Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

ΕΚΤΕΝΏΝ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΊ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΠΡΟΣ ΤΟΝ «ΚΟΣΜΑ ΦΛΑΜΙΑΤΟ»



ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ»


Σεβασμιώτατε, πᾶρτε τὶς ἀποφάσεις σας:
θὰ τηρήσετε τὴν Ἁγιοπατερικὴ Διδασκαλία
καὶ Πρακτικὴ ἢ θὰ συμπορεύεσθε
μὲ τοὺς αἱρετίζοντες φίλους σας;


ΕΚΤΕΝΏΝ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΊ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ
ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ  ΠΡΟΣ ΤΟΝ «ΚΟΣΜΑ ΦΛΑΜΙΑΤΟ»


Τὰ σχε­τι­κὰ μὲ τὸν μη­τρο­πο­λί­τη Πει­ραι­ῶς κ. Σε­ρα­φεὶμ κεί­με­να, ποὺ δη­μο­σι­εύ­ου­με στὸ πα­ρὸν τεῦ­χος (1-28) ἀ­πε­στά­λη­σαν ―πρὶν τὴν δη­μο­σί­ευ­σή τους― στὸν ἐ­λεγ­χό­με­νο μη­τρο­πο­λί­τη, ἀ­φοῦ τὸν ἀ­φο­ροῦ­σαν προ­σω­πι­κὰ καὶ πε­ρι­εῖ­χαν μι­ὰ αὐ­στη­ρή, εἶ­ναι ἀ­λή­θει­α κρι­τι­κή· συ­νο­δεύ­ον­ταν δέ, μὲ τὴν πα­ρά­κλη­ση νὰ μᾶς ἀ­πο­στεί­λει πρὸς συν­δη­μο­σί­ευ­ση καὶ τὶς δι­κές του θέ­σεις. Πράγ­μα­τι ἐν­τὸς τρι­ῶν ἡ­με­ρῶν εἴ­χα­με τὴν ἀ­παν­τη­τι­κὴ ἐ­πι­στο­λή τοῦ Σε­βα­σμι­ω­τά­του πρὸς τὸν ἐκ­δό­τη καὶ δι­ευ­θυν­τῆ τοῦ πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Κο­σμᾶς Φλα­μι­ᾶ­τος», τὴν ὁ­ποί­α καὶ δη­μο­σι­εύ­ου­με (σελ. 30-33­).
Μὲ τὸ πα­ρὸν κεί­με­νο ―κα­τό­πιν ὑ­πο­δεί­ξε­ως τοῦ Προ­έ­δρου τῆς Φι­λορ­θο­δό­ξου Ἑ­νώ­σε­ως «Κο­σμᾶς Φλα­μι­ᾶ­τος» (ΦΕΚΦ), δι­ό­τι τε­λι­κῶς ἡ ἐ­πι­στο­λὴ τοῦ Σε­βα­σμι­ω­τά­του ἐ­στρέ­φε­το κα­τὰ τῆς Ἑ­νώ­σε­ώς μας («Δι­ε­ρω­τῶ­μαι τό­ση ἀ­φέ­λει­α, ἔλ­λει­ψη δι­α­κρί­σε­ως καὶ ἐμ­πά­θει­α ὑ­φί­στα­ται εἰς τὴν Ὑ­με­τέ­ραν ἕ­νω­σιν;­»­)― θὰ ἐ­πι­χει­ρή­σω νὰ σχο­λι­ά­σω τὴν ἐ­πι­στο­λὴ αὐ­τὴ τοῦ μη­τρο­πο­λί­τη Πει­ραι­ῶς, μὲ τὴν ὁ­ποί­α ἀ­παν­τᾶ συ­νο­λι­κὰ στὰ ὅ­σα ἀ­να­φέ­ρον­ταν πε­ρὶ τοῦ προ­σώ­που του στὰ κεί­με­να ποὺ τοῦ ἀ­πε­στά­λη­σαν.
Ἡ δι­α­πί­στω­σή μου εἶ­ναι, πὼς μὲ τὴν ἀ­πάν­τη­σή του πα­ρα­κάμ­πτει τὰ πε­ρισ­σό­τε­ρα θέ­μα­τα τὰ ὁ­ποῖ­α θί­ξα­με καί, βέ­βαι­α, δὲν ἀ­παν­τᾶ στὴν οὐ­σί­α τῶν ἀ­να­φε­ρο­μέ­νων. Τὸ ἀ­κό­μα χει­ρό­τε­ρο εἶ­ναι, ὅ­τι ἀ­πὸ τὴν στιγ­μὴ ποὺ δι­ά­βα­σε τὰ κεί­με­νά μας καὶ εἶ­δε πὼς ἀν­τι­με­τω­πί­ζου­με μὲ ἐν­το­νό­τε­ρο κρι­τι­κὸ μά­τι τὶς σχε­τι­κὲς μὲ τὴν αἵ­ρε­ση τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ θέ­σεις καὶ ἐ­νέρ­γει­ές του, «ἐν μι­ᾷ νυ­κτὶ» με­τε­βλή­θη­σαν οἱ ἀ­πέ­ναν­τί μας δι­α­θέ­σεις του! Ἔτ­σι, ἀ­πὸ «ἀ­γω­νι­στὲς» τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας ποὺ μᾶς θε­ω­ροῦ­σε (καί, ὡς ἀ­πο­δει­κνύ­ε­ται, ὑ­πο­κρι­τι­κὰ μᾶς ὀ­νό­μα­ζε ἔτ­σι), τώ­ρα ἀ­δί­στα­κτα μᾶς προ­σά­πτει τὸ κα­τη­γο­ρη­τή­ρι­ο κα­κό­δο­ξων ἀν­θρώ­πων, τῶν ὁ­ποί­ων ὁ «ἄ­κρι­τος ζη­λω­τι­σμὸς ὁ­δη­γεῖ ἀ­να­πο­δρά­στως εἰς τὴν ἀ­πώ­λει­αν»!
Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, πα­ρα­κο­λου­θού­σα­τε τό­σα χρό­νι­α τὰ κεί­με­νά μας καὶ μᾶς βρα­βεύ­σα­τε ὡς ἀ­γω­νι­στές τῆς Πί­στε­ως. Ἀ­πὸ τὴ στιγ­μὴ τῆς βρα­βεύ­σε­ώς μας, ὅ­μως, στὸ πρό­σω­πο τοῦ κ. Ντετ­ζι­όρ­τζι­ο, δὲν με­τε­βλή­θη­σαν οὔ­τε κα­τὰ μί­α κε­ραί­α οἱ δι­κές μας πε­ποι­θή­σεις. Γι­α­τί, λοι­πόν, αὐ­τὴ ἡ ἐμ­πα­θὴς ἀλ­λα­γὴ στά­σε­ως πρὸς τὸ πρό­σω­πό μας; Ἀ­σφα­λῶς, ἐ­πει­δὴ ὁ ἔ­λεγ­χός μας χτύ­πη­σε στὸ κόκ­κα­λο. Ἄ­ρα, ὅ­σο ὁ ἔ­λεγ­χός μας ἦ­ταν ἤ­πι­ος καὶ δι­α­κρι­τι­κός, ἐ­πει­δὴ ἐλ­πί­ζα­με ὅ­τι οἱ ἀμ­φι­τα­λαν­τεύ­σεις σας ὀ­φεί­λον­ταν στὴν σύγ­χυ­ση τῆς ἐ­σχα­το­λο­γι­κῆς ἐ­πο­χῆς μας, εἴ­μα­στε γι­ὰ σᾶς «ἀ­γω­νι­στὲς» καὶ ἄ­ξι­οι βρα­βεύ­σε­ως· ὅ­ταν, ὅ­μως, ἡ κρι­τι­κὴ ἔ­γι­νε πε­ρισ­σό­τε­ρο συγ­κε­κρι­μέ­νη καὶ προ­σω­πι­κή, αὐ­το­μά­τως γι­ὰ σᾶς, με­τα­βλη­θή­κα­με σὲ κα­κό­δο­ξους, ὄ­χι γι­α­τὶ προ­σθέ­σα­με ἐ­μεῖς κά­τι στὴν πί­στη, ἀλ­λὰ γι­α­τὶ ἐ­σεῖς ἀ­φή­σα­τε νὰ εἰ­σχω­ρή­σει ἡ κα­θε­στω­τι­κὴ-ἐ­ξου­σι­ο­κρα­τι­κὴ ἀν­τι­πά­θει­α στὴν ψυ­χή σας!
Δὲν σᾶς κρύ­βου­με ὅ­τι ἦ­ταν μι­ὰ ὀ­δυ­νη­ρὴ ἐμ­πει­ρί­α γι­ὰ ἐ­μᾶς αὐ­τὴ ἡ βε­βαι­ω­θεῖ­σα ὑ­πο­κρι­τι­κὴ στά­ση σας ἀ­πέ­ναν­τί μας.
Προ­σω­πι­κά, πα­ρό­τι εἶ­χα βγά­λει τὰ συμ­πε­ρά­σμα­τά μου, (ἀ­σφα­λῶς ἐ­πι­σφα­λῆ, ἀ­φοῦ μό­νον ὁ Θε­ὸς εἶ­ναι ὁ «ἐ­τά­ζων νε­φροὺς καὶ καρ­δί­ας», ἀλ­λὰ ταυ­τό­χρο­να ἀ­ναγ­καῖ­α, ὅ­ταν πρό­κει­ται νὰ το­πο­θε­τη­θοῦ­με γι­ὰ θέ­μα­τα Πί­στε­ως, ἐκ τῶν ὁ­ποί­ων ἐ­ξαρ­τᾶ­ται ἡ σω­τη­ρί­α μας), ἐ­ξέ­φρα­σα πρὸς τοὺς συ­νερ­γά­τες τοῦ πε­ρι­ο­δι­κοῦ τὴ θέ­ση, πὼς θὰ ἔ­πρε­πε νὰ πε­ρι­μέ­νου­με λί­γο ἀ­κό­μα πρὶν δη­μο­σι­εύ­σου­με τὰ κεί­με­να, ποὺ ἀ­πο­κά­λυ­πταν τὶς δι­α­θέ­σεις σας. Καὶ αὐ­τὸ τὸ ἔ­κα­να, γι­α­τὶ ἤλ­πι­ζα, πὼς κά­ποι­οι συ­να­γω­νι­στές, πλη­ρο­φο­ρού­με­νοι τὶς ἐ­νέρ­γει­ές σας, θὰ συ­νει­δη­το­ποι­οῦ­σαν, σὲ ποι­ό τέλ­μα καὶ σὲ ποι­ό γκρε­μὸ ὁ­δη­γεῖ­ται ὁ ἀ­γώ­νας ἐ­ναν­τί­ον τῆς πα­ναι­ρέ­σε­ως τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ, καὶ θὰ ἀ­νε­λάμ­βα­ναν τὶς ἀ­ναγ­καῖ­ες ἐ­κεῖ­νες πρω­το­βου­λί­ες γι­ὰ μι­ὰ ἑ­νι­αί­α πο­ρεί­α, σύμ­φω­νη μὲ τὴν Ὀρ­θό­δο­ξη Πα­ρά­δο­ση καὶ τὰ πα­ρα­δείγ­μα­τα τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων. Φαί­νε­ται, ὅ­μως, ἀ­πὸ τὴν ἀ­πάν­τη­σή σας, ὅ­τι οἱ μά­σκες ἔ­πε­σαν, τὸ ἀ­πό­στη­μα ἔ­σπα­σε καὶ ἀ­πο­δείχ­τη­καν οἱ δι­α­θέ­σεις τῶν καρ­δι­ῶν μας.
Με­τὰ ἀ­πὸ αὐ­τὰ τὰ εἰ­σα­γω­γι­κά, ἔρ­χο­μαι στὸν σχο­λι­α­σμὸ τῆς ἐ­πι­στο­λῆς σας, πα­ρό­τι τὰ γε­γο­νό­τα δι­και­ώ­νουν τὶς ὑ­πο­ψί­ες μου ―ὄ­χι χω­ρὶς ψυ­χο­λο­γι­κὸ ἄλ­γος γι­ὰ τὸ κα­τάν­τη­μά μας― γι­ὰ τὴν ψη­λα­φη­τὴ δι­αί­ρε­ση με­τα­ξὺ καὶ αὐ­τῶν ποὺ θε­ω­ροῦν­ται ὅ­τι ἀ­γω­νί­ζον­ται κα­τὰ της πα­ναι­ρέ­σε­ως τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ, ἀλ­λὰ καὶ τὶς ἀ­φορ­μὲς ποὺ αὐ­τὴ δί­δει σὲ κά­ποι­ους νὰ μᾶς χλευ­ά­ζουν.
Καὶ δι­ε­ρω­τῶ­μαι: Πῶς ὅ­λοι ἐ­σεῖς, οἱ λε­γό­με­νοι ἀν­τι-οι­κου­με­νι­στὲς κλη­ρι­κοὶ (κι ἐ­μεῖς μα­ζί σας), προ­σφέ­ρον­τας τὴν ἀ­ναί­μα­κτη θυ­σί­α, προ­φέ­ρε­τε τὴν ἐκ­φώ­νη­ση: «ἀ­γα­πή­σω­μεν ἀλ­λή­λους, ἵ­να ἐν ὁ­μο­νοί­ᾳ ὁ­μο­λο­γή­σω­μεν», κα­θ’ ὃν χρό­νον σι­γο­βρά­ζει ἀ­νά­με­σά μας καὶ καλ­λι­ερ­γεῖ­ται ἡ δι­αί­ρε­ση;
Δὲν θὰ ἔ­πρε­πε, πρὶν ξα­να­πι­ά­σε­τε στὰ χέ­ρι­α σας τὸ Ἅ­γι­ο Δι­σκο­πό­τη­ρο, νὰ ἀ­πο­μο­νω­θοῦν σ’ ἕ­να μο­να­στῆ­ρι, ὅ­σοι ἔ­χουν ἀ­πο­φα­σί­σει ἕ­να συ­νε­πῆ, θυ­σι­α­στι­κὸ ἀ­γῶ­να ἐ­ναν­τί­ον τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ, καὶ νὰ μὴ βγοῦν ἀ­πὸ ἐ­κεῖ ἕ­ως ὅ­του (ἐκ­ζη­τών­τας ἐν μετανοίᾳ τὸν θεῖον φωτισμό), ξεκαθαρίσουν ποιά ἐπιτέλους εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν Πατέρων γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ;

Γρά­φε­τε λοι­πόν, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, ἐν ἀρ­χῇ τῆς ἐ­πι­στο­λῆς σας:

«Ὀ­φεί­λω βέ­βαι­α νὰ ἐκ­φρά­σω τὸν δί­και­ον πα­ρα­πι­κρα­σμόν μου, δι­ό­τι δι­ὰ τῶν δη­μο­σι­ευ­μά­των πα­ρα­βι­ά­ζε­ται ἡ ὑ­πὸ τοῦ Κυ­ρί­ου μας τα­χθεῖ­σα δι­κο­νο­μί­α ἐ­λέγ­χου τῶν πα­ρε­κτρε­πο­μέ­νων ἀ­δελ­φῶν ὡς ἐν τῷ Ἱ­ε­ρῷ Εὐ­αγ­γε­λί­ῳ ἀ­να­φέ­ρε­ται (Ματθ. ι­η΄ 15-17)­.­.. Ἐ­ὰν εἶ­χε τη­ρη­θῇ αὕ­τη θὰ εἶ­χα τὴν δυ­να­τό­τη­τα νὰ ἀν­τεί­πω εἰς τὰς Ὑ­με­τέ­ρας αἰ­τι­ά­σεις.­.­.­».
Ἀ­πο­ροῦ­με, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, πῶς ξε­κι­νᾶ­τε τὴν πρὸς ἐ­μᾶς ἐ­πι­στο­λή σας μὲ δι­α­στρέ­βλω­ση τῆς πραγ­μα­τι­κό­τη­τος. Ἐ­πι­χει­ρεῖ­τε νὰ μᾶς πα­ρου­σι­ά­σε­τε ἐξ ἀρ­χῆς πα­ρα­βά­τες τῆς εὐ­αγ­γε­λι­κῆς Ἐν­το­λῆς. Ὅ­μως, οἱ το­πο­θε­τή­σεις ποὺ δι­α­τυ­πώ­νου­με γι­ὰ ἐ­νέρ­γει­ές σας στὰ κεί­με­να τοῦ πα­ρόν­τος τεύ­χους (τὰ ὁ­ποῖ­α μά­λι­στα πρὶν τὰ δη­μο­σι­εύ­σου­με τὰ θέ­σα­με ὑ­π’ ὄ­ψιν σας), δὲν δι­α­τυ­πώ­νον­ται γι­ὰ πρώ­τη φο­ρά.
Εἴ­χα­με ἐκ­θέ­σει τὶς θέ­σεις μας καὶ τὶς δι­α­μαρ­τυ­ρί­ες μας γι­ὰ ἐ­νέρ­γει­ές σας καὶ γι­ὰ τὸν ἀν­τι­πα­τε­ρι­κὸ τρό­πο μὲ τὸν ὁ­ποῖ­ο πο­λι­τεύ­ε­σθε στὸ μεῖ­ζον πρό­βλη­μα τῆς ἀν­τι­με­τω­πί­σε­ως τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ· τὶς εἴ­χα­με θέ­σει καὶ προ­φο­ρι­κά, καὶ γρα­πτά, καὶ σὲ κα­τ’ ἰ­δί­αν συ­ζή­τη­ση, καὶ ἐ­παι­νών­τας σας γι­ὰ τοὺς ἀ­γῶ­νες ποὺ κά­να­τε, καὶ ἐ­λέγ­χον­τας τὶς λά­θος κι­νή­σεις σας. Κι αὐ­τὸ τὸ εἴ­χα­με πρά­ξει καὶ μί­α, καὶ δεύ­τε­ρη φο­ρά, καὶ μὲ προ­σω­πι­κὴ ἐ­πι­στο­λή, καὶ δι­ὰ σχο­λί­ων.
Αὐ­τὰ ποὺ τώ­ρα λέ­με, λοι­πόν, δὲν ἀ­πο­τε­λοῦν ξαφ­νι­κὴ καὶ ἄ­γνω­στη σὲ σᾶς κρι­τι­κή, ποὺ γι­ὰ πρώ­τη φο­ρὰ ἐκ­θέ­του­με σχε­τι­κὰ μὲ μι­ὰ ἡ­μαρ­τη­μέ­νη ἐ­νέρ­γει­ά σας, ἀλ­λὰ πρό­κει­ται γι­ὰ μι­ὰ ἑ­νι­αί­α το­πο­θέ­τη­ση σὲ ἕ­να πλέγ­μα πο­λυ­χρό­νι­ων ἐ­νερ­γει­ῶν σας, κο­ρύ­φω­ση τῆς ὁ­ποί­ας ὑ­πῆρ­ξαν τὰ τε­λευ­ταῖ­α ἀ­πο­κα­λυ­πτι­κά, καὶ ἐμ­φα­νῶς δη­λω­τι­κά, τῶν δι­α­θέ­σε­ών σας γε­γο­νό­τα. Καὶ ὅ­λα αὐ­τά, καὶ ἐκ μέ­ρους σας καὶ ἐκ μέ­ρους μας, εἶ­χαν γί­νει δη­μο­σί­ως. Καὶ ὁ ἱ­ε­ρὸς Χρυ­σό­στο­μος (καὶ ἄλ­λοι Πα­τέ­ρες) δι­δά­σκει, ὅ­πως κα­λὰ γνω­ρί­ζε­τε: «τὰ δη­μο­σί­ως λε­γό­με­να καὶ πρατ­τό­με­να πρέ­πει δη­μο­σί­ως καὶ νὰ ἐ­λέγ­χον­ται».
Ὅ­λα αὐ­τὰ θὰ σᾶς τὰ θυ­μή­σου­με-παραθέσουμε στὴ συνέχεια, ἀναλύοντας κάθε μιὰ περίπτωση.

