Τετάρτη 29 Μαρτίου 2017

Ο ΜΟΙΧΕΠΙΒΑΤΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ ΡΟΥΣΣΑΣ Τεκμήρια βαρύτατης ἐνοχῆς Του μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος κ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ





 Ο κύριος Ἄνθιμος Ρούσσας ἀποδέχτηκε τήν πρόταση, νά παρελάσει-ἀγαλλομένῳ ποδί-πρός τό Μητροπολιτικό Μέγαρο τῆς Ἀλεξανδρούπολης καί νά ἐγκατασταθεῖ στή θέση τοῦ διωγμένου ἁγίου Ἱεράρχη Κωνστάντιου Χρόνη.


του μητροπολιτου Αττικης και Μεγαριδος κ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ
Ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ἄνθιμος, λαλίστατος καί ὀργίλος, ὅταν σηκώνει λάβαρο μάχης, ἐνάντια στά ἄνομα καί παράνομα, πού συμβαίνουν ἐκτός τοῦ χώρου τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, μεταμορφώνεται καί μεταλλάσσεται σέ σκυθρωπό καί ἄφωνο ἐπισκέπτη μουσειακοῦ ἤ νεκρικοῦ χώρου, ὅταν τά σκάνδαλα τῶν ἐκκλησιαστικῶν πριγκίπων βεβηλώνουν καί μολύνουν τό ἱερό Θυσιαστήριο καί καταβρωμίζουν τήν κοινωνική ἀτμόσφαιρα. Ἐσχάτως, ξεπερνώντας τό διπολικό σχῆμα τῆς διαφημιστικῆς κραυγῆς καί τῆς ὑπολογισμένης σιωπῆς, ἅπλωσε τό ὠμοφόριό του στούς ἀνοιχτούς γεωπολιτικούς ὁρίζοντες καί ἐπιχείρησε νά διατυπώσει ἄποψη γιά θέματα καί γιά συμπεριφορές, πού δέν προσφέρονται γιά λαϊκισμούς καί γιά αὐτοδιαφήμιση. Ἄφησε κατά μέρος τή δυσλειτουργία τοῦ πατροπαράδοτου Συνοδικοῦ σχήματος τῆς Ἐκκλησίας μας.
Προσπέρασε σιωπηλά καί τήν κοινωνική καί οἰκονομική κρίση, πού βασανίζει τό λαό μας. Καί ἐμφανίστηκε, θαρρετός καί μαχητικός, γιά νά καλύψει τίς ἐξευτελιστικές πομπές τοῦ πρώην Γενικοῦ Διευθυντοῦ τοῦ Διεθνοῦς Νομισματικοῦ Ταμείου Ντομινίκ Στρός Κάν. Λάβρος ἐπιτέθηκε καί ἐνοχοποίησε τούς Ἀμεριακανούς Δικαστές, πού κατά τή διαδικασία τῆς προανάκρισης θεώρησαν ὑποχρέωσή τους νά διατάξουν τήν κράτηση-ἔστω καί ἐκτός φυλακῆς-τοῦ κατηγορούμενου. Καί κατακεραύνωσε τούς ἐκπροσώπους τοῦ διεθνοῦς μηχανισμοῦ πληροφόρησης, ἐπειδή διατυμπάνισαν τήν ἀδιαντροπιά καί τά ὄργια τοῦ ἐκπεσόντος μέλους τῆς ὑψηλῆς ἡγετικῆς λέσχης.


Κατά τή Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς τῆς Σαμαρείτιδος, ὁ κύριος Ἄνθιμος πρόβαλε στήν Ὡραία Πύλη τοῦ Ἱεροῦ Θυσιαστηρίου καί, ἀντί γιά κήρυγμα διδαχῆς καί ἐξαγιασμοῦ, ἄρχισε ἕνα ὀξύ, καταγγελτικό λόγο. Ὑποστήριξε ἐπίμονα, πώς ὁ ἔνοχος γιά βαρύτατες ἠθικές ἐκτροπές μαέστρος τῆς παγκόσμιας οἰκονομίας, ἄν καί αὐτοδιασύρθηκε σέ οἰκουμενικό forum, ἄν καί οἱ πομπές του ξετυλίχτηκαν, ἀποκρουστικές καί πνικτικές, κατά τήν προδικασία τοῦ φακέλλου τῶν ἀνακρίσεων, ἐξακολουθεῖ νά διατηρεῖ, ἄθικτο καί πανίσχυρο, τό «τεκμήριο τῆς ἀθωότητας». Ὅλοι εἶναι ὑποχρεωμένοι νά σεβαστοῦν αὐτό τό τεκμήριο. Καί κανένας-μά κανένας-δέν ἔχει τό δικαίωμα νά ἀποτολμήσει τόν περαιτέρω διασυρμό του, φέροντας στή δημοσιότητα ἀποκαλυπτικά στοιχεῖα, πού κυκλοφόρησαν στή δικαστική αἴθουσα καί πέρασαν-ἄσχετο μέ ποιό τρόπο καί μέ ποιά πρόθεση-στούς κράχτες τῆς ἐνημέρωσης.
Μεταφέρω, αὐτούσιο, τό κομμάτι τῆς ὁμιλίας του, πού τήν ἐκφώνησε μπροστά στό Πανάγιο Θυσιαστήριο καί σέ ὥρα, πού προσφερόταν ἡ ἀναίμακτη Ἱερουργία.
«...Ὀφείλουμε νά δείχνουμε σεβασμό σέ κάθε ἄνθρωπο, μέχρι νά ἀποδειχθεῖ ἡ ἐνοχή του καί νά ἐπιβληθοῦν οἱ ποινές πού προβλέπει ὁ νόμος καί ὄχι ἐκεῖνες πού θέλουμε νά ἐπιβάλουμε ἐμεῖς. Ἐξετάζω τήν εἰκόνα ἡ ὁποία καταρράκωσε τά εὐρωπαϊκά καί τά παγκόσμια ἀξιώματα μέσα στά μάτια ὅλων τῶν λαῶν καί αὐτό εἶναι ἧττα τῆς συγχρόνου κοινωνίας... Τόν κρατοῦν μέ τίς χειροπέδες, τοῦ πέφτει τό μισό σακάκι καί κυκλοφορεῖ ὅπως οἱ μεθυσμένοι στό δρόμο. Γιά νά τόν πᾶν ποῦ; Νά τόν κρίνει μιά γυναίκα τί θά γίνει καί τόν στέλνει στή βαριά φυλακή... Αὐτό εἶναι ἐξόντωση τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας».
