Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2018

Η αυτοκτονία των Ελλήνων


Η αυτοκτονία των Ελλήνων
Γράφει ο Βασίλης Βιλιάρδος
Η περιθωριοποίηση της σημερινής νεολαίας, η απομάκρυνση της από την πολιτική λόγω των διεφθαρμένων, υποτελών στους ξένους κομμάτων και η μαζική εγκατάλειψη της χώρας, αποτελεί το νούμερο ένα κοινωνικό μας πρόβλημα – το οποίο οδηγεί στην αυτοχειρία μας ως Έθνος.
Έχουμε ήδη αναφερθεί στη νεκρική σιγή των νέων (άρθρο), με την έννοια πως αυτό που μας προκαλεί εντύπωση είναι η μη αντίδραση τους σε όλα όσα συμβαίνουν, ειδικά των φοιτητών – οι οποίοι ανέκαθεν ήταν πρωτοπόροι, όταν κινδύνευε η πατρίδα και η ελευθερία τους, όπως στην εποχή της δικτατορίας στην Ελλάδα.
Εύλογα λοιπόν υποθέτει κανείς πως είτε δεν καταλαβαίνουν τι ακριβώς συμβαίνει, είτε έχουν διαβρωθεί από τις συνθήκες που επικρατούσαν και συνεχίζουν να επικρατούν στη χώρα μας – αφού είναι αδύνατον να αποδέχονται αδιαμαρτύρητα το έγκλημα που συντελείται εις βάρος τους.
Προφανώς η είσοδος των διεφθαρμένων κομμάτων στα Πανεπιστήμια διέφθειρε εντελώς τις φοιτητικές οργανώσεις – όπως συνέβη επίσης με τα συνδικαλιστικά κινήματα, μέσω της διαφθοράς των ηγετικών τους στελεχών, ο μοναδικός στόχος των οποίων, εκτός από το χρηματισμό, ήταν η διεκδίκηση μίας βουλευτικής, πολύ καλά πληρωμένης «θέσης εργασίας».
Αναφερθήκαμε επίσης σε μία «χαμένη γενιά», η δυστυχία της οποίας χρηματοδοτήθηκε από τους γονείς της (άρθρο) – ενώ βρέθηκε απροετοίμαστη όταν ξέσπασε η κρίση και έχασε σχεδόν όλα όσα είχε συνηθίσει. Σε μία γενιά που έχει γυρίσει την πλάτη στην πολιτική και στα κόμματα, κατηγορώντας τους πάντες για τα δεινά της – με αποτέλεσμα να βλέπει κανείς στα κόμματα κυρίως ηλικιωμένους, εάν όχι υπερήλικες, οι οποίοι ουσιαστικά δεν ενδιαφέρονται για τίποτα άλλο, παρά μόνο για τις συντάξεις τους (γεγονός που άλλωστε επεξηγεί γιατί το συνταξιοδοτικό έχει αναδειχθεί στο νούμερο ένα θέμα από τα ΜΜΕ, ενώ στην ανεργία των νέων δεν αφιερώνεται ούτε λεπτό).
Από την άλλη πλευρά ακούγεται πολύ συχνά ότι, δεν μπορεί κανείς να συμβουλεύσει τους νέους να μείνουν στην Ελλάδα, εργαζόμενοι για 300 € το μήνα που δεν φτάνουν καν για να πληρώσουν το ενοίκιο τους – πόσο μάλλον όταν δεν βρίσκουν δουλειά, αδυνατώντας να αξιοποιήσουν τις δεξιότητες τους, χάνοντας την αυτοπεποίθηση τους, καθώς επίσης τη διάθεση τους να εξελιχθούν, αποκτώντας εργασιακές εμπειρίες και προσφέροντας τόσο στον εαυτό τους, όσο και στην πατρίδα τους.
Ακόμη χειρότερα πως δεν μπορεί να τους συμβουλεύει μία γενιά που οδήγησε τη χώρα της στη χρεοκοπία, ενώ δεν αντιστέκεται καθόλου στα μαρτύρια, στα οποία την υποβάλλουν οι δανειστές – σιωπώντας όπως τα πρόβατα που οδηγούνται στη σφαγή.
Βέβαια πρόκειται για τη μισή αλήθεια, όσον αφορά τις ευθύνες των Ελλήνων για την υπερχρέωση (η πτώχευση προκλήθηκε από την Τρόικα) – οι οποίες είναι ασφαλώς υπαρκτές, αφού ξόδευαν χρήματα δανειζόμενοι, εκμεταλλεύονταν το δημόσιο με κάθε τρόπο, σπαταλούσαν τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις αγοράζοντας αυτοκίνητα αντί να επενδύουν στην παραγωγή, εξέλεγαν διεφθαρμένους ή/και ανίκανους πολιτικούς που τελικά τους πούλησαν, συντηρούσαν δια της συμμετοχής ή της ανοχής τους το βρώμικο πελατειακό κράτος  κοκ.
