εὐαγγέλιο, τί εἶνε ζωή; ἡ ἀπάντησι τοῦ Εὐαγγελίου εἶνε· ζωὴ θὰ πῇ ἀγάπη, θυσία, ἀγώνας· ὅποιος ἀγαπάει, φτάνει μέχρι τὸ σταυρὸ γιὰ νὰ καταλήξῃ μιὰ μέρα στὴν ἀνάστασι.
Ὅλοι ἔχουν πρόγραμμα στὴ ζωή τους. Στὰ γραφεῖα, στὴν ἐργασία, στὰ ἐργοστάσια, στὰ σπίτια, παντοῦ ὑπάρχει ἕνα πρόγραμμα. Ἐσεῖς τί πρόγραμμα ἔχετε; Ἐὰν στὸ πρόγραμμά σας δὲν λαμβάνετε ὑπ᾿ ὄψιν τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ἐὰν κάτω ἀπὸ τὸ πρόγραμμά σας δὲν ὑπάρχῃ ἡ ὑπογραφὴ τοῦ Χριστοῦ, τότε «οὐκ οδατε τί αἰτεῖσθε».
Μὴν πῇ κάποιος, Αὐτὰ τὸ Εὐαγγέλιο δὲν τὰ γράφει γιὰ μᾶς· γιὰ κάποιους ἄλλους τὰ γράφει, γιὰ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη τοὺς μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ ὅλους μας τὰ γράφει. Αὐτοὶ ποὺ ἀκολούθησαν τὸ Χριστὸ καὶ ἄκουγαν τὰ κηρύγματά του, σκέφτονταν κι αὐτοὶ ἀνθρώπινα, σὰν ἐμᾶς· νόμισαν πὼς ὁ Χριστὸς ἦρθε νὰ γκρεμίσῃ τὰ παλάτια, τοὺς βασιλεῖς καὶ τοὺς ἄρχοντας, ὅτι θὰ κυριαρχήσῃ στὸν κόσμο κι ὅτι θὰ εἶνε σὰν τοὺς παλαιοὺς αὐτοκράτορες, θά ᾿χῃ σπαθιά, σπιρούνια κ.τ.λ.. Ἔβαλαν λοιπὸν καὶ τὴ μάνα τους πρεσβευτὴ (βλ. Ματθ. 20,20) καὶ ζήτησαν νὰ καθίσουν δεξιὰ κι ἀριστερὰ στὸ θρόνο του. Ζητοῦσαν ὑπουργιλίκια. Καὶ ὁ Χριστὸς τί τοὺς εἶπε;
«Οὐκ οδατε τί αἰτεῖσθε». Ὁ θρόνος μου δὲν εἶνε ἐδῶ στὴ γῆ, εἶνε ἐπάνω στὰ οὐράνια. Στὴν οὐράνια βασιλεία δὲ θὰ κυβερνοῦν ἄρχοντες τοῦ κόσμου τούτου, ποὺ γκρεμίζουν σφάζουν καὶ κυλίουν τὴν ἀνθρωπότητα στὸ αἷμα. Πάνω στὸ θρόνο θὰ εἶνε καὶ θὰ κυβερνᾷ ἕνα ἐσφαγμένο ἀρνίον (Ἀπ. 5,6,12· 13,8). Τώρα ποιοί θὰ καθίσουν δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ μὴ σᾶς νοιάζει. Κάτω ἐδῶ στὴ γῆ, δεξιά μου θὰ δῆτε ἕνα λῃστὴ μετανοημένο ποὺ θὰ λέῃ τὸ «Μνήσθητί μου…» (Λουκ. 23,42) καὶ ἀριστερὰ ἕναν ἄλλο λῃστὴ ποὺ θὰ μὲ βλαστημάῃ. Πάνω στὸν οὐρανὸ ποιός θὰ καθίσῃ δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ θὰ τὸ ὁρίσῃ ἄλλος. Ἐσεῖς κοιτάξτε νὰ ἐργάζεσθε ταπεινά, χωρὶς φιλοδοξίες· αὐτὴ εἶνε ἡ δουλειά σας.
