Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2023

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ: «Η μνημόνευση του Επισκόπου στη Θεία Λειτουργία» (Και η θέση του Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτη έναντι του ΙΕ Κανόνα, ως συνέχεια των Αγιορειτών Πατέρων – 1275) ΜΕΡΟΣ Ζ΄,Η',Θ'

 Συνέχεια των : Α'+Β'+Γ'+Δ'+Ε'+ΣΤ" στο σύνδεσμο: ΕΔΩ

ΑΓΩΝΑΣ ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ: ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ:

 «Η μνημόνευση του Επισκόπου στη Θεία Λειτουργία» (Πάντες οι Αγιορείτες Πατέρες – 1275 – Περί της «διάτορος αυτού μνημοσύνης») ΜΕΡΟΣ ΣΤ'+ Ε'+ Δ'+ Γ'+ Β' + Α΄ (agonasax.blogspot.com)



«Η μνημόνευση του Επισκόπου στη Θεία Λειτουργία»

(Και οι ΑΚΡΕΜΟΝΕΣ Επίσκοποι: Φλωρίνης Αυγουστίνος –

 Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος έναντι του ΙΕ Κανόνα, ως

 συνέχεια των Αγιορειτών Πατέρων – 1275)

ΜΕΡΟΣ Θ΄

Οι αναφερόμενοι δύο Ιεράρχες, τιμώμενοι Ιεράρχες, αξίζουν ρήτρα εμπιστοσύνης και τιμής, διότι εθεράπευσαν τη εκκλησιολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας σε καιρούς χαλεπούς, χωρίς να παρασυρθούν από το οικουμενισμό του Πατριάρχη Αθηναγόρα στις δεκαετίες του 1960-1970. Ούτε ακολούθησαν τις «δυνητικές» ατραπούς έναντι του ΙΕ΄ Κανόνα, που εξασφαλίζουν ησυχία, ηρεμία και αποφυγή διώξεων.

Αρμενίζοντας κριτικά, μετά από πενήντα (50) χρόνια, την περίοδο εκείνη, αποτίω (προσωπικά) και φόρο τιμής στον μακαριστό Ιερώνυμο Α΄, του οποίου η στάση δεν κινήθηκε σε διώξεις, που σημαίνει ότι με όρους αλήθειας και εκκλησιαστικής ακρίβειας ενέκρινε τους αγώνας των δύο επισκόπων.

Οι προσφιλείς ηθικές – κανονιστικές θέσεις των δύο ιεραρχών, με την ορθή χρήση του Ευαγγελικού λόγου είχαν οδηγό, πάντοτε, τη συνείδησή τους , ως χειριστή των οποιωνδήποτε εκκλησιαστικών προβλημάτων∙ δεν φοβήθηκαν να συγκρουσθούν, ακρέμονες όντες, με οποιονδήποτε και οτιδήποτε, για λόγους Ευαγγελικής ηθικής και Πίστεως, επικαλούμενοι και τη συνείδησή τους, το βάρος της.

«Ακρέμονες σημαίνει άκροι, κορυφαίοι, διότι ως αγωνισταί του πνεύματος εν τω πλήρει αντιξοοτήτων και αντιπάλων κόσμω τούτω ωδήγουν τους αγώνας εις τα άκρα, μη υποχωρούντες και μη συμβιβαζόμενοι εις ζητήματα αρχών και πίστεως» (Ν. Σ. Σωτηρόπουλος -
«Εορταί και Ύμνοι», σελ. 14).

Να υπογραμμίσουμε την ενότητα της τρισυπόστατης φύσης της ανθρώπινης συνείδησης, που εμφανίζεται σε συναισθηματική, βουλητική και διανοητική λειτουργία.

Δεν υπάρχει βουλητική λειτουργία της και θέληση χωρίς διανοητική και συναισθηματική σύνδεση – απόχρωση ταυτόχρονα, ενώ και κάθε μία, ξεχωριστά, διατηρεί αξιόλογο βαθμό αυτονομίας.

Ένας Ορθόδοξος Χριστιανός δεν μπορεί ούτε βήμα να κάνει εφαρμογής του ΙΕ΄ Κανόνα, όταν προηγουμένως η συνείδησή του δεν έχει αναπτυχθεί ορθά εκκλησιολογικά, ορθόδοξα και με φόβο Θεού, όπως των παλαιών Πατέρων του Αγίου Όρους (1275).

