Παρασκευή 27 Ιουνίου 2025

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ: «H ΑΠΟΤΕΧΙΣΙΣ» Μέρος Α΄

 


«H ΑΠΟΤΕΧΙΣΙΣ»

«Της αιρέσεως αποσχιζόμενοι τη ευσεβεία δια παντός ενραπτόμεθα (ενούμεθα) – Γρηγ. Νύσσης, P.G. 44, 725»

MΕΡΟΣ A΄

Aναμφίβολα, ζούμε σε εποχή που η ισχύς των αιρέσεων πολλαπλασιάσθηκε δια του οικουμενισμού∙ πολλαπλασίασε ο οικουμενισμός την ισχύ των αιρέσεων είκοσι (20) αιώνων! Γνωρίζουμε από το παρελθόν, ότι εν καιρώ εμφανίσεως – κηρυττομένης αιρέσεως στο χώρο της Εκκλησίας, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί κατέφευγαν στα τείχη της Εκκλησίας, στη διδασκαλία της∙ κατέφευγαν δηλ. στη διδασκαλία της Γραφής και των Πατέρων, χωριζόμενοι εκ των αιρετικών και προ Συνοδικής διαγνώσεως – καταδίκης της αιρέσεως. Τα γεγονότα (Κρήτη 2016, επίσκοπος Τυχικός κλπ.)ευνοούν τον ορθό, νηφάλιο, βαθύ, ορθόδοξο εκκλησιολογικό και θεολογικό στοχασμό περί Αποτειχίσεως.

Να υπογραμμίσω, με απόλυτη κατηγορηματικότητα, ότι ο 15ος Κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου είναι ομόλογος με τους πνευματικούς στόχους της Αγίας Γραφής και των Πατέρων.

Πρέπει, όμως, να γίνει πλήρως κατανοητή η διαφορά ανάμεσα σε Σχίσμα (που δεν συγχωρείται ούτε με αίμα μαρτυρίου) και της Αποτειχίσεως, η οποία είναι σωτήριος και αξία «της πρεπούσης τιμής τοις Ορθοδόξοις» (Βλέπε Πηδάλιο). Η Αποτείχιση εκ της αιρέσεως είναι πνευματικά – γερά θεμελιωμένη στην Αγία Γραφή και στην διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, ο δε 15ος Κανόνας, ως πνευματικός ιστός, ενσωματώνει αυτές τις θεμελιώδεις διδασκαλίες Γραφής και Πατέρων.

Η «σύγχρονη» δημιουργία της «Δυνητικής θεωρίας», ως καινοτομία, δεν έχει υποστηρικτική βάση ούτε στη Γραφή ούτε στους Κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων.

Θα κάνουμε μια σύντομη παρουσίαση των τεραστίας σημασίας σχετικών κειμένων, ως σημεία προσέγγισης και έμφασης στον 15ο Κανόνα, στην νοηματική – θεολογική ανάγνωσή του.

Πριν παραθέσουμε εδάφια της Αγίας Γραφής και των Πατέρων, που αποτελούν φράγμα στην αίρεση και στη φθορά του σημερινού εκκλησιολογικού λόγου, να θυμίσουμε – υπογραμμίσουμε, ότι ο αρχέγονος λόγος της Γραφής είναι ναός, όπου διαφυλάττεται, λειτουργείται και τελετουργείται η ουσία της αλήθειας (Ορθοδοξία).

Α) Η αρχέγονη Αγιογραφική – Εκκλησιολογική κλήση περί Αποτειχίσεως στις ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ (κεφ. ΚΗ, 4-5)∙ Εκεί διαβάζουμε:

«Ούτως οι εγκαταλείποντες τον νόμον εγκωμιάζουσιν ασέβειαν, οι δε αγαπώντες τον νόμον περιβάλλουσιν εαυτοίς τείχος∙ άνδρες κακοί ου νοήσουσι κρίμα, οι δε ζητούντες τον Κύριον συνήσουσιν εν παντί».

Ερμηνεία: «Έτσι και όσοι παραβαίνουν τον θείον νόμον, δια να δικαιολογήσουν τας παρανομίας των, εκθειάζουν την ασέβειαν ενώ όσοι αγαπούν και τηρούν τον νόμον του Θεού, κτίζουν γύρων των τείχος ισχυρόν και αιώνιον. Άνθρωποι κακοί δεν ημπορούν να κρίνουν ορθώς, ενώ, όσοι ακολουθούν τον Κύριον, είναι εις θέσιν να διακρίνουν εις κάθε περίστασιν το πρέπον, διότι έχουν φωτισμένον το παρατηρητικόν της ψυχής των» (Π. Τρεμπέλας).

1ο Σχόλιο: Υπογραμμίζει το Θεόπνευστο κείμενο των Παροιμιών, ότι η εγκατάλειψη του νόμου του Θεού συνοδεύεται από αναγωγή της ασέβειας σε εγκωμιαστική επικαιρότητα, όπως συνέβη και με την ψευδοσύνοδο στην Κρήτη, που προσπάθησε εγκωμιαστικά να δώση νοηματισμένο βάθος στην παναίρεση του οικουμενισμού. Το θεόπνευστο κείμενο δίδει σαφή αντίληψη – εικόνα του μεγέθους της ασεβείας (οι εγκαταλείποντες τον νόμον), ενώ, θεωρεί ως δεδομένο (από τους ευσεβείς) τη ζωντανή χρήση άμυνας, από τους αγαπώντας τον νόμον∙ αυτή τη ζωντανή άμυνα την καταχωρεί με τη λέξη «τείχος», πνευματικό εννοείται.

