Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο - Κεφάλαιο Α΄:
Διά μέσου τῶν Γραφῶν ὁ νοῦς ἀνυψώνεται στή γνώση καί τήν ἀγάπη αὐτοῦ πού δίδαξε τίς Γραφές
Ἄς πάμε πάλι στ' αὐτιά· καί ἄς ὑποθέσουμε ὅτι κηρύττεται κάποιος λόγος
τῆς Γραφῆς· ὁ λόγος πλήττει τόν ἀέρα καί δημιουργεῖ τόν κυματισμό· τά
κύματα τοῦ ἀέρα σηκώνονται τό ἕνα μέτα τό ἄλλο καί εἰσέρχονται στήν
κόγχη τοῦ αὐτιοῦ· ἔπειτα ἀπό ἐκεῖ στροβιλιζόμενα μπαίνουν στόν πόρο τοῦ
αὐτιοῦ καί κτυποῦν τό τύμπανο· καί ἀπό αὐτό τό κτύπημα ὁ ἀέρας πού
βρίσκεται στή κοιλότητα τοῦ τυμπάνου κυμαίνεται καί τινάζει ὅλα τά μέρη
ἐκείνου πού καλείται λαβύρινθος τοῦ αὐτιοῦ· ἀπό αὐτό τό τίναγμα
πλήττεται τό ἀκουστικό νεῦρο, πού προέρχεται άπό τόν ἐγκέφαλο· καί ἔτσι
διεγείρεται ὁ νους καί ἀκούει τά λόγια πού λέχθηκαν.
Κατόπιν ἀπό αὐτό τό ἄκουσμα διακρίνει τή χάρη, τήν
ἀλήθεια, τήν σοφία καί τίς ἄλλες ἀρετές ἐκείνου του λόγου. Γι' αυτό και
συλλογίζεται ὡς ἑξῆς:
Ἄν ὁ λόγος, πού εἶναι αἰτιατό καί ἐνέργημα, εἶναι
τόσο ἀληθινός, τόσο σοφός καί τόσο χαριτωμένος, πόσο ἄραγε ἀληθέστερος,
πόσο σοφώτερος καί πόσο πιό χαριτωμένος εἶναι αὐτός πού τόν κήρυξε καί
τόν δημιούργησε, δηλαδή ὁ Θεός; "Διότι το κάθε ἕνα εἶναι τέτοιο καί
περισσότερο ἀπό τέτοιο" κατά τόν Ἀριστοτέλη. Ἔτσι μέ τόν τρόπο αὐτόν
ἀνυψώνεται στή γνώση αυτοῦ πού ἐμπιστεύθηκε καί κήρυξε τίς Γραφές,
δηλαδή τοῦ Θεοῦ. Καί ἀνάλογα μέ τήν γνῶση του ἀνάβει καί στή θέλησή του ἡ
ἀγάπη του γι' αὐτόν. Ἐπειδή "ἀνάλογα μέ τό μέγεθος τῆς γνώσεως, εἶναι
καί τό μέγεθος τῆς ἐπιθυμίας", ὅπως λέγει ο Θεόδωρος Ἰεροσολύμων. Ὅμοια
ἐνεργεῖ καί μέ τό αἰσθητήριο τῆς ὀσφρήσεως , ὅμοια μέ τό τῆς γεύσεως,
ὅμοια μέ τό τῆς ἁφῆς.
