Δὲν θὰ ἔπρεπε, ἀγαπητοί μου, νὰ βρίσκωμαι σήμερα ἐδῶ. Ἐπιθυμοῦσα νὰ βρίσκωμαι πάνω στὰ ψηλὰ βουνά, ἐκεῖ στὰ μικρὰ ἐγκαταλελειμμένα χωριά μας, γιὰ νὰ κηρύξω στοὺς χωρικούς μας. Ἀλλ᾽ ἐφ᾿ ὅσον βρίσκομαι ἐδῶ, θὰ παρακαλέσω νὰ δώσετε προσοχὴ στὰ λίγα λόγια ποὺ θὰ πῇ ἡ ἀδέξιος γλῶσσα μου.
Ἀκούσατε τὸ εὐαγγέλιο. Περιέχει δυὸ ἐρωτήματα· τὸ ἕνα τὸ θέτει ὁ ἄνθρωπος, τὸ ἄλλο –τὸ καὶ σπουδαιότερο– τὸ θέτει ὁ Θεός. Σήμερα θ᾽ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὸ ἐρώτημα ποὺ θέτει ὁ ἄνθρωπος. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Ἕνα ἐρώτημα γεμᾶτο ἄγχος· «Τί ποιήσω;», τί νὰ κάνω; (Λουκ. 12,17).
Μὰ ποιός τὸ λέει αὐτὸ τὸ «Τί νὰ κάνω;»; Μήπως τὸ λέει κανένας ζητιάνος, ποὺ δὲν ἔχει ψωμάκι νὰ φάῃ, ῥουχαλάκι νὰ σκεπαστῇ καὶ καλυβούλα νὰ καθίσῃ; μήπως τὸ φωνάζει κανένας ἄνεργος νέος, ποὺ χτυπάει πόρτες, δὲ βρίσκει πουθενὰ κατανόησι, κι ἀναγκάζεται νὰ φύγῃ μακριά, στὴν Αὐστραλία καὶ στὴν Ἀμερικὴ γιὰ νὰ ζήσῃ; μήπως τὸ λέει κανένα ὀρφανό, ποὺ γυρίζει παντέρημο στοὺς δρόμους; μήπως τὸ λέει καμμιὰ χήρα μὲ ἕξι – ἑφτὰ παιδιά; μήπως τὸ λέει κανένας οἰκογενειάρχης ποὺ ἔχει σήμερα νὰ λύσῃ μύρια προβλήματα; μήπως τὸ λέει κανένας ἄρρωστος ποὺ βογγάει πάνω στὸ κρεβάτι καὶ δὲν ὑπάρχει γι᾿ αὐτὸν φάρμακο καὶ γιατρειά; «Τί νὰ κάνω;». Παρὰ τὴν κατάστασί τους δὲν τὸ λέει κάποιος ἀπὸ αὐτούς. Τὸ λέει – ποιός; ἐκεῖνος ποὺ καὶ ὑγεία ἔχει, καὶ λεπτὰ ἔχει, καὶ σπίτια ἔχει, καὶ περιουσία ἔχει· ὁ πλούσιος.
Ἀκούσατε τὸ εὐαγγέλιο. Περιέχει δυὸ ἐρωτήματα· τὸ ἕνα τὸ θέτει ὁ ἄνθρωπος, τὸ ἄλλο –τὸ καὶ σπουδαιότερο– τὸ θέτει ὁ Θεός. Σήμερα θ᾽ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὸ ἐρώτημα ποὺ θέτει ὁ ἄνθρωπος. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Ἕνα ἐρώτημα γεμᾶτο ἄγχος· «Τί ποιήσω;», τί νὰ κάνω; (Λουκ. 12,17).
Μὰ ποιός τὸ λέει αὐτὸ τὸ «Τί νὰ κάνω;»; Μήπως τὸ λέει κανένας ζητιάνος, ποὺ δὲν ἔχει ψωμάκι νὰ φάῃ, ῥουχαλάκι νὰ σκεπαστῇ καὶ καλυβούλα νὰ καθίσῃ; μήπως τὸ φωνάζει κανένας ἄνεργος νέος, ποὺ χτυπάει πόρτες, δὲ βρίσκει πουθενὰ κατανόησι, κι ἀναγκάζεται νὰ φύγῃ μακριά, στὴν Αὐστραλία καὶ στὴν Ἀμερικὴ γιὰ νὰ ζήσῃ; μήπως τὸ λέει κανένα ὀρφανό, ποὺ γυρίζει παντέρημο στοὺς δρόμους; μήπως τὸ λέει καμμιὰ χήρα μὲ ἕξι – ἑφτὰ παιδιά; μήπως τὸ λέει κανένας οἰκογενειάρχης ποὺ ἔχει σήμερα νὰ λύσῃ μύρια προβλήματα; μήπως τὸ λέει κανένας ἄρρωστος ποὺ βογγάει πάνω στὸ κρεβάτι καὶ δὲν ὑπάρχει γι᾿ αὐτὸν φάρμακο καὶ γιατρειά; «Τί νὰ κάνω;». Παρὰ τὴν κατάστασί τους δὲν τὸ λέει κάποιος ἀπὸ αὐτούς. Τὸ λέει – ποιός; ἐκεῖνος ποὺ καὶ ὑγεία ἔχει, καὶ λεπτὰ ἔχει, καὶ σπίτια ἔχει, καὶ περιουσία ἔχει· ὁ πλούσιος.