Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2025

«Ἡ προτύπωση τῆς Παναγίας στήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης»


Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,

Εὑρισκόμενοι στό τέλος τοῦ Αὐγούστου, τοῦ κατ’ ἐξοχήν θά μπορούσαμε να ποῦμε «Θεομητορικοῦ» μηνός, ἑορτάζουμε τήν Κατάθεση τῆς τιμίας Ζώνης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἀφού ξεκινήσαμε τόν Αὔγουστο μέ τίς Ἀκολουθίες τῶν Παρακλητικῶν Κανόνων, κατόπιν ἑορτάσαμε μέ λαμπρότητα τήν Κοίμηση καί Μετάσταση τῆς Θεοτόκου γιά ἑννέα ὁλόκληρες ἡμέρες, ἐρχόμαστε σήμερα μέ τήν μικρά Θεομητορική αὐτή ἑορτή νά «κλείσουμε» τόσο τόν Αὔγουστο, ὅσο καί τό ἐκκλησιαστικό ἔτος, καθότι αὔριο 1η Σεπτεμβρίου εἶναι ἡ «Ἀρχή τῆς Ἰνδίκτου», δηλαδή κατά κάποιον τρόπο ἡ Ἐκκλησιαστική Πρωτοχρονιά.

Ὅπως ἀναφέραμε καί πάλι σέ ἕνα πρόσφατο κήρυγμά μας, ἡ Παναγία μας ξεχρέωσε τό κοινό ἀνθρώπινο χρέος τοῦ θανάτου, ἀλλά δέν παρέμεινε στόν τάφο γιά πάντα. Τρεῖς ἡμέρες μετά τήν ταφή της, ὅταν οἱ Μαθητές ἦλθαν καί ἄνοιξαν τόν τάφο στή Γεθσημανῆ γιά νά προσκυνήσει ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς, βρῆκαν τόν τάφο ἄδειο. Ἔμελλε στόν Θωμᾶ, ὁ ὁποῖος πιστοποίησε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μετά ἀπό ὀκτώ ἡμέρες, νά πιστοποιήσει καί τήν μετάσταση τῆς Παναγίας μας στόν Οὐρανό. Σύμφωνα μάλιστα μέ τήν παράδοση ἔλαβε ἀπό τήν Ἴδια καί τήν τιμία Της Ζώνη, ὡς ἀπόδειξη τῆς ἐν ζωῇ μετά σώματος καί ψυχῆς μεταστάσεώς Της στούς Οὐρανούς.

Αὐτή ἡ τιμία Ζώνη τῆς Παναγίας μαζί μέ τήν τιμία Ἐσθῆτα Της, δηλαδή τό φόρεμά Της, τῆς ὁποίας τήν κατάθεση γιορτάζουμε στις 2 Ἰουλίου, ἔγιναν γιά τήν Ἐκκλησία ἀντικείμενα ὑψίστης λατρευτικῆς τιμῆς, ἐλλείψει ἄλλων ἱερῶν Λειψάνων Της, ἀφοῦ ἡ Παναγία μας μέ τό σῶμα καί τήν ψυχή Της μετέστη ἀναστημένη καί ζωντανή στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν κι εἶναι ἡ μόνη ἀπό τό ἀνθρώπινο γένος πού δέν περιμένει τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν στη Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, ἀφοῦ ἤδη ἔχει ἀναστηθεῖ καί ζεῖ τη ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, ὅπως προσδοκοῦμε ὁμολογώντας στό Σύμβολο τῆς Πίστεως.

Ὅπως ἀντιλαμβανόμαστε λοιπόν ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα ἀφιερώνει τό ἕνα ἀνάγνωσμα καί ἐν προκειμένῳ τό ἀποστολικό, στή σημερινή θεομητορική ἑορτή. Ἀκούσαμε λοιπόν ἕνα τμῆμα ἀπό τό 9ο κεφάλαιο τῆς Προς Ἑβραίους ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἐκεῖ πού ὁ Ἀπόστολος ἐπιχειρεῖ νά καταδείξει ὅτι ὅλη ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ στήν ἐποχή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, προεικόνιζε τήν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ λατρεία, ὅπως μᾶς τήν παρέδωσε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός καί προτύπωνε τά ἱερά Πρόσωπα τῆς πίστεώς μας, κεντρική θέση στά ὁποῖα κατέχει ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος.

