| 9:44 π.μ. (πριν από 8 ώρες) | |||
Άφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; Το κρίσιμο τελικό ερώτημα! [Του άφρονος πλουσίου]
Κυριακή Θ΄ Λουκά [Λουκ. ιβ΄ 16-21] +ΒΙΝΤΕΟ
από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο
ΤΟ Ευαγγέλιο: Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολὴν ταύτην· ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· 17 καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; 18 καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, 19 καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. 20 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; 21 οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν. ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.
ΠΛΕΟΝΕΞΙΑ: Η πλεονεξία βασιλεύει γύρω μας. Το πάθος της απληστίας είναι ολοφάνερο, σαν τη σκουριά στο σίδερο, στις καθημερινές σχέσεις των ανθρώπων. Πόσες αντιπάθειες και έχθρες γεννώνται απ΄αυτή! «Να μην τον ξαναδώ στα μάτια μου τον ατομιστή!» ή «Ούτε την καλημέρα του δεν θέλω πια, ύστερα απ΄αυτό που μου έκανε!» ακούμε συχνά να λέγονται σαν επίλογος συγκρούσεων για θέματα ειδικά περιουσιακά. Και βλέπουμε δεσμούς φιλίας, και αίματος ακόμη, να θρυμματίζονται και να αντικαθίστανται από μίση. Με έμβλημα, φανερό ή κρυφό, το «άρπαξε να φας και κλέψε νάχης» δεν διστάζει να σκορπίζει γύρω του ο πλεονέκτης πίκρα και θλίψη, αρκεί να ωφεληθεί ο ίδιος. Κάποιοι θα πουν: «Ας τα ακούσουν οι πλούσιοι!» Κι όμως τα παραπάνω δεν αφορούν μόνον αυτούς. Η πλεονεξία είναι αρρώστια διαδεδομένη σε όλες τις τάξεις. Κυριαρχεί στην καρδιά πλουσίων και φτωχών και εκδηλώνεται με ποικιλοτρόπως.
ΚΕΡΔΗ ΕΠΙΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΥΡΑΝΙΑ:Θέλοντας, λοιπόν, κι ο Κύριος να δείξει πόσο ολέθριο είναι το πάθος της απληστίας και με αφορμή τη φιλονικία δύο αδελφών στο μοίρασμα της πατρικής περιουσίας, είπε την παρακάτω Παραβολή: “Κάποιου πλουσίου τα χωράφια απέδωσαν πλούσια παραγωγή. Κι αντί ο πλούσιος αυτός να χαρεί και να ευχαριστήσει το Θεό για την πλούσια σοδειά, κυριεύτηκε από έγνοιες: Τι να κάνω; Πού να μαζέψω τους καρπούς που μου περισσεύουν; Έχασε την ειρήνη του, έχασε και τον ύπνο του. Επιτέλους κάποτε βρήκε τη λύση: “Θα γκρεμίσω” μονολογούσε “τις αποθήκες μου και θα οικοδομήσω μεγαλύτερες. Και θα μαζέψω εκεί όλα τα αγαθά μου. Κι ύστερα θα πω στην ψυχή μου: Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά και σου φτάνουν για πολλά χρόνια. Τώρα πλέον ήρθε η ώρα να χαρείς με φαγοπότια και διασκεδάσεις”. Ο δύστυχος! Νόμιζε ότι θα ευτυχήσει με τα πλούτη! Δεν μπορούσε να καταλάβει ότι αυτά δεν κάνουν τον άνθρωπο ευτυχισμένο. Άλλωστε ο ίδιος ζούσε τη δυστυχία και μόνο με τη σκέψη των πολλών αγαθών, πριν ακόμη τα συγκεντρώσει και τα αποθηκεύσει. Δεν μπορούσε να χαρεί, διότι η πλεονεξία του τον ταλαιπωρούσε και τον βασάνιζε. Θα μπορούσε βέβαια να γίνει ευτυχισμένος, εάν έπαιρνε μία γενναία απόφαση. Να δωρίσει τα περισσευάμενα αγαθά στους φτωχούς, να χορτάσει τα πεινασμένα τους στόματα, και να ευχαριστήσει το Θεό που του δώρισε μια τέτοια ευφορία και δυνατότητα φιλανθρωπίας. Αλλά... Συνεπώς, όσο περισσότερα αποκτούμε, τόσο περισσότερο βυθιζόμαστε σε συλλογισμούς και ανησυχίες: πώς θα διατηρήσουμε τα αποκτηθέντα και πώς θα τα αυγατίσουμε περαιτέρω. Συχνά χάνουμε και τον ύπνο μας με τις εναγώνιες σκέψεις μας. Η ψυχή, όμως, ως πνευματική οντότητα ζει και ευτυχεί μόνο με ουράνια, πνευματικά αγαθά. Η αφθονία των υλικών αγαθών, των φαγητών, των διασκεδάσεων δεν μας κάνουν ευτυχισμένους. Άλλωστε, στη ζωή υπάρχουν προβλήματα που δεν λύνονται με το χρήμα, αρρώστιες και θλίψεις, πειρασμοί και εντάσεις, οικογενειακά και άλλα προβλήματα που αφαιρούν συχνά κάθε χαρά και ειρήνη. Όμως, τα όντως αγαθά, που δίνουν ανάπαυση και ευτυχία, προέρχονται από τον ουρανό κι εκεί καταλήγουν.
