*
* * * * *
Η περίοδος
της Μεγάλης Τεσσαρακοστής,[4] την
οποία ήδη διανύουμε, είναι, ως γνωστόν, μια περίοδος προετοιμασίας και
προπαρασκευής, «άσκησης»[5]και
«μαρτυρικής» πορείας του χριστιανού, πάλης με τα πάθη και τις αδυναμίες του, με
στόχο τη βίωση του εκουσίου Πάθους και της Αναστάσεως του Κυρίου.
Οι
διαφοροποιήσεις που αφορούν την έκταση της νηστείας, την περίοδο αυτή, στις
κατά τόπους Εκκλησίες, κατά το παρελθόν, καθώς και οι συμβολισμοί που
προσδίδονται και καταχωρίζονται σε πηγές, όπως στο «Οδοιπορικό» της
προσκυνήτριας στους Αγίους Τόπους, Αιθερίας,[6] κατά
τον Δ΄ αιώνα, στους ιστοριογράφους Σωκράτη[7] και
Σωζομενό[8],
καθώς και ενδεικτικά στους Ιωάννη Κασσιανό[9] και
Χρυσόστομο,[10] αββά
Δωρόθεο,[11] καταδεικνύουν
τησημαντικότητα της περιόδου στη ζωή της Εκκλησίας και αναδεικνύουν το στοιχείο
της «προαίρεσης», στη μετοχή των πιστών σε αυτή, όπως σημειώνεται στις πηγές[12].
Ως γνωστόν,
οι Κυριακές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής διακρίνονταν, αρχικά, από μια
βιβλοκεντρικότητα, δηλαδή συνδέονταν με πρόσωπα και περικοπές της Αγίας Γραφής[13], της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης,
όπως π.χ. του Μωυσή και του Ααρών την πρώτη Κυριακή, του καλού Σαμαρείτη την
τέταρτη, του πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου την πέμπτη.
Από τον 9ο μέχρι και το 19ο[14] αιώνα, αντικαθίστανται, σταδιακά, οι εορτές αυτές των
βιβλικών προτύπων της μετάνοιας και της αρετής, με τις μνήμες μεγάλων ασκητών,
ησυχαστών και γεγονότων από τη ζωή της Εκκλησίας. Ενδεικτικά σημειώνουμε ότι
μία από τις πρώτες,[15] χρονολογικά,
εορτές που αντικατέστησαν τις παλαιότερες, είναι κι εκείνη της Ορθοδοξίας, την
Α΄ Κυριακή των Νηστειών. Η εν λόγω εορτή η οποία τοποθετήθηκε στη θέση της
μνήμης των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης που προαναφέραμε, επί Πατριάρχου
Κωνσταντινουπόλεως, αγίου Μεθοδίου Α΄ (842-846).
Η δεύτερη
Κυριακή των Νηστειών, η οποία και μας απασχολεί, ήταν αρχικά συνδεδεμένη κυρίως
με την περικοπή του Τελώνη και του Φαρισαίου[16],
αλλά και με την παραβολή του Ασώτου[17].
Στην πραγματικότητα αυτή καταλήγουμε αφενός με την έρευνα των παλαιότερων
χειρογράφων, όπου καταχωρίζονται οι εν λόγω μνήμες και αφετέρου με την
προγενέστερη υμνογραφία της ημέρας, η οποία είχε σαφή αναφορά στο γεγονός της
μετάνοιας και στο παράδειγμα του Ασώτου ή του Τελώνου. Σήμερα, Β΄ Κυριακή των
Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τιμάται η μνήμη του αρχιεπισκόπου
Θεσσαλονίκης, αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (1296 -1359), εκτός από τη 14η του μηνός Νοεμβρίου,[18] -ημέρα
κοίμησης[19] του
αγίου-.
Γεννώνται,
λοιπόν, τα ακόλουθα ερωτήματα: Πότε; Για ποιούς λόγους και υπό ποιές
προϋποθέσεις τοποθετήθηκε η εορτή του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, τη σημερινή
ημέρα;
Ως προς το
χρόνο τοποθέτησης της εορτής του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τη Β΄ Κυριακή των
Νηστειών,[20] διατυπώνονται
οι ακόλουθες δύο υποθέσεις:
Η πρώτη, η
οποία είναι και η επικρατούσα,[21] αποδίδει
στον Πατριάρχη Φιλόθεο Κόκκινο[22] (1300
– 1379) την τοποθέτηση της μνήμη του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης κατά τη
σημερινή ημέρα.[23] Η
πράξη αυτή φαίνεται να συντελέστηκε μετά τη διακήρυξη της αγιότητας του
Θεσσαλονίκης Γρηγορίου, με τη Συνοδική Πράξη του 1368, για την οποία θα κάνουμε
εκτενέστερη αναφορά στη συνέχεια του λόγου μας.