Και σήμερα, Δόξα τω Θεώ, υπάρχουν ολίγες εκλεκτές ψυχές που χρησιμοποιούν ορθά το πολύτιμο κεφάλαιο της συνειδήσεως στην εφαρμογή (αποτειχίσεις) του ΙΕ΄ Κανόνα.

Η Αγία Γραφή, οι Πατέρες της Εκκλησίας και νεώτεροι Πατέρες, είναι σαφείς περί του ρόλου της συνειδήσεως.

Στη συμπόρευση της ζωής με την «εξουσία», προτεραιότητα έχει η συνείδηση∙ και οι Ιεροί Κανόνες πνευματική εξουσία ασκούν, όταν παραδεχώμεθα τα άγια σύνορά τους.

Ο Απόστολος Παύλος είναι σαφής:

«διό ανάγκη υποτάσσεσθαι ου μόνον δια την οργήν, αλλά και δια την συνείδησιν» (Ρωμ. 13, 5).

Μέσα στο σημερινό ζοφερό (οικουμενιστικό) σκηνικό, παραθέτουμε (επιλεκτικά) πνευματικά κεφάλαια που αναδεικνύουν περιληπτικά τη συνείδηση, ως κινητήριο μοχλό της υποχρεωτικής ισχύος των εντολών και των Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας του Θεού. Δεν βαρέθηκαν, επιτέλους, οι θεωρητικοί της «Δυνητικής ερμηνείας» του ΙΕ΄ Κανόνα να λύνουν «σταυρόλεξο», πως θα φθάσουμε και πως θα φύγουμε από τον Ιερό Κανόνα;

Α) π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ

α) «Κατάπληκτος ευσεβής λαός ήκουσεν από ραδιοφώνου και ανέγνωσε εις καθημερινάς εφημερίδας ομιλίαν Μητροπολίτου Χαλκηδόνος Μελίτωνος… εις εγκάρδιον υποδοχήν καρναβάλου… όστις καταδικάζεται από την αδιάφθορον συνείδησιν Ορθοδοξίας, ως αύτη λάμπει εις πνευματοκινήτους αποφάσεις Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων». (Απολογισμός μιας Τετραετίας – Σελ. 122).

β) Επικροτώ πράξιν Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως, παύσαντος, και λόγω νεωτέρων δηλώσεων πατριάρχου Αθηναγόρου περί κοινού ποτηρίου, πρωτείου, αλαθήτου και φιλιόκβε, το μνημόσυνον αυτού.

Η παύση μνημοσύνου οπωσδήποτε θα επεκταθή. Και άλλοι ιεράρχαι δια λόγους συνειδήσεως ετοιμάζονται να διαμαρτυρηθούν κατά παρόμοιον τρόπον» (Ομοίως, σελ. 123).

γ) «άμα δημοσιεύσει φρικωδών δηλώσεων Πατριάρχου περί πρωτείου, αλαθήτου Πάπα, φιλιόκβε… εδημιουργήθη σοβαρόν ζήτημα πίστεως και κρίσεως Ορθοδόξου συνειδήσεως» (Ομοίως, σελ. 125).

Β) ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΠΟΛΕΩΣ

α) «Διατί αγνοεί ο γωμοδοτήσας ότι εν τη εκκλησιαστική ζωή και ιστορία επανειλημμένως η ευθιξία της Ορθοδόξου συνειδήσεως ωδήγησεν εις διακοπήν μνημοσύνου όχι μόνον προ Συνοδικής καταδίκης του ενόχου, αλλά και προ της δια ρητού Κανόνος παροχής τοιούτου δικαιώματος».

β) «Λυπούμαι βαθύτατα δια την ην έλαβον αυστηράν θέσιν, έναντι ανακύψαντος σοβαροτάτου ζητήματος. Η αρχιερατική μου συνείδησις με υποχρεοί, ίνα μη σιωπήσω περαιτέρω» (Δηλώσεις για την διακοπή του μνημοσύνου του Πατριάρχη Αθηναγόρα).

Γ) ΙΕΡΑ ΚΟΙΝΟΤΗΣ ΑΓ. ΟΡΟΥΣ

«Επαφίεται εις την συνείδησιν εκάστης Μονής», η μνημόνευσις του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχου» (ΝΒ΄ Συνεδρία εκτάκτου Διπλής Ιεράς Συνάξεως, 13 Νοεμβρίου 1971).

