Γράφει ο Νίκος Θ. Υφαντής
Διαδίδεται
ότι διεξάγονται μυστικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας
για την επίλυση των εκκρεμοτήτων μεταξύ των δύο χωρών. Ασφαλώς, από την
πλευρά των Αλβανών θα τεθεί προς διαπραγμάτευση και το ανύπαρκτο θέμα
των Αλβανοτσάμηδων της Θεσπρωτίας.
Ας
έχουν υπόψη τους οι Έλληνες διαπραγματευτές ότι οι κραυγές των Τσάμηδων
«για αποκατάσταση στις πατρογονικές εστίες», οι οποίες υποθάλπονται και
υποκινούνται και από το επίσημο αλβανικό κράτος, δεν είναι τίποτε άλλο
απόγές για ένα ανύπαρκτο θέμα, που εφευρέθηκε από τους Αλβανούς ως
αντίβαρο του Βορειοηπειρωτικού. Το θέμα, κατά τακτά χρονικά διαστήματα,
και κατά τρόπο προκλητικό, το φέρνουν στην επικαιρότητα για
αντιπερισπασμό και προς τέρψη του αλβανικού λαού, ο οποίος, για χρόνια
τώρα, τρέφεται με μίσος κατά της Ελλάδος.
Ο
πληθυσμός των Αλβανοτσάμηδων το 1923 δεν ξεπερνούσε τις είκοσι χιλιάδες
(20.000). Το 1926 η ελληνική Κυβέρνηση δέχτηκε να εξαιρεθούν από την
ανταλλαγή των πληθυσμών οι Τσάμηδες, οι οποίοι, κατά το διάστημα του
Μεσοπολέμου και μέχρι την έναρξη του Δεύτερου Μεγάλου Πολέμου,
απολάμβαναν πλήρη δικαιώματα, θρησκευτικά, διοικητικά και εκπαιδευτικά.
Κατείχαν τα πιο εύφορα εδάφη της Θεσπρωτίας σε αντίθεση με τους Έλληνες
που ζούσαν στις ορεινές και άγονες περιοχές.
Δυστυχώς,
οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες δεν εκτίμησαν τις ελευθερίες που απολάμβαναν
και από το 1941-1944 συνεργάστηκαν με τις φασιστικές και ναζιστικές
δυνάμεις και βιαιοπράγησαν εις βάρος του ελληνικού πληθυσμού.
Οργανωμένες ομάδες περιέρχονταν την περιοχή και δολοφονούσαν, βίαζαν,
πυρπολούσαν, άρπαζαν περιουσίες και γενικά διέπρατταν αποτρόπαια
εγκλήματα εις βάρος των ντόπιων Ελλήνων Χριστιανών.
Ανήκουστη η «εν ψυχρώ» δολοφονία των σαράντα εννέα (49) προκρίτων της
Παραμυθιάς. Από τον Ιούλιο του 1943 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 1944,
κατά τη διάρκεια δηλ. της γερμανικής κατοχής, οι Τσάμηδες είχαν ιδρύσει,
με το όνομα «Εθνική Αλβανική Επιτροπή» (Ksili Nasional Skiperat) και
κυβέρνηση. Τα ένοπλα μουσουλμανικά τάγματα που είχαν συσταθεί,
αγωνίζονταν για την αυτονομία της Θεσπρωτίας και τη μελλοντική της
υπαγωγή στο αλβανικό κράτος.
Το
καλοκαίρι του 1944 έγιναν σφοδρές μάχες στη Θεσπρωτία μεταξύ των
ανταρτικών ομάδων του ΕΔΕΣ και των Γερμανών. Σ’ αυτές τις μάχες οι
Τσάμηδες πολέμησαν στο πλευρό των Γερμανών. Λίγο πριν από την
απελευθέρωση κάτω από το βάρος της ενοχής τους πέρασαν ομαδικά τα σύνορα
και μπήκαν στην Αλβανία. Οι Τσάμηδες που εγκατατάθηκαν αρχικά στην
περιοχή της Βορείου Ηπείρου και στη συνέχεια στη Μέση Αλβανία
λογαριάζονται περίπου σε δεκαοχτώ χιλιάδες.