Η δημιουργία πνευματικού τείχους αντιπροσωπεύει μόνο τους «αγαπώντας τον νόμον».

Σύμφωνα με το Θεόπνευστο κείμενο η ευσέβεια είναι αδιαχώριστη από το πνευματικό τείχος.

Συμπέρασμα: Η ευσέβεια, η αγάπη του νόμου του Θεού, εκκινεί τη δημιουργία πνευματικού τείχους, ως διαφύλαξη του νόμου, της αλήθειας και της πνευματικής ζωής.

Ερώτημα: Δεν παρατηρούμε, ότι οι «αγαπώντες τον νόμον» δεσμεύονται υποχρεωτικά (όχι Δυνητικά), πνευματικά, προς περιβολλήν εαυτοίς τείχους έναντι της ασεβείας»; (τέλος σχολίου)

Αναμφίβολα, η φράση «οι δε αγαπώντες τον νόμον περιβάλλουσιν εαυτοίς τείχος», εκφράζει τρεις κατηγορίες πνευματικής κίνησης προς τον Θεό, δηλ.: α) τον αγώνα (τείχος) να μην αφομοιωθεί (ο πιστός) από την αμαρτία, από την ασέβεια β) τον αγώνα να μην αφομοιωθεί από παρεκκλίσεις – κατηγορίες μιας ειδωλολατρικής ή αιρετικής ψυχοτροπίας, που δεν είναι (ταιριαστές) συμβατές με την Αλήθεια του Θεού, όπως είναι σήμερα ο οικουμενισμός. Γ) Την πνευματική – θρησκευτική λειτουργία της συνείδησης, που αγκαλιάζει την Ορθοδοξία στον υπέρλογο χώρο της Εκκλησίας και αισθάνεται ασφάλεια (τείχος – Θ. Πρόνοια) από τις «ξόβεργες» της καθημερινότητας, που διαφεύγουν της γνωστικής ή αισθητικής ικανότητας του ανθρώπου.

Προς την δεύτερη (β) κατηγορία κατευθύνεται ο 15ος Κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, ως τείχος, χωρίς να παραγνωρίζει την ενότητα και με τις άλλες δύο α) και γ) συνιστώσες, θεμελιακές συνιστώσες της πνευματικής εν Χριστώ ζωής, στις οποίες παραμένει (μόνο) το σημερινό ορθόδοξο πλήρωμα, περιθωριοποιώντας την εφαρμογή του 15ου Κανόνα, δυστυχώς!

Β) Ο Γ΄ ΚΑΝΩΝ ΤΗΣ Γ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

«Ει δε τινές των εν εκάστη πόλει ή χώρα κληρικών υπό Νεστορίου και των συν αυτώ όντων της Ιερωσύνης εκωλύθησαν δια το ορθώς φρονείν, εδικαιώσαμεν και τούτους τον ίδιον απολαβείν μισθόν. Κοινώς δε τους τη Ορθοδόξω και Οικουμενική Συνόδω συμφρονούντας κληρικούς κελεύομεν τοις αποστατήσασιν ή αφισταμένοις επισκόπου (εκ της Ορθοδόξου αληθείας) μηδόλως υποκείσθαι κατά μηδένα τρόπο»

Ερμηνεία (Ι. Πηδάλιον, εκδ. 1970, σελ. 172).

«Επειδή, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ων ο Νεστόριος, αφώρισε και εκάθηρε τους κληρικούς εκείνους, οπού δεν ήσαν σύμφρονες με αυτόν, αλλά και οι ομόδοξοι τούτω επίσκοποι εν άλλαις χώραις το αυτό έκαμαν∙ δια τούτο ο παρών Κανών έκρινε δίκαιον, να απολάβωσιν οι καθαιρεθέντες ούτοι τον εδικόν τους βαθμόν. Και καθολικώς ειπείν επρόσταξε κατ’ ουδένα τρόπον να είναι υποκείμενοι εις τους αποστατήσαντας επισκόπους οι κληρικοί εκείνοι, οπού είναι ομόρφονες με την Ορθόδοξον και Οικουμενικήν Σύνοδον ταύτην».

2ο Σχόλιο: Εξηγεί ο Ι. Κανόνας, ότι η αποστασία των επισκόπων εκ της Ορθοδόξου αληθείας επιφέρει ριζική αλλαγή στις σχέσεις τους μετά των κληρικών (και πιστών) που είναι ομόφρονες με την Σύνοδο (Γ΄ Οικουμενική), ώστε οι κληρικοί αυτοί «κατ’ ουδένα τρόπον να είναι υποκείμενοι εις τους αποστατήσαντας επισκόπους».

Νοηματικά ο Ι. Κανόνας κανονίζει, ώστε φραγμός στη «δύναμη» των αιρετικών επισκόπων να είναι η Αποτείχιση (των ορθοδόξων κληρικών), δηλ. «κατ’ ουδένα τρόπον να είναι υποκείμενοι εις τους αποστατήσαντας επισκόπους».

Αναμφίβολα, η μνημόνευση ενός αιρετικού (οικουμενιστή) επισκόπου σημαίνει ότι ο λειτουργός ιερέας είναι σύμφρονος με τον αιρετικό επίσκοπο. (Συνεχίζεται)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