Δ) Πατριάρχης Αθηναγόρας

«δεν κατακρίνομεν, ουδέ καταδικάζομεν ταύτα (εννοεί την διακοπή μνημοσύνου από Αγιορείτικές Μονές) επαφιέμενοι εις την συνείδησιν ενός εκάστου, ότι ταύτα πράττοντες αμαρτάνομεν εναντίον ημών αυτών, και εις τον χρόνον, ο οποίος επανορθώνει πολλά λάθη και παρεξηγήσεις» (Εγκύκλιος προς Ι. Κοινότητα  11/17/23-9-1968).

Ε) ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

«Λύχνος η συνείδησις η διδάσκουσα πάντα τα ωφέλιμα και κωλύουσα παν φαύλον» (Εις τον τέταρτον Αναβαθμόν, γ΄ ήχου – ΝΕΑ ΚΛΙΜΑΞ).

ΣΤ) ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

«Μη ατιμάσης την συνείδησιν άριστά σοι αεί συμβουλεύουσαν∙ γνώμην γαρ θείαν και αγγελικήν σοι υποτίθεται, και των κρυπτών της καρδίας μολυσμάτων ελευθεροί, και παρρησίαν προς τον Θεόν εν τη εξόδω σοι χαρίζεται» (Κεφ. Οθ΄ της γ΄εκατοντ. των περί αγάπης).

Άλλοτε… και σήμερον (2 σχόλια):

1ον) Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωζόμενος στην Ιστορία του, αφιερώνει το 19ο κεφάλαιο προς έπαινο-έξαρσι υψηλής στάθμης, συνειδητής σθεναρής αντίστασης των μοναχών έναντι των Αρειανών, αναφερόμενος στα γεγονότα του Δ΄ και Ε΄ αιώνος.

Η μη επικράτησις της αιρέσεως, οφείλετο αποκλειστικά στους σθεναρώς αγωνισθέντας μοναχούς.

Ο θυμός (διωγμοί, βασανιστήρια) του Αρειανού Αρχιεπισκόπου Λούκιου στην Αλεξάνδρεια είχε στραφεί (κυρίως) προς τους ηγουμένους με στόχο τα γνωρίσματά τους: Σεμνότητα και Δογματική ικανότητα.

2ον) Ο Θεοδώρητος αναφέρει και τον αυστηρό με φωτισμένη συνείδηση ασκητή Αφραάτη, ο οποίος στα βήματα του Μ. Αντωνίου άφηνε τους ασκητικούς αγώνες, κατήρχετο στην πόλη για να στηρίξη την ορθόδοξη πίστη, τους αγώνες του πιστού λαού, αψηφώντας τις απειλές του βασιλιά Βάλη, του οποίου την ασέβεια ήλεγχε με σφοδρότητα.

«Το πάλαι υπέρ των προβάτων απέθνησκον οι ποιμένες, νυν δε μάλλον αυτοί αναιρούν τα πρόβατα» (Από επιστολή του Φιλοθέου Ζερβάκου). Θα συνεχίσουμε.

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

=================================================

«Η μνημόνευση του Επισκόπου στη Θεία

 Λειτουργία»

(Και η θέση του Επισκόπου Αυγουστίνου

 Καντιώτη έναντι του

 ΙΕ Κανόνα, ως συνέχεια των Αγιορειτών

 Πατέρων – 1275)

ΜΕΡΟΣ Η΄


Είναι αλήθεια, ότι «οι Άγιοι δεν διεπραγματεύοντο την πίστι» και «οι Άγιοι Πατέρες ουδέποτε απετόλμησαν να προσποιηθούν ότι από κοινού με τους αιρετικούς αναζητούν να εύρουν την αλήθεια. Έχοντες την πεποίθησι ότι η Εκκλησία κατέχει το παν, επροτίμησαν τις δεινές συνέπειες της ορθοδόξου ομολογίας των∙ απέβλεπαν εις την σωτηρία των ψυχών των πλανηθέντων αδελφών, «υπέρ ων Χριστός απέθανεν».

Αυτά υπογραμμίζει ο Αρχιμ. Νικόδημος, ηγούμενος (1966) της Ι. Μ. Παναγίας Χρυσοποδαριτίσης, εις Νεζερά Πατρών, στην εισαγωγή του βιβλίου «Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ» (1054), που έγραψε ο Αρχιμ. Ανδρόνικος Δημητρακόπουλος (Λειψία - 1867).

