Δυστυχῶς ὅμως στήνἘκκλησία ὑπάρχουν τά πιό ἀνυπόληπτα πρόσωπα. Περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο χῶρο, θά βρῆς τήν ἀνυποληψία. Τό ζήσαμε αὐτό σέ ὅλο τό μεγαλεῖο του μετά τήν ἑπταετία.
Ἡ Ἐκκλησία ἐκθρονίζει ἐπισκόπους πού οὐδέποτε ἔδωσαν ἀφορμή σκανδαλισμοῦ, οὔτε ἐν ἔργῳ οὔτε ἐν λόγῳ.
Ποῦ σκανδάλισε ὁ Λαρίσης Θεολόγος, ποιόν φαρμάκωσε ὁ Παραμυθίας Παῦλος ὁ ἁπλοῦς, ὁ Ἠλίας ὁ Βόλου καί ὁ πολυμαθέστατος καί διδακτικώτατο Νικόδημος Γκατζιρούλης, καί ἀντικαταστάθηκαν μέ ἀνθρώπους, πού στήν πατρίδα μου τούς χαρακτηρίζουν «σημειωμένους»( ὀνόματα δέν θά μνημονεύσω);
Κανείς άπό αὐτούς δέν εἶπε: «Μά πῶς θά πάω ἐγώ νά ἀντικαταστήσω τόν ἁπλό, τόν ἀκατηγόρητο, τόν φτωχό, τόν φίλεργο; Πέστε μου ποῦ ἔφταιξε, γιά νά ἀναπαύσω τήν συνείδησή μου καί νά τόν ἀντικαταστήσω». Τίποτα ἀπό αὐτά, ἀλλά μέ κεκαυμένη τή συνείδηση προχώρησαν καί ἀνέβηκαν στούς θρόνους τῶν ἁγίων Νικολάου Χαλκίδος, Κωνσταντίνου Καρδίτσης καί λοιπῶν καί λοιπῶν...
Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου
Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γοργοϋπηκόου καί οἱ παρακλητικοί κανόνες οἱ ἀφιερωμένοι στό ὄνομά Της
Ὁ λόγος γιά τόν ὁποίο, ὅταν ἐγκαταλείψαμε
τήν μονή Προυσοῦ, ἐγκαταβιώσαμε στην μονή Δοχειαρίου ἦταν ἡ θαυματουργός εἰκόνα
τῆς Γοργοϋπηκόου, τήν ὁποία ἰδιαίτερα εὐλαβοῦντο οἱ Κολλυβάδες καί ἀπ’ ὅπου
πέρασαν ἄφησαν εἰκόνες -ἀντίγραφα καί διηγήσεις τῶν θαυμάτων Της.Ὡς διάδοχοι τῶν
Κολλυβάδων, ἀπό τούς Γεροντάδες μας, Ἀμφιλόχιο Πάτμιο καί Φιλόθεο Λογγοβαρδίτη,
προτιμήσαμε νά ἀσκήσουμε τήν μοναχική πολιτεία στίς ἀγαπητές αὐλές τῆς
Γοργοϋπηκόου, παρά τήν ἐγκατάλειψη καί τήν ἀνέχεια τῆς Μονῆς. Συναντήσαμε,
βέβαια, πολλές δυσκολίες. Κάποιες ἀπ’ αὐτές σχετίζονται μέ τήν εἰκόνα τῆς
Γοργοϋπηκόου.
Πρῶτα–πρῶτα γιά τό ὄνομα Γοργοϋπήκοος.
Πολλοί πεπαιδευμένοι ἀμφισβήτησαν τό ὄνομα Γοργοϋπήκοος καί ἐπέμεναν ὅτι ὀνομάζεται
Γοργοεπήκοος. Ὅμως, στήν χειρόγραφη παράδοση τῆς Μονῆς, τήν ὁποία ὑποστηρίζει
καί ὁ ἅγιος Νικόδημος, φέρεται ὡς Γοργοϋπήκοος. Αὐτό τό ὄνομα θέλησε νά δώση ἡ
Παναγία στήν εἰκόνα Της.Οἱ φιλόθεες ἀδολεσχίες ἀμφισβητοῦν τό θαῦμα καί τά
γενόμενα στόν χῶρο τῆς Εἰκόνος. Ἐμεῖς λοιπόν, Γοργοϋπήκοο τήν παραλάβαμε καί
Γοργοϋπήκοο τήν ὀνομάζουμε καί τήν ψάλλουμε καί τήν μεγαλύνουμε. Καί ἀφήνουμε
τούς φιλολογοῦντες στίς ἐρεσχελίες τους καί στήν κλονισμένη πίστη τους, στό
μεγάλο θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλωθέντος μοναχοῦ γιά τήν ἀσέβειά του νά
μαυρίζη τό πρόσωπο τῆς Παναγίας.