Η άλλη μισή αλήθεια είναι η πολιτική της φτωχοποίησης του γείτονα που ακολούθησε η Γερμανία πριν από την κρίση με συνεργό της την ΕΚΤ, η παγίδα του χρέους στην οποία οδηγήθηκε η Ελλάδα μετά την κρίση του 2009, το εκ προμελέτης έγκλημα των μνημονίων, η ενδοτική υπογραφή του PSI, καθώς επίσης η προδοσία της τελευταίας ελπίδας τους από την κυβέρνηση που, λέγοντας χιλιάδες ψέματα προεκλογικά, δεν σεβάσθηκε την απόφαση τους το 2015, καταδικάζοντας τους στο χειρότερο μνημόνιο της παγκοσμίου ιστορίας.
Όσον αφορά την εκκωφαντική σιωπή των Ελλήνων, δεν είναι καθόλου αδικαιολόγητη (ανάλυση), όσο αυστηρά και αν τους κρίνει κανείς – ενώ είναι γεγονός πως αποτελούν τα θύματα ενός άθλιου πειράματος, από το οποίο σήμερα πολύ δύσκολα μπορούν να ξεφύγουν. Τέλος, φυσικά γνωρίζουν πως οι δυνάστες τους δεν θα φύγουν εάν δεν τους διώξουν, καθώς επίσης πως δεν θα σταματήσουν εάν δεν τους σταματήσουν οι ίδιοι οι Έλληνες – κάτι που όμως δεν είναι καθόλου εύκολο να συμβεί, αφού είναι πλέον δεμένοι χειροπόδαρα.
Όπως και να έχουν όμως τα πράγματα, πώς είναι δυνατόν να προτείνει κανείς στους νέους να μείνουν σε μία χώρα που καταρρέει; Που οι Πολίτες της έχουν μετατραπεί σε φορολογικά υποζύγια, που θα χάσουν σταδιακά ότι έχουν και δεν έχουν, που το μέλλον της διαγράφεται πολύ πιο ζοφερό από το παρόν, που έχει προδοθεί από το σύνολο σχεδόν της πολιτικής της ηγεσίας, ενώ είναι αντικείμενο διεθνούς εξευτελισμού;
Είναι πράγματι πολύ δύσκολο, εκτός εάν οι ίδιοι οι νέοι καταλάβουν πως είναι η σειρά τους να αγωνιστούν για την πατρίδα τους – όπως πολλοί από τους προγόνους τους στα χιλιάδες χρόνια που έζησαν Έλληνες σε αυτήν τη χώρα. Ότι μπορούν να το κάνουν έχοντας αποκτήσει την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση ενώ, εάν επιλέξουν τη φυγή, όπως οι 500.000 που εγκατέλειψαν ήδη την Ελλάδα που τους εκπαίδευσε δαπανώντας πάνω από 100 δις €, η πατρίδα τους θα πάψει κάποια στιγμή να υπάρχει – αφού δεν είναι δυνατόν να περιμένουν να διασωθεί από τους ηλικιωμένους, από αυτούς που τη χρεοκόπησαν ή από τους λίγους νέους που τελικά θα παραμείνουν.
Πως στη ζωή δεν χαρίζεται τίποτα, ενώ υπάρχουν εποχές που καλείται κανείς να κάνει θυσίες – όπως άλλωστε σχετικά πρόσφατα οι πρόγονοι τους, όταν οι Γερμανοί που έχουν εισβάλλει σήμερα, χρησιμοποιώντας οικονομικά όπλα, εισέβαλλαν με στρατιωτικά. Οι ίδιοι που αρνούνται να πληρώσουν τα χρέη τους απέναντι μας από την κλοπή του χρυσού, καθώς επίσης από τις τεράστιες καταστροφές που μας προκάλεσαν – με την άθλια δικαιολογία πως δεν το έκαναν οι ίδιοι, αλλά κάποιοι ναζί που ούτε καν τους γνωρίζουν!
Πως στις χώρες που μεταναστεύουν για να εργαστούν, δεν θα αισθανθούν ποτέ ότι είναι πατρίδες τους, αφού άλλωστε δεν είναι – ενώ κάποια στιγμή θα νοιώθουν τόσο εκεί ξένοι, όσο και στην Ελλάδα. Πως τα παιδιά τους δεν θα μεγαλώσουν ποτέ σωστά χωρίς πατρίδα, ειδικά σε μία εποχή που κλιμακώνεται ο εθνικισμός – που οι ξένοι στην Ευρώπη θα αντιμετωπίζουν όλο και μεγαλύτερες δυσκολίες αφομοίωσης τους με τον εγχώριο πληθυσμό, νοιώθοντας όλο και περισσότερο Πολίτες δεύτερης «κατηγορίας». Πως το παν στη ζωή δεν είναι η κατανάλωση, τα υλικά αγαθά, αλλά υπάρχουν πολύ σημαντικότερες αξίες.
Τέλος πως στην Ελλάδα υπάρχει μέλλον, για το οποίο όμως πρέπει να αγωνισθεί κανείς τόσο με το εγχώριο, σαθρό κατεστημένο, όσο και με τους εισβολείς – αφού πρόκειται για μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα, με τρεις σημαντικότατους οικονομικούς πυλώνες: την ποιοτική γεωργία, τη ναυτιλία που αποτελεί την πρώτη δύναμη στον πλανήτη, καθώς επίσης τον τουρισμό που είναι ασυναγώνιστος, με κριτήριο τα δεκάδες πανέμορφα νησιά μας, τον πολιτισμό και την ιστορία μας.
Εάν λοιπόν οι νέοι Έλληνες επικεντρωθούν σε αυτούς τους τρεις τομείς, καθώς επίσης στις παράπλευρες δραστηριότητες που τους στηρίζουν (ανάλυση), χωρίς να φοβηθούν τίποτα, καθώς επίσης εργαζόμενοι τόσο σκληρά, όσο όταν βρίσκονται σε ξένες χώρες, η Ελλάδα θα λάμψει παρά το σκοτάδι, στο οποίο είναι βυθισμένη σήμερα. Εάν όχι, εάν συνεχιστεί η αυτοκτονία της Ελλάδας, οι μεγάλοι χαμένοι θα είναι οι ίδιοι οι νέοι – ενώ δεν θα τους βοηθήσει σε τίποτα το να κατηγορούν τις προηγούμενες γενιές, για τα προβλήματα που πράγματι τους δημιούργησαν.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, εξοργίζεται κανείς με την ασχετοσύνη των κυβερνήσεων μας, οι οποίες νομίζουν πως θα λύσουν τα οικονομικά μας προβλήματα με την εξόντωση των συνταξιούχων – μέσω της κατάρρευσης του κράτους προνοίας και της μείωσης των αποδοχών τους που τους οδηγεί στην επιτάχυνση του θανάτου τους. Αδυνατούν να καταλάβουν πως ένας από τους βασικότερους συντελεστές ανάπτυξης είναι ο πληθυσμός, ο οποίος όταν φθίνει από τις λιγότερες γεννήσεις, από τους περισσότερους θανάτους (γράφημα), καθώς επίσης από τη μαζική μετανάστευση, οδηγεί αυτόματα στην πτώση του ΑΕΠ – οπότε στην πλήρη αδυναμία μείωσης του συντελεστή χρέους ως προς το ΑΕΠ (ανάλυση).
Βέβαια, η φύση καλύπτει πάντοτε τα κενά που δημιουργούνται, όπως θα συμβεί στην Ελλάδα (α) με τους παράνομους μετανάστες που θα εγκατασταθούν (ήδη οι νόμιμοι αποτελούν το 20% του εργατικού μας δυναμικού, πηγή, άρα περί τους 900.000 συν τα μέλη των οικογενειών τους που δεν εργάζονται – οπότε πάνω από το όριο του 10% που θεωρείται βιώσιμο για μία χώρα), καθώς επίσης (β) με τους συνταξιούχους από τις βόρειες χώρες που θα έλθουν εξαγοράζοντας σε εξευτελιστικές τιμές τα σπίτια μας, αφού δεν θα μπορούν να επιβιώσουν στα δικά τους κράτη με τις συντάξεις τους (για παράδειγμα, το ενοίκιο διαμερισμάτων 50 τμ. στη Γερμανία υπερβαίνει τα 700 € μηνιαία).
Είναι όμως λογικό να δίνουμε τους παραγωγικούς νέους μας στις πλούσιες χώρες του βορά (γράφημα), αντικαθιστώντας τους με Ευρωπαίους συνταξιούχους και με φθηνούς μετανάστες; Δεν θα διευρύνουμε έτσι την ήδη μεγάλη απόκλιση μας, η οποία υπολογίζεται στο 35% από το 2009; (25% μείωση του δικού μας ΑΕΠ, αύξηση 10% του ΑΕΠ των άλλων). Δεν πρόκειται για την αυτοκτονία μας ως Έθνος, χωρίς να κάνουμε απολύτως τίποτα για να την αποφύγουμε; Μπορεί να είναι αυτό το όραμα μας; Δεν μάθαμε τίποτα από την προδοσία της Μακεδονίας, η οποία ήδη μετατρέπεται σε γερμανική μαζί με τα Σκόπια; Θα συνεχίσουμε να φοβόμαστε τη σκιά μας, χωρίς να αμυνόμαστε απέναντι στους πραγματικούς «λαθροεισβολείς», οι οποίοι δεν είναι άλλοι από τις ξένες δυνάμεις;