Σημειώνει, επίσης, ότι: «Αυτήν την συνείδησι της μακραίωνος παραδόσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας είχε και ο μακαριστός αρχιμανδρίτης Ανδρόνικος Δημητρακόπουλος όταν συνέγραφε την ιστορία του σχίσματος της Λατινικής εκκλησίας από της ορθοδόξου Ελληνικής» (Σελ. 13).

Πολύ σημαντικά λόγια, ως μέσο σύνδεσης – επικοινωνίας με την διαχρονική ορθόδοξη ομολογιακή παράδοση∙ είναι θέσεις πάνω στην διαλεκτική του ορθού Πατερικού και Αγιογραφικού λόγου, που σπάνια ακούμε, σήμερα, από τους ποιμένες.

Γι’ αυτό και ανατρέχουμε στο ομολογιακό πλαίσιο των Αγιορειτών Πατέρων (1275), του π. Αυγουστίνου και άλλων Πατέρων, νεοτέρων ή μη.

Υπογραμμίζουμε τις ανωτέρω θέσεις, ως υπαγόμενες στη θεολογική και εννοιολογική συγκρότηση της ομολογίας των Πατέρων:

Α) «Οι Άγιοι δεν διεπραγματεύοντο την πίστι».

Β) «Οι Άγιοι Πατέρες ουδέποτε απετόλμησαν να προσποιηθούν ότι από κοινού με τους αιρετικούς αναζητούν να εύρουν την αλήθεια».

Γ) «Είχαν την πεποίθησι ότι η Εκκλησία κατέχει το παν».

Δ) «Προτίμησαν τις δεινές συνέπειες της Ορθοδόξου ομολογίας των».

Ε) «Απέβλεπαν εις την σωτηρία των ψυχών των πλανηθέντων αδελφών υπέρ ων ο Χριστός απέθανε».

Πριν συνεχίσουμε, να παραθέσουμε και την ερμηνεία του ΙΕ΄ κανόνα του Αγ. Νικοδήμου του Αγιορείτη.

Ερμηνεία του Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου

«Εκείνα όπου οι ανωτέρω Κανόνες εδιώρισαν περί Επισκόπων και Μητροπολιτών, τα αυτά διορίζει, και πολλώ μάλλον, ο παρών Κανών, περί Πατριαρχών λέγων∙ ότι όστις πρεσβύτερος ή Επίσκοπος ή Μητροπολίτης ήθελε χωρσθή από την συγκοινωνίαν του Πατριάρχου αυτού και δεν μνημονεύη το όνομα αυτού κατά το σύνηθες (ο Μητροπολίτης δηλ. μόνος∙ ο γαρ πρεσβύτερος του Επισκόπου του το όνομα μνημονεύει, ο δε Επίσκοπος του Μητροπολίτου του) προ τού να φανερώσουν τα κατά του Πατριάρχου αυτών εις την Σύνοδον και παρά της Συνόδου αυτός να κατακριθή∙ ούτοι, λέγω, πάντες να καθαίρωνται παντελώς, οι μεν Επίσκοποι και Μητροπολίται πάσης Αρχιερατικής ενεργείας, οι δε πρεσβύτεροι πάσης ιερατικής. Πλην ταύτα μην να γίνωνται, εάν δια εγκλήματα τινά, πορνείαν θετέον, ιεροσυλίαν και άλλα, χωρίζονται οι πρεσβύτεροι από τους Επισκόπους των, οι Επίσκοποι από τους Μητροπολίτας των και οι Μητροπολίται από τους Πατριάρχας των∙

Εάν δε οι ρηθέντες πρόεδροι είναι αιρετικοί και την αίρεσιν αυτών κηρύττουσι παρρησία και δια τούτο χωρίζωνται οι εις αυτούς υποκείμενοι, και προ τού να γένη ακόμη συνοδική κρίσις περί της αιρέσεως ταύτης, οι χωριζόμενοι αυτοί όχι μόνον δια τον χωρισμόν δεν καταδικάζονται, αλλά και τιμής της πρεπούσης ως ορθόδοξοι είναι άξιοι, επειδή όχι σχίσμα επροξένησαν εις την Εκκλησίαν με τον χωρισμόν αυτόν, αλλά μάλλον ηλευθέρωσαν την Εκκλησίαν από το σχίσμα και την αίρεσιν των ψευδεπισκόπων αυτών» (Πηδάλιο).

Ο π. Αυγουστίνος γνώριζε ότι η Πολιτεία, χρόνια ολόκληρα, επιβαλλόταν με το δικαίωμα της «Νόμω επικρατούσης πολιτείας»∙ Έτσι διεκδικούσε τα συμφέροντά της.