Η δεύτερη
παράδοση φέρει τη μνήμη του αγίου Γρηγορίου να τοποθετείται τη συγκεκριμένη
Κυριακή, εκ μεταθετού, από τις 14 Νοεμβρίου[24],
μόλις το 15ο αιώνα. Ενδεικτικός, ως προς αυτό, είναι ο
λόγος του καθηγητή κ. Γιάγκου, σύμφωνα με τον οποίο η διατύπωση των χειρογράφων
ότι κατά τη Β΄ Κυριακή των Νηστειών «ψάλλεται η Ακολουθία» και
όχι ότι «επιτελούμε μνήμην» του αγίου Γρηγορίου Παλαμά, αυτό
εκφράζει την πεποίθηση ότι ο εορτασμός του αγίου κατά την Κυριακή αυτή της Μ.
Τεσσαρακοστής, συνιστά μετάθεση της μνήμης του από τις 14 Νοεμβρίου[25]. Υπέρ της συγκεκριμένης εκδοχής συγκλίνουν,
επίσης, οι σχετικές καταχωρίσεις σε χειρόγραφα της Εθνικής Βιβλιοθήκης των
Αθηνών[26] και
του Αγίου Όρους-[27],
οπότε, -σύμφωνα με τουςθιασώτες της παραδόσεως αυτής-, η μνημόνευση του
ονόματος του αγίου, κατά τη Β΄ Κυριακή των Νηστειών, δεν συνδέεται με το
πρόσωπο τουΚωνσταντινουπόλεως, αγίου[28] Φιλοθέου[29].
Χωρίς να
μπορούμε να απορρίψουμε κάποια από τις παραπάνω εκδοχές, -και με δεδομένο ότι
το συγκεκριμένο ζήτημα παραμένει ακόμη ανοικτό[30],
σε ακαδημαϊκό επίπεδο-, ίσως θα ήταν ορθότερο να τις δούμε συνθετικά και να
αποδεχτούμε ως πραγματικότητα την εισαγωγή της μνήμης του αγίου Γρηγορίου, τη
Μεγάλη Τεσσαρακοστή, από τον Πατριάρχη Φιλόθεο Κόκκινο, πρωτίστως στο
Εορτολόγιο της Αγίας Σοφίας, στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως[31] και δευτερευόντως, τη βαθμιαία
διεύρυνσή της,[32] και
σε άλλα γεωγραφικά διαμερίσματα της αυτοκρατορίας.
Ποιοί όμως
λόγοι οδήγησαν στην επιλογή της Β΄ Κυριακής των Νηστειών για να τοποθετηθεί η
μνήμη του εν λόγω αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης[33];
Η τοποθέτηση
της μνήμης του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά την ημέρα αυτή, -χωρίς να διαγράφεται
η σχετική καταχώρισή της και στις 14η Νοεμβρίου-,
συνδέεται άμεσα με τους αγώνες που κατέβαλε ο εν λόγω αρχιεπίσκοπος για την
υπεράσπιση του Ορθοδόξου Δόγματος,[34] έναντι
των αιρετικών κακοδοξιών της εποχής του, τη διατήρηση της γνήσιας και ανόθευτης
πίστης,[35] τα
οποία συνδέονται με το βαθύτερο νόημα της εορτής της Κυριακής της Ορθοδοξίας.
Δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής μας ότι στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας, [36] που αναγνώσαμε την προηγούμενη
Κυριακή, μνημονεύεται ο εν λόγω άγιος και γίνεται αναφορά στη θεολογική
διδασκαλία του,[37] η
οποία παρουσιάζει συνέπεια και συνέχεια[38] με
τη θεολογία των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας και συντέλεσε στον έλεγχο και
την ανασκευή των θεολογικών παρεκκλίσεων των Βαρλαάμ και Ακίνδυνου[39]. Η στάση αυτή του αρχιεπισκόπου
Θεσσαλονίκης, θεωρείται ως η «κύρια γενεσιουργός αιτία της καθιέρωσης
του εορτασμού»[40] του, την ημέρα αυτή. Συνεπώς, είναι
λογικό η Εκκλησία να θεωρήσει την τοποθέτηση της μνήμης το αγίου Γρηγορίου,
κατά τη Β΄ Κυριακή των Νηστειών, ως προέκταση[41],
ως «δευτέρωση»[42],
αν θέλετε, εκείνης της Κυριακής της Ορθοδοξίας, και «ως σφραγίδα της
ταυτότητάς της»[43].