Καί συμπληρώνει ὁ συντάκτης τῆς ἱστοσελίδας, πού ἔφερε σέ πανελλαδική ἀνάρτηση τόν εὐτελισμό τοῦ κηρυκτικοῦ λόγου καί τή βεβήλωση τοῦ Ἱεροῦ Θυσιαστηρίου: «Αὐτά εἶπε ὁ Μητροπολίτης Ἄνθιμος καί ἀναφέρθηκε στή στάση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως περιγράφεται στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννη, ὅταν οἱ Γραμματεῖς, οἱ Φαρισαῖοι καί τό φανατισμένο πλῆθος θέλησε νά τιμωρήσει διά λιθοβολισμοῦ μιά γυναίκα πού κατηγορούνταν γιά μοιχεία».
***

Κρατεῖστε στό ἀρχεῖο τῆς μνήμης σας αὐτή τή Θεολογική καί τή Νομική θεμελίωση τοῦ τεκμηρίου τῆς ἀθωότητας, ὅπως τήν ὕφανε ὁ Μητροπολίτης τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας Ἄνθιμος, γιά νά ἐπενδύσει, φιλικά καί σωστικά, τό «φημισμένο» σκανδαλοποιό κύριο Ντομινίκ Στρός Κάν. Καί προσφέρετε λίγη προσοχή, (θά σᾶς συνιστοῦσα καί λίγη περιέργεια) γιά νά ἀναδιφήσουμε μαζί κάποιες ἄλλες πρωτοβουλίες τοῦ ἴδιου Μητροπολίτη καί κάποιες ἄλλες δυναμικές κινήσεις του, πού βρίσκονται καταχωρισμένες, ἀλλά καταχωνιασμένες, στό προσωπικό ἡμερολόγιο τοῦ κ. Ἄνθιμου καί πού ἀποτυπώνουν τό ἀρχιερατικό του ἦθος, τό σεβασμό του-ἤ τήν περιφρόνησή του στό θεσπισμένο μέ Νόμο «τεκμήριο τῆς ἀθωότητας» καί-κάτι πλέον-τήν ἀμετακλήτως χρεωστική ὑποχρέωση ἀναγνώρισης τοῦ ἤθους καί τοῦ κύρους τῶν-κατά καιρούς-ἀναδειχθέντων λειτουργῶν τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας καί ἀποφυγῆς πράξεων περιφρόνησης ἤ καταπλήγωσης τῆς χαρισματικῆς προσωπικότητάς τους.
Γνωστό ἀπ᾿ ἄκρη σέ ἄκρη τῆς ἑλληνικῆς πατρίδας, ὅτι κατά τό ἔτος 1974 καί λίγο πρίν ἀπό τή μεταπολίτευση, ἡ ἔξαλλη ἐκκλησιαστική διοίκηση, ποδοπατώντας ἀσύστολα τούς Ἱερούς Κανόνες καί σέ συνεργασία μέ τή δικτατορία τοῦ Ἰωαννίδη, καταδίκασαν στήν ἔσχατη ποινή, στή στέρηση τῶν ποιμαντικῶν τους ἁρμοδιοτήτων καί ἀπομάκρυναν ἀπό τούς ἀρχιερατικούς τους θρόνους δώδεκα Μητροπολίτες. Δέ δρομολόγησαν διαδικασία ἀνακρίσεων, γιά νά ἐξακριβώσουν, ἄν ἦταν ἔνοχοι ἤ ὄχι. Δέν τούς κάλεσαν νά ἀπολογηθοῦν, μιά καί δέν εἶχαν μπροστά τους πιστοποιημένο κατηγορητήριο. Δέν κατάθεσαν φάκελλο ἐπιβαρυντικό, συμπληρωμένο καί ἠλεγμένο, στό ἁρμόδιο γιά τούς Ἀρχιερεῖς Ἐκκλησιαστικό Δικαστήριο. Ὅλες αὐτές τίς διαδικασίες, πού τίς ἐπιβάλλουν οἱ Ἱεροί Κανόνες καί οἱ Νόμοι τῆς ἑλληνικῆς ἐπικράτειας, τίς περιφρόνησαν μέ προκλητικότητα. Καί, μέ μιά ἀπόφαση τοῦ ποδαριοῦ, τούς ἐξόρισαν.
Ἀμέσως μετά, βιαστικά καί σπασμωδικά, ἄρχισε ἡ ἔνοχη Συνοδική παρέα νά παράγει Μητροπολίτες, γιά νά γεμίσει τά κενά καί γιά νά παρουσιάσει «τετελεσμένη καί ἀδιαμφισβήτητη» τήν καινούργια κατάσταση.
Χρέος μου νά ἀποκαλύψω, ὅτι κατά τίς μέρες ἐκεῖνες τῆς θυελλώδους ἀνατροπῆς καί τῆς Κανονικότητας τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Νομιμότητας τοῦ «ἐν καταρρεύσει» δυναστικοῦ πολιτεύματος, ὁ κύριος Ἄνθιμος (ἀρχιμανδρίτης τότε) μέ ἐτίμησε μέ τήν ἐπίσκεψή του καί, ἀφοῦ μοῦ διεκτραγώδησε τίς ἴντριγκες καί τά παζάρια, μέ ὕφος βαρύ πρόσθεσε: «Σ᾿ αὐτό τό κλίμα, πού βρισκόμαστε σήμερα, ἄν τύχη καί μοῦ προτείνουν τήν προαγωγή μου σέ Μητροπολίτη, θά τό σκεφτῶ πολύ ἄν πρέπει νά τό δεχτῶ».
Δέχτηκα τήν ἐπιφύλαξή του αὐτή, ὡς ἄρωμα εὐαίσθητης συνείδησης καί δήλωσα συμπαραστάτης του.
Ἀτυχῶς, τό ἄρωμα, πολύ σύντομα, λειτούργησε ὡς ἀναθυμίαση χωματερῆς προδωμένων ὀνείρων.
***

Ἕνας ἀπό τούς δώδεκα Μητροπολίτες, πού καταδικάστηκαν δίχως νά ἀπολογηθοῦν καί δίχως νά δικαστοῦν, ἦταν ὁ ἡρωϊκός καί σεβάσμιος Μητροπολίτης Ἀλεξανδρουπόλεως Κωνστάντιος. Ξεχωριστή φυσιογνωμία. Ὄχι μόνο ἀποδεκτή, ἀλλά καί θρονιασμένη στίς καρδιές τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος ὅλης τῆς ἀνατολικῆς Μακεδονίας. Σ᾿ ὅποια πυκνοκατοικημένη περιοχή καί σ᾿ ὅποια ἄκρη ἔκανες ἀναφορά στό πρόσωπό του ἄκουγες πρόσθετες εὐλαβικές ἐκτιμήσεις τῆς ἁγιοσύνης του καί δεχόσουνα ἕνα νέο κύμα εὐωδίας σεβαστικῶν θυμιαμάτων.