Αὐτός εἶναι ὁ πρωταρχικός σκοπός καί ἡ αἰτία γιά τήν ὁποία, ὅπως εἴπαμε,
ο Θεός δημιούργησε τίς θυρίδες τῶν αἰσθητηρίων· γιά νά γίνεται δηλαδή ὁ
νοῦς "ἐπόπτης τῆς αἰσθητῆς κτίσεως καί μύστης τῆς νοουμένης", ὅπως εἶπε
ὁ θεολόγος Γρηγόριος (Λόγ. εἰς τό Πάσχα). Γιά νά βλέπει στά
δημιουργήματα τόν δημιουργό, ὅπως τόν ἥλιο στά ὕδατα, καθώς φιλοσοφεῖ ὁ
Θεόδωρος Ἱεροσολύμων: "'Αλλά ἄν σέ κάτι πρέπει νά χρησιμοποιῆται ἡ
αἴσθησις, σ' αὐτό πρέπει νά χρησιμοποιηθῆ, στό νά ἀντιλαμβανόμαστε ἀπό
τά δημιουργήματα τόν δημιουργό, σ' αὐτά βλέποντας ἐκεῖνον, ὁπως τόν ἥλιο
στά ὕδατα· γιατί μέσα στά ὄντα πού ὑπάρχουν, εἶναι οἱ εἰκόνες τοῦ
πρῶτου αἰτίου τῶν πάντων, πού ἐμπεριέχεται σ' αὐτά". Καί μέ συντομία,
γι' αὐτό ἔγιναν οἱ αἰσθήσεις, δηλαδή, γιά νά ἐξέρχεται ὁ νοῦς διά μέσου
αὐτῶν, πρός τή νοητή του τροφή, τρυφή καί ἡδονή· ὅπως τά ὀνομαζόμενα
φερέοικα ζῶα, γιά νά ἀναφέρουμε παράδειγμα, οἱ κοχλίες, οἱ χελῶνες καί
τά παρόμοια πού βγαίνουν ἔξω ἀπό τό σπίτι τους γιά νά συλλέξουν τήν
κατάλληλη τροφή. "Γιατί αὐτός εἶναι ὁ ἀγῶνας", κατά τόν προαναφερόμενο
Θεόδωρο, "τό νά παρατηροῦμε τοῦς ἑαυτούς μας μέ ἀκρίβεια, γιά νά
ἀπολαμβάνουμε πάντοτε τά νοητά καί νά ἀνυψώνουμε πρός αὐτά τό νοῦ καί
τήν ἐπιθυμία μας καί ποτέ νά μήν ἐξαπατηθοῦμε ἀπό κάποιο ἀπό τά αἰσθητά,
ἀποσπώμενοι ἀπό τίς αἰσθήσεις μας πρός αὐτό, ὥστε νά θαυμάζουμε τό ἴδιο
τό δημιούργημα".
Μέ μία λέξη ὁ νοῦς μέσω τῶν αἰσθητηρίων χρησιμοποιεῖ ὅλα τά
δημιουργήματα καί ὅλα τά λόγια τῆς Γραφῆς σάν βαθμίδες, γιἀ ν' ἀνεβαίνει
ἀπό τά αἰσθητά στά νοητά, ἀπό τά αἰτιατά στά αἴτια καί ἀπό τίς εἰκόνες
καί τούς τύπους στά πρωτότυπα καί στά εἰκονιζόμενα. Ἐπειδή, σύμφωνα μέ
τόν Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγίτη: "Τά ὁρατά εἶναι τύποι καί εἰκόνες τῶν
ἀοράτων, ὅπως καί τά αἰσθητά τῶν νοητῶν καί τά ἐπί μέρους καί
διασκορπισμένα τῶν ἀμερίστων καί ἑνιαίων. Καί αὐτή ἡ κοσμογονία τοῦ
παντός πού εἶναι ὁρατή, προβάλλει τά ἀόρατα τοῦ Θεοῦ"(Επιστ. πρός Τίτο).
Μέ αὐτή τή μέθοδο ὁ νοῦς ἀνεβαίνοντας ἀπό τά δημιουργήματα στό
δημιουργό καί ἀπό τίς Γραφές σ'αὐτόν πού τίς κήρυξε, φαίνεται νά λέῃ μέ
ὅλες του τίς δυνάμεις καί τίς αἰσθήσεις, ἐκεῖνον τόν λόγο τοῦ Ἡσαΐα:
"Ἐμπρός ἄς ἀνεβοῦμε στό ὅρος τοῦ Κυρίου καί στό ναό τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἰακώβ
καί θά μᾶς ἀναγγείλει τόν δρόμο τοῦ θελήματός του καί θά συμμορφωθοῦμε
πρός αὐτό βαδίζοντας σ' αυτόν τόν δρόμο" (Ἠσαΐας 2,3).
Πηγή: paterikakeimena