Περιγράφοντας λοιπόν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τήν Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου, πού ἦταν ἕνας λυόμενος καί μεταφερόμενος ἀπό τόπου εἰς τόπον Ναός τοῦ Θεοῦ, στόν ὁποῖον ὁ Λαός τοῦ Θεοῦ προσέφερε τη θεία Λατρεία, πρίν χτισθεῖ ὁ Ναός τοῦ Σολομῶντος, ἀναφέρεται στά Ἅγια τῶν Ἁγίων, τό χῶρο δηλαδή πού ταυτίζεται μέ τό Ἅγιο Βῆμα τῶν Ἱερῶν μας Ναῶν καί λέει χαρακτηριστικά: «Ἐκεῖ ὑπῆρχε ἕνα χρυσὸ θυμιατήριον καὶ ἡ κιβωτὸς τῆς διαθήκης, ἡ ὁποία ἦτο ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη σκεπασμένη μὲ χρυσάφι καὶ μέσα σ’ αὐτὴν ὑπῆρχε ἡ χρυσὴ στάμνα, ποὺ περιεῖχε τὸ μάννα, τή ράβδο τοῦ Ἀαρών, ποὺ εἶχε βλαστήσει, καὶ τίς πλάκες τῆς διαθήκης. Ἐπάνω δὲ ἀπὸ τὴν κιβωτὸν ἦσαν ἀπαστράπτοντα Χερουβείμ, τὰ ὁποῖα ἐπεσκίαζαν τὸ ἱλαστήριον».

Ἀκριβῶς γιά αὐτή τήν λεπτομερῆ ἀναφορά διαβάζεται τό συγκεκριμένο ἀπόσπασμα πρός τιμήν τῆς Θεομήτορος. Ἡ Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου ἀρχικῶς καί ὁ Ναός τοῦ Σολομῶντος ἀργότερα προτύπωνε τήν Παρθένο Μαρία. Καί πιό συγκεκριμένα ἦταν ἡ προφητική εἰκόνα καί ἡ προτύπωση τοῦ ὑπερφυοῦς μυστηρίου, τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, πού συντελέσθηκε μέσα στά σπλάχνα τῆς Παρθένου Μαρίας.

Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ Παναγία μας ἀναδείχθηκε ἡ ἀληθινή Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου τοῦ Θεοῦ, ὁ ἐπίγειος ἄχραντος καί ἀκατάλυτος Ναός Του, ἡ ἔμψυχος καί ἄψαυστος, δηλαδή ἀνέγγιχτη, ἀπείραχτη, κιβωτός τῆς Διαθήκης τοῦ Θεοῦ, ὅπως ψάλλουμε σέ πολλούς Θεομητορικούς ὕμνους.

Ἡ κιβωτός τῆς Διαθήκης λοιπόν εἶναι ἡ πιο εὔγλωττη προτύπωση τῆς Παναγίας καί τοῦ ὑπερφυοῦς Μυστηρίου τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως. Καί τοῦτο, διότι φυλασσόταν στά Ἅγια τῶν Ἁγίων τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου καί κατόπιν τοῦ Ναοῦ τοῦ Σολομῶντος καί ἐμπεριεῖχε τίς δύο πλᾶκες τοῦ Νόμου, τήν χρυσή στάμνα μέ τό μάννα καί τήν ράβδο τοῦ Ἀαρών πού βλάστησε. Αὐτά προτύπωναν τήν Παναγία μας, καθώς δέχθηκε μέσα Της τόν Χριστό.