«Θε­ω­ρῶ ἀ­τυ­χὲς τὸ γε­γο­νὸς τῆς ἐ­να­σχο­λή­σε­ως ἑ­νὸς Θρη­κευ­τι­κοῦ Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κοῦ ἐν­τύ­που μὲ Ἐ­πί­σκο­πον ὅ­ταν δὲν κη­ρύσ­σει ἢ δὲν συ­νερ­γεῖ εἰς τὴν κα­κο­δο­ξί­αν δι­ό­τι οὐ­δέ­να οἰ­κο­δο­μεῖ ἡ ὁ­ποι­α­δή­πο­τε θε­τι­κὴ ἢ ἀρ­νη­τι­κὴ κρί­σις δι’ ἓν πρό­σω­πον».
1. Τὸ πε­ρι­ο­δι­κό μας, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, δὲν ἀ­νή­κει στὴν κα­τη­γο­ρί­α τοῦ «Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κοῦ ἐν­τύ­που», ὅ­πως γρά­φε­τε (μὲ τὴν ἔν­νοι­α ποὺ ἔ­χει σή­με­ρα ἡ λέ­ξη ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή). Ἀ­σχο­λεῖ­ται γε­νι­κό­τε­ρα μὲ τὴν δι­α­τή­ρη­ση ἀ­λω­βή­του τῆς Πί­στε­ως τῆς Ἁ­γί­ας Ὀρ­θο­δο­ξί­ας μας, κα­τα­δει­κνύ­ον­τας τοὺς κιν­δύ­νους τῶν ἐ­κτὸς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἀλ­λὰ κυ­ρί­ως τῶν ἐν­τὸς αὐ­τῆς αἱ­ρε­τι­κῶν, ποὺ κα­τὰ δυ­στυ­χί­αν εἶ­ναι «ὀρ­θό­δο­ξοι» Ἐ­πί­σκο­ποι, στὰ πρό­σω­πα τῶν ὁ­ποί­ων ἐκ­πλη­ρώ­νε­ται ἡ προ­φη­τεί­α τοῦ ἀπ. Παύ­λου: «καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν.­.­.­» (Πράξ. 20, 30).
Πολ­λοὶ ἀ­πὸ τοὺς συγ­χρό­νους Ἐ­πι­σκό­πους, ἀν­τὶ νὰ προ­σπα­θοῦν ―παν­τὶ σθέ­νει καὶ με­τὰ φό­βου καὶ συ­νο­χῆς καρ­δί­ας― νὰ δι­α­ψεύ­σουν γι­ὰ τὸν ἑ­αυ­τό τους τὴν προ­φη­τεί­α αὐ­τή, βάλ­θη­καν νὰ ἐ­πι­βε­βαι­ώ­σουν τοὺς λό­γους τῶν Ἁ­γί­ων, ὅ­πως τε­λευ­ταῖ­α καὶ δυ­να­τὰ δι­α­τυ­πώ­θη­κε ἀ­πὸ τὸν ἅ­γι­ο Κο­σμᾶ τὸν Αἰ­τω­λό: «Οἱ κλη­ρι­κοὶ θὰ γί­νουν οἱ χει­ρό­τε­ροι καὶ οἱ ἀ­σε­βέ­στε­ροι ὅ­λων» καὶ μά­λι­στα οἱ Ἐ­πί­σκο­ποι! Δι­ό­τι σή­με­ρα, τὸ πρό­βλη­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας εἶ­ναι ἡ ἀ­που­σί­α πι­στῶν Ἐ­πι­σκό­πων, οἱ ὁ­ποῖ­οι νὰ ἀ­κο­λου­θοῦν ἐ­πα­κρι­βῶς τὴν Ἱ­ε­ρὰ Πα­ρά­δο­ση καὶ μὲ συ­νέ­πει­α νὰ τὴν ἐ­φαρ­μό­ζουν αὐ­τοὶ πρῶ­τοι, νὰ ἐ­πι­βλέ­πουν δὲ τὴν τή­ρη­ση τῶν θεί­ων Ἐν­το­λῶν, ὅ­πως αὐ­τὲς βι­ώ­θη­καν ἀ­πὸ τοὺς Ἁ­γί­ους, πα­ρε­δό­θη­καν καὶ κω­δι­κο­ποι­ή­θη­καν στοὺς Ἱ. Κα­νό­νες.
2. Ἀ­σφα­λῶς καὶ θὰ ἦ­ταν ἀ­τυ­χές, κα­τα­δι­κα­στέ­ο καὶ βλά­σφη­μο γε­γο­νός, ἡ ἐ­να­σχό­λη­σή μας μὲ ὀρ­θο­το­μοῦν­τας τὸν λό­γον τῆς ἀ­λη­θεί­ας Ἐ­πι­σκό­πους καὶ τη­ροῦν­τας τὴν Ὀρ­θό­δο­ξη Πα­ρά­δο­ση. Ἀλ­λὰ δυ­στυ­χῶς, εἴ­μα­στε στὴν ἐ­πο­χὴ ποὺ οἱ Ἐ­πί­σκο­ποι κη­ρύσ­σουν ἢ συ­νερ­γοῦν στὴν ἐ­πι­κρά­τη­ση τῆς κα­κο­δο­ξί­ας (πα­ναι­ρέ­σε­ως) τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ. Ἔτ­σι, ἀν­τὶ νὰ ἔ­χου­με τὴν εὐ­λο­γί­α νὰ μᾶς κα­θο­δη­γοῦν καὶ νὰ μᾶς ἐμ­πνέ­ουν Ἅ­γι­οι Ἐ­πί­σκο­ποι, εἴ­μα­στε ἀ­ναγ­κα­σμέ­νοι, γι­ὰ νὰ δι­α­τη­ρή­σου­με τὴν ἐλ­πί­δα τῆς σω­τη­ρί­ας μας, νὰ ἀν­τι­δροῦ­με στὶς προ­δο­τι­κὲς ἐ­νέρ­γει­ες κα­κο­δό­ξων ἢ ἀ­δι­α­φό­ρων Ἐ­πι­σκό­πων γι­ὰ τὴν δι­α­τή­ρη­ση τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Πί­στε­ως· Ἐ­πι­σκό­πων ποὺ ἐ­πι­τρέ­πουν τὴν ἐ­πέ­κτα­ση καὶ ἐ­πι­κρά­τη­ση τῆς πα­ναι­ρέ­σε­ως τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ· Ἐ­πι­σκό­πων ποὺ ἀ­σχο­λοῦν­ται καὶ ἀ­να­λώ­νον­ται μὲ πολ­λὰ καὶ ποι­κί­λα θέ­μα­τα, ἐ­θνι­κά, πο­λι­τι­κά, οἰ­κο­νο­μι­κά κ.λπ. (δὲς Ἀ­να­κοι­νω­θέν­τα Συ­νε­δρι­ά­σε­ων Ἱ. Συ­νό­δου καὶ δη­λώ­σεις Μη­τρο­πο­λι­τῶν), ἀλ­λὰ οὐ­δέ­πο­τε (πα­ρὰ τὶς προ­κλή­σεις) ἀ­να­φέρ­θη­καν (μὲ ἕ­να ἔ­στω ἀ­να­κοι­νω­θέν τους) στὴν πα­ναί­ρε­ση τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ καὶ τοὺς ἐκ τῶν «ὀρ­θο­δό­ξων» αἱ­ρε­τι­κοὺς ποὺ λυ­μαί­νον­ται σή­με­ρα τὴν Ἐκ­κλη­σί­α· Ἐ­πι­σκό­πων ποὺ πα­ρο­πλί­ζουν, ἀ­φο­ρί­ζουν, κα­θαι­ροῦν ὅ­σους τολ­μοῦν νὰ ὑ­πε­ρα­σπί­ζουν τὴν Ὀρ­θο­δο­ξη Πί­στη, ἀλ­λὰ με­τα­ξύ τους ἀλ­λη­λο­ϋ­πο­στη­ρί­ζον­ται, συν­τρώ­γουν, συ­νε­φραί­νον­ται, συν­δο­ξά­ζον­ται «δό­ξαν πα­ρ’ ἀλ­λή­λων λαμ­βά­νον­τες»· καὶ ὄ­χι μό­νο με­τα­ξύ τους, ἀλ­λὰ καὶ με­τὰ τῶν ἐ­χθρῶν τῆς Πί­στε­ως συ­νευ­ο­χοῦν­ται (Πα­πι­κῶν, Προ­τε­σταν­τῶν, Οἰ­κου­με­νι­στῶν, Μου­σουλ­μά­νων) καὶ ἀλ­λη­λο­λι­βα­νί­ζον­ται καὶ συμ­προ­σεύ­χον­ται, καὶ συ­να­πο­φα­σί­ζουν τὰ τῆς Πί­στε­ως. Καὶ μὲ ὅ­λους αὐ­τούς, καὶ σεῖς Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, ἔ­χε­τε ἐ­πι­κοι­νω­νί­α, συ­νερ­γών­τας ἔτ­σι ἔμ­με­σα στὴν ἐπικράτηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.

«Εἰς τὰ θέ­μα­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καὶ τῆς Πί­στε­ως οἱ ἅ­γι­οι Ἀ­πό­στο­λοι, οἱ σε­πτοὶ Πα­τέ­ρες καὶ οἱ Ἅ­γι­οι ἐ­βά­δι­ζον τὴν μέ­σην καὶ Βα­σι­λι­κὴν ὁ­δὸν τῆς ἀ­λη­θεί­ας καὶ τῆς ἀ­κρι­βεί­ας δι­ό­τι τὰ ἄ­κρα συ­νά­πτον­ται με­τὰ τῆς πλά­νης».
Σω­στὸς ἐκ πρώ­της ὄ­ψε­ως, ἀλ­λὰ πα­ρα­πλα­νη­τι­κὸς στὴν οὐ­σί­α του ὁ λό­γος σας αὐ­τός, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, μὲ τὸν τρό­πο ποὺ τὸν ἐ­φαρ­μό­ζε­τε. Ἀ­φή­νε­τε νὰ νο­η­θεῖ στὴν ἐ­πι­στο­λήν σας, ὅ­τι ἐ­σεῖς βα­δί­ζε­τε τὴν «μέ­ση καὶ βα­σι­λι­κὴν ὁ­δὸν τῆς ἀ­λη­θεί­ας», ἐ­νῶ ἐ­μεῖς βα­δί­ζου­με στὰ ἄ­κρα. Ὅ­μως, αὐ­τὸ δὲν ἀν­τα­πο­κρί­νε­ται στὴν ἀ­λή­θει­α τῶν πραγ­μά­των, δι­ό­τι οἱ μὲν σε­πτοὶ Πα­τέ­ρες καὶ οἱ Ἅ­γι­οι βά­δι­ζαν τὴν «ὁ­δὸν τῆς ἀ­λη­θεί­ας» στὰ θέ­μα­τα τῆς Πί­στε­ως, ἐ­σεῖς δέ, δὲν ἀ­κο­λου­θεῖ­τε τὴν γραμ­μή τους, ἀλ­λὰ ἐ­παμ­φο­τε­ρί­ζε­τε.
Ἐ­μεῖς, ἐξ ἄλ­λου, προ­σπα­θοῦ­με νὰ ἀ­κο­λου­θή­σου­με τὴν δι­δα­σκα­λί­α τῶν Πα­τέ­ρων, ἐ­φαρ­μό­ζον­τας π.χ. τὸν Ι­Ε’ κα­νό­να τῆς ΑΒ Συ­νό­δου, πα­ρὰ τὶς ἀ­δυ­να­μί­ες μας, τὶς ἀ­στο­χί­ες μας καὶ τὰ πά­θη μας. Καὶ αὐ­τὴ τὴν δι­δα­σκα­λί­α τῶν Πα­τέ­ρων, ποὺ οἱ σύγ­χρο­νοι Ποι­μέ­νες στραγ­γα­λί­ζουν ἑρ­μη­νευ­τι­κά, τὴν ἐκ­θέ­σα­με «τὸ κα­τὰ δύ­να­μιν» δη­μό­σι­α, μὲ ἄρ­θρα, φυλ­λά­δι­α, βι­βλί­α· καὶ τὴν ἀ­πο­στεί­λα­με σὲ ἑ­κα­τον­τά­δες Ἐ­πι­σκό­πους, ἡ­γου­μέ­νους καὶ πνευ­μα­τι­κούς, πα­ρα­κα­λών­τας νὰ μᾶς ἀ­παν­τή­σουν κα­το­χυ­ρω­μέ­να. Δὲν πή­ρα­με κα­μι­ὰ ἀ­πάν­τη­ση ποὺ νὰ εἶ­ναι σύμ­φω­νη μὲ τὴν Εὐ­αγ­γε­λι­κὴ καὶ Πα­τε­ρι­κὴ δι­δα­χή. Με­τα­ξὺ ἐ­κεί­νων ποὺ ἀ­πάν­τη­σαν εἴ­σα­στε κι ἐ­σεῖς. Κι ἐ­δῶ σᾶς κα­τη­γο­ροῦ­με, εὐ­θέ­ως πλέ­ον,  ὡς πρὸς αὐ­τό, ὅ­τι μὲ τὸ πε­ρι­ε­χό­με­νο τῆς ἀ­παν­τή­σε­ώς σας δι­α­στρέ­φε­τε τὸν ἐν λό­γῳ κα­νό­να καὶ τὴν δι­δα­σκα­λί­α τῆς Ἐκλησίας, χω­ρὶς μά­λι­στα νὰ πα­ρου­σι­ά­ζε­τε θέ­σεις τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων γι­ὰ τὸ θέ­μα, οἱ ὁ­ποῖ­ες τυ­χὸν μᾶς δι­έ­φυ­γαν ἢ τὶς πα­ρερ­μη­νεύ­σα­με. Θὰ ἐ­ξε­τά­σου­με πα­ρα­κά­τω τὴν συγ­κε­κρι­μέ­νη πα­ρα­χά­ρα­ξη τῶν πα­τε­ρι­κῶν θέ­σε­ων καὶ τῆς Πα­ρα­δό­σε­ως τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ποὺ κά­νε­τε, συγ­κε­κρι­μέ­να ὡς τὸ θέ­μα τῆς «δι­α­κοι­νω­νί­ας.