Στην
επικρατούσα, αυτή παράδοση, ως προς το λόγο τοποθέτησης της εορτής του αγίου
Γρηγορίου τη Β΄ Κυριακή των Νηστειών, θα μπορούσε κάποιος να προσθέσει και τις
ακόλουθες δύο εκδοχές – υποθέσεις:
Είναι
ευρύτερα γνωστό ότι η ημερομηνία αρκετών Θεομητορικών, Δεσποτικών, κ.ά.,
εορτών, όπως π.χ. του Γενέσιου και των Εισοδίων της Θεοτόκου,[44]της
Μεταμορφώσεως του Σωτήρος,[45] της
Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού,[46] συνδέονται
με εγκαίνια ιερών ναών. Θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει ότι κάτι ανάλογο ισχύει
και στην περίπτωση του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Δηλαδή, η τοποθέτηση της
μνήμης του τη Β΄ Κυριακή των Νηστειών, -ημερομηνία η οποία είναι διαφορετική
από εκείνη της κοιμήσεώς του-, ίσως να μην είναι ανεξάρτητη από τα εγκαίνια
κάποιου εκ των πρώτων ναών[47] που
ανοικοδομήθηκαν προς τιμήν του αγίου στη Βόρεια Ελλάδα.
Μια δεύτερη
υπόθεση θα μπορούσε να διατυπώσει κάποιος ως προς τον εορτασμό της μνήμης του
αγίου Γρηγορίου του Παλαμά τη Β΄ Κυριακή των Νηστειών: Αυτή συνδέεται με το
χρόνο έκδοσης του Συνοδικού Τόμου του 1368, σύμφωνα με τον οποίο διακηρύχθηκε η
αγιότητα του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Μελετητές τοποθετούν την έκδοση του
Συνοδικού αυτού Τόμου την περίοδο μεταξύ Φεβρουαρίου και 4 Μαρτίου[48], ή σύμφωνα με τις πηγές, στις 6 Απριλίου[49] του ίδιου έτους. Το διάστημα αυτό
συνδέεται, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων,[50] με
τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Το δεδομένο αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στην υπόθεση
της ανάμνησης του χρόνου έκδοσης του Συνοδικού Τόμου, από τον
Κωνσταντινουπόλεως Φιλόθεο Κόκκινο, με τη Β΄ Κυριακή των Νηστειών, γεγονός που
συντέλεσε στη σύνδεση του αγίου Γρηγορίου, με την ημέρα αυτή της
Τεσσαρακονθημέρου νηστείας.
Βέβαια οι
δύο αυτές εκδοχές δεν υπερβαίνουν το πλαίσιο της υπόθεσης και θα άξιζε να γίνει
μια συστηματική έρευνα, στο μέλλον, για να διερευνηθεί η ευστάθειά τους. Εμείς
απλά τις καταθέτουμε στην αγάπη σας.