Με
τα πιο μελανά χρώματα οι κάτοικοι της Θεσπρωτίας περιγράφουν τις
βιαιότητες και τα όργια των δημίων Τσάμηδων. Ο Σπύρος Μουσελίμης στο
βιβλίο του «Ιστορικοί περίπατοι ανά τη Θεσπρωτία», Αθήνα 1976, γράφει:
«Οι Τσάμηδες εξεστράτευσαν μετά των Γερμανών κατά των χωρίων της
Κοιλάδας του Αχέροντα, επυρπόλησαν εκεί 24 χωριά, απήγαγον ομήρους περί
τους 300, εφόνευσαν πλέον των 800, εβίασαν γυναίκες και παρθένους,
απαγαγόντες και περί τας 50 κορασίδας εις χαρέμια των, ελεηλάτησαν όλον
τον ζωικόν και κινητόν πλούτον των χωρίων και κατεδίκασαν τους
εναπομείναντας και καταφυγόντας διά την σωτηρίαν των εις τα όρη να
υποστώσιν τον εξ ασιτίας θάνατον... Οι Τουρκοτσάμηδες φάνηκαν
τρισχειρότεροι των Γερμανών και Ιταλών κατακτητών».
Μέχρι
σήμερα οι Τσάμηδες στα μέρη της Αλβανίας που εγκαταστάθηκαν και κυρίως
στην Κονίσπολη, κοντά στα σύνορα με τη Θεσπρωτία, δεν έπαψαν να
επιτίθενται κατά της Ελλάδος, έχοντας συμπαραστάτες αλβανικούς
σοβινιστικούς κύκλους και την ίδια την αλβανική Πολιτεία.
Ο
Μιχάλης Τρίτος, Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
(ΑΠΘ) σε μία περισπούδαστη μελέτη στην Επιστημονική Επετηρίδα
«Βορειοηπειρωτικά», τ. ΣΤ’, Ιωάννινα 2018, σελ. 31 και εξής, με πλούσια
βιβλιογραφία για το θέμα, αναφέρεται στην επιθετική στάση των Τσάμηδων,
που πρωτοστάτησαν στα επεισόδια προς την Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας,
όπως τα επεισόδια κατά την ενθρόνιση του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας
Αναστασίου, την πυρπόληση το 1998 του ναού του Αγίου Γεωργίου στο
Μετόχι, στις καταπατήσεις εκκλησιαστικών περιουσιών και πολλά άλλα.
Η
οργάνωση «Τσαμουριά» δραστηριοποιείται επικίνδυνα: Τον Ιούνιο του 2002
έκαναν πορεία στην ελληνική Πρεσβεία των Τιράνων ζητώντας την
επανεξέταση των περιουσιών των Τσάμηδων στην Ελλάδα. Προέβησαν στην
έκδοση προπαγανδιστικών βιβλίων, όπως το βιβλίο «Ντοκουμέντα για την
Τσαμουριά 1912-1913», γραμμένο από την ιστορικό Kalliopi Naska. Ένα
βιβλίο που διαστρεβλώνει ασύστολα την ιστορική πραγματικότητα. Άλλο
βιβλίο είναι ένα δίτομο βιβλίο 1.600 σελίδων του Alberti Katini που
αναφέρεται στις διεκδικήσεις για την Τσαμουριά, όπως επίσης το βιβλίο
του Χαϊρεντίν Γιουσούφι με τίτλο: «Ο Μουσάι Ντέμι και η αντίσταση των
Τσάμηδων (1800-1947)», το οποίο θεωρείται συνέχεια του βιβλίου της
Kalliopi Naska.
Να
αναφέρουμε επίσης τα αλβανόφωνα περιοδικά «Κόχα» (Εποχή) και «Άμα»
(Μητέρα Πατρίδα), τα οποία στα δημοσιεύματά τους περιλαμβάνουν τους
Νομούς Ιωαννίνων, Θεσπρωτίας, Άρτας, Πρέβεζας, Φλώρινας, Καστοριάς και
τμήμα του Νομού Γρεβενών.
Συνεχείς
είναι οι ανεδαφικές «ιστορικές θέσεις» των Αλβανών με άρθρα στον
περιοδικό και ημερήσιο Τύπο, όπως και στους τηλεοπτικούς και
ραδιοφωνικούς σταθμούς.
Οι
ανεπίτρεπτες προκλήσεις και η συνεχής παραχάραξη της ιστορικής
πραγματικότητας είναι ανάγκη να απασχολήσουν την ελληνική κυβέρνηση και
τους διαπραγματευτές που συζητούν την διευθέτηση των εκκρεμοτήτων μεταξύ
των δύο χωρών. Ειδικότερα για το θέμα των εγκληματιών Τσάμηδων οφείλει η
ελληνική κυβέρνηση να είναι ανυποχώρητη και να μην ικανοποιήσει τις
παράλογες απαιτήσεις τους.