Την ημέρα του εορτασμού του αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς 14 Ιουνίου 2012 εις τη
μονή Τσέλιε κοντά στο Valjevo,
μπροστά στους λίγους προσκυνητές διεξήχθη μια πρωτοφανής σκηνή. Ο μητροπολίτης
Αμφιλόχιος επάνω στον τάφο του αγίου Γέροντος εξεφώνησε ένα βαθύ εξομολογητικό,
αλλ’ ευσεβιστικής χροιάς λόγο.
Άρχισε με τα δάκρυα, όπως κάθε ειλικρινά μετανοημένος αμαρτωλός θα άρχιζε
την εξομολόγησή του: «Αββά! Συγχώρεσε
Αββά! Συγχώρεσε Αββά!...». Και αντί να συνεχίσει να απαριθμεί τις αμαρτίες
και τα παραπτώματά του (σ. μτφρ.: προς τον γέροντά του άγιο Ιουστίνο) δια τα
οποία μετανοεί και ζητάει συγχώρηση (και είχε όντως λόγους να μετανοεί), αυτός
συνέχισε όχι μόνο με δικαιολογίες αλλά και με απίθανα ψέματα και κατηγορίες για
τον πλησίον του. Και ποιον άλλον θα κατηγορούσε παρά τον αδελφόν του Αρτέμιον; Γι΄
αυτόν με σπαραξικάρδια φωνή και δάκρυα έλεγε:
«Ο αδελφός μας Αρτέμιος εκλήθη να
είναι σήμερα εδώ.
Διατί αρνήθηκε να παρευρεθεί
στον τάφο του αγίου Γέροντος;
Διατί δραπετεύει απ’ αυτόν;
Διατί απομακρύνεται από τα Άγια
του Θεού;
Διατί σχίζει τον χιτώνα τον
Αγιοσαββιτικό, τον χιτώνα του αγίου πατρός Ιουστίνου;
Δεν είναι καλό αυτό...».
Ο
πρώτος ισχυρισμός στην απαρίθμιση των αμαρτιών του άλλου (του Αρτεμίου) είναι
ψεύτικος –«ο αδελφός μας
Αρτέμιος εκλήθη να είναι σήμερα εδώ».
Ένεκα της αλήθειας του Θεού οφείλει να απαντήσει και να δείξει: πότε αυτός (ο
Αρτέμιος) εκλήθη, από ποιον εκλήθη και με ποιο τρόπο εκλήθη; Και τότε
μόνο θα γίνει κατανοητό, διατί ο Αρτέμιος δεν ήλθε. Και ξέρει αυτός πολύ καλά
τους λόγους και τις αιτίες της διετούς απουσίας του Αρτεμίου από την αγία μονή
Τσέλιε, μέσα εις την οποία εκάρη μοναχός πριν από 52 χρόνια. Και (οφείλει) να
παρουσιάσει τους λόγους και τις αιτίες, των οποίων αυτός προσωπικά ήτο ο
κυριότερος αλλά όχι και μοναδικός υπεύθυνος. Θα πρέπει να εξηγήσει, τι τον
κατηύθυνε και τίνος απόφαση εκτελούσε όταν, παραβαίνοντας τον Καταστατικό Χάρτη
της Σερβικής Εκκλησίας και καταπατώντας τους αγίους Κανόνας της Ορθοδόξου
Εκκλησίας, απομάκρυνε και εδίωξε τον αδελφό του Αρτέμιο από την επισκοπική του
έδρα της μητροπόλεως Ράσκας και Πριζρένης, όταν με τον έτερο αδελφό του
παρανόμως εισέβαλε εις την ξένη μητρόπολη, εξεδίωκε και καθαιρούσε τους
μοναχούς από μοναστήρια του Κοσσόβου και των Μετοχίων, αφήνοντας πίσω του
πνευματική ερήμωση, όταν εισήγαγε καινοτομίες στην λατρεία και πνευματική ζωή,
ρημάζοντας και καταστρέφοντας όλα όσα, αυτός ο Αρτέμιος, έκανε και δημιούργησε
σχεδόν είκοσι χρόνια.