«Οἱ Ἅ­γι­οι οὐ­δέ­πο­τε ἐ­μί­ση­σαν τοὺς κα­κο­δό­ξους καὶ αἱ­ρε­τι­κούς. Στη­λί­τευ­σαν ὅ­μως τὴν κα­κο­δο­ξί­αν καὶ τὴν αἵ­ρε­σιν με­τὰ θυ­σι­α­στι­κῆς πι­στό­τη­τος ἔ­χον­τες ὡς γνώ­μο­να τὴν βα­σι­λί­δα τῶν ἀ­ρε­τῶν, τὴν δι­ά­κρι­σιν».
Συμ­φω­νοῦ­με πλή­ρως μὲ τὴν πα­ρα­πά­νω φρά­ση σας· κι ἂν δι­α­πι­στώ­νου­με ὅ­τι ἐ­μεῖς δὲν τὴν ἐ­φαρ­μό­ζου­με πλή­ρως, ὅ­τι κά­ποι­α ἀν­τι­πά­θει­α κλω­θο­γυ­ρί­ζει δί­πλα μας, ἀ­γω­νι­ζό­μα­στε νὰ τὴν ἐκ­δι­ώ­ξου­με.
Ὅ­μως, ἐ­πὶ τοῦ θέ­μα­τος «τῆς στη­λι­τεύ­σε­ως τῶν κα­κο­δό­ξων»: δὲν ἔ­χε­τε ἀ­κό­μα ἀν­τι­λη­φθεῖ (ἐ­σεῖς καί τι­νες ἄλ­λοι), ὅ­τι ἐ­πι­κα­λού­με­νοι τά­χα λό­γους δι­α­κρί­σε­ως γι­ὰ νὰ μὴν κα­το­νο­μά­σε­τε τοὺς ἡ­γέ­τες τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ (καὶ νὰ δι­α­κό­ψε­τε με­τ’ αὐ­τῶν τὴν ἐ­πι­κοι­νω­νί­α), οὐ­σι­α­στι­κὰ ρί­χνε­τε νε­ρὸ στὸ μύ­λο τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ καὶ τῆς Ν. Τά­ξης Πραγ­μά­των; Ὅ­τι ἡ «θυ­σι­α­στι­κὴ πι­στό­τη­τα», δηλαδὴ ἡ θυ­σί­α γι­ὰ τὴν πί­στη, εὑ­ρί­σκε­ται ἐν προ­κει­μέ­νῳ στὴν κα­ταγ­γε­λί­α τοῦ ἀρ­χη­γοῦ τῆς αἱ­ρέ­σε­ως, ποὺ ἔ­χει τὴ δυ­να­τό­τη­τα νὰ σᾶς βλά­ψει; Δὲν ἔ­χε­τε ἀν­τι­λη­φθεῖ ὅ­τι ὁ Οἰ­κου­με­νι­κὸς Πα­τρι­άρ­χης κ. Βαρ­θο­λο­μαῖ­ος καὶ οἱ πε­ρὶ αὐ­τόν, δὲν πο­λυ­εν­δι­α­φέ­ρον­ται γι­ὰ τὸν ἂν κά­ποι­οι θὰ μι­λή­σουν ἐ­ναν­τί­ον τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ ἀ­ο­ρί­στως, ἀλ­λὰ τὸν ἐν­δι­α­φέ­ρει, καὶ πο­λὺ μά­λι­στα, ἂν τὸν κα­τα­δεί­ξουν καὶ τὸν ὀ­νο­μα­τί­σουν Ἐ­πί­σκο­ποι ὡς Οἰ­κου­με­νι­στή, καὶ ἐ­ὰν παύ­σουν στὴ συ­νέ­χει­α νὰ τὸν μνη­μο­νεύ­ουν;
Ἀ­πο­τε­λεῖ «δι­ά­κρι­ση» (καὶ μά­λι­στα «θυ­σι­α­στι­κή»), Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε,  ἡ ἐκ μέρους σας ἀ­πο­φυ­γὴ συγ­κρού­σε­ως με­τὰ τοῦ ἀρ­χη­γέ­του τῆς πα­ναι­ρέ­σε­ως τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ κ. Βαρ­θο­λο­μαί­ου; Μπο­ρεῖ νὰ χα­ρα­κτη­ρι­σθεῖ ὡς δι­ά­κρι­ση ἡ ἐν­το­λὴ στοὺς ὁ­μι­λη­τὰς τῆς Ἡ­με­ρί­δας τοῦ Πει­ραι­ᾶ, νὰ μὴν ὑ­πάρ­ξει ἀ­να­φο­ρὰ σὲ ὀ­νό­μα­τα, ὅ­πως τῶν κ. Βαρ­θο­λο­μαί­ου, κ. Ζη­ζι­ού­λα κ.ἄ.; (Ἢ μή­πως δὲν ἀ­να­φε­ρό­ταν σὲ ἐ­σᾶς ὁ π. Θε­ό­δω­ρος Ζή­σης σὲ πρό­σφα­τη ὁ­μι­λί­α του, ὅ­ταν ἀ­πο­κά­λυ­ψε τὸ πα­ρα­πά­νω;­). Ἀ­πο­τε­λεῖ δι­ά­κρι­ση συ­νει­δη­τοῦ ἐ­πι­σκό­που (πο­λε­μί­ου τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ) ἡ πα­ρου­σί­α σας στὴν ὑ­πο­δο­χὴ τοῦ Πα­τρι­άρ­χου σὲ Πά­τρα, Λά­ρι­σα καὶ Ἐ­λασ­σό­να; Λο­γί­ζε­ται ὡς στη­λί­τευ­ση τῆς αἱ­ρε­τι­κῆς πε­ρὶ «δι­η­ρη­μέ­νης» Ἐκ­κλη­σί­ας δι­δα­σκα­λί­α τοῦ Μεσ­ση­νί­ας κ. Χρυ­σο­στό­μου ἡ στιγ­μι­αί­α ἀν­τι­πα­ρά­θε­σή σας μα­ζί του στὴ Σύ­νο­δο τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας, καὶ ἡ με­τὰ ἀ­πὸ λί­γο ἔμ­με­ση (του­λά­χι­στον) ὑ­πο­στή­ρι­ξη ποὺ τοῦ δώ­σα­τε;
Ἀλ­λ’ ἔ­στω· δὲν συμ­φω­νεῖ­τε (κα­κῶς) μὲ τὴν κα­ταγ­γε­λί­α τοῦ ἡ­γέ­τη τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ καὶ τῶν πα­ρα­τρε­χά­με­νών του· καὶ αὐ­τὸ τὸ ὀ­νο­μά­ζε­τε «δι­ά­κρι­ση». Μὰ ἐ­σεῖς, δὲν μεί­να­τε μό­νο σ’ αὐ­τό, ἀλ­λὰ φτά­σα­τε στὸ ἄ­κρον ἄ­ω­τον τῆς «δι­α­κρί­σε­ως». Ἀν­τὶ νὰ στη­λι­τεύ­ε­τε τὶς κα­κο­δο­ξί­ες τοῦ Οἰ­κου­με­νι­κοῦ Πα­τρι­άρ­χου, τὸν .­..ἐ­παι­νεῖ­τε κι­ό­λας!­!! Ἆ­ρα, μι­ὰ τέ­τοι­α ἀ­νε­κτι­κό­τη­τα, μι­ὰ τέ­τοι­ας με­σό­τη­τας δι­ά­κρι­ση, ποιός σᾶς τὴν ἐμπνέει;

«Ἐ­πὶ τῶν πραγ­μα­τι­κῶν πε­ρι­στα­τι­κῶν ποὺ δι­α­στρε­βλω­μέ­να ἑρ­μη­νεύ­ε­τε, .­..ση­μει­ῶ ὅ­τι μὲ αἰ­τι­ᾶ­σθε ὅ­τι ὁ­μι­λῶ ἐ­ναν­τί­ον τοῦ Τε­κτο­νι­σμοῦ καὶ ὄ­χι ἀρ­κούν­τως κα­τὰ τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ. Δι­ε­ρω­τῶ­μαι ἀ­γνο­εῖ­τε ὅ­τι πη­γὴ καὶ μή­τρα τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ τυγ­χά­νει ἡ Μα­σω­νί­α, ποὺ προ­ω­θεῖ δι’ αὐ­τοῦ τὴν παγ­κό­σμι­α θρη­σκεί­α τοῦ Ἑ­ω­σφο­ρι­σμοῦ, ὅ­πως καὶ τῆς Μα­σω­νί­ας πη­γὴ καὶ μή­τρα εἶ­ναι ὁ φρι­κώ­δης δι­ε­θνὴς Σι­ω­νι­σμός;».
Ἀ­σφα­λῶς καὶ δὲν τὸ ἀ­γνο­οῦ­με. Ἀλ­λὰ τί νὰ ποῦ­με. Ἡ λο­γι­κή σας «σπά­ει κοκ­κα­λα» Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε! Δη­λα­δή, ὅ­ποι­ος ἀν­τι­δρᾶ κα­τὰ μι­ᾶς ἐγ­κλη­μα­τι­κῆς ὀρ­γα­νώ­σε­ως, ποὺ οἱ ἀρ­χη­γοί της βρί­σκον­ται σὲ ἄλ­λη χώ­ρα, πρέ­πει νὰ ἔ­χει ἥ­συ­χη τὴ συ­νεί­δη­σή του, θε­ω­ρών­τας ὅ­τι ἔ­κα­νε τὸ κα­θῆ­κον του, τὴ στιγ­μὴ ποὺ πα­ρα­κλά­δι τῆς Ὀρ­γα­νώ­σε­ως δο­λο­φό­νων δρα­στη­ρι­ο­ποι­εῖ­ται στὴ χώ­ρα του, ἐ­κτε­λών­τας καὶ δο­λο­φο­νών­τας ἀ­θώ­ους;
Καὶ ἐ­πὶ τοῦ προ­κει­μέ­νου: Πό­σο ἀ­πο­τε­λε­σμα­τι­κὴ εἶ­ναι ἡ ἀ­ό­ρι­στη κα­ταγ­γε­λί­α μι­ᾶς αἱ­ρέ­σε­ως, ὅ­ταν δὲν κα­το­νο­μά­ζον­ται οἱ ἐν­τὸς τῶν τει­χῶν ἀρ­χη­γοὶ καὶ οἱ στρα­τη­γοί της; Αὐ­τὸ ἔ­κα­ναν οἱ Ἅ­γι­οι καὶ σε­πτοὶ Πα­τέ­ρες, ἢ ἀ­κρι­βῶς τὸ ἀν­τί­θε­το ἀ­πὸ αὐ­τὸ ποὺ δι­δά­σκε­τε και­νο­φα­νῶς ἐ­σεῖς;
Καὶ πα­ρα­δό­ξως, αὐ­τὴν τὴν ἀρ­χή, τὴν ἐ­φαρ­μό­ζε­τε μό­νο στὸν Πα­τρι­άρ­χη καὶ τοὺς Οἰ­κου­με­νι­στές. Ἄλ­λες προ­σω­πι­κό­τη­τες ἀ­πὸ τὸ χῶ­ρο τῆς θρη­σκεί­ας, τῆς ἐ­πι­στή­μης, τῆς πο­λι­τι­κῆς ἢ τῆς οἰ­κο­νο­μί­ας, τὶς κα­το­νο­μά­ζε­τε. Ἀ­πὸ τὸν πα­πι­κὸ «Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πον» Ἀ­θη­νῶν κ. Νι­κό­λα­ο Φώ­σκο­λο, καὶ τὸν πα­πι­κὸ «ἐ­πί­σκο­πο» Σύ­ρου κ. Νι­κό­λα­ο, ὣς τὴν ὑ­πουρ­γὸ τῶν Η.Π.Α. Χί­λα­ρι Κλίν­τον καὶ τὸν Φώ­τη Κου­βέ­λη (πρό­σφα­τα), ἀλ­λὰ καὶ τὴν βα­σί­λισ­σα τῆς Ἀγ­γλί­ας Ἐ­λι­σά­βετ πα­λαι­ό­τε­ρα, στὴν ὁ­ποί­α δι­α­μαρ­τυ­ρη­θή­κα­τε γι­ὰ προ­σβλη­τι­κὲς πε­ρὶ Χρι­στοῦ δη­λώ­σεις τοῦ τρα­γου­δι­στῆ Ἔλ­τον Τζόν! Δη­λα­δή, ὁ κ. Βαρ­θο­λο­μαῖ­ος δὲν προ­σβάλ­λει τὸν Χρι­στὸ καὶ τοὺς Ἁ­γί­ους μὲ πρά­ξεις καὶ δη­λώ­σεις του; Καὶ εἶναι σοβαρότερη ἡ προσβολὴ πρὸς τὸν Χριστὸν καὶ τὴν Ἐκκλησία Του ἀπὸ ἐκείνους ποὺ δὲν πιστεύουν σ’ Αὐτόν, ἀπὸ τὴν προσβολὴ ποὺ γίνεται ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς «ἐκπροσώπους» Του; Γι­α­τί, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, δύ­ο μέ­τρα καὶ δύο σταθμά;