Γι’ αυτό και καταγγέλλει – αποκαλύπτει την βίαια συμπεριφορά – πολιτική του Θεοφύλακτου Παπακωνσταντίνου, ο οποίος επιχείρησε να βγάλη με ΤΗΛΕΔΙΑΓΝΩΣΕΙΣ τον π. Αυγουστίνο ως «τρελό», κατηγορία που για πρώτη φορά κατέθεσε (ως μάρτυς) ενώπιον εκκλησιαστικού δικαστηρίου (1958) ο μακαριστός Παν. Τρεμπέλας (ο οποίος ζήτησε ειλικρινή συγγνώμη από τον π. Αυγουστίνο δι’ επιστολής του – Αθήνα 26 Ιουνίου 1973) – Χριστ. Σπίθα Νοέμβριος 1973. Ο π. Αυγουστίνος γράφει, για την υποχρεωτική – κανονική διάταξη του β΄ σκέλους του ΙΕ΄ Κανόνα, όχι μόνο αναφερόμενος στην ερμηνεία του Αγ. Νικοδήμου (που παραθέσαμε ανωτέρω), αλλά και τα εξής:

«Ο κ. Θ. Π. κατηγορεί ημάς, ότι επαύσαμεν αντικανονικώς το μηνόσυνον του Αθηναγόρου κ.τ.λ. Ο κ. αρθρογράφος, ο οποίος ομολογεί ότι δεν είνε θεολόγος, καλόν θα ήτο, πριν ασχοληθή με εκκλησιαστικά και θεολογικά θέματα και δη τοιαύτης λεπτότητος, να συνεβουλεύετο ειδήμονα τινα περί το Κανονικόν Δίκαιον και δη τον καθηγητήν κ. Μουρατίδην, ίνα μάθη ότι συμφώνως προς τους Ι. Κανόνες, και μάλιστα προς αυτόν τον οποίον επικαλείται, εις ωρισμένας περιπτώσεις όχι μόνον επιτρέπεται, αλλά και επιβάλλεται η διακοπή του μνημοσύνου του Επισκόπου και του Πατριάρχου.

Δεν υπήρξα δε μόνος εγώ, όστις διέκοψα το μνημόσυνον. Υπήρξαν και όλαι σχεδόν αι Ιεραί Μοναί του Αγίου Όρους, ως και οι Σεβ Μητροπολίται Ελευθερουπόλεως κ. Αμβρόσιος και Παραμυθίας κ. Παύλος. Η δε Ιερά Σύνοδος δεν ετόλμησε να μας εισαγάγη εις δίκην, διότι εστηριζόμεθα κανονικώς.

Ο νυν Πατριάρχης κ. Δημήτριος, ως έχομεν λόγους να πιστεύωμεν, τέμνει νέαν οδόν εις τας σχέσεις μετά της παπικής εκκλησίας. Εάν δε τυχόν διαπιστωθεί εν τη πράξει, ότι και ούτος εκκλίνει εκ των γραμμών της Ορθοδοξίας, δεν θα σιωπήσωμεν» (Χριστ. Σπίθα – Νοέμβριος 1973).

Ο π. Αυγουστίνος ευρίσκει την δικαίωσίν του όχι μόνο εις το (κανονικώς) ακλόνητον του ΙΕ΄ Κανόνα, όχι μόνο στο γεγονός διακοπής του μνημοσύνου από τους παλαιούς Αγιορείτας Πατέρας (1275), αλλά και από τους νεώτερους (1964), γι’ αυτό και στην προέκταση του λόγου του έγραψε: «Δεν υπήρξα δε μόνος εγώ, όστις διέκοψα το μνημόσυνον. Υπήρξαν και όλαι σχεδόν αι Ιεραί Μοναί του Αγίου Όρους…».

Ως επίσκοπος – φύλακας και διαχειριστής των αληθειών, Δογματικών και Εκκλησιολογικών, της Ορθοδοξίας, ο π. Αυγουστίνος ουδέποτε στα κεντρικά επιχειρήματά του επικαλέσθηκε (ως βοήθεια) την «Επιστολιμαία διατριβή» του π. Επιφανίου Θεοδωρόπουλου για το «Μνημόσυνον του πατριάρχου Αθηναγόρου» (19/6/1969).

