Συλλογή
ἀναφορῶν
τοῦ
Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
για
τήν Ἑλλάδα
«Μόνο
ἡ μετάνοια καταργεῖ ἤ μεταθέτει τό
σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ἄν προσέχαμε ὅλα αὐτά
τά σημάδια πού μᾶς δίνονται, θά ἤμαστε
καί προσεκτικότεροι στή ζωή μας. Ἐγώ
δέν σᾶς κρύβω ὅτι φοβᾶμαι, τρέμω, ὅτι
ὁ λαός μας θά πληρώσει, γιατί ἀποδώσαμε,
μέ τήν ἀρχαία ἔννοια τῆς λέξεως, τήν
ὕβριν στόν Ἰησοῦ Χριστό. Ναί, θά
πληρώσουμε καί πολύ ἀκριβά. Δέν ξέρομε
πότε. Σᾶς εἶπα, ἡ κιβωτός 120 χρόνια
κατασκευαζόταν, γιατί περίμενε ὁ Θεός
τήν ἐπιστροφή τῶν ἀνθρώπων. Δέν ξέρω,
ὁ Θεός πάντως νά μᾶς ἐλεήσει, ὅσο
ἐγκαίρως, νά μετανοήσουμε καί νά
ἐπιστρέψομε στήν καθαρά πίστη, στόν
Ἰησοῦ Χριστό».
(Πράξεις,
ὁμιλία 170ή)
«Εἶχε
πεῖ ὁ Πλήθων μία κουβέντα -πού δίδασκε
εἰδωλολατρία-, ὅταν πρό ἐτῶν τή διάβασα
ἔμεινα ἔκπληκτος: «Καί ὅμως [εἶπε],
κάποια ἡμέρα ἡ Ἑλλάς θά ξαναγίνει
εἰδωλολατρική»! Αὐτό, ὅταν τό διάβασα
ἀνατριχίασα, γιατί τό πίστεψα καί ἐκεῖ
στούς πρόποδες τοῦ Ταΰγετου, ἐκεῖ πού
ἦταν ὁ Πλήθων καί δίδασκε, πῆγε ὁ δικός
μας ὁ Θεοδωρακόπουλος, νά ἱδρύσει
Σχολή, συνεχιστής ἐκείνης τῆς Σχολῆς
τοῦ Πλήθωνος, πού δίδασκε εἰδωλολατρία.
Εἶναι ἀξιοθρήνητο πρᾶγμα!».
(Βασιλειῶν
Γ΄,
ὁμιλία 19η)
«Προσέξτε
τώρα ἐδῶ κάτι, πολύ νά προσέξομε αὐτό,
γιατί δυστυχῶς δέν τό ἔχομε προσέξει
δεόντως καί μένομε ἐγκληματικῶς
ἀπαθεῖς. Ὁ μουσουλμανισμός ἐπιχειρεῖ
τόν κύκλο τῆς γῆς. Αὐτό τό ὁποῖο λέμε
ἕνα τόξο, ἐδῶ στά Βαλκάνια, μουσουλμανικό,
καί τό βλέπομε, βεβαίως ἀπό πολιτικῆς
πλευρᾶς, εἶναι κάτι πολύ περισσότερο
ἀπό ἕνα τόξο. Ἐπιχειρεῖ, θά ἐπαναλάβω
καί νά τό θυμᾶστε, ἐπιχειρεῖ τόν κύκλο
τῆς γῆς! Ὅπως καί ἐγώ θυμᾶμαι τόν
μακαριστό πατέρα Ἄγγελο Νησιώτη, πού
εἶχε πεῖ -πρό τοῦ ’40- καί ἔλεγε:
«Φοβηθεῖτε τόν μουσουλμανισμό, εἶναι
ὁ φοβερότερος ἐχθρός, φοβηθεῖτε!». Τό
κράτησα στή μνήμη μου καί τό ἀνεκάλεσα
πολλές φορές, ἰδίως τά τελευταῖα χρόνια,
πού βλέπω αὐτή τήν κίνηση τοῦ
μουσουλμανισμοῦ. Τί; Ξέρετε πόσα
ἑκατομμύρια μουσουλμάνοι ὑπάρχουν
στήν Ἀσία, Πολυνησία, Ἀφρική; Πολλά
ἑκατομμύρια μουσουλμάνοι ὑπάρχουν.