«Ἀ­να­πο­δεί­κτως μὲ κα­τη­γο­ρεῖ­τε ὅ­τι ὑ­πε­δέ­χθην μὲ τι­μὰς τὸν «οἰ­κου­με­νι­στὴ» Μη­τρο­πο­λί­την Δη­μη­τρι­ά­δος κ. Ἰ­γνά­τι­ον.­.. Ἡ ἀ­λή­θει­α εἶ­ναι ὅ­τι ὁ Σεβ. Μη­τρο­πο­λί­της Δη­μη­τρι­ά­δος κ. Ἰ­γνά­τι­ος τυγ­χά­νει κα­νο­νι­κὸς Ἐ­πί­σκο­πος τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Κα­θο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, .­..καὶ μοῦ ἐ­ζή­τη­σε τὴν κα­νο­νι­κὴν ἄ­δει­αν νὰ προ­στῇ εἰς τοὺς Χαι­ρε­τι­σμούς.­.. Δι­ε­ρω­τῶ­μαι μὲ ποί­αν ἁρ­μο­δι­ό­τη­τα καὶ μὲ ποῖ­ον ἐ­πι­χεί­ρη­μα θὰ ἠ­δυ­νά­μην νὰ τοῦ ἀ­πα­γο­ρεύ­σω τὴν τέ­λε­σιν τῶν Χαι­ρε­τι­σμῶν κα­τὰ τοὺς ὁ­ποί­ους εὑ­ρι­σκό­μην εἰς ἕ­τε­ρον Να­ὸν τῆς Μη­τρο­πο­λι­τι­κῆς μου Πε­ρι­φε­ρεί­ας; Μή­πως θε­ω­ρεῖ­τε ὅ­τι ἡ Ἱ. Μη­τρό­πο­λις Πει­ραι­ῶς εἶ­ναι ἰ­δι­ο­κτη­σί­α μου; Ἢ μή­πως ἔ­χω τὴν ἁρ­μο­δι­ό­τη­τα ὑ­πὸ τοῦ Θε­οῦ ἢ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας Του νὰ συγ­κρο­τῶ με­τὰ τοῦ ἑ­αυ­τοῦ μου Σύ­νο­δον νὰ ἀ­πο­φαί­νο­μαι καὶ νὰ κα­τα­δι­κά­ζω;».
Ἀ­σφα­λῶς ἐ­δῶ, κα­τα­δει­κνύ­ε­ται ὅ­λη σας ἡ ἀ­δι­α­φο­ρί­α πε­ρὶ τῆς ἐ­φαρ­μο­γῆς τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Πα­ρα­δό­σε­ως, πα­ράλ­λη­λα μὲ μι­ὰ προ­σποι­η­τὴ ἄ­γνοι­α αὐ­τῆς. Δὲν κά­νε­τε τὸ μεῖ­ζον, αὐ­τὸ ποὺ δι­δά­σκουν οἱ Πα­τέ­ρες καὶ οἱ Ἱ. Κα­νό­νες (τὴν ἀ­πο­μά­κρυν­ση ἀ­πὸ τοὺς συγ­κε­κρι­μέ­νους ἐ­πι­σκό­πους ποὺ δι­δά­σκουν τὴν αἵ­ρε­ση), γι­α­τὶ αὐ­τὸ κο­στί­ζει, ἀλ­λὰ κά­νε­τε τὸ ἐ­λάσ­σον (τὸν ἀ­να­θε­μα­τι­σμὸ κά­ποι­ων ἀ­ό­ρα­των Οἰ­κου­με­νι­στῶν), ποὺ εἶ­ναι ἀ­να­πο­τε­λε­σμα­τι­κό, καὶ ὡς ἀ­πρό­σω­πο δὲν δη­μι­ουρ­γεῖ σο­βα­ρὰ προ­βλή­μα­τα στοὺς Οἰ­κου­με­νι­στές, δη­μι­ουρ­γεῖ ὅ­μως ἐν­τυ­πώ­σεις καὶ φαν­τά­ζει ὡς μεῖ­ζον στὰ μά­τι­α τῶν πολ­λῶν. Οἱ Οἰ­κου­με­νι­στές, ὅ­σες συ­ζη­τή­σεις καὶ δι­α­μαρ­τυ­ρί­ες κι ἂν προ­κα­λέ­σουν οἱ ἀ­πρό­σω­πες πα­ρεμ­βά­σεις σας, δὲν τοὺς «καί­ει» καὶ τό­σο, ἀ­φοῦ θὰ ξε­χα­σθοῦν, καὶ ἐν τῷ με­τα­ξὺ αὐ­τοί, θὰ ἑ­δραι­ώ­νουν ὅ­λο καὶ πε­ρισ­σό­τε­ρο τὸν Οἰ­κου­με­νι­σμό. Καὶ ἐ­ξη­γοῦ­μαι:
1. Γρά­φε­τε: «ὁ Σεβ. Μη­τρο­πο­λί­της Δη­μη­τρι­ά­δος κ. Ἰ­γνά­τι­ος τυγ­χά­νει κα­νο­νι­κὸς Ἐ­πί­σκο­πος τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Κα­θο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας». Ἀ­σφα­λῶς· ὅ­πως καὶ τό­σοι αἱ­ρε­τι­κοὶ πρὶν κα­θαι­ρε­θοῦν. Ὅ­πως καὶ ὁ­λό­κλη­ρη Σύ­νο­δος, ἡ Σύ­νο­δος τοῦ 449 τῆς Ἐ­φέ­σου καὶ τοῦ 754 τῆς Ἱ­έ­ρει­ας, συ­νε­κρο­τή­θη­σαν ἀ­πὸ κα­νο­νι­κοὺς ἐ­πι­σκό­πους, οἱ ὁ­ποῖ­οι ὅ­μως ἔ­γει­ραν ὑ­πὲρ τῆς Εἰ­κο­νο­μα­χί­ας. Ἀλ­λὰ ὁ ἅ­γι­ος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Δα­μα­σκη­νὸς καὶ οἱ ἄλ­λοι ὁ­μο­λο­γη­τὲς Πα­τέ­ρες δὲν τὴν λο­γά­ρι­α­σαν τὴν Σύ­νο­δο τῆς Ἱ­έ­ρει­ας ὡς Κα­νο­νι­κή, ἀλ­λὰ ὡς ἀν­τί­θε­η, ἀ­φοῦ ἐ­πέ­βα­λε τὴν Εἰ­κο­νο­μα­χί­α, ὥ­σπου ἡ ὁ­μο­λο­γι­α­κὴ στά­ση τους ἀ­πέ­ναν­τι στοὺς Εἰ­κο­νο­μά­χους, ἔ­φε­ρε τὴν ἄ­νοι­ξη τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας. Τὴν δὲ Σύ­νο­δο τοῦ 449 ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τὴν ὀ­νό­μα­σε «λη­στρι­κή». Ἄ­ρα τὸ πό­σο «κα­νο­νι­κὸς» εἶ­ναι δὲν τὸ κα­θο­ρί­ζει ἡ θε­σμι­κὴ κα­νο­νι­κό­τη­τα, ἀλ­λὰ ἡ πι­στό­τη­τα στὴν Ἀ­λή­θει­α.
2. Μᾶς δη­λώ­νε­τε ὅ­τι: δὲν ἔ­χω «ἁρ­μο­δι­ό­τη­τα νὰ τοῦ ἀ­πα­γο­ρεύ­σω τὴν τέ­λε­σιν τῶν Χαι­ρε­τι­σμῶν σὲ Να­ὸν τῆς Μη­τρο­πο­λι­τι­κῆς μου Πε­ρι­φε­ρεί­ας»· οἱ πάν­τες ὅ­μως γνω­ρί­ζουν, ὅ­τι χω­ρὶς τὴν ἄ­δει­ά σας, οὐ­δείς, οὔ­τε ὁ Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πος, οὔ­τε ὁ Πα­τρι­άρ­χης ἔ­χει δι­καί­ω­μα νὰ τε­λέ­σει ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ πρά­ξη στὴν μη­τρο­πο­λι­τι­κὴ πε­ρι­φέ­ρει­α Πει­ραι­ῶς. Τὸ δι­καί­ω­μα αὐ­τὸ σᾶς τὸ πα­ρέ­χουν οἱ Ἱ. Κα­νό­νες. Μή­πως τὸ ἀ­πεμ­πλο­λεῖ­τε;
3. Μᾶς δη­λώ­νε­τε ὅ­τι, δὲν «ἔ­χω τὴν ἁρ­μο­δι­ό­τη­τα νὰ συγ­κρο­τῶ με­τὰ τοῦ ἑ­αυ­τοῦ μου Σύ­νο­δον νὰ ἀ­πο­φαί­νο­μαι καὶ νὰ κα­τα­δι­κά­ζω»· ὅ­μως, τὴν Κυ­ρι­α­κὴ τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας τοῦ 2011 καὶ 2012 κα­τα­δι­κά­σα­τε, ἀ­προ­σώ­πως καὶ πρὸς ἐν­τυ­πω­σι­α­σμόν, ὡς νὰ «εἶ­στε Σύ­νο­δος» Οἰ­κου­με­νι­κή, ἀ­νε­ξα­κρί­βω­τον ἀ­ριθ­μὸν ἀ­ο­ρά­των αἱ­ρε­τι­κῶν καὶ Οἰ­κου­με­νι­στῶν, ἀ­κό­μη καί ἀλ­λο­θρή­σκων! Ταυ­τό­χρο­να, με­τ’ αὐ­τῶν τῶν ἀ­να­θε­μα­τι­σμέ­νων ἀ­ό­ρα­των Οἰ­κου­με­νι­στῶν ἐ­πι­κοι­νω­νεῖ­τε, συλ­λει­τουρ­γεῖ­τε καὶ τοὺς ἀ­πο­κα­λεῖ­τε «βα­θυ­νού­στα­τους θε­ο­λό­γους»­!­!! Ἴ­σως, ἐ­πει­δὴ δι­έ­πε­σθε ἀ­πὸ τὴν σύγ­χρο­νη ἐ­πι­δη­μί­α (λοι­μι­κὸ οἰ­κου­με­νι­στι­κὸ ἰ­ὸ) τῆς δι­γλωσ­σί­ας καὶ θέ­λε­τε νὰ παί­ζε­τε σὲ δι­πλὸ ταμ­πλώ. Καὶ τὸ φο­βε­ρό: μὴ κα­το­νο­μά­ζον­τάς τους, ἐ­πι­τρέ­πε­τε στοὺς ἀ­γνο­οῦν­τας πι­στοὺς νὰ ἔ­χουν ὡς δι­δα­σκά­λους τους αὐ­τοὺς τοὺς ἀ­να­θε­μα­τι­σμέ­νους ἀ­πὸ ἐ­σᾶς Οἰ­κου­με­νι­στές.
Ἀλ­λὰ ἂς ἔρ­θω­με ἐ­πὶ τοῦ προ­κει­μέ­νου.
Ὅ­λη ἡ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ Πα­ρά­δο­ση σᾶς βρον­το­φω­νά­ζει ὅ­τι, ὅ­ταν δι­δά­σκε­ται αἵ­ρε­ση, πρέ­πει νὰ δι­α­κό­ψε­τε τὴν ἐ­πι­κοι­νω­νί­α με­τὰ τοῦ κη­ρύσ­σον­τος ἢ ἐ­πι­κοι­νω­νοῦν­τος μὲ τὴν αἵ­ρε­ση, ὥ­σπου μι­ὰ Σύ­νο­δος νὰ ξε­κα­θα­ρί­σει τὰ πράγ­μα­τα καὶ νὰ τὸν κα­θαι­ρέ­σει. Νά, λοι­πόν, ποι­ὰ εἶ­ναι ἡ ἁρ­μο­δι­ό­τη­τά σας καὶ τὸ κα­θῆ­κον σας, σύμ­φω­να μὲ τὴν δι­δα­σκα­λί­α τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων.
Ἔρ­χο­μαι σὲ ἐ­λά­χι­στα συγ­κε­κρι­μέ­να πα­ρα­δείγ­μα­τα. Ὁ Μέ­γας Ἀ­θα­νά­σι­ος δι­δά­σκει νὰ ἀ­πο­φεύ­γου­με ὄ­χι μό­νο τοὺς αἱ­ρε­τι­κούς, ἀλ­λὰ κι ἐ­κεί­νους ποὺ ἐ­ξω­τε­ρι­κὰ μὲν ὁ­μο­λο­γοῦν τὴν ὀρ­θό­δο­ξο πί­στη, ἐ­πι­κοι­νω­νοῦν ὅ­μως μὲ αἱ­ρε­τι­κούς· μ’ αὐ­τούς, συμ­βου­λεύ­ει νὰ μὴν ἔ­χου­με ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ ἐ­πι­κοι­νω­νί­α· δὲν μᾶς συμβουλεύει νὰ πε­ρι­μέ­νου­με κάποια χρόνια, ὥσπου νὰ ἀποφασίσει πρῶτα κά­ποι­α Σύ­νο­δος: «Ὧν τὸ φρό­νη­μα ἀ­πο­στρε­φό­με­θα», γρά­φει, «τού­τους ἀ­πὸ τῆς κοι­νω­νί­ας προ­σή­κει φεύ­γειν».
Ὁ ἅ­γι­ος Μά­ξι­μος ὁ Ὁ­μο­λο­γη­τής, ἀν­τι­στε­κό­ταν σχε­δὸν μό­νος του, καὶ ἀν­τι­τασ­σό­ταν στὴν αἵ­ρε­ση τοῦ Μο­νο­θε­λη­τι­σμοῦ, ἀν­τι­με­τω­πί­ζον­τας τέσ­σε­ρις Πα­τρι­άρ­χες, τὸν Αὐ­το­κρά­το­ρα καὶ ὁ­λό­κλη­ρη τὴν αὐ­το­κρα­το­ρι­κὴ ἐ­ξου­σί­α. Μή­πως πρὸς αὐ­τὸ ζήτησε τὴν ἄ­δει­α τῆς Συ­νό­δου κατὰ τῆς ὁποίας ἀντιστάθηκε; Ὄχι, βέβαια· οἱ ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι καὶ τότε, ἀνέχονταν ἢ συμπορεύονταν μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Πατριάρχες καὶ τοὺς ὁμοίους τους.
Ἀλλὰ καὶ ὁ ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς· μήπως συ­νε­κρό­τη­σε κάποια Σύ­νο­δο, ἀν­τι­τασ­σό­με­νος στὸν Πα­τρι­άρ­χη Κα­λέ­κα, ὁ­μο­ϊ­δε­ά­τη ἐν ἄλ­λοις καὶ προ­κά­το­χο τοῦ ση­με­ρι­νοῦ Πα­τρι­άρ­χη κ. Βαρ­θο­λο­μαί­ου; Ἀσφαλῶς ὄχι, διέκοψε τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν κανονικὸ Πατριάρχη τῆς ἐ­πο­χῆς του, βλέ­πον­τας ὅ­τι αὐ­θαι­ρε­τοῦ­σε εἰς τὰ τῆς Πί­στε­ως.
Ποι­ά Σύ­νο­δο, τέλος, συμ­βου­λεύ­τη­κε ὁ λα­ϊ­κὸς ἐ­κεῖ­νος, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἐν Ἐκ­κλη­σί­ᾳ κα­τήγ­γει­λε τὶς αἱ­ρε­τι­κὲς πε­ρὶ «Χρι­στο­τό­κου» πλά­νες τοῦ Νε­στό­ρι­ου; Κα­μί­α. Καὶ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α γι’ αὐ­τή του τὴν ἐ­νέρ­γει­α τὸν χει­ρο­τό­νη­σε Ἐ­πί­σκο­πο!
Ὅ­λοι οἱ πα­ρα­πά­νω, λοιπόν, ποὺ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α ἔ­χει ὡς Ἁ­γί­ους, προ­έ­βη­σαν σ’ αὐ­τὴν τὴν ἐ­νέρ­γει­α, πρὶν κα­τα­δι­κα­σθοῦν οἱ αἱ­ρε­τι­κοὶ ἀ­πὸ Σύ­νο­δο! Παρομοίως καὶ σή­με­ρα, ὅ­ποι­ος τολ­μᾶ νὰ κα­ταγ­γεί­λει τὶς αἱ­ρέ­σεις τοῦ Πα­τρι­άρ­χη καὶ τῶν ἄλ­λων Οἰ­κου­με­νι­στῶν, κατηγορεῖτε ὅτι αὐθαιρετεῖ, ὅτι δὲν κάνει ὑπακοή. Σὲ ποιούς; Στὸ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὸ κα­τε­στη­μέ­νο ποὺ ἐμ­πο­δί­ζε­ι τὶς ἀντιδράσεις, χλευάζει καὶ ἀπομονώνει τοὺς πιστοὺς ποὺ διαμαρτύρονται γιὰ τὴν προδοσία τῆς Πίστεως καί, ὅταν ἐπιτρέπουν οἱ συγκυρίες, συλ­λαμ­βά­νε­ι, δι­κά­ζει, φυ­λα­κί­ζε­ι, ἀ­φο­ρί­ζε­ι καὶ κα­θαι­ρεῖ­, ὅσους διαμαρτύρονται κατὰ τοῦ Οἰκουμενιστὴ Πατριάρχη καὶ Οἰκουμενιστῶν Ἐπισκόπων: (Δὲς Πά­τρα, Ναύπακτο, Βό­λο, Λά­ρισ­σα, Ἐ­λασ­σό­να, Αἴ­γι­ο).
Κι ἐ­σεῖς προσωπικά, Σεβασμιώτατε, εἴ­σα­στε πα­ρὼν σὲ τρεῖς ἐ­πι­σκέ­ψεις τοῦ Πα­τρι­άρ­χη, κατὰ τὶς ὁ­ποῖ­ες ἦταν σκηνοθετημένη θριαμβευτικὴ ὑποδοχή, μὲ τὸν ἐλάχιστο κόσμο νὰ τὸν ὑποδέχεται «ἐνθουσιωδῶς», νὰ τὸν ἐπευφημεῖ καὶ νὰ τοῦ προσφέφει λουλούδια, ἐνῶ οἱ δεκάδες τῶν ἐπισκόπων παρακολουθοῦσαν εὐτυχεῖς τὴν ὑποδοχὴ καὶ τὶς προσφωνήσεις πρὸς τὸν Οἰκουμενιστὴ Πατριάρχη: «Εὐλογημένος εἶ ὁ ἐρχόμενος»!!! Καὶ στὰ παρασκήνια, κάποιοι πιστοὶ συνελαμβάνοντο, καὶ ὁδηγοῦντο στὰ κρατητήρια, χάριν τοῦ «Εὐλογημένου» κ. Βαρθολομαίου, ἐπειδὴ διεμαρτύροντο εἰρηνικά! Κι ἐσεῖς, γι’ ὅλα αὐτὰ δὲν ἀν­τι­δρά­σα­τε· σι­ω­πή­σα­τε ἢ συμ­φω­νή­σα­τε μὲ τὴν γραμ­μὴ αὐ­τή, τῆς κα­τα­στο­λῆς δι­ὰ τῆς κρα­τι­κῆς βί­ας κάθε εἰρηνικῆς διαμαρτυρίας ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας!...

«Ἐν ταυ­τῷ μὲ κα­τη­γο­ρεῖ­τε ὅ­τι κα­τὰ τὴν ἐν τῇ Ἱ. Μο­νῇ Φι­λο­θέ­ου Ἁγ. Ὄ­ρους τέ­λε­σιν τῆς Ἱ. Πα­νη­γύ­ρε­ως αὐ­τῆς ἐ­πὶ τῇ ἑ­ορ­τῇ τοῦ Εὐ­αγ­γε­λι­σμοῦ τῆς Ὑ­πε­ρα­γί­ας Θε­ο­τό­κου ἐ­ξέ­φρα­σα εὐ­χα­ρι­στί­ας εἰς τὸν Πα­να­γι­ώ­τα­τον Οἰ­κου­με­νι­κὸν Πα­τρι­άρ­χην κ.κ. Βαρ­θο­λο­μαῖ­ον, τὸν καὶ ἐ­πί­σκο­πον τοῦ Ἁ­γι­ω­νύ­μου Ὄ­ρους δι­ὰ τὴν πα­ρα­σχε­θεῖ­σαν μοι κα­νο­νι­κὴν ἄ­δει­αν τε­λέ­σε­ως τῆς Ἱ. Πα­νη­γύ­ρε­ως ἐν τῇ κα­νο­νι­κῇ Αὐ­τοῦ δι­και­ο­δο­σί­ᾳ. Δη­λα­δὴ ἐ­ὰν μὲ φι­λο­ξε­νή­σε­τε εἰς τὴν Ὑ­με­τέ­ραν οἰ­κί­αν ἀ­να­μέ­νε­τε νὰ εὐ­χα­ρι­στή­σω Ὑ­μᾶς δι­ὰ τὴν φι­λο­ξε­νί­αν ἢ νὰ ὑ­βρί­σω;­».
Ἄλ­λη μι­ὰ ἐ­πι­χει­ρη­μα­το­λο­γί­α μι­κροῦ παι­δι­οῦ. Μά, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, παί­ζε­τε μα­ζί μας; Δὲν κα­τα­λα­βαί­νε­τε, ὅ­τι ὁ ἀ­γώ­νας τοῦ Ἐ­πι­σκό­που καὶ κά­θε πι­στοῦ, ὅ­ταν κη­ρύσ­σε­ται αἵ­ρε­ση, εἶ­ναι νὰ μὴν ἔ­χει ἐ­πι­κοι­νω­νί­α μὲ τὸν κη­ρύτ­τον­τα αἵ­ρε­ση; Θὰ μπο­ρού­σα­τε νὰ πᾶ­τε καὶ νὰ μὴν τὸν μνη­μο­νεύ­σε­τε. Κι ἂν αὐ­τὸ δὲν τὸ ἀν­τέ­χα­τε, καὶ ἡ μνη­μό­νευ­ση ἦ­ταν ὅ­ρος γι­ὰ νὰ σᾶς ἐ­πι­τρέ­ψουν τὴν τέ­λε­ση λει­τουρ­γί­ας, ποι­ά κα­λύ­τε­ρη συγκυρία θὰ βρί­σκα­τε γι­ὰ νὰ δεί­ξε­τε χω­ρὶς «ὕ­βρεις» —ἁπλᾶ μὴ λει­τουρ­γών­τας— τὴν σι­ω­πη­ρὴ δι­α­μαρ­τυ­ρί­α σας; Ἂν αὐ­τὴν τὴν ἐ­λά­χι­στη δι­α­μαρ­τυ­ρί­α δὲν τὴν ἀν­τέ­χε­τε, πρὸς τί ἡ δι­α­μαρ­τυ­ρί­α σας, ὅ­ταν ὁ κ. Ντετ­ζι­όρ­τζι­ο δὲν σᾶς ἀ­πο­κα­λεῖ πλέ­ον «λέον­τα»;