* * *
«Οὐκ οδατε τί αἰτεῖσθε». Τί
ζητάει σήμερα ὁ κόσμος; Τρέχουν οἱ ἄνθρωποι στὰ ὑπουργεῖα καὶ ζητᾶνε,
ὅλο ζητᾶνε. Ἀλλὰ οὔτε ἡ ἐργασία οὔτε οἱ ὑψηλοὶ μισθοὶ λύνουν τὸ
πρόβλημα. Ἀπόδειξις, ὅτι κι αὐτοὶ ποὺ τὰ πέτυχαν αὐτὰ δὲν αἰσθάνονται
ἱκανοποιημένοι. Οἱ νέοι τί ζητᾶνε; Νὰ πάρουν πλούσια γυναῖκα μὲ μεγάλη
προῖκα· γιατὶ ἔτσι τοὺς ἔμαθαν. Ξεχνᾶνε, πὼς μιὰ τέτοια γυναίκα, μὲ τὰ
πάθη της τὰ λοῦσα τοὺς ἐγωϊσμοὺς καὶ τά καπρίτσια της, θὰ τοὺς πικράνῃ. Ὁ
ἄλλος ζητάει γυναῖκα ὄμορφη, ἐμφανίσιμη, κατὰ τὰ κοσμικὰ μοντέλλα· καὶ
ἔρχεται ἡ στιγμὴ ποὺ αὐτή, μὲ τὴν ἀπιστία της, τὸν ποτίζει φαρμάκι. Ἡ
νέα ζητάει νὰ βρῇ τὸ πριγκιπόπουλο· δὲν ξέρει, ὅτι ἕνας τσοπᾶνος ποὺ
ποτίζει τὴ γῆ μὲ ἱδρῶτα ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ τὸν ἀξιωματοῦχο καὶ τὸ
μασόνο, ποὺ θὰ τὴν κάνῃ αὔριο νὰ φτύνῃ αἷμα. Διάβασα κάπου, σως τὸ
διάβασαν καὶ πολλοὶ ἀπὸ σᾶς, ὅτι ἕνας ἔλεγε συνέχεια «Θεέ μου» κ᾿ ἔκανε
μετάνοιες στὸν ἅγιο Φανούριο καὶ τοὺς ἄλλους ἁγίους καὶ κολλοῦσε
νομίσματα στὶς εἰκόνες, ζητώντας νὰ τοῦ πέσῃ τὸ πρῶτο λαχεῖο. Καί, πρὸς
τιμωρίαν του, τοῦ ἔπεσε ὁ πρῶτος λαχνός, καὶ τρελλάθηκε καὶ τράβηξε γιὰ
τὸ φρενοκομεῖο. Ἄλλος ζητάει ν᾿ ἀποκτήσῃ παιδί· μὲ τὰ πολλὰ τὸ ἀποκτᾷ,
ἀλλὰ τὸ παιδὶ μεγαλώνει καὶ ἀντὶ νὰ τὸν ἀναπαύσῃ τὸν πικραίνει, καὶ
φτάνει νὰ μετανοιώνῃ γι᾿ αὐτὸ ποὺ ζήτησε. Ἄλλος ζητάει ἀξίωμα καὶ
διακεκριμένη θέσι· ἐν τέλει ἀνεβαίνει ἐκεῖ ποὺ ἐπιθύμησε, ἀλλ᾿ εἶνε τόσα
καὶ τέτοια ἐκεῖνα ποὺ καλεῖται ν᾿ ἀντιμετωπίσῃ, ὥστε δηλώνει· Ἂν ἤξερα
τί θὰ συναντήσω, ποτέ δὲν θὰ τὸ ἐπιδίωκα.