Δεκαετίες ὁλόκληρες ὁ ἀκάματος λειτουργός Κωνστάντιος Χρόνης διακόνησε ὡς ἱεροκήρυκας στήν Ἱερή Μητρόπολη Φιλίππων καί Νεαπόλεως (Καβάλας). Κήρυξε τόν Εὐαγγελικό λόγο. Καί ποίμανε μέ ἀγάπη καί μέ εὐαισθησία τό ὥριμο σέ ἡλικία πλήρωμα καί τίς στρατιές τῆς νεότητας.
Ὅταν οἱ Γερμανοί κατακτητές κατέλυσαν τήν παραμεθόρια ἄμυνα καί ὅρμησαν στήν καταματωμένη πατρίδα μας, παράδωσαν τή φρούρηση καί τή διοίκηση τῆς ἀνατολικῆς Μακεδονίας στούς Βούλγαρους. Καί αὐτοί, σκληροί κατακτητές καί νοσταλγοί μιᾶς ἐπέκτασής τους στό Αἰγαῖο, ἄρχισαν νά ὑλοποιοῦν τούς σχεδιασμούς τους. Ἔβαλαν, ὡς μητρική γλώσσα, στά σχολειά μας τή Βουλγάρικη, ἔφεραν Βούλγαρους παπάδες νά ἱερουργοῦν στίς Ἐκκλησίες μας καί νά προσαρμόζουν τό λαό μας στό δικό τους τυπικό. Ἔκαναν κάθε κίνησή τους καί κάθε σχεδιασμό τους, ὡς κατακυρωμένοι κατακτητές, δίχως νά περνάει ἀπό τό μυαλό τους ἕνας ἐνδεχόμενος κίνδυνος ἀνατροπῆς τους.
Τόν ἱεροκήρυκα Κωνστάντιο Χρόνη, πού τόν ἔβλεπαν νά κινεῖται μέ τόλμη σ᾿ ὅλη τήν ἔκταση τῆς ἀνατολικῆς Μακεδονίας, τόν κήρυξαν ἀνεπιθύμητο καί τόν ἔβγαλαν βίαια ἔξω ἀπό τά ὅρια τῆς δικῆς τους ἐπιτήρησης.
Διωγμένος, ἀλλά ἀκούραστος, κατέβηκε στή Μητρόπολη Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας καί συνέχισε τή θυσιαστική προσφορά του. Ἡ σκοτεινιά καί ὁ τρόμος τῆς Γερμανοϊταλικῆς κατοχῆς εἶχαν διεγείρει ἰσχυρές, μυστικές, ἀντιστάσεις, πού προκαλοῦσαν ἐμπόδια στίς διακινήσεις τοῦ κατακτητή, ἀλλά καί πλήρωναν μέ τό αἷμα τους τόν κάθε σχεδιασμό σαμποτάζ, πού κατόρθωναν νά ἐνεργοποιήσουν.
Σέ πρώτη φάση, τό ἀντάρτικο κίνημα τῆς περιοχῆς τῶν Καλαβρύτων, πού λειτουργοῦσε ὑπό τήν ἁρχηγία τοῦ Ἄρη Βελουχιώτη, πῆρε τήν ἀπόφαση νά ἀνατινάξει τίς γραμμές τοῦ ὀδοντωτοῦ σιδηροδρόμου, πού ἦταν ἡ μοναδική δυνατότητα διασύνδεσης τῆς ὀρεινῆς περιοχῆς τῶν Καλαβρύτων μέ τίς παράλιες πόλεις. Μέ τήν ἀνατίναξη αὐτή θά ἔβαζαν σέ μεγάλο κίνδυνο τά φυλάκια τῶν κατακτητῶν, ἀλλά-παράλληλα-θά ἔκλειναν τή γραμμή ἐπισιτιστικοῦ ἐφοδιασμοῦ γιά τούς κατοίκους τῶν Καλαβρύτων.
Ὁ ἡρωϊκός ἱεροκήρυκας Κωνστάντιος, ἀνάλαβε νά μεσολαβήσει, γιά τήν ἐπίλυση τοῦ προβλήματος. Δυό ὁλόκληρα μερόνυχτα πεζοπόρησε στά βράχια τοῦ Χελμοῦ καί ἔφτασε στό κρυσφύγετο τοῦ ἀρχηγοῦ Βελουχιώτη. Τόν ἐνημέρωσε καί τόν ἱκέτεψε «Ἀρχηγέ μου, αὐτό τό τρένο,πού σκαρφαλώνει στά Καλάβρυτα, δέν εἶναι συρμός μεγάλος. Ἕνα καί μόνο μικρό βαγονάκι μεταφέρει λίγους ἐπιβάτες καί κάμποσα σακιά ἀλεύρι ἤ μερικά ἄλλα τρόφιμα. Ἄν καταστραφεῖ τό δίκτυο, οἱ ἄνθρωποι θά πεθάνουν ἀπό τήν πεῖνα.
Ὁ ἀρχηγός Βελουχιώτης στάθηκε σκεφτικός. Κάλεσε τούς δικούς του καί πῆρε πληροφορίες. Καί, ὅταν αὐτοί ἐπαλήθευσαν, ὅτι τό τρενάκι ἦταν μικρό καί ὅτι δέν ὑπῆρχε ἄλλος τρόπος νά φτάσουν τρόφιμα στήν πόλη τῶν Καλαβρύτων καί στά γύρω χωριά, ἔδωσε διαταγή νά μήν ἀνατιναχτεῖ ἡ ὀδοντωτή σιδηροδρομική γραμμή.
Οἱ γραμμές τοῦ μικροῦ τρένου ἔμειναν ἄθικτες καί τό βαγονάκι ἐξακολούθηκε νά ἐξυπηρετεῖ καί τούς κατακτητές καί τούς δουλωμένους Ἕλληνες. Ἀλλά ἡ φωτιά τῆς μυστικῆς πολεμικῆς ἀντιπαράθεσης δέν ἔσβησε. Οἱ Καλαβρυτινοί, ἀπόγονοι ἐκείνων, πού, τό 21 σήκωσαν τό λάβαρο τῆς ἐπανάστασης, ἐξακολούθησαν νά πλέκουν ἁλυσίδες διολιοφθορῶν καί νά φέρνουν σέ δύσκολη θέση τούς κατακτητές. Καί οἱ κατακτητές, χειριστές καί ἐκφραστές τῆς ἔσχατης βαρβαρότητας, πῆραν τήν ἀπόφαση νά κάψουν τήν πόλη τῶν Καλαβρύτων καί νά σκοτώσουν ὅλους τούς ἄντρες, ἀπό δεκατεσσάρων χρόνων καί πάνω.