Πριν
ολοκληρώσουμε την πρώτη αυτή ενότητα της παρουσίασής μας, που αφορά τις
εορτολογικές παρατηρήσεις, αξίζει να σημειώσουμε ότι τόσο ο ανέκδοτος[51] Ασματικός Κανόνας προς τιμήν του
αγίου Γρηγορίου Παλαμά, που καταχωρίζεται στον Κώδικα 39 της Παναγίας της
Καμαριώτισσας, της Χάλκης,[52] όσο
και τα έντυπα Τριώδια, από το πρώτο που εκδόθηκε στη Βενετία, το 1522, μέχρι
και σήμερα, ο αρχιεπίσκοπος της Θεσσαλονίκης μνημονεύεται σταθερά κατά τη Β΄
Κυριακή των Νηστειών, με τη σχετική επισήμανση ότι: «Τη αυτή ημέρα
Κυριακή, Δευτέρα των Νηστειών, μνήμην επιτελούμεν του εν αγίοις Πατρός ημών
Γρηγορίου, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του Παλαμά.»[53]
* * * * * *
Στο σημείο
αυτό γεννώνται τα ακόλουθα ερωτήματα: Πώς ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Γρηγόριος Παλαμάς, ο μεγάλος αυτός Πατέρας, ο Ησυχαστής και Διδάσκαλος της
ύστερης Βυζαντινής περιόδου, εντάχθηκε στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας;
Ποιά η σημασία της συμπερίληψής του στο Αγιολόγιο και στον Εορτολογικό κύκλο
της Εκκλησίας μας; Πόσο απρόσκοπτη ήταν, τέλος, η καταγραφή της μνήμης του στα
λειτουργικά βιβλία της Εκκλησίας και ιδιαίτερα στο Τριώδιο;
Πριν
προχωρήσουμε στην παρουσίαση των όσων συνδέονται με την αγιότητα του
αρχιεπισκόπου Γρηγορίου του Παλαμά[54],
κρίνεται σκόπιμο να υπογραμμίσουμε ότι προκειμένου περί της διακήρυξης της
αγιότητας ενός κεκοιμημένου μέλους στην Ορθόδοξη Εκκλησία,[55] σημαίνοντα
ρόλο διαδραμάτιζε και διαδραματίζει η συνείδηση του πληρώματος της, δηλαδή οι
πιστοί (κλήρος και λαός), οι οποίοι αποδέχονταν ένα κεκοιμημένο μέλος της ως
άγιο, ή αμφισβητούσαν την προβαλλόμενη, από ορισμένους, αγιότητά του. Έτσι
γίνεται κατανοητό το γιατί πάντοτε έχει ο λαός τον πρώτο, αλλά και τον
τελευταίο λόγο, για το χαρακτηρισμό ενός κεκοιμημένου, ως αγίου, στην Ορθόδοξη
παράδοση. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι υποβαθμίζεται ο ρόλος της επίσημης, της
Μητέρας Εκκλησίας, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ειδικότερα, ο οποίος είναι
να «μετουσιώνει ένα βίωμα των πιστών σε επίσημη Εκκλησιαστική Πράξη».[56]
Η ένταξη του
αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, Γρηγορίου του Παλαμά, στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης
Εκκλησίας, κρίνεται ζήτημα εξαιρετικής σημασίας, αφενός διότι συμπίπτει με
σημαντικές εξελίξεις που συντελούνται κατά τον 14ο αιώνα στον
τρόπο διακήρυξης της αγιότητας των κεκοιμημένων μελών, και αφετέρου διότι το
πρόσωπο του εν λόγω ιεράρχη, συνιστούσε «σημείο αντιλεγόμενο»[57] μεταξύ της Ορθόδοξης και της
Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Η συμπερίληψή του στη χορεία των Αγίων αποτελούσε,
έμμεσα, αλλά με τρόπο σαφή, την απάντηση του ορθοδόξου πληρώματος στις ποικίλες
θεολογικές παρεκκλίσεις της Δυτικής Χριστιανοσύνης.
Για να
κατανοήσουμε τη σπουδαιότητα της εντάξεως του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά στο
Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, θα σας υπενθυμίσω τη διατύπωση του
αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, ο οποίος σημείωνε το 1917: ότι «Ουδενός
ετέρου αγίου της ορθοδόξου Εκκλησίας επολεμήθη η μνήμη μετά τοσαύτης λύσσης, (από
το Ρωμαιοκαθολικισμό) μεθ’ όσης η του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά».[58] Οι εχθρικές διαθέσεις των Λατίνων,
δεν εστιάζονταν μονάχα στα συγγράμματα[59] και
τη διδασκαλία του αγίου, -τα οποία ήλεγχαν και ανασκεύαζαν την θεολογική
κακοδοξία των Δυτικών-, αλλά και συνδέονταν άμεσα με την προσπάθεια των
ετεροδόξων να προσβάλλουν την ύπαρξη αγίων στην Ορθόδοξη Ανατολή, μετά το
Σχίσμα. Σύμφωνα με τον ισχυρισμό των Λατίνων, μετά το 1054, «η θεία
χάρις απεμακρύνθη από της (Ορθοδόξου) Εκκλησίας… και … δεν
υπάρχουσιν παρ’ αυτής άγιοι, δεν υπάρχει ιερωσύνη…».[60] Αυτά διατύπωναν οι Λατίνοι.