ΚΑΙ Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΩΡΑ: Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως περίμενε ο πλούσιος. Πριν προφτάσει να μονολογήσει τα “υψηλά” του σχέδια, του μίλησε ο Θεός: “Άμυαλε άνθρωπε! Τη νύχτα αυτή, που την ονειρευόσουν ως νύχτα ευτυχίας, δαίμονες ζητούν να πάρουν την ψυχή σου, σε λίγο θα πεθάνεις. Κι όλα αυτά που αποθήκευσες, σε ποιον θα ανήκουν;” Κι ο Κύριος έκλεισε την Παραβολή λέγοντας: Τέτοιο τέλος θα έχει κι όποιος μαζεύει μόνο για τον εαυτό του τα υλικά αγαθά και δεν αποταμιεύει θησαυρούς στον ουρανό με έργα αγάπης. Αλήθεια, έχουμε σκεφτεί ποτέ πώς θα είναι το δικό μας τέλος, η δική μας τελευταία μέρα, ή νύχτα; Η νύχτα αυτή του πλουσίου της Παραβολής ήταν η πιο εφιαλτική και αποτρόπαιη της ζωής του, η νύχτα την οποία ονειρευόταν ως νύχτα ευτυχίας, και την περίμενε με τη βεβαιότητα ότι θα άρχιζε να απολαμβάνει για πολλά χρόνια τα πλούτη του. Η νύχτα όμως εκείνη έγινε γι’ αυτόν νύχτα αγωνίας και τρόμου, νύχτα ατελείωτη και φρικτή. Κι αυτί γιατί οι προσκολλημένοι στα υλικά αγαθά, τη μεγάλη εκείνη ώρα, εγκαταλείπουν πίσω τους όλα εκείνα για τα οποία μόχθησαν και με αγωνιώδεις φροντίδες συγκέντρωσαν, απερχόμενοι πάμφτωχοι, άδειοι από καλά έργα κι απ’ τη χάρη του Θεού. Σκοτάδι απόγνωσης απλώνεται γύρω τους καθώς παραλαμβάνουν την ψυχή τους οι σκοτεινοί δαίμονες. Για τους δικαίους όμως, και ελεήμονες, η τελευταία μέρα ή νύχτα είναι η ωραιότερη ανατολή μιας ημέρας ατελεύτητης και άδυτης. Είναι η είσοδος στη Βασιλεία του Θεού. Κι ο κάθε ακροατής της Παραβολής, ας καταπολεμά κάθε πλεονεξία, κι ας αποταμιεύει τα αγαθά του στις αποθήκες του ουρανού, μοιράζοντάς τα στους πεινασμένους και ενδεείς, για να παραλάβουν την ψυχή του οι αγαθοί άγγελοι και να την οδηγήσουν στην αγκαλιά του Θεού.