Ὁ Χριστός εἶναι Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος ἔδωσε τίς πλᾶκες τοῦ Νόμου στόν Μωϋσῆ καί μᾶς διδάσκει πλέον μέ τό ἱερό Εὐαγγέλιο, πού συμπληρώνει καί ἐπαληθεύει τόν Νόμο. Ὁ Χριστός εἶναι Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος μᾶς τρέφει, ὄχι πλέον μέ τό μάννα, ἀλλά μέ τό Σῶμα Του καί τό Αἷμα Του. Ὁ Χριστός εἶναι Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος μᾶς σώζει μέ τήν Ἱερωσύνη Του, ἡ ὁποία μαρτυρεῖται ἀπό τήν ράβδο τοῦ Ἀαρών πού βλάστησε.

Αὐτές οἱ προφητικές εἰκόνες ἔγιναν κι ἕνας ἀκόμη θεομητορικός ὕμνος, πού λέει:
«Ἄνωθεν οἱ Προφῆται σέ προκατήγγειλαν, στάμνον, ράβδον, πλᾶκα, κιβωτόν, λυχνίαν, τράπεζαν, ὄρος ἀλατόμητον, χρυσοῦν θυμιατήριον καί σκηνήν, πύλην ἀδιόδευτον, παλάτιον καί κλίμακα καί θρόνον τοῦ βασιλέως».

Ἐπίσης καί πολλοί Ἁγιογράφοι ἐμπνεόμενοι ἀπό αὐτή τήν περιγραφή ἔφτιαξαν ὡραῖες Εἰκόνες τῆς Παναγίας, ὅπου δεσπόζει στό κέντρο ἡ Θεομήτωρ μέ τόν Χριστό στήν ἀγκαλιά Της καί περιμετρικά εἰκονίζονται οἱ διάφοροι Προφῆτες κρατώντας εἰλητάρια μέ τη σχετική προφητεία τους γιά τήν Παναγία.

Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,

Ἡ ὕψιστη τιμή πού ἀποδίδουμε στήν Παναγία μας ἔρχεται ὡς συνέπεια τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως. Στήν Παναγία μας συναντήθηκε ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό, γιατί μέσα της ὁ Θεός ἔγινε καί ἄνθρωπος, γιά νά γίνη ὁ ἄνθρωπος Θεός. Ἡ Παναγία εἶναι ἡ γέφυρα ἀπό τήν ὁποία κατέβηκε ὁ Θεός ἀνάμεσα στους ἀνθρώπους καί διά τῆς ὁποίας ἀνεβαίνει ὁ ἄνθρωπος στόν οὐρανό, ὅπως ψάλλουμε καί στούς Χαιρετισμούς Της.

Ἑπόμενο λοιπόν εἶναι ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο νά ἀποτελεῖ ἀφορμή εὐχαριστιακῆς δοξολογίας καί εὐγνώμονος λατρείας πρός τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό καί νά γίνεται ἔκφραση ὕψιστης τιμῆς γιά τήν Παναγία μας, ἡ Ὁποία τήν ἀπεκδέχεται καί τήν μεταποιεῖ σέ ἱκεσία πρός τόν δι’ Αὐτῆς Ἐνανθρωπήσαντα Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ γιά τη σωτηρία μας.

Ἄς μήν λείπει λοιπόν ἀπό τά χείλη καί τήν καρδιά μας τό πάντιμο καί μεγαλοπρεπές Ὄνομα τῆς Παναγίας μας καί κάθε φορά πού θά ἀκοῦμε τό ὄνομά Της στή διάρκεια τῆς θείας Λατρείας, ἐνδομύχως, ὅπως τόν τρισάγιο ὕμνο οἱ Ἄγγελοι πέριξ τοῦ ὑπερουρανίου Ἁγίου Θυσιαστηρίου πράττουν, ἔτσι κι ἐμεῖς ἄς ψάλουμε, ἄς βοοῦμε, ἄς κράζουμε καί ἄς λέμε: «Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς». Ἀμήν.

Ἱερά Μητρόπολις Σάμου καί Ἰκαρίας

imsamou.gr