Η ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ [:Γαλ. 4,4-7]
ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ
[ἀπόδοση στὴν ἁπλὴ ἑλληνική: ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης]
«Ὃτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν ὑἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν (:ὅταν ὅμως συμπληρώθηκε ὁ χρόνος ποὺ εἶχε ὁρίσει ἡ πανσοφία τοῦ Θεοῦ, ἀπέστειλε ὁ Θεὸς στὸν κόσμο τὸν Υἱό Του, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος ἀπὸ γυναῖκα καὶ ὑποτάχθηκε στὸν μωσαϊκὸ νόμο, προκειμένου νὰ ἐξαγοράσει ἐκείνους ποὺ ἦταν ὑποδουλωμένοι στὴν κατάρα τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, γιὰ νὰ λάβουμε τὴν υἱοθεσία ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς εἶχε ὑποσχεθεῖ)» [Γαλ. 4,4-5].
«Ὅσο», λέγει, «ἤμασταν νήπιοι, βρισκόμασταν κάτω ἀπὸ τὰ Σάββατα καὶ τίς νουμηνίες καὶ τίς ἄλλες παρατηρήσεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου». Ὅταν ὅμως ἦλθε ὁ ὁρισμένος καιρὸς τῆς ἐνσάρκου Οἰκονομίας, ὅταν ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀφοῦ ἐκπλήρωσε κάθε εἶδος κακίας, χρειαζόταν ἰατρεῖα, διότι αὐτὸ δηλώνει ἡ φράση «πλήρωμα τοῦ χρόνου», «ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός»· δὲν λέει «γενόμενον διὰ γυναικός», γιὰ νὰ μὴ βροῦν αἰτία οἱ αἱρετικοὶ Οὐαλεντιανοὶ νὰ λένε ὅτι ὁ Κύριος διαπέρασε ἀπὸ τὴν Παρθένο, σὰν ἀπὸ σωλῆνα, κατὰ φαντασία δηλαδὴ καὶ ὄχι ἀληθινὰ ἀφοῦ ἔγινε ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶπε: «ἐκ γυναικός», δηλαδὴ ἀπὸ τὴν οὐσία καὶ ἀπὸ τὰ πάναγνα αἵματα τῆς Παρθένου σῶμα ἔλαβε καὶ ποὺ ἦταν καρπὸς τῆς κοιλίας αὐτῆς.
«γενόμενον ὑπὸ νόμον»: Καὶ ἔγινε κάτω ἀπὸ τὸν μωσαϊκὸ νόμο ὁ Χριστός, ἐπειδὴ καὶ περιτμήθηκε καὶ ἐπιτέλεσε ὅλα τὰ τοῦ νόμου, ὅπως τὸ εἶπε καὶ ὁ Ἴδιος: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι (:Μὴν νομίσετε ὅτι ἦλθα νὰ καταργήσω καὶ νὰ ἀκυρώσω τὸν ἠθικὸ νόμο τοῦ Μωυσῆ ἢ τὴν ἠθικὴ διδασκαλία τῶν προφητῶν. Δὲν ἦλθα νὰ τὰ καταργήσω αὐτά, ἀλλὰ νὰ τὰ συμπληρώσω καὶ νά σᾶς τὰ παραδώσω τέλεια)» [Ματθ. 5,17]. Καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο γενόμενος ὁ Κύριος ἐκτὸς τῆς κατάρας τοῦ νόμου ποὺ λέγει: «Ἐπικατάρατος πᾶς ἄνθρωπος ὃς οὐκ ἐμμενεῖ ἐν πᾶσι τοῖς λόγοις τοῦ νόμου τούτου ποιῆσαι αὐτούς (:Νὰ εἶναι καταραμένος κάθε ἄνθρωπος ποὺ δὲν θὰ μείνει σταθερὰ προσηλωμένος σὲ ὅλους τοὺς λόγους αὐτοῦ τοῦ Νόμου, γιὰ νὰ τοὺς ἐφαρμόζει» Δευτ. 27,26], σὰν νὰ ἐκπλήρωσε ὅλο τὸν νόμο, μᾶς ἐξαγόρασε ἀπὸ τὴν κατάρα αὐτὴ τοῦ νόμου, ἐπειδὴ ἐμεῖς δὲν μπορούσαμε νὰ τηρήσουμε ὅλα τὰ τοῦ νόμου προστάγματα.