Αντιλαμβανόμαστε,
λοιπόν, ότι η ένταξη του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, Γρηγορίου του Παλαμά στο
Αγιολόγιο και Εορτολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας υπήρξε πράξη καθοριστικής
σημασίας για την Ανατολική Εκκλησία, γι’ αυτό και η σχετική διαδικασία
προσέλαβε επίσημο χαρακτήρα, προκειμένου να διασκεδάσει τις όποιες αντιρρήσεις
ήγειραν οι αντιφρονούντες.
Μέχρι την
εποχή του ιερού πατρός, η Ορθόδοξη Εκκλησία κατέγραφε τη μνήμη ενός
κεκοιμημένου μέλους της στα Δίπτυχα, εφόσον στη συνείδηση του πληρώματός της
εκείνος θεωρείτο ως άγιος, χωρίς να κρίνεται απαραίτητη η έγκριση της
εκκλησιαστικής αρχής για να αποδοθούν σε αυτό τιμές αγίου.[61]Στην
περίπτωση όμως του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (†1357)[62],
όπως συνέβη και με τους αγίους Αθανάσιο Α’ (†1315), πατριάρχη
Κωνσταντινουπόλεως[63]και
άγιο Μελέτιο (†1286), η επίσημη Εκκλησία δεν αρκέστηκε στη συνείδηση του
πληρώματός της, που διαπίστωνε την αγιότητά τους, αλλά προέβη και στη λήψη
σχετικής Συνοδικής αποφάσεως, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, διαδικασία η
οποία διατηρείται, με ορισμένες διαφοροποιήσεις, μέχρι σήμερα,[64] από την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Ενώ ήταν στη
ζωή, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, περιβαλλόταν με τη φήμη του αγίου ανδρός. Η
κατά Χριστόν πορεία και βιοτή του, η οποία ξεκίνησε το 1296 από το
αυτοκρατορικό περιβάλλον της Κωνσταντινουπόλεως, η ασκητική πορεία του στο Άγιο
Όρος,[65] στις
Μονές Βατοπαιδίου (1316-1320), Μ. Λαύρας (1320-1323) και Εσφιγμένου (1334), στη
Μονή του Ακαταλήπτου της Κωνσταντινούπολης (1342), η μετέπειτα αρχιερατική
διακονία του στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης (1347-1359), αλλά κυρίως οι διώξεις που
υπέμεινε, η ένθεη ασκητική πορεία του, «η γεμάτη οπτασίες και οράματα»[66], η διδασκαλία και τα συγγράμματά του, η
επιτέλεση θαυμάτων[67],
με τη χάρη του Θεού, ήταν εκείνα τα στοιχεία που ωθούσαν τον κόσμο που τον
περιέβαλλε, να τον θεωρεί ως άγιο, ακόμη και πριν από την κοίμησή του. Ήταν,
λοιπόν, φυσικό, να τιμηθεί ως άγιος αμέσως μετά την εις Κύριον εκδημία του, σε
ηλικία 63 ετών, στις 14 Νοεμβρίου του 1357 ή του 1359, -κατά την επικρατούσα[68] παράδοση-, όχι μονάχα από το στενό
κύκλο των μαθητών του, αλλά και ευρύτερα από τις κατά τόπους εκκλησιαστικές
κοινότητες της Ορθόδοξης Ανατολής, με τις οποίες είχε συνδεθεί. Υπέρ της άμεσης
αναγνώρισης του Γρηγορίου ως αγίου, φαίνεται να συντέλεσε, τόσο η επιτέλεση
θαυμάτων από μέρους του, πριν και μετά την κοίμησή του, όσο και η επικράτηση
των λεγόμενων Ησυχαστών επί των λατινοφρόνων αντιπάλων τους[69].
Ενδεικτικές
ορατές εκφράσεις της διακήρυξης της αγιότητας ενός κεκοιμημένου μέλους της
Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι η συγγραφή του βίου του αγίου, η σύνταξη Ασματικής
Ακολουθίας προς τιμήν του, η ιστόρηση της εικόνας του, η καθιέρωση ημέρας
μνήμης, η ανοικοδόμηση ναού προς τιμήν του, κ.ά.
