Ὅταν ὁ Αὐτοκράτορας, μετὰ τὶς πιέσεις καὶ μεθοδεύσεις τοῦ Εὐσεβίου, διέταξε τὸν Πατριάρχη Ἀλέξανδρο, νὰ συνεισέλθῃ τὴν ἑπομένη στὸν ναὸ μὲ τὸν Ἄρειο, ὁ Πατριάρχης μπῆκε στὸ ἱερὸ, ἔπεσε χάμω καὶ παρακαλοῦσε τὸν Θεό λέγοντας: Ἄν αὔριο μπῇ μαζί μου στὸν ναὸ ὁ Ἄρειος, πάρε με, ἐμένα τὸν δοῦλο σου,ἀπὸ τὴ ζωή, καὶ μὴ συναπολέσῃς τὸν εὐσεβή μὲ τὸν ἀσεβή. Ἄν νοιάζεσαι γιὰ τὴν ἐκκλησία σου (γνωρίζω ὅτι νοιάζεσαι) δὲς τὰ ὅσα λένε αὐτοὶ ποὺ εἶναι γύρω ἀπὸ τὸν Εὐσέβιο καὶ μή δώσῃς τὴν κληρονομία σου σὲ ἀφανισμό καὶ ὄνειδος. Πάρε ἀπὸ τὴν ζωή τὸν Ἄρειο γιὰ νὰ μὴ φανῆ ὅτι καθὼς εἰσέρχεται αὐτὸς στὴν ἐκκλησία εἰσέρχεται μαζί του καὶ ἡ αἵρεσις καὶ θεωρηθῇ πλέον ἡ ἀσέβεια ὡς εὐσέβεια.
«Παρεκάλει δὲ δύο ταῦτα λέγων· «εἰ Ἄρειος αὔριον συνάγεται, ἀπόλυσον ἐμὲ τὸν δοῦλόν σου καὶ μὴ συναπολέσῃς εὐσεβῆ μετὰ ἀσεβοῦς, εἰ δὲ φείδῃ τῆς ἐκκλησίας σου (οἶδα δὲ ὅτι φείδῃ) ἔπιδε ἐπὶ τὰ ῥήματα τῶν περὶ Εὐσέβιον καὶ μὴ δῷς εἰς ἀφανισμὸν καὶ ὄνειδος τὴν κληρονομίαν σου, καὶ ἆρον Ἄρειον, ἵνα μὴ εἰσελθόντος αὐτοῦ εἰς τὴν ἐκκλησίαν δόξῃ καὶ ἡ αἵρεσις συνεισέρχεσθαι αὐτῷ καὶ λοιπὸν ἡ ἀσέβεια ὡς εὐσέβεια νομισθῇ.» ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ PG25 688
(Τὰ γράφει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στὸν Ἐπίσκοπο Σεραπίωνα ποὺ τὸν ρωτοῦσε, μεταξὺ ἄλλων, καὶ γιὰ τὸ τρόπο ποὺ πέθανε ὁ Ἄρειος).