«Ὡ­σαύ­τως μὲ κα­τη­γο­ρεῖ­τε δι­ὰ τὴν ἀ­πὸ 28/2/2012 ἐ­πι­στο­λήν μου πρὸς τὸν Πα­να­γι­ώ­τα­τον Οἰ­κου­με­νι­κὸν Πα­τρι­άρ­χην κ.κ. Βαρ­θο­λο­μαῖ­ον τῆς ὁ­ποί­ας ἀ­πο­κρύ­πτε­τε δο­λί­ως καὶ ἀ­πα­ρα­δέ­κτως καὶ ἀ­νη­θί­κως δι­ὰ χρι­στι­α­νοὺς ὁ­μο­λο­γη­τὰς τῆς πί­στε­ως, τὴν οὐ­σί­αν, ἡ ὁ­ποί­α δὲν ἐ­ξην­τλεῖ­το εἰς λό­γους ἀ­βρο­φρο­σύ­νης πρὸς τὸ πρό­σω­πον τοῦ Πα­να­γι­ω­τά­του ἀλ­λὰ ἐ­στό­χευ­ε εἰς τὴν ὑ­π’ Αὐ­τοῦ ἐκ­κί­νη­σιν με­τὰ δώ­δε­κα αἰ­ώ­νας τῆς δι­α­δι­κα­σί­ας πα­νορ­θο­δό­ξου ἀ­να­γνω­ρί­σε­ως ὡς Η΄ Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου τῆς ὄν­τως Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου τοῦ 879-880 ἐ­πὶ Ἁ­γί­ου Φω­τί­ου τοῦ Με­γά­λου, Πα­τρι­άρ­χου Κων­σταν­τι­νου­πό­λε­ως. Νο­μί­ζε­τε ὅ­τι τὸ τα­πει­νόν μου αἴ­τη­μα θὰ εἶ­χε αἰ­σί­αν ἔκ­βα­σιν ἐ­ὰν ἀν­τὶ τῶν ἀ­να­φε­ρο­μέ­νων εἰς τὸ Ὑ­μέ­τε­ρον κεί­με­νον πε­ρι­εῖ­χε ὕ­βρεις καὶ ἀ­πει­λάς;­».
Δυ­στυ­χῶς, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, στὴν οὐ­σί­αν τῶν πραγ­μά­των δι­α­φέ­ρου­με.
Δεῖ­τε τὴν οὐ­σί­α τῶν πραγ­μά­των, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, καὶ μὴ κα­τη­γο­ρεῖ­τε τοὺς ἄλ­λους γι­ὰ ἐ­κεῖ­να ποὺ ἐ­σεῖς δὲν θέ­λε­τε νὰ ἐν­νο­ή­σε­τε. Σο­βα­ρά, μᾶς κα­τη­γο­ρεῖ­τε ὅ­τι «δο­λί­ως καὶ ἀ­πα­ρα­δέ­κτως καὶ ἀ­νη­θί­κως δι­ὰ χρι­στι­α­νοὺς ὁ­μο­λο­γη­τὰς τῆς πί­στε­ως, ἀ­πο­κρύ­πτο­με τὴν οὐ­σί­αν» τῆς ἐ­πι­στο­λῆς σας πρὸς τὸν Πα­τρι­άρ­χην; Γι­ὰ νὰ δοῦ­με, λοι­πόν, ποι­ά εἶ­ναι ἡ οὐ­σί­α καὶ ποι­ά τὰ ἀ­νού­σι­α καὶ οὐ­το­πι­κὰ πράγ­μα­τα.
1. Ὁ Πα­τρι­άρ­χης Βαρ­θο­λο­μαῖ­ος εἶ­ναι ὁ ὑ­π’ ἀ­ριθ­μὸν ἕ­να «ὀρ­θό­δο­ξος» Ἐ­πί­σκο­πος, ὁ ὁ­ποῖ­ος συ­να­γω­νί­ζε­ται μὲ τὸν Περ­γά­μου κ. Ἰ­ω­άν­νη Ζη­ζι­ού­λα, ποι­ός θὰ ἐκ­φρά­σει καὶ θὰ δι­α­πρά­ξει τὶς πε­ρισ­σό­τε­ρες κα­κο­δο­ξί­ες καὶ πα­ρα­βά­σεις τῶν Ἱ. Κα­νό­νων. Θὰ ἐ­χρει­ά­ζον­το σε­λί­δες πολ­λὲς γι­ὰ νὰ κα­τα­χω­ρή­σω τὰ πε­πραγ­μέ­να τους. Ἀρ­κοῦ­μαι νὰ σᾶς ἀ­να­φέ­ρω τὶς κα­κό­δο­ξες θε­ω­ρί­ες πε­ρὶ «βα­πτι­σμα­τι­κῆς θε­ο­λο­γί­ας», πε­ρὶ «δι­η­ρη­μέ­νης Ἐκ­κλη­σί­ας», πε­ρὶ τῶν «ἀ­δελ­φῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν» κ.λπ. Τὸν Πα­πι­σμό, δηλ., ποὺ ἐ­σεῖς ὀ­νο­μά­ζε­ται πα­ρα­συ­να­γω­γή, ὁ Πα­τρι­άρ­χης ἀ­πο­δέ­χε­ται ὡς Ἐκ­κλη­σί­α!
Πε­ρὶ αὐ­τοῦ, λοι­πόν, τοῦ ἀρ­χη­γέ­τη τῆς πα­ναι­ρέ­σε­ως τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ καὶ κα­τε­δα­φί­ζον­τος προ­ο­δευ­τι­κά, ἀλ­λὰ στα­θε­ρὰ ―κα­θ’ ὅ­σον δύ­να­ται― τὴν Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ, ἐ­σεῖς στὴν ὡς ἄ­νω ἐ­πι­στο­λή, ὁ­μι­λεῖ­τε ὡ­σὰν νὰ πρό­κει­ται πε­ρὶ Ἁ­γί­ου ἀν­δρός, καὶ τὸν ἀ­να­βι­βά­ζε­τε ἕ­ως τρί­του οὐ­ρα­νοῦ, ἀν­τὶ νὰ τὸν ἀ­πο­κα­λεῖ­τε «προ­βα­τό­σχη­μο λύ­κο», ὅ­πως ἔ­κα­ναν οἱ Ἅ­γι­οι Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἀ­κό­μα καὶ γι­ὰ τοὺς αἱ­ρε­τι­κοὺς ποὺ δὲν εἶ­χαν κα­τα­δι­κα­σθεῖ ἀ­πὸ Σύ­νο­δο. Αὐ­τὸν τὸν χα­ρα­κτη­ρι­σμὸ τοῦ «προ­βα­τό­σχη­μου λύ­κου», π.χ. ἔ­δι­δε ὁ ἅ­γι­ος Κύ­ριλ­λος στὸν μὴ κα­τα­δι­κα­σθέν­τα τό­τε Νε­στό­ρι­ο. (Βέ­βαι­α, ἐ­πει­δὴ δὲν εἶ­χε κα­τα­δι­κα­σθεῖ ἀ­πὸ Σύ­νο­δο, ταυ­τό­χρο­να ἀ­νε­φέ­ρε­το καὶ στὴν «εὐ­λά­βει­ά» του).
Γρά­φε­τε λοι­πόν, πρὸς αὐ­τόν, ὡ­σὰν νὰ ἦ­το ὁ κ. Βαρ­θο­λο­μαῖ­ος ὑ­πε­ρα­σπι­στὴς τῆς Πί­στε­ως: «πρὸς τὴν Ὑ­με­τέ­ραν Πάν­σε­πτον Πα­να­γι­ό­τη­τα, τὴν πο­λυ­ει­δῶς καὶ πο­λυ­τρό­πως ἀ­γω­νι­ζο­μέ­νην ὑ­πὲρ τῆς εὐ­στα­θεί­ας τῆς ὑ­π’ οὐ­ρα­νὸν Ὀρ­θο­δό­ξου Κα­θο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, προ­ά­γο­μαι ὅ­πως ἐκ­φρά­σω τα­πει­νῶς υἱ­ϊ­κὰς συγ­χα­ρη­τη­ρί­ους προσ­ρή­σεις.­.­.­». Καὶ πι­ὸ κά­τω γρά­φε­τε: «Ὡς τέ­κνον τῆς Ὑ­με­τέ­ρας Παν­σέ­πτου Πα­να­γι­ό­τη­τος, .­..ἐ­πι­θυ­μῶ νὰ κα­τα­θέ­σω εἰς Ὑ­μᾶς τὴν ἀ­πό­λυ­τον ἀ­φο­σί­ω­σίν μου καὶ τὴν ἰ­σό­βι­ον υἱ­ϊ­κήν μου ἀ­γά­πην καὶ εὐ­γνω­μο­σύ­νην.­.­., ὡς ἐ­λά­χι­στος δι­αγ­γε­λεὺς τῆς Ὑ­με­τέ­ρας σο­φί­ας καὶ ἀ­νυ­στά­κτου ποι­μαν­τι­κῆς συ­νέ­σε­ως, πά­νυ εὐ­σε­βά­στως προ­ά­γο­μαι ὅ­πως τα­πει­νῶς ἀ­να­φέ­ρω εἰς τὴν Ὑ­με­τέ­ραν πάν­σε­πτον Πα­να­γι­ό­τη­τα.­.­., τὸν βα­θυ­νού­στα­τον Θε­ο­λό­γον.­.­., τὴν Ὑ­με­τέ­ραν πε­φω­τι­σμέ­νην Πα­τρι­αρ­χί­αν»­!­!!
Ποι­ός, ἀ­λή­θει­α, Πα­τέ­ρας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἐ­παι­νοῦ­σε (τό­σο ἐμ­με­τι­κὰ μά­λι­στα) ἕ­ναν αἱ­ρε­τί­ζον­τα, ἐ­πει­δή, μα­ζὶ μὲ τὰ αἱ­ρε­τι­κά, ποὺ ἐ­πὶ χρό­νι­α δι­δά­σκει, λέ­γει —πρὸς πα­ρα­πλά­νη­ση τοῦ πι­στοῦ λα­οῦ τοῦ Θε­οῦ— καὶ κά­ποι­α ὀρ­θό­δο­ξα πράγ­μα­τα;
Νά, λοι­πόν, ποι­ά εἶ­ναι ἡ οὐ­σί­α: ἡ προ­ώ­θη­ση τῆς αἱ­ρέ­σε­ως τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ ἀ­πὸ τὸν Πα­τρι­άρ­χη· κι ἐ­σεῖς, αὐ­τὸν τὸν κα­τε­δα­φι­στι­κὸ τῆς Πί­στε­ως «ἀ­γῶ­να» τοῦ Πα­τρι­άρ­χη, τὸν ὀ­νο­μά­ζε­τε «ἀ­γῶ­να ὑ­πὲρ εὐ­στα­θί­ας τῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν»!
Ἐ­κεῖ στε­κό­μα­στε, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, καὶ ὄ­χι στοὺς τά­χα λό­γους ἀ­βρο­φρο­σύ­νης, οἱ ὁ­ποῖ­οι ―ὡς ἐκ τῶν προ­ε­κτε­θέν­των― δὲν εἶ­ναι λό­γοι ἀ­βρο­φρο­σύ­νης, ἀλ­λὰ δι­γλωσ­σί­α καὶ δι­ψυ­χί­α, κα­τα­τε­θὲν γνώ­ρι­σμα τῶν Οἰ­κου­με­νι­στῶν.
Τὸ κα­τα­πλη­κτι­κὸ εἶ­ναι ὅ­τι κα­τα­φέ­ρα­τε μ’ αὐ­τή σας τὴ δι­γλωσ­σί­α, οἱ ἀ­γω­νι­ζό­με­νοι ἐ­ναν­τί­ον τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ χρι­στι­α­νοὶ νὰ σᾶς θε­ω­ροῦν «ἡ­γέ­τη» τους! Ἀ­σφα­λῶς, ὑ­πάρ­χουν καὶ κεί­με­νά σας ποὺ μὲ σφο­δρό­τη­τα κα­ταγ­γέλ­λουν τὸν Οἰ­κου­με­νι­σμὸ καὶ Παν­θρη­σκει­α­σμό, καὶ ποὺ ἔμ­με­σα ὑ­πο­νο­οῦν τὸν Πα­τρι­άρ­χη. Αὐ­τὰ εἶ­ναι ποὺ μᾶς ἔ­κα­ναν κι ἐ­μᾶς νὰ ἐλ­πί­ζου­με στὶς πα­ρεμ­βά­σεις σας. Ἀλ­λὰ ἐ­νῶ σὲ ὅ­σα κεί­με­νά σας θί­γουν τὸν Οἰ­κου­με­νι­σμὸ δὲν τὸν μνη­μο­νεύ­ε­τε, βρί­σκε­τε τρό­πο σὲ κά­ποι­ες ἄλ­λες στιγ­μὲς νὰ ἀ­να­φερ­θεῖ­τε ἐγ­κω­μι­α­στι­κὰ στὸ ὄ­νο­μά του.
Π.χ. σὲ Ἀ­να­κοι­νω­θέν σας γι­ὰ τοὺς δι­α­θρη­σκει­α­κοὺς δι­α­λό­γους καὶ τὶς συμ­προ­σευ­χὲς (3/3/2011) γρά­φα­τε: «Οἱ ὅ­λες αὐ­τὲς κι­νή­σεις συν­δέ­ον­ται ἀρ­ρή­κτως καὶ μὲ τὸ παν­θρη­σκει­α­κὸ ὄρ­γι­ο καὶ τοὺς δι­α­θρη­σκει­α­κοὺς δι­α­λό­γους, τοὺς ὁ­ποί­ους ἀ­δο­κί­μως καὶ ἐγ­κλη­μα­τι­κῶς με­τέ­χουν καὶ ἐκ­πρό­σω­ποι τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων Αὐ­το­κε­φά­λων Ἐκ­κλη­σι­ῶν.­.. Ἀ­φάν­τα­στος προ­δο­σί­α καὶ ἔγ­κλη­μα κα­θο­σι­ώ­σε­ως εἰς βά­ρος τῆς ἀ­μω­μή­του ἡ­μῶν πί­στε­ως τυγ­χά­νουν οἱ λε­γό­με­νοι δι­α­θρη­σκει­α­κοὶ δι­ά­λο­γοι ποὺ ἀλ­λοι­ώ­νουν τὸ ὀρ­θό­δο­ξο φρό­νη­μα τοῦ πι­στοῦ λα­οῦ δι­ό­τι ὁ λα­ὸς ὅ­ταν πα­ρα­τη­ρεῖ ὀρ­θο­δό­ξους Προ­κα­θη­μέ­νους νὰ πρω­το­στα­τοῦν ἢ νὰ ὀρ­γα­νώ­νουν δι­α­θρη­σκει­α­κὲς συ­ναν­τή­σεις.­.­.­». Εἶ­ναι φα­νε­ρό, ὅμως, ὅ­τι πρῶ­τος με­τα­ξὺ τῶν ὀρ­θο­δό­ξων προ­κα­θη­μέ­νων, ποὺ διοργανώνουν καὶ παρίστανται στὶς «ἐγκληματικὲς καὶ προδοτικὲς» τῆς Πίστεως διαθρησκειακὲς συναντήσεις,  εἶ­ναι ὁ κ. Βαρ­θο­λο­μαῖ­ος. Ἐ­σεῖς, λοιπόν, ἀ­πὸ τὴ μι­ὰ κα­τη­γο­ρού­σα­τε ὡς προ­δό­τες τοὺς παν­θρη­σκει­α­στὲς Ἐ­πι­σκό­πους, ἐν οἷς καὶ ὁ Πα­τρι­άρ­χης, καὶ ἀ­πὸ τὴν ἄλ­λη τὸν ἐκ­θει­ά­ζε­τε ὡς «ἀ­γω­νι­ζό­με­νον ὑ­πὲρ τῆς εὐ­στα­θεί­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας», καὶ τρέ­χα­τε νὰ τὸν ὑ­πο­δε­χθεῖ­τε, ὅ­ταν ἐρ­χό­ταν στὴν Ἑλ­λά­δα!

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

ΙΕΡΕΣ ΧΟΡΗΓΙΕΣ ΚΑΙ ΔΕΗΣΕΙΣ ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΠΑΠΙΣΤΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΟΥ ΜΙΛΟΥΝ



ΙΕΡΕΣ  ΧΟΡΗΓΙΕΣ  ΚΑΙ ΔΕΗΣΕΙΣ  ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ  ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΠΑΠΙΣΤΑ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ  ΠΟΥ ΜΙΛΟΥΝ
  
   Στο πανηγύρι της Παναγίας Σουμελά ο γιός μου   υπέδειξε κάτι που του έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Στην  αγιογραφία (με φύλλο χρυσού) στο αρ. κλείτος του ναού υπάρχουν τα ονόματα του Τσοχατζόπουλου και του Παπαγεωργόπουλου.  Δίπλα (προς το κέντρο ) άλλη αγιογραφία  έχει το όνομα του Παπιτσα  (υπόθεση Βατοπαίδι!)

   Δεν ξέρω αν ζήτησαν την βοήθεια για περισσότερα κέρδη ή  αν ευχαρίστησαν για όσα εκέρδισαν!!!

                                                   Ασκληπιάδης






Διαμαρτυρία κατά Πατριάρχη Βαρθολομαίου

Γιατί παρεμποδίζονται διαμαρτυρίες κατά Πατριάρχη;





Προς την
Γενική Διεύθυνση Ασφαλείας Βόλου


ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ: Δήμο Βόλου και διάφορα ιστολόγια


ΘΕΜΑ: Διαμαρτυρία κατά Πατριάρχη Βαρθολομαίου

26 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος επισκέπτεται αύριο και πάλι την Ελλάδα, ιδιαίτερα το Βόλο, εφαρμόζοντας ένα μακροχρόνιο σχέδιο για τον έλεγχο της Ελλαδικής Εκκλησίας. Είναι γνωστό, όμως, πως ο κ. Βαρθολομαίος δεν είναι αποδεκτός από μέρος των πιστών ως ορθόδοξος Πατριάρχης, λόγω κάποιων αιρετικών φρονημάτων που πρεσβεύει, με συνέπεια πολλοί πιστοί στο παρελθόν να διαμαρτυρηθούμε σε διάφορες επισκέψεις του στην Ελλάδα, μοιράζοντας φυλλάδια.
Η παρέκκλιση από την Ορθόδοξη Πίστη του κ. Βαρθολομαίου, έχει καταδειχθεί και καταγγελθεί με πληθώρα δημοσιευμάτων. Παρά τις καταγγελίες των αιρετικών διδασκαλιών του από ορθόδοξους κληρικούς, μοναχούς και Καθηγητές Πανεπιστημίου, αρνείται να διαλεχθεί με τους καταγγέλλοντας και απαξιοί να δικαιολογήσει με θεολογικό λόγο τις καταγγελλόμενες αντορθόδοξες θέσεις του.
Μη έχοντας άλλο τρόπο αντιδράσεως οι πιστοί της Ορθόδοξης Εκκλησίας, και προβαίνοντας στις ως άνω διαμαρτυρίες, έχουμε στο παρελθόν υποστεί διώξεις, εντελώς παράνομα και κατ’ εξαίρεση, παρότι η διανομή φυλλαδίων είναι καθημερινό φαινόμενο σε όλη την Ελληνική Επικράτεια, τόσο σε πολιτικές, όσο και σε ποικίλες άλλες εκδηλώσεις. Τέτοιες διώξεις κατά την διάρκεια επισκέψεων του Πατριάρχη συνέβησαν στην Ελασσόνα, τη Λάρισα και τη Ναύπακτο, από τους έχοντας την ευθύνη της φρουρήσεώς του. Μας εμπόδισαν από την ειρηνική διαμαρτυρία μας κατά του Πατριάρχη, απαγορεύοντας την διανομή φυλλαδίων, συλλαμβάνοντας πιστούς που διαμαρτυρήθηκαν ή κατακρατώντας τους στο κρατητήριο και οδηγώντας τους στη συνέχεια σε δίκη.
Παρακαλούμε, λοιπόν, εσάς που είστε υπεύθυνοι και επιφορτισμένοι με την προστασία του Πατριάρχη, να μας απαντήσετε αν, σε παρόμοια διαμαρτυρία κατά την αυριανή επίσκεψή του αιρετίζοντος Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου στο Βόλο, θα χρησιμοποιήσετε παρόμοιες μεθόδους ή θα μας επιτρέψετε να διαμαρτυρηθούμε ειρηνικά, όπως συμβαίνει σε εκατοντάδες διαμαρτυρίες σε όλη την Ελλάδα κάθε χρόνο.
Ζητούμε να μας πληροφορήσετε (πέρα από την τελική δική μας απόφαση), αν εγγυάσθε την ασφάλεια των ορθόδοξων πιστών που τυχόν θα μοιράσουν φυλλάδια, κατά τον ίδιο τρόπο που τα όργανα της τάξεως εγγυώνται την ασφάλεια του Πατριάρχη.
Σημάτης Παναγιώτης, καθηγητής θεολόγος

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

ΑΓΩΝ ΕΩΣ ΘΑΝΑΤΟΥ ΜΟΝΟ για την ΕΥΣΕΒΕΙΑ και την ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ


Το πάλαι υπέρ των προβάτων απέθνησκον οι ποιμένες, 

νύν δε μάλλον αυτοί αναιρούσι τα πρόβατα.


Πάντων μεν των κατ' ανθρώπους αγαθών υπόθεσίς εστι και κρηπίς η ομόνοια, και χρή μηδενί διδόναι πολέμου και μάχης αφορμήν.
Ει δέ που την ευσέβειαν παραβλαπτομένην, ή τους ασθενείς αδικουμένους θεάσαιο, μή προτίμα την ειρήνην της αληθείας, αλλ' ίστασο γενναίως, έως αίματος προς την αμαρτίαν ανταγωνιζόμενος.

