Σὲ
ἐπιστολὴ τοῦ Πατριάρχου Γερμανοῦ (1229) διαβάζουμε: «Ὅσοι κληρικοὶ
ἀποδέχονται τὴν Ἐκκλησίαν μας καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ κρατήσουν τὴν
πατροπαράδοτη πίστι, νὰ μὴ ὑποκύψουν στοὺς ἀρχιερεῖς τους ποὺ
ὑποτάχθηκαν στοὺς Λατίνους. Οὔτε νὰ ὑπακούσουν ἔστω καὶ γιὰ λίγο σ’
αὐτούς, ἐπειδὴ οἱ ἐπίσκοποι θὰ τοὺς ἀφορίσουν μὲ σκοπὸ νὰ τοὺς κάνουν νὰ
πεισθοῦν στὴν λατινικὴ Ἐκκλησία.
Ἐπειδὴ ἕνας τέτοιος ἀφορισμὸς εἶναι
ἄκυρος καὶ ἐπιστρέφει μᾶλλον σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν πράττουν. Καὶ τοῦτο διότι
ἔχουν γίνει πρόξενοι σκανδάλου στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ κατεπάτησαν τὴν
ἀκρίβεια τῶν ἱ. Κανόνων καὶ δέχτηκαν τοὺς …ἀλλοτριοεπισκόπους καὶ τοὺς
ἔδωσαν τὰ χέρια, τὸ ὁποῖο εἶναι σημεῖο εὐπειθείας καὶ ὑποδουλώσεως…
»Ἐσεῖς
δὲ περιούσιε λαὲ τοῦ Χριστοῦ, στερεωθεῖτε στὴν πίστη, …μὴ προδίδετε
κανένα ἀπὸ τὰ ὀρθὰ δόγματα τὰ ὁποῖα ἔχετε λάβει ἀπὸ παλαιά. Νὰ θεωρῆται
χαρὰ καὶ κέρδος κάθε βιοτικὴ θλίψι καὶ κάθε ζημία, προκειμένου νὰ
διαφυλαχθῇ μέσα σας ἀπαραβίαστος ὁ θησαυρὸς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως» (ὅπ.
παρ., σελ. 224).