Τό τί ἔγινε, δέν περιγράφεται. Σέ μηδενικό χρόνο ἡ ἱστορική πόλη κατάντησε ἐρείπιο. Καί τό κάθε σπίτι, μιά ἑστία ἀφόρητου πένθους. Τά ἀποσπάσματα τῶν κατακτητῶν συγκέντρωσαν, σά νά ἦταν κοπάδια ἄγριων ζώων, τούς Καλαβρυτινούς καί τούς θανάτωσαν. Δέ διερεύνησαν ἄν ἦταν ἔνοχοι γιά ὁποιαδήποτε ἐγκληματική πράξη. Δέν τούς ἔστησαν στό ἑδώλιο τοῦ κατηγορούμενου. Μέ μιά ἄγρια ἐπίθεση, σκόρπισαν τό θάνατο. Ἄφησαν χῆρες τίς μάνες καί ὀρφανά τά ἀνώριμα παιδιά.
Ὁ ἱεροκήρυκας Κωνστάντιος Χρόνης, ἡ ἀκοίμητη αὐτή λαμπάδα τῆς ἀγάπης καί τῆς θυσίας, στάθηκε, ἀδελφός καί πατέρας γιά τίς ὀρφανεμένες οἰκογένειες καί μεταφορέας τῆς θείας συμπαράστασης καί εὐλογίας στήν κατακαμένη πολιτεία.
***

Εἰκοσιτρία ὁλόκληρα χρόνια μετά τήν ἐφιαλτική νυχτιά τῆς κατοχῆς, ὁ ἱεροκήρυκας καί πατέρας τῶν πονεμένων Καλαβρυτινῶν κλήθηκε, χωρίς νά τό ἐπιδιώξει, νά ποιμάνει τή Μητροπολιτική περιφέρεια τῆς Ἀλεξανδρούπολης. Χειροτονήθηκε ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο τῶν ἀποστολικῶν ὁραματισμῶν Ἱερώνυμο Κοτσώνη καί, ταπεινά, ἀφιερώθηκε στήν ἀποστολή του. Δίχως κωδωνοκρουσίες. Δίχως ἐπιδείξεις χλιδῆς. Δίχως αὐτοθαυμαστικά θυμιάματα. Λιτός καί ταπεινός, λειτουργός τῆς σταυρικῆς Ἀγάπης καί θεραπευτής τοῦ ἀνθρώπινου πόνου, ἄναβε καντήλι ἐλπίδας, ἐκεῖ, πού θέριευε τό σκοτάδι τῆς ἀπόγνωσης.
Ὅταν στήν πατρίδα ὅρμησε ἡ δεύτερη δικτατορία, τά πρόσωπα τῆς τρελῆς ἐξουσίας, τῆς κοσμικῆς καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς, θεώρησαν πώς θά μπορούσαν νά ἀναβαθμίσουν τήν παρουσία τους, ἄν μέ μιά στυγνή διαταγή ἐξόριζαν μιά ὁλόκληρη δωδεκάδα Μητροπολιτῶν ἀπό τήν ποιμαντική τους ἔπαλξη.
Ἕνας ἀπό τούς δώδεκα, πού ἀντιμετωπίστηκε σάν ἐπικίνδυνος, ἦταν ὁ πατέρας τῆς Ἀλεξανδρούπολης, ὁ γέροντας Κωνστάντιος Χρόνης. Ὁ ἥρωας τῆς Καβάλας καί τῶν Καλαβρύτων. Ὁ ἐξορισμένος ἀπό τούς Βούλγαρους καί ἀναγνωρισμένος, ὡς γενναῖος μαχητής, ἀπό τόν Ἄρη Βελουχιώτη.
***

Ὁ ἐκρηκτικός, σήμερα, Μητροπολίτης Ἄνθιμος καί ἀνυποχώρητος στηλοβάτης τοῦ «τεκμηρίου τῆς ἀθωότητας», δέν πρόβαλε τότε, (ὅταν ἄκουσε τήν ἐξορία τοῦ Μητροπολίτη τῆς Ἀλεξανδρούπολης Κωνστάντιου) στό κάγκελο τῆς ἐξορίας, γιά νά δώσει κουράγιο στόν καταπληγωμένο γέροντα ἐκκλησιαστικό λειτουργό καί γιά νά σημάνει συναγερμό ἐνάντια στήν ἀσύγγνωστη καταπάτηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί στήν ἀγοραία περιφρόνηση τοῦ «τεκμηρίου τῆς ἀθωότητας».
Κάμποσες μέρες ἔμεινε στήν ἀπόλυτη σιωπή. Σά νά μήν ἔγινε καμμιά παραβίαση τῆς Κανονικότητας καί τῆς Νομιμότητας. Σά νά μήν ἔσβησαν στούς χώρους τῆς Συνοδικότητας οἱ λαμπάδες τοῦ ἤθους καί τοῦ χρέους. Καί σά νά μή συσπειρώθηκε τό ἐκκλησιαστικό πλήρωμα σέ ἐξέγερση καί σέ κατακραυγή ἐνάντια στούς ἀνατροπεῖς τῆς καθιερωμένης ἀπό Οἰκομενικές Συνόδους Κανονικῆς Τάξης καί δημιουργούς ἀπαράδεκτης ἀνωμαλίας.
Δέν πρόλαβε νά περάσει τό πρῶτο κύμα τῆς βαρειᾶς σκοτεινιάς καί διασταυρώθηκε ἡ πληροφορία, ὅτι στό θρόνο τοῦ ἀδίκως ἐξορισμένου ἁγίου Ἱεράρχη Κωνστάντιου, πρόκειται νά ἐνθρονιστεῖ, ποιός νομίζετε; Ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἄνθιμος Ρούσας. Ναί, ὁ κύριος Ἄνθιμος ἀποδέχτηκε τήν πρόταση, νά παρελάσει-ἀγαλλομένῳ ποδί-πρός τό Μητροπολιτικό Μέγαρο τῆς Ἀλεξανδρούπολης καί νά ἐγκατασταθεῖ στή θέση τοῦ διωγμένου ἁγίου Ἱεράρχη.
Δέν τόν ἔκαμψε ἡ πανελλήνια ἀντίδραση. Δέν τόν συντάραξε ὁ στεναγμός καί τό δάκρυ τοῦ πληγωμένου γέροντα. Δέν τόν φόβισαν οἱ χαρακτηρισμοί τοῦ «προδότη» καί τοῦ «μοιχεπιβάτη», πού τοῦ ἀπονεμήθηκαν καί πού σφράγισαν τό ἐπισκοπικό του πορτραῖτο.