Διά τούτο γαρ είρηται τω αποστόλω τούθ' όπερ ηθέλησας μαθείν.

"Ει δυνατόν το εξ' υμών, μετά πάντων ανθρώπων ειρηνεύοντες", Ρωμ. 12,18

Εστι γαρ όπου ού δυνατόν, οίον, όταν περί ΑΔΙΚΟΥΜΕΝΩΝ ο αγών.


αγιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης, πατρολογία του Μίν, 78,948.


 
Η ειρήνη τη δικαιοσύνη συγκεκραμένη θείον εστί χρήμα.
Ει δε θατέρα άνευ της ετέρας είη, λυμαίνεται τω της αρετής κάλλει.

Εστι μεν γαρ ειρήνη και λησταίς προς εαυτούς και λύκοις.

Τοις μεν επί λύμη των ανθρώπων, τοις δε επ' ολέθρω των προβάτων.

Αλλ' ούκ άν καλέσαιμι ταύτην ειρήνην την τη δικαιοσύνη μή κοσμουμένην.

Ει δ' αυτή συνέλθοι, όντως ειρήνη κεκλήσεται.

Διό και ο Χριστός έφη:

<ούκ ήλθον βαλείν ειρήνη επί την γήν, αλλά μάχαιραν>.

Οτι γαρ ού πάσαν ειρήνην, αλλά την τη κακία συνεζευγμένην αποκηρύττει, αλλαχού φησιν:

<ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν>.

Ειρήνη γαρ όντως εκείνη εστίν, η τη δικαιοσύνη, και τη ευσεβεία σεμνυνομένη.


Πατρολογία του Μιν, 78,925.


Μὲ ἀφορμὴ ἐνέργειες τοῦ μητροπολίτη Αἰτωλίας π. Κοσμᾶ
Η ΑΙΡΕΣΗ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΤΙΜΟΤΕΡΗ ΑΠΟ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ!
Γιατί ὑπηρετεῖτε, Σεβασμιώτατε, τὴν κακόδοξη αὐτὴ πρακτικὴ τῶν Οἰκουμενιστῶν;
Τὸ ἐνδιαφέρον τῶν σημερινῶν πισκόπων γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ Παράδοση εἶναι κυρίως θεωρητικό. Στὴν πράξη, ἀποκλίνουν ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, καταπατοῦν Εὐαγγελικὲς ποιμαντικὲς Ἐντολές, (ἀναφερόμαστε κυρίως στὴν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρετικῶν) καὶ ἀρνοῦνται τὴν ὁμολογιακὴ στάση-φρόνημα τῶν Ἁγίων. Καὶ ἐνῶ εἶναι τόσο «χαλαροὶ» (ἂν ὄχι φοβισμένοι) στὴν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρετικῶν Οἰκουμενιστῶν Ἐπισκόπων, ὅταν πρόκειται γιὰ παρόμοιες ἢ μικρότερης σημασίας παραβάσεις κατωτέρων τους, ἐκεῖ ἐξασκον ση δεσποτικὴ δύναμη τος ναπέμεινε.
φορμν δι τν κατάθεση ατς τς δυνηρς διαπιστώσεως, Μητροπολίτης Ατωλίας κα καρνανίας π. Κοσμς, ποος θεωρητικὰ ἀγωνίζεται κατὰ τῶν Οἰκουμενιστῶν, στὴν πράξη ὅμως τοὺς ἀνέχεται καὶ τοὺς ἀναγνωρίζει.
Διαβάσαμε στν «ρθόδοξο Τύπο» πο κυκλοφορε (21/9/2012, ρ. φ. 1942), τι ὁ π. Κοσμᾶς νημέρωσε μ γκύκλιο περ τς ποσκιρτήσεως το ρχιμανδρίτου π. νατολίου π τν ρθόδοξη κκλησία κα περὶ τς προσχωρήσεώς του στος «σχισματικοὺς παλαιοημερολογίτες»· κα προέτρεπε τος πιστος «ν μν χουν καμία πνευματικ πικοινωνία κα σχέση» μ τν π. νατόλιο. Κα συνέχιζε: «χοντας εθύνη ς πίσκοπος πισημαίνω σ λους κα τος προτρέπω ν μν χουν καμία πνευματικ πικοινωνία κα σχέση» μ αὐτόν.
«γαπητο (σημειώνει ἀκόμα στὴν γκύκλιό του), πακο στν ρθόδοξη κκλησία θ μς φέρει σωτηρία, νυπακο πώλεια. Εχομαι κα προσεύχομαι ν νανήψη π. νατόλιος, ν πανέλθη μ μετάνοια στν κκλησία μας, ν πιτύχη τ σωτηρία του...».
Σωστ νέργεια το πισκόπου π. Κοσμ, ν τν δε κανες θεσμικά, νομικά, κοντόφθαλμα, πομονωμένη π τ πλαίσιο τς Πίστεως κα τς ἁγιοπατερικῆς ζως. Γιατί, πράγματι, καλς ποιμν πρέπει ν νδιαφέρεται δι τν διαφύλαξη το ποιμνίου του.
δ, μως, τίθενται δύο τεράστια –ἀλληλοσχετιζόμενα– θέματα.
α) Ποιοί λόγοι ὁδήγησαν τὸν π. Ἀνατόλιο νὰ προβῆ σ’ αὐτὴν τὴν ἐνέργεια; Δὲν γνωρίζουμε, οὔτε μᾶς ἐνημέρωσε ὁ Μητροπολίτης, ἀλλὰ εἶναι σαφὲς ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς στρέφει πολλοὺς ἀδελφούς μας πρὸς τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο, καὶ ὑπ’ αὐτὸ τὸ πρῖσμα ἐξετάζουμε τὴν περίπτωση.

Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012

ΙΕΡΟΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ ΚΛΗΡΙΚΩΝ



Καθεστωτικοὶ ἀντὶ-Οἰκουμενιστὲς αὐθαιρετοῦν θεολογικὰ
καὶ διασύρουν τὸν π. Εὐθύμιο Τρικαμηνᾶ
γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὴν ἀντὶ-Πατερικὴ ἀπραξία τους

ΑΠΑΝΤΗΣΗ  ΣΕ  ΚΡΙΤΙΚΗ  ΤΗΣ  ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΗΣ  ΟΜΑΔΟΣ
ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ  ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ  ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Προδημοσίευση ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος», τεύχ. 13-14)


π. Παῦλος Δημητρακόπουλος, κληρικὸς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς (Γραφεῖο ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ τῶν Παραθρησκειῶν), μᾶς πληροφόρησε τηλεφωνικῶς πρό 2 μηνῶν περίπου, ὅτι ἑτοιμάζει κριτικὴ (ἂν καταλάβαμε καλά, ἀρνητική), γιὰ τὸ βιβλίο «Ἡ διαχρονικὴ συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων γιὰ τὸ ὑποχρεωτικὸ τοῦ 15ου Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου περὶ διακοπῆς μνημονεύσεως Ἐπισκόπου κηρύσσοντος ἐπ’ Ἐκκλησίας αἵρεσιν» τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ. Ὁ καιρὸς περνοῦσε καὶ ἡ δημοσίευση τῆς κριτικῆς καθυστεροῦσε.
Τὴν περασμένη ἑβδομάδα, δεχθήκαμε ἄλλο τηλεφώνημα ἀπὸ τὸν π. Ἄγγελο Ἀγγελακόπουλο (τοῦ ἴδιου Γραφείου Αἱρέσεων), ποὺ μᾶς ρωτοῦσε, ἂν θέλουμε νὰ δημοσιεύσουμε στὸ περιοδικὸ «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος» τὴν κριτικὴ ἑνὸς βιβλίου οἰκουμενιστὴ-«ὀρθόδοξου» τῆς Γερμανίας. Δεχθήκαμε, πληφορώντας τον, ὅτι ἔχουμε στείλει καὶ ἐμεῖς, στὸν Σεβασμιώτατο Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, μερικὰ πρὸς δημοσίευση κείμενα.
Ὅταν ἔλαβε ὁ Σεβασμιώτατος τὰ κείμενά μας, ποὺ ἀφοροῦσαν κριτικὴ σὲ ἐνέργειές του, οἱ ὁποῖες βλάπτουν τὸν ἀντι-οικουμενιστικὸ ἀγῶνα, μᾶς ἀπέστειλε ἕνα γράμμα, στὸ ὁποῖο μᾶς ἀποκαλοῦσε κακόδοξους, παρὰ τὴν βράβευση ποὺ εἶχε κάνει στὸν Πρόεδρο τῆς Φιλορθοδόξου Ἑνώσεως «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος», παρὰ τὰ ἐπαινετικὰ λόγια ποὺ εἶχε στείλει σὲ ἐμᾶς καὶ στὸν π. Εὐθύμιο, καὶ παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι μᾶς ἐμπιστεύθηκε τὴν κριτικὴ τοῦ ἐκ Γερμανίας ἱερέα, ἡ ἀποστολὴ τῆς ὁποίας σήμαινε ὅτι συνεργαζόταν —γιὰ κάποιους δικούς του λόγους— μὲ ἕνα «κακόδοξο» ἔντυπο, γιὰ τὴν καταδίκη κακόδοξου οἰκουμενιστῆ!
Μὲ τὸ γράμμα αὐτὸ μᾶς προ-εἰδοποίησε ὅτι θὰ δημοσιοποιοῦσε τὴν κριτικὴ ἐναντίον τοῦ βιβλίου τοῦ π. Εὐθύμιου, ποὺ φαίνεται κρατοῦσε γιὰ ὥρα ἀνάγκης (π.χ. ἐκφοβισμὸ γιὰ συμμόρφωση ἀντιδρώντων) στὸ «Γραφεῖο ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ τῶν Παραθρησκειῶν»!
Φαίνεται, ὅτι ὁ κ. Σεραφεὶμ (εἰδικὰ στὸ πρόσωπο τοῦ π. Παύλου, τὸν π. Ἄγγελο δὲν τὸν γνωρίζουμε), εἶχε βρεῖ τοὺς κατάλληλους ἀνθρώπους γιὰ τὴν ἀντιαιρετικὴ αὐτὴ ὁμάδα· τοὺς ἰδανικοὺς ἱεροεξεταστὲς καὶ τοὺς ἄριστους στυλοβάτες τοῦ κακόδοξου Ἐπισκοποκεντρισμοῦ ποὺ λυμαίνεται τὴν Ἐκκλησία καὶ —φεῦ!— τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ποὺ νομίζουν πὼς καταπολεμοῦν!
Ὁ π. Παῦλος Δημητρακόπουλος, εἰδικά, δὲν ἔπρεπε νὰ ξεχάσει ὅτι καὶ ἡ Ἕνωσις καὶ τὸ περιοδικὸ «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος» τὸν ὑποστήριξαν, ὅταν ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπό του, ἐπειδὴ δὲν ὑπήκουσε σ’ αὐτόν, ἀντιτάχθηκε καὶ χαρακτήρισε (ὁ π. Παῦλος) τὸν Δεσπότη του Οἰκουμενιστὴ καὶ τὸν Οἰκουμενισμὸ αἵρεση. Καὶ προέβη σ’ αὐτὸν τὸν χαρακτηρισμό, πρὶν κάποια Σύνοδος ἀποφανθεῖ ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι αἵρεση, ἢ ὅτι ὁ Ἐπίσκοπός του εἶναι αἱρετικὸς Οἰκουμενιστής! (Σημειώνουμε καὶ κρατοῦμε αὐτὴ τὴν θέση, γιατὶ ὅταν πῆγε στὴν Μητρόπολη Πειραιῶς, τὸ ἐκεῖ περιβάλλον τὸν ἀνάγκασε νὰ μεταβάλει αὐτὴν τὴ γνώμη).