Παρενθετικά
σημειώνουμε ότι πρώτος βιογράφος του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, υπήρξε ο άγιος[70] Φιλόθεος ο Κόκκινος (†1379), ένας
από τους επιφανέστερους και πολυγραφείς αρχιερείς της Εκκλησίας μας, ο οποίος,
όπως ο ίδιος σημειώνει, προέβη στη συγγραφή Συναξάριου[71],
εκτενούς βίου[72],
πέντε μόλις έτη μετά την κοίμηση του αγίου,[73] καθώς
και στη σύνταξη Ασματικής Ακολουθίας προς τιμήν του. Ενδεικτικά είναι όσα
σημειώνει: «… άγιον έχω τούτον, αναφέρει για τον Παλαμά, και
των μεγάλων εκείνων διδασκάλων της Εκκλησίας, των θεοφόρων Πατέρων κατ’ ουδέν
υπολλείποντα. Και μαρτυρούσι τω λόγω τα εμά προς εκείνον εγκώμια, διά τε
κανόνων και ύμνων εμοί πονηθέντα, και όσα ο παρ’ εμού συγγραφείς εκείνου βίος
και τινών εγκωμίων μέρη».[74] Δεν
διστάζει, επίσης, να υπογραμμίσει ότι την περίοδο κατά την οποία βρισκόταν στη
Μονή του Σωτήρος Χριστού του Ακαταλήπτου,[75] τελούσε
λαμπρή εορτή προς τιμήν του αγίου Γρηγορίου, πριν από την επίσημη ένταξή του
στο Εορτολόγιο της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινουπόλεως. Ο ίδιος μάλιστα
διασώζει την πληροφορία ότι στην Καστοριά, είχε ανοικοδομηθεί ναός προς τιμήν
του Γρηγορίου, με αφορμή την επιτέλεση ενός θαύματος και ο άγιος τιμόταν την
ημέρα της κοιμήσεώς του[76].
Σημειώνει επίσης ότι και οι θεσσαλονικείς ανήγειραν ναό και εόρταζαν τη μνήμη
του, όπως συνέβαινε και στο Άγιο Όρος.[77]Μνημονεύει
τέλος ότι ήδη αμέσως μετά το θάνατο του αγίου Γρηγορίου ιστορήθηκαν αρκετές
εικόνες[78] προς
τιμήν του, ενώ πολύ σύντομα, έξι έτη μετά την κοίμησή του,[79] εντάσσεται
και στον εικονογραφικό διάκοσμο των ναών, όπως καταδεικνύουν σχετικές τοιχογραφίες.[80]
Ο ησυχαστής
πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως άγιος Κάλλιστος Α΄ (β. πατρ. 1355-1363) στην
προσπάθειά του να κάμψει τις υπαρκτές ενστάσεις ως προς την αγιότητα του
Γρηγορίου του Παλαμά, από τους αντιπάλους του, στέλνει επιστολή στους
επισκόπους της Θεσσαλονίκης, καθώς και σε άλλους οφικιάλους της Εκκλησίας,
προκειμένου να συγκεντρωθούν ενυπόγραφες μαρτυρίες περί των θαυμάτων του αγίου[81], υπό την προεδρία της Βασιλομήτορος
Άννης, η οποία διέμενε στην πόλη.
Σε παρόμοια
ενέργεια προβαίνει ένα χρόνο μετά και ο διάδοχός του στον Πατριαρχικό θρόνο,
άγιος Φιλόθεος Κόκκινος, ο οποίος συγκεντρώνει, διά του Μεγάλου Οικονόμου της Εκκλησίας, «αξιόπιστους
μάρτυρας» θαυμάτων του αγίου, όχι, διότι αμφιβάλλει ο ίδιος για την
αγιότητα του «πνευματικού πατέρα»[82] και
συναγωνιστή του, Γρηγορίου, -όπως χαρακτηριστικά σημειώνει -, «αλλά διά
τους αμφιβάλλοντας και τους απιστούντας».[83] Ο
ίδιος, όνταςπεπεισμένος περί της αγιότητας του Παλαμά, προτρέπει όχι μονάχα
τους Λαυριώτες μοναχούς να τιμούν τη μνήμη του, αλλά και όλους όσους το
επιθυμούν, να προβαίνουν «ακωλύτως»[84], στη
συγκεκριμένη πράξη.