Ο π. Επιφάνιος έγραψε στην Επιστολή του ότι «Ο Κανών είνε δυνητικός και ουχί υποχρεωτικός. Δεν αξιοί δηλ. απαραιτήτως παρά των κληρικών όπως παύωσι το μνημόσυνον του αιρετικά διδάσκοντος Επισκόπου προ της καταδίκης αυτού, αλλ’ απλώς παρέχει εις αυτούς την δυνατότητα».

Αντίθετα, ο π. Αυγουστίνος τόνισε: «εις ωρισμένας περιπτώσεις όχι μόνον επιτρέπεται, αλλά και επιβάλλεται η διακοπή του μνημοσύνου του Επισκόπου και του Πατριάρχου».

Στην «Επιστολιμαία διατριβή» του, ο π. Επιφάνιος, γράφει: «Άλλωστε 3-4 Επίσκοποι, οι εκ χαρακτήρος ζωηρότεροι και εκδηλωτικότεροι, ως ο Πειραιώς, ο Ελευθερουπόλεως, ο Φλωρίνης και ει τις έτερος, καθώς και έγκριτα θρησκευτικά περιοδικά ως ο «Εκκλησιαστικός Αγών», ο «Ορθόδοξος Τύπος», ο «Σωτήρ», οι «Τρεις Ιεράρχαι» κ.ά., πολλάκις εξαπέλυσαν δημοσία βιαιοτάτας επιθέσεις κατά των τολμημάτων του Πατριάρχου…»

Η ανένδοτη αγωνιστικότητα των αναφερομένων επισκόπων οφείλετο εις την βαθειά πίστη τους και στη συνείδησή τους και όχι εις το «ζωηρόν του χαρακτήρος των» (Συνεχίζεται).

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ


«Η μνημόνευση του Επισκόπου στη Θεία Λειτουργία»

(Και η θέση του Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτη έναντι του

 ΙΕ Κανόνα, ως συνέχεια των Αγιορειτών Πατέρων – 1275)

ΜΕΡΟΣ Ζ΄

Οι περισσότεροι ορθόδοξοι χριστιανοί δεν γνωρίζουν τον ΙΕ΄ Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου∙ αυτό αποτελεί κοινότοπη αλήθεια.

Στην πιο υποφερτή κατάσταση τον γνωρίζουν «εξ ακοής». Φυσικά δεν αποφεύγουν την εμπειρική πραγματικότητα – παραδοχή, ότι πράγματι χρειάζεται μια ενεργητική αντίσταση στην παναίρεση του οικουμενισμού, στην αναδιάταξη της εκκλησίας, που επιχειρούν οι οικουμενιστές επίσκοποι.

Υπάρχει, δυστυχώς, αυτή η αναντιστοιχία μεταξύ σκέψης και έργων στους σημερινούς Ορθοδόξους. είναι αυτός ο δραματικός μερισμός (=διαίρεση) στον οποίο αναφέρεται ο Ι. Κανόνας στην προοπτική σωτηρίας του πληρώματος: «αλλά σχισμάτων και μερισμών την Εκκλησίαν εσπούδασαν ρύσασθαι».

Δεν γνωρίζουν ακόμη, ακριβώς, τι κύρους (πνευματικό) προσωπικότητα ήτο ο Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης, τι φλόγα πίστεως (ηφαιστειώδη) είχε μέσα του και την απύθμενη προσήλωση της συνειδήσεώς του στην Ορθόδοξη Πίστη. Σε επιστολή του προς τον Πατριάρχη Δημήτριο, έγραψε (26/09/1972): «Παναγιώτατε δέσποτα! Ως είναι γνωστόν, ο υποφαινόμενος, ως και δύο έτεροι Ιεράρχαι της Βορείου Ελλάδος, ηναγκάσθημεν μετά πολλής θλίψεως και οδύνης δια λόγους συνειδήσεως να διακόψωμεν το μνημόσυνον του προκατόχου υμών πατριάρχου Αθηναγότου…».