Δύο μάλιστα κατορθώματα λέγει ἐδῶ ὅτι κατόρθωσε ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ. Τὸ ἕνα εἶναι τὸ νὰ μᾶς ἐξαγοράσει ἀπὸ τὴν κατάρα καὶ τὸ ἄλλο νὰ μᾶς χαρίσει τὴν υἱοθεσία. Εἶπε ὁ Παῦλος ὅτι ἀπολάβαμε τὴν υἱοθεσία, γιὰ νὰ δείξει ὅτι ἀπὸ ἐπάνω καὶ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ αὐτὴ ἡ υἱοθεσία ἦταν χρεωμένη σὲ ἐμᾶς ἀπὸ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ δὲν δινόταν λόγῳ τῆς νηπιότητας καὶ τῆς ἀτέλειας τῆς γνώσεώς μας· διότι ἡ ὑπόσχεση ποὺ δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ πρὸς Ἀβραὰμ ὡς κληρονομία, ἦταν ἡ υἱοθεσία, δηλαδή, τὸ νὰ γίνουμε ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, ποὺ πιστέψαμε, υἱοὶ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε παραπάνω, καὶ στὴ συνέχεια νὰ γίνουμε καὶ κληρονόμοι τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ ὁ υἱὸς εἶναι ποὺ κληρονομεῖ, σύμφωνα μὲ ὅλους τοὺς φυσικοὺς καὶ πολιτικοὺς νόμους καὶ ὄχι ὁ δοῦλος, ὅπως δήλωσε καὶ ὁ Κύριος λέγοντας: «Ὁ δὲ δοῦλος οὐ μένει ἐν τῇ οἰκίᾳ εἰς τὸν αἰῶνα· ὁ υἱὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα (:Ὁ δοῦλος ὅμως δὲν παραμένει γιὰ πάντα στὴν οἰκία τοῦ Κυρίου του ὡς κληρονόμος καὶ παντοτινὸς κάτοχος˙ διότι δὲν ἔχει δικαιώματα σὲ αὐτὴν καὶ ἐκδιώκεται ἀπ᾿ αὐτὴν ὅταν καταστεῖ ἀνεπιθύμητος. Ἀντίθετα ὁ γιὸς μένει γιὰ πάντα στὴν οἰκία τοῦ πατέρα του, ἐπειδὴ κληρονομεῖ ὅλα τὰ δικαιώματα τοῦ πατέρα του)» [Ἰω. 8,35].
«Ὅτι δέ ἐστε υἱοί, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν, κρᾶζον· ἀββᾶ ὁ πατήρ. ὥστε οὐκέτι εἶ δοῦλος, ἀλλ᾿ υἱός· εἰ δὲ υἱός, καὶ κληρονόμος Θεοῦ διὰ Χριστοῦ (:Ναί. Δὲν εἶστε πλέον δοῦλοι, ἀλλὰ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐπειδὴ εἶστε υἱοὶ τοῦ ἐπουρανίου Πατρός, γι᾿ αὐτὸ ἀπέστειλε ὁ Θεὸς στὶς καρδιές σας τὸ Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ Του, τὸ ὁποῖο σᾶς δίνει τὴν πληροφορία καὶ τὴν παρρησία νὰ ἀπευθύνεστε στὸν Θεὸ μὲ τὴν κραυγὴ καὶ τὴν ἐπίκληση: "Ἀββᾶ", δηλαδὴ "Πατέρα". Ἄρα λοιπόν, σύμφωνα μὲ ὅλα αὐτά, ἐσὺ ποὺ πίστεψες στὸν Χριστὸ δὲν εἶσαι πλέον δοῦλος, ἀλλὰ εἶσαι κατὰ χάριν υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν λοιπὸν εἶσαι υἱός, εἶσαι συγχρόνως καὶ κληρονόμος τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεσαι κληρονόμος διαμέσου τοῦ Χριστοῦ)» [Γαλ. 4,6-7].
Ἀπὸ τί εἶναι φανερὸ ὅτι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ ἀξιωθήκαμε νὰ γίνουμε υἱοὶ Θεοῦ; Αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε καὶ παραπάνω ὁ Παῦλος ὅταν εἶπε ὅτι ὅσοι βαπτίστηκαν εἶναι ἐνδεδυμένοι τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι Υἱὸς Θεοῦ, δείχνει ὅμως καὶ τώρα τὸ ἴδιο· δηλαδὴ ὅτι εἴμαστε υἱοὶ Θεοῦ, ἀφοῦ λάβαμε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, τὸ ὁποῖο μᾶς κάνει νὰ ὀνομάζουμε Πατέρα μας τὸν Θεό, ἐπειδὴ ἐνεργεῖ μέσα στὶς καρδιές μας μὲ ἐνθουσιαστικὸ καὶ παράδοξο τρόπο. Αὐτὴ ἡ ὑπερφυσικὴ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν θὰ γινόταν σὲ μᾶς, ἐὰν δὲν εἴμαστε υἱοὶ Θεοῦ. Καὶ λοιπόν, ἐπειδὴ εἴμαστε υἱοὶ Θεοῦ, γι᾿ αὐτὸ εἴμαστε καὶ κληρονόμοι ὄχι μικρῶν καὶ τυχαίων πραγμάτων, ἀλλὰ τῆς αἰωνίας βασιλείας τοῦ ἴδιου Θεοῦ. Καὶ συνακόλουθα εἴμαστε καὶ συγκληρονόμοι τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, διότι ἐκεῖνο ποὺ εἶναι ὁ μονογενὴς κατὰ φύσιν, αὐτὸ ἐμεῖς γινόμαστε κατὰ χάριν. «Ὥστε ἂν ἐσεῖς, Γαλάτες, γίνατε υἱοὶ Θεοῦ, γιατί τώρα γίνεστε πάλι δοῦλοι; Καὶ γιατί ἀθετεῖτε μὲν τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὴν ὁποία λάβατε τὴν υἱοθεσία, προσέχετε δὲ στὸν νόμο;».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Βενεδίκτου ἱερομονάχου ἁγιορείτου, Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἑρμηνεία τῶν δεκατεσσάρων ἐπιστολῶν τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τόμος πρῶτος, σελ. 865-868, Ἔκδοση συνοδίας Σπυρίδωνος ἱερομονάχου, Ἱερὰ Καλύβη «Ἅγιος Σπυρίδων Α΄, Νέα Σκήτη Ἁγίου Ὄρους, 2020.
• Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ Συντόμου Ἑρμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθήνα, 1985.
__________________________________