Τά γεγονότα, πού ἀκολούθησαν, ἀντί νά μαλάξουν τόν πόνο τοῦ ἄσπιλου ἱεροῦ θύματος, τόν φόρτισαν περισσότερο καί τόν ὄξυναν.
Κάποια στιγμή, πού ὁ γέροντας Κωνστάντιος ἀντιμετώπισε σοβαρή κάμψη τῆς ὑγείας του, ἀποφάσισε νά ταξιδέψει γιά λίγο στήν Ἀλεξανδρούπολη καί νά ἐπισκεφθεῖ ἕνα γιατρό, πού ἦταν πνευματικό του παιδί καί τόν ἐμπιστευόταν ἀπόλυτα. Φτάνοντας, ἀπέφυγε κάθε ἄλλη ἐπικοινωνία. Ἀλλά, κάποια μάτια, πού τόν εἶδαν καί τόν προσκύνησαν, δέν παράλειψαν νά μεταφέρουν τήν εἴδηση στούς διαδρόμους τοῦ κλεμμένου Μητροπολιτικοῦ οἰκήματος. Καί ὁ κύριος Ἄνθιμος, ἀντί νά τρέξει νά τοῦ φιλήσει τό χέρι καί νά τοῦ προσφέρει τήν κάθε ἀναγκαία ἐξυπηρέτηση, κυριεύτηκε ἀπό φόβους. Καί λειτούργησε ὡς μαινόμενος ἀντίπαλος. Ἔστειλε ὁμάδα δικῶν του ἀνθρώπων, νά διατάξουν τό γέροντα νά φύγει ἀμέσως, μέσα στά σκοτάδια τῆς νύχτας, ἀπό τά ὅρια τῆς Ἀλεξανδρούπολης. Καί νά μήν ἀποτολμήσει, ἄλλη φορά, νά διαταράξει τή γαλήνη τοῦ ποιμνίου μέ μιά δεύτερη ἐπίσκεψη.
Ὁ ἁγνός καί ἄδολος γέροντας ἔσκυψε τό κεφάλι. Καί τά μάτια του ἔσταξαν. Σηκώθηκε, στηρίχτηκε στό μπαστούνι του, προχώρησε πρός τό αὐτοκίνητό του καί ἔφυγε. Γύρισε στήν Καβάλα, κρατώντας τό ἀλάβαστρο τῆς θλίψης του καί τῶν δακρύων του.
Δέ δικαιοῦμαι νά σιωπήσω ἤ νά προσπεράσω ἀσχολίαστη καί μιά δεύτερη, ἀνέντιμη καί ἀσύμβατη μέ τό ὠμόφορο τῆς ἀρχιερωσύνης, ἐπέμβαση τοῦ κ. Ἄνθιμου στή συνείδηση τοῦ ἁγνοῦ γέροντα Κωνστάντιου.
Σέ κάποια φάση τῆς σκληρῆς δοκιμασίας του ὁ ἐξόριστος ἱερομάρτυρας ἔνοιωσε τίς δυνάμεις του νά τόν ἐγκαταλείπουν. Τότε, ὁ «μοιχεπιβάτης» τοῦ Μητροπολιτικοῦ του θρόνου, ὁ κ. Ἄνθιμος, θεώρησε κατάλληλη τή στιγμή, νά ἐξασφαλίσει τήν ἐπικάλυψη τῆς ἐπιορκίας του.
Πλαστογράφησε, ἐξ ὀνόματος-δῆθεν-τοῦ γέροντα Ἱεράρχη, μιά ἐπιστολή, μέ ἀποδέκτη τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, πού δήλωνε, ὅτι παραιτεῖται τῶν δικαιωμάτων του καί τοῦ αἰτήματος ἐπιστροφῆς του στή Μητρόπολη Ἀλεξανδρουπόλεως καί ἀποδέχεται ὡς διάδοχό του καί ὡς συνεχιστή τοῦ ποιμαντικοῦ του ἔργου τόν Ἱεράρχη Ἄνθιμο, πού τόν ἐξέλεξε ἡ Ἱεραρχία κατά τό ἔτος 1974. Συνεπλήρωνε δέ τήν ἐπιστολή μέ εὐχές, γιά τήν εὐόδωση τῶν προσπαθειῶν τοῦ διαδόχου του(!!!) πρός δόξα Θεοῦ καί πρός οἰκοδομή τοῦ ποιμνίου.
Μέ τήν ἐπιστολή αὐτή στό χέρι, ὁ πλαστογράφος κ. Ἄνθιμος βρῆκε τό θάρρος (κατ᾿ ἀκρίβεια τό θράσος) νά ἐπισκεφθεῖ τόν γέροντα Κωνστάντιο, γιά νά τόν πειθαναγκάσει νά βάλει τήν ὑπογραφή του.
Φθάνοντας στό ἀσκητήριο, πού μετροῦσε τίς τελευταῖες μέρες του ὁ ἱερομάρτυρας τοῦ αἰώνα μας Κωνστάντιος, τόν βρῆκε μόνο. Καί, μέ γλυκανάλατες σεβαστικές ἐπικύψεις, προσπάθησε νά τόν κάμψει καί νά τόν πείσει νά βάλει τήν ὑπογραφή του στήν πλαστογραφημένη παραίτηση. Ὁ γέροντας τόν κύτταζε στά μάτια, ἀλλά δέν ἀνταποκρινόταν.
Ἐκεῖνος πρόσθετε λόγια σεβαστικά καί ἰσχυριζόταν, ὅτι μοναδική του ἐπιδίωξη ἦταν ἡ ἀποκατάσταση τῆς ἑνότητας στό σῶμα τῆς Ἱεραρχίας καί ἡ εἰρήνευση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Κάμποση ὥρα κράτησε ἡ θεατρική παράσταση τοῦ κ. Ἄνθιμου. Ὥσπου τόν διέκοψε ὁ γέροντας μέ μιά δυναμική ἀπόκριση.
«Δέν ὑπογράφω, Φύγε».
Θόλωσε τό βλέμμα τοῦ κ. Ἄνθιμου. Μάζεψε τά χαρτιά του καί ἔφυγε.