Τον Απρίλιο
του 1368, πριν τη συμπλήρωση εννέα χρόνων από την κοίμηση του αρχιεπισκόπου
Θεσσαλονίκης, αγίου Γρηγορίου, συγκαλείται σύνοδος, υπό την προεδρία του
πατριάρχου Φιλοθέου, και με σχετική Πράξη εγγράφεται ο άγιος στο Εορτολόγιο της
Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, της «Μεγάλης Εκκλησίας»[85],
και διακηρύσσεται[86],
επίσημα, η αγιότητά του, μετατρέποντας την εορτή του από «τοπική» σε «πάνδημο»,[87] στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
Στο σημείο
αυτό κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι προκειμένου περί της εντάξεως του
Γρηγορίου του Παλαμά στο Αγιολόγιο και Εορτολόγιο της Εκκλησίας, λήφθηκαν
υπόψη, τα ακόλουθα:
1. Η διαπίστωση και η έμπρακτη
διακήρυξη της αγιότητάς του από το πλήρωμα των κατά τόπους Εκκλησιών, όπου ο
Γρηγόριος τιμόταν ως άγιος, με την ανέγερση ναών, την εορτή της μνήμης του, την
υμνογραφία, την εικονογραφία και την πλοκή εγκωμίων προς αυτόν.
2. Ο ένθεος βίος του, η πλειάδα των
συγγραμμάτων του, Δογματικού και Λειτουργικού, Αντιρρητικού και Απολογητικού
χαρακτήρα, αλλά και η διδασκαλία του, (για το άκτιστο φώς, τη διάκριση ουσίας
και ενεργειών στο Θεό, καθώς και οι επισημάνσεις του ως προς το ζήτημα του
Filioque των Δυτικών), συντέλεσαν ώστε να συναριθμηθεί ο Παλαμάς μεταξύ των
διδασκάλων και μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, όπως σημειώνεται και σε σχετικό
όραμα μοναχού που καταχωρίζεται από τον άγιο Φιλόθεο Κόκκινο στο Βίο του.[88] Όλα αυτά, συνηγόρησαν υπέρ του ορθοδόξου
φρονήματος του αρχιεπισκόπου Γρηγορίου, και συνυπολογίστηκαν για τη διακήρυξη
της αγιότητάς του.
3. Τα θαύματα[89] αποτελούν
τον αδιάψευστο μάρτυρα της αγιότητας του Γρηγορίου του Παλαμά, κατά τον
Πατριάρχη Κόκκινο. Απλά σημειώνουμε ότι στον εγκωμιαστικό λόγο του πατριάρχη
Φιλοθέου προς τον άγιο, -ο οποίος υπενθυμίζουμε ότι συντάχτηκε πριν από τη
Σύνοδο του 1368-, μνημονεύονται 15 θαύματα,[90] που
συνδέονται με παθήσεις του πεπτικού συστήματος, με παραλύσεις άνω άκρων και
λοιπών μελών του σώματος, θανατηφόρες ασθένειες, κ.ά. Ο ίδιος, μάλιστα, ο
βιογράφος του αγίου, δεν διστάζει να σημειώνει ότι «… τιμώ τούτον ως
άγιον από τον θαυμάτων αυτού, ά μετά την ενθάδε προς Θεόν εκδημίαν ειργάσατο,
ιαμάτων πηγήν τον ίδιον αναδείξας τάφον.»[91] Και
υπό μορφή ρητορικής ερώτησης εκφράζει την απορία: «…πώς γάρ ουκ αν
έχοιμεν αυτόν άγιον και θεοφόρον όν ο Θεός εδόξασεν ούτω διά θαυμάτων;»[92] δίδοντας παράλληλα απάντηση στους
Λατίνους για την αμφισβήτηση της χάριτος και την απουσία αγίων στην Ορθόδοξη
Εκκλησία, μετά το Σχίσμα.
Στους αιώνες
που ακολούθησαν μετά τη διακήρυξη της αγιότητας του Γρηγορίου του Παλαμά, η
μνημόνευσή του σε χειρόγραφα Συναξάρια,[93] σε
Μηναία,[94] σε
Τυπικά,[95] η
αξιοποίηση της μνήμης του στο κήρυγμα, κυρίως κατά την περίοδο της
Τουρκοκρατίας,[96] η
σύνθεση Ασματικών Ακολουθιών προς τιμήν του, είναι από πενιχρή έως ανύπαρκτη,
εκτός ασφαλώς από ελάχιστες εξαιρέσεις, κειμένων και υμνογραφημάτων που αφορούν
συγγραφείς και Πατέρες της Εκκλησίας οι οποίοι διακρίνονται για τα αντιλατινικά
τους αισθήματα, όπως ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός και ο Γεννάδιος ο Σχολάριος, ή
ανήκουν στους λεγόμενους Κολλυβάδες,[97] όπως
ο Αθανάσιος[98] ο
Πάριος[99] (†1813)
και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.