Δεύτερη δυσκολία ἦταν ὅσον ἀφορᾶ τήν
παράκληση τῆς Γοργοϋπηκόου. Στό πανάγιο ὄνομά
Της ὑπάρχουν τρεῖς παρακλήσεις· μία μέ ἱκετευτικό καί παραμυθητικό χαρακτῆρα, ποίημα Ἰωάννου
μοναχοῦ, σύμφωνα μέ τό «Ὑγράν διοδεύσας», μία θριαμβευτική τοῦ ἁγίου Νικοδήμου
τοῦ Ναξίου, στούς ἴδιους εἱρμούς, καί μία ἄλλη, τοῦ ἰδίου, σύμφωνα μέ τό «Ἁρματηλάτην
Φαραώ». Ἡ πρώτη ἀπό αύτές ἦταν ἡ μόνη γνωστή καί τήν χρησιμοποιούσε ἀνέκαθεν τό
μοναστήρι. Ἦταν μάλιστα τυπωμένη σέ βιβλιαράκια καί ἐψάλλετο ἀπό τούς
χριστιανούς. Ὁ νῦν ἡγούμενος μέσα ἀπό τά χειρόγραφα ἀνέσυρε τήν ἄγνωστη μέχρι
τότε παράκληση τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ἡ ὁποία παιανίζει τά θαύματα τῆς
Γοργοϋπηκόου καί τραγουδᾶ τά μεγαλεῖα Της μέ τίς αὖρες τοῦ Ἀρχιπελάγους. Ὡς Ἀρχιπελαγίτης
τήν μελοποίησε καί τήν ἔβαλε σέ χρήση στό μοναστήρι του. Αύτή ἡ παράκληση ψάλλεται τριανταδύο χρόνια τώρα. Καί
τά μικρά παιδιά ἀκόμη τήν ψάλλουν στούς δρόμους καί οἱ μαννάδες στίς κάμαρες τῶν
ἄρρωστων παιδιῶν τους καί οἰ χειρώνακτες στήν δουλειά τους καί οἱ ὁδηγοί στό
τιμόνι τους.
Δυστυχῶς ὅμως στήνἘκκλησία ὑπάρχουν τά
πιό ἀνυπόληπτα πρόσωπα. Περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο χῶρο, θά βρῆς τήν ἀνυποληψία.
Τό ζήσαμε αὐτό σέ ὅλο τό μεγαλεῖο του
μετά τήν ἑπταετία.Ἡ Ἐκκλησία ἐκθρονίζει ἐπισκόπους
πού οὐδέποτε ἔδωσαν ἀφορμή σκανδαλισμοῦ, οὔτε ἐν ἔργῳ οὔτε ἐν λόγῳ. Ποῦ
σκανδάλισε ὁ Λαρίσης Θεολόγος, ποιόν φαρμάκωσε ὁ Παραμυθίας Παῦλος ὁ ἁπλοῦς, ὁ Ἠλίας
ὁ Βόλου καί ὁ πολυμαθέστατος καί διδακτικώτατος Νικόδημος Γκατζιρούλης, καί ἀντικαταστάθηκαν
μέ ἀνθρώπους, πού στήν πατρίδα μου τούς χαρακτηρίζουν «σημειωμένους»( ὀνόματα
δέν θά μνημονεύσω); Κανείς άπό αὐτούς δέν εἶπε: «Μά πῶς θά πάω ἐγώ νά ἀντικαταστήσω
τόν ἁπλό, τόν ἀκατηγόρητο, τόν φτωχό, τόν φίλεργο; Πέστε μου ποῦ ἔφταιξε, γιά
νά ἀναπαύσω τήν συνείδησή μου καί νά τόν ἀντικαταστήσω». Τίποτα ἀπό αὐτά, ἀλλά
μέ κεκαυμένη τή συνείδηση προχώρησαν καί ἀνέβηκαν στούς θρόνους τῶν ἁγίων
Νικολάου Χαλκίδος, Κωνσταντίνου Καρδίτσης καί λοιπῶν καί λοιπῶν...
Τά ἴδια συμβαίνουν καί στά γράμματα.
Πρό ἐτῶν ὁ ἡγούμενος ἑνός μετοχίου τῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους πῆρε τόν
παρακλητικό κανόνα, ὅπως ψάλλεται στήν μονή Δοχειαρίου, τόν παραποίησε λίγο καί
τόν κυκλοφόρησε σέ κασέτες, λές καί οἱ πατέρες τῆς μονῆς Δοχειαρίου ἦταν λίγοι,
γιά νά ψάλουνε τήν Παναγία, λές καί ἡ μονή Δοχειαρίου εἶναι ἐγκαταλελειμμένη καί δέν διαθέτει πιστούς διακόνους νά ψάλουν
τά μεγαλεῖα τῆς Γοργοϋπηκόου. Εἶναι σάν νά πιάσουμε ἐμεῖς οἱ Δοχειαρίτες νά
ψάλουμε τόν παρακλητικό κανόνα τῆς μονῆς Προυσοῦ( πού τό δικαιούμαστε ἄλλλωστε,
διότι περάσαμε ἀπό κεῖ καί κτίτορες ἐγενόμεθα) ἤ τῆς μονῆς τοῦ Κύκκου. Ὤχ, αὐτή
ἡ ἀνυποληψία μέσα στόν χῶρο τῆς μοναδικῆς ἀριστοκράτισσας ὀρθοδόξου ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας!