Πρόσφατα
διάβασα ἕνα περιπετειῶδες ναυτικό μυθιστόρημα, ἄριστα μεταφρασμένο ἀπό
τόν κ. Ἀνδρέα Μιαούλη. Οἱ ναῦτες ἥρωες τοῦ μυθιστορήματος μετά ἀπό μιά
κερδοφόρα ἐπιχείρηση τραγουδοῦν:
Τώρα πού ματσωθήκαμε
κι ἡ τσέπη εἶν’ ἐντάξει
ἄς πάει νά κουρεύεται
ἡ ἐργατική μας τάξη!
κι ἡ τσέπη εἶν’ ἐντάξει
ἄς πάει νά κουρεύεται
ἡ ἐργατική μας τάξη!
Ὁ
κόσμος τῆς σκληρῆς βιοπάλης ἀκούγοντας προεκλογικά τόν κ. πρωθυπουργό
καί τούς εὐαγγελιστές του ζοῦσε σέ ἕνα παράξενο ὄνειρο, ὅτι ἦλθε ἡ ὥρα
τῆς πτήσης. Πού ὄντως ἦλθε ἀλλά πρός τά κάτω. Βέβαια κάποιοι, δέν λέω,
«ματσώθηκαν καλά», ἀλλά ὁ περισσότερος κόσμος κτυπήθηκε καί κτυπιέται
σκληρά σάν τό χταπόδι γιά νά «παραγουλιάσει».
Τό
πιό δυσάρεστο ὅμως εἶναι ὅτι χάνεται ἡ ἐλπίδα. Πλήρης σχεδόν ἀποσύνθεση
σκοπῶν, ἐνδιαφερόντων καί διαθέσεων. Πού καί πού ἀκούγεται ἀπό τόν
ὑπουργό Ἐθνικῆς Ἀμύνης κάποια λεκτική ὁμοβροντία. Ἀκολουθεῖ ὁ
πρωθυπουργός μέ δεύτερη ὁμοβροντία. Μετά σιγαλιά. Τά τουρκικά καράβια
φθάνουν ἕως τίς βραχοακτές τοῦ Λαυρίου. Εὐτυχῶς ἡ συμβία μου φτάχνει
ὡραῖο γλυκό κουταλιοῦ καί ὁ ἐν Λαυρίω φίλος μου, κατασκευαστής
«μελιπήκτων», προσφέρει εὐγευστότατους «ἐργολάβους»! Νά μή φύγουν
ἀκέραστοι...
Πολλοί
πίστευαν ἀφελῶς ὅτι κάποιος θαυματοποιός ὑπουργός εἶναι Μέκκα μυαλοῦ.
Καί ἀποδείχθηκε φελλός. Ἔτσι μπορεῖ αὐτός νά ἐπιπλέει, ἀλλά τά
προβλήματα στήν Ἑλλάδα πολλαπλασιάζονται σάν τά κουνέλια. Ἡ ἐργατική
τάξη πάει στόν παράδεισο, γιά νά θυμηθοῦμε τήν περίφημη ἰταλική ταινία.
Δημιουργεῖται παράλληλα μιά παρασιτική τάξη ἡμιεργαζόμενων σερβιτόρων,
διανομέων τροφῆς, καφεποιῶν κ.λπ., ἀφοῦ ἡ μοναδική «παραγωγική»
δραστηριότητα στήν Ἑλλάδα εἶναι οἱ ἐπιχειρήσεις καφετεριῶν,
ὀβελιστηρίων, μπάρ καί νυκτερινῶν κέντρων. Ἡ Ἱερά Ὁδός, ἀπό τήν ἄλλοτε
Λαχαναγορά μέχρι τά Σίδερα τοῦ Μαυρομάτη, ἔχει μεταβληθεῖ σέ
Μπροντγουαίη τῆς Ἀθήνας. Ἐκεῖ ὅπου ἄλλοτε ἔθαλλε ὁ ἐργατικός μόχθος σέ
πλῆθος ἐργαστήρια, τώρα θάλλει τό «νάι-νάι-νά», ὅπου τάχα διασκεδάζει
μιά νεολαία νιανιά, μιά νεολαία πού πηγαίνει νά κοιμηθεῖ τήν ὥρα πού
ἄλλοτε ἐμεῖς πηγαίναμε γιά δουλειά. Καί τότε ἡ Ἑλλάδα πρόκοβε. Ὁ λαός
εἶχε ἰδανικά καί δέν προσδοκοῦσε νά ζήσει μέ δανεικά. Οὔτε μέ
«μερίσματα» πρωθυπουργικά πού προάγουν τόν ἐκζητιανισμό καί τον
ἐξευτελισμό.
Κάθε
φορά πού ἀκούω ἐξαγγελίες γιά νέες παροχές, ἀνατριχιάζω σάν νά ἀκούω
νύχια πού ξύνουν μαυροπίνακα. Ξέρω ὅτι τά εὐφημιστικῶς λεγόμενα
πλεονάσματα εἶναι ὑφαρπαγή -μέσω τῶν φόρων- ἀπό ἄλλα βαλάντια. Κυρίως
βαλάντια «κορόιδων» πού εἶναι συνεπεῖς στίς φοροδοτικές τους
ὑποχρεώσεις. Δέν ἀμφισβητῶ ὅτι ο κ. Τσακαλῶτος -μέγας Ἀριστερός!-
μοχθεῖ, ἀλλά ἡ προσπάθειά του μοιάζει σάν νά θέλει νά φτιάξει καινούργιο
ἐλαστικό μέ τά κομμάτια κάποιων παλιῶν. Γι’ αὐτό ἔχουμε τόσα
«σπασίματα» καθ’ ὁδόν. Ὁ κ. πρωθυπουργός νομίζει ὅτι μέ τήν πονηριά τοῦ
Μπερτόδουλου καί μέ τή σοφιστική ἐπιχειρηματολογία μπορεῖ νά γλιτώσει.
Ὁ
ἴδιος ναί, ἐμεῖς ὄχι. Δυστυχῶς -ἔστω κι ἄν προσπαθεῖ- δέν μπορεῖ νά
ξεφύγει ἀπό τό παρελθόν του. Χάνεται μέσα στόν ἑαυτό του, πού
σχηματίστηκε στά νεανικά χρόνια μέ κραυγές καί συνθήματα. Ἐξακολουθεῖ νά
σκέπτεται διαδηλωτικά καί κατ’ ἐλάχιστον πρακτικά. Τή μόνη πρακτική πού
ἐφαρμόζει σωστά εἶναι ἡ τρικλοποδιά εἰς βάρος τῶν ἀντιπάλων του.
Τώρα
ὅμως ἔχουμε φθάσει στό ὅριο τῶν καιρῶν. Παράλληλα μέ τά οἰκονομικά
ἔχουν ὀξυνθεῖ καί τά ἐθνικά. Παρῆλθε ὁ καιρός ὅπου ὁ κ. Κοτζιᾶς, μαζί μέ
τόν Τοῦρκο καί ἄλλους ὁμολόγους του, χόρευαν κατά τή σύνοδο τῆς
Ἀττάλειας πάνω στήν πίστα σάν τά ἐλεφαντάκια στό τσίρκο τῆς Βιέννης.
Τώρα οἱ Τοῦρκοι μᾶς χορεύουν στό ταψί.
Ἡ
διελκυστίνδα ἀνάμεσα στήν ὑποσχεθεῖσα εὐφορία καί στή σημερινή φρίκη
εἶναι ἀβάστακτη. Ὁ κ. πρωθυπουργός ἄλλα ἔταξε, ἄλλα ἔπραξε. Καί
ἐξακολουθεῖ νά πράττει. Φαίνεται ὅτι ἔμαθε πολλά κατά τό ταξίδι στίς
ΗΠΑ. Βέβαια τό «ξεῖπα» τό ἤξερε, καί πολύ καλά. Τό καινούργιο πού ἔμαθε
εἶναι μιά ἀμερικανική πολιτική παροιμία: «Ὑπάρχουν πολλοί τρόποι γιά νά
σχίσεις τή γάτα». Αὐτός, βάσει σχεδίου, ξεκίνησε τό σχίσιμο ἀπό τούς
ἀντιπάλους του. Ξέσπασαν ὅμως ὅλα μαζί τά ἐθνικά θέματα. Ἡ ἀντιμετώπισή
τους ἀπαιτεῖ ἐθνική ὁμοψυχία, πολιτική συνεννοήσεως μέ τίς λοιπές
πολιτικές δυνάμεις. Αὐτά πῶς θά τά βρεῖ; Ὁ κ. Τσίπρας δέν ἔμαθε τό
βασικότερο κεφάλαιο τῆς πολιτικῆς, ὅτι δηλαδή τά κόμματα ὑπάρχουν ὄχι
μόνο γιά νά ἀντιμάχονται ἀλλά καί γιά νά συνεννοοῦνται.