● ● ●

Μὲ αὐτὴν τὴν ἁρμοδιότητα, τώρα, ὁ π. Παῦλος ἀποφάσισε —ἢ τοῦ ἀνετέθη— νὰ βγάλει «λάθος» τὸ βιβλίο τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ, ποὺ πραγματεύεται τὸ Ὑποχρεωτικὸ τῆς Διακοπῆς Μνημονεύσεως τῶν αἱρετικῶν Ἐπισκόπων, μὲ βάση τὴν ποιμαντική, τὴν θεολογία τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, μέρος τῆς ὁποίας εἶναι καὶ ὁ ΙΕ΄ Κανόνας.
Ἔτσι, ἐπεδόθη μὲ ζῆλο στὸ ἔργο αὐτὸ καὶ προσπαθεῖ νὰ μᾶς πείσει, ἀκροβατώντας ἐπικίνδυνα μὲ ἄγαρμπες ταχυδακτυλουργικὲς κινήσεις μεταξὺ Ἱερῶν Κανόνων καὶ πατερικῶν κειμένων, ὅπως ἕνα ἁπλὸ διάβασμα τῆς κριτικῆς του δείχνει, ἀφοῦ εἶναι εὐδιάκριτο ὅτι, οὔτε τὰ ἴδια τὰ κείμενα κατανόησε (ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ ποὺ πέρασε ἀπὸ «προκρούστειο κλίνη»), οὔτε τὴ διήκουσα σκέψη τοῦ βιβλίου ἀντελήφθη. Ἐπιδίδεται μὲ τὴν κριτικὴ αὐτὴ σὲ μιὰ δονκιχωτικὴ σκιαμαχία, μὴ νοῶν «περὶ τίνων διαλέγεται ἢ περὶ τίνων διαβεβαιοῦται»!
Ὁ π. Παῦλος, μᾶς διδάσκει τώρα, σ’ αὐτὴ τὴν κριτική του, ὅτι δὲν πράττει ὀρθά, ὅποιος δὲν κάνει ὑπακοὴ στὸν Ἐπίσκοπό του —ἀκόμα κι ἂν διδάσκει πράγματα αἱρετικὰ ὁ ἐπίσκοπος— ἐὰν δὲν ὑπάρξει καταδίκη τοῦ ἐπισκόπου ἀπὸ Σύνοδο!
Γράφει: «Ἀλλοίμονο, ἂν κάθε πιστὸς μεταβληθῆ σὲ κριτὴ καὶ δικαστὴ καὶ τοποθετήσει ἔτσι τὸν ἑαυτό του ὑπεράνω Συνόδων καὶ Πατέρων καὶ ἔχει τὴν ἀξίωση νὰ κρίνει τὴν ἀκεραιότητα τῆς πίστεως τοῦ κάθε ἐπισκόπου...» (σελ. 7). «Τὸ ὅτι ὁ παρὼν Κανόνας θέτει ὡς ἐξαίρεση γιὰ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο τὰ θέματα πίστεως καὶ δικαιοσύνης, δὲν σημαίνει, ὅτι δίδει τὸ δικαίωμα στὸν κάθε πιστό, νὰ γίνει κριτὴς καὶ δικαστὴς τοῦ ἐπισκόπου, ἐὰν καὶ κατὰ πόσον δηλαδὴ ὁ ἐπίσκοπος εἶναι αἱρετικὸς ἢ ἄδικος..., δὲν εἶναι ἁρμόδιο καὶ ἱκανὸ τὸ κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας νὰ κάνει αὐτὸ τὸ ἔργο ἀλάνθαστα καὶ δίκαια, ἐπειδὴ δὲν ἔχει τὴν ἀνάλογη πνευματικὴ ὡριμότητα. Αὐτὸ τὸ ἔργο ἀνήκει μόνον σὲ Σύνοδο ἐπισκόπων. Ἐὰν ὁλόκληροι Σύνοδοι ἐπισκόπων συνέβη νὰ πλανηθοῦν..., πόσο μᾶλλον εἶναι εὔκολο νὰ πλανηθεῖ ἕνας ἁπλοϊκὸς πιστός»! (σελ. 9).
Μόνο μιὰ ἐξαίρεση αὐτῆς τῆς θέσεως δέχεται ὁ π. Παῦλος, τοῦ ἑαυτοῦ του! Αὐτός, ὡς ἀνώτερος Συνόδων, μπορεῖ νὰ κρίνει καὶ νὰ καταγγέλλει τὸν ἐπίσκοπό του (τῆς Βεροίας) ὡς ἀνήκοντα στὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ!
Εἶναι ἀποκαλυπτικὰ μιᾶς δίγλωσσης νοοτροπίας (σὲ σύγκριση μὲ ὅσα σήμερα λέει), ἐκεῖνα ποὺ ὁ ἴδιος γράφει σὲ κείμενο ποὺ εὐγενῶς φιλοξενήσαμε στὸ περιοδικό μας, ὅταν μᾶς εἶπε πὼς διώκεται γιὰ τὶς ἀντι-οἰκουμενιστικές του ἰδέες (καὶ καλοπροαίρετα τὸν πιστέψαμε καὶ τοῦ συμπαρασταθήκαμε). Γράφει ἐκεῖ ὁ π. Παῦλος: «Ὁ ἐπίσκοπος Βεροίας (στὸν ὁποῖον τότε ὑπαγόταν), ὅταν τοῦ ζητοῦσα ἐξηγήσεις γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό, μοῦ ἔλεγε: “Πρὸς τὸ παρὸν δὲν μποροῦμε νὰ πάρουμε θέση ἀπέναντι στὸν Οἰκουμενισμό, ἀλλὰ ὀφείλουμε, ἀκολουθώντας τὴν διοικοῦσα Ἐκκλησία, νὰ περιμένουμε τὴν ἐπίσημη θέση καὶ συνοδική της ἀπόφαση σχετικὰ μὲ τὸ ἐν λόγῳ θέμα”».
Σ’ αὐτὴ τὴν θέση τότε, ἡ ἀντι-οικουμενιστικὴ συνείδηση τοῦ π. Παύλου, ἐξεγείρετο ὡς «ἐξ ἐνστίκτου», ἀντιδροῦσε ἔντονα καὶ ἔλεγε:
«Οἱ ἅγιοι Πατέρες μας δὲν περίμεναν τὴν ἐπίσημη συνοδικὴ καταδίκη τῆς αἱρέσεως, γιὰ νὰ πάρουν θέση καὶ νὰ ἀρχίσουν τὸν ἀντιαιρετικό τους ἀγῶνα, ἀλλὰ ἄρχιζαν τὸν ἀγῶνα ἀμέσως μετὰ τὴν ἐμφάνισή της. Καὶ ἀκριβῶς οἱ ἰδικοί τους ἀγῶνες ἔφερναν τελικὰ σὰν ἀποτέλεσμα τὴν σύγκληση συνόδου καὶ τὴν συνοδικὴ καταδίκη τῆς αἱρέσεως. Μία ματιὰ στὴν ἐκκλησιαστική μας ἱστορία μαρτυρεῖ, ὅτι πάντοτε προηγεῖτο ὁ ἀντιαιρετικὸς ἀγῶνας καὶ ἐπακολουθοῦσε ἡ σύνοδος, ποτὲ δὲν γινόταν τὸ ἀντίθετο». Π.χ. «ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ...ὅταν πληροφορήθηκε ἀπὸ μοναχικοὺς κύκλους τῆς Θεσσαλονίκης τὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες τοῦ Βαρλαάμ, ἐθεώρησε χρέος του νὰ ἐγκαταλείψει τὸ ἐρημητήριο καὶ νὰ κατέβη στὸν ἀγῶνα. Μετὰ ἀπὸ ἑπτὰ χρόνια ἀγώνων, τὸ 1341, συγκροτήθηκε ἡ πρώτη Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἡ ὁποία πανηγυρικὰ τὸν ἐδικαίωσε. Ἀλοίμονο, ἂν ὁ ἅγιος περίμενε νὰ προηγηθεῖ σύνοδος καὶ μετὰ νὰ ἀρχίσει τὸν ἀγῶνα»! (Δημητρακόπουλος, Ἀρχιμ. Παῦλος, «“Εἰπὲ τῇ Ἐκκλησίᾳ”. Γιατὶ διώχθηκα ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Βερροίας», περ. «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος», 3 (2020) 17).
Ἐπειδὴ δημοσιεύσαμε αὐτὸ τὸ κείμενό του, ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ γράψαμε ἄλλο ἕνα κείμενο μὲ τὸ ὁποῖο τὸν ὑποστηρίζαμε, αἰσθάνθηκε τότε τὴν ἀνάγκη νὰ μᾶς μνημονεύσει εὐγνωμόνως: «Πέραν αὐτῶν καὶ ἄλλα πρόσωπα, πληροφορηθέντα τὸν ἄδικο διωγμό μου, ἐξέφρασαν τὴν ἀποδοκιμασία τους πρὸς τὸν «ἅγιο» Βεροίας». Παρομοίως καὶ ἡ «Φιλορθόδοξος Ἕνωσις “Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος”», ἡ ὁποία μὲ χαρὰ θέλησε νὰ φιλοξενήση στὸ περιοδικό της τὸ ἄρθρο μου: «Εἰπὲ τῇ Ἐκκλησίᾳ», μόλις δὲ ἐπληροφορήθηκε τὸ περὶ οὗ ὁ λόγος συκοφαντικὸ ψήφισμα, δημοσίευσε ἄρθρο στὴν ἱστοσελίδα «Ἀκτῖνες» μὲ τίτλο «Ἕνα ἀκραιφνὲς κείμενο οἰκουμενιστικοῦ μιθριδατισμοῦ» (http://www.romfea.gr).
Βλέπετε, λοιπόν, ὁ ἴδιος μπορεῖ νὰ κρίνει τὸν ἐπίσκοπό του, ἴσως γιατὶ ἔχει τὴν αὐτοσυνειδησία, ὅτι εἶναι ἀνωτέρας πνευματικῆς καταστάσεως· στὸν π. Εὐθύμιο, ὅμως, ἀκόμα κι ἂν διαθέτει ἀτράνταχτα πατερικὰ ἐπιχειρήματα, δὲν τὸ ἐπιτρέπει, διότι αὐτὸ δὲν συμφέρει στὸ ἐξουσιαστικὸ κατεστημένο ποὺ τώρα ὁ π. Παῦλος ὑπηρετεῖ. Ὅταν ἐδιώκετο ὁ ἴδιος, (ὅπως διώκεται ὁ π. Εὐθύμιος τώρα), ζητοῦσε τὴν συμπαράστασή μας ἐναντίον τοῦ σάπιου δεσποτικοῦ κατεστημένου, ἐναντίον τοῦ ὁποίου κατεφέρετο μὲ ὀξεῖς χαρακτηρισμούς.
Ἔγραφε σὲ συμπρεσβύτερό του, στοχεύοντας τὸν τότε ἐπίσκοπό του μητροπολίτη Βεροίας: «Ποιός σὲ ἔβαλε ἐσένα νὰ ἀσχολεῖσαι καὶ νὰ κρίνεις τὸν συμπρεσβύτερό σου; Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο νομίζεις ὅτι ὑπερασπίζεις καὶ συγκαλύπτεις τὸ ἀφεντικό σου; ...Τὴν δίψα γιὰ προβολὴ καὶ ἐξουσία κάπου ἀλλοῦ θὰ ἔπρεπε νὰ τὴν ἀναζητήσεις, ἀδελφέ μου...  Στοὺς δεσποτάδες, ποὺ ἀπὸ φόβο καὶ δειλία, μήπως δυσαρεστήσουν τὸ Φανάρι καὶ κινδυνεύσει ἡ θέση τους, κουκουλώνουν τὴν αἵρεση καὶ παίζουν τὸν καραγκιόζη. Καὶ ὅταν πᾶνε στὸ Φανάρι γίνονται φίλοι τῶν Οἰκουμενιστῶν, ἐνῶ ὅταν ἔρχονται στὴν ἐπαρχία τους γίνονται Ὀρθόδοξοι» («Ἕτοιμοι πρὸς ἀπολογίαν παντὶ τῷ αἰτοῦντι», 6/12/2010, aktines.blogspot.gr/2010/10/315.html).
Ἀλλὰ τί γυρίσματα ἔχουν οἱ καιροί! Τώρα, ποὺ τοῦ δόθηκε ἕνα κόκκαλο ἐξουσίας, ἡ δεσποτοκρατία ἔγινε ἀναγκαία γιὰ νὰ ἐπιβάλει στὴν Ἐκκλησία «τὴν τάξη τῆς σιωπῆς» καὶ «τὴν ἡσυχία τοῦ νεκροταφείου». Δὲν ξέρουμε πόσο ἀναγνωρίζει τὸν ἑαυτό του τώρα, σὲ ὅσα τότε κατηγοροῦσε. Ἔλεγε: «Τὸ ἐκκλησιαστικὸ καθεστὼς στὴν Ἑλλάδα εἶναι ἔτσι διαμορφωμένο, ὥστε στὶς Μητροπόλεις νὰ κυριαρχεῖ ἡ ἐξουσιαστικὴ αὐθεντία τοῦ Δεσπότου, οἱ δὲ ἱερεῖς βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴν ἀπόλυτη ἐξάρτησή του... Τὸ ἀρρωστημένο αὐτὸ ἐκκλησιαστικὸ καθεστώς ἐπιδρᾶ ψυχολογικὰ καὶ διαμορφώνει τὴν νοοτροπία καὶ τὴν συμπεριφορὰ τοῦ παπὰ κατὰ τέτοιον τρόπο, ὥστε νὰ ἀναγκάζεται πάντοτε νὰ ταυτίζεται μὲ τὴν γραμμὴ ποὺ χαράσσει ὁ Δεσπότης του, ἔστω καὶ ἂν σὲ πολλὲς περιπτώσεις κατὰ βάθος διαφωνεῖ. Πῶς νὰ τολμήσει ὁ καϋμένος ὁ παπὰς νὰ διαμαρτυρηθεῖ γιὰ τὴν ἔνοχη ἀπαγόρευση κάθε ἀντιαιρετικοῦ ἀγῶνος κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὴν ὁποία ἐπέβαλε ὁ “ἅγιος” Βεροίας, τρομοκρατώντας τον» (aktines.blogspot.gr/2010/12/211317.html).

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012

Εικονίζοντας τη συκοφαντία ή Ο πίνακας του Απελλή

Εικονίζοντας τη συκοφαντία ή Ο πίνακας του Απελλή



Εικονίζοντας τη συκοφαντία ή
Ο πίνακας του Απελλή
Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου – συγγραφέα
Η ΣΥΚΟΦΑΝTΙΑ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ: Την εποχή που ήταν νομοθέτης ο Σόλωνας είχε απαγορεύσει με νόμο στους Αθηναίους την εξαγωγή αγροτικών προϊόντων στις άλλες πόλεις κράτη εκτός από το ελαιόλαδο. Μεταξύ των προϊόντων αυτών ήταν και τα σύκα. Όποιος λοιπόν ενημέρωνε τους άρχοντες για αυτούς που έβγαζαν παράνομα σύκα από την Αττική, αυτός ονομαζόταν συκοφάντης και η πράξη του συκοφαντία.


Η ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ: Ο μεγάλος φιλόσοφος Σωκράτης έλεγε για τη συκοφαντία ή κακολογία, καλύτερα μιας και τότε δε χρησιμοποιούνταν ο όρος συκοφαντία για τις διαβολές, πως ο κακόλογος σκοτώνει την τιμή ενός ανθρώπου, ενώ ο φονιάς τη ζωή, αλλά επειδή η τιμή είναι ανώτερη της ζωής, η κακολογία είναι σοβαρότερη του φόνου, μιας κι ο φονιάς σκοτώνει με κίνδυνο της ζωής του ζωντανούς, ενώ ο κακόλογος με μια κουβέντα και ακινδύνως σκοτώνει και ζωντανούς και πεθαμένους. Ο κυνικός Διογένης συγκρίνοντας συκοφάντες και κόλακες έλεγε: “Απ΄ τα άγρια θηρία το χειρότερο δάγκωμα το κάνει ο συκοφάντης , από τα ήμερα ο κόλακας”. Ο Ναπολέων μάλιστα έλεγε: “Οι επιδέξιοι κόλακες συνήθως είναι όχι και λιγότερο επιδέξιοι συκοφάντες”, ταυτίζοντας τις δύο αυτές κατηγορίες ανθρώπων. Συκοφάντης όμως δεν είναι μόνο αυτός που “πρωτοσπέρνει” το ψεύδος αλλά και οι “πολλαπλασιαστές” του. Όταν κάποιος είπε στον Αίσωπο πως λένε για εκείνον τρομερά πράματα και άρχισε να του τα εξιστορεί, εκείνος απάντησε: “Δολοφόνοι δεν είναι εκείνοι που φτιάχνουν τα μαχαίρια, αλλά εκείνοι που τα χρησιμοποιούν. Έτσι και τώρα: δε με κακολογούν οι συκοφάντες, αλλά εσύ που χρησιμοποιείς τις συκοφαντίες τους”. Ο τραγικός της Αρχαιότητας Μένανδρος, του οποίου διασώθηκαν αποσπάσματα έργων, έγραψε: “Υπάρχουν συκοφαντίες προ των οποίων η αγνότητα χάνει το θάρρος της. Όποιος εύκολα πιστεύει στις συκοφαντίες, ο ίδιος είναι κακός στο χαρακτήρα, ή έχει μυαλό μικρού παιδιού”. Ο Καντ δείχνει αισιόδοξος δίνοντας μια διέξοδο στα θύματα της συκοφαντίας: “Έχε υπομονή, οι συκοφαντίες δεν έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής. Η αλήθεια είναι παιδί του χρόνου, δεν θα αργήσει να εμφανιστεί για να σε δικαιώσει.” Αντίθετα ο Ρενάν, υπολογίζοντας ιδιαίτερα τη διαβρωτική της δύναμη, έλεγε: “Μπορούμε να σωθούμε από το δηλητήριο της έχιδνας, αλλά όχι και από εκείνο της συκοφαντίας.”
Ο ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ:Η άγνοια είναι τρομερό πράγμα και αιτία πολλών κακών για τους ανθρώπους. Σα μια αχλύ που σκεπάζει τα πράγματα και αμαυρώνει την αλήθεια και κατατρύχει τον βίο του καθένα μας. Μοιάζουμε σαν να περιπλανιώμαστε στο σκοτάδι (...) Άλλοτε σκοντάφτουμε κάπου χωρίς λόγο, άλλοτε
προσπερνάμε αυτό που δεν έπρεπε και αυτό που βρίσκεται κοντά μας και μπροστά στα πόδια μας, δεν το βλέπουμε. Αντίθετα, εκείνο που βρίσκεται εντελώς μακριά μας, φοβόμαστε ότι θα μας δημιουργήσει πρόβλημα. (Ομιλώ...) για τις ψεύτικες διαβολές εναντίων γνωστών και φίλων. Εξ αιτίας τους οικογένειες έχουν αναστατωθεί, πόλεις καταστράφηκαν, πατεράδες εξοργίστηκαν εναντίον των παιδιών τους, αδέλφια μεταξύ τους, παιδιά εναντίον των γεννήτορων τους και εραστές εναντιών των αγαπημένων τους. Επίσης πολλές φιλίες διαλύθηκαν και όρκοι έσπασαν από την πιθανότητα να ισχύουν οι διαβολές.
Η ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΑΠΕΛΛΗ: Ο ζωγράφος Απελλής ο Εφέσιος, έπεσε θύμα ολέθριας συκοφαντίας. Είχε διαβληθεί άσχημα ότι συμμετείχε στη συνομωσία του Θεοδώτα στην Τύρο κατά του Πτολεμαίου, βασιλιά της Αιγύπτου, ενώ ο Απελλής δε γνώριζε την Τύρο ούτε τον Θεοδότα. Άλλ' όμως κάποιος όμοτεχνος ανταγωνιστής του, ο Αντίφιλος, από φθόνο και ζηλοτυπώντας την τέχνη του, κατήγγειλε στον Πτολεμαίο ότι κάποιος είδε τον Απελλή στην Φοινίκη να συντρώγει με τον Θεοδότα και σε όλο το δείπνο του μιλούσε μυστικά στο αυτί. Στο τέλος ισχυρίστηκε πως η αποστασία της Τύρου προέκυψε κατόπιν συμβουλής του Απελλή. Ο Πτολεμαίος ταράχτηκε τόσο πολύ από τη διαβολή ώστε δεν σκέφτηκε ούτε το πιο λογικό: ότι ήταν ανταγωνιστής του ο διαβάλλων και ότι ο ζωγράφος Απελλής δεν ήταν δε θέση να κάνει τέτοια προδοσία. Και επιπλέον δεν σκέφτηκε πως δεν είχε λόγο να το κάνει, αφου ήταν ευεργέτημένος από αυτόν και έχαιρε γενικής εκτίμησης. Έτσι αμέσως εξεμάνη και άρχισε να φωνάζει κραυγάζοντας κατάρες για τον αχάριστο, τον επίβουλο και συνομωτη. Και αν, όπως λέει κι ο Λουκιανός, δεν ομιλούσε κάποιος από τους παρόντες, που, αγανακτώντας με την αναισχυντία του Αντίφιλου, πως κάνεναν από αυτούς δεν συνάντησε ο άνθρωπος, θα τον είχε σκοτώσει. Ο Πτολεμαίος τότε συνήλθε και ντράπηκε τόσο πολύ με αυτά που έγιναν, ώστε δώρισε στον Απελλή 100 τάλαντα και τον Αντίφιλο τον έκανε δούλο του. Ο Απελλής καθώς κρατούσε στη μνήμη του το περιστατικίο, αναπαρέστησε την συκοφαντία.
ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΠΙΝΑΚΑ: Είναι ένας πίνακας ζωγραφικής του Ιταλού αναγεννησιακού ζωγράφου Σάντρο Μποτιτσέλι. Φιλοτεχνήθηκε το 1494-5. Σήμερα βρίσκεται στη συλλογή του μουσείου Ουφίτσι στη Φλωρεντία. Ο Μποτιτσέλι άντλησε το θέμα του από τον πίνακα του Έλληνα καλλιτέχνη της ελληνιστικής περιόδου Απελλή, όπως το περιγράφει ο Λουκιανός στο έργο του: “Περί του μη ραδίως (εύκολα) πιστεύειν διαβολή”. Όταν αποδείχτηκε η αθωότητά του, ο Απελλής αποφάσισε να μεταφέρει το προσωπικό του βίωμα στον πίνακα αυτό. Η περιγραφή του Λουκιανού, μιας και το πρωτότυπο δε διασώθηκε, είναι πάντως αρκούντως κατατοπιστική. Στον δικό του πίνακα, ο αναγεννησιακός ζωγράφος διατήρησε το σκηνικό και τις μορφές από την περιγραφή. Στα δεξιά απεικονίζεται καθιστός σε υπερυψωμένο θρόνο, μέσα σε ανοικτή αίθουσα, ένας βασιλιάς, με μεγάλα γαϊδουρίσια αυτιά, τείνοντας το χέρι του στη Συκοφαντία, που φαίνεται να πλησιάζει.
Δίπλα στο βασιλιά βρίσκονται δύο γυναίκες, η Άγνοια και η Υποψία, που ψιθυρίζουν φήμες στα μεγάλα (ευήκοα στην καχυποψία) αυτιά του βασιλιά, πράγμα που υπονοεί την ανοησία του (γαϊδουρινά αυτιά). Η Συκοφαντία, πλησιάζοντας από τα αριστερά, είναι μια πολύ όμορφη γυναίκα, που έχει κάτι πάνω της που υπονοεί την απάτη και την παρόρμηση. Στο αριστερό της χέρι κρατά έναν αναμμένο δαυλό (που τα φέρνει όλα στο “φως”), ενώ με το δεξί τραβά έναν νέο από τα μαλλιά. Εκείνος υψώνει απεγνωσμένα τα χέρια στον ουρανό επικαλούμενος θεούς να υπερασπιστούν την αθωότητά του. Τη Συκοφαντία καθοδηγεί ένας χλωμός άντρας με διαπεραστικά μάτια, παραμορφωμένος, και αποστεωμένος σαν από σοβαρή ασθένεια. Είναι ο Φθόνος. Δυο άλλες κοπέλες, η Μοχθηρία κι η Απάτη, ενθαρρύνουν τη Συκοφαντία, στολίζοντάς την. Πιο πίσω με μαύρα πένθιμα πέπλα και ξέπλεκα μαλλιά, έρχεται η Μετάνοια. Κοιτά δακρυσμένη πίσω της, περιμένοντας ντροπαλά το πλησίασμα της Αλήθειας. Η Αλήθεια γυμνή, όπως δηλαδή πρέπει να είναι πάντα η αλήθεια, δείχνει τον ουρανό ελπίζοντας στην παρέμβαση του Θείου. Είναι πανέμορφη, αντίθετα με τη Μετάνοια, που είναι ηλικιωμένη και θλιμμένη, με φθαρμένα ρούχα. Είναι γυμνή, καθώς δεν έχει να κρύψει τίποτα και η έκφραση του προσώπου της, όπως και η στάση του σώματός της, δείχνου επίκληση της ουράνιας δικαιοσύνη.
ΑΓ. ΓΡΑΦΗ - ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ: Το να σηκώνει κανείς το σταυρό της συκοφαντίας είναι άθλος. Η συκοφαντία είναι μέγας πόνος για τον συκοφαντούμενο και φοβερή δοκιμασία για την πνευματική του υπόσταση. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έλεγε: “ Δεν υπάρχει τίποτε πιο αφόρητο για όσους υφίστανται την οδύνη της συκοφαντίας, γιατί η συκοφαντία είναι πραγματικά δάγκωμα για την ψυχή.” Γι' αυτό και ο προφητάνακτας Δαβίδ έλεγε προς τον Κύριο: «Λύτρωσέ με από τις συκοφαντίες των ανθρώπων και θα φυλάξω τις εντολές σου». Για τους Αγίους Πατέρες συκοφαντία είναι ακόμη οι ανακρίβειες, οι υπερβολές, οι εύκολες κρίσεις και κατακρίσεις, που ασύστολα σήμερα διατυπώνονται από μερικούς για οποιονδήποτε πέφτει στην κριτική τους, που καταντούν δυσφημιστικές και συκοφαντικές για το πρόσωπο του πλησίον. Πώς όμως ο συκοφαντούμενος θα αντιμετωπίσει την προσβολή στο πρόσωπό του; Μόνο με υπομονή, σιωπή, ταπείνωση και προσευχή, χωρίς να καλλιεργεί εκδικητικότητα για τον συκοφάντη, φροντίζοντας, κι αυτό είναι το πιο δύσκολο, μα είναι Μίμηση Χριστού, να βοηθήσει και τον άνθρωπο που τον αδικεί, να καταλάβει το σφάλμα του και να διορθωθεί. Ο Μ. Βασίλειος απαντώντας σε συκοφαντίες μιας αιρετικής της έγραψε τα εξής:
Προτιμώ από τους γήινους δικαστές, να περιμένω τον Ουράνιο Δικαστή, που ξέρει να υπερασπίζεται κάθε είδους αδικία καλύτερα από τον καθένα.” Ο συκοφάντης, όταν ιδιώς μας συκοφαντεί για θέματα πίστης, γίνεται αίτιος για να πάρουμε μεγάλη Χάρη, κι αυτό το δηλώνει ο ίδιος ο Κύριος: “ Μακάριοι είσθε όταν σας μισήσουν ... και σας χλευάσουν και δυσφημήσουν το όνομά σας εξαιτίας του Υιού του ανθρώπου. Να χαίρεσθε και να αγάλλεσθε (...) γιατί θα είναι μεγάλος ο μισθός σας, (μεγάλη δηλαδή η Χάρη), που θα λάβετε στον Ουρανό.”
ΕΠΙΜΥΘΙΟ: Ο λαός λέει πολύ σοφά για τα συκοφαντούμενα θύματα: “Τα καρποφόρα δέντρα πετροβολούνται”, ενώ με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο δημιουργός του Γκιούλιβερ, ο μεγάλος ψυχογράφος Ιωνάθαν Σουίφτ: “Η συκοφαντία συνήθως χτυπάει τους άξιους ανθρώπους, όπως τα σκουλήκια ρίχνονται επάνω στα καλύτερα φρούτα.” Όμως, σε τελική ανάλυση, ο συκοφάντης αναφύεται από κακή προαίρεση, ζηλοτυπία, μνησικακία, ακόμη και μίσος, ενώ η συκοφαντία είναι η εκδίκηση των ανάνδρων! Μια οσιακή μορφή του καιρού μας, ο γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός έλεγε: “ Η συκοφαντία είναι το απαισιότερο φάσμα του μίσους και της κακότητας και το οδυνηρότερο τραύμα γι' αυτόν που την υφίσταται. Η συκοφαντία είναι το αμυντικό όπλο της κατωτερότητας. Επειδή δεν μπορεί να σκεπάσει τη γύμνωση και ευτέλειά της, προσπαθεί να αμαυρώσει αυτούς που βρίσκονται πιο ψηλά για να δικαιωθεί, όπως νομίζει. 
  πηγή :  ”http://aktines.blogspot.com/

