(ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΜΑΣ ΣΥΝΕΥΘΥΝΗΣ)
Πολλές φορές, σέ παλαιότερα κείμενα, ἀναφέρθηκα στήν εὐθύνη πού ἔχουμε ὅλοι μας. Ἄρχοντες ἀλλά καί ἀρχόμενοι, ποιμένες ἀλλά καί ποιμαινόμενοι, κλῆρος ἀλλά καί λαός. Ὅλοι ἀνεξαιρέτως. Καί μπορεῖ πολύ συχνά νά ἐγκαλοῦμε τούς πολιτικούς καί ἐκκλησιαστικούς μας ἡγέτες γιά ὑποκρισία, διαφθορά καί προδοσία. Καί ἀσφαλῶς ὄχι ἄδικα. Συνήθως ὅμως ξεχνοῦμε ἤ ἔστω ὑποτιμοῦμε τήν τεράστια συνευθύνη πού ἔχουμε καί ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι. Συνευθύνη ὁρατή, γιά ὅσα ἀποδεχόμαστε, γιά ὅσα στηρίζουμε, γιά ὅσα ἀπλῶς ἀνεχόμαστε μέ τή μή ἀντίδραση καί τήν τυφλή ὑπακοή μας. Ἀλλά καί συνευθύνη λιγότερο ὁρατή – καί τελικά πιό οὐσιαστική. Δηλαδή, εὐθύνη πνευματική. Ἐξαιτίας τῆς ἐκούσιας παρακμῆς μας, τῆς ἐμμονικῆς ἀποστασίας μας, τῆς ἐπίμονα συνεχιζόμενης πνευματικῆς μας ἀθλιότητας. Ἠ κατάσταση στήν ὁποία εἴμαστε βυθισμένοι ὡς λαός (καί ὡς πολῖτες καί ὡς ὀρθόδοξοι πιστοί) ἐδῶ καί πολλά χρόνια καί ἀπό τήν ὁποία ἀρνούμαστε νά ξυπνήσουμε.