Η ΚΡΙΣΗ: Εδώ, στο περιστατικό που περιγράφει ο Κύριος για τον πλούσιο, έχουμε την κρίση του ίδιου του Θεού, δηλαδή Εκείνου που η κρίση Του είναι απολύτως δίκαιη. Κι είναι η μόνη αληθινή κρίση, διότι πηγάζει από Εκείνον που η αγάπη Του προς τα πλάσματά Του είναι άπειρη και συνεπώς έχει πάντοτε γνήσιο ενδιαφέρον γι’ αυτά. Η κρίση αυτή του Θεού, ηχεί πένθιμα, σαν καμπάνα που σημαίνει τον θάνατο κάποιου, διότι όχι μόνον είναι αληθινή, αλλά και τελεσίδικη και αμετάκλητη: λέγεται την ώρα του θανάτου, που ο άνθρωπος δεν έχει περιθώριο αλλαγής. Ο σωματικός θάνατος συνιστά το απόλυτο όριο, μετά το οποίο ο άνθρωπος απλώς κρίνεται για όλο το περιεχόμενο της ζωής του, για ό,τι έπραξε, για ό,τι είπε, για ό,τι σκέφτηκε. «Απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, και μετά τούτο κρίσις». Έτσι, ο άνθρωπος με τον θάνατό του κρίνεται από τον Θεό, κατά μερικό πρώτα τρόπο, λόγω της συνέχειας μόνο της ψυχής του, κι έπειτα, στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, θα κριθεί και γενικά, διότι τότε θα αναστηθεί και το σώμα του, ώστε ενωμένο με την ψυχή να σταθεί ενώπιον του φοβερού βήματός Του. Η γενική αυτή όμως κρίση δεν θα είναι διαφορετική από την πρώτη. Απλώς θα είναι επιτεταμένη, διότι θα συνυπάρχει μαζί με την ψυχή και το σώμα. Και βεβαίως η κρίση αυτή οδηγεί είτε στην αιώνια ζωή είτε στην αιώνια κόλαση, με την έννοια του πώς «εισπράττει» ο άνθρωπος τη μία και ενιαία αγάπη του Θεού προς όλους: είτε θετικά, αν φεύγει από τη ζωή αυτή εν μετανοία, είτε αρνητικά, αν φεύγει εναντιωμένος προς τον Θεό ή με αδιαφορία προς Αυτόν.
ΤΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΦΡΟΝΟΣ: Πότε κάποιος ζει ανόητα, κατά την κρίση του ίδιου του Θεού; 1. Η ευφορία των χωραφιών του υπήρξε ευλογία που του δόθηκε από τον Θεό∙ ο Θεός επέτρεψε να συμβεί, προφανώς για να του δώσει ευκαιρία βοήθειας στον συνάνθρωπο. Αλλά εκείνος την αντιμετώπισε με εγωιστικό τρόπο. Πέντε «μου» της προσωπικής αντωνυμίας μετράμε στον προβληματισμό του: «πού συνάξω τους καρπούς μου;..Καθελώ μου τας αποθήκας…συνάξω πάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου, ερώ τη ψυχή μου». Τα πάντα περιστρέφονται γύρω από τον εαυτό του. Έτσι η αφροσύνη του ήταν ο εγωιστικός τρόπος σκέψης και ζωής. 2. Αυτός ο εγωισμός του, δεν περιέχει ίχνος αναφοράς και προς τον Θεό. Συνήθως, ακόμη και άσχετοι προς την πίστη άνθρωποι, σε στιγμές ευτυχίας λένε κι ένα «δόξα τω Θεώ». Συνεπώς, η αφροσύνη του δεν έχει αποκλείσει μόνον τον συνάνθρωπο, αλλά και τον ίδιο τον Θεό, τον χορηγό του πλούτου του. Μ΄άλλα λόγια: «είπεν άφρων εν τη καρδία αυτού∙ ουκ έστιν Θεός». Μπορεί θεωρητικά να μην ακούγεται στην παραβολή η αθεΐα του πλουσίου, όμως καταδεικνύεται στο επίπεδο της ζωής του. 3. Η διαγραφή του Θεού και του ανθρώπου φέρνει άγχος. Αντί ο πλουτισμός να του δίνει χαρά, ως ευκαιρία προσφοράς, του προσθέτει θλίψη και στενοχώρια. Ο άφρων πλούσιος, ήδη από τη ζωή αυτή, ζούσε με στοιχεία κόλασης. Η πορεία του ήταν προδιαγεγραμμένη, εφόσον δεν έδειχνε σημεία μετάνοιας. Κι επιπλέον: το άγχος του για το «έχει» του, του «έκλεβε» και το μυαλό του, τον έκανε να αδυνατεί να σκεφτεί το αυτονόητο, ότι δηλαδή τα γεννήματά του, κλεισμένα σε αποθήκες, απλώς θα σάπιζαν! Συνήθως ο εγωιστής άνθρωπος χάνει και την όποια «εξυπνάδα» του. 4. Η αφροσύνη του όμως έγκειται και στην ψευδαίσθηση της αληθινής ζωής. Ο πλούσιος δεν έπαιρνε υπόψη του το πιο βέβαιο γεγονός της ζωής: την ύπαρξη του θανάτου. Ο προβληματισμός του κινείται σε επίπεδο σχεδόν «αιωνιότητας» γι’ αυτόν της παρούσας ζωής. «Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά, κείμενα εις έτη πολλά». Πράγματι, ο άφρων «πετάει στα σύννεφα». Γι’ αυτό και η «προσγείωση» έρχεται τόσο απότομα και «ανώμαλα» γι’ αυτόν.
ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΣΩΦΡΟΣΥΝΗΣ: Αντιθέτως χαρακτηριστικό της σωφροσύνης είναι ο «πλουτισμός κατά Θεόν», που λέει ο Κύριος στην κατακλείδα της παραβολής, ο οποίος κάνει τον άνθρωπο να βρίσκεται με τον Θεό και να χαίρεται αενάως τη χαρά της παρουσίας Του. Πώς λοιπόν πρέπει να ζει ο άνθρωπος, ώστε στο τέλος του να ακούσει με χαρά ότι ευαρέστησε τον Θεό; Μα, πρώτον, να στέκεται καλά έναντι του συνανθρώπου του, δηλαδή με ανιδιοτελή αγάπη και ειλικρινές ενδιαφέρον, ακόμη και με θυσιαστική διάθεση. Δεύτερον, να πιστεύει και να αγαπά τον Θεό, που είναι το κέντρο της ζωής του. Προτεραιότητά του συνεπώς είναι το πώς θα θεμελιώνει αδιάκοπα τη ζωή του, τις σκέψεις του, τα λόγια του, τη συμπεριφορά του, στο θέλημα Εκείνου. Ο σώφρων άνθρωπος, έτσι, τρίτον, δεν ζει με άγχη και ανασφάλειες, αλλά η υπερέχουσα ειρήνη του Χριστού βραβεύει τον νου και την καρδιά του. Και, τέλος, ο σώφρων, στον οποίο ευαρεστείται ο Θεός, έχει συναίσθηση της προσωρινότητας και της φθαρτότητάς του. «Καθ’ ημέραν αποθνήσκει», με την έννοια ότι δεν τρέμει τον θάνατο, αλλά τον προσδοκά με χαρά, γνωρίζοντας ότι ο ίδιος ο Θεός θα παραλάβει την ψυχή του και όχι κάποιοι που το μόνο που επιζητούν είναι η δυστυχία του.
ΕΠΙΜΥΘΙΟ: Τι άραγε επιθυμούμε να ακούσουμε και εμείς στο τέλος της ζωής μας από τον Θεό; «Άφρων» ή «σώφρων και έμφρων;» Το ερώτημα μεταφράζεται: θησαυρίζουμε για τον εαυτό μας ή πλουτίζουμε κατά Θεόν; Από τη μια, το κέντρο βάρους είναι ο κόσμος με τη φθαρτότητά και τη διαρκή ταραχή, υπό την κυριαρχία του διαβόλου, του άρχοντος του κόσμου τούτου. Από την άλλη, το κέντρο βάρους είναι ο Θεός και το άγιο θέλημά Του, με όλες τις χαρές και τη δόξα που συνοδεύουν την παρουσία Του. Ο Χριστιανός βεβαίως δεν προβληματίζεται: επιλέγει όχι μόνον το αιώνιο, αλλά και του κόσμου τούτου το αληθινό συμφέρον του.
ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ: https://www.youtube.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: http://www.egolpion.com/