Τό εἶπαν: «Θά ἐπιχειρήσομε ἐπίθεση
κατά τῆς Εὐρώπης»! Τό εἶπαν, νά μήν πῶ
τώρα πολιτικά πρόσωπα, δέν μοῦ ἀρέσει
νά ἀνακατεύω πολιτικά πρόσωπα, ὅτι: «Ἡ
Εὐρώπη θά γίνει μουσουλμανική, θά πάψει
νά εἶναι χριστιανική»! Ξέρετε πόσα
τεμένη ὑπάρχουν στό Παρίσι; Ἐμεῖς ἐν
ὀνόματι τῆς ἀνεξιθρησκείας κτλ. τούς
πάντες ὑποδεχόμεθα. Ἑτοιμάζουν νά
κάνουν καί στήν Ἀθήνα τέμενος
μουσουλμανικό, ἐνῶ ἀναφέρθηκε ἐκεῖ,
στά Ἐμιρᾶτα τῆς Ἀραβίας, ἀπέναντι
ἀπό τό Ἰράκ, ζητήθηκε νά γίνει Λειτουργία
φέτος [1992] τό Πάσχα, ὄχι μόνο νά γίνει
ναός ἀπό τούς ἐκεῖ Ἕλληνες, -ἐνῶ
ἐκεῖνοι ζητοῦν στήν Ἀθήνα νά γίνει
ναός-, ἀλλά οὔτε καν σέ ἕνα δωμάτιο τῆς
Πρεσβείας, νά γίνει Θεία Λειτουργία
Πασχαλινή! Ναί, γιατί ἔχει τό στοιχεῖο
τοῦ φανατισμοῦ. Ἀνεξιθρησκεία γιά
τούς μουσουλμάνους δέν ὑπάρχει, εἶναι
παραμύθια αὐτά. Γι’ αὐτό λοιπόν
ἐπιχειρῶντας νά καταλάβει τήν Εὐρώπη
θρησκευτικῶς, θά τήν καταλάβει καί
πολιτικῶς».
(Σειράχ,
ὁμιλία 141η)
«Στόν
«Ἱππόλυτο»
τοῦ Εὐριπίδη εἶχα τήν εὐκαιρία, τόν
καιρό πού ὑπηρετοῦσα στρατιώτης, νά
τό δῶ τό ἔργο αὐτό στό Ἠρώδειο. Θαυμάσιο
ἔργο, ἄν κανείς τό ἔχει δεῖ θά μέ
δικαιώσει. Ἐκεῖ, κάτι καταπληκτικό
πραγματικά, ἐκεῖ βλέπομε τή συνάντηση
τῆς παρθένου Ἀρτέμιδος καί τῆς Ἀφροδίτης
στό παρθενικό πρόσωπο τοῦ Ἱππόλυτου.
Τό ἔργο αὐτό τοῦ Εὐριπίδη εἶναι ἕνας
ὕμνος πρός τήν παρθενία, πού ἔρχεται
ἀπό τήν ἀρχαιότητα. Καθόμαστε πλάι-πλάι
μέ ἕναν θεατή, ἐκεῖ γνωριστήκαμε.
Ἐκεῖνος κατόπιν ἔγινε ἡγούμενος στή
μονή Κύκκου τῆς Κύπρου. Δυστυχῶς, εἶναι
τώρα μακαρίτης. Καί κουβεντιάζαμε καί
λέγαμε: «Γιά κοίταξε ἕνα μήνυμα παρθενίας
ἀπό τόν ἀρχαῖο κόσμο!».