1ο Σχόλιο: Από του τέλους Μαρτίου 1970, τρεις εν ενεργεία Μητροπολίτες, Αμβρόσιος Ελευθερουπόλεως, Παραμυθίας Παύλος και Φλωρίνης Αυγουστίνος, έπαυσαν το μνημόσυνο του Αθηναγόρα. Η συνείδησή τους και ο ΙΕ΄ Κανόνας έγιναν η υποχρεωτική ισχύς του Κανόνα, έγιναν τα κλειδιά στην εκκλησιολογική αντίδρασή τους. Δεν έχω διαπιστώσει, μέχρι τώρα, στα κείμενά τους ουδεμία ύπαρξη «νύξης» για «Δυνητική Ερμηνεία» του Κανόνα, αν και ο σύγχρονός τους π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος έχαιρε εκτιμήσεως από το πλήρωμα (γενικά), λόγω της «Δυνητικής ερμηνείας» του ως αποφυγή (στο έπακρον) αναλήψεως ηρωικών αγώνων υπέρ της Εκκλησίας.

Σήμερα, μετά από πενήντα τρία (53) συναπτά έτη, η «Δυνητική Ερμηνεία» ποια χειροπιαστή ωφέλεια πέτυχε; Αντίθετα, αποδείχθηκε η γέφυρα διείσδυσης της αιρέσεως του οικουμενισμού στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Αποδείχθηκε δηλ., ότι οι εκκλησιολογικές δικαιολογήσεις της «Δυνητικής Ερμηνείας» δεν ήταν θεία συνάρσει, δεν είχαν Αγιοπνευματική έμπνευση!

«Εκ των καρπών γιγνώσκεται το δένδρον» (ο Κύριος – Ματθ. ιβ΄, 33).

Δεν γνωρίζουν, ακόμη, οι περισσότεροι ορθόδοξοι χριστιανοί τον πυρίκαυστο ζήλο των Αγιορειτών Πατέρων (1275), που εφάρμοσαν μαρτυρικά τον ΙΕ΄ Κανόνα.

Ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων, όταν απάντησε σε διαμαρτυρίες κοσμικών ανθρώπων περί του ελέγχου που ασκούσε ο ιεροκήρυκας π. Αυγουστίνος Καντιώτης, απάντησε:

«Μπρε! επονέσατε; Σας εδάγκωσε πολύ; Θα του είπω να σας δαγκώνη περισσότερο. Γιατί αυτός είναι τσοπανόσκυλο στο μαντρί της Εκκλησίας» (Χριστ. Σπίθα, ΜΑΡΤ- ΜΑΪΟΣ 1973).

Με δεδομένη την πνευματική βαρύτητα του π. Αυγουστίνου, λόγω των επωδύνων αγώνων του υπέρ Πίστεως και πνευματικής υγείας της ζωής του εκκλησιαστικού σώματος, από μαθητής ακόμη δεν είχα αμφιβολίες για το Πατερικό, γνήσιο και ευρύτερο εκκλησιολογικό πεδίο του.

Ο αγωνιστής Αρχιμανδρίτης π. Γρηγόριος Δ. Χατζηνικολάου, νυν ηγούμενος στην Ι. Μονή Αγ. Τριάδος (Άνω Γατζέα - Πήλιο), ήτο τότε (1970) ομαδάρχης – υπεύθυνος στο Πνευματικό Κέντρο της Ι. Μ.  Δημητριάδος. Με δεδομένη την παράλληλη διδασκαλία του περί αυστηρής χριστιανικής ζωής, μας δίδαξε και την αρμονία της πνευματικής ζωής, ως συνάρτηση του οράματος – μηνύματος «ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΚΑΙ ΖΩΣΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ».

Αυτή την έντονη ανοδική εκκλησιολογική κινητικότητα στην ομάδα των εφήβων, βοηθούσε και το φρόνημα του αγωνιστού κατά της Μασωνίας Επισκόπου Ηλία, εις εκ των Δώδεκα (12) εκθρονισθέντων επισκόπων από την δικτατορία (1974). Γι’ αυτό απ’ αρχής δεν έδωσα εμπιστοσύνη στην «Δυνητική» θεώρηση του ΙΕ΄ Κανόνα, που διατύπωσαν οι π. Γεράσιμος Μενάγιας και π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος.

2ο Σχόλιο: Χρειάζεται να διαλευκάνουμε, ότι δεν αμφισβητούμε τον πόνο των π. Γερασίμου και π. Επιφανίου για την διατήρηση της ενότητας στην Εκκλησία.

Σε επιστολή του ο Μ. Φώτιος τονίζει, ότι και οι άγιοι υποπίπτουν σε λάθη.