Αντί να
αναλογισθεί αυτές και τις άλλες ανομίες του, αυτός ρωτάει τον «αδελφό Αρτέμιο» διατί «σχίζει τον χιτώνα τον Αγιοσαββιτικό, τον χιτώνα
του αγίου πατρός Ιουστίνου», διατί δημιουργεί σχίσμα «πρώτη φορά στην ιστορία της Αγιοσαββιτικής
Σερβικής Εκκλησίας». Αφού τόσο καλά γνωρίζει την ιστορία της Σερβικής Εκκλησίας, θα έπρεπε να
γνωρίζει και για τα δύο πρόσφατα σχίσματα (αμερικάνικο και μακεδονικό)(3), όπως
και δια ποιον λόγο δημιουργήθηκαν. Και εάν θα ήθελε πιο αντικειμενικά να εξετάσει
τα πιο
πρόσφατα γεγονότα στην Σερβική Εκκλησία, θα έπρεπε να διερωτηθεί: αλήθεια ποιος
είναι σε σχίσμα και με ποιον; Είναι σε σχίσμα αυτός που προσπαθεί να παραμείνει σε
κοινωνία με τους Αγίους Πατέρες, με τον Άγιο Σάββα, τον άγιο Ιουστίνο του
Τσέλιε, να φυλάει τις παραδόσεις τους και να ακολουθεί τον δρόμο τους, τον
δρόμο του Θεανθρώπου Χριστού, ή εκείνοι που έχουνε παρεκκλίνει από τον δρόμο αυτό
και έχουνε λοξοδρομήσει στην ζούγκλα του Οικουμενισμού, του Παπισμού και
λοιπών παρεκτροπών;
Αρκετό
θα ήταν (σ. μτφρ.: για να αντιληφθεί ποιος δημιουργεί το σχίσμα) να ρίξει μόνο μια ματιά στο χέρι
του και στο καρδινάλιο δαχτυλίδι που υπάρχει σ΄ αυτό, καθώς και στο καρδινάλιο σταυρό που του δώρισε ο «Άγιος Πατήρ»
Πάπας!
Αυτό θα του υπενθυμίσει τις συμπροσευχές με διάφορους αιρετικούς, τη συναίνεση σε απαράδεκτα
πράγματα, που όλα απομακρύνουν από την Εκκλησία του Θεού και οδηγούν σε αίρεση
και σχίσμα. Ας αναρωτηθεί εάν τέτοιος ήταν ο δρόμος του αγίου Γέροντος
Ιουστίνου, πάνω στον τάφο του οποίου αυτός ούτως μοιρολογεί.
Ύστερα ερωτά: «Διατί (ο Αρτέμιος) απομακρύνεται
από τα αδέρφια του;». Μήπως πρόκειται για εκείνα τα αδέρφια, το ένα εκ των
οποίων δεκαπέντε χρόνια κοπιάζει, ώστε να του «σπάσει την σπονδυλική στήλη»(4),
το άλλο εδώ και δέκα χρόνια περιμένει(5)
και εντατικά δουλεύει για την απομάκρυνση του αδελφού Αρτεμίου από την έδρα της
θεόσδοτης μητροπόλεώς του; ή μήπως εκείνο το τρίτο(6) το οποίο δεν σταματά «ευκαίρως,
ακαίρως» να συκοφαντεί και να κατηγορεί τον αδελφό Αρτέμιο για οτιδήποτε, χωρίς
να προσκομίζει την παραμικρή απόδειξη εκτός από σκαιούς και υβριστικούς λόγους;
Και συνεχίζει: «Τον καλέσαμε να
συζητήσουμε. Δεν θέλει. Γιατί δεν θέλει;».
Γιά όλα τα παραπάνω, αγαπητέ μου αδελφέ· επειδή όλα έως τώρα έχουν ειπωθεί
και συντελεστεί. Τι εξυπηρετεί η περαιτέρω συζήτηση πάνω σ’ επώδυνα τραύματα;
Δεν θέλει (σ. μτφρ.: ο Αρτέμιος) να συζητήσει, όχι «επειδή ασφαλώς φαντάζεται τον εαυτό του Άγιο του Θεού και
υπερηφανεύεται»(7),
αλλά επειδή απαξιώθηκε και περιφρονήθηκε ως ακάθαρτο κουρέλι («ως ράκκος
αποκαθημένης», Ησ. ξδ΄ 6). Ο Θεός όμως γνωρίζει την καρδία του καθενός και τι
έχει μέσα, και σύμφωνα με αυτά θα κρίνει.
Προαναγγέλλεις
«ανακομιδή λειψάνων του Αγίου
Αββά»
για το επόμενο έτος. Μήπως και τότε ο Αρτέμιος θα κληθή όπως εκλήθη
και φέτος;
Και εάν κληθεί, με ποια ιδιότητα θα κληθεί; (σ.
μτφρ. ως μοναχός ή ως επίσκοπος;). Σκέψου λίγο, έχεις
χρόνο. Μεγάλη είναι η χρονιά.
Και στο
τέλος η διακαής του ευχή: «Ο Θεός
να του δώσει (του Αρτεμίου) σοφία και γνώση και πρωτίστως μετάνοια και
ταπείνωση...».
Ούτως
προσεύχεται για τον πλησίον εκείνος που δεν έχει αμαρτίες, για τις οποίες θα
είχε ανάγκη να μετανοεί, και ο οποίος έχει τόση ταπείνωση, ώστε να μην
χρειάζεται περισσότερη.
Μη με
παρεξηγήσει ο αδερφός Αμφιλόχιος με το να τροποποιήσω λίγο την ευχή του, διότι
κατ' εμέ θα έπρεπε να είναι: «Ο Θεός
να ΜΑΣ δώσει...». Τέτοια ευχή ίσως, άμα είναι εκ καρδίας, θα εισακουόταν από τον πανεύσπλαγχνο
και πανσυγχωρητικό Κύριο.
19-6-2012 + Ο Μητροπολίτης Ράσκας Αρτέμιος