«Οὐκ οδατε τί αἰτεῖσθε». Μοιάζουμε κ᾿ ἐμεῖς μὲ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ ὁ Θεὸς τοὺς ἔτρεφε μὲ τὸ μάννα, τὴ γλυκύτατη καὶ ὠφέλιμη τροφή, ἀλλ᾿ αὐτοὶ βαρέθηκαν τὸ μάννα, κ᾿ ἐπιθύμησαν τὰ κρέατα τῆς Αἰγύπτου. Τὴν ἄλλη μέρα λοιπὸν δὲν ἔπεσε μάννα ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ὁ Θεός, πρὸς τιμωρίαν τους, τοὺς ἔρριξε ὀρτύκια. Κ᾿ ἔφαγαν ἔφαγαν μέχρι σκασμοῦ· ὥσπου τοὺς ἔπιασε δυσεντερία καὶ πέθαναν. Καὶ στοὺς τάφους ὁ Μωϋσῆς ἔγραψε· «Μνήματα τῆς ἐπιθυμίας» (Ἀριθμ. 11,34-35). Ὅπως τὸ μικρὸ παιδὶ πλησιάζει τὸ μαγκάλι μὲ τὰ κάρβουνα καὶ ὑπάρχει κίνδυνος νὰ καῇ, ἔτσι κάρβουνο εἶνε καὶ οἱ κακὲς ἐπιθυμίες, κάρβουνο ἡ ἁμαρτία. Νέε μου, σοῦ ἦρθε μιὰ ἐπιθυμία; Μὴν τρέξῃς ἀμέσως νὰ τὴν κάνῃς πρᾶξι, νὰ τὴν κάνῃς πρόγραμμα στὴ ζωή σου. Πρὶν τὴν κάνῃς πρόγραμμα, νὰ τὴν περάσῃς ἀπὸ κόσκινο· καὶ τὸ κόσκινο αὐτὸ εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο. Ἂν συμφωνῇ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, τότε νὰ προχωρήσῃς.
«Οὐκ οδατε τί αἰτεῖσθε». Μοιάζουμε κ᾿ ἐμεῖς μὲ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ ὁ Θεὸς τοὺς ἔτρεφε μὲ τὸ μάννα, τὴ γλυκύτατη καὶ ὠφέλιμη τροφή, ἀλλ᾿ αὐτοὶ βαρέθηκαν τὸ μάννα, κ᾿ ἐπιθύμησαν τὰ κρέατα τῆς Αἰγύπτου. Τὴν ἄλλη μέρα λοιπὸν δὲν ἔπεσε μάννα ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ὁ Θεός, πρὸς τιμωρίαν τους, τοὺς ἔρριξε ὀρτύκια. Κ᾿ ἔφαγαν ἔφαγαν μέχρι σκασμοῦ· ὥσπου τοὺς ἔπιασε δυσεντερία καὶ πέθαναν. Καὶ στοὺς τάφους ὁ Μωϋσῆς ἔγραψε· «Μνήματα τῆς ἐπιθυμίας» (Ἀριθμ. 11,34-35). Ὅπως τὸ μικρὸ παιδὶ πλησιάζει τὸ μαγκάλι μὲ τὰ κάρβουνα καὶ ὑπάρχει κίνδυνος νὰ καῇ, ἔτσι κάρβουνο εἶνε καὶ οἱ κακὲς ἐπιθυμίες, κάρβουνο ἡ ἁμαρτία. Νέε μου, σοῦ ἦρθε μιὰ ἐπιθυμία; Μὴν τρέξῃς ἀμέσως νὰ τὴν κάνῃς πρᾶξι, νὰ τὴν κάνῃς πρόγραμμα στὴ ζωή σου. Πρὶν τὴν κάνῃς πρόγραμμα, νὰ τὴν περάσῃς ἀπὸ κόσκινο· καὶ τὸ κόσκινο αὐτὸ εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο. Ἂν συμφωνῇ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, τότε νὰ προχωρήσῃς.
* * *
Ἀδελφοί μου, ὁ Κύριος εἶπε·
«Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. 7,7). Ἀλλὰ μὴ ζητοῦμε ἐπίγεια,
μάταια, ἐπιζήμια πράγματα· νὰ ξέρουμε τί ζητοῦμε. Καὶ ἂν βλέπουμε ὅτι ὁ
Θεὸς δὲν ἱκανοποιεῖ ἕνα ατημα, ἂς σκεφθοῦμε· Μήπως αὐτὸ ποὺ ζητῶ δὲν
εἶνε πρὸς τὸ πνευματικό μου συμφέρον; Ἂς μὴν ἐπιμένουμε σὲ τέτοιου εδους
αἰτήματα. Καὶ νὰ ξέρουμε, ὅτι ἡ ἀναβολὴ εἶνε γιὰ τὸ καλό μας καὶ ὅτι
πίσω κι ἀπὸ τὶς πιὸ μεγάλες δυσκολίες κρύβεται τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ. Σὲ ἄλλα
αἰτήματα νὰ ἐπιμένουμε καὶ αὐτὰ νὰ προτάσσουμε. «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα
προστεθήσεται ὑμῖν» (ἔ.ἀ. 6,33)· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίων Ἀποστόλων Ὑμηττοῦ – Ἀθηνῶν τὴν 15-4-1962.