Ὅταν κυλήσει ὁ χρόνος, ὅταν ὅλοι μας, ὅσοι βάλαμε τό δάχτυλό μας καί τήν ὑπογραφή μας στό μουντό φάκελλο τοῦ 1974 θά ἔχουμε γείρει στή σιωπή τοῦ τάφου, ὁ ἀνεπηρέαστος καί ψυχρός μελετητής τῆς ἱστορίας, θά γράψει καί θά ὑπογραμμίσει, ὅτι ὁ Μητροπολίτης Ἄνθιμος Ρούσας μπῆκε στήν αἴθουσα τοῦ Μητροπολιτικοῦ θρόνου τῆς Ἀλεξανδρούπολης ἀπό τήν πίσω πόρτα. Καταπάτησε τόν ὅρκο του, ὅτι θά σέβεται καί θά ἐφαρμόζει μέ πιστότητα καί μέ ἀκρίβεα τούς Ἱερούς Κανόνες. Καί ἔσπρωξε βίαια στήν ἐξορία ἕνα γέροντα Ἱεράρχη, πού ὀλόκληρη ἡ ζωή του ἦταν εὐωδία ἁγιότητας καί κατάθεση θυσιαστικοῦ μόχθου στή βάση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Ἀρχιποίμενα Ἰησοῦ Χριστοῦ.
***
Τούτη τήν ὥρα, ὁ Μητροπολίτης Ἄνθιμος αὐτοπροβάλλεται ὡς «παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης». Στήν Ἀλεξανδρούπολη πῆγε ὅπως πῆγε, ἀλλά ἔνοιωσε τό χῶρο στενό. Δέ χωροῦσε τό ἀνάπτυγμα τῆς προσωπικότητάς του. Τά ὄνειρά του. Τή μαχητικότητά του. Τή ρητορική του ἀσυδοσία.
Ἔβαλε ἀζιμούθιο γιά τήν ἑλληνική πρωτεύουσα. Γιά τό θρόνο τῶν Ἀθηνῶν. Πάλαιψε νά συγκεντρώσει εὐνοϊκούς ψηφοφόρους. Ἀλλά δέν τά κατάφερε. Ὁ ἀντίπαλος του Χριστόδουλος εἶχε καταρτίσει μέ ἐπιμέλεια τό σχεδιασμό του καί εἶχε πλέξει τήν ἀρμάθα τῶν ψηφοφόρων του. Ὁ Ἄνθιμος, θλιμμένος καί παγωμένος, γύρισε στήν Ἀλεξανδρούπολη, δίχως κουράγιο γιά δράση καί δίχως ἐμπιστοσύνη στούς φίλους του.
Τή χρονιά 2004 πέθανε ὁ Μητροπολίτης, πού βρισκόταν θρονιασμένος στήν καθέδρα τῆς Μητρόπολης Θεσσαλονίκης. Καί τά ὄνειρα τοῦ κ. Ἄνθιμου ξαναζεστάθηκαν καί ξαναδραστηριοποιήθηκαν. Δέν μπόρεσε νά κατακτήσει τό θρόνο τῶν Ἀθηνῶν. Τουλάχιστο, νά ἀναβαθμιστεῖ σέ «Παναγιώτατο» καί νά θρονιαστεῖ στή βόρεια πρωτεύουσα τῆς ἑλληνικῆς ἐπικράτειας.
Γιά τό πῶς σταθεροποίησε τά βήματά του καί κατάφερε νά κερδίσει τό θρόνο τῆς συμπρωτεύουσας, ἔχω μιά ἐντελῶς πρόσφατη κατάθεση, πού μοῦ τήν ἔκανε ὁ (ἐπί τό αὐτό κρίμα ἐμπεσῶν) Ἱεράρχης Νικόλαος Χατζηνικολάου. Μέ διαβεβαίωσε, ὅτι σέ πρῶτο σχεδιασμό ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος εἶχε ἀποφασίσει νά ὑποστηρίξει, γιά τή Θεσσαλονίκη, τόν τότε ἀρχιμανδρίτη Χατζηνικολάου. Ὁ Ἄνθιμος, ὅμως, μέ παρακλήσεις καί μέ ἴντρινγκες πάλεψε νά ἐξασφαλίσει γιά τό πρόσωπό του τήν ὑποστήριξη καί τοῦ Πατριάρχη καί τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. Ἐπειδή, ὅμως, οἱ προηγούμενες ἐκλογικές του περιπέτειες καί ἀποτυχίες ἄφηναν τις σκιές τους στόν ὁρίζοντα, ἀποφάσισε νά κινηθεῖ δραστικότερα. Λίγες μέρες πρίν ἀπό τήν ἐκλογή, πῆγε στόν Ἀρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, κάθησε στό γραφεῖο του καί τόν ὑποχρέωσε νά τηλεφωνήσει, ἐκείνη τήν ὥρα, σέ ἕνα σεβαστό ἀριθμό Μητροπολιτῶν καί ἀνάλογα μέ τήν περίπτωση, νά συστήσει ἐπίμονα, ἤ νά παρακαλέσει ἀδελφικά, νά ζητήσει ὡς προσωπική χάρη ἤ νά παρουσιάσει ὡς γραμμή τοῦ Πατριαρχείου καί τῆς πλειοψηφίας τῶν ποιμένων τῶν Νέων Χωρῶν, νά κατασταθεῖ Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης ὁ κ. Ἄνθιμος. Καί γιά νά εἶναι ἐξασφαλισμένος, ὅτι τό τέχνασμα θά λειτουργήσει ἀποτελεσματικά, ζήτησε ἀπό τό Χριστόδουλο νά προτείνει τό Χατζηνικολάου ὡς ὑποψήφιο γιά τήν περιοχή τῶν Σπάτων. Ἡ ἀνοιχτή καί κατενώπιον τοῦ Ἄνθιμου ἐπέμβαση τοῦ Χριστόδουλου πέτυχε. Ὁ ἀριθμός τῶν ψήφων συμπληρώθηκε. Καί ὁ νοσταλγός τοῦ ἀρχιεπισκοπικοῦ θρόνου ἱκανοποιήθηκε-γιά τήν ὥρα-μέ τήν προσφώνηση «παναγιώτατε» καί μέ τήν ἰδιοποίηση τοῦ θρόνου τῆς Θεσσαλονίκης.
Ἀργότερα, ὅταν ὁ Χριστόδουλος ἔκλεισε τά μάτια, ὁ Ἄνθιμος ἑτοίμασε τίς ἀποσκευές του γιά νά θρονιαστεῖ στήν Ἀθήνα. Ἀλλά καί πάλι ἀστόχησε. Ἐκεῖνοι, πού τοῦ ἔδωσαν ὑποσχέσεις, τόν μαύρισαν. Ἀναγκάστηκε νά παραμείνει στή συμπρωτεύουσα, νά ἐκτοξεύει λεκτικά βέλη ἐνάντια τῶν Σκοπιανῶν καί νά θωπεύει τό «τεκμήριο τῆς ἀθωότητας» ἐκείνων, πού ἔχουν καταβουτηχτεῖ στό βοῦρκο τῆς ἀνηθικότητας καί τῆς ἀδιαντροπιᾶς.
