Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης ΕΙΣΑΓΩΓΗΠρο ενός περίπου έτους εξεδόθη στην ελληνική γλώσσα από τις εκδόσεις Άγρα (σε μετάφραση Μαρίας Αγγελίδου και Άγγελου Αγγελίδη) μια άκρως επίκαιρη μελέτη την οποία είχε δημοσιεύσει ο Στέφαν Τσβάιχ (Stefan Zweig) το 1925 σε έναν τόμο που περιείχε άρθρα και διαλέξεις του. Ο τίτλος αυτού του τόμου είναι ταυτόσημος με τον τίτλο της μεταφρασμένης στα ελληνικά μελέτης του: «Η ομογενοποίηση του κόσμου»¹. Η ελληνική έκδοση ανέρχεται σε μόλις 31 σελίδες, οι οποίες, βεβαίως, υπό κανονικές συνθήκες δεν δικαιολογούν την αστρονομική κοστολόγηση του βιβλίου (6,50 €), αλλά εδώ μπορεί να γίνει μια εξαίρεση, αφού κάθε λέξη του Αυστριακού συγγραφέως είναι τόσο μαεστρικά επιλεγμένη, ώστε να αναπτύσσει αναλλοίωτη την επιδραστική της ισχύ στον σημερινό αναγνώστη. Ήδη από την πρώτη σελίδα του κειμένου, δίδεται η εντύπωση ότι αυτό γράφτηκε μόλις χθες, αφού έναν αιώνα μετά την αρχική του έκδοση η εντοπιζόμενη από τον Τσβάιχ παθολογία του κόσμου μας παραμένει αμετάβλητη:
ΚΑΤΡΑΚΥΛΑ ΣΤΗΝ ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΙΑΟ Τσβάιχ διαπιστώνει την απώλεια της ιδιαιτερότητας των πολιτισμών και ήδη από το 1925 κάτω από τον «μαδημένο σοβά» εντοπίζει «τα ατσάλινα έμβολα» της «σύγχρονης παγκόσμιας μηχανής».
Ακολούθως, ο συγγραφέας απαριθμεί κάποια αντιπροσωπευτικά παραδείγματα από τα πεδία όπου κυριαρχεί η ομοιομορφία, π.χ. από τον χορό, την μόδα, τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο. Σε όλους αυτούς τους τομείς, το μεθυσμένο από την ομοιομορφία άτομο υποτάσσεται στο «κοπαδοποιημένο γούστο» και βιώνει «μια τρομερή απογύμνωση», ένα «στέγνωμα της ψυχής», «μια επικίνδυνη ώθηση προς την παθητικότητα». Αλλά και η λογοτεχνία μετατρέπεται σε «πρακτική στιγμιαίων νεωτερισμών, εποχιακών “επιτυχιών”». Το φαινόμενο θα μπορούσε να τιτλοφορηθεί ως «ταχυφαγική κατανάλωση σε μεγάλες ποσότητες». Στην μέση του άρθρου του ο Τσβάιχ αποφαίνεται ότι αυτό το «τρομερό κύμα» (έτσι ακριβώς στο πρωτότυπο: “furchtbare Welle”) της ομογενοποίησης αφετηριάζεται από την Αμερική, η οποία κατέκτησε το «τελευταίο οχυρό της ατομικότητας», την Ευρώπη, χρησιμοποιώντας ως δούρειο ίππο τον ιό της πολιτιστικής ισοπέδωσης που εξαπλώνεται επιδημικά, προκαλώντας ανία αλλά και μανία για διασκέδαση και καλοπέραση. Όποιος έχει παρατηρήσει την παγιωμένη συνθηματολογία της Νέας Τάξης Πραγμάτων, γνωρίζει πλέον άριστα ότι η ταχύτητα και η ευκολία είναι δύο κεντρικές έννοιες-κωδικοί, μέσω των οποίων επιχειρείται η άλωση της ανθρώπινης ψυχής και η καθυπόταξή της στους σκοπούς της μισάνθρωπης υπερεθνικής ελίτ που κυβερνά τον ανάποδο κόσμο υπό τις εντολές του αόρατου μαριονετίστα. Η τρίτη λέξη-κλειδί είναι η ασφάλεια, κι έτσι το τετριμμένο, μαγικό τρίπτυχο έχει την εξής μορφή: «γρήγορα – εύκολα – σίγουρα»², με την διαφορά ότι η τελευταία λέξη είναι παραπλανητική, αφού ό,τι γίνεται γρήγορα και εύκολα δεν είναι λογικό να γίνεται και με σίγουρο τρόπο. Την επιλογή της ήσσονος προσπάθειας και του εύκολου δρόμου σχολιάζει ο Τσβάιχ, αντλώντας παραδείγματα από το πεδίο του χορού, του κινηματογράφου και του ραδιοφώνου:
Σε αυτό ακριβώς το σημείο, ο συγγραφέας γράφει μια φράση που μας φέρνει στο μυαλό τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή του Ντοστογιέφσκη:
Άρα, ο άνθρωπος φαίνεται πως έχει την τάση να επιδιώκει τα ανάποδα από εκείνα που θα του ξεκλειδώσουν την πόρτα του επουράνιου παραδείσου: per aspera ad astra. H συγκεκριμένη λατινική ρήση, η οποία θα μπορούσε να αντιστοιχηθεί με την αρχαιοελληνική «τά ἀγαθά κόποις κτῶνται» («χαλεπὰ τὰ καλά», έλεγε ο Πλάτων³) περιέχεται και στο θεατρικό έργο «O Πρίγκηπας του Χόμπουργκ» του Γερμανού ποιητή και δραματουργού Heinrich von Kleist⁴. Παρεμφερής είναι και η φράση non est ad astra mollis e terris via, δηλ. δεν υπάρχει εύκολος δρόμος που να οδηγεί από τη γη στ’ αστέρια, από το έργο «Ηρακλής μαινόμενος»⁵ του Σενέκα του Νεοτέρου. Αλλά και ο Άγγλος λόγιος του 16ου αιώνος Ρόμπερτ Μπέρτον, στον δεύτερο τόμο της φιλοσοφικής πραγματείας του «Η ανατομία της Μελαγχολίας», σημείωνε:⁶
Όλες αυτές οι ρήσεις ταυτίζονται με την ακόλουθη περικοπή από το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο:⁷
Δεν χωρεί, λοιπόν, καμία αμφιβολία ότι η διαρκής παρότρυνση της παγκόσμιας ελίτ μέσω του καλοκουρδισμένου προπαγανδιστικού μηχανισμού της να επιλέγει ο πολίτης έναν τρόπο ζωής που θα τον απαλλάσσει από τα δύσκολα είναι μια ολέθρια συνταγή, η οποία οδηγεί το «πλοίο των τρελών» με μαθηματική ακρίβεια πάνω στα βράχια. Ενόψει της μάστιγας της ομογενοποίησης, ο Τσβάιχ απευθύνει έκκληση προς τους λαούς της Ευρώπης να διαφυλάξουν τα ιερά και τα όσιά τους (Voelker Europas, wahrt eure heiligsten Gueter!), μια έκκληση που δυστυχώς δεν εισακούσθηκε, κι έτσι φθάσαμε στην τρίτη δεκαετία του 21ου (απατ)αιώνα, έχοντας αντικαταστήσει τον θεό και την θεολογία με την επιστήμη, την τεχνολογία και την ψυχιατρική, έχοντας ξεπουλήσει αντί πινακίου φακής την ελευθερία και την αξιοπρέπειά μας, έχοντας αρνηθεί ακόμη και την ίδια μας την φύση, με το να αμφισβητούμε το βιολογικό μας φύλο και να προτάσσουμε την εωσφορική αλαζονεία της αυθαίρετης υλοποίησης όποιας ιδέας και επιθυμίας παρεισφρήσει στο μυαλό μας. Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝΤο κεφαλαιώδους σημασίας ερώτημα που θέτει ο συγγραφέας είναι ποια στάση θα πρέπει να υιοθετήσουν οι πολίτες εκείνοι οι οποίοι θέλουν να αντισταθούν στην καταστρεπτική ομογενοποίηση: Μπορούν, άραγε, με ενώσεις, βιβλία και διαμαρτυρίες να αποκρούσουν το τσουνάμι της ισοπεδωτικής τυποποίησης, όταν μάλιστα η συμπαγής πλειοψηφία έχει αποδεχθεί την ιδιότητα του –κατά την ορολογία του Ρουσσό και του Χάξλεϋ– «ευτυχισμένου σκλάβου» (ο Τσβάιχ επαναφέρει στο προσκήνιο την λατινική ρήση του Τάκιτου ruere in servitium, δηλ. βυθίζομαι στην σκλαβιά); H απάντηση του Τσβάιχ είναι κατηγορηματικά αρνητική:
Η λύση, όχι μόνο κατά τον συγγραφέα, αλλά και σύμφωνα με την γνώμη που έχουν σχηματίσει πολλοί εκ των αφυπνισμένων πολιτών, οι οποίοι, ζώντας στην τρίτη δεκαετία του 21ου (απατ)αιώνα, βλέπουν ολοκάθαρα να επελαύνει μπροστά τους το πολυπλόκαμο τέρας της παγκόσμιας δικτατορίας (τούτη φέρει μεν παραπλανητικώς το όνομα της παγκοσμιοποίησης, πλην όμως αναγνωρίζεται, μεταξύ των άλλων, πρωτίστως από τον επελαύνοντα ιό της ομογενοποίησης), είναι η εξής:
ΣΥΜΒΟΥΛΗ ΓΙΑ ΗΡΩΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗΩστόσο, έντoνο προβληματισμό προκαλεί η συμβουλή που δίνει ο Τσβάιχ σε όσους θέλουν να διασώσουν την προσωπικότητά τους, αρνούμενοι να μεταβληθούν σε μαζανθρώπους. Κατά τον συγγραφέα, η ηρωική διαφοροποίησή τους δεν θα πρέπει να γίνεται εξωτερικά αλλά μόνο εσωτερικά, επομένως διακριτικά και αθόρυβα. Αν, όμως, η άποψη αυτή είναι ορθή, τότε τίθεται το ακόλουθο εύλογο ερώτημα: Σε εποχές ολοκληρωτισμού πώς θα μπορούσαν να προκληθούν οι πρώτες καθοριστικές ρωγμές που, συν τω χρόνω, οδηγούν στην καταβύθιση του καθεστώτος; Αν οι αφυπνισμένοι δεν ταρακουνήσουν τους καθεύδοντες, πώς θα συγκροτηθεί η κρίσιμη μάζα για τον τερματισμό της τυραννίας; Σημειωτέον ότι, σε αντίθεση με ό,τι πρεσβεύει ο Τεντ Καζύνσκι στο μανιφέστο του «Η βιομηχανική κοινωνία και το μέλλον της»⁸, ο οποίος αποκηρύσσει κατηγορηματικά την τεχνολογία, θεωρώντας ότι αυτή θα είναι η αιτία καταστροφής της ανθρωπότητας, ο Τσβάιχ μάς προτρέπει να δεχθούμε την τεχνολογία και τις ανέσεις που προσφέρει, χωρίς να αναλωνόμαστε σε «περιττές επιδεικτικές αποστασιοποιήσεις, σε ανίσχυρες και μάταιες πράξεις αντίστασης εναντίον του κόσμου όλου». ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΔυστυχώς, ο πολυγραφότατος Στέφαν Τσβάιχ, ευρισκόμενος στην Βραζιλία ως εξόριστος από το 1938, αποφάσισε να αυτοκτονήσει μαζί με την σύζυγό του εννέα χρόνια μετά την καύση των βιβλίων του από το ναζιστικό καθεστώς. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣΕκείνο που πρέπει να μας προβληματίσει είναι ότι ο Άλντους Χάξλεϋ και ο μέντοράς του, ο Χέρμπερτ Τζoρτζ Ουέλς, δύο άντρες που έπαιξαν πολύ ύποπτο ρόλο με τα δυστοπικά μυθιστορήματά τους, βρίσκονταν σε επαφή με τον Τσβάιχ! Επίσης, στο βιβλίο του «Ο κόσμος του χθες»⁹ κάνει αναφορά στην οικογένεια Ρότσιλντ, που ως γνωστόν έχει παίξει έναν πολύ σκοτεινό ρόλο στην ιστορία της ανθρωπότητας:
Και λίγες σελίδες παρακάτω¹⁰, γράφει:
ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΤΟΥ «ΚΙΡΚΕΝΑΟΥΕΡ»Το ανωτέρω κείμενο αποτελεί εμπλουτισμένη εκδοχή του άρθρου που είχε δημοσιευθεί στην εφημερίδα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, στο φύλλο της 2ας Ιουνίου 2024, αλλά και στην ιστοσελίδα ANTINEWS¹¹, όπου ένας αναγνώστης με το ψευδώνυμο «Κιρκενάουερ» (4/6/2024) έγραψε το εξής σημαντικό σχόλιο:
1 Die Monotonisierung der Welt, Bibliothek Suhrkamp, 1η έκδ. 1976. 2 Επ’ αυτού βλ. και:
3 Πολιτεία, IV, 435c. Πρβλ. Μενάνδρου, Γνώμαι Μονόστιχοι, μτφ.: Β. Λιαπής, εκδ. Στιγμή, Αθήνα 2002, σελ. 146, αριθμ. 245: «Ἐν μυρίοισι τὰ καλὰ γίγνεται πόνοις». 4 Μτφ.: Κ. Καρθαίος, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2005, Πράξη Δεύτερη – Σκηνή 10η, σελ. 105. 5 “Hercules furens”, 437. 6 Μτφ.: Π. Χοροζίδης, εκδ. Ηριδανός, Αθήνα 2008, σελ. 207. 7 Κατά Ματθ., 7, 14. 8 Επ’ αυτού βλ.:
9 Εκδ. Printa, μτφ.: Αλεξία Καλανταρίδου / Τατιάνα Λιάνη, Αθήνα 2006, σελ. 24. 10 Ό.π., σελ. 29. |