3ο Σχόλιο: Η δυναμική συμπεριφορά του π. Αυγουστίνου, ως άμεση επένδυση στους όρους – συντελεστές παραγωγής υγιούς εκκλησιολογικής ζωής του πληρώματος δυνάμει του ΙΕ΄ Κανόνα, αποτυπώνεται στη φράση του: «Η παύσις του μνημοσύνου οπωσδήποτε θα επεκταθή». Το σχετικό τηλεγράφημά του, ήτο: «επικροτώ πράξιν Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως, παύσαντος, και λόγω νεωτέρων δηλώσεων Πατριάρχου Αθηναγόρα περί κοινού ποτηρίου, πρωτείου, αλαθήτου και φιλιόκβε, το μνημόσυνον αυτού. Η παύσις μνημοσύνου οπωσδήποτε θα επεκταθή» [Προς Ι. Σύνοδο (23-3-70)].

Σήμερα, όσοι υποστηρίζουμε το υποχρεωτικό του ΙΕ΄ Κανόνα, θεωρούμεθα ως μικρο-ομάδες, ως ατελείς μορφές εκκλησιαστικής συλλογικής δράσης ή και ως σχισματικοί!

Ερώτημα: Ο Τύπος του Βόλου, που εδώ και πολύ καιρό σταμάτησε να δημοσιεύει αντι-οικουμενιστικές εργασίες, μήπως είναι επηρεασμένος από το κλίμα της Μητροπόλεως;

Ο Δημοσιογράφος Λυκούργος Κομίνης, στο βιβλίο του «Η κρίση του Ελληνικού Τύπου» (Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ), υπογραμμίζει: «Επειδή ο Τύπος είναι επιχείρηση, έχει τη δυνατότητα να ενεργεί αντιδεοντολογικά χωρίς να ελέγχεται» (Σελ. 402).

«Πονηρά φύσις, εξουσίας επιβαλλομένη, δημοσίας απεργάζεται συμφοράς», παρατηρεί ο Δημοσθένης.

4ο Σχόλιο: Την εποχή εκείνη επί Αθηναγόρα (1970), ο εκκλησιολογικός συσχετισμός δυνάμεων ήτο υπέρ της Ορθοδοξίας στον Ελληνικό χώρο. Θα μπορούσαν να πρυτανεύσουν υπέρ εφαρμογής του ΙΕ΄ Κανόνα πλήθος Ιεραρχών, αν δεν υπήρχε στην συγκεκριμένη ιστορική στιγμή η «Δυνητική θεωρία», συμμετρικά συνεργαζόμενη με τις επιδιώξεις των οικουμενιστών, αν και φαινομενικά εκπροσωπούν κόσμους εχθρικούς μεταξύ τους.

Οι υγιείς αντιδράσεις επί των τάσεων – θέσεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου (τότε), ήτο αξιολογικά ανώτερες και περισσότερες των σημερινών. Παραδείγματα (επιλεκτικά):

1ον) Το Άγιο Όρος  2ον) Ο π. Φιλόθεος Ζερβάκος  3ον) Ο γηραιός (τότε) μητροπολίτης Σάμου Ειρηναίος  4ον) Ο Μητροπολίτης Αργολίδος Χρυσόστομος  5ον) Ο Μητροπολίτης Μαντινείας Γερμανός  6ον) Ο Μητροπολίτης Κερκύρας και Παξών Μεθόδιος  7ον) Ο Σέργιος Βουλγκάκωφ  8ον) Ο Φλωρίνης Αυγουστίνος  9ον) Ο Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος  10ον) Ο Παραμυθίας Παύλος κ.λ.π.

Ο Σεβασμιώτατος Κερκύρας, έγραψε, διαμαρτυρόμενος: «Ομολογώ, ότι δεν συμφωνώ εις ένωσιν επί αναγνωρίσει των παπικών αξιώσεων και πάσης άλλης κακοδοξίας. Υπενθυμίζω δε ευθαρσώς προς πάσαν πλευράν, ότι διάκειμαι ευλαβώς προς τα, ά και βαθέως συναισθάνομαι, λεχθέντα υπό του υπερτάτου αποστόλου Παύλου, ελληνιστί δε γραφέντα, «Ει τις υμάς ευαγγελίζεται παρ’ ο παρελάβετε, ανάθεμα έστω». Ομοίως και το παρά του αυτού υπερτάτου αποστόλου λεχθέν∙ «Ει έτι ανθρώποις ήρεσκον, Χριστού δούλος ουκ αν ημήν» (Γαλ. 1, 9, 10) (Έγγραφο προς Αθηναγόρα, υπ’ αριθ. 3461, 13/9/61) (Συνεχίζεται)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