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2012

Ο σταυρoς του κ. Εισαγγελεως

Eνα σημερινο πραγματικο

συγκλονιστικο γεγονος

 


ΣΕ ΜΙΑ διακοπὴ συνεδριάσεως, μιᾶς ἀπὸ τὶς τελευταῖες μεγάλες δίκες, ὁ Εἰσαγγελεὺς κ. Λυμπέρης Παπανδρέου, μοῦ διηγήθηκε τὰ ἑξῆς, ὅταν πρόσεξε ὅτι εἶχα στὸ λαιμό μου ἕνα σταυρό.Μοῦ ἔδειξε ἕνα σταυρὸ ποὺ φοροῦσε κι αὐτὸς στὸν λαιμό του καὶ μοῦ εἶπε:


- Αὐτὸς ὁ σταυρὸς μοῦ ἔσωσε τὴν ζωή. Χωρὶς αὐτὸν θὰ ἤμουν ἤδη ἀπὸ τὸν χειμῶνα τοῦ 1943 νεκρός. ῏Ηταν ἡ περίοδος, κατὰ τὴν ὁποία ὅποιος ἔπεφτε στὰ χέρια τῶν Γερμανῶν καὶ ὡδηγεῖτο εἰς τὸ ἄντρον τῶν βασανιστῶν των, εἰς τὴν ὁδὸν Μέρλιν, δὲν ἔφευγεν ἀπὸ αὐτὸ παρὰ διὰ τὸ νεκροταφεῖον.


᾿Εκείνην τὴν ἐποχὴ συνελήφθην καὶ ἐγώ. Εἶχα κατηγορηθῆ ἀπὸ ἕνα ἀνώτατον ὑπάλληλον τοῦ Δήμου Πειραιῶς -ὄργανον τῶν Γερμανῶν- καὶ ἕνα Δήμαρχον Συνοικισμοῦ τοῦ Πειραιῶς ὡς Γενικὸς Εἰσαγγελεὺς τῶν Κομμουνιστῶν, διότι καὶ τοὺς δύο αὐτοὺς κυρίους συνέλαβα διὰ καταχρήσεις τροφίμων, ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ διετίθεντο διὰ τοὺς πεινασμένους. ῾Η ἄρνησις, τὴν ὁποίαν ἀντέτασσα εἰς κάθε«κατηγορῶ», ἐξηγρίωνε τοὺς ἀνακριτάς μου. Ετσι παρεδόθην εἰς βασανιστήρια. 

Τὴν τρίτην ἡμέραν τοῦ μαρτυρίου μου ὡδηγήθην εἰς ἕνα εὐρύχωρον δωμάτιον. Εἰς αὐτὸ ὑπέστην τὰ πάνδεινα. Παρήλασαν καὶ πέντε γιγαντόσωμοι βασανισταί, καθένας τῶν ὁποίων ἐξήντλησεν ὅλας τὰς δυνάμεις του ἐπάνω μου.

«ΕΚΑΝΑ ΕΩΣ 62.000 ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ!» Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΕΝΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΥ..


E-mail Εκτύπωση PDF
alt Ο ιατρός Στόϊαν Αδάσεβιτς είναι μοναδικός γυναικολόγος στην Σερβία, ο οποίος δημοσίως ωμολόγησε ότι η έκτρωση είναι φόνος, διά τον οποίον ευθύνονται τόσον ο ιατρός, όσον και η μητέρα. Εκυκλοφόρησε δε και βιβλίο με τίτλο «Η αγιότης της ζωής», με συλλογή των άρθρων του περί της ενδομητρίου παιδοκτονίας.

Η συνέντευξη του δημοσιευθείσα εις την «Ορθοδοξίαν» (περιοδικόν της Σερβικής Εκκλησίας), συγκλονίζει τόσο με την ειλικρίνεια της, όσο και με το περιεχόμενο της. Το πλέον αρμόζον όνομα αυτής της συνεντεύξεως θα ήτο – μία δημοσία εξομολόγησις και η μετάνοια! Παραθέτομε ένα μέρος αυτής της πολυτίμου μαρτυρίας:

ΕΡΩΤΗΣΙΣ
: Ποια ήταν η στιγμή, που καταλάβατε ότι εκτελών την έκτρωση, φονεύετε το ανθρώπινον ον;
ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ
: Είμαι ιατρός, γνωρίζω τις πράξεις μου, είμαι ένοχος δι’ όλες τις φρικαλεότητες που έκανα εργαζόμενος ως γυναικολόγος και είμαι υποχρεωμένος να μαρτυρήσω, να αφυπνίσω, να προειδοποιήσω ότι η διακοπή της εγκυμοσύνης ουσιαστικώς είναι φόνος  του αγεννήτου ανυπεράσπιστου παιδιού. Εις τις οριζόμενες υποχρεώσεις της εργασίας μου ήσαν και οι νόμιμες αμβλώσεις. Τότε δεν εγνώριζα ότι πράττω φόνο, τώρα, όμως, υποστηρίζω και γνωρίζω ότι η αμαρτία μου ενώπιον του Θεού είναι μεγάλη. Εις το Πανεπιστήμιον εδιδάχθηκα ότι το παιδί είναι ζωντανόν, μόλις γεννηθή με το πρώτον του κλάμα. Προ του κλάματος υπάρχει μόνον ως ένα των οργάνων της μητέρας του: ως ένα δόντι, ως ένα νεφρό, ως η σκωληκοειδής απόφυσις.

Έκανα από 48.000 έως 62.000 εκτρώσεις! Αυτό είναι ως να έχω εξαφανίσει μία ολόκληρη πόλη. Το Βελιγράδι έχει τόσα νοσοκομεία και αρκετές ιδιωτικές κλινικές, ένθα γίνονται οι εκτρώσεις!
Εις τα τέλη της δεκαετίας του ’80 ενεφανίσθη το υπερηχογράφημα με την διαγνωστική του δυνατότητα και μου έφερε πολλές εκπλήξεις. Είδα το έμβρυο, τους κτύπους της καρδιάς του, τις κινήσεις, το άνοιγμα του στόματος του˙ εις τα μεγαλύτερα έμβρυα παρετήρησα το «πιπίλισμα» του αντίχειρος˙ το έμβρυο εσκέπτετο και ησθάνετο, διότι αντέδρα στους βαθείς διαπεραστικούς ήχους επιταχύνων τις κινήσεις του. Και ύστερα από 4-5 λεπτά, όσον διαρκεί η άμβλωση, το έμβρυο αυτό, αυτό το ίδιο, ανθρώπινο ον, κείται τεμαχισμένο μεταξύ των εργαλείων στο τραπέζι.

ΕΡΩΤΗΣΙΣ:
Πότε επαύσατε να κάνετε εκτρώσεις;

ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ
: Αυτό που θα σας διηγηθώ τώρα, είναι οχληρό και πάρα πολύ επίπονο, αλλά δεν είναι δυνατό να ωραιοποιούμε κάτι, το οποίον αφ’ εαυτού είναι φρικτόν. Προς θλίψη και δυστυχία μου το 1988 έκανα την άβλωση εις μία προχωρημένη εγκυμοσύνη των 4,5 μηνών. Κατά την διάρκεια αυτής της εγχειρήσεως, της οποίας τις λεπτομέρειες δεν ημπορώ να περιγράψω άνευ ταραχής, φρικιών ανεκάλυψα τον φονέα εντός μου. Μία εγχείρηση, η οποία έπρεπε να είναι μία πράξη ρουτίνας, μετετράπη εις ένα πραγματικό εφιάλτη. Με την πρώτη κίνηση του θλάστου έβγαλα το χεράκι και το έρριξα επάνω στο τραπέζι των εργαλείων. Ιδού – το νεύρον του χεριου έπεσεν στην άκρη της κομπρέσσας βρεγμένης με το ιώδιο. Το ιώδιο ερέθισε το νεύρο και το μικρούλικο χεράκι άρχισε να συσπάται. Με την επόμενη κίνηση έβγαλα το πόδι. Και συνέβη το ίδιο – τώρα έτρεμε και εσυσπάτο το πόδι. Κάτι όμοιον δεν μου είχε συμβή ποτέ πριν˙ ύστερα προσεπάθησα με τον θλάστη να συλλάβω και την καρδιά, η οποία ακόμη εκτύπα και υπό τον θλάστη έκανε σπασμούς ολοέν και αργότερον… και αργότερον και επί τέλους έπαυσε.

Τότε εσυνειδητοποίησα ότι έπραξα φόνο, ότι εθανάτωσα τον άνθρωπο. Η γυναίκα αιμορραγεί πολύ, η ζωή της εκινδύνευε. Προσηυχήθηκα: «Κύριε, βοήθησε με να σώσω αυτήν την γυναίκα και τιμώρησε εμένα!». Έκτοτε ποτέ μου δεν επανέλαβα όμοια πράξη. Έτυχε η νέα μου γνώση να συμπίπτη με την άποψη της Εκκλησίας – ότι το έμβρυο είναι ζωντανόν ήδη από την σύλληψη του, δηλαδή από την στιγμή της γονιμοποιήσεως του ωαρίου.


Η ενδομήτρια παιδοκτονία είναι πολύ μεγαλύτερη και βαρύτερη αμαρτία από τον απλούν φόνον, επειδή το έμβρυο εντός της μήτρας είναι αδύναμο να αμυνθή, ενώ δεν πταίει για τίποτε˙ μόνον εκείνο είναι άνευ του προσωπικού πταίσματος εις όλον το ανθρώπινο γένος, διότι δεν εγεννήθη καν.


ΕΡΩΤΗΣΙΣ
: Διά το πως θα χρησιμοποιηθούν τα έμβρυα, τα εκτρωθέντα κατά την διακοπή της εγκυμοσύνης —τόσο την φυσική όσον και την τεχνητώς προκαλούμενη— δεν χρειάζεται η άδεια της μητέρας του εμβρύου; Ποια είναι η τύχη αυτών των τεμαχισμένων μικροσκοπικών σωμάτων;

ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ
: Σπανίως διερωτάται κανείς, τι συμβαίνει με αυτά τα έμβρυα εις τα νοσοκομεία μας. Εις την χώρα μας κανείς δεν ανακοινώνει και δεν δημοσιεύει πληροφορίες αυτού του είδους. Δεν υπάρχουν οι κατάλληλες βάσεις για την επιστημονικο-ερευνητική εργασία και για την χρήση αυτών των εμβρύων στην φαρμακευτική βιομηχανία, διότι αυτό είναι εξαιρετικώς δαπανηρό. Και προς το παρόν, όσον γνωρίζω, δεν υπάρχουν καν οι συνθήκες για την εμπορευματοποίηση. Εις ημάς αυτά τα έμβρυα αντιμετωπίζονται ως ιατρικό απόβλητο. Εναποτίθενται εις τους μαύρους σάκκους, μαζί με τα λοιπά όργανα τα απομείναντα από διαφόρους εγχειρήσεις στους ενήλικες ασθενείς και καίγονται όλα ως απόβλητα.

Ως κοινωνία είμεθα υποχρεωμένοι να προστατεύουμε το παιδί ιατρικώς, ηθικώς, δικαστικώς και νομικώς, διότι πρέπει να έχη όλα τα δικαιώματα, τα οποία έχει ένας ενήλικας. Αυτό είναι το καθήκον μας προς όλα τα μέλη της κοινωνίας μας.


ΕΡΩΤΗΣΙΣ:
Υπάρχει η ακριβής στατιστική πληροφορία περί του αριθμού των διαπραττομένων εκτρώσεων εις την Σερβία;

ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ
: Είναι αδύνατον να υπάρχη ένα τέτοιο είδος της στατιστικής και όλες οι σχετικές πληροφορίες είναι ψευδείς. Η μία στατιστική μας ενημερώνει ότι έχομε 120.000 αμβλώσεις τον χρόνο, η άλλη στατιστική μας ενημερώνει ότι αυτός ο αριθμός είναι πολλαπλάσιος – 420.000 αμβλώσεις τον χρόνο. Εγώ θεωρώ ότι εις ένα γεννημένο παιδί αντιστοιχούν 25 αμβλώσεις.

ΕΡΩΤΗΣΙΣ
: Τι άποψη έχετε για το ζήτημα της αντισυλλήψεως;

ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ
: Η αντισύλληψη σημαίνει το πράττειν εναντίον της συλλήψεως. Την ταξινομώ σε τρία είδη: Το πρώτο είδος είναι η εγκράτεια και είναι επιτετραμμένο˙ το δεύτερο είδος είναι η ικανοποίηση της ορμής άνευ εκσπερματώσεως και δεν είναι επιτετραμμένο˙ το τρίτον είδος είναι σατανικό και δίδει την δυνατότητα της εφαρμογής μιας ολοκλήρου σειράς στην ουσία αμβλωτικών μέσων….

Υπάρχουν πολλές απληροφόρητες γυναίκες, οι οποίες αφελώς υιοθετούν την κοινή ανεύθυνη στάση απέναντι στο ζήτημα αυτό. Είδατε τα μέσα ενημερώσεως, τα γυναικεία περιοδικά, τις εκπομπές – και ακούσατε κάπου η ποτέ κανένα λόγο εναντίον των εκτρώσεων, των αντισυλληπτικών μέσων και της εξωσωματικής γονιμοποιήσεως;


ΕΡΩΤΗΣΙΣ
: Τι είναι η εξωσωματική γονιμοποίηση;

ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ:
Το έχω κάνει και αυτό. Υποστηρίζω ότι η εξωσωματική γονιμοποίηση είναι κακό. Γονιμοποιούνται περισσότερα ωάρια, ενίοτε 10, 20 και παραπάνω, γίνεται διαφοροποίηση και θανατώνεται πάν περισσευούμενο έμβρυο, για να διευκολυνθή η επιβίωση το πολύ τριών εμβρύων. Εάν ληφθούν περισσότερα από τα τρία, τότε είναι ανάγκη να μειώσουμε τον αριθμό των, διότι η μήτρα δεν θα αντείχε την κυοφορία.

(Μετάφραση από τα σερβικά: Μίλιτσα Βέσκωφ).

Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 7/1/2005