Γεννάται
λοιπόν το ερώτημα: Πώς εξηγείται το γεγονός της αποσιώπησης του προσώπου αλλά
και της μνήμης του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, από την πλειοψηφία των
χειρογράφων[100] των εν χρήσει λειτουργικών βιβλίων
της περιόδου από το 15ο έως το 19ο αιώνα; Η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα,
ίσως θα πρέπει να αναζητηθεί σε λειτουργικούς λόγους,[101] σε τυπικές διατάξεις,[102] σε λόγους που συνδέονται με
πρόσωπα αρνητικά διακείμενα στον Ησυχασμό[103] και κυρίως στα αντιπαλαμικά
αισθήματα και την προπαγάνδα που άσκησαν οι Λατίνοι[104] προκειμένου να αμφισβητηθεί και να
λησμονηθεί ο άγιος στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
Για να
καταδειχθεί η τελευταία αυτή πραγματικότητα, θα σημειώσουμε το εγχείρημα των
Λατίνων κληρικών να απαλείψουν την Ακολουθία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά,
από το βιβλίο του Τριωδίου, που τυπωνόταν στη Βενετία. Ενδεικτικός
είναι ο λόγος του Νεκτάριου Πατριάρχη Ιεροσολύμων. Σημειώνει
χαρακτηριστικά: «Τούτου δε (του αγίου Γρηγορίου) τη
Δευτέρα εβδομάδι της Τεσσαρακονθημέρου νηστείας εορταζομένου, την ακολουθίαν εν
τω Τριωδίω περιεχομένην, πάντα λίθον κεκινήκασιν ώστε εξαλείψαι της βίβλου οι
επί της Inquisitionis των εκδεδομένων βιβλίων τεταγμένοι
φράτορες· αλλ’ ουδέν ήνευσαν, των Ενετών αείποτε, το γε επ’ αυτοίς, ακίνητα
ημίν της πίστεως τετηρηκότων και ανεπηρέαστα».[105] Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί, ότι
μολονότι τις τελευταίες δεκαετίες οι Ουνίτες αναγκάστηκαν να συμπεριλάβουν την
Ακολουθία του αγίου στις εκδόσεις του Τριωδίου, τοποθέτησαν αυτή στο τέλος[106] του εκκλησιαστικού βιβλίου και με
σχετική επισήμανση,[107] που δηλώνει με σαφήνεια ότι ίδιοι
αποστασιοποιούνται από το γεγονός της αγιότητας και της μνήμης του αγίου
Γρηγορίου, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης.
Σεβασμιώτατε,
σεβαστοί πατέρες, κυρίες και κύριοι.
Δεν θα ήθελα
να δοκιμάσω περισσότερο την υπομονή και την ανοχή σας, καταχρώμενος τον
πολύτιμο χρόνο σας. Γι’ αυτό θα αρκεστώ στα ακόλουθα:
Η Β΄ Κυριακή
των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, με την καταχωρούμενη σε αυτήν μνήμη του
αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, μας δίδει τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσουμε ότι η
Δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας δεν είναι αποκομμένη από τη ζωή και το ήθος
των πιστών, το οποίο και διαποτίζει. Η μνήμη του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης
αγίου Γρηγορίου, σήμερα, το τίμιο λείψανό του, το οποίο βρίσκεται στο
Μητροπολιτικό ναό τηςΘεσσαλονίκης,[108] τα θαύματά του, καταδεικνύουν ότι
ο Θεός δεν έπαψε να χαριτώνει τα κεκοιμημένα μέλη του εκκλησιαστικού σώματος,
τα οποία αποδεικνύουν, εμπράκτως, την αγάπη τους προς Εκείνον, την επιθυμία
τους να υπερβούν τα πάθη και τις αδυναμίες τους, και να πορευτούν στην πορεία
της αγιότητας, όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή, η Β΄
Κυριακή των Νηστειών, ειδικότερα, με το εορτολογικό και αγιολογικό περιεχόμενό
της καταδεικνύει την πραγματικότητα αυτή και λειτουργεί ως προσκλητήριο
αγιότητας για κάθε πιστό.
Ας μην
λησμονούμε ότι, τιμώντας σήμερα, τον αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Γρηγόριο Παλαμά,
δοξάζουμε συνάμα τον εν Τριάδι Θεό, «ω η δόξα και το κράτος εις τους
αιώνας. Αμήν».