(Σειράχ,
ὁμιλία 220ή)
«Ἄν
μέ ρωτήσετε ποιά εἶναι ἡ ὑψηλότερη
φιλοπατρία πού θά μποροῦσε ἕνας πολίτης
νά διαθέτει ὑπέρ τῆς πατρίδας του, θά
σᾶς ἔλεγα εἶναι αὐτή: «Τό νά μήν
ἁμαρτάνει ὁ ἴδιος καί νά βοηθᾶ μέ κάθε
τρόπο τήν πατρίδα του νά ἀνεβαίνει
πνευματικά.». Δέν ὑπερηφανεύομαι, ἀλλά
δοξάζω τό Θεό, ὁ Θεός μέ βοήθησε, αὐτή
τή θέση πού σᾶς λέω αὐτή τή στιγμή τήν
εἶχα ὅταν ἤμουν στρατιώτης, τήν ἴδια
θέση. Οὔτε ἀφαίρεσα, οὔτε πρόσθεσα σέ
αὐτά πού σᾶς λέω. Καί τότε τό ἔλεγα σέ
συναδέλφους ὅτι ὁ καλύτερος, ὁ
ὑψηλότερος, ἔχων τήν φιλοπατρία μέσα
του εἶναι ὁ Χριστιανός. Αὐτός πού ζεῖ
ἀληθινή χριστιανική ζωή».
(Κατηχήσεις
Ἁγ. Κυρίλλου,
ὁμιλία 17η)
«Ἐγώ
ἔχω πεῖ τό ἑξῆς: Νά μή ζῶ, ἄν ὁ Θεός
ἐπιτρέψει καί ἔρθει στήν Ἑλλάδα ἡ
δυτική πνευματικότητα, νά μή ζῶ, νά μή
τό δῶ! Ἐάν ζῶ καί ἔλθει, σᾶς βεβαιώνω,
δέν ξέρω πῶς θά αἰσθανθῶ, εἶναι φοβερή
ἡ δυτική πνευματικότητα σέ σχέση μέ
τήν ἀνατολική πνευματικότητα. Ἀπορρέει
ἀπό τίς δογματικές τοποθετήσεις».
(Κατηχήσεις
Ἁγ. Κυρίλλου,
ὁμιλία 43η)
«Ἄν μέ ρωτήσετε,
χωρίς βέβαια νά διεκδικῶ προφητικό
χάρισμα, ἀλλά εἶναι κάτι πού κάθε πιστός
μπορεῖ νά τό δεῖ, ἄν θά ἔπρεπε νά μέ
ρωτήσετε: «Πῶς τά βλέπετε τά πράγματα
στή σύγχρονη ζωή μας ἐδῶ στήν Ἑλλάδα
[ἡ ὁμιλία ἔγινε στίς 17-1-1982] καί σέ μία
παγκόσμια κλίμακα;», θά σᾶς ἔλεγα: «Πολύ
ἄσχημα!». Ἐγώ ξημερώνομαι καί βραδιάζομαι
πάντοτε σάν κάτι νά περιμένω. Εἶναι τά
τελευταῖα χρόνια αὐτό, σάν κάτι περιμένω.
Τί περιμένω; Τί νά σᾶς πῶ πιό πολύ, κάτι
περιμένω. Γιατί δέν πᾶμε καλά ὡς λαός.
Ἔχομε τόσο ξεφρενιάσει, ἔχομε βγάλει
στή δημοσιότητα πιά τό βρώμικο ὑποσυνείδητό
μας καί κινούμεθα μέ τέτοιο βαθμό
καλπάζοντα ἀποστασίας, ὥστε δέ μένει
παρά νά ἐξαντληθεῖ ἡ μακροθυμία τοῦ
Θεοῦ καί νά ἔρθει τιμωρία. Ἔτσι τό
αἰσθάνομαι».