Ἐρώτημα καυτό ξανααναφλέγεται μπροστά μου. Ἀπό τό 1974 ἴσαμε τό 2004 ὁ Ἄνθιμος καθόταν ἡγεμονικά καί ἐπιδεικτικά στό θρόνο τῆς Θρακικῆς Πρωτεύουσας καί δέν ἄρθρωσε λόγο, γιά νά στηρίξει τό «τεκμήριο τῆς ἀθωότητας» τοῦ ἱερομάρτυρα Κωνστάντιου. Καί ἀπό τό 2004 ἴσαμε σήμερα, σέ χρονική διαδρομή ἑπτά ὁλόκληρων χρόνων, δέν μπόρεσε, ἤ, μᾶλλον, δέν τόλμησε νά διατυπώσει ἕνα μικρό λογίδριο σεβαστικῆς ἀναφορᾶς στόν μακαριστό Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Λεωνίδα Παρασκευόπουλο, πού διακόνησε, ἐπί μιά ὁλόκληρη τεσσαρακονταετία, μέ πιστότητα, μέ ἀφοσίωση καί μέ δυναμική ποιμαντική φροντίδα, ὡς ἱεροκήρυκας καί ὡς Μητροπολίτης, ὁλόκληρη τή Δυτική Μακεδονία. Πού ἐξορίστηκε, χωρίς νά τοῦ ἀπαγγελθεῖ κατηγορία καί χωρίς νά δικαστεῖ. Καί πού ἀναδείχτηκε καταξιωμένος πνευματικός ἀθλητής καί νεομάρτυρας.
Ὁ κ. Ἄνθιμος μπροστά στό Πανάγιο Θυσιαστήριο ἐτόνισε καί ἐτόνωσε τό «τεκμήριο τῆς ἀθωότητας» τοῦ παγκόσμια κατεγνωσμένου πρώην Γενικοῦ Διευθυντῆ τοῦ Διεθνοῦς Νομισματικοῦ Ταμείου. Ἀλλά δέ βρῆκε μια λέξη, γιά νά ὑπομνήσει τήν Πατερική λάμψη τῆς προσωπικότητας τοῦ Μητροπολίτη Λεωνίδα, πού λάμπρυνε τήν Ἐκκλησία τῆς Θεσσαλονίκης καί μέ τή μακρότατη, πιστή διακονία του καί μέ τή λιτανεία τοῦ σταυροῦ τῆς ἐξορίας του.
***

Ἡ ἐπί τριανταεπτά ὁλόκληρα χρόνια (1974-2011) αἰνιγματική ἀποσιώπηση, ἐκ μέρους τοῦ κ. Ἄνθιμου τοῦ «τεκμηρίου τῆς ἀθωότητας», τό ὁποῖο-προφανῶς-κάλυπτε ὅλους ἐκείνους τούς Ἱεράρχες, πού διώχτηκαν καί ἐξορίστηκαν αὐθαίρετα, δίχως νά ἀπολογηθοῦν καί δίχως νά δικαστοῦν, καί ἡ ἐπ᾿ ἐσχάτων ἀφύπνισή του καί ἡ «λαλέουσα» στήριξη, ἐκ μέρους του, τῆς ἀθωότητας προσώπου ἤ καί προσώπων, πού κολύμπησαν στούς ἠθικούς βόθρους, προσημειώνει ἕνα προβληματισμό. Γιατί αὐτή ἡ διπρόσωπη ἑρμηνεία; Γιατί τό «τεκμήριο τῆς ἀθωότητας» δέν κάλυψε τόν Ἀλεξανδρουπόλεως Κωνστάντιο καί τόν Θεσσαλονίκης Λεωνίδα καί ὅλα τά θύματα τῆς βαρβαρικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀνατροπῆς τοῦ 1974; Πῶς αὐτοί καταδικάστηκαν καί ἐξορίστηκαν, δίχως νά γίνουν σεβαστές καί δίχως νά τηρηθοῦν μέ ἀκρίβεια οἱ θεσμοθετημένες διαδικασίες; Καί πῶς, ἀπό τότε, ἴσαμε σήμερα, ὁ κ. Ἄνθιμος καί οἱ συνεργοί του, δέ βγῆκαν, οὔτε τότε οὔτε τώρα, στή δημόσια ἐξέδρα, γιά νά καταγγείλουν τήν ἐγκληματική καταπάτηση, ἀπό λειτουργούς τῆς Ἐκκλησίας, αὐτοῦ τοῦ δικαιώματος; Καί πῶς ὁ κ. Ἄνθιμος, ὁ ναρκωμένος καί σιωπηλός ἐπί τριανταεπτά χρόνια, ἀφυπνίστηκε, ἐπ᾿ ἐσχάτων καί πῆρε πάνω του τό βάρος τῆς ὑποστήριξης τοῦ «τεκμηρίου ἀθωότητας» τοῦ κ. Ντομινίκ Στρός Κάν;
Ἡ πιθανή ἑρμηνεία, κατά τή δική μου ἄποψη, κυλάει σέ δυό ρεύματα.
1. Ὁ Ἄνθιμος δέν τολμάει νά ἀναφερθεῖ στά πρόσωπα τῶν ἐκκλησιαστικῶν θυμάτων του 1974, γιατί καί μόνη ἡ ἀναφορά φωτίζει τή δική του ἐγκληματική καταπάτηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τήν ἀσέβεια πρός πρόσωπα ἰδιαίτερα σεβαστά καί τή σύνθλιψη, μέχρι πνιγμοῦ, τοῦ παγκοσμίως ἀποδεκτοῦ «τεκμηρίου τῆς ἀθωότητας».
2. Ὁ Ἄνθιμος ἤ ἐπικαλύπτει τίς ἐνοχές τῶν ποικίλων παραγόντων τῆς διαφθορᾶς, τῶν ἐνταγμένων στήν κλίμακα τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας καί τῆς κοσμικῆς ἀριστοκρατίας ἤ ὑπενθυμίζει-εὐκαίρως ἀκαίρως-τό «τεκμήριο τῆς ἀθωότητάς τους», γιατί σ᾿ αὐτές τίς δεξαμενές τῆς ἐξουσιαστικῆς δύναμης καί τοῦ ἀμφισβητήσιμου ἤθους βρῆκε παράγοντες, πού τόν κράτησαν ἀπό τό χέρι καί τόν συνόδεψαν στήν κλίμακα τῆς προαγωγῆς του.
Γνωστά τά γεγονότα, πού ξεδιπλώθηκαν τό 2005. Στήν ἔκτακτη Συνεδρίαση τῆς Ἱεραρχίας, πού πραγματοποιήθηκε στίς 18-19 Φεβρουαρίου, ὁ τότε προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μακαριστός Χριστόδουλος, ἔβαλε τό δάχτυλο στή μεγάλη πληγή, ἐπισημαίνοντας τίς εὐθῦνες ὅλου τοῦ ἱεροῦ Σώματος: «Ὅπως ἀποδεικνύεται, ὑπάρχουν σέ ὅλες τίς βαθμίδες κάποιοι κληρικοί, πού ἔχουν προδώσει τήν ἱερή ἀποστολή των, ἤ ἔχουν συμπεριφερθεῖ κατ᾿ ἐπιταγήν τῶν ἐπιλήψιμων ἀδυναμιῶν των. Δύο εἶναι τά βασικά ἀδικήματα τῶν κληρικῶν αὐτῶν, ἡ φιληδονία καί ἡ φιλαργυρία. Καί θά πρέπει νά παραδεχθοῦμε πώς σέ κάποιο βαθμό εἴμαστε ὅλοι ἔνοχοι γιατί, ἀπό ὅ,τι φαίνεται, ἀνεχθήκαμε αὐτές τίς καταστάσεις, ὅπου ὑπάρχουν, ἐφ᾿ ὅσον τίς γνωρίζαμε, πού ἔχουν διαβουκολήσει τίς συνειδήσεις καί ἔχουν ἐκθέσει πρόσωπα καί τόν ἱερό θεσμό, πού ὑπηρετοῦμε...».
Ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος μίλησε τότε ἀνοιχτά καί θαρραλέα. Ὁ κ. Ἄνθιμος, ὅμως, δέν ἄρθρωσε λέξη. Ἆραγε, γιατί; Θά καταθέσω μιά ἐκδοχή. Ἐνιά μῆνες, πρίν από τίς ἀποκαλυπτικές δηλώσεις τοῦ Χριστόδουλου, τόν Ἀπρίλιο τοῦ 2004, ὁ Ἄνθιμος μετακόμισε τίς μίτρες του καί τίς πατερίτσες του ἀπό τήν Ἀλεξανδρούπολη στή Θεσσαλονίκη. Κανένας δέν μπορεῖ νά ἀποκλείσει τό ἐνδεχόμενο, στόν κατάλογο τῶν Μητροπολιτῶν-ψηφοφόρων, πού ἔδωσε ὁ κ. Ἄνθιμος στόν Ἀρχιεπίσκοπο καί ἀξίωσε, μέ ἀνοιχτή τηλεφωνική ἐπικοινωνία, νά τούς ἐκβιάσει νά ψηφίσουν Ἄνθιμο γιά τή Θεσσαλονίκη, νά βρίσκονταν καί ὀνόματα «φιλήδονων» καί «φιλοχρήματων». Πῶς, μετά τήν ἐπιτυχία τοῦ ἐγχειρήματός του, μετά τήν ἀναβάθμισή του σέ «παναγιώτατο», νά διατυπώσει αἰχμές κατά τῶν εὐεργετῶν του;
Ἀκόμα καί ὅταν ἕνας ἀπό τούς δακτυλοδεικτούμενους Ἱεράρχες κάθησε στό ἑδώλιο τῶν Ποινικῶν Δικαστηρίων καί καταδικάστηκε σέ πολυετή φυλάκιση καί, ἀργότερα, μετά ἀπό τήν ἔκδοση ἀμετάκλητης κρίσης τοῦ Ἀρείου Πάγου, καθαιρέθηκε ἀπό τήν Ἀνώτατη Ἐκκλησιαστική Δικαιοσύνη καί ὑποβιβάστηκε στή θέση τοῦ μοναχοῦ, ὁ τιμητής τῶν Σκοπιανῶν Ἄνθιμος δέν πρόφερε καί δέν ἔγραψε οὔτε δυό λέξεις, γιά νά ἀναστηλώσει τό κύρος τῆς Ἐκκλησίας καί γιά νά συνοδοιπορήσει μέ τούς ἔντιμους καί τολμηρούς ἀδελφούς του, πού δίκασαν μέ φόβο Θεοῦ καί μέ ἀνυποχώρητη ἀξιοπρέπεια.
***

Καθώς ἴσαμε τώρα ὁ κ. Ἄνθιμος δέν ἔχει ἀποσβέσει τά ὑψηλότερα σκαλοπάτια τῶν ὁραμάτων του, μετράει τό ἐνδεχόμενο αὔριο ὅλοι αὐτοί, πού σήμερα ἀπολαμβάνουν τή σιωπή του καί ἐπικαλύπτονται μέ τίς κάρτες τῶν «τεκμηρίων τῆς ἀθωότητάς τους», νά ἀνταποδώσουν τίς εὐεργεσίες, ρίχνοντας στήν κάλπη μιᾶς μελλοντικῆς ἀρχιεπισκοπικῆς ἐκλογῆς τό ὄνομα τοῦ εὐεργέτη τους. Νά τόν κοσμήσουν μέ στεφάνια δόξας. Καί νά σκύψουν ταπεινά νά τόν προσκυνήσουν.
Ταλαίπωρε Ἄνθιμε...
Καί, πρό παντός, ταλαίπωρη ἑλληνική Ἐκκλησία. Οἱ στιγματισμένοι περπατοῦν στίς αὐλές σου καί προσεγγίζουν τήν Ἱερή Τράπεζα, με τήν κάρτα τοῦ «τεκμηρίου τῆς ἀθωότητας», πού τούς τήν ἐξασφαλίζει καί τή διακοσμεῖ ὁ «παναγιώτατος» Μητροπολίτης τῆς Θεσσαλονίκης Ἄνθιμος.
Καί ὁ Μητροπολίτης Ἄνθιμος, φουσκώνοντας μέ ἔπαρση, τοξεύει τά βέλη τῆς κριτικῆς του καί τῆς ἐπικριτικῆς του πρός τούς ἀλλοεθνεῖς γειτόνους, πού δέν τόν λογαριάζουν καί δέν τόν φοβοῦνται καί μοιράζει κάρτες ἀθωωτικές καί ὑποστηρικτικές τῶν «τεκμηρίων τῆς ἀθωότητας» στούς ἀναμοχλευτές τοῦ παγκόσμιου ἠθικοῦ βούρκου.
Οἱ κινήσεις του αὐτές, στό σύνολό τους, ἐγγράφουν τεκμήρια ὄχι τῆς ἰδικῆς του ἀθωότητας, ἀλλά τῆς ἰδικῆς του ἐνοχῆς.
===================