(Ἀποκάλυψις,
ὁμιλία 38η)
«Σήμερα
πόσοι ἄνθρωποι πέρασαν καί τί μοῦ
εἶπαν, ἀγαπητοί μου, ἔχω τρομάξει μέ
αὐτά πού ἄκουσα, ἔχω τρομάξει! Μέ
καταλαβαίνετε, ἔχω τρομάξει. Καί λέγω:
Θεέ μου, ποῦ πᾶμε; Ποῦ βρισκόμαστε; Ἐν
πάσῃ ἀνέσει πλέον οἱ Νεοέλληνες
κινοῦνται πρός καταπάτηση κάθε ντροπῆς
καί κάθε ὁρίου ἤθους. Δέν ὑπάρχει πλέον
ντροπή, δέν ὑπάρχει, εἶναι φοβερό, κι
ὅμως ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ εἶναι σαφής:
«Οὐ
μετακινήσεις ὅρια, ἅ [τά ὁποῖα] ἔστησαν
οἱ πατέρες σου».
Ὅμως, ἐπειδή ἀκριβῶς ἔχουμε μετακινήσει
αὐτά τά ὅρια, γι’ αὐτό τό λόγο ἔχομε
καί θά ἔχομε φοβερές ἐπιπτώσεις. Οἱ
Ἑβραῖοι ξέρετε τί πάθαιναν, ὅταν
παρέβαιναν αὐτά τά ὅρια; Τούς μίκρυνε
ὁ Θεός, ἄφηνε τούς ἐχθρούς των, δέν
προστάτευε τό λαό, περνοῦσαν στή γῆ
τῆς ἐπαγγελίας τους, τή γῆ Χαναᾶν,
κυρίευαν ἐδάφη τους κι ἔτσι ὁ λαός τοῦ
Ἰσραήλ ἀπό ἐδαφικῆς πλευρᾶς μίκρυνε.
Εἶναι τόσο ἐξοργιστικά καί περίεργα
αὐτά πού τελεσιουργοῦνται τά τελευταῖα
χρόνια, ὥστε θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός, χωρίς
νά εἴμεθα προφῆτες, νά μικρύνουμε,
ἐδαφικά νά μικρύνουμε. Θά μοῦ πεῖτε,
θά τό εὐχόμουνα; Ἄπαγε! Ὅταν μάλιστα
σκέφτομαι, ἀγαπητοί μου, τά νησιά μας,
τά ἀκραῖα νησιά μας, τά πρός ἀνατολάς,
μέ πιάνει ἴλιγγος!».
(Δευτερονόμιο,
ὁμιλία 32η)
«Ὅπως
παρατηροῦμε, ὁδεύουμε πρός τά ἔσχατα,
δέν θά καλυτερεύει ἡ ἀνθρωπότητα.
Κάποτε τό πίστευα, ξέρετε, αὐτό,
τουλάχιστον γιά τήν πατρίδα μας, ὅτι
θά πηγαίναμε στό καλύτερο. Μάλιστα, μετά
τήν κατοχή, τό ’45, θυμᾶμαι τί κίνηση
εἶχε γίνει μέ τά Κατηχητικά Σχολεῖα,
μέ κάτι ἐξάρσεις, ἐκδηλώσεις, γιά μία
Ἑλλάδα νέα, γιά μία καινούργια Ἑλλάδα
κτλ., κτλ. Ποῦ εἶναι αὐτά, ποῦ εἶναι;
Φιλότιμος ἡ περίπτωση καί φιλότιμος ὁ
πόθος, δέν ὑπάρχει οὔτε μία ἀντίρρηση
γι’ αὐτό. Ἀλλά ἡ πορεία τῆς ἀνθρωπότητας
δέν πηγαίνει πρός τό καλύτερο καί μάλιστα
ἡ χριστιανική ἀνθρωπότητα πηγαίνει
πρός τό χειρότερο!».
(Ἠσαΐας,
ὁμιλία 53η)
Ἐπιμέλεια
